Αντίκτυπος του πολέμου στα παιδιά

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Ο αριθμός των παιδιών σε ζώνες ένοπλων συγκρούσεων είναι περίπου 250 εκατομμύρια.[1] Τα παιδιά αντιμετωπίζουν σωματικές και ψυχικές βλάβες από εμπειρίες πολέμου.

Η «ένοπλη σύγκρουση» ορίζεται με δύο τρόπους σύμφωνα με το διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο: "1) διεθνείς ένοπλες συγκρούσεις ανάμεσα σε δύο ή περισσότερα κράτη, 2) μη διεθνείς ένοπλες συγκρούσεις, μεταξύ κυβερνητικών δυνάμεων και μη κυβερνητικών ένοπλων ομάδων ή μόνο μεταξύ τέτοιων ομάδων".[2]

Τα παιδιά σε εμπόλεμες ζώνες μπορεί να λειτουργήσουν ως θύτες και να γίνουν παιδιά στρατιώτες. Υπολογίζεται ότι υπάρχουν περίπου 300.000 παιδιά στρατιώτες σε όλο τον κόσμο και το 40 τοις εκατό από αυτά είναι κορίτσια.[3][4] Τα παιδιά γίνονται επίσης θύματα ένοπλων συγκρούσεων. Αναγκάζονται να εγκαταλείψουν την περιοχή τους,[5] να υποφέρουν από σεξουαλικά μεταδιδόμενα νοσήματα και να στερηθούν ευκαιρίες εκπαίδευσης.[6]

Ιστορικό[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η παρουσία των παιδιών στον πόλεμο είναι γνωστή από τον Μεσαίωνα και τους Ναπολεόντειους Πολέμους. Παιδιά πολέμησαν επίσης στον Αμερικανικό Εμφύλιο Πόλεμο και συνέβαλαν σημαντικά στη μάχη του Νιου Μάρκετ που διεξήχθη στη Βιρτζίνια (15 Μαΐου 1864).[7] Παιδιά πολέμησαν επίσης στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, καθώς έχει αναφερθεί ότι υπηρετούσαν ως «χιτλερική νεολαία».[4] Ωστόσο, στη σύγχρονη εποχή, ο αριθμός των παιδιών θυμάτων αυξάνεται, καθώς αυξάνεται και το ποσοστό των αμάχων θυμάτων. Τον 18ο και 19ο αιώνα και τις αρχές του 20ού, περίπου τα μισά θύματα πολέμου ήταν άμαχοι, ενώ άμαχοι ήταν σχεδόν το 90 τοις εκατό μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1980.[8] Τα παιδιά αποτελούν μεγάλο μέρος του πληθυσμού που πλήττεται από τους πολέμους, σύμφωνα με στοιχεία της Αμερικανικής Ψυχολογικής Εταιρείας, καθώς από το 95% των αμάχων που σκοτώθηκαν τα τελευταία χρόνια από ένοπλες συγκρούσεις, περίπου το 50% ήταν παιδιά.[5]

Σύμφωνα με τη UNICEF, οι εκτιμώμενες απώλειες παιδιών κατά την τελευταία δεκαετία ήταν: «2 εκατομμύρια νεκρά, 4–5 εκατομμύρια ανάπηρα, 12 εκατομμύρια έμειναν άστεγα, περισσότερα από 1 εκατομμύριο ορφανά ή χωρισμένα από τους γονείς τους και 10 εκατομμύρια ψυχολογικά τραυματισμένα».[8] Επί του παρόντος, υπάρχουν πάνω από δύο εκατομμύρια παιδιά πρόσφυγες από τη Συρία και πάνω από 870.000 από τη Σομαλία.[9] Μεταξύ των 100.000 ανθρώπων που έχουν σκοτωθεί στη Συρία, τουλάχιστον οι 10.000 ήταν παιδιά.[10]

Πιθανοί παράγοντες κινδύνου από τον πόλεμο στα παιδιά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Άμεση έκθεση στη βία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Θάνατος και τραυματισμός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Με την άμεση έκθεση σε βία, όπως βομβαρδισμοί και μάχες, τα παιδιά σκοτώνονται κατά τη διάρκεια συγκρούσεων. Μόνο το 2017 σημειώθηκαν 1.210 τρομοκρατικές επιθέσεις σε όλο τον κόσμο, κυρίως στην περιοχή της Μέσης Ανατολής και 8.074 θάνατοι αντίστοιχα.[11] Υπήρξαν εννέα τρομοκρατικά επεισόδια με περισσότερους από εκατό θανάτους σε ένοπλες ζώνες. Επίσης, τα παιδιά είναι πιο πιθανό να τραυματιστούν από νάρκες. Το 20% των θυμάτων από νάρκες ξηράς είναι παιδιά σε χώρες που έχουν πληγεί από νάρκες.[12] Συχνά τους εντυπωσιάζει η πολύχρωμη εμφάνιση των ναρκών ξηράς και των εκρηκτικών. Τα παιδιά μπορεί να χάσουν την όραση ή την ακοή του, μέλη του σώματός τους ή να τραυματιστούν ψυχολογικά.[12] Τουλάχιστον 8.605 άνθρωποι σκοτώθηκαν ή τραυματίστηκαν από νάρκες το 2016 και 6.967 το 2015.[13] Οι περισσότεροι από αυτούς ήταν άμαχοι και το 42 τοις εκατό των αμάχων ήταν παιδιά: ο αριθμός των θυμάτων παιδιών ήταν τουλάχιστον 1.544 το 2016.[13]

Σεξουαλική βία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα Ηνωμένα Έθνη ορίζουν τον όρο «σεξουαλική βία που σχετίζεται με ένοπλες συγκρούσεις» ως «βιασμό, σεξουαλική δουλεία, καταναγκαστική πορνεία, αναγκαστική εγκυμοσύνη, αναγκαστική έκτρωση, αναγκαστική στείρωση, αναγκαστικός γάμος και κάθε άλλη μορφή σεξουαλικής βίας ανάλογης βαρύτητας που διαπράττεται κατά γυναικών, ανδρών, κοριτσιών ή αγοριών και που συνδέεται άμεσα ή έμμεσα με μια ένοπλη σύγκρουση».[14] Περισσότερα από 20.000 κορίτσια και γυναίκες μουσουλμάνες έχουν βιαστεί στη Βοσνία από το 1992. Πολλές περιπτώσεις στη Ρουάντα δείχνουν ότι κάθε έφηβη που επέζησε βιάστηκε.[15] Η σεξουαλική βία προκαλεί επίσης εξάπλωση σεξουαλικά μεταδιδόμενων νοσημάτων – όπως το HIV/AIDS.[16] Ένας από τους παράγοντες είναι η εμπλοκή με στρατιωτικές δυνάμεις που κακοποιούν και εκμεταλλεύονται σεξουαλικά κορίτσια και γυναίκες κατά τη διάρκεια συγκρούσεων.[6] Επιπλέον, καθώς οι οροθετικές μητέρες γεννούν παιδιά μολυσμένα με HIV χωρίς τα κατάλληλο φάρμακα, ο επιπολασμός του HIV/AIDS εξαπλώνεται γρήγορα.[6]

Ανεκπλήρωτες βασικές ανάγκες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο πόλεμος διακόπτει τον εφοδιασμό των παιδιών και των οικογενειών τους με είδη πρώτης ανάγκης όπως τροφή, νερό, στέγη, υπηρεσίες υγείας και εκπαίδευση.[5] Η έλλειψη πρόσβασης σε αυτά τις βασικά είδη μπορεί να στερήσει από τα παιδιά τη σωματική, κοινωνικοσυναισθηματική και ψυχολογική τους ανάπτυξη. Στην περίπτωση του Νοτίου Σουδάν, οι συνεχείς βίαιες συγκρούσεις μαζί με τα κλιματικά σοκ κατέστρεψαν σε μεγάλο βαθμό την οικονομία που βασιζόταν στη γεωργία.[17] Ως αποτέλεσμα, περισσότερα από 1,1 εκατομμύρια παιδιά υποφέρουν από σοβαρές ελλείψεις τροφίμων.[17] Σε χώρες σε όλη την Αφρική και τη Μέση Ανατολή, πάνω από 2,5 εκατομμύρια παιδιά υποφέρουν από σοβαρό οξύ υποσιτισμό.[17] Οι οικονομικές κυρώσεις όπως οι εμπορικοί περιορισμοί από τη διεθνή κοινότητα και από διεθνείς οργανισμούς μπορεί να διαδραματίσουν ρόλο σε σοβαρές οικονομικές δυσκολίες και στην υποβάθμιση των υποδομών σε ζώνες ένοπλων συγκρούσεων.[6] Αυτό καθιστά εξαιρετικά δύσκολη την επιβίωση των παιδιών, καθώς συνήθως αυτά βρίσκονται στο χαμηλότερο επίπεδο της κοινωνικοοικονομικής κλίμακας. Από το 2001, είχε προβλεφθεί ότι περίπου μισό εκατομμύριο παιδιά από το Ιράκ ότι θα πέθαιναν λόγω του καθεστώτος κυρώσεων.[6]

Η επιζήμια γονεϊκή συμπεριφορά μπορεί επίσης να επηρεάσει την ανάπτυξη του παιδιού. Σε ένα πλαίσιο πολέμου, οι οικογένειες και οι κοινότητες δεν είναι σε θέση να παρέχουν ευνοϊκό περιβάλλον για την ανάπτυξη των παιδιών.[5] Ο δρ Μάικ Ουέσελς, καθηγητής ψυχολογίας με μεγάλη εμπειρία σε εμπόλεμες ζώνες, εξηγεί: «Όταν οι γονείς επηρεάζονται συναισθηματικά από τον πόλεμο, αλλάζει η ικανότητά τους να φροντίζουν σωστά τα παιδιά τους. Οι πολεμικές πιέσεις αυξάνουν την ενδοοικογενειακή βία, δημιουργώντας ένα μοτίβο που στη συνέχεια διαιωνίζεται από τα παιδιά όταν αυτά γίνονται γονείς».[18] Η έλλειψη εφοδίων αυξάνει το γνωστικό φορτίο επηρεάζοντας το εύρος προσοχής, τη γνωστική ικανότητα και τον έλεγχο των πράξεων, που αποτελούν κρίσιμες ικανότητες λογικής και επίλυσης προβλημάτων.[19] Οι μειωμένες νοητικές και συναισθηματικές ικανότητες που προκαλούνται από το άγχος του πολέμου μπορεί να υποβαθμίσουν τις γονικές τους ικανότητες και να αλλάξουν αρνητικά τη συμπεριφορά προς τα παιδιά.[5]

Διαταραχή της εκπαίδευσης συμβαίνει και με την καταστροφή σχολείων στη διάρκεια των πολέμων.[20] Οι ανθρώπινοι και οικονομικοί πόροι τίθενται σε κίνδυνο στη διάρκεια κρίσεων. Τα Ηνωμένα Έθνη αναφέρουν ότι περισσότερα από 13 εκατομμύρια παιδιά στερούνται ευκαιρίες εκπαίδευσης και ότι περισσότερα από 8.850 σχολεία καταστράφηκαν εξαιτίας των ένοπλων συγκρούσεων στη Μέση Ανατολή.[21][22] Σύμφωνα με έκθεση της UNICEF, στην Υεμένη, 1,8 εκατομμύρια παιδιά βρέθηκαν εκτός εκπαίδευσης το 2015.[22] Μεταξύ 2014 και 2015, σχεδόν μισό εκατομμύριο παιδιά στη Λωρίδα της Γάζας δεν μπόρεσαν να πάνε σχολείο λόγω ζημιών στα σχολεία.[22] Στο Σουδάν, περισσότερα από τρία εκατομμύρια παιδιά δεν μπορούν να πάνε σχολείο λόγω των συγκρούσεων.[22] Στη Μοζαμβίκη, περίπου το 45 τοις εκατό των δημοτικών σχολείων καταστράφηκαν κατά τη διάρκεια των σύγκρουσεων.[6] Ο φόβος και η αναστάτωση δυσκολεύουν παιδιά και εκπαιδευτικούς να εστιάσουν στην εκπαίδευση.[23] Αυτό δημιουργεί ένα εκπαιδευτικό κενό, στερώντας τα παιδιά από ουσιαστική εκπαίδευση, που χτίζει κοινωνικοσυναισθηματικές δεξιότητες για την κοινωνή επανάνταξή τους. Επιπλέον, η ισότητα των φύλων μπορεί επίσης να τεθεί σε κίνδυνο, καθώς η διαταραχή της εκπαίδευσης σε ζώνες ένοπλων συγκρούσεων γενικά αποκλείει τα κορίτσια.[24]

Αντίκτυπος στην ψυχολογική ανάπτυξη των παιδιών[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ανάπτυξη εγκεφάλου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι εμπειρίες της πρώιμης παιδικής ηλικίας αντιπροσωπεύουν μεγάλο μέρος της ανάπτυξης του ανθρώπινου εγκεφάλου. Οι νευρικές συνάψεις για την αισθητηριακή ικανότητα, τη γλώσσα και τη γνωστική λειτουργία δημιουργούνται ενεργά κατά τη διάρκεια του πρώτου έτους στα παιδιά.[25] Η πλαστικότητα και η ευκαμψία του εγκεφάλου είναι υψηλότερη στα πρώτα χρόνια ανάπτυξής του.[25] Ως εκ τούτου, ο εγκέφαλος αλλάζει εύκολα ανάλογα με το περιβάλλον των παιδιών. Υπό αυτή την έννοια, τα παιδιά σε ζώνες ένοπλων συγκρούσεων μπορεί να είναι πιο επιρρεπή σε ψυχικά προβλήματα όπως άγχος και κατάθλιψη, καθώς και σε φυσιολογικά προβλήματα του ανοσοποιητικού συστήματος και του κεντρικού νευρικού συστήματος.

Το άγχος στην πρώιμη παιδική ηλικία μπορεί να εμποδίσει την ανάπτυξη του εγκεφάλου των παιδιών και να οδηγήσει σε προβλήματα τόσο σωματικής όσο και ψυχικής υγείας.[26] Η υγιής εγκεφαλική και σωματική ανάπτυξη ενδέχεται να εμποδιστεί από την υπερβολική ή παρατεταμένη ενεργοποίηση των συστημάτων απόκρισης στο στρες. Αν και τόσο η αδρεναλίνη όσο και η κορτιζόλη βοηθούν στην προετοιμασία του σώματος για την αντιμετώπιση στρεσογόνων παραγόντων, όταν χρησιμοποιούνται σε παρατεταμένο και ανεξέλεγκτο στρες, αυτό το σύστημα απόκρισης στο στρες μπορεί να οδηγήσει σε βλάβες τόσο στην ψυχική όσο και στη σωματική υγεία.[26]

Η έλλειψη βασικών εφοδίων μπορεί επίσης να εμποδίσει την ανάπτυξη του εγκεφάλου του παιδιού. Η κοινωνικοοικονομική κατάσταση κατά την παιδική ηλικία επηρεάζει τη νευρική ανάπτυξη, την γνωστική ικανότητα και την ψυχική υγεία κατά την ενήλικη ζωή.[27][28] Συγκεκριμένα, θεωρείται ότι η φτώχεια επιδεινώνει τη γνωστική ικανότητα. Πολλές μελέτες έχουν δείξει ότι η φτώχεια στην πρώιμη παιδική ηλικία μπορεί να είναι επιβλαβής καθώς οι φτωχές οικογένειες στερούνται χρόνου και οικονομικών πόρων για να επενδύσουν στην προώθηση της ανάπτυξης των παιδιών.[29][30] Αυτό υποδηλώνει ότι η σοβαρή στέρηση πόρων σε ζώνες ένοπλων συγκρούσεων είναι εξαιρετικά επιζήμια για τη γνωστική ανάπτυξη των παιδιών σε καιρό πολέμου.

Οι Οκάσα και Έλκολι (2012) έχουν διατυπώσει τη θεωρία ότι η ψυχολογική ανοσοποίηση μπορεί να βοηθήσει τα παιδιά που εκτίθενται συχνά σε συγκρούσεις να εγκλιματίζονται καλύτερα στους στρεσογόνους παράγοντες του πολέμου.[31]

Θεωρία του συναισθηματικού δεσμού[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα παιδιά που αποσπώνται από την οικογένεια σε νεαρή ηλικία μπορεί να αντιμετωπίσουν συναισθηματικά προβλήματα.[32] Τα παιδιά κάτω των πέντε ετών έχουν περισσότερες πιθανότητες να εμφανίσουν μεγαλύτερο κίνδυνο κατάθλιψης και άγχους σε σύγκριση με τους έφηβους. Η θεωρία του συναισθηματικού δεσμού υποδηλώνει ότι η ικανότητα ενός παιδιού για συναισθηματικό δεσμό μπορεί να αποτραπεί από αποκλίνουσες συνθήκες στο περιβάλλον του και από εμπειρίες με τους φροντιστές του.[33][34] Μπορούν να σχηματιστούν διαφορετικοί τύποι συναισθηματικών δεσμών με διαφορετικούς φροντιστές και περιβάλλοντα ανατροφής. Επιπλέον, είναι γνωστό ότι διαφορετικές εμπειρίες συναισθηματικών δεσμών στην παιδική ηλικία σχετίζονται με προβλήματα ψυχικής υγείας στην ενήλικη ζωή.[33][34]

Άλλες ψυχολογικές επιπτώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα παιδιά σε εμπόλεμες ζώνες γίνονται μάρτυρες και βιώνουν φρικτές βίαιες εμπειρίες που μπορεί να οδηγήσουν στην ανάπτυξη ψυχικών διαταραχών όπως διαταραχή μετατραυματικού στρες (PTSD).[6][35][36] Μέχρι το 2017, 3 εκατομμύρια παιδιά από τη Συρία έχουν γίνει μάρτυρες των επιπτώσεων του πολέμου άμεσα.[37] Το 80% από τα 94 παιδιά του Ιράκ που εκτέθηκαν στον βομβαρδισμό της 13ης Φεβρουαρίου 1991 εμφάνισαν συμπτώματα PTSD. Επίσης, η μελέτη δείχνει ότι το 41 τοις εκατό των παιδιών της Παλαιστίνης από τη Λωρίδα της Γάζας εμφάνισαν PTSD.[38] Η συχνότητα των επιπτώσεων του πολέμου έχει διακύμανση 10 έως 90 τοις εκατό όσον αφορά την ανάπτυξη PTSD, κατάθλιψης και προβλήματα συμπεριφοράς. [39]

Θέματα αποκατάστασης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Επανένταξη παιδιών στρατιωτών στην κοινωνία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Υπάρχουν περίπου 300.000 παιδιά στρατιώτες σε όλο τον κόσμο.[40]

Προγράμματα αφοπλισμού, αποστράτευσης και επανένταξης (DDR) διεξάγονται για την αποκατάσταση παιδιών στρατιωτών και παιδιών που έχουν πληγεί από τον πόλεμο.[41] Στη Σιέρα Λεόνε δημιουργήθηκε το DDR υπό την αιγίνα της UNICEF το 1999. Ωστόσο, ο αφοπλισμός απέτυχε σταθερά να προσελκύσει γυναίκες στρατιώτες που αναγκάζονταν να παρέχουν σεξουαλικές υπηρεσίες καθώς φοβούνταν πολύ να προχωρήσουν στη διαδικασία αποστράτευσης.[42]

Τα παιδιά στρατιώτες συχνά στιγματίζονται και αντιμετωπίζουν κοινωνικές διακρίσεις.[43] Η επανένταξη και η αποκατάσταση εξαρτώνται από το επίπεδο βίας που σημειώθηκε στην περιοχή, την αποδοχή από την οικογένεια και την κοινότητα και από παράγοντες όπως προγράμματα εκπαίδευσης και κατάρτισης για νέους που έχουν πληγεί από τον πόλεμο.[43]

Ψυχολογική θεραπεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η ψυχολογική θεραπεία θεωρείται πιο δύσκολη μετά την ηλικία των πέντε ετών.[34] Αυτό συμβαίνει επειδή η πλαστικότητα του εγκεφάλου μειώνεται μετά την ηλικία των πέντε ετών, καθώς μεγάλο μέρος της ανάπτυξης του εγκεφάλου συμβαίνει πριν από την ηλικία των έξι ετών.[44] Πολλές φορές απαιτείται μακροχρόνια ψυχολογική θεραπεία. Μερικά παιδιά αναπτύσσουν αντοχές και είναι σε θέση να ξεπεράσουν σημαντικές αντιξοότητες.[45] Το χρήσιμο περιβάλλον της κοινότητας και οι σταθεροί φροντιστές θεωρείται ότι χτίζουν την ικανότητα ανάρρωσης από δυσμενείς εμπειρίες της παιδικής ηλικίας.[45]

Προγράμματα παρέμβασης για παιδιά σε εμπόλεμες ζώνες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αφηγηματική θεραπεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η αφηγηματική θεραπεία είναι μια βραχυπρόθεσμη ατομική παρέμβαση για τη θεραπεία του PTSD που βασίζεται στη γνωσιακή-συμπεριφορική θεραπεία. Το KidNET είναι μια αφηγηματική θεραπεία για παιδιά ηλικίας 12-17 ετών που έχουν πληγεί από τον πόλεμο. Σϋμφωνα με αυτή, ο επαγγελματίας ψυχικής υγείας ενθαρρύνει τους ασθενείς να περιγράψουν γεγονότα της ζωής τους – από τη γέννηση μέχρι σήμερα. Βελτιώσεις μέσω του KidNET παρατηρούνται σε παιδιά πρόσφυγες της Ανατολικής Ευρώπης, στα παιδιά που επλήγησαν από τη γενοκτονία της Ρουάντας και στα παιδιά στη Σρι Λάνκα.

Ψυχοκοινωνική υποστήριξη Dyad[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η ψυχοκοινωνική υποστήριξη Dyad είναι μια θεραπεία σε επίπεδο οικογένειας για μητέρες και παιδιά που έχουν πληγεί από τον πόλεμο με στόχο τη συναισθηματική και ψυχολογική ανάπτυξη των παιδιών. Ένα παράδειγμα του προγράμματος πραγματοποιήθηκε στη Βοσνία για 5 μήνες με εβδομαδιαίες συναντήσεις μητέρων όπου συζητούσαν την ανάπτυξη των παιδιών τους, τους μηχανισμούς αντιμετώπισης και τα ψυχολογικά τραύματα.[46] Αυτό το πρόγραμμα είχε ξεκάθαρα θετικά αποτελέσματα στην «ψυχική υγεία της μητέρας, την αύξηση βάρους των παιδιών και την ψυχοκοινωνική λειτουργία και ψυχική υγεία των παιδιών».[47]

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. «Conflict» (στα αγγλικά). UNICEF USA. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2018-03-06. https://web.archive.org/web/20180306045609/https://www.unicefusa.org/mission/emergencies/conflict. Ανακτήθηκε στις 2018-03-08. 
  2. «How is the term "Armed Conflict" defined in international humanitarian law? - ICRC». www.icrc.org (στα Αγγλικά). 17 Μαρτίου 2008. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 11 Οκτωβρίου 2017. Ανακτήθηκε στις 8 Μαρτίου 2018. 
  3. «4 out of 10 child soldiers are girls» (στα αγγλικά). United Nations Regional Information Centre for Western Europe (UNRIC). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2018-03-08. https://web.archive.org/web/20180308103510/https://www.unric.org/en/latest-un-buzz/29639-4-out-of-10-child-soldiers-are-girls. Ανακτήθηκε στις 2018-03-08. 
  4. 4,0 4,1 «Young Soldiers Used in Conflicts Around the World». 30 Νοεμβρίου 2001. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 7 Μαρτίου 2018. Ανακτήθηκε στις 7 Μαρτίου 2018. 
  5. 5,0 5,1 5,2 5,3 5,4 Smith, Deborah (Σεπτεμβρίου 2001). «Children in the heat of war». American Psychological Association. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 20 Φεβρουαρίου 2018. Ανακτήθηκε στις 20 Φεβρουαρίου 2018. 
  6. 6,0 6,1 6,2 6,3 6,4 6,5 6,6 Machel, Graça· Salgado, Sebastian (2001). The Impact of War on Children: A review of progress since the 1996 United Nations Report on the Impact of Armed Conflict on Children. UNICEF. ISBN 978-1-85065-485-8. 
  7. Singer, Peter W. (2006-06-12). «Young Soldiers Used in Conflicts Around the World» (στα αγγλικά). Brookings. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2018-03-07. https://web.archive.org/web/20180307151400/https://www.brookings.edu/on-the-record/young-soldiers-used-in-conflicts-around-the-world/. Ανακτήθηκε στις 2018-03-08. 
  8. 8,0 8,1 «Children in war». United Nations Children's Fund. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 20 Φεβρουαρίου 2018. Ανακτήθηκε στις 19 Φεβρουαρίου 2018. 
  9. «Refugee Situations». The UN Refugee Agency. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 19 Φεβρουαρίου 2018. Ανακτήθηκε στις 19 Φεβρουαρίου 2018. 
  10. «UNICEF». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 9 Μαρτίου 2018. Ανακτήθηκε στις 8 Μαρτίου 2018. 
  11. «Terrorist Attacks». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 6 Μαρτίου 2018. Ανακτήθηκε στις 8 Μαρτίου 2018. 
  12. 12,0 12,1 «Children and Landmines: A Deadly Legacy\» (PDF). UNICEF. Αρχειοθετήθηκε (PDF) από το πρωτότυπο στις 5 Σεπτεμβρίου 2009. Ανακτήθηκε στις 8 Μαρτίου 2018. 
  13. 13,0 13,1 Landmine Monitor (PDF). International Campaign to Ban Landmines - Cluster Munition Coalition. 2017. σελίδες 55–100. ISBN 978-2-9701146-2-8. Ανακτήθηκε στις 8 Μαρτίου 2018. 
  14. Guterres, Antonio (15 Απριλίου 2017). «Report of the secretary-general on conflict-related sexual violence» (PDF). United Nations. Αρχειοθετήθηκε (PDF) από το πρωτότυπο στις 28 Μαρτίου 2018. Ανακτήθηκε στις 8 Μαρτίου 2018. 
  15. «Sexual violence as a weapon of war». www.unicef.org. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 20 Μαρτίου 2018. Ανακτήθηκε στις 8 Μαρτίου 2018. 
  16. Hick, Steven (1 May 2001). «The Political Economy of War-Affected Children». The Annals of the American Academy of Political and Social Science 575 (Sage Publications, Inc. in association with the American Academy of Political and Social Science): 106–121. doi:10.1177/000271620157500107. 
  17. 17,0 17,1 17,2 «Famine and Food Crises» (στα αγγλικά). UNICEF USA. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2018-03-09. https://web.archive.org/web/20180309063006/https://www.unicefusa.org/mission/emergencies/food-crises. Ανακτήθηκε στις 2018-03-08. 
  18. «Children in the heat of war». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 20 Φεβρουαρίου 2018. Ανακτήθηκε στις 1 Μαρτίου 2018. 
  19. Gennetian, Lisa A.; Shafir, Eldar (2015-09-01). «The Persistence of Poverty in the Context of Financial Instability: A Behavioral Perspective» (στα αγγλικά). Journal of Policy Analysis and Management 34 (4): 904–936. doi:10.1002/pam.21854. ISSN 1520-6688. 
  20. «International Conference on War-Affected Children, Winnipeg, Canada, 10–17 September 2000» (στα αγγλικά). Refugee Survey Quarterly 23 (2): 287–313. 1 July 2004. doi:10.1093/rsq/23.2.287. ISSN 1020-4067. 
  21. «UN: Middle East wars hit 13 million schoolchildren». www.aljazeera.com. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 8 Μαρτίου 2018. Ανακτήθηκε στις 8 Μαρτίου 2018. 
  22. 22,0 22,1 22,2 22,3 «Education Under Fire: How conflict in the Middle East is depriving children of their schooling» (PDF). UNICEF. 3 Σεπτεμβρίου 2015. Αρχειοθετήθηκε (PDF) από το πρωτότυπο στις 16 Σεπτεμβρίου 2015. Ανακτήθηκε στις 6 Μαρτίου 2015. 
  23. Porter, Lizzie. «Attacks on schools aim to 'destroy Syria's identity'». www.aljazeera.com. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 8 Μαρτίου 2018. Ανακτήθηκε στις 8 Μαρτίου 2018. 
  24. Educating children in conflict zones : research, policy, and practice for systemic change : a tribute to Jackie Kirk. Kirk, Jackie, 1968–2008., Mundy, Karen E. (Karen Elizabeth), 1962–, Dryden-Peterson, Sarah. New York: Teachers College Press. 2011. ISBN 9780807752432. 
  25. 25,0 25,1 «InBrief: The Science of Early Childhood Development». Center on the Developing Child at Harvard University. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 20 Φεβρουαρίου 2018. Ανακτήθηκε στις 19 Φεβρουαρίου 2018. 
  26. 26,0 26,1 «Center on the Developing Child at Harvard University». web.archive.org. 9 Ιανουαρίου 2019. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 9 Ιανουαρίου 2019. Ανακτήθηκε στις 20 Αυγούστου 2023. CS1 maint: Unfit url (link)
  27. «Socioeconomic status and the brain: mechanistic insights from human and animal research». Nature Reviews. Neuroscience 11 (9): 651–9. September 2010. doi:10.1038/nrn2897. PMID 20725096. 
  28. «Poverty impedes cognitive function». Science 341 (6149): 976–80. August 2013. doi:10.1126/science.1238041. PMID 23990553. Bibcode2013Sci...341..976M. 
  29. «Parents' Incomes and Children's Outcomes: A Quasi-Experiment». American Economic Journal: Applied Economics 2 (1): 86–115. January 2010. doi:10.1257/app.2.1.86. PMID 20582231. 
  30. «Boosting family income to promote child development». The Future of Children 24 (1): 99–120. 2014. doi:10.1353/foc.2014.0008. PMID 25518705. https://escholarship.org/uc/item/5rv2k936. 
  31. «A synopsis of recent influential papers published in psychiatric journals (2010–2011) from the Arab world». Asian Journal of Psychiatry 5 (2): 175–8. June 2012. doi:10.1016/j.ajp.2012.05.001. PMID 22813663. 
  32. «Long-term effects of the British evacuation of children during World War 2 on their adult mental health». Aging & Mental Health 13 (3): 391–404. May 2009. doi:10.1080/13607860902867750. PMID 19484603. 
  33. 33,0 33,1 «The evacuation of British children during World War II: a preliminary investigation into the long-term psychological effects». Aging & Mental Health 7 (5): 398–408. September 2003. doi:10.1080/1360786031000150711. PMID 12959810. https://discovery.ucl.ac.uk/id/eprint/10098599/1/The_evacuation_of_British_chil.pdf. 
  34. 34,0 34,1 34,2 «Placement in foster care enhances quality of attachment among young institutionalized children». Child Development 81 (1): 212–23. January 2010. doi:10.1111/j.1467-8624.2009.01390.x. PMID 20331663. 
  35. Freh, F. M.; Chung, M. C.; Dallos, R. (2013). «Freh FM, Chung MC, Dallos R (2013) In the shadow of terror: Posttraumatic stress and psychiatric co-morbidity following bombing in Iraq: The role of shattered world assumptions and altered self-capacities.». Journal of Psychiatric Research 47 (2): 215–225. doi:10.1016/j.jpsychires.2012.10.008. PMID 23186645. 
  36. «Childhood factors and war zone stress in chronic PTSD». Journal of Traumatic Stress 9 (2): 361–8. April 1996. doi:10.1007/BF02110668. PMID 8731554. https://archive.org/details/sim_journal-of-traumatic-stress_1996-04_9_2/page/361. 
  37. «Syrian children suffering trauma from war». Deutsche Welle. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 7 Μαρτίου 2018. Ανακτήθηκε στις 7 Μαρτίου 2018. 
  38. Parsons, Martin (2008). Children: the invisible victims of war: An interdisciplinary study. Peterborough: DSM. ISBN 978-0-9547229-4-4. 
  39. «Children's trauma and adjustment reactions to violent and nonviolent war experiences». Journal of the American Academy of Child and Adolescent Psychiatry 41 (4): 450–7. April 2002. doi:10.1097/00004583-200204000-00018. PMID 11931602. 
  40. «Ten facts about child soldiers that everyone should know». The Independent. 23 Δεκεμβρίου 2012. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 20 Φεβρουαρίου 2018. Ανακτήθηκε στις 21 Μαρτίου 2018. 
  41. «What is DDR?». www.unddr.org. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 9 Απριλίου 2017. Ανακτήθηκε στις 19 Φεβρουαρίου 2018. 
  42. Guide to the optional protocol on the involvement of children in armed conflict. New York: UNICEF. 2003. σελ. 19. 
  43. 43,0 43,1 «Past horrors, present struggles: the role of stigma in the association between war experiences and psychosocial adjustment among former child soldiers in Sierra Leone». Social Science & Medicine 70 (1): 17–26. January 2010. doi:10.1016/j.socscimed.2009.09.038. PMID 19875215. 
  44. «Brain development during the preschool years». Neuropsychology Review 22 (4): 313–33. December 2012. doi:10.1007/s11065-012-9214-1. PMID 23007644. 
  45. 45,0 45,1 «Resilience». Center on the Developing Child at Harvard University. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 20 Φεβρουαρίου 2018. Ανακτήθηκε στις 19 Φεβρουαρίου 2018. 
  46. Dybdahl, Ragnhild (2001). «A Psychosocial Support Programme for Children and Mothers in War». Clinical Child Psychology and Psychiatry 6 (3): 425–436. doi:10.1177/1359104501006003010. 
  47. «Interventions for children affected by war: an ecological perspective on psychosocial support and mental health care». Harvard Review of Psychiatry 21 (2): 70–91. 2013. doi:10.1097/HRP.0b013e318283bf8f. PMID 23656831.