Γένος Ανικίων
Το γένος των Aνικίων ή η Ανικία γενεά ή οι Ανίκιοι (Αnicia gens ή Anicii) ήταν μία οικογένεια πληβείων στην αρχαία Ρώμη, που αναφέρθηκε για πρώτη φορά στα τέλη του 4ου αι π.Χ. Ο πρώτος από τους Aνικίους που κατέκτησε εξέχουσα θέση υπό τη Δημοκρατία ήταν ο Λεύκιος Ανίκιος Γάλλος, ο οποίος διεξήγαγε τον πόλεμο κατά των Ιλλυριών κατά τον Γ΄ Μακεδονικό Πόλεμο, το 168 π.Χ.
Επίσης μία ευγενής οικογένεια έφερε αυτό το επώνυμο (nomen) στην αυτοκρατορική εποχή και μπορεί να καταγόταν από τους Aνικίους της Δημοκρατίας. [1]
Προέλευση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Οι Aνόκιοι μπορεί να ήταν από τη λατινική πόλη Πραινέστη (Praeneste), καθώς ο παλαιότερος της οικογένειας που κατείχε οποιοδήποτε αξίωμα στη Ρώμη έφερε το επίθετο Praenestinus. [2]
Ονόματα (Praenomina)
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Οι Aνίκιοι είναι γνωστό ότι χρησιμοποιούσαν τα ονόματα (praenomina) Λεύκιος, Κόιντος, Mάρκους, Γναίος, Tίτος και Γάιος. [1]
Κλάδοι και επίθετα (cognomina)
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο μόνος σημαντικός κλάδος της οικογένειας κατά τη διάρκεια της Δημοκρατίας χρησιμοποιούσε το επίθετο (cognomen) Γάλλος (Gallus), το οποίο μπορεί να αναφέρεται σε έναν κόκορα ή σε έναν Γαλάτη. Το επίθετο Πραινεστινός (Praenestinus), που είχαν μέλη του γένους σε παλαιότερες εποχές, μπορεί να υποδηλώνει ότι το γένος κατάγεται από την πόλη Πραινέστη (Praeneste). Πιθανότατα επρόκειτο για προσωπική παραδοχή, καθώς δεν εμφανίζεται σε μεταγενέστερους χρόνους. [1]
Κατά τη διάρκεια της αυτοκρατορικής εποχής, τον 4ο αι., μία ρωμαϊκή οικογένεια που έφερε το όνομα Ανίκιος αναδείχθηκε μεγάλη. Ο ιστορικός Έντουαρντ Γκίμπον γράφει:
Από τη βασιλεία του Διοκλητιανού μέχρι την οριστική εξαφάνιση της δυτικής Αυτοκρατορίας, αυτό το όνομα έλαμψε με μία λάμψη, που δεν επισκιάστηκε, κατά την κοινή γνώμη, από το μεγαλείο της αυτοκρατορικής πορφύρας. Οι διάφοροι κλάδοι με τους οποίους επικοινωνούσε, ενώθηκαν, με γάμο ή κληρονομιά, τον πλούτο και τους τίτλους των γενών των Αννίων, των Πετρονίων και των Ολυβρίων. Και σε κάθε γενιά ο αριθμός των υπάτων πολλαπλασιαζόταν, με μία κληρονομική αξίωση. Το γένος των Ανικίων διέπρεψε σε πίστη και σε πλούτο: τα μέλη της ήταν οι πρώτοι από τη Ρωμαϊκή Σύγκλητο που ασπάστηκαν τον Χριστιανισμό. Και είναι πιθανό ότι ο Ανίκιος Ιουλιανός, ο οποίος στη συνέχεια ήταν ύπατος και έπαρχος της πόλης, εξιλέωσε -για την προσκόλλησή του στη μερίδα του Μαξέντιου- με την ετοιμότητα, με την οποία αποδέχτηκε τη θρησκεία του Κωνσταντίνου Α΄.
Η άφθονη κληρονομιά τους αυξήθηκε από τη βιομηχανία του Πρόβου, του αρχηγού του γένους των Aνικίων, ο οποίος μοιράστηκε με τον Γρατιανό τις τιμές του υπάτου και άσκησε, τέσσερις φορές, το υψηλό αξίωμα του πραιτοριανού επάρχου. Τα τεράστια κτήματά του ήταν διάσπαρτα σε όλη την έκταση του ρωμαϊκού κόσμου. Και παρόλο που το κοινό υποψιαζόταν ή αποδοκίμαζε τις μεθόδους, με τις οποίες είχαν αποκτηθεί, η γενναιοδωρία και η μεγαλοπρέπεια αυτού του τυχερού πολιτικού άξιζε την ευγνωμοσύνη των πελατών του και τον θαυμασμό των ξένων. Ήταν τέτοιος ο σεβασμός για τη μνήμη του, που οι δύο γιοι του Πρόβου, στη νεότητά τους, και κατόπιν αιτήματος της Συγκλήτου, περιεβλήθηκαν με το υπατικό αξίωμα, μία αξιομνημόνευτη εξαίρεση, χωρίς άλλο παράδειγμα στα χρονικά της Ρώμης.
«Τα μάρμαρα του παλατιού της Ανικίας», χρησιμοποιήθηκαν ως παροιμιώδης έκφραση χλιδής και λαμπρότητας, και οι ευγενείς και οι συγκλητικοί της Ρώμης φιλοδοξούσαν, με το δέον μέτρο, να μιμηθούν αυτή τη λαμπρή οικογένεια.
Ένας κλάδος της οικογένειας μεταφέρθηκε στην Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, εγκαταστάθηκε στην Κωνσταντινούπολη (όπου η Aνικία Ιουλιανή, κόρη του δυτικού Αυτοκράτορα Aνίκιου Oλύβριου, ήταν προστάτιδα των τεχνών) και αυξήθηκε σε κύρος: ο λόγιος και φιλόσοφος Boήθιος ήταν μέλος αυτής της οικογένειας, όπως και ο Aνίκιος Φαύστος Αλβίνος Βασίλιος, το τελευταίο άτομο -εκτός από τον ίδιο τον Αυτοκράτορα- που κατείχε το αξίωμα του υπάτου, το 541. Στη Δύση, από την άλλη πλευρά, οι Aνίκιοι ήταν υποστηρικτές της ανεξαρτησίας της Δυτικής Αυτοκρατορίας από την Ανατολική. Ήταν, επομένως, υποστηρικτές των Οστρογότθων βασιλέων της Ιταλίας, και ως τέτοιοι είχαν την εύνοια του βασιλιά Θεοδαχάτου. [3]
Μέλη
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Aνίκιοι της Δημοκρατίας
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Στα παρακάτω ονόματα το f. σημαίνει filius (γιος) και το n. σημαίνει neptis (εγγονός):
- Κόιντος Ανίκιος Πραινεστινός, curule aedile το 304 π.Χ. [4]
- Μάρκος ή Λεύκιος Ανίκιος Γάλλος, πάππος του Λεύκιου Ανίκιου Γάλλου, υπάτου το 160 π.Χ. [5] [6]
- Λεύκιος Ανίκιος (Λ.; n.) Γάλλος, πατέρας του Λεύκιου, του υπάτου του 160. [5] [6]
- Λεύκιος Ανίκιος Λ. f. Λ..; n. Γάλλος, ως praetor peregrinus το 168 π.Χ. Κατά τη διάρκεια του Μακεδονικού Πολέμου, θριάμβευσε επί του Γέντιου, βασιλιά της Ιλλυρίας. Ήταν ύπατος το 160. [5] [6] [7]
- Γναίος Ανίκιος, κληρονόμος του Λεύκιου Αιμίλιου Παύλου το 168 π.Χ., κατά τη διάρκεια του Γ΄ Μακεδονικού Πολέμου. [8]
- Τίτος Ανίκιος, στον οποίο ανέθεσε ο Κικέρωνας να αγοράσει ένα σπίτι στα προάστια. [9]
- Γάιος Ανίκιος, ένας συγκλητικός, φίλος και γείτονας του Κικέρωνα, ο οποίος του έδωσε μία εισαγωγική επιστολή προς τον Κόιντος Κορνιφίκιος στην Αφρική. [10]
Ανίκιοι της Αυτοκρατορίας
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Πόπλιος Ανίκιος Π. f. Μάξιμος, έπαρχος επί Δομίτιου Αηνόβαρβου στην Αντιόχεια. [11]
- Γάιος Ανίκιος Κεριάλις, ύπατος το 65 μ.Χ. [12]
- Ανίκιος Μάξιμος, ανθύπατος της Βιθυνίας π. 110. [13]
- Quintus Anicius Faustus, ύπατος το 198.
- Aνίκιος Φαύστος Παυλίνος, απεσταλμένος (legate) της Κάτω Μοισίας το 230. [14]
- Σήξτος Κόκειος Ανίκιος Φαύστος Παυλίνος, ανθύπατος της Αφρικής υπό τον Γαλλιηνό.
- Aνίκιος Σήξ. f. Φαύστος , ύπατος ΙΙ το 298 και έπαρχος της πόλης (praefectus urbi) της Ρώμης το 299–300.
- Άμνιος Ανίκιος Ιουλιανός, ύπατος το 322 και praefectus urbi της Ρώμης το 326–329.
- Σίξτος Ανίκιος Παυλίνος, ύπατος το 325, και praefectus urbi της Ρώμης το 331–333.
- Άμνιος Μάνιος Καισόνιος Nικόμαχος Aνίκιος Παυλίνος signo Ονόριος, ύπατος το 334 και praefectus urbi της Ρώμης το 334–335.
- Aνίκιος Αυχένιος Βάσσος, praefectus urbi της Ρώμης το 382 και το 383.
- Tυρηννία Ανικία Ιουλιανή, κόρη του Aυχένιου Βάσου, παντρεύτηκε τον Κόιντος Κλόδιος Ερμογενιανός Ολύβριος, υπάτου το 379.
- Aνικία Φαλτονία Πρόβα, ποιήτρια, παντρεύτηκε τον Σήξτο Κλαύδιο Πετρόνιο Πρόβο, ύπατο το 371. [1]
- Πόντιος Μερόπιος Ανίκιος Παυλίνος, ποιητής, κυβερνήτης και γερουσιαστής, ήταν πρόξενος το 377.
- Aνίκιος Ερμογενιανός Ολύβριος, ύπατος το 395. [1]
- Aνίκιος Προβίνος, πρόξενος με τον αδελφό του Ερμογενιανό Ολύβριο το 395.
- Aνίκιος Πετρόνιος Πρόβος, ύπατος το 406. [1]
- Aνικία Πρόβα, κόρη του Σήξτου Κλαύδιου Πετρόνιου Πρόβου.
- Δημητριάς, κόρη του Ερμογενιανού.
- Aνίκιος Αυχένιος Σύμμαχος, ύπατος το 408. [1]
- Aυρήλιος Ανίκιος Σύμμαχος, praefectus urbi της Ρώμης, 418–420.
- Aνίκιος Αυχένιος Βάσσος, ύπατος το 431.
- Πετρόνιος Μάξιμος, πρόξενος το 433 και το 443., ανακηρύχθηκε αυτοκράτορας το 455.
- Aνίκιος Πρόβος, που αναφέρεται ως vir illustris το 459.
- Ανίκιος Ολύβριος, ανακηρύχθηκε Αυτοκράτορας το 472.
- Aνικία Ιουλιανή, κόρη του Αν. Ολύβριου. Χορηγός του περίλαμπρου ναού του Αγ. Πολύευκτου στην Κωνσταντινούπολη,
- Aνίκιος Μάνλιος Σεβερίνος Βοήθιος, ύπατος το 510, διαπρεπής λόγιος και φιλόσοφος.
- Σύμμαχος, γιος του Α. Μ. Σ. Βοήθιου του Πρεσβύτερου, ήταν ύπατος το 522 με τον αδελφό του, τον Βοήθιο τον Νεότερο. [1]
- Βοήθιος ο Νεότερος, γιος του Βοήθιου του Πρεσβύτερου, ήταν ύπατος με τον αδελφό του, Σύμμαχο, το 522 μ.Χ. [1]
- Ανίκιος Μάξιμος, ύπατος το 523.
- Aνίκιος Ολύβριος, ύπατος το 526.
- Aνίκιος Φαύστος Αλβίνος Βασίλιος, ύπατος το 541, ήταν το τελευταίο άτομο εκτός του Βυζαντινού Αυτοκράτορα που κατείχε αυτόν τον τίτλο.
- Γερμανός, εξάδελφος και στρατηγός του Ιουστινιανού Α', απεβ. το 550.
- Ανίκιος Γρηγόριος, μετέπειτα πάπας Γρηγόριος Α', praefectus urbi της Ρώμης περί το 573., υπηρέτησε ως πάπας από το 590 έως το 604.
Δείτε επίσης
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Παραπομπές σε πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ 1,0 1,1 1,2 1,3 1,4 1,5 1,6 1,7 1,8 Dictionary of Greek and Roman Biography and Mythology, William Smith, Editor.
- ↑ Thomas Robert Shannon Broughton, The Magistrates of the Roman Republic (1952).
- ↑ Carmelo Capizzi, Anicia Giuliana, la committente (c. 463-c. 528), Jaca Book, 1997, (ISBN 88-16-43504-6), pp. 18-19.
- ↑ T. Robert S. Broughton, The Magistrates of the Roman Republic (1952).
- ↑ 5,0 5,1 5,2 Fasti Capitolini.
- ↑ 6,0 6,1 6,2 Fasti Triumphales.
- ↑ Broughton, vol. I, pp. 428, 444.
- ↑ Titus Livius, Ab Urbe Condita xliv. 46.
- ↑ Marcus Tullius Cicero, Epistulae ad Quintum Fratrem iii. 1. § 7.
- ↑ Marcus Tullius Cicero, Epistulae ad Quintum Fratrem ii. 19, Epistulae ad Familiares vii. 26, xii. 21.
- ↑ PIR2 A 604
- ↑ PIR2 A 594
- ↑ PIR2 A 603
- ↑ PIR2 A 595
Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Αυτό το λήμμα βασίζεται ή περιλαμβάνει κείμενο από λήμμα στo Λεξικό της ελληνικής και ρωμαϊκής βιογραφίας και μυθολογίας του Ουίλλιαμ Σμιθ (1870) που αποτελεί κοινό κτήμα. |