Αριστείδης Στεργιάδης

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Αριστείδης Στεργιάδης
Σκίτσο του Α. Στεργιάδη που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Πατρίς (Αθήνα), 5 Ιανουαρίου 1930.
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση1861
Ηράκλειο
Θάνατος23  Ιουνίου 1949
Νίκαια
Χώρα πολιτογράφησηςΕλλάδα
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΕλληνικά
Γαλλικά
Αγγλικά
τουρκικά
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταπολιτικός
δικηγόρος
ΣυγγενείςΜπεάτα Κιτσίκη (θετή κόρη)

Ο Αριστείδης Στεργιάδης (Ηράκλειο, 1861Νίκαια, 23 Ιουνίου 1949) ήταν Έλληνας νομικός και πολιτικός.

Υπήρξε προσωπικός φίλος του Ελευθερίου Βενιζέλου. Ο τελευταίος τον διόρισε Γενικό Διοικητή της Ηπείρου και κατόπιν Ύπατο Αρμοστή στη Σμύρνη. Ο Στεργιάδης παρέμεινε Ύπατος Αρμοστής της Σμύρνης καθ' όλη την περίοδο 1919-1922.

Οι πράξεις του δείχνουν πως ήταν πολύ μεθοδικός στην εργασία του. Όμως η προσπάθειά του να κρατήσει ίσες αποστάσεις από το ελληνικό και το τουρκικό στοιχείο, καθώς και ο απόμακρος χαρακτήρας του τον έφεραν σε ρήξη με τους Έλληνες της Μικράς Ασίας.

Η διαφυγή του στη Γαλλία με την πτώση της Σμύρνης στους Τούρκους και η μετέπειτα σιωπή του για τα γεγονότα της Μικρασιατικής Καταστροφής τον έκαναν να θεωρείται από αμφιλεγόμενη προσωπικότητα έως εθνικός προδότης.

Βιογραφικά στοιχεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα πρώτα χρόνια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Γεννήθηκε στο Ηράκλειο Κρήτης και προερχόταν από εύπορη οικογένεια με ρίζες από τη Μακεδονία. Ο πατέρας του ήταν λαδέμπορος από τη Θεσσαλονίκη.[1][2] Σπούδασε νομικά στην Αθήνα και στο Παρίσι[3] και ιδιώτευσε ως δικηγόρος στη γενέτειρά του από το 1889. Η αντιτουρκική δράση που ανέπτυξε η οικογένειά του είχε ως αποτέλεσμα να σκοτωθούν τα δυο του αδέλφια, Ιωάννης και Θρασύβουλος. Πρωταγωνίστησε στην Επανάσταση του Θερίσου και γι' αυτό φυλακίσθηκε από τους Άγγλους για δώδεκα μήνες.

Ασχολήθηκε με την πολιτική, διατελώντας πρόεδρος του δημοτικού συμβουλίου Ηρακλείου μέχρι το 1910. Συνδέθηκε με στενή φιλία με τον Ελευθέριο Βενιζέλο, με τον οποίο συνεργάστηκε στη σύνταξη διαφόρων νόμων για την τοπική αυτοδιοίκηση και για τον μουσουλμανικό πληθυσμό της Κρήτης.

Το 1913 συμμετείχε στη σύνταξη της Συνθήκης των Αθηνών. Στη συνέχεια διορίστηκε Γενικός Διοικητής Ηπείρου (1917-1919).[4]

Ύπατος Αρμοστής Σμύρνης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τον Φεβρουάριο του 1919 τοποθετήθηκε Ύπατος Αρμοστής της Σμύρνης, θέση την οποία ανέλαβε επίσημα στις 8 Μαΐου 1919, όταν και έφτασε στη Σμύρνη.[5] Η τοποθέτησή του υπήρξε προσωπική απόφαση του τότε πρωθυπουργού Ελευθερίου Βενιζέλου, αν και αρχικά ο Στεργιάδης φαίνεται να αρνείτο την ανάληψη της θέσης αυτής προφασιζόμενος προβλήματα υγείας. Υποστηρίζει, όμως, ότι οι πραγματικοί λόγοι της άρνησης συνδέονταν με «τη φύση και τους σκοπούς» της Μικρασιατικής Εκστρατείας.[4] Αντίθετα κατά τον ίδιο τον Βενιζέλο οι δεύτερες σκέψεις του Στεργιάδη συνδέονταν με τις εσωκομματικές αντιδράσεις που υπήρχαν, καθώς η θέση του Ύπατου Αρμοστή ήταν περίοπτη. Έτσι, προτεινόταν για τη θέση αυτή ο Θεμιστοκλής Σοφούλης, τον οποίο, όμως, ο Βενιζέλος θεωρούσε ακατάλληλο λόγω του επαναστατικού του παρελθόντος στη Σάμο, το οποίο θα έβλαπτε τα σχέδια της Ελλάδος στην περιοχή.[6]

Διοικητικό έργο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Αριστείδης Στεργιάδης (δεύτερος από αριστερά) με την ηγεσία του Ελληνικού Στρατού στη Σμύρνη, Οκτώβριος 1920.

Οι δικαιοδοσίες και αρμοδιότητές του καθορίστηκαν από τον Νόμο 2493/1920,[7] ενώ η θέση του Ύπατου Αρμοστή ισοδυναμούσε με αυτή υπουργού.[8][9]

Βασικό μέλημα της ελληνικής κυβέρνησης υπήρξε, για διπλωματικούς κυρίως λόγους, η διατήρηση και η προστασία των μουσουλμανικών πληθυσμών.[10] Στο πλαίσιο αυτό, η Ύπατη Αρμοστεία διατήρησε Τούρκους υπαλλήλους σε κατώτερες διοικητικές θέσεις, υπάγοντάς τους στο διοικητικό μηχανισμό της ελληνικής Ύπατης Αρμοστείας, τοποθέτησε επικεφαλής των μουσουλμανικών υποθέσεων τον Αλί Ναΐπ Ζαντέ, Τουρκοκρητικό μουσουλμάνο που είχε διατελέσει παλαιότερα νομάρχης Δράμας, και επέτρεψε τη χρήση της τουρκικής γλώσσας σε δικαστικές υποθέσεις μουσουλμάνων.[10] Παράλληλα στελέχωσε τις σημαντικές θέσεις με κρατικούς αξιωματούχους από την Αθήνα.[11]

Όσον αφορά τον οικονομικό τομέα, ο Στεργιάδης επιδίωξε να διαχειριστεί τα κρατικά έσοδα τοποθετώντας ως υπεύθυνο των οικονομικών υπηρεσιών της Αρμοστείας τον Αλέξανδρο Κορυζή. Επιπλέον ενθάρρυνε την παρουσία της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος στην περιοχή επιχειρώντας με αυτόν τον τρόπο να αντιμετωπίσει τη δράση διαφόρων ιδιωτικών τραπεζών, οι οποίες επέτειναν το νομισματικό χάος με κερδοσκοπικές αγοραπωλησίες συναλλάγματος λόγω και των υποτιμημένων νομισμάτων των Τούρκων και λοιπών ηττημένων του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, κάτι που είχε ως αποτέλεσμα τη μειωμένη εισροή κεφαλαίων σε εμπορικές δραστηριότητες.[12]

Σε επίπεδο δημόσιας τάξης, οργάνωσε το σώμα της χωροφυλακής, απομάκρυνε τους οίκους ανοχής από το κέντρο της Σμύρνης προς τις παρυφές της πόλης, και απαγόρευσε τη χαρτοπαιξία.[13] Σε επίπεδο δικαιοσύνης, συγκρότησε στρατοδικεία, γιατί δεν μπορούσε να εμπιστευθεί για λεπτά ζητήματα τα τούρκικα δικαστήρια, αλλά και επειδή δεν μπορούσε να συστήσει ελληνικά δικαστήρια μέχρι την τελική προσάρτηση της Σμύρνης.[14]

Πέτυχε τον επαναπατρισμό 120.000 χριστιανών προσφύγων και εκτοπισμένων, οι οποίοι είχαν εγκαταλείψει τις εστίες τους κατά τους διωγμούς του 1914-1916 χορηγώντας τους δάνεια για την αποκατάστασή τους και εφοδιάζοντάς τους με σπόρους και γεωργικά εργαλεία.[εκκρεμεί παραπομπή] Όμως ο ίδιος, τον Οκτώβριο του 1921, αρνήθηκε να δεχθεί στην Σμύρνη περίπου 6.500 Έλληνες («Ρωμιούς») πρόσφυγες από την περιφέρεια της Μερσίνης, όταν οι Γάλλοι παρέδωσαν την Κιλικία στους Τούρκους, επικαλούμενος αδυναμία παροχής στέγης και απασχόλησης, καθώς και κίνδυνο επιδημίας ευλογιάς στις τάξεις του Ελληνικού Στρατού, αφού υπήρχαν κρούσματα της νόσου μεταξύ των προσφύγων.[15]

Στην Σμύρνη, ο Στεργιάδης ίδρυσε ένα πειραματικό αγρόκτημα και, με τη βοήθεια του Κωνσταντίνου Καραθεοδωρή, το Ιωνικό Πανεπιστήμιο.[16] Τέλος, στον τομέα της δημόσιας υγείας, εγκαταστάθηκε ένα μικροβιολογικό εργαστήριο και ένα παράρτημα του Ινστιτούτου Παστέρ, που συνέβαλε στην καταπολέμηση πολλών ασθενειών που έπλητταν την περιοχή. Το Υγειονομικό Τμήμα επρόκειτο να είναι το πρώτο τμήμα του νεοσύστατου πανεπιστημίου το οποίο θα λειτουργούσε.[17]

Ρήξη με την ηγεσία της Σμύρνης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κατά την περίοδο που ήταν στη Σμύρνη, ο Στεργιάδης ήλθε επανειλημμένα σε ρήξη με την τοπική, στρατιωτική και θρησκευτική ηγεσία της πόλης. Χαρακτηριστικά είναι τα επεισόδια μεταξύ αυτού και του αντιστρατήγου Λεωνίδα Παρασκευόπουλου,[18] του μητροπολίτη Κυδωνιών Γρηγορίου, αλλά και του Χρυσοστόμου Σμύρνης. Του τελευταίου διέκοψε κήρυγμα σε επίσημη δοξολογία για τον εορτασμό της συμμαχικής νίκης, επειδή θεώρησε πως το περιεχόμενο δεν ήταν θρησκευτικό, αλλά εθνικοπατριωτική πολιτικολογία. Εισηγήθηκε επίσης στην ελληνική κυβέρνηση να διακόψει κάθε οικονομική επιχορήγηση στη Μητρόπολη Σμύρνης.[19]

Κατόπιν πρωθυπουργικής εντολής, το ελληνικό στράτευμα είχε τεθεί υπό τις διαταγές του Αρμοστή, κάτι που ενίσχυε τον ρόλο του, ο οποίος αρχικά δεν ήταν παρά συμβουλευτικός του Αρχηγού Στρατιωτικής Κατοχής.[20] Παράλληλα, εκτός από υπουργός της ελληνικής κυβέρνησης, ήταν και εκπρόσωπος των Μεγάλων Δυνάμεων, γεγονός που περιέπλεξε περισσότερο την κατάσταση. Οι ενέργειές του χαρακτηρίστηκαν από πολλούς φιλοτουρκικές και ενάντια στα εθνικά συμφέροντα.[21][22] Ο Βενιζέλος έγινε αποδέκτης διαμαρτυριών εκ μέρους των Εμμανουήλ Ρέπουλη και Αλέξανδρου Διομήδη για αδυναμία εκτέλεσης των καθηκόντων από τον Στεργιάδη, όμως εκείνος συνέχισε να τον υποστηρίζει.[23][24] Η υποστήριξη στο πρόσωπό του είχε να κάνει με την πρόβλεψη εκ μέρους του Βενιζέλου μιας ενδεχόμενης αρνητικής απήχησης που θα είχε για το κύρος της ελληνικής κατοχής στην περιοχή της Μικράς Ασίας στο εξωτερικό, μια πρώιμη αντικατάσταση του εκπροσώπου της ελληνικής κυβέρνησης εκεί.[25] Παράλληλα, παρεμβάσεις που σημειώθηκαν από την Αθήνα με σκοπό την ανάκληση ποινών ή μεταθέσεων σε βάρος του πολιτικού και στρατιωτικού προσωπικού της περιοχής, ακυρώνονταν από τον ίδιο. Μάλιστα δεν έκρυβε τη δυσφορία του τόσο πολύ, ώστε στους οκτώ πρώτους μήνες της εκεί παρουσίας του να ζητήσει τρεις φορές την αντικατάστασή του.[26]

Μετά την εκλογική ήττα του Βενιζέλου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η παραμονή του στη θέση του Ύπατου Αρμοστή επέφερε αντιδράσεις από τη νέα ηγεσία του στρατεύματος και τους Φιλελεύθερους. Ο Βενιζέλος, πάντως, μετά την ήττα του στις εκλογές του 1920, του ζήτησε να παραμείνει στη θέση του, εφόσον τον διατηρούσε σε αυτή η νέα κυβέρνηση. Εκείνος υπέβαλε την παραίτησή του, που όμως δεν έγινε δεκτή,[27] ενώ όταν προσκλήθηκε στην Αθήνα για συζητήσεις εκείνος δεν δέχθηκε να μεταβεί.[28]

Ο Γιάννης Κορδάτος θεώρησε πως η παραμονή του Στεργιάδη στην ίδια θέση έγινε επειδή, «όταν έπεσε ο Βενιζέλος, έδωκε γην και ύδωρ στον βασιλιά Κωνσταντίνο και στο Γούναρη» και επειδή ήταν «πράκτορας της Ιντέλιζενς Σέρβις» και «έκανε ό,τι ήθελαν οι Άγγλοι».[29] Ο Llewellyn-Smith υποστηρίζει ότι η διατήρησή του είχε να κάνει με την «ανυποχώρητη αδιαφορία του στα κομματικά» και πως ήταν «ίσως ο ικανότερος για να γεφυρώσει το χάσμα ανάμεσα στο βενιζελικό και το βασιλικό καθεστώς».[30] Τέλος, ο Γιάννης Ν. Γιαννακόπουλος αποδίδει η παραμονή του Στεργιάδη στη θέση του Ύπατου Αρμοστή στην αποδοχή της οποίας έχαιρε εκ μέρους των Συμμάχων και «στα σημαντικά ερείσματα που διέθετε στην Αγγλία».[31]

Πρόταση για ηγεσία της Μικρασιατικής Άμυνας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Στεργιάδης συνέχισε τις προσπάθειές του για ειρηνική συνύπαρξη Ελλήνων και Τούρκων στην περιοχή. Τον Απρίλιο του 1922 τού προτάθηκε η ηγεσία της οργάνωσης Μικρασιατική Άμυνα, ενός αυτονομιστικού κινήματος.[εκκρεμεί παραπομπή] Ο Ελευθέριος Βενιζέλος υποστήριζε την αναγκαιότητα συνεργασίας του Στεργιάδη στο σχετικό εγχείρημα, ενώ θεωρούσε πως μια πιθανή άρνησή του θα οδηγούσε σε ναυάγιο τη σχετική πρωτοβουλία. Εκείνος απέρριψε την πρόταση, μιας και κάτι τέτοιο δεν έφερε την κυβερνητική έγκριση, ενώ έμοιαζε ουτοπική σαν πρωτοβουλία. Ούτε το ελληνικό μέτωπο θα άντεχε ούτε οι Μικρασιάτες θα μπορούσαν να προβάλουν ικανοποιητική αντίσταση με βάση τα αυτονομιστικά σχέδια δράσεως.[32] Πράγματι, ο Στεργιάδης αναχώρησε για την Αθήνα, προκειμένου να δώσει τη δική του άποψη για τις σχετικές κινήσεις των Αμυνιτών, αλλά και να βολιδοσκοπήσει την αγγλική πλευρά — επισκέφθηκε και τον Βρετανό πρέσβυ στην Αθήνα — αν υποστήριζε ή όχι, ανεπίσημα ή επίσημα, αυτά τα σχέδια.[33][34] Η εχθρική στάση του Στεργιάδη απέναντι στους Αμυνίτες προκαλούσε σύγχυση και απελπισία στα στελέχη της. Με διάφορα μέτρα που πήρε, την κράτησε σε αδράνεια· εξόρισε δε στη Νάξο ένα από τα ηγετικά στελέχη της Επιτροπής Σμύρνης, τον Α. Λάμπρου, κάτι που στοίχισε τη φιλία του με τον Ελευθέριο Βενιζέλο.[35]

Το σχέδιο Στεργιάδη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τον Ιούλιο του 1922, ο Στεργιάδης πρότεινε τη δημιουργία αυτόνομου Μικρασιατικού κράτους, υπό την ψιλή επικυριαρχία του Σουλτάνου. Με κέντρο τη Σμύρνη, θα είχε δική του διοίκηση και αστυνομία, σχηματισμένα από ντόπια στοιχεία. Ο χαρακτήρας του κράτους θα ήταν αποκλειστικά μικρασιατικός-πολυφυλετικός. Το εγχώριο μουσουλμανικό μικρασιατικό στοιχείο θα είχε ισότιμη συμμετοχή στο μέλλον στη διοίκησή του. Το μειονέκτημα της πρότασης Στεργιάδη ήταν η στρατιωτική κάλυψή του από 50.000 άνδρες του ελληνικού στρατού, αλλά και Έλληνες στρατολογημένους από την περιοχή. Διέφερε από την πρόταση των Αμυνιτών στο ότι θα συνιστούσε δημιούργημα των Μεγάλων Δυνάμεων και όχι μιας πολιτικής φατρίας.[36][37]

Η κατάρρευση του μετώπου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Είναι χαρακτηριστική η απάντηση του Έλληνα στρατιωτικού διοικητή Αξαρίου προς τους χριστιανούς προκρίτους της περιοχής, στα μέσα Αυγούστου του 1922: «Αν και η διαταγή του Στεργιάδου είναι να μη παρακινούμε τους πληθυσμούς να εγκαταλείψουν τον τόπον των, αλλά αντιθέτως να τους προτρέπομεν να μείνουν, σας συμβουλεύω ν' αλλάξετε γνώμην. Ημπορείτε να έχετε εμπιστοσύνην εις τους Τούρκους;»[38] Στις 19 Αυγούστου 1922, με εμπιστευτικό μήνυμά του στις αντιπροσωπείες της Ύπατης Αρμοστείας στις πόλεις Σόμα, Αδραμύττιο, Πάνορμο, Αρτάκη, Μουδανιά, Κίο, Μπάλια, Σαλιχλί και Φιλαδέλφεια, ο Στεργιάδης ζήτησε να συγκεντρώσουν το αρχειακό υλικό τους και να είναι έτοιμοι προς αναχώρηση, χωρίς να αντιληφθεί κάτι ο πληθυσμός. Από τον αντιπρόσωπο της Κίου ζήτησε να ενθαρρύνει τον πληθυσμό της περιοχής να παραμείνει. Επίσης, τη νύχτα της 21ης προς 22α Αυγούστου 1922, σε τηλεγράφημά του ο Στεργιάδης προς τον υποδιοικητή των ελληνικών δυνάμεων της περιοχής Κασαμπά, του λέει: «Εμποδίσατε αναχώρησιν πολιτών, καθ' ότι στρατός επ' ουδενί λόγω εγκαταλείψη περιφέρειάν σας.» Όμως η στρατιωτική ηγεσία δεν συμμεριζόταν μια τέτοια διαχείριση της κατάστασης εκ μέρους του Ύπατου Αρμοστή, ενώ ο συνταγματάρχης Φ. Φιλίππου στη Μαγνησία προσπαθούσε να επιβιβάσει τον πληθυσμό σε τρένα, «παρά τις διαταγές του Στεργιάδη».[39]

Διαφυγή στη Γαλλία και θάνατος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στις 26 Αυγούστου 1922 (8 Σεπτεμβρίου 1922, με το νέο ημερολόγιο), μία ημέρα πριν την είσοδο των Τούρκων στη Σμύρνη, ο Στεργιάδης διέφυγε με τη βρετανική ναυαρχίδα Σιδηρούς Δουξ (HMS Iron Duke). Η επιλογή να επιβιβαστεί σε βρετανικό πλοίο είναι και αυτή αντικείμενο συνωμοσιολογικών θεωριών. Πάντως, ο Αγγελομάτης τη συνδέει με το φόβο του Στεργιάδη να λιντσαρισθεί από τους πρόσφυγες που βρίσκονταν συγκεντρωμένοι στην προκυμαία ή από τα πληρώματα των ελληνικών πολεμικών πλοίων εάν επιβιβαζόταν σε κάποιο από αυτά για να φύγει.[40] Από τη Σμύρνη αρχικά μετέβη στην Κωνσταντινούπολη και εκεί επιβιβάστηκε σε ρουμανικό πλοίο με προορισμό την Κωστάντζα, απ' όπου κατευθύνθηκε σιδηροδρομικώς για το Παρίσι. Στη συνέχεια, στις αρχές του 1923, εγκαταστάθηκε στη νότιο Γαλλία.[41]

Τα τελευταία χρόνια της ζωής του, αντιμετώπισε οικονομικά προβλήματα. Τον επισκεπτόταν ο Νικόλαος Πλαστήρας, που «όπως φαίνεται είχε αναλάβει ένα μέρος των εξόδων της συντήρησής του, μαζί με τον ανεψιό του Ύπατου Αρμοστή».[42] Απεβίωσε σε ηλικία 88 ετών στη Νίκαια στις 22 Ιουνίου 1949.[43]

Θέμα δικαστικής δίωξης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Φαίνεται πως δεν τέθηκε ποτέ θέμα δικαστικής δίωξης του Στεργιάδη, αν και η Ανακριτική Επιτροπή Εθνικής Καταστροφής βολιδοσκόπησε το ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών σχετικά με το ενδεχόμενο έκδοσης του Στεργιάδη στην Ελλάδα από το Γαλλικό κράτος, αλλά και με το τι γνώριζε ο Εμμανουήλ Ρέπουλης για τις εντολές του Βενιζέλου προς τον Στεργιάδη. Οι αρχειακές πηγές δεν έχουν πληροφορίες για το τι απάντησε ο Ρέπουλης. Όμως ουσιαστικά μια εις βάρος του δίωξη δεν ήταν δυνατή. Μια από τις κατηγορίες που του προσάπτονταν εκείνη την περίοδο ήταν η μη έγκαιρη ενημέρωση των πληθυσμών για την κατάρρευση του Μικρασιατικού μετώπου. Όμως ο Nόμος 2870/1922[44] «Περί της παρανόμου μεταφοράς προσώπων ομαδόν ερχομένων εις ελληνικούς λιμένας εκ της αλλοδαπής»[45] έκλεινε τα ελληνικά λιμάνια για τους Μικρασιάτες πρόσφυγες. Αυτό τον έκανε να αποθαρρύνει κάθε ανάλογη πρωτοβουλία.[46]

Κριτική αποτίμηση του χαρακτήρα και του έργου του[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στην ελληνική κοινή γνώμη, το όνομα του Αριστείδη Στεργιάδη έγινε συνώνυμο της προδοσίας.[47] Επρόκειτο για αμφιλεγόμενη προσωπικότητα και οι διιστάμενες απόψεις γύρω από το πρόσωπό του ενισχύθηκαν από το γεγονός πως απέφυγε να γράψει οτιδήποτε για να υπερασπιστεί το έργο του στην Ύπατη Αρμοστεία.[48] Ο ίδιος έδωσε μόνο δύο συνεντεύξεις: μία σύντομη στον Κώστα Ουράνη στον Ελεύθερο Τύπο το 1927[49] και μία πιο εκτενή στον Α. Αποστολόπουλο στην εφημερίδα Πατρίς τον Ιανουάριο του 1930.[50]

Οι αρετές του ήταν «εργατικότητα, προσωπική δύναμη, μακροχρόνια πείρα στα μουσουλμανικά θέματα και αμεροληψία προς μουσουλμάνους και χριστιανούς». Επιπλέον, «πρόσθετε ένα θετικό όραμα ελληνοτουρκικής συνεργασίας και ελληνικής πολιτισμικής και κοινωνικής αναγέννησης».[51] Επίσης, η αυστηρότητα και η προσήλωση στο καθήκον, γνωρίσματα που έκαναν τον Βενιζέλο να τον επιλέξει για τη θέση αυτή.[5]

Στα μειονεκτήματα του αναφέρονται ο ακοινώνητος χαρακτήρας του και η υπερβολή σε κάθε του ενέργεια. Στερείτο «κάθε είδους διπλωματικότητας» στην προσπάθειά του να επιβάλλει την τάξη χωρίς να μειώνει και να προκαλεί τους επικεφαλής των εκεί ελληνικών ενόπλων δυνάμεων.[52] Εγωπαθής, αυθαίρετος και εριστικός στις σχέσεις του, αινιγματικός ως προς τις πραγματικές του απόψεις.[53] Ο Τζορτζ Χόρτον αναφέρει στο βιβλίο του Η μάστιγα της Ασίας για τον Στεργιάδη: «Είχε πολύ αυστηρή αίσθηση του δικαίου και τον χαρακτήριζε υψηλό αίσθημα του καθήκοντος. Ζούσε σαν ερημίτης, δεν αποδεχόταν καμιά πρόσκληση και δεν εμφανιζόταν ποτέ σε κοινωνικές εκδηλώσεις. Επιθυμούσε […] να μη δέχεται φιλοφρονήσεις και να μη δημιουργεί δεσμούς, έτσι ώστε να μπορεί να αποδίδει δικαιοσύνη σε όλους, υψηλά και χαμηλά ιστάμενους.»[54]

Παραπομπές και σημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Αλεβίζος (2009).
  2. Στούκας (2019).
  3. Llewellyn-Smith (2002), σελ. 595.
  4. 4,0 4,1 Σολωμονίδου (1989), σελ. 477-478.
  5. 5,0 5,1 Αλλαμανή και Παναγιωτοπούλου (1978α), σελ. 118.
  6. Σολωμονίδου (1989), σελ. 479, 503 υποσ. 4.
  7. ΦΕΚ Α΄ 206/19 Σεπτεμβρίου 1920.
  8. Llewellyn-Smith (2002), σελ. 614, υποσ. 70.
  9. Ανώνυμος (1920).
  10. 10,0 10,1 Πλουμίδης (2016), σελ. 220-221.
  11. Llewellyn-Smith (2002), σελ. 183.
  12. Βερέμης και Κωστής (1984), σελ. 51, 55.
  13. Αχλάδη (2010), σελ. 69-70.
  14. Llewellyn-Smith (2002), σελ. 190.
  15. Balta (2019), σελ. 117.
  16. Llewellyn-Smith (2002), σελ. 186, 196-197.
  17. Llewellyn-Smith (2002), σελ. 197.
  18. Η σύγκρουση με τη στρατιωτική ηγεσία υποθάλποταν από σειρά διαταγών και μέτρων που είχε λάβει προς τους στρατιωτικούς: τους ανέθετε καθήκοντα πολιτικής φύσεως όπως ήταν η είσπραξη φόρων σε μουσουλμανικές περιοχές, η επιβολή αυστηρών ποινών σε αξιωματικούς που θεωρήθηκαν υπεύθυνοι για επεισόδια μετά την άφιξη του Ελληνικού Στρατού στην περιοχή, η διεξαγωγή ανακρίσεων σε βάρος στρατιωτών και αξιωματικών για πράξεις και παραλήψεις τους.[εκκρεμεί παραπομπή]
  19. Αλλαμανή και Παναγιωτοπούλου (1978β), σελ. 124.
  20. Σολωμονίδου (1989), σελ. 479-483.
  21. Σολωμονίδου (1989), σελ. 483.
  22. Για μία ανεκδοτολογικού χαρακτήρα ανθολόγηση τέτοιων περιστατικών υπερβασιών του Στεργιάδη, βλ. Αγγελομάτης (2005), σελ. 59-74.
  23. Σολωμονίδου (1989), σελ. 484.
  24. Llewellyn-Smith (2002), σελ. 191-195.
  25. Αλλαμανή και Παναγιωτοπούλου (1978β), σελ. 124.
  26. Σολωμονίδου (1989), σελ. 486-487.
  27. Σε τηλεγράφημά του προς τον αντιβασιλέα Παύλο Κουντουριώτη, ο Στεργιάδης έγραψε: «Ευαρεστηθείτε να δεχθήτε μετά της άλλης κυβερνήσεως την παραίτησίν μου ως υπουργού άνευ χαρτοφυλακίου. Θεωρώ ύπατον καθήκον να διατηρήσω την θέσιν του Υπάτου Αρμοστού επί ολίγας ημέρας, μέχρις ου η νέα κυβέρνησις αποστείλει τον διάδοχον. Το τελευταίον τούτο παρακαλώ να ανακοινώσετε εις την νέαν κυβέρνησιν.» Η απάντηση ήλθε επίσης με τηλεγράφημα από τον Δημήτριο Ράλλη: «Επί του ημετέρου τηλεγραφήματος ευχαριστώ υμάς θερμώς και εξ ονόματος της Κυβερνήσεως, παρακαλώ δε υμάς όπως, παραμένοντες εις την θέσιν σας κατά τας εκτάκτους αυτάς περιστάσεις μη στερήσετε το Έθνος των πολυτίμων υμών υπηρεσιών.» Βλ. Αγγελομάτης (2005), σελ. 108-109.
  28. Σολωμονίδου (1989), σελ. 488-489.
  29. Κορδάτος (1958), σελ. 575, υποσ. 1.
  30. Llewellyn-Smith (2002), σελ. 317.
  31. Γιαννακόπουλος (2003), σελ. 85.
  32. Γιαννουλόπουλος (1978α), σελ. 188.
  33. Σολωμονίδου (1989), σελ. 490-491
  34. Γιαννουλόπουλος (1978β), σελ. 196.
  35. Llewellyn-Smith (2002), σελ. 463-464, 635, υποσ. 78.
  36. Llewellyn-Smith (2002), σελ. 489.
  37. Γιαννουλόπουλος (1978β), σελ. 198-199.
  38. Δεσποτόπουλος κ.ά. (1978), σελ. 234, 242.
  39. Δεσποτόπουλος κ.ά. (1978), σελ. 234, 242.
  40. Αγγελομάτης (2005), σελ. 211.
  41. Σολωμονίδου (1989), σελ. 506, υποσ. 49.
  42. Σολωμονίδου (1989), σελ. 497.
  43. Ανώνυμος (1949).
  44. ΦΕΚ Α΄ 119/20 Ιουλίου 1922.
  45. Καρέλλης (2000), σελ. 162-163.
  46. Σολωμονίδου (1989), σελ. 498.
  47. Σολωμονίδου (1989), σελ. 495.
  48. Ρεπούση (2005), σελ. 215.
  49. Ουράνης (1927).
  50. Αποστολόπουλος (1930).
  51. Llewellyn-Smith (2002), σελ. 186.
  52. Γιαννουλόπουλος (2003), σελ. 259, υποσ. 12 (αρχίζει από σελ. 256).
  53. Γιαννουλόπουλος (1978α), σελ. 188.
  54. Horton (1926), σελ. 79. Η μετάφραση στα Ελληνικά προέρχεται από το: Καρέλλης (31 Αυγούστου 2000), σελ. 42.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στα Ελληνικά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Αγγελομάτης, Χρήστος (2005). Χρονικόν μεγάλης τραγωδίας: Το έπος της Μικράς Ασίας (6η έκδοση). Αθήνα: Βιβλιοπωλείον της Εστίας. 
  • Αλεβίζος, Γιώργος (Σεπτέμβριος 2009). «Αριστείδης Στεργιάδης, Ύπατος Αρμοστής Σμύρνης, 1919-1922, Αθώος ή Ένοχος;». Ιερά Μητρόπολη Ιεραπύτνης και Σητείας (www.imis.gr). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 25 Ιανουαρίου 2013. Ανακτήθηκε στις 24 Σεπτεμβρίου 2012. 
  • Αλλαμανή, Έφη· Παναγιωτοπούλου, Κρίστα (1978α). «Η ελληνική απόβαση στη Σμύρνη. Προετοιμασία και πραγματοποίηση». Ιστορία του Ελληνικού Έθνους. ΙΕ΄. Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών. 
  • Αλλαμανή, Έφη· Παναγιωτοπούλου, Κρίστα (1978β). «Διάσταση στρατιωτικής και πολιτικής ηγεσίας. Το πρόβλημα Στεργιάδη». Ιστορία του Ελληνικού Έθνους. ΙΕ΄. Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών. 
  • Ανώνυμος (13 Φεβρουαρίου 1920). «Άφιξις του κ. Στεργιάδου: Η ορκωμοσία του». Έθνος (Αθήνα): 2. 
  • Ανώνυμος (27 Ιουνίου 1949). «Απέθανεν ο Αριστείδης Στεργιάδης». Τα Νέα (Αθήνα). 
  • Αποστολόπουλος, Α. (5-13 Ιανουαρίου 1930). «Φως! Φως! Φως! Εις τα σκότη της Μικρασιατικής τραγωδίας. Η αποκάλυψις των αγνώστων σημείων του μεγάλου δράματος. Ομιλεί προς την "Πατρίδα" ο Αριστείδης Στεργιάδης». Πατρίς (Αθήνα): 1-2 (σε συνέχειες). 
  • Αχλάδη, Ευαγγελία (2010). «Η κοσμοπολίτικη Σμύρνη». Στο: Κουλούρη, Χριστίνα. Η Μικρασιατική Καταστροφή 1922. Αθήνα: Τα Νέα – Ιστορία. 
  • Βερέμης, Θ.· Κωστής, Κ. (1984). Η Εθνική Τράπεζα στη Μικρά Ασία (1919-1922). Αθήνα: Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης. 
  • Γιαννακόπουλος, Γ. (2003). «Η Ελλάδα στη Μικρά Ασία: Το χρονικό της μικρασιατικής περιπέτειας: 1919-1920». Ιστορία του Νέου Ελληνισμού 1770-2000. 6. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα. 
  • Γιαννουλόπουλος, Γιάννης Ν. (2003). "Η ευγενής μας τύφλωσις…" Εξωτερική πολιτική και εθνικά θέματα από την ήττα του 1897 έως τη Μικρασιατική Καταστροφή. Αθήνα: Βιβλιόραμα. 
  • Γιαννουλόπουλος, Ι. (1978α). «Η Εθνική Άμυνα, η Μικρασιατική Άμυνα και οι κινήσεις για την αυτονόμηση της Ιωνίας ως το τέλος του 1921». Ιστορία του Ελληνικού Έθνους. ΙΕ΄. Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών. 
  • Γιαννουλόπουλος, Ι. (1978β). «Οι τελευταίες προσπάθειες της Άμυνας για τη δημιουργία αυτόνομου Ιωνικού κράτους (Φεβρουάριος-Μάιος 1922). Προσπάθειες δημιουργίας Μικρασιατικού κράτους (Ιούλιος 1922)». Ιστορία του Ελληνικού Έθνους. ΙΕ΄. Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών. 
  • Δεσποτόπουλος, Αλέξανδρος· Διαμαντούρου, Ιωάννα· Οικονόμου, Νικόλαος (1978). «Οι διωγμοί των ελληνικών πληθυσμών σε άλλες περοχές της Μικράς Ασίας». Ιστορία του Ελληνικού Έθνους. ΙΕ΄. Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών. 
  • Καρέλλης, Μανόλης (2000). «Απολογητικό υπόμνημα Αριστείδη Στεργιάδη». Πεπραγμένα Η΄ Διεθνούς Κρητολογικού Συνεδρίου-Νεότερη περίοδος. Γ΄ 1. Ηράκλειο: Εταιρεία Κρητικών Ιστορικών Μελετών. 
  • Καρέλλης, Μανόλης (31 Αυγούστου 2000). «Οι ευθύνες των αντιβενιζελικών κυβερνήσεων και ο ρόλος του Αριστείδη Στεργιάδη». Ε Ιστορικά (Αθήνα) (46). 
  • Κορδάτος, Γιάνης (1958). Ιστορία της Νεώτερης Ελλάδας. Ε΄. Αθήνα: 20ός αιώνας. 
  • Ουράνης, Κ. (7 Απριλίου 1927). «Ο κ. Στεργιάδης ομιλεί διά την μη έγκαιρον εκκένωσιν της Σμύρνης: Υπεύθυνοι, λέγει, δια την τραγωδίαν οι στρατιωτικοί και οι τότε κυβερνώντες». Ελεύθερος Τύπος (Αθήνα): 1. 
  • Πλουμίδης, Σ. (2016). Τα μυστήρια της Αιγηΐδος. Αθήνα: Εστία. 
  • Ρεπούση, Μ. (2005). «Ο Βενιζέλος αντιμέτωπος με τα επεισόδια στη Σμύρνη. Αριστείδης Στεργιάδης: Η πιο αμφιλεγόμενη επιλογή του Βενιζέλου». Στο: Βερέμης, Θάνος· Νικολακόπουλος, Ηλίας. Ο Ελευθέριος Βενιζέλος και η εποχή του. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα. 
  • Σολωμονίδου, Β. (1989). «Βενιζέλος-Στεργιάδης: μύθος και πραγματικότητα». Στο: Βερέμης, Θάνος· Γουλιμή, Γιούλα. Ελευθέριος Βενιζέλος: Κοινωνία-οικονομία-πολιτική στην εποχή του. Αθήνα: Γνώση. 
  • Στούκας, Μιχάλης (8 Σεπτεμβρίου 2019). «Αριστείδης Στεργιάδης: Ο αμφιλεγόμενος και (μοιραίος) ύπατος της Σμύρνης». Πρώτο Θέμα (Αθήνα). https://www.protothema.gr/stories/article/922971/aristeidis-stergiadis-o-amfilegomenos-kai-moiraios-upatos-tis-smurnis/. Ανακτήθηκε στις 27 Οκτωβρίου 2022. 
  • Llewellyn-Smith, Michael (2002). Το όραμα της Ιωνίας. Η Ελλάδα στη Μικρά Ασία 1919-1922. Μτφρ. Κάσδαγλη, Λίνα. Αθήνα: Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης. 

Σε άλλες γλώσσες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Balta, Evangelia (2019). «The Greek-Orthodox community of Mersin (mid-nineteenth century to 1921)». Στο: Yenişehirlioğlu, Filiz· Özveren, Eyüp· Selvi Ünlü, Tülin. Eastern Mediterranean Port Cities; A Study of Mersin, Turkey—From Antiquity to Modernity. Cham, Switzerland: Springer. σελίδες 111–125. doi:10.1007/978-3-319-93662-8_8. 
  • Horton, George (1926). The Blight of Asia. Indianapolis: The Bobbs-Merrill Company Publishers.