Μετάβαση στο περιεχόμενο

Καρχηδόνα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
(Ανακατεύθυνση από Καρχηδόνιοι)

Συντεταγμένες: 36°53′12″N 10°18′53″E / 36.8867°N 10.3147°E / 36.8867; 10.3147

Καρχηδόνα
Τοποθεσία στο χάρτη
Τοποθεσία στο χάρτη
Καρχηδόνα
36°51′9″N 10°19′24″E
ΧώραΤυνησία Τυνησία
Διοικητική υπαγωγήΕξαρχάτο της Αφρικής
Ίδρυση8ος αιώνας π.Χ.
Έκταση180
Υψόμετρο43[2]
Πληθυσμός21.276[1]
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Η Καρχηδόνα είναι πόλη της Τυνησίας και ήταν το κέντρο του αρχαίου πολιτισμού των Καρχηδονίων. Η πόλη αναπτύχθηκε από μία αποικία των Φοινίκων της πρώτης χιλιετίας π.Χ. σε πρωτεύουσα αρχαίας αυτοκρατορίας[3].

Άλλες ονομασίες είναι: Carthago στα λατινικά, Καρχηδών στα αρχαία ελληνικά, قرطاج-Qarṭāj στα αραβικά, Kartajen στα Βερβερικά, Ετρουσκικά: *Carθaza, από το Φοινικικό Qart-ḥadašt[4] το οποίο σημαίνει «Νέα Πόλη» (αραμαϊκή γλώσσα: קרתא חדאתא, Qarta Ḥdatha), και που την παρουσίαζε ως τη «νέα Τύρο».[5]

Ο πρώτος πολιτισμός που αναπτύχθηκε εντός της σφαίρας επιρροής της πόλης αναφέρεται ως «Punic» (μια μορφή της λέξης «Φοινικικός») ή Καρχηδονιακός. Η πόλη της Καρχηδόνας βρίσκεται στην ανατολική πλευρά της Λίμνης Τύνιδας, η οποία βρίσκεται στο κεντρικό τμήμα της Τυνησίας. Σύμφωνα με Έλληνες ιστορικούς, η Καρχηδόνα ιδρύθηκε από, ομιλούντες την χαναανική, Φοίνικες αποίκους από την Τύρο (ευρισκόμενη στον σύγχρονο Λίβανο) υπό την ηγεσία της Ελίσσης, η οποία άλλαξε ονομασία (Βασίλισσα Διδώ) στην Αινειάδα του Βιργιλίου. Εξελίχθηκε σε μεγάλη και εύπορη πόλη και, ως συνέπεια, κυρίαρχη δύναμη στην Μεσόγειο. Η αντιπαλότητα, που ήρθε ως αποτέλεσμα αυτού, με τις Συρακούσες, τη Νουμιδία, και τη Ρώμη συνοδεύτηκε από αρκετούς μεταξύ τους πολέμους, στην διάρκεια των οποίων πραγματοποιήθηκαν εκατέρωθεν εισβολές στα εδάφη των άλλων.

Η εισβολή του Αννίβα στην Ιταλία κατά την διάρκεια του Β΄ Καρχηδονιακού Πολέμου είχε ως αποτέλεσμα τη νίκη στις Κάννες, ενώ έθεσε σε σημαντικό κίνδυνο της συνέχιση της ρωμαϊκής κυριαρχίας στην Ιταλία. Ωστόσο, η Καρχηδόνα βγήκε αποδυναμωμένη από αυτή την σύγκρουση μετά και την ήττα του Αννίβα στην Μάχη της Ζάμας το 202 π.Χ. Μετά το τέλος του Τρίτου Καρχηδονιακού Πολέμου, η πόλη καταστράφηκε ολοσχερώς από τους Ρωμαίους το 146 π.Χ. Ωστόσο, οι Ρωμαίοι επανίδρυσαν την Καρχηδόνα, η οποία κατέστη η τέταρτη σημαντικότερη πόλη της Αυτοκρατορίας και η δεύτερη σημαντικότερη πόλη στην Λατινική Ανατολή. Αργότερα, αποτέλεσε την πρωτεύουσα του βραχύβιου Βασιλείου των Βανδάλων. Παρέμεινε ως μία από τις σημαντικότερες ρωμαϊκές πόλεις μέχρι και τη Μουσουλμανική επέλαση, όταν και καταστράφηκε για δεύτερη φορά το 698.

Ο Αριστοτέλης για την Καρχηδόνα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Αρχαίος Έλληνας φιλόσοφος Αριστοτέλης περιέγραψε αναλυτικά τους πολιτικούς θεσμούς της Καρχηδόνας, ενώ θεωρούσε πως η πόλη είχε μια από τις καλύτερες πολιτικές οργανώσεις στον κόσμο, μαζί με αυτές των ελληνικών πόλεων-κρατών της Αθήνας, της Σπάρτης, της Αρχαίας Μασσαλίας, και της Κρήτης.[6]Πιο αναλυτικά στο δεύτερο βιβλίο των Πολιτικών του μεταξύ των πολιτευμάτων με τα οποία ασχολείται ειναι και το πολίτευμα της Καρχηδόνας.[7]Δεν ευσταθεί η άποψη που λέει ότι συνέταξε έργο υπό τον τίτλο Καρχηδονίων πολιτεία. Στο έργο του Νόμιμα Βάρβαρα, αντιθέτως, απαριθμεί τις συνήθειες και τα έθιμα διαφόρων λαών όπως των Καρχηδονίων οι οποιοι έφτιαξαν την τετρήρη.[8]Ο Αριστοτέλης στα Πολιτικά του μιλάει για το θεσμό των συσσιτίων χωρίς περισσότερες πληροφορίες αναφορικά με τον τρόπο λειτουργίας και οργάνωσής τους. Ως προς την σταθερότητα του πολιτεύματος των Καρχηδονίων την αποδίδει στην τάξη και στην ηρεμία του δήμου και στη μη εμφάνιση τυράννου. Προς αποτροπή κοινωνικών εξεγερσεων εκ μέρους των απόρων οι Καρχηδόνιοι εγκαθιστούν αυτούς σε αποικίες ώστε να καταστούν αυτοί εύποροι.[9]Τρεις πολιτειακοί θεσμοί υπάρχουν στην Καρχηδόνα: των Εφόρων, της Γερουσίας, της Βασιλείας. Οι πρώτοι αίρονται την αρχήν αριστίνδην, οι δεύτεροι βάσει ευγενείας, ενώ στα πλαίσια του τρίτου οι φορείς της προέρχονται από το ίδιο γένος και δεν προκαλούν εχθρότητα μεταξύ τους.[10].Οι Καρχηδόνιοι λένε ακόμη και το εξής˙ ότι υπάρχει χώρα της Λιβύης και άνθρωποι που κατοικούν σ’ αυτήν έξω από τις Ηράκλειες στήλες. Λένε ακόμη ότι, όταν φθάνουν στη χώρα των ανθρώπων αυτών, βγάζουν έξω τα προϊόντα τους, τα βάζουν στη σειρά στην παραλία και μπαίνουν πάλι στα πλοία και κάνουν καπνό. Οι ιθαγενείς, όταν δουν τον καπνό, κατεβαίνουν στην παραλία, αφήνουν ποσότητα χρυσού, ανάλογης αξίας προς τα εμπορεύματα, και γυρίζουν πίσω . Οι Καρχηδόνιοι σπεύδουν στην ξηρά και εξετάζουν τον χρυσό. Αν καταλάβουν ότι ο χρυσός ισοφαρίζει την αξία του εμπορεύματος, τον παίρνουν και φεύγουν˙ αν όχι, μπαίνουν πάλι στα καράβια και περιμένουν. Οι ιθαγενείς πλησιάζουν και προσθέτουν χρυσό παραπάνω, μέχρι να τους ικανοποιήσουν. Κανείς, όπως λένε οι Καρχηδόνιοι, δεν αδικεί.


Η Καρχηδόνα χτίστηκε σε ένα ακρωτήριο περιτριγυρισμένο από βορρά και νότο από θάλασσα. Η τοποθεσία της πόλης την κατέστησε κυρίαρχο εμπορικό σταθμό στην Μεσόγειο. Όσα πλοία ταξίδευαν υποχρεούνταν να περάσουν μεταξύ της Σικελίας και των ακτών της Τυνησίας, όπου η Καρχηδόνα ήταν χτισμένη, αποκομίζοντάς της, έτσι, μεγάλη δύναμη και επιρροή στην ευρύτερη περιοχή.

EO-1

Δύο μεγάλα, τεχνητά λιμάνια κατασκευάστηκαν εντός της πόλης, το ένα για την φιλοξενία του πολυάριθμου ναυτικού στόλου των 220 πλοίων που διέθετε η πόλη και το άλλο για εμπορική χρήση. Ένας περιτειχισμένος πύργος επέβλεπε και τα δύο λιμάνια.

Η πόλη διέθετε ισχυρά τείχη, μήκους 37 χιλιομέτρων, μεγαλύτερα των τειχών πόλεων ανάλογου μεγέθους. Το μεγαλύτερο τμήμα των τειχών βρισκόταν από την πλευρά της στεριάς, κάτι που αν και μπορεί, αρχικώς, να φανεί παράξενο, είναι απολύτως λογικό, καθώς η κυριαρχία της Καρχηδόνας στη θάλασσα καθιστούσε ιδιαιτέρως απίθανη οποιαδήποτε περίπτωση επίθεσης από εκείνη την κατεύθυνση. Τα 4 με 4,8 χιλιόμετρα μήκους του τείχους που εκτεινόταν κατά μήκος του ισθμού και προς τα δυτικά ήταν ιδιαιτέρως μεγάλα, κάτι που εξηγεί, ουσιαστικά, τον λόγο για τον οποίο παρέμειναν απαραβίαστα.

Η πόλη είχε μια μεγάλη νεκρόπολη ή χώρο ταφής των νεκρών, περιοχή θρησκευτικών μνημείων και ναών, υπαίθριες αγορές, βουλευτήριο, πύργους, καθώς και έναν θέατρο, ενώ ήταν χωρισμένη σε τέσσερις ισοδύναμες περιοχές κατοικίας, παρόμοιας έκτασης. Στο κέντρο της πόλης έστεκε το υπερυψωμένο φρούριο, γνωστό και ως Μπιρσά.

Η Καρχηδόνα ήταν μια από τις μεγαλύτερες πόλεις κατά τους Ελληνιστικούς χρόνους (σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις, μονάχα η Αλεξάνδρεια ήταν μεγαλύτερη)[εκκρεμεί παραπομπή], ενώ παρέμεινε τέτοια μέχρι και λίγο πριν την προ της βιομηχανικής επανάστασης περίοδο.

Η περίμετρος της πόλης.

Η ιστορική μελέτη της Καρχηδόνας αποδεικνύεται ιδιαιτέρως προβληματική. Κι αυτό γιατί ο πολιτισμός καθώς και τα επίσημα έγγραφά της καταστράφηκαν από τους Ρωμαίους με το τέλος του Τρίτου Καρχηδονιακού Πολέμου, με αποτέλεσμα οι πρωτογενείς Καρχηδονιακές πηγές που έχουν επιζήσει μέχρι σήμερα να είναι ελάχιστες. Ενώ υπάρχουν ορισμένες αρχαίες μεταφράσεις φοινικικών κειμένων στα ελληνικά και τα λατινικά, με επιγραφές να διατηρούνται σε διάφορα μνημεία και κτίρια που έχουν ανασκαφεί στη Βόρεια Αφρική,[11] οι κύριες πηγές για την εποχή παραμένουν οι Έλληνες και Ρωμαίοι ιστορικοί, στους οποίους περιλαμβάνονται οι Τίτος Λίβιος, Πολύβιος, Αππιανός, Κορνήλιος Νέπως, Σίλιος Ιταλικός, Πλούταρχος, Δίων Κάσσιος και Ηρόδοτος. Οι συγγραφείς αυτοί ανήκαν σε ανταγωνιζόμενους λαούς, οι οποίοι τις περισσότερες φορές βρίσκονταν σε πόλεμο με την Καρχηδόνα.[12] Οι Ελληνικές Πόλεις συγκρούστηκαν με την Καρχηδόνα για την κυριαρχία στη Σικελία,[13] ενώ οι Ρωμαίοι ξεκίνησαν τρεις πολέμους ενάντια της Καρχηδόνας.[14] Δίχως ιδιαίτερη έκπληξη, τα γραφόμενά τους για την Καρχηδόνα είναι ιδιαιτέρως εχθρικά, αν και υπάρχουν ορισμένοι Έλληνες συγγραφείς οι οποίοι είχαν μια πιο θετική ματιά, αν και τα συγγραφικά τους έργα έχουν χαθεί.[15]

Περί ιδρύσεως μύθοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Βασίλισσα Ελίσσα (Διδώ)

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Η Καρχηδόνα

Σύμφωνα με τις ρωμαϊκές πηγές, Φοίνικες άποικοι προερχόμενοι από τον σημερινό Λίβανο, υπό την ηγεσία της Βασίλισσας Διδώς (Ελίσσα), ίδρυσαν την Καρχηδόνα. Η Βασίλισσα Ελίσσα (γνωστή, επίσης, και ως «Αλισσάρ») ήταν εξόριστη πριγκίπισσα της παλιάς φοινικικής πόλης της Τύρου. Στο απόγειο της δύναμής της, η μητρόπολη την οποία ίδρυσε, η Καρχηδόνα, έφτασε να αποκαλείται ως η «λαμπερή πόλη», έχοντας υπό τον έλεγχό της άλλες 300 πόλεις περιμετρικά της Δυτικής Μεσογείου και ηγούμενη του φοινικικού κόσμου.

Ο αδερφός της Ελίσσα, Βασιλιάς Πυγμαλίων της Τύρου, είχε δολοφονήσει τον σύζυγό της, τον αρχιερέα. Η Ελίσσα κατόρθωσε να ξεφύγει από την τυραννία της ίδιας της της χώρας, ιδρύοντας τη «νέα πόλη» της Καρχηδόνας και, ως αποτέλεσμα, τις μετέπειτα κτήσεις της. Λεπτομέρειες για την ζωή της είναι αποσπασματικές και προκαλούν σύγχυση, όμως το παρακάτω μπορεί να βρεθεί σε αριθμό πηγών. Σύμφωνα με τον Ιουστίνο, η Πριγκίπισσα Ελίσσα ήταν κόρη του Βασιλιά Μάτεν της Τύρου (επίσης γνωστός ως Μπέλος Β΄). Όταν πέθανε, ο θρόνος μεταβιβάστηκε στην ίδια και τον αδερφό της, Πυγμαλίωνα. Παντρεύτηκε τον θείο της Ακέρμπα (επίσης γνωστός ως Σύχος), Αρχιερέα του Μελκάρτ, έναν άνδρα με ισχύ και πλούτο που θα μπορούσαν να συγκριθούν μονάχα με του βασιλιά. Αυτό οδήγησε στην αύξηση της αντιπαλότητας μεταξύ της θρησκείας και της μοναρχίας. Ο Πυγμαλίων κυβερνούσε ως τύραννος, με αγάπη τόσο για τα πλούτη όσο και τις δολοπλοκίες, ενώ εποφθαλμιούσε την εξουσία και τα πλούτη του Ακέρμπα.[εκκρεμεί παραπομπή] Ο Πυγμαλίων δολοφόνησε τον Ακέρμπα εντός του ναού του και κράτησε κρυφή την εμπλοκή του για καιρό από την αδερφή του, λέγοντάς της σορία ψεμάτων σχετικά με τα αίτια θανάτου του συζύγου της. Τον ίδιο καιρό, οι κάτοικοι της Τύρου απαίτησαν να έχουν έναν μοναδικό άρχοντα.

Αινειάδα του Βιργιλίου
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στο ρωμαϊκό έπος του Βιργιλίου, την Αινειάδα, η Βασίλισσα Διδώ, η ελληνική ονομασία της Βασίλισσας Ελίσσα, παρουσιάζεται αρχικά ως μια ισχυρή προσωπικότητα που αποπνέει σεβασμό. Σε διάστημα μόλις επτά ετών, μετά την αποχώρησή τους από την Τύρο, οι Καρχηδόνιοι είχαν οικοδομήσει εκ νέου ένα ισχυρό βασίλειο υπό την διοίκησή της. Οι υπήκοοί της την λάτρευαν και τις επιφύλασσαν ιδιαιτέρως κολακευτικά σχόλια για το έργο της. Ο ευγενικός της χαρακτήρας αναδεικνύεται ακόμη περισσότερο από τον Βιργίλιο, όταν αυτή θα προσφέρει άσυλο στον Αινεία και τους άνδρες του, οι οποίοι είχαν μόλις γλιτώσει από την άλωση της Τροίας. Ένα πνεύμα υπό την μορφή του αγγελιοφόρου των θεών, Μερκούριου, σταλμένο από τον Γιούπιτερ, υπενθυμίζει στον Αινεία ότι η αποστολή του δεν είναι να καταλύσει στην Καρχηδόνα με τον νέο του έρωτα, Διδώ, αλλά να ταξιδέψει στην Ιταλία για να ιδρύσει τη Ρώμη. Ο Βιργίλιος ολοκληρώνει τη διήγηση του μύθου για την Διδώ με την ιστορία ότι, όταν ο Αινείας εξηγεί στην Διδώ τους λόγους της αποχώρησής του, εκείνη, ούσα απογοητευμένη, διέταξε να υψωθεί μια πυρά στο σημείο όπου θα έπεφτε πάνω στο ξίφος του Αινεία. Καθώς κοιτώταν ετοιμοθάνατη, καταράστηκε ο λαός του Αινεία να βρίσκεται πάντα σε πόλεμο με τον δικό της: «γεννηθείτε από τα κόκαλά μου, πνεύματα της εκδίκησης» (4.625, trans. Fitzgerald) λέει, σε μια πιθανή προοικονομία για τον Αννίβα. Οι λεπτομέρειες, ωστόσο, της αφήγησης του Βιργιλίου, δεν αποτελούν κομμάτι του αρχικού μύθου και αποτελούν περισσότερο δείγμα των ρωμαϊκών αισθημάτων απέναντι στην πόλη που μόλις είχαν καταστρέψει, παράδειγμα των οποίων είναι και η διάσημη φράση του Κάτωνα του Πρεσβύτερου, Carthago delenda est, η Καρχηδόνα πρέπει να καταστραφεί.[16]

Οι κυριότερες ασχολίες των κατοίκων ήταν η γεωργία και το εμπόριο. Η πόλη έγινε εμπορικό κέντρο και διέθετε σπουδαία ναυτική δύναμη, ώστε να συναγωνίζεται τους Έλληνες και τους Ετρούσκους. Κυριότερος όμως ανταγωνιστής και αντίπαλος ήταν η Ρώμη.

Οι δύο πόλεις άρχισαν πόλεμο μεταξύ τους, που διακρίνεται σε τρεις περιόδους:

Και στους δύο αυτούς πολέμους οι Καρχηδόνιοι νικήθηκαν από το στρατό των Ρωμαίων.

  • Τέλος ο Γ΄ Καρχηδονιακός Πόλεμος 149 - 146 π.Χ., ήταν ο μοιραίος για την Καρχηδόνα. Σε αυτόν η πόλη ισοπεδώθηκε και οι κάτοικοί της πουλήθηκαν ως δούλοι.
  1. «National Institute of Statistics – Tunisia». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 24 Σεπτεμβρίου 2015. Ανακτήθηκε στις 22 Φεβρουαρίου 2015. 
  2. Geographic coordinates of Carthage, Tunisia Date and Time
  3. R.B. Hitchner, DARMC, R. Talbert, Sean Gillies, Johan Åhlfeldt, R. Warner, Jeffrey Becker, Tom Elliott, Carthago, Pleiades
  4. Annales. Institut national de la recherche agronomique. 1908. σελ. 253. 
  5. Carthage: new excavations in Mediterranean capital
  6. «Constitution of Carthage». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 11 Οκτωβρίου 2013. Ανακτήθηκε στις 10 Ιουνίου 2013. 
  7. Χρήστος Μπάλογλου, «Αριστοτέλης και Καρχηδών. Η κριτική των πολιτειακών και κοινωνικοοικονομικών θεσμών της Καρχηδόνος υπό του Αριστοτέλους», Αθήνα, τομ.84 (2009-2012),σελ.70
  8. Χρήστος Μπάλογλου, «Αριστοτέλης και Καρχηδών. Η κριτική των πολιτειακών και κοινωνικοοικονομικών θεσμών της Καρχηδόνος υπό του Αριστοτέλους», Αθήνα, τομ.84 (2009-2012),σελ.73
  9. Χρήστος Μπάλογλου, «Αριστοτέλης και Καρχηδών. Η κριτική των πολιτειακών και κοινωνικοοικονομικών θεσμών της Καρχηδόνος υπό του Αριστοτέλους», Αθήνα, τομ.84 (2009-2012),σελ.76-78
  10. Χρήστος Μπάλογλου, «Αριστοτέλης και Καρχηδών. Η κριτική των πολιτειακών και κοινωνικοοικονομικών θεσμών της Καρχηδόνος υπό του Αριστοτέλους», Αθήνα, τομ.84 (2009-2012),σελ.79-84
  11. Jongeling, K. (2005). «The Neo-Punic Inscriptions and Coin Legends». University of Leiden. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 29 Ιουνίου 2006. Ανακτήθηκε στις 14 Απριλίου 2006. 
  12. «Carthage by B. H. Warmington p11». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 21 Οκτωβρίου 2011. Ανακτήθηκε στις 10 Ιουνίου 2013. 
  13. Herodotus, V2. 165–7
  14. Polybius, World History: 1.7–1.60
  15. Warmington, B. H. Carthage, p.11.
  16. Carthage and the Carthaginians, R Bosworth Smithp16