Μετάβαση στο περιεχόμενο

Ιωνική Επανάσταση

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
(Ανακατεύθυνση από Επανάσταση της Ιωνίας)
Ιωνική Επανάσταση
Μέρος των Περσικών Πολέμων
Τα κύρια γεγονότα της Ιωνικής Επανάστασης
Χρονολογία499-493 π.Χ.
ΤόποςΜικρά Ασία και Κύπρος
ΈκβασηΑποφασιστική νίκη των Περσών
Αντιμαχόμενοι
Ηγετικά πρόσωπα
Δυνάμεις
Άγνωστο
Απολογισμός
Άγνωστος

Η Ιωνική Επανάσταση (500/499 π.Χ. - 494 π.Χ.), και οι σχετικές επαναστάσεις στην Αιολίδα, στη Δωρίδα, στην Κύπρο και στην Καρία ήταν στρατιωτικές εξεγέρσεις πολλών περιοχών της Μικράς Ασίας κατά της περσικής κυριαρχίας και έληξαν με την αποφασιστική νίκη των Περσών και την κατάπνιξη της εξέγερσης. Αιτία της επανάστασης ήταν η δυσαρέσκεια των κατοίκων των ιωνικών πόλεων εναντίον των τυράννων, τους οποίους οι Πέρσες διόριζαν κυβερνήτες στις ιωνικές πόλεις, και οι μεμονωμένες ενέργειες δύο τυράννων από τη Μίλητο· του Ιστιαίου και του Αρισταγόρα. Οι πόλεις της Ιωνίας είχαν υποταχθεί στους Πέρσες το 547/6 π.Χ. και από τότε διοικούνταν από ντόπιους τυράννους διορισμένους από τον σατράπη στις Σάρδεις. Το 499 π.Χ. ο τότε τύραννος της Μιλήτου, Αρισταγόρας, με στόχο να ενισχύσει τη θέση του, ξεκίνησε με την υποστήριξη του σατράπη Αρταφέρνη μια εκστρατεία εναντίον της Νάξου. Η πολιορκία της Νάξου απέτυχε και για να αποφύγει μια πιθανή απομάκρυνσή του από την ηγεσία της Μιλήτου, ο Αρισταγόρας κήρυξε στην πόλη του δημοκρατία, προκάλεσε την πτώση άλλων τυράννων σε πόλεις της Ιωνίας και υποκίνησε έναν γενικό ξεσηκωμό των Ιώνων εναντίον της περσικής κυριαρχίας.

Από τις ελληνικές πόλεις της ηπειρωτικής Ελλάδος, μονάχα η Αθήνα και η Ερέτρια δέχθηκαν να βοηθήσουν και έστειλαν 25 τριήρεις. Οι επαναστάτες έκαψαν τις Σάρδεις, ωστόσο υπέστησαν βαριά ήττα στην Έφεσο. Για τρία χρόνια, οι Πέρσες κατέπνιγαν την εξέγερση στην Καρία και το 494 π.Χ. ανασυντάχθηκαν, νίκησαν τους Ίωνες στη ναυμαχία της Λάδης - μετά την αποστασία των Σαμίων - και κατέστρεψαν τη Μίλητο.

Η Ιωνική Επανάσταση αποτελεί την πρώτη μεγάλη πολεμική σύρραξη μεταξύ Ελλήνων και Περσών και την πρώτη φάση των Περσικών Πολέμων. Παρόλο που οι ιωνικές πόλεις επανακτήθηκαν, ο βασιλιάς Δαρείος ορκίστηκε να εκδικηθεί την Αθήνα και την Ερέτρια για την υποστήριξή τους. Καθώς, όμως, σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, είδε ότι οι πολυάριθμες ελληνικές πόλεις αποτελούσαν μία διαρκή απειλή για τη σταθερότητα της αυτοκρατορίας του, ο Δαρείος αποφάσισε να κατακτήσει όλη την Ελλάδα. Το 492 π.Χ. η πρώτη περσική εισβολή στην Ελλάδα, η επόμενη φάση των Περσικών Πολέμων, είναι άμεσο αποτέλεσμα της Ιωνικής Επανάστασης.

Κύριο λήμμα: Ηρόδοτος

Κύρια πηγή για τους Περσικούς πολέμους αποτελεί ο Έλληνας ιστορικός Ηρόδοτος. Ο Ηρόδοτος, γνωστός ως «Πατέρας της Ιστορίας»,[1] γεννήθηκε το 484 π.Χ. στην Αλικαρνασσό της Μικράς Ασίας, η οποία εκείνη την περίοδο βρισκόταν υπό περσική κατοχή. Έγραψε το έργο «Ιστορίαι» γύρω στα 440-430 π.Χ., προσπαθώντας να ανακαλύψει τις πραγματικές αιτίες των Περσικών πολέμων,[2] οι οποίοι ολοκληρώθηκαν το 450 π.Χ.[3] Η μέθοδος του Ηρόδοτου αποτελούσε καινοτομία και σύμφωνα με μερικούς ιστορικούς, ο Ηρόδοτος έχει εφεύρει την ιστορία που ξέρουμε.[3] Κατά τον Παπαρρηγόπουλο: «Ο Ηρόδοτος είναι ο δημιουργός της αληθούς ιστορικής τέχνης...πρώτος εννόησεν ότι η ιστορία δεν είναι απλούς πραγμάτων κατάλογος, αλλά και η τεχνική των πραγμάτων τούτων συναρμολόγηση και η εξήγησις του χαρακτήρος αυτών».[4] Κατά τον Τομ Χόλλαντ: «Για πρώτη φορά, ένας ιστορικός αποφάσισε να αποκαλύψει τα αίτια ενός πολέμου, ο οποίος έληξε πρόσφατα, χωρίς να καταγράφει μύθους, αλλά αιτίες, τις οποίες θα μπορούσαμε να ελέγξουμε προσωπικά»[3]

Ο Θουκυδίδης είχε αμφισβητήσει το έργο του Ηροδότου, καθώς η προσωπική άποψη του τελευταίου εμφανιζόταν συχνά στο έργο του.[5][6] Παρ' όλ' αυτά, ο Θουκυδίδης αποφάσισε να ξεκινήσει το έργο του εκεί όπου ο Ηρόδοτος σταμάτησε (στην πολιορκία της Σηστού) αλλά σταμάτησε την προσπάθεια, επειδή πίστευε ότι το έργο του Ηροδότου δεν χρειαζόταν επανεγγραφή ή διορθώσεις, γιατί ήταν ακριβές.[6] Η αξιοπιστία του Ηροδότου έχει αμφισβητηθεί και από άλλους ιστορικούς. Ο Παυσανίας, στα Φωκικά, αναφέρεται στην περιγραφή του Ηροδότου για τη μάχη των Θερμοπυλών, όπου ο δεύτερος καταγράφει ότι οι Θηβαίοι παραδόθηκαν, όπως και 80 Μυκηναίοι.[7] Ο Πλούταρχος, στο έργο Περί της Ηροδότου κακοήθειας (αν όντως το έγραψε αυτός), κατηγορεί τον Ηρόδοτο επειδή ο τελευταίος ζήτησε χρήματα από τους Θηβαίους, και επειδή δεν τα έλαβε, έγραψε ότι οι Θηβαίοι δείλιασαν και παραδόθηκαν.[8] Οπωσδήποτε οι κατηγορίες που εκτοξεύει το σύγγραμμα αυτό κατά του Ηρόδοτου κάθε άλλο παρά σοβαρές είναι.[9] Την περίοδο της Αναγέννησης, παρά το γεγονός ότι οι άνθρωποι συνέχιζαν να διαβάζουν το έργο του Ηροδότου, ο ιστορικός είχε κακή φήμη.[10] Παρόλ' αυτά, τα αρχαιολογικά ευρήματα επιβεβαίωσαν τα γραφόμενα του Ηροδότου και αποκατέστησαν τη φήμη και την αξιοπιστία του, ειδικά ως προς τα γεγονότα που εξέτασε αυτοπροσώπως.[11][12] Οι σύγχρονοι ιστορικοί θεωρούν το έργο του αξιόπιστο, αλλά έχουν αμφιβολίες για τους αριθμούς των νεκρών και τις ημερομηνίες των μαχών.[12][13]

Ο Δαρείος Α' της Περσίας

Μετά την κατάρρευση του μυκηναϊκού πολιτισμού, οι Έλληνες μετακόμισαν στη Μικρά Ασία,[14][15] χωρισμένοι σε τρεις φυλές: τους Ίωνες, τους Αιολείς και τους Δωριείς.[14] Οι Ίωνες εγκαταστάθηκαν στα παράλια της Μικράς Ασίας, όπου έχτισαν 12 πόλεις (Μίλητος, Μυούς, Πριήνη, Έφεσος, Κολοφώνα, Λέβεδος, Τέως, Κλαζομενές, Φώκαια, Ερυθραί, Σάμος και Χίος).[14] Αν και οι ιωνικές πόλεις ήταν ανεξάρτητες, συμμετείχαν όλες στο Πανιώνιο.[16][17] Η ανεξαρτησία των ιωνικών πόλεων έληξε μετά την επέκταση των Λυδών, οι οποίοι έδωσαν μεν αυτονομία στη Μίλητο, αλλά υποχρέωσαν τους Ίωνες να τους ακολουθούν στις εκστρατείες.[18] Παράλληλα, οι Λυδοί βρίσκονταν σε πόλεμο με τους Μήδους, αλλά υπέγραψαν ειρήνη, ορίζοντας τον Άλυ ποταμό ως σύνορο των βασιλείων τους.[19] Την ηγεσία των Λυδών ανέλαβε ο Κροίσος, ο οποίος σκόπευε να καταλάβει όλες τις ελληνικές περιοχές στη Μικρά Ασία - την ηγεσία των Περσών ανέλαβε ο Κύρος, ο οποίος επέκτεινε το βασίλειό του.[20] Ο Κροίσος έβλεπε την ευκαιρία να επεκταθεί χάρη στο χάος που επικρατούσε στην Περσία. Ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι προτού επιτεθεί, ο Κροίσος επισκέφθηκε την Πυθία, η οποία του είπε ότι αν περάσει τα σύνορα θα καταστρέψει μια μεγάλη αυτοκρατορία (εννοώντας τη Λυδία). Ο Κροίσος, ο οποίος δεν κατάλαβε το νόημα της προφητείας, επιτέθηκε στους Πέρσες, αλλά νικήθηκε και αιχμαλωτίστηκε.[21]

Ο Κύρος ζήτησε τη βοήθεια των Ιώνων όταν πολεμούσε τους Λυδούς, αλλά οι Ίωνες αρνήθηκαν να βοηθήσουν.[22] Όταν, όμως, ο Κύρος κατέλαβε τη Λυδία, οι Ίωνες προθυμοποιήθηκαν να γίνουν υποτελείς των Περσών και να ζουν όπως οι Λυδοί. Ο Κύρος αρνήθηκε, λέγοντας ότι οι Ίωνες δεν τον είχαν βοηθήσει και διέταξε τον Άρπαγο να επιτεθεί στην Ιωνία.[23] Ο Άρπαγος επιτέθηκε στη Φώκαια, αλλά οι κάτοικοι της πόλης μετακόμισαν στη Σικελία[24] - το παράδειγμα τους ακολούθησαν και οι κάτοικοι της Τέω. Οι υπόλοιποι Ίωνες, οι οποίοι έμειναν στις πόλεις τους, υποδουλώθηκαν.[25] Οι Πέρσες τοποθέτησαν στην ηγεσία των ιωνικών πόλεων διάφορους τυράννους, με τους οποίους οι Ίωνες δεν είχαν καλές σχέσεις.

Μετά από σαράντα χρόνια, οι Πέρσες είχαν διορίσει τον Αρισταγόρα τύραννο της Μιλήτου. Ο Αρισταγόρας αντικατέστησε τον θείο του, Ιστιαίο, ο οποίος έμεινε στα Σούσα ως σύμβουλος του Δαρείου. Το 500 π.Χ., υποδέχθηκε μερικούς εξόριστους αριστοκράτες από τη Νάξο, οι οποίοι τον έπεισαν να τους βοηθήσει να αναλάβουν ξανά την ηγεσία στο νησί.[26] Μετέπειτα, ο Αρισταγόρας έπεισε τον σατράπη της Λυδίας, Αρταφέρνη, να τον βοηθήσει και υποσχέθηκε να μοιραστούν την εξουσία στη Νάξο.[27] Ο Αρταφέρνης δέχθηκε και, αφού έπεισε τον Δαρείο, ετοίμασε στρατό για να επιτεθεί το επόμενο έτος.[28]

Πολιορκία της Νάξου (499 π.Χ.)

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Την άνοιξη του 499 π.Χ., ο Αρταφέρνης είχε ολοκληρώσει τις προετοιμασίες του στρατού και διόρισε τον Μεγαβάτη αρχηγό του στρατού.[28] Ο Μεγαβάτης κινήθηκε στη Μίλητο με πλοία και ενώθηκε με τα ιωνικά σώματα, αρχηγός των οποίων ήταν ο Αρισταγόρας.[29] Οι Πέρσες πολιόρκησαν το νησί για 4 μήνες, αλλά απέτυχαν να το καταλάβουν.[30] Επιπλέον, ο Αρισταγόρας και ο Μεγαβάτης είχαν πολλές διαφωνίες - ο Ηρόδοτος δηλώνει ότι ο Μεγαβάτης ενημέρωσε τους Ναξιώτες για την περσική επίθεση,[29] αν και είναι πιθανό ότι ο Αρισταγόρας επινόησε αυτή την ιστορία για να δικαιολογήσει την ήττα του.[31]

Αρχή της Ιωνικής Επανάστασης (499 π.Χ.)

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξαιτίας της ήττας στη Νάξο, ο Αρισταγόρας βρέθηκε σε εξαιρετικά δύσκολη θέση. Κατάλαβε ότι οι Πέρσες θα τον τιμωρούσαν επειδή δεν μπορούσε να πληρώσει τα χρήματα που χρωστούσε στον Αρταφέρνη και δεν κατάφερε να καταλάβει την πόλη, γι' αυτό και έπεισε τους κατοίκους της πόλης του να εξεγερθούν κατά των Περσών.[32] Ο Αρισταγόρας συγκάλεσε συμβούλιο με τους διανοούμενους του και όλοι, πλην του Εκαταίου του Μιλήσιου, συμφώνησαν να εξεγερθούν.[33] Ο Αρισταγόρας παραιτήθηκε από τύραννος και κήρυξε την πόλη του δημοκρατία.[34] Συγκέντρωσε όλους τους Έλληνες που συμμετείχαν στην πολιορκία της Νάξου, συνέλαβε τους τυράννους και τους έστειλε στις πόλεις τους, με σκοπό να κερδίσει τη στήριξή τους - αρκετοί απ' αυτούς εκτελέστηκαν ή εξορίστηκαν.[35]

Τότε, ο Αρισταγόρας ζήτησε τη βοήθεια των πόλεων της ηπειρωτικής Ελλάδος για να αντιμετωπίσει τους Πέρσες.[35][36] Απέτυχε να πείσει τους Σπαρτιάτες να πολεμήσουν στο πλευρό του, γι' αυτό και πήγε στην Αθήνα.[36] Η Αθήνα συμμετείχε στην επανάσταση των Ιώνων μετά από μεγάλη πολιτική ταραχή. Το 510 π.Χ., οι Αθηναίοι με τη βοήθεια του βασιλιά Κλεομένη έδιωξαν τον τύρρανο Ιππία,[37] ο οποίος ζήτησε τη βοήθεια του Πέρση σατράπη Αρταφέρνη, αφού του υποσχέθηκε να δώσει την Αθήνα στους Πέρσες.[38] Παράλληλα, ο Κλεομένης προσπάθησε να προωθήσει τον Ισαγόρα στην εξουσία της Αθήνας έναντι του Κλεισθένη, ο οποίος πρότεινε την εγκαθίδρυση της δημοκρατίας - αυτή η πρόταση είχε ως αποτέλεσμα την εξορία του Κλεισθένη και της οικογένειας του. Ο Κλεομένης προσπάθησε με τη βία να προωθήσει τον Ισαγόρα στην εξουσία. Τότε, οι Αθηναίοι ζήτησαν τη βοήθεια του Αρταφέρνη, ο οποίος τελικά ζήτησε την υποταγή της Αθήνας στους Πέρσες. Οι Αθηναίοι πρεσβευτές συμφώνησαν, αν και καταδικάστηκαν γι' αυτό. Μετά από αποτυχημένη προσπάθεια να επανέλθει στην εξουσία της Αθήνας, ο Ιππίας προσπάθησε να πείσει τους Πέρσες να επιτεθούν στην Αθήνα.[38] Όταν ο Αρταφέρνης ζήτησε από τους Αθηναίους να επαναφέρουν τον Ιππία στην εξουσία, οι τελευταίοι κήρυξαν τον πόλεμο στην Περσία. Κατά τον Ηρόδοτο, οι Ερετριείς υποστήριξαν την εξέγερση επειδή οι Μιλήσιοι τους είχαν βοηθήσει στη σύγκρουσή τους με τη Χαλκίδα.[39]

Ιωνική επίθεση (498 π.Χ.)

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Έλληνας οπλίτης και Πέρσης στρατιώτης μονομαχούν, 5ος αιώνας π.Χ.

Ο Αρισταγόρας προσπαθούσε να επεκτείνει την εξέγερση, γι' αυτό και έπεισε τους Παίονες, οι οποίοι ζούσαν στη Φρυγία, να επιστρέψουν στη Θράκη - μ' αυτό τον τρόπο προσπαθούσε να προκαλέσει την οργή της ανώτατης διοίκησης των Περσών.[40]

Στις αρχές του 498 π.Χ., οι Αθηναίοι και οι Ερετριείς έφθασαν στην Ιωνία[41] και ενώθηκαν με τους Ίωνες στην Έφεσο.[39] Ο Αρισταγόρας διέταξε τον Χαροπίνο και τον Ερμόφαντο να αναλάβουν την αρχηγία του ιωνικού στρατού.[39] Ο ιωνικός στρατός έφθασε στις Σάρδεις, πρωτεύουσα της σατραπείας του Αρταφέρνη, και έπιασαν τους Πέρσες απροετοίμαστους. Οι Ίωνες κατέστρεψαν την πόλη και την έκαψαν, αλλά υπέστησαν βαριές απώλειες και αναγκάστηκαν να επιστρέψουν στην Έφεσο.[42] Κατά τον Ηρόδοτο, όταν ο Δαρείος έμαθε για τον εμπρησμό των Σάρδεων, ορκίστηκε εκδίκηση και ζήτησε από ένα δούλο του να του θυμίζει κάθε μέρα τον όρκο με τα λόγια δέσποτα, μέμνεο τῶν Ἀθηναίων (δέσποτα, να θυμάσαι τους Αθηναίους).[43]

Οι Πέρσες συγκέντρωσαν στρατό για να βοηθήσουν τον Αρταφέρνη.[44] Όταν έμαθαν ότι οι Έλληνες υποχώρησαν, ακολούθησαν τα ίχνη τους και έφθασαν στην Έφεσο,[44] αναγκάζοντας τους Έλληνες σε μάχη.[44] Σ' αυτή τη μάχη σκοτώθηκαν πολλοί Έλληνες, εξαιτίας της κούρασης και του ισχυρού περσικού ιππικού.[44] Μετά τη μάχη αυτή, οι Ίωνες επέστρεψαν στις πόλεις τους και οι Αθηναίοι με τους Ερετριείς στην Ελλάδα.[41][44]

Εξάπλωση της επανάστασης

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι Αθηναίοι έλυσαν τη συμμαχία τους με τους Ίωνες, καθώς οι τελευταίοι τους είχαν δώσει λάθος πληροφορίες για την περσική δύναμη.[45] Παρ' ολ' αυτά, η επανάσταση εξαπλώθηκε στην Καρία και στην Κύπρο, ενώ οι Ίωνες κατέλαβαν το Βυζάντιο και άλλες γειτονικές πόλεις.[45][46]

Περσική αντεπίθεση (497-495 π.Χ.)

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά, ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι η Κύπρος ήταν ελεύθερη για ένα έτος, δηλ. μέχρι τις μάχες του 497 π.Χ.[47] και αργότερα αναφέρει τα πάρακάτω:

Ο Δαυρίσης, ο οποίος έχει τη θυγατέρα του Δαρείου (ως σύζυγο του), και ο Υμαίης και ο Οτάνης και άλλοι Πέρσες στρατηγοί, έχοντας και αυτοί θυγατέρες του Δαρείου, αφού αιχμαλώτισαν τους Ίωνες που εκστράτευσαν στις Σάρδεις, επεκράτησαν στη μάχη και επόρθησαν τις πόλεις.[47]

Το απόσπασμα αναφέρει ότι οι Πέρσες αντεπιτέθηκαν μετά τη μάχη της Εφέσου, ωστόσο, οι πόλεις, οι οποίες - κατά τον Ηρόδοτο - κατακτήθηκαν από τον Δαυρίση βρίσκονται στον Ελλήσποντο[48] και συμμετείχαν στην εξέγερση μετά τη μάχη της Εφέσου - άρα, οι Πέρσες στρατηγοί αντεπιτέθηκαν το 497 π.Χ., με τους ιστορικούς να χρονολογούν τις επιθέσεις στον Ελλήσποντο και στην Καρία το ίδιο έτος.[49]

Χάρτης των αρχαίων βασιλείων της Κύπρου

Όλα τα βασίλεια της Κύπρου εξεγέρθηκαν εκτός από την Αμαθούντα. Αρχηγός της εξέγερσης στην Κύπρο ήταν ο Ονήσιλος. Ο Γόργος, αδερφός του Ονήσιλου και βασιλιάς της Σαλαμίνας, αρνήθηκε να επαναστατήσει, γι' αυτό και εκθρονίστηκε από τον αδερφό του. Ο Γόργος κατέφυγε στους Πέρσες, ενώ ο Ονήσιλος έπεισε όλους τους Κύπριους, πλην των Αμαθουσίων, να εξεγερθούν - ο Ονήσιλος πολιόρκησε την Αμαθούντα για να πείσει τους κατοίκους της να συμμετέχουν στην εξέγερση.[46] Το 498 π.Χ., ενώ ο Ονήσιλος πολιορκούσε την Αμαθούντα, έγινε γνωστό ότι οι Πέρσες, υπό την ηγεσία του Αρτύβιου, έφθασαν στην Κύπρο χάρη στους Φοίνικες - γι' αυτό και ο Ονήσιλος ζήτησε βοήθεια από τους Ίωνες, οι οποίοι έστειλαν πολλές ενισχύσεις[50] και διέλυσαν σε ναυμαχία τους Φοίνικες.[51] Οι Κύπριοι είχαν αρχικά την υπεροχή και είχαν σκοτώσει τον αρχηγό των Περσών, αλλά όταν ο βασιλιάς του Κουρίου Στησάνωρ και τα άρματα των Σαλαμινίων πήραν το μέρος των Περσών, οι τελευταίοι τελικά νίκησαν ενώ ο Ονήσιλος σκοτώθηκε στη μάχη. Μετά από πολιορκία πέντε μηνών, οι Πέρσες κατέλαβαν τους Σόλους, αφού άνοιξαν υπονόμους γύρω από το τείχος. Η Πάφος πολιορκήθηκε επίσης. Τελικά οι Πέρσες κατέπνιξαν την κυπριακή εξέγερση και οι Ίωνες επέστρεψαν στις πόλεις τους. Οι συνέπειες ήταν οι φιλέλληνες βασιλείς να αντικατασταθούν με φιλικά διακείμενους στους Πέρσες και οι Κύπριοι να παραχωρούν στρατιωτικές δυνάμεις στις εκστρατείες των Περσών. Έτσι κυπριακές δυνάμεις έλαβαν μέρος στην εκστρατεία εναντίον της Ελλάδας (480 π.Χ.) με 150 πλοία.[52]

Ελλήσποντος και Προποντίδα

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι Πέρσες ανασυντάχθηκαν και ξεκίνησαν τη μεγάλη αντεπίθεσή τους το 497 π.Χ.. Ο περσικός στρατός διαιρέθηκε σε τρία σώματα, υπό την ηγεσία των γαμβρών του Δαρείου, στρατηγών Δαυρίση, Υμαίη και Οτάνη. Ο Δαυρίσης κατευθύνθηκε στον Ελλήσποντο και κατέλαβε τη Δάρδανο, την Άβυδο, την Περκώτη, τη Λάμψακο και την Παισό[48]. Η προσπάθεια αυτή αποσκοπούσε στο να αποκαταστήσει την επικοινωνία με τα βόρεια παράλια του Αιγαίου, αφήνοντας κατά μέρος το δύσκολο εγχείρημα της κατάληψης του Βυζαντίου και της απελευθέρωσης της διόδου προς τον Εύξεινο Πόντο.[49] Αργότερα, κατέπνιξε την εξέγερση στην Καρία.[48] Ο Υμαίης κατευθύνθηκε στην Προποντίδα και κατέλαβε την Κίο. Αργότερα, κατευθύνθηκε στον Ελλήσποντο και κατέλαβε πολλές αιολικές πόλεις και την Τρωάδα, αλλά αρρώστηκε και πέθανε.[53] Παράλληλα, ο Οτάνης και ο Αρταφέρνης επιτέθηκαν στην Ιωνία.[54]

Η είδηση της προσχώρησης της Καρίας στην επανάσταση προκάλεσε σημαντική αλλαγή στα σχέδια των Περσών. Έτσι ο Δαυρίσης άφησε τον Υμαίη στην Προποντίδα και κινήθηκε νότια για να καταπνίξει την τοπική εξέγερση. Οι Κάρες συγκεντρώθηκαν στον ποταμό Μαρσύη[55] (Μαίανδρο) και ο Πιξώδαρος τους πρότεινε να περάσουν τον ποταμό για να αποτρέψει την υποχώρηση - σχέδιο, με το οποίο οι Κάρες δεν συμφώνησαν. Η μάχη, κατά τον Ηρόδοτο, διήρκεσε πολλές ώρες, αλλά οι Πέρσες νίκησαν, έχοντας πέντε φορές λιγότερες απώλειες.[56]

Όσοι επέζησαν της μάχης του Μαρσύη υποχώρησαν στα Λάβρανδα για να αποφασίσουν αν έπρεπε να παραδοθούν ή όχι.[56] Κατά τη διάρκεια της συζήτησης, οι Κάρες δέχθηκαν ενισχύσεις από τη Μίλητο και αποφάσισαν να φύγουν. Ωστόσο, οι Πέρσες επιτέθηκαν και οι Κάρες με τους Μιλήσιους υπέστησαν βαριές απώλειες.[57]

Μετά από αυτές τις επιτυχίες, ο Δαυρίσης ξεκίνησε το χρονοβόρο έργο της πλήρους εξάλειψης των τοπικών εστιών αντίστασης, πολιορκώντας τα καρικά οχυρά. Αυτό είναι πιθανό πως έγινε την επόμενη χρονιά (496 π.Χ.). Ωστόσο οι Κάρες ενώθηκαν για μια ακόμη φορά και του έστησαν ενέδρα στον δρόμο για τα Πήδασα.[58] Οι Πέρσες έπεσαν στην παγίδα και έχασαν πολλούς άνδρες - στη μάχη σκοτώθηκαν ο Δαυρίσης και τέσσερεις άλλοι διοικητές. Μετά την καταστροφή αυτή, η σύγκρουση έφτασε σε αδιέξοδο και δεν αποτελεί έκπηξη το γεγονός πως καμία περαιτέρω στρατιωτική ενέργεια δεν σημειώθηκε σε εκείνη τη χρονιά και την επόμενη (495 π.Χ.).[59]

Ο Οτάνης και ο Αρταφέρνης ξεκίνησαν την ανακατάληψη των πόλεων της Ιωνίας και της Αιολίδας[54], ανακτώντας τις Κλαζομενές και την Κύμη, ίσως το 496 π.Χ., αν και ήταν λιγότεροι ενεργοί τα επόμενα δύο έτη λόγω της αποτυχίας στην Καρία.[49] Εν τω μεταξύ, το 497 π.Χ., πάνω στην κορύφωση της περσικής αντεπίθεσης, η θέση του Αρισταγόρα στη Μίλητο έγινε πολύ δύσκολη. Τότε συγκέντρωσε τους οπαδούς του και τους ανακοίνωσε την πρόθεσή του να τους οδηγήσει είτε στη Σαρδηνία είτε στη Μύρκινο της Θράκης, επιλέγοντας τελικά το δεύτερο. Στη Θράκη, ο Αρισταγόρας σκοτώθηκε μετά από προδοσία, κατά τη διάρκεια επιδρομής σε οικισμό των Θρακών.[60] Αυτό συνέβη είτε το 497 π.Χ. είτε το 496 π.Χ.[61] Κάποιοι σύγχρονοι ιστορικοί θεωρούν ότι ο θάνατος του Αρισταγόρα, ο οποίος ήταν ο μοναδικός που μπορούσε να αναλάβει την ηγεσία της εξέγερσης, προκάλεσε την τελική ήττα των Ιώνων[41] ενώ κατ' άλλους η πτώση του και το κενό ηγεσίας που άφησε δείχνουν πως δεκαπέντε χρόνια τυραννίας με περσική υποστήριξη είχαν αφήσει τους Ίωνες χωρίς αξιόπιστη πολιτικοστρατιωτική ηγεσία. Μετά τον θάνατό του, οι επαναστάτες δεν ανέλαβαν καμία κοινή επιθετική ενέργεια.[62]

Λήξη της επανάστασης (494-493 π.Χ.)

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ναυμαχία της Λάδης

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το έκτο έτος των συγκρούσεων (494 π.Χ.), οι ανασυνταγμένοι Πέρσες ήταν έτοιμοι για την τελική αντεπίθεσή τους. Η στρατηγική της κατά τόπους εξουδετέρωσης του εχθρού είχε αποτύχει και μόνος τρόπος να καταπνίξουν την επανάσταση ήταν να χτυπήσουν το κέντρο της, δηλαδή τη Μίλητο. Έτσι συγκέντρωσαν 600, όπως λέγεται, τριήρεις από τη Φοινίκη, την Κύπρο, την Κιλικία και την Αίγυπτο και, με όσο στρατό διέθεταν δυτικά του ποταμού Άλυ, αποφάσισαν προσβάλλουν τη Μίλητο από στεριά και θάλασσα.[63] Αρχηγός της εκστρατείας ήταν ο Μήδος Δάτης (ο οποίος είναι βέβαιο ότι ταυτίζεται με τον υψηλά ιστάμενο αξιωματούχο Datiya των περσικών πηγών).[63] Όταν οι Ίωνες έμαθαν τα νέα, συγκεντρώθηκαν στο Πανιώνιο και αποφάσισαν να πολεμήσουν στη θάλασσα, αφήνοντας την άμυνα της πόλης στους κατοίκους της.[64] Οι Ίωνες, ενωμένοι με τους Αιολείς από τη Λέσβο, διέθεταν συνολικά 353 τριήρεις.[65] Οι Πέρσες, φοβούμενοι την ήττα απ' τον ιωνικό στόλο και τη μετέπειτα οργή του Δαρείου, έστειλαν πρώην Ίωνες τυράννους στο ιωνικό στρατόπεδο.[66] Αυτή η προσπάθεια απέτυχε,[67] αλλά μια εβδομάδα πριν τη μάχη υπήρξαν διαφωνίες στο ιωνικό στρατόπεδο.[68] Οι Σάμιοι συμφώνησαν μυστικά να παραδοθούν στους Πέρσες, αλλά έμειναν για αρκετό καιρό με τους Ίωνες.[69]

Ο περσικός στόλος αποφάσισε να επιτεθεί και όταν έφθασε σε μικρή απόσταση από τον ιωνικό στόλο, οι Σάμιοι έφυγαν από το πεδίο της ναυμαχίας - το παράδειγμα τους ακολούθησαν και οι Λέσβιοι.[70] Τα πλοία από τη Χίο έμειναν στο πεδίο της μάχης και τα πληρώματα τους πολέμησαν γενναία, καταστρέφοντας πολλά περσικά πλοία. Ωστόσο, η φυγή πολλών Ιώνων από το πεδίο της μάχης και οι τεράστιες απώλειες των Χίων είχαν ως αποτέλεσμα τη νίκη του περσικού στόλου.[71][72]

Τα ερείπια της Μιλήτου

Ουσιαστικά, η επανάσταση έληξε μετά τη ναυμαχία της Λάδης. Οι Πέρσες κατέλαβαν τη Μίλητο, μετά από έφοδο, υπονομεύοντας τα τείχη και χρησιμοποιώντας πολιορκητικούς κριούς. Από τους Μιλήσιους, οι άνδρες σκοτώθηκαν ή εκτοπίστηκαν στη Μεσοποταμία και τα γυναικόπαιδα έγιναν δούλοι. Όλοι οι ναοί καταστράφηκαν. Οι αρχαιολογικές ανασκαφές επιβεβαιώνουν τη λεηλασία και καταστροφή της πόλης - η πόλη δεν κατάφερε ποτέ να ανακτήσει το μεγαλείο της και η περιοχή του λιμανού της εγκαταλείφθηκε οριστικά.[31][73] Η Μίλητος, όπως δηλώνει ο Ηρόδοτος, έμεινε χωρίς Μιλήσιους[74] - οι Πέρσες έχτισαν δικά τους κτίρια και παρέδωσαν την υπόλοιπη πόλη στους Κάρες από την Πήδασο.[75] Οι κάτοικοι της Σάμου, συγκλονισμένοι από την προδοσία των στρατηγών τους στη Λάδη, δέχθηκαν την πρόταση των κατοίκων της Ζάγκλης να εγκατασταθούν στις ακτές της Σικελίας, μαζί με όσους Μιλήσιους γλίτωσαν από τους Πέρσες.[74] Ωστόσο η Σάμος γλίτωσε την καταστροφή, χάρη στις πράξεις των στρατηγών της στη Λάδη.[76]

Η πειρατική δράση του Ιστιαίου

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Ιστιαίος, θείος και πεθερός του Αρισταγόρα, είχε παραμείνει ως σύμβουλος του Δαρείου στα Σούσα. Όταν ξέσπασε η επανάσταση, κατάφερε να πείσει τον Δαρείο ότι θα τη σταματήσει την επανάσταση - ο Ηρόδοτος, ωστόσο, θεωρεί ότι πραγματικός σκοπός του Ιστιαίου ήταν η αποφυγή της ισόβιας αιχμαλωσίας.[77] Όταν ο Ιστιαίος έφθασε στις Σάρδεις, ο Αρταφέρνης τον κατηγόρησε ευθέως για συνεργασία με τον Αρισταγόρα.[78] Μετά, ο Ιστιαίος έπλευσε για τη Χίο και από εκεί προσπάθησε να μπει στη Μίλητο όπου όμως δεν έγινε δεκτός. Τελικά έφτασε στη Λέσβο, όπου έπεισε τους κάτοικους του νησιού να του εξοπλίσουν πειρατικό στόλο, στην υπηρεσία των κατοίκων του Βυζαντίου.[63] Όταν έμαθε για την καταστροφή της Μιλήτου, έπλευσε στη Χίο και τη λεηλάτησε. Στη συνέχεια, επικεφαλής μικτής δύναμης Ιώνων και Αιολέων, επιτέθηκε στη Θάσο. Όταν έμαθε ότι οι Πέρσες είχαν στραφεί εναντίον των υπόλοιπων Ιώνων, συμπεριλαμβανομένης της Λέσβου, ο Ιστιαίος επέστρεψε για να την υπερασπιστεί. Τελικά, κατά τη διάρκεια μιας επιδρομής του στην απέναντι μικρασιατική ακτή της Μυσίας, πιάστηκε αιχμάλωτος από τον περσικό στρατό του Άρπαγου. Είχε ελπίδες ότι θα του απονεμηθεί χάρη από τον Πέρση βασιλιά, όμως ο Αρταφέρνης τον θανάτωσε με ανασκολοπισμό και έστειλε το κεφάλι του στα Σούσα.[79]

Τελευταίες επιχειρήσεις (493 π.Χ.)

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 493 π.Χ., οι Πέρσες κατέλαβαν τη Χίο, τη Λέσβο και την Τένεδο, αφού σκότωσαν και πολλούς φυγάδες.[80] Σύμφωνα με την πάγια πρακτική των Περσών απέναντι σε επαναστάτες, οι Ίωνες τιμωρήθηκαν χωρίς οίκτο. Οι πόλεις και οι ναοί τους καταστράφηκαν από τα θεμέλεια. Ανθρώπινες αλυσίδες έζωσαν κάθε νησί, συλλαμβάνοντας όλους ανεξαιρέτως τους κατοίκους από τους οποίους οι άνδρες εκτελέστηκαν όλοι εκτός από τα πιο ωραία αγόρια τα οποία έκαναν ευνούχους. Τα πιο όμορφα κορίτσια στάλθηκαν στο χαρέμι του βασιλικού ανακτόρου και οι υπόλοιποι κάτοικοι μεταφέρθηκαν στη Μεσοποταμία ή σε άλλες μακρινές περιοχές της αυτοκρατορίας.[73][81] Ο περσικός στρατός κατέλαβε την ασιατική πλευρά της Προποντίδας και ο στόλος την ευρωπαϊκή ακτή του Ελλησπόντου, βάζοντας τέλος στην Ιωνική Επανάσταση.[82] Ο Μιλτιάδης, φοβούμενος την εκδίκηση των Περσών, κατέφυγε στην Αθήνα.

Κύριο λήμμα: Περσικοί Πόλεμοι
Αναπαράσταση Ίωνα στρατιώτη στον τάφο του Ξέρξη Α΄

Η εξέγερση καταπνίγηκε με βιαιότητα. Ωστόσο υπάρχει σήμερα η εκδοχή ότι ο Ηρόδοτος υπερέβαλε στην περιγραφή της σκληρότητας των περσικής τιμωρίας και ότι οι πόλεις, παρά τις καταστροφές, κατάφεραν να ανακάμψουν και βοήθησαν με πλοία τους Πέρσες κατά τη δεύτερη περσική εισβολή στην Ελλάδα.[31][83] Κατά μία άλλη όμως εκδοχή, οι ιωνικές πόλεις δεν ξαναβρήκαν ποτέ την αρχική τους αίγλη, έχασαν οριστικά την εμπορική, οικονομική εν γένει και πολιτιστική τους πρωτοκαθεδρία, τη δε οικονομική τους ευρωστία δεν την ανέκτησαν παρά στα πλαίσια της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας.[84]

Μετά την ανάκτηση των ιωνικών πόλεων, οι Πέρσες άρχισαν τις διαπραγματεύσεις για συμβιβασμό.[85] Ο Αρταφέρνης κάλεσε αντιπροσώπους από κάθε ιωνική πόλη και τους ανακοίνωσε ότι οι διαφορές τους θα λύνονταν με βοήθεια δικαστών και όρισε το επίπεδο φορολογίας ανάλογα με το μέγεθος της πόλης.[86] Ο γαμπρός του Δαρείου, Μαρδόνιος, έφθασε στην Ιωνία και κατάργησε τους τυράννους.[87] Ο Δαρείος επέτρεψε στους Πέρσες να συμμετέχουν στις ελληνικές γιορτές, ειδικά σ' αυτές που τιμούσαν τον Απόλλωνα.[87] Χάρη στην ειρήνη αυτή, ο Δαρείος ζήτησε την υποταγή των Ελλήνων - μονάχα η Αθήνα και η Σπάρτη αρνήθηκαν.[88] Η πρώτη εκστρατεία, η οποία διεξήχθη το 492 π.Χ., είχε ως αποτέλεσμα την κατάληψη της Θράκης και της Μακεδονίας από τον Μαρδόνιο, ωστόσο ο περσικός στόλος καταστράφηκε στο Όρος Άθως μετά από θαλασσοταραχή. Η δεύτερη επίθεση διεξήχθη δύο χρόνια αργότερα, με διοικητές τον Δάτη και τον Αρταφέρνη (γιου του Αρταφέρνη) και είχε ως αποτέλεσμα την κατάληψη της Νάξου, των Κυκλάδων και τον εμπρησμό της Ερέτριας. Ωστόσο, οι Αθηναίοι πέτυχαν αποφασιστική νίκη στον Μαραθώνα και έδιωξαν τους Πέρσες από την Ελλάδα.[89]

  1. Κικέρων, Περί νόμων I, 5
  2. Ηρόδοτος, Κλειώ (εισαγωγή)
  3. 3,0 3,1 3,2 Holland, σ. xvixvii.
  4. Παπαρρηγόπουλος, Βιβλίον Γ΄, κεφ. Γ΄, παράγρ. Α΄)
  5. Ηροδότου Ιστορίαι - Κλασική εποχή
  6. 6,0 6,1 Finley, σ. 15.
  7. Παυσανίας, Φωκικά, ΧΧ, 2
  8. Πλούταρχος. Περί της Ηροδότου κακοηθείας. σελίδες 29–32. 
  9. Παπαρρηγόπουλος, ο.π.
  10. David Pipes. «Herodotus: Father of History, Father of Lies». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 27 Ιανουαρίου 2008. Ανακτήθηκε στις 18 Ιανουαρίου 2008. 
  11. Ντυράν, Β΄438, Παπαρρηγόπουλος ο.π.
  12. 12,0 12,1 Holland, σ. 377.
  13. Fehling, σ. 1–277.
  14. 14,0 14,1 14,2 Ηρόδοτος, Κλειώ 142-151
  15. Θουκυδίδης, Α.12
  16. Ηρόδοτος, Κλειώ 143
  17. Ηρόδοτος, Κλειώ 148
  18. Ηρόδοτος, Κλειώ 22
  19. Ηρόδοτος, Κλειώ 74
  20. Ηρόδοτος, Κλειώ 126
  21. Ηρόδοτος, Κλειώ 55
  22. Ηρόδοτος, Κλειώ 141
  23. Ηρόδοτος, Κλειώ 163
  24. Ηρόδοτος, Κλειώ 164
  25. Ηρόδοτος, Κλειώ 169
  26. Ηρόδοτος, Τερψιχόρη 30
  27. Ηρόδοτος, Τερψιχόρη 31
  28. 28,0 28,1 Ηρόδοτος, Τερψιχόρη 32
  29. 29,0 29,1 Ηρόδοτος, Τερψιχόρη 33
  30. Ηρόδοτος, Τερψιχόρη 34
  31. 31,0 31,1 31,2 Fine, pp. 269–277
  32. Ηρόδοτος, Τερψιχόρη 35
  33. Ηρόδοτος, Τερψιχόρη 36
  34. Ηρόδοτος, Τερψιχόρη 37
  35. 35,0 35,1 Ηρόδοτος, Τερψιχόρη 38
  36. 36,0 36,1 Holland, pp. 157–159.
  37. Ηρόδοτος, Τερψιχόρη 65
  38. 38,0 38,1 Ηρόδοτος, Τερψιχόρη 96
  39. 39,0 39,1 39,2 Ηρόδοτος, Τερψιχόρη 99
  40. Ηρόδοτος, Τερψιχόρη 98
  41. 41,0 41,1 41,2 Holland, pp. 160–162.
  42. Ηρόδοτος, Τερψιχόρη 101
  43. Ηρόδοτος, Τερψιχόρη 105
  44. 44,0 44,1 44,2 44,3 44,4 Ηρόδοτος, Τερψιχόρη 102
  45. 45,0 45,1 Ηρόδοτος, Τερψιχόρη 103
  46. 46,0 46,1 Ηρόδοτος, Τερψιχόρη 104
  47. 47,0 47,1 Ηρόδοτος, Τερψιχόρη 116
  48. 48,0 48,1 48,2 Ηρόδοτος, Τερψιχόρη 117
  49. 49,0 49,1 49,2 Boardman et al, σελ. 484.
  50. Ηρόδοτος, Τερψιχόρη 108
  51. Ηρόδοτος, Τερψιχόρη 109
  52. Ηρόδοτος, Τερψιχόρη 113
  53. Ηρόδοτος, Τερψιχόρη 122
  54. 54,0 54,1 Ηρόδοτος, Τερψιχόρη 123
  55. Ηρόδοτος, Τερψιχόρη 118
  56. 56,0 56,1 Ηρόδοτος, Τερψιχόρη 119
  57. Ηρόδοτος, Τερψιχόρη 120
  58. Ηρόδοτος, Τερψιχόρη 121
  59. Boardman et al, σελ. 485.
  60. Boardman et al, σελ. 485-486.
  61. Θουκυδίδης, Δ.102
  62. Boardman et al, σελ. 486.
  63. 63,0 63,1 63,2 Boardman et al, σελ. 487.
  64. Ηρόδοτος, Ερατώ 6
  65. Ηρόδοτος, Ερατώ 8
  66. Ηρόδοτος, Ερατώ 9
  67. Ηρόδοτος, Ερατώ 10
  68. Ηρόδοτος, Ερατώ 12
  69. Ηρόδοτος, Ερατώ 13
  70. Ηρόδοτος, Ερατώ 14
  71. Ηρόδοτος, Ερατώ 15
  72. Ηρόδοτος, Ερατώ 16
  73. 73,0 73,1 Boardman et al, σελ. 488-489.
  74. 74,0 74,1 Ηρόδοτος, Ερατώ 22
  75. Ηρόδοτος, Ερατώ 20
  76. Ηρόδοτος, Ερατώ 25
  77. Ηρόδοτος, Τερψιχόρη 106-107
  78. Ηρόδοτος, Ερατώ 1
  79. Boardman et al, σελ. 489.
  80. Ηρόδοτος, Ερατώ 31
  81. Ηρόδοτος, Ερατώ 32
  82. Ηρόδοτος, Ερατώ 33
  83. Ηρόδοτος, Πολύμνια 94
  84. Boardman et al, σελ. 490.
  85. Holland, pp. 175–177.
  86. Ηρόδοτος, Ερατώ 42
  87. 87,0 87,1 Ηρόδοτος, Ερατώ 43
  88. Ηρόδοτος, Ερατώ 49
  89. Ηρόδοτος, Ερατώ 94-116