Διδώ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ο Αινείας διηγείται τα του Τρωικού Πολέμου στη Διδώ. Πίνακας (1815) του Πιερ-Ναρσίς Γκερέν.

Στην ελληνική μυθολογία η Διδώ ήταν πριγκίπισσα της Τύρου, που πήγε στη Βόρεια Αφρική και ίδρυσε την Καρχηδόνα.

Ο μύθος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Διδώ είχε κληρονομήσει τον θρόνο της Τύρου από τον πατέρα της, Μάττα ή Μύττο, μαζί με τον σύζυγό της Σιχαίο, πλούσιο ιερέα του Ηρακλή. Ο νεότερος όμως αδελφός της Διδούς, ο Πυγμαλίων, δολοφόνησε τον Σιχαίο και κατέλαβε την εξουσία. Μόλις το έμαθε η Διδώ, παρέλαβε τους θησαυρούς του νεκρού πλέον συζύγου της και επιβιβάσθηκε σε ένα πλοίο μαζί με μερικούς αφοσιωμένους της Τυρίους και δούλους της. Το πλοίο τους μετέφερε στην Κύπρο και από εκεί στις ακτές της Λιβύης, στη χώρα Γετουλία ή Νουμιδία, όπου ζήτησε από τους ντόπιους και τον βασιλιά τους Ιάρβα να της επιτρέψουν να χτίσει στην ακτή μία πόλη. Ο Ιάρβας αρχικώς αρνήθηκε, όταν όμως η Διδώ του προσέφερε πλούσια δώρα δέχθηκε, υπό τον όρο η πόλη να καταλαμβάνει τόση έκταση όση ένα τομάρι βοδιού. Η πανέξυπνη Διδώ τότε έκοψε το τομάρι σε πολύ στενές λωρίδες και, ενώνοντας τη μία με την άλλη, περικύκλωσε τόσο χώρο, ώστε της έφθασε να κτίσει την Καρχηδόνα και την ακρόπολή της, τη Βύρσα (βύρσος = δέρμα, τομάρι). Ο Ιάρβας τότε τη ζήτησε σε γάμο, η Διδώ όμως, πιστή στη μνήμη του Σιχαίου, αρνήθηκε. Και, κατά την εκδοχή αυτή, για να αποφύγει τις συνέπειες από τον βάρβαρο βασιλιά, ανέβηκε σε μια πυρά και αυτοκτόνησε με ένα μαχαίρι. Μετά τον θάνατό της τιμήθηκε ως θεά: ο ναός της κτίστηκε στο λιμάνι της Καρχηδόνας.

Χειρόγραφο της «Αινειάδας» (Βιβλίο 1) με εικονογράφηση του θανάτου της Διδούς (βιβλιοθήκη Βατικανού, Cod. Vat. lat. 3225).

Αυτή την αρχική παράδοση τη μεταρρύθμισαν ως προς το τέλος της οι Ρωμαίοι ποιητές Ναίβιος και Έννιος, επιδιώκοντας να δικαιολογήσουν το άσπονδο μίσος των Καρχηδονίων για τη Ρώμη. Αυτούς ακολούθησε και ο Βιργίλιος, που στο τέταρτο βιβλίο της Αινειάδας περιγράφει τον τραγικό έρωτα της Διδούς για τον Αινεία, όταν αυτός πέρασε από τη βορειοαφρικανική ακτή. Ο Αινείας ανταποκρίθηκε αρχικώς στον έρωτά της, αλλά πήρε εντολή από τον Δία να φύγει για την Ιταλία, οπότε άρχισε να ετοιμάζεται να αναχωρήσει κρυφά. Η Διδώ όμως το κατάλαβε. Τότε άναψε φωτιά μέσα στην οποία έριξε το ξίφος του, την εικόνα του και καθετί που μπορούσε να της θυμίζει την απιστία του. Στη συνέχεια ανέβηκε στη φωτιά και κάηκε. Πριν πεθάνει όμως καταράστηκε τον Αινεία και έκανε έκκληση στους Τυρίους να τρέφουν μίσος κατά των απογόνων του, που ήταν οι Ρωμαίοι.

Από τον μύθο της Διδούς εμπνεύσθηκε και ο Οβίδιος, που άλλοτε ακολουθεί την αρχική παράδοση και άλλοτε τη ρωμαϊκή.

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Ο μεγάλος αστεροειδής 209 Διδώ (209 Dido), που ανακαλύφθηκε το 1879, πήρε το όνομά του από τη μυθική αυτή πριγκίπισσα.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Emmy Patsi-Garin: Επίτομο λεξικό Ελληνικής Μυθολογίας, εκδ. οίκος «Χάρη Πάτση», Αθήνα 1969