Μετάβαση στο περιεχόμενο

Φρούριο Αγίου Γεωργίου (Πρέβεζα)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Συντεταγμένες: 38°56′57.617″N 20°45′1.616″E / 38.94933806°N 20.75044889°E / 38.94933806; 20.75044889

Φρούριο Αγίου Γεωργίου
Το φρούριο του αγ. Γεωργίου στην Πρέβεζα. Φωτογραφία του Φρεντερίκ Μπουασονά του 1913
Χάρτης
Είδοςφρούριο
Γεωγραφικές συντεταγμένες38°56′58″N 20°45′2″E
Διοικητική υπαγωγήΔήμος Πρέβεζας
ΤοποθεσίαΠρέβεζα
ΧώραΕλλάδα
Έναρξη κατασκευής1807
Προστασίααρχαιολογικός χώρος στην Ελλάδα
Commons page Πολυμέσα

Το Φρούριο του Αγίου Γεωργίου ή Γενή Καλέ ή Χιζίρ Καλεσί είναι μία εκ των τεσσάρων μεγάλων οχυρώσεων οι οποίες σώζονται εντός του αστικού ιστού της Πρέβεζας. Το φρούριο ανεγέρθηκε το 1807 από τον Αλή Πασά, βάσει σχετικών αρχιτεκτονικών σχεδίων Γάλλων αξιωματικών του Μηχανικού. Μετά την ενσωμάτωση της Πρέβεζας στο ελληνικό κράτος, το 1912, και μέχρι το 2002 εντός του οχυρού εγκαταστάθηκε Σύνταγμα Πεζικού του Ελληνικού Στρατού.[1]

Το φρούριο του αγ. Γεωργίου στην Πρέβεζα.
Φωτογραφία του J. Chardon τραβηγμένη το 1911.
Στα δεξιά της φωτογραφίας διακρίνεται η αρχή του αμυντικού προτειχίσματος. Διακρίνεται, επίσης, η έξοδος της αμυντικής τάφρου της Πρέβεζας, η οποία ήταν τότε (1911) λιθεπενδεδυμένη εσωτερικά.

Ιστορικά στοιχεία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Αλή πασάς των Ιωαννίνων, μετά την υπογραφή της συνθήκης της Κωνσταντινούπολης, το 1800, αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την Πρέβεζα, την οποία είχε καταλάβει από τους Γάλλους το 1798 μετά την αιματηρή μάχη της Νικοπόλεως. Την εγκατέλειψε με πικρία και περιμένοντας την κατάλληλη στιγμή για να επανέλθει. Αυτό έγινε στα τέλη Νοεμβρίου του 1806, οπόταν και τερματίστηκε βιαίως η περίοδος αυτονομίας της Πρέβεζας, της Βόνιτσας και της Πάργας (1800-1806).[2] Με την επάνοδο του Αλή πασά στην Πρέβεζα, ξεκίνησε ένας εκτεταμένος οχυρωματικός σχεδιασμός για τον έλεγχο των στενών της εισόδου του Αμβρακικού κόλπου. Στον σχεδιασμό αυτόν εντάχθηκε μία σειρά έργων και στις δύο πλευρές του στενού πορθμού της Πρέβεζας, καθώς και η ανόρυξη περιφερειακής αμυντικής τάφρου. Στην Ακαρνανική πλευρά του πορθμού, στη χερσόνησο που καταλήγει στο ακρωτήριο του Ακτίου, ο Αλή είχε ήδη κατασκευάσει οχυρά, από τα τέλη του 18ου αιώνα, όταν η Πρέβεζα ήταν ακόμη υπό ενετική εξουσία, ενώ το Άκτιο στην κυριαρχία του.[3]

Η κατασκευή του φρουρίου

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Με την επάνοδό του στην Πρέβεζα, τον Νοέμβριο του 1806, ο Αλή πασάς κάλεσε τους Γάλλους ‒προς τους οποίους, την εποχή εκείνη, ήταν φιλικά προσκείμενος‒ να του υποδείξουν τρόπους για να οχυρώσει το θαλάσσιο στενό της Πρέβεζας. Ο Γάλλος στρατιωτικός, συνταγματάρχης του μηχανικού, Φρεντερίκ Γκιγιώμ ντε Βωντονκούρ(D/R) (1772-1845) πρότεινε την κατασκευή οχυρού κοντά στη νότια ακτή της χερσονήσου της Πρέβεζας, απέναντι σχεδόν από το οχυρό του Ακτίου. Σύμφωνα με αναφορά του Γάλλου αξιωματικού, που βρίσκεται στα Πολεμικά Αρχεία της Γαλλίας,[α] χάραξε ο ίδιος τα θεμέλια του φρουρίου, παρά τις όποιες αντιρρήσεις του Αλή πασά, που το ήθελε πιο κοντά στη θάλασσα και με άλλο σχεδιασμό. Εκμεταλλευόμενος το χωμάτινο έξαρμα της χερσονήσου της Πρέβεζας, τοποθέτησε το νέο φρούριο στο νότιο άκρο του. Έσκαψαν αμυντική τάφρο, δημιουργώντας έτσι τις υπόλοιπες πλευρές του (δυτική, βόρεια και βορειοανατολική) και επένδυσαν εξωτερικά το έξαρμα με λιθοδομή, χωρίς να χρειαστεί να μπαζώσουν το εσωτερικό του για να αποκτήσει το ύψος που έχει. Στη μεγάλη σε μήκος νοτιοανατολική πλευρά του άφησαν ικανό χώρο μεταξύ εξωτερικού τείχους και χωμάτινου εξάρματος για να κατασκευαστούν κοιτώνες στρατιωτών, επωφελούμενοι του μεσημβρινού, προσήλιου, προσανατολισμού της, που θα μείωνε αρκετά την εσωτερική υγρασία των υπόγειων ουσιαστικά στρατώνων.[4]

Σύμφωνα με εκθέσεις του ντε Βωντονκούρ και του συνεργάτη του, λοχαγού του μηχανικού, Πονσετόν (γαλλικά: Ponceton), που βρίσκονται τώρα στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη των Αθηνών,[β] οι εργασίες κατασκευής του φρουρίου ξεκίνησαν την Άνοιξη του 1807 και ολοκληρώθηκαν το Φθινόπωρο του ίδιου έτους![5] Ο ντε Βωντονκούρ αναχώρησε από την Πρέβεζα στις 4 Σεπτεμβρίου 1807.[6] Για τις εκσκαφικές εργασίες απασχολήθηκαν 300 εργάτες και για τη λιθοκατασκευή 200 ειδικευμένοι κτίστες. Στην Πρέβεζα είχαν έρθει αναγκαστικά για να δουλέψουν στα οχυρωματικά έργα αρκετές εκατοντάδες εργάτες από όλη την επικράτεια του Αλή, που δούλευαν με τη μέθοδο της αγγαρείας (υποχρεωτικής απλήρωτης εργασίας).[7]

Άλλες ονομασίες του φρουρίου

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το φρούριο ‒το οποίο είναι στις μέρες μας γνωστό ως του αγίου Γεωργίου, λόγω της εκκλησίας του ομώνυμου αγίου που υπήρχε στον ίδιο χώρο πριν κατασκευαστεί το φρούριο‒[γ] ονομάστηκε αρχικά Γενή καλέ (νέο φρούριο), ονομασία που λίγα χρόνια αργότερα θα έπαιρνε ένα νεότερο οχυρό, που κατασκευάστηκε από τον Αλή πασά ένα περίπου χιλιόμετρο δυτικότερα, το οποίο είναι στις μέρες μας γνωστό ως φρούριο του Παντοκράτορα. Το φρούριο του αγίου Γεωργίου ήταν γνωστό στους Οθωμανούς, μέχρι και το 1912, ως Χιζίρ καλεσί. Το Hizir και Khidr ‒στα τουρκικά, τα περσικά και τα αραβικά σημαίνει πράσινος‒ παραπέμπει στον «άγιο Πράσινο», έναν προφήτη, «υπηρέτη του θεού», που εορτάζεται από τους Μουσουλμάνους την ίδια ημέρα που οι Χριστιανοί γιορτάζουμε τον άγιο Γεώργιο. Η ονομασία αυτή μπορεί να συνδυαστεί με την ύπαρξη ναού του αγίου Γεωργίου στον χώρο που κατασκευάστηκε το φρούριο. Κατά την άποψη του Θωμά Φώτση, η παλαιο-οθωμανική ονομασία του φρουρίου θα μπορούσε να αναγνωσθεί ως Χαζάρ καλαασί, παραπέμποντας στην τουρκική λέξη χαζάρ, που σημαίνει στρατώνας (δηλαδή, Φρούριο του Στρατώνα) και συμφωνεί με τη ύπαρξη χώρου στρατωνισμού στο φρούριο την εποχή του Αλή πασά.[8]

Το προτείχισμα του φρουρίου

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Φωτογραφία του Φρ. Μπουασονά τραβηγμένη από το φρούριο του αγ. Γεωργίου το 1913.
Στα δεξιά της φωτογραφίας διακρίνεται το παραθαλάσσιο αμυντικό προτείχισμα.

Για την περεταίρω προστασία του φρουρίου του αγίου Γεωργίου από την πλευρά της θάλασσας, κατασκευάστηκε, την ίδια περίοδο, παράκτιο τείχος που έφτανε μέχρι τη θέση των ερειπίων του κατεδαφισμένου κάστρου της Μπούκας, στην περιοχή Παλιοσάραγα της Πρέβεζας. Το τείχος αυτό ξεκινούσε από τη μεσημβρινή πλευρά του φρουρίου με νότια, αρχικά, κατεύθυνση. Σε απόσταση 60 περίπου μέτρων από το φρούριο και πριν αλλάξει κατεύθυνση προς ανατολάς, το τείχος δημιουργούσε ένα είδος προμαχώνα, στο εσωτερικό του οποίου υπήρχε κτίσμα για την εξυπηρέτηση της φρουράς του. Το τείχος συνέχιζε ανατολικά για 600 περίπου μέτρα, όπου «συναντούσε» τον ευρύτερο περιτειχισμένο χώρο του μεγάλου σαραγιού του Αλή πασά, το οποίο έστεκε μέχρι το 1820 στη θέση που σήμερα είναι το «Μνημείο του Ναύτη» της Πρέβεζας. Τμήμα του παράκτιου τείχους σώζεται μέχρι τις μέρες μας, από το οποίο φαίνεται ότι κατασκευάστηκε με χοντρά πελεκημένες πέτρες, μικρού σχετικά μεγέθους. Φωτογραφίες των αρχών του 20ού αιώνα μάς πληροφορούν για τη μορφή και το μέγεθος του παράκτιου τείχους και την ύπαρξη εσωτερικού περίδρομου για να κινούνται οι αμυνόμενοι.[9]

Το φρούριο κατά τον πόλεμο του 1897

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Το εσωτερικό του φρουρίου, το 1930 περίπου.

Κατά τον πόλεμο του 1897 οι Τούρκοι ανέγειραν πάνω στο φρούριο πυροβολείο, οπλισμένο με ένα πυροβόλο Κρούπ των 0.15 εκ., ένα εμπροσθογεμές Άρμστρογκ (σεσχανὲ) των 0.9 εκ. και δύο παλαιά πυροβόλα των 6 φουντίων.[δ] Εντός του Φρουρίου υπήρχαν πυριτιδαποθήκη, πηγάδια νερού και οικήματα ικανά να στρατωνίσουν περί του 400 στρατιώτες.[10]

Το φρούριο μετά το 1912

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά την κατάληψη της Πρέβεζας από τον Ελληνικό Στρατό, την 21η Οκτωβρίου 1912, το φρούριο περιήλθε στη δικαιοδοσία του. Το φρούριο έγινε η βάση του 15ου Συντάγματος Πεζικού της 8ης Μεραρχίας. Το 2002 ο στρατός εγκατέλειψε το φρούριο, το οποίο παραμένει στην ιδιοκτησία του Στρατού.

  1. Η πολυσέλιδη αναφορά με αριθμό MR1663 απόκειται στο Ministère des Armées, Service historique de la Défense, Château de Vincennes, Vincennes. Βλ. Φώτσης 1998, σελ. 64-68.
  2. Για τις εκθέσεις των δύο Γάλλων στρατιωτικών μηχανικών, που απόκεινται στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη, βλ. Emily Neumeier, 2018, «Trans-imperial encounter on the Ionian Sea: A French engineer’s account of constructing Ottoman fortifications», στο: Ψηφίδες Ιστορίας της Πρέβεζας α΄, Πρέβεζα, σελ. 11-54.
  3. Η ύπαρξη ναού του αγίου Γεωργίου στην περιοχή επιβεβαιώνεται από σημείωση στον λεπτομερή χειρόγραφο χάρτη του Girolamo Delanges του 1757, που απόκειται στη Μαρκιανή Βιβλιοθήκη της Βενετίας με αρχειακή ένδειξη: BNM, mss. It. cl. VI, 492 (=10061), No. 18. Βλ. σχετικά, Νίκος Δ. Καράμπελας, 2017, «Οι οχυρώσεις ενός στρατηγικού Περάσματος», Πρεβεζάνικα Χρονικά 53-54, Πρέβεζα, σελ. 118.
  4. Η λέξη φούντια είναι απόδοση της λέξης pfund, pound, μονάδα μέτρησης μάζας, όπως και η λίβρα. Βλ. Σπύρος Σκλαβενίτης & Νίκος Δ. Καράμπελας, 2013, «Έκθεση για την αμυντική κατάσταση της Πρέβεζας πριν την απελευθέρωση του 1912», Πρεβεζάνικα Χρονικά 49-50, Πρέβεζα, σελ. 38.
  1. Σμύρης 2000, σελίδες 103-104
  2. Σκλαβενίτης & Νικολάου 2010, σελίδες 4-6, 12.
  3. Καράμπελας 2017, σελίδες 114, 117.
  4. Καράμπελας 2017, σελ. 117
  5. Neumeier 2018, σελίδες 20-24
  6. Φώτσης 1998, σελ. 67-68
  7. Δημητρόπουλος 2010, σελίδες 41-51
  8. Καράμπελας 2017, σελίδες 118-119
  9. Καράμπελας 2017, σελίδες 119-120.
  10. Σκλαβενίτης & Καράμπελας 2013, σελίδες 35-58

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]