Ναυσικά (όπερα)
Ναυσικά | |
---|---|
Ναυσικά, Πίνακας του Ζαν Βέμπερ,1888 | |
Πρωτότυπος τίτλος | Nausicaa |
Γλώσσα πρωτοτύπου | Αγγλικά & ελληνικά |
Μουσική | Πέγκι Γκλάνβιλ-Χικς |
Λιμπρέτο | Ρόμπερτ Γκρέιβς & Άλαστερ Ριντ |
Πράξεις | 3 |
Πρεμιέρα | 19 Αυγούστου 1961 |
Θέατρο | Ωδείο Ηρώδου του Αττικού |
Ρόλοι | |
Ναυσικά, Αίθων, Βασιλιάς Αλκίνοος, Βασίλισσα Αρήτη, χορός |
Η Ναυσικά (αγγλικά: Nausicaa) είναι όπερα της αυστραλίδας συνθέτριας και κριτικού μουσικής Πέγκι Γκλάνβιλ-Χικς. Το έργο συντέθηκε κατά παραγγελία του Φεστιβάλ Αθηνών και παρουσιάστηκε στο Ωδείο Ηρώδου του Αττικού το 1961, με την υψίφωνο Τερέζα Στράτας στον πρωταγωνιστικό ρόλο. Αποτελεί οπερατική διασκευή του μυθιστορήματος του άγγλου συγγραφέα Ρόμπερτ Γκρέιβς, Η κόρη του Ομήρου και συνιστά μία από τις πλέον γνωστές όπερες της συνθέτριας.
Έμπνευση και λιμπρέτο
Η αρχική ιδέα
Όπως περιέγραψε η ίδια η συνθέτρια, η ακρόαση παραδοσιακής μουσικής της κεντρικής Ευρώπης από το αρχείο ηχογραφήσεων του ούγγρου συνθέτη Μπέλα Μπάρτοκ υπήρξε έναυσμα για την ενασχόλησή της με την ελληνική παραδοσιακή μουσική. Σε αυτήν την κατεύθυνση, έθεσε ως στόχο τη δημιουργία μιας όπερας βασισμένης σε ελληνικό θέμα.[1] Αρχικά, η Γκλάνβιλ-Χικς επέλεξε ως θεματική βάση το έργο του Θόρντον Ουάιλντερ The Woman of Andros («Η γυναίκα της Άνδρου»), αλλά ο συγγραφέας αρνήθηκε τη μεταφορά του μυθιστορήματος στην οπερατική σκηνή.[1]
Η συνθέτρια είχε έκδηλο ενδιαφέρον για το συγγραφικό έργο του ελληνιστή Ρόμπερτ Γκρέιβς αρκετά πρωτύτερα από την ανάδυση της ιδέας της όπερας Ναυσικά.[2] Αυτή, προέκυψε από την ανάγνωση του μυθιστορήματος του Γκρέιβς Η κόρη του Ομήρου (1955), το οποίο βασίζεται στη θεωρία ότι η Οδύσσεια είχε συγγραφεί από μια γυναίκα. Το μυθιστόρημα κέντρισε το ενδιαφέρον της συνθέτριας, που επικοινώνησε με τον Γκρέιβς δηλώνοντάς του την πρόθεσή της να συνθέσει μια όπερα βασισμένη στο έργο του.[3] Για την Γκλάνβιλ-Χικς, «μια καλή οπερατική ιστορία είναι μια καλή ιστορία μπαλέτου. Αν μπορείς να δεις ποιος κάνει τι σε ποιον και ποιο είναι το αποτέλεσμα, χωρίς να καταλαβαίνεις ούτε λέξη από το τι λένε, τόσο το καλύτερο». Έχοντας ως γνώμονα αυτήν την εκτίμηση, η συνθέτρια εξέλαβε την ιστορία του Γκρέιβς ως «μια τελείως όμορφη ιστορία» που ήταν «πολύ καλή για όπερα».[4]
Το λιμπρέτο
Ο Γκρέιβς συμφώνησε με την ιδέα και από το 1956 ως το 1958 συνεργάστηκε με τη συνθέτρια για τη συγγραφή του λιμπρέτου της όπερας.[5] Για τον σκοπό αυτό, η Γκλάνβιλ-Χικς αιτήθηκε και τη συνδρομή του φίλου της, λιμπρετίστα Άλαστερ Ριντ[6] και μετέβη στο νησί της Μαγιόρκας, όπου είχε εγκατασταθεί ο Γκρέιβς από το 1946.[7] Παράλληλα, έλαβε δύο Υποτροφίες Γκούγκενχαϊμ σύνθεσης για τα έτη 1956-1957 και 1957-1958, χάρη στις οποίες κατάφερε να ασχοληθεί απρόσκοπτα με το λιμπρέτο του έργου.[5]
Η Γκλάνβιλ-Χικς προτίμησε την αγγλική γλώσσα για την απόδοση της κυρίως δράσης (εννοούνται οι στιχομυθίες των μονωδών), επιλέγοντας την ελληνική γλώσσα για τα χορικά, κάτι που η ίδια εκτίμησε ότι θα ήταν «πολύ βοηθητικό για εκείνους στο κοινό που μιλούν μόνο ελληνικά».[8]
Μουσική
Ηχητικό απόσπασμα από την πρεμιέρα του 1961, Εθνικό Οπτικοακουστικό Αρχείο της Αυστραλίας |
Εκκινώντας το 1958,[5] η Γκλάνβιλ-Χικς ολοκλήρωσε τη σύνθεση της όπερας στις 30 Απριλίου 1960.[9] Η εγκατάστασή της στην Αθήνα το 1959,[10] συνέπεσε με την εκτενέστερη ενασχόλησή της με τη μελέτη της ελληνικής παραδοσιακής μουσικής,[11] που συνιστά τη θεματική βάση της σύνθεσης.[8] Όπως διευκρίνισε η ίδια, η ελληνική δημοτική μουσική «κατείχε τον παλαιό ήχο», έχοντας «τον ρυθμό κτισμένο μέσα στη μελωδία». Σε προηγούμενη περίοδο της σταδιοδρομίας της, η συνθέτρια είχε επιχειρήσει να συνθέσει τοποθετώντας τη μελωδία πάνω στον ρυθμό, αλλά, κατά την ίδια, για τον σκοπό αυτό απαιτούνταν «πολλά κρουστά όργανα», κάτι που ήταν «εξαιρετικά ακριβό», εξαιτίας της έλλειψης εξειδικευμένων σε αυτά τα όργανα μουσικών.[1]
Συνεπώς, σε αναζήτηση μουσικής με τον ρυθμό δομημένο εντός της, η Γκλάνβιλ-Χικς επισκέφτηκε περισσότερα από 30 ελληνικά νησιά μαγνητοφωνώντας τις τοπικές μουσικές τους.[1] Περαιτέρω, ερεύνησε τα αρχεία της Ακαδημίας Αθηνών προς εύρεση μουσικών ιδεών και ενσωμάτωσε στη μουσική της όπερας στοιχεία από τις μουσικές παραδόσες της Ηπείρου, της Πελοποννήσου, της Κρήτης και των Δωδεκανήσων.[12]
Η Γκλάνβιλ-Χικς θεωρούσε ότι η «μελωδική ουσία» των τραγουδιών μιας όπερας προκύπτει από τα επιμέρους χαρακτηριστικά της προσωδίας του λόγου του λιμπρέτου. Η εκτίμησή της ήταν ότι εφαρμόζοντας αυτήν την ιδέα στην πράξη για την όπερα Ναυσικά αλλά και σε άλλα έργα της, πέτυχε το να ακούγεται κάθε λέξη «αρκετά καλά».[4] Σε αντιστοιχία με το λιμπρέτο της όπερας, η μουσική του έργου έχει διττό χαρακτήρα· για την κυρίως δράση η Γκλάνβιλ-Χικς συνέθεσε περισσότερο προσωπική μουσική στην αγγλική γλώσσα, απευθυνόμενη στο εκλεπτυσμένο διεθνές κοινό της πρώτης παρουσίασης και αναθέτοντας αυτά τα μέρη στους μονωδούς, ενώ για τα χορικά δημιούργησε μουσική παρεμφερή σε ελληνικά δημοτικά τραγούδια που απευθυνόταν στο μαζικότερο ελληνόφωνο κοινό της πρεμιέρας.[13]
Σε σχετικό δημοσίευμα στο περιοδικό Time, η μουσική της Ναυσικάς χαρακτηρίζεται ως «σκληρή και δριμεία, [...] σαν το ελληνικό τοπίο», ενώ τονίζεται ότι η συνθέτρια επέλεξε σκοπίμως ορχήστρα των μόλις 60 οργάνων, κατέστησε τα φωνητικά μέρη στομφώδη και ενέτεινε τη δραματικότητά τους χρησιμοποιώντας τα ρυθμικά σχήματα της ελληνικής παραδοσιακής μουσικής.[14]
Πρεμιέρα στο Φεστιβάλ Αθηνών
Το 1959, συμφωνήθηκε από τη συνθέτρια και την τότε διεύθυνση του Φεστιβάλ Αθηνών η ένταξη της όπερας Ναυσικά στο προσεχές καλλιτεχνικό πρόγραμμα του φεστιβάλ.[15] Η Γκλάνβιλ-Χικς ανέλαβε προσωπικά την επίλυση των πολυάριθμων ζητημάτων της διοργάνωσης της πρεμιέρας, από την επιλογή των μονωδών ως τη διαφήμιση της πρώτης παρουσίασης.[16] Αρχικώς, η Γκλάνβιλ-Χικς απέστειλε στην επιφανή υψίφωνο Μαρία Κάλλας πρόταση για την ανάληψη της θέσης της πριμαντόνας του οπερατικού θιάσου στην πρώτη παραγωγή της όπεράς της. Ωστόσο, η Κάλλας είχε συμφωνήσει την εμφάνισή της στη Νόρμα του 1960 στο αρχαίο θέατρο Επιδάυρου, κι έτσι δήλωσε στη συνθέτρια την αδυναμία της να πρωταγωνιστήσει στη Ναυσικά.[13]
Εν τέλει, για τους τέσσερις πρωταγωνιστικούς ρόλους η Γκλάνβιλ-Χικς επέλεξε τέσσερις ανερχόμενους μονωδούς —όλοι τους Ελληνοαμερικανοί, ώστε να ξεπεραστεί το ζήτημα της διγλωσσίας του έργου. Επρόκειτο για την υψίφωνο Τερέζα Στράτας (Ναυσικά), για τους βαρύτονους Τζον Μοδινό (Αίθων) και Σπύρο Μάλας (Αλκίνοος) και για τη μεσόφωνο Σοφία Στέφαν (Αρήτη).[17]
Η Ναυσικά έκανε πρεμιέρα ένα έτος μετά την ολοκλήρωση της σύνθεσής της, στις 19 Αυγούστου 1961, στο Ωδείο Ηρώδου του Αττικού.[18] Για την πρώτη παραγωγή του έργου συνέπραξαν περί τους 150 συντελεστές·[19] τη διεύθυνση ορχήστρας ανέλαβε ο Κάρλος Σουρινάκ, τη σκηνοθεσία και χορογραφία ο Τζον Μπάτλερ και τη σκηνογραφία-ενδυματολογία ο Ανδρέας Νομικός.[20] Στα σκηνικά της παράστασης δέσποζε ένα πέτρινο οικοδόμημα και τα κοστούμια ήταν ελληνοκεντρικά, με πλούσιο διάκοσμο από πετράδια.[19]
Το έργο έτυχε της ευρείας αποδοχής του κοινού των περίπου 5 χιλιάδων ατόμων —μεταξύ τους βρισκόταν και ο Ρόμπερτ Γκρέιβς—[21] και έλαβε πλήθος επαινετικών κριτικών από όλον τον κόσμο.[22] Παρότι θεωρήθηκε ως το κορυφαίο έργο της συνθέτριας,[23] δεν ακολούθησε κάποια άλλη παραγωγή της όπερας κι έτσι η πρεμιέρα του Φεστιβάλ Αθηνών υπήρξε η μόνη παρουσίαση του έργου ως σήμερα.[8]
Ρόλοι
Ρόλος | Τύπος φωνής | Ερμηνευτές της πρεμιέρας[24]
(19 Αυγούστου 1961, Ωδείο Ηρώδου του Αττικού) |
---|---|---|
Ναυσικά, κόρη του βασιλικού ζεύγους Αλκίνοου και Αρήτης | υψίφωνος | Τερέζα Στράτας |
Αίθων, ναυαγός ευγενής από την Κρήτη | βαρύτονος | Τζον Μοδινός |
Αλκίνοος, βασιλιάς του Δρέπανου | βαρύτονος | Σπύρος Μάλας |
Αρήτη, βασίλισσα του Δρέπανου | μεσόφωνος | Σοφία Στέφαν |
Φήμιος, αοιδός του παλατιού | τενόρος | Έντουαρντ Ρουλ |
Κλυτόνηος, νεαρός αδερφός της Ναυσικάς | τενόρος | Γιώργος Τσαντίκος |
Αντίνοος, μνηστήρας | τενόρος | Μιχάλης Χελιώτης |
Ευρύμαχος, μνηστήρας | τενόρος | Γιώργος Μούτσιος |
Ιερέας | τενόρος | Μιχάλης Χελιώτης |
Αγγελιοφόρος | βαρύτονος | Βασίλης Κουντούρης |
Χορός | διάφοροι μονωδοί | Χορωδία Εθνικής Λυρικής Σκηνής |
Σύνοψη
Διασκευή του μύθου της Ναυσικάς και του Οδυσσέα, βασισμένη στο μυθιστόρημα του Ρόμπερτ Γκρέιβς «Η κόρη του Ομήρου». Στο λιμπρέτο, ο πρωταγωνιστικός ρόλος της Ναυσικάς συνιστά αμάλγαμα των χαρακτηριστικών των μυθικών μορφών της Οδύσσειας, Πηνελόπης και Ναυσικάς. Ο μυθικός Οδυσσέας αποδίδεται ως «Αίθων», ένας ναυαγός ευγενής από την Κρήτη που διεκδικεί τη Ναυσικά. Σε συμφωνία με το έργο του Ρόμπερτ Γκρέιβς, ένα δευτερεύον θέμα του λιμπρέτου συνιστά η παρουσίαση της Ναυσικάς ως συγγραφέα της Οδύσσειας.[25]
Πράξη 1η
Στον σύντομο πρόλογο της όπερας, η Ναυσικά συνδιαλέγεται με τον αοιδό Φήμιο αναφορικά με τον ρόλο που διαδραματίζει η Πηνελόπη στο έπος της Οδύσσειας. Στη συνέχεια, ο βασιλιάς του Δρέπανου, Αλκίνοος, αναχωρεί για να αναζητήσει τον υιό του Λαοδάμα, που έχει χαθεί υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες. Αναφορικά με το ζήτημα των μνηστήρων της κόρης του, πριγκίπισσας Ναυσικάς, ο Αλκίνοος ορίζει η απόφαση να ληφθεί από την ίδια.
Ακολουθεί ιντερλούδιο, στο οποίο η Ναυσικά και η μητέρα της, βασίλισσα Αρήτη, συζητούν την πιθανότητα ο Λαοδάμας να είναι νεκρός. Έπειτα, εκφράζουν τον φόβο τους στον αδελφό της Ναυσικάς και γιο της Αρήτης, Κλυτόνηο. Εκείνη τη στιγμή, οι τρεις τους κρυφακούν τον Αντίνοο, τον Ευρύμαχο και δύο, ακόμα, μνηστήρες να συζητούν την ανατροπή του βασιλιά. Η Ναυσικά καλεί τη θεά Αθηνά για βοήθεια.
Ακολουθεί η χαρακτηριστική σκηνή της ανάδυσης του Αίθωνα (Οδυσσέα) από τη θάλασσα. Οι υπηρέτριες της Ναυσικάς πλένουν ρούχα σε μια πηγή δίπλα στην ακτή όταν ο ναυαγός Αίθων αναδύεται από τα νερά και τους ζητά καταφύγιο. Εκλαμβάνοντας τη ξαφνική εμφάνισή του ως απόκριση της θεάς Αθηνάς στην παράκλησή της για βοήθεια, η Ναυσικά παίρνει τον Αίθωνα στο παλάτι, μεταμφιεσμένο σε ζητιάνο.
Πράξη 2η
Στη δεύτερη πράξη εκτυλίσσεται η συνομωσία των μνηστήρων, οι οποίοι, στο μεταξύ, έχουν εγκατασταθεί στο παλάτι, με τον αοιδό Φήμιο να τους διασκεδάζει. Η Ναυσικά και ο Κλυτόνηος τούς ζητούν να αποχωρήσουν και ο ζητιάνος-Αίθων εξοργίζεται από τη στάση τους. Ο Κλυτόνηος ζητά τη βοήθεια του τρίτου αδελφού του, Άλιου, που ζει εξόριστος σε παραπλήσια πόλη. Η Ναυσικά αποκαλύπτει στον Κλυτόνηο την ταυτότητα του ζητιάνου και, στο ιντερλούδιο που ακολουθεί, επιπλήττει τον Φήμιο για το ότι παρέχει διασκέδαση στους εχθρούς του πατέρα της.
Έπειτα, ο Αίθων εκφράζει την αγάπη του στη Ναυσικά και η βασίλισσα Αρήτη μαθαίνει την ταυτότητά του. Ο Κλυτόνηος επιστρέφει κομίζοντας 50 βέλη ως ένδειξη βοήθειας από τον αδελφό του. Η Ναυσικά ανακοινώνει ότι όποιος μνηστήρας καταφέρει να τοξεύσει το Μέγα Τόξο του Ηρακλέως που βρίσκεται στο παλάτι, θα μπορέσει να τη διεκδικήσει σε γάμο. Φοβούμενη ότι κάποιος μνηστήρας θα καταφέρει να κερδίσει τον διαγωνισμό αντί του Αίθωνα και λαμβάνοντας χρησμό σύμφωνα με τον οποίον ένας γάμος την ίδια εκείνη νύχτα θα έλυνε το πρόβλημα, η βασίλισσα Αρήτη οργανώνει άμεσα τον γάμο της Ναυσικάς και του Αίθωνα.
Πράξη 3η
Ακολούθως, η Ναυσικά παντρεύεται τον Αίθωνα, ο οποίος, περαιτέρω, κερδίζει τον διαγωνισμό ενάντια στους μνηστήρες. Στη συνέχεια, ο Αίθων σκοτώνει τους μνηστήρες έναν προς έναν, αλλά με την παρέμβαση της Ναυσικάς η ζωή του Φήμιου σώζεται. Ο βασιλιάς επιστρέφει και, διαπιστώνοντας την κατάσταση, θέλει να ανταμείψει την κόρη του για τη δυναμικότητά της. Ως αντάλλαγμα για τη ζωή του, η Ναυσικά ζητά από τον Φήμιο να τραγουδά στο εφεξής τη δική της εκδοχή της ιστορίας της Πηνελόπης. Ο αοιδός δέχεται διστακτικά και η όπερα ολοκληρώνεται σε κλίμα γενικευμένης ευθυμίας.
Ηχογραφήσεις
- Αύγουστος 1961 (επανέκδοση 2007): Composers Recording Inc., Athens Symphony Orchestra & Chorus of Men and Women, Carlos Surinach.[26]
Στην ηχογράφηση περιλαμβάνονται αποσπάσματα από τις Πράξεις 1 και 2, και ολόκληρη η 3η Πράξη.[27]
Παραπομπές
- ↑ 1,0 1,1 1,2 1,3 Murdoch 2003, σελ. 159.
- ↑ Beckett 1992, σελ. 159.
- ↑ Murdoch 2003, σελ. 146.
- ↑ 4,0 4,1 Murdoch 2003, σελ. 160.
- ↑ 5,0 5,1 5,2 Rogers 2016, σελ. 185.
- ↑ Murdoch 2003, σελ. 148.
- ↑ Beckett 1992, σελ. 159· Murdoch 2003, σελ. 276.
- ↑ 8,0 8,1 8,2 Rogers 2016, σελ. 186.
- ↑ Hayes 1990, σελ. 30.
- ↑ Butterworth 2004, σελ. 172.
- ↑ Robinson 2007, After major surgery in 1956... ingenious orchestration.
- ↑ Beckett 1992, σελ. 160.
- ↑ 13,0 13,1 Murdoch 2003, σελ. 164.
- ↑ Time 01-09-1961.
- ↑ Murdoch 2003, σελ. 180.
- ↑ Rogers 2003, σελ. 185.
- ↑ Murdoch 2003, σελ. 180· ΕΛΣ Μοδινός.
- ↑ Rogers 2003, σελ. 185· Eaton 1974, σελ. 166.
- ↑ 19,0 19,1 Beckett 1992, σελ. 163.
- ↑ Murdoch 2003, σελ. 164· Beckett 1992, σελ. 161.
- ↑ Rogers 2016, σελ. 186· Hayes 1990, σελ. 30.
- ↑ Beckett 1992, σελ. 164· Hayes 1990, σελ. 30.
- ↑ Beckett 1992, σελ. 164· NFSA Nausicaa.
- ↑ NWCR695 Nausicaa· Murdoch 2003, σελίδες 165, 180.
- ↑ NWCR695 Nausicaa.
- ↑ NFSA Nausicaa.
- ↑ Murdoch 2003, σελ. 161.
Πηγές
Εκδόσεις
- Butterworth, Neil (2004). Dictionary of American classical composers (στα Αγγλικά). Routledge. ISBN 0415938481.
- Beckett, Wendy (1992). Peggy Glanville-Hicks (στα Αγγλικά). Angus & Robertson. ISBN 978-0-207-17057-7.
- Eaton, Quaintance (1974). Opera Production II: A Handbook (στα Αγγλικά). University of Minnesota Press. ISBN 978-0-8166-5754-4.
- Murdoch, James (2003). Peggy Glanville-Hicks: A Transposed Life (στα Αγγλικά). Pendragon Press. ISBN 978-1576470770.
- Hayes, Deborah (1990). Peggy Glanville-Hicks: a bio-bibliography (στα Αγγλικά). Greenwood Press. ISBN 0313264228.
- Rogers, Victoria (2016). The Music of Peggy Glanville-Hicks (στα Αγγλικά). Routledge. ISBN 9780754666356.
Δημοσιεύσεις
- Robinson, Suzanne (2007). «Glanville-Hicks, Peggy Winsome (1912–1990)» (στα αγγλικά). Australian Dictionary of Biography 17. https://adb.anu.edu.au/biography/glanvillehicks-peggy-winsome-12545. Ανακτήθηκε στις 23 Μαρτίου 2023.
- «Music: Robert Graves & Opera» (στα αγγλικά). Time. 1961-09-01. ISSN 0040-781X. https://content.time.com/time/subscriber/article/0,33009,939848,00.html. Ανακτήθηκε στις 2023-03-2.
Ιστοσελίδες
- «Nausicaa: Opera in Three Acts by Peggy Glanville-Hicks». National Film and Sound Archive of Australia. Ανακτήθηκε στις 23 Μαρτίου 2023.
- «Μοδινός Τζων (Ιωάννης Φίλιππος)». Εικονικό Μουσείο Εθνικής Λυρικής Σκηνής. Ανακτήθηκε στις 23 Μαρτίου 2023.
- «NWCR695, Nausicaa, Opera in Three Acts» (PDF). New World Records. 2007. Ανακτήθηκε στις 23 Μαρτίου 2023.