Αεροφωτογράφιση από περιστέρια

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ένα περιστέρι με μια γερμανική φωτογραφική μηχανή μινιατούρα, πιθανότατα η λήψη της ολοκληρώθηκε κατά τη διάρκεια του Α' Παγκοσμίου Πολέμου

Η αεροφωτογράφιση από περιστέρια αποτελεί μέρος της γενικότερης τεχνικής της αεροφωτογράφισης, που επινοήθηκε κατά το 1907 από τον Γερμανό φαρμακοποιό Γιούλιους Νόιμπρονερ (Julius Neubronner), ο οποίος χρησιμοποιούσε ταχυδρομικά περιστέρια για να παραδίδει φάρμακα σε ασθενείς. Σε ένα οικόσιτο περιστέρι φοριόταν σύστημα με λουριά κι αλουμινένιο θώρακα, στο οποίο είχε προστεθεί μια ελαφριά φωτογραφική μηχανή-μινιατούρα που λειτουργούσε με χρονοδιακόπτη. Η αίτηση ευρεσιτεχνίας (πατέντα) που υπέβαλε ο Νόιμπρονερ απορρίφθηκε αρχικά, όμως εν τέλει του παραχωρήθηκε τον Δεκέμβριο του 1908, όταν προσκόμισε αρκετά πειστήρια ότι οι φωτογραφίες είχαν πράγματι τραβηχτεί με το τρόπο αυτό από τα περιστέρια του. Τη μέθοδό του και την τεχνική της την κοινοποίησε στη Διεθνή Φωτογραφική Έκθεση της Δρέσδης του 1909, και κατάφερε να πουλήσει μερικές από τις φωτογραφίες του ως καρτ-ποστάλ στη Διεθνή Έκθεση Αεροπλοΐας της Φρανκφούρτης και στη Διεθνή Έκθεση Paris Air Show του 1910 και 1911.

Αρχικά, η δυνατότητα της αεροφωτογράφισης με περιστέρια έγινε αντικείμενο εκμετάλλευσης από τον στρατό για λόγους αναγνώρισης από αέρος. Δοκιμές σε πεδία μάχης κατά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο παρείχαν ενθαρρυντικά αποτελέσματα και η χρήση επιπρόσθετης βοηθητικής τεχνολογίας με κινητούς περιστερώνες για τα ταχυδρομικά περιστέρια αύξησε το αντίκτυπο. Χάρη στην ταχύτατη τελειοποίηση του τομέα της αεροναυτιλίας κατά τον πόλεμο, το ενδιαφέρον του στρατού για την αεροφωτογράφιση από περιστέρια εξασθένισε και ο Νόιμπρονερ εγκατέλειψε τα πειράματά του. Η ιδέα του αναβίωσε για λίγο κατά την δεκαετία του 1930 από έναν Ελβετό ωρολογοποιό, καθώς και από τον Γερμανικό και το Γαλλικό στρατό σύμφωνα με πληροφορίες. Αν και εκμεταλλεύθηκαν τα πολεμικά περιστέρια κατά κόρον κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, είναι αβέβαιο ως ποιον βαθμό χρησιμοποιήθηκαν άλλα πτηνά κατά την αναγνώριση από αέρος, ή αν υπήρξαν καν. Η Κεντρική Υπηρεσία Πληροφοριών (CIA) των Ηνωμένων Πολιτειών δημιούργησε αργότερα μια κάμερα που την τροφοδοτούσε με ενέργεια μια μπαταρία, ειδικά σχεδιασμένη για κατασκοπευτική φωτογράφιση του εχθρού από τα περιστέρια, όμως οι ακριβείς λεπτομέρειες της χρήσης της παραμένουν εμπιστευτικές.

Η κατασκευή μιας επαρκούς, μικρής και ελαφριάς φωτογραφικής μηχανής, καθώς και η εκπαίδευση και χειραγώγηση των πτηνών να μεταφέρουν τα απαιτούμενα βάρη, παρουσίασε μεγάλες προκλήσεις, όπως και ο περιορισμένος έλεγχος της θέσης των περιστεριών, του προσανατολισμού τους και της ταχύτητάς τους κατά τη λήψη των φωτογραφιών. Στα 2004, το τηλεοπτικό δίκτυο BBC (British Broadcasting Corporation) τοποθέτησε τηλεοπτικές κάμερες μινιατούρες σε γεράκια και διπλοσάινα για να αποκτήσει ζωντανά στιγμιότυπα. Σήμερα κάποιοι ενθουσιώδεις ερευνητές και καλλιτέχνες κάνουν χρήση των crittercams (οργάνων μέτρησης θέσης, επιτάχυνσης, θερμοκρασίας κλπ. που εμπεριέχουν και μικρή κάμερα) που τοποθετούνται σε διάφορα είδη ζώων.

Καταβολές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οικόσιτο περιστέρι 4 ετών που ολοκλήρωσε 15 ανυψώσεις σε αερόστατο[1]

Οι πρώτες αεροφωτογραφίες τραβήχτηκαν το 1858 από τον Ναντάρ (Nadar), έναν αεροναύτη, ενώ στον Τζέιμς Γουάλας Μπλακ (James Wallace Black) αποδίδονται οι παλαιότερες αεροφωτογραφίες που έχουν διασωθεί, το 1860, επίσης τραβηγμένες από αερόστατο.[2] Η πρόοδος στο τομέα των φωτογραφικών εξελίξεων συνεχιζόταν, ώσπου στα τέλη του 19ου αιώνα μερικοί πρωτοπόροι τοποθέτησαν κάμερες σε μη επανδρωμένα ιπτάμενα αντικείμενα. Στα τέλη της δεκαετίας του 1880, ο Άρθουρ Μπατούτ (Arthur Batut) πειραματίστηκε με την αεροφωτογραφία με τη χρήση χαρταετού. Πολλοί τον ακολούθησαν, και οι φωτογραφίες υψηλής ευκρίνειας της Βοστώνης που τράβηξε ο Γουίλιαμ Άμπνερ Έντυ (William Abner Eddy) στα 1896 τον έκαναν διάσημο. Ο Αμεντέ Ντενίζ (Amédée Denisse, Γάλλος φωτογράφος, εικονογράφος, πυροτεχνουργός και ευρεσιτέχνης) εξόπλισε έναν πύραυλο με κάμερα και αλεξίπτωτο το 1888, κι ο Άλφρεντ Νόμπελ (Alfred Nobel) επίσης χρησιμοποίησε τη αεροφωτογράφηση με τη χρήση πυραύλου στα 1897.[3][4]

Τα οικόσιτα περιστέρια χρησιμοποιούνταν κατά κόρον κατά τη περίοδο του 19ου και 20ου αιώνα μ.Χ., τόσο για χρήση στο πολιτικό ταχυδρομείο περιστεριών όσο και στο πολεμικό ταχυδρομείο περιστεριών. Κατά τη διάρκεια του Φραγκο-Πρωσικού Πολέμου του 1870, το τότε περιβόητο ταχυδρομείο περιστεριών του Παρισίου μετέφερε έως και 50 000 τηλεγραφήματα σε μορφή μικροφίλμ ανά πτήση από την Τουρς έως και την πολιορκημένη πρωτεύουσα. Στο σύνολο, 150000 ατομικά προσωπικά τηλεγραφήματα και κρατικά δέματα στάλθηκαν.[5] Σε ένα πείραμα του 1889 που διεξήχθη στoν Τεχνικό Σύλλογο της Αυτοκρατορικής Ρωσίας στην Αγία Πετρούπολη, ο επικεφαλής του σώματος των Ρώσων αεροναυπηγών τράβηξε αεροφωτογραφίες από ένα μπαλόνι κι έστειλε το εμφανισμένο αρνητικό φιλμ κολλωδίου πίσω στο έδαφος χρησιμοποιώντας ένα ταχυδρομικό περιστέρι.[6]

Γιούλιους Νόιμπρονερ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Γιούλιους Νόιμπρονερ (1914)

Στα 1903 ο Γιούλιους Νόιμπρονερ, Γερμανός φαρμακοποιός στη πόλη Κρόνμπεργκ κοντά στη Φρανκφούρτη, αποφάσισε να συνεχίσει μια πρακτική που ξεκίνησε ο πατέρας του μισό αιώνα νωρίτερα και έλαβε συνταγογράφηση από ένα σανατόριο στην κοντινή πόλη Φάλκενσταϊν με ταχυδρομικά περιστέρια, (το ταχυδρομείο περιστεριών έκλεισε τρία χρόνια αφού έκλεισε και το σανατόριο). Παρέδιδε φάρμακα που ήταν επείγοντα, βάρους έως και 75 γραμμαρίων (2,6 ουγγιών) χρησιμοποιώντας την ίδια μέθοδο, τοποθετώντας κάποια από τα περιστέρια του στον χονδρέμπορό του στη Φρανκφούρτη ώστε να βγάλει κέρδος ο ίδιος από τις άμεσες παραδόσεις. Όταν ένα από τα περιστέρια του έχασε τον προσανατολισμό του μέσα στην ομίχλη και μυστηριωδώς κατέληξε, καλοταϊσμένο, τέσσερις βδομάδες αργότερα, στον τελικό προορισμό του, ο Νόιμπρονερ εμπνεύστηκε από την ιδέα να τα εξοπλίσει με αυτόματες μηχανές που θα κατέγραφαν τη διαδρομή τους. Αυτή η σκέψη τον οδήγησε να ενσωματώσει τα δύο του χόμπι σε ένα νέο «διπλό σπορ» που θα συνδύαζε την αγάπη του για τα ταχυδρομικά περιστέρια και την ερασιτεχνική φωτογράφηση. Αργότερα ο Νόιμπρονερ έμαθε ότι το περιστέρι του το είχε υπό την προστασία του ένας σεφ εστιατορίου στη πόλη Βισμπάντεν.[7]

Αφού κατάφερε επιτυχώς να δοκιμάσει ρολόι με φωτογραφική μηχανή τύπου Τίκα (Ticka) σε τραίνο ενώ εκείνος βρισκόταν πάνω σε έλκηθρο,[7], ο Νόιμπρονερ άρχισε τη κατασκευή μιας ελαφριάς φωτογραφικής μηχανής που θα μπορούσε να εφαρμόζει στον θώρακα ενός περιστεριού με τη βοήθεια ιμάντων και μιας αλουμινένιας πλάκας. Χρησιμοποιώντας μοντέλα ξύλινων φωτογραφικών μηχανών που ζύγιζαν από 30 έως και 75 γραμμάρια (1,1 έως 2,6 ουγγιές), τα περιστέρια εκπαιδεύονταν τη μεταφορά του φορτίου τους.[8] Για να γίνει η λήψη της αεροφωτογραφίας, ο Νόιμπρονερ μετέφερε ένα ταχυδρομικό περιστέρι σε μια τοποθεσία έως και 100 χιλιόμετρα (60 μίλια) μακριά από τον περιστερώνα του, όπου τού τοποθετούσε τη φωτογραφική μηχανή και το απελευθέρωνε. [9] Το πουλί, που ήξερε ότι θα το απελευθέρωναν από το φορτίο του, πετούσε ως τον περιστερώνα σε ευθεία πορεία, σε ύψος 50 έως 100 μέτρων (160 έως 330 πόδια).[10] Ένα πνευματικό σύστημα στη φωτογραφική μηχανή έλεγχε τη χρονοκαθυστέρηση πριν τη λήψη της αεροφωτογραφίας. Για να διευκολυνθεί το περιστέρι που είχε επιφορτιστεί το έργο, ο περιστερώνας είχε ένα ευρύ χώρο προσγείωσης και μεγάλη οπή εισόδου.[8]

Πάνω δεξιά: Αεροφωτογραφίες του Σλώσοτελ Κρόνμπεργκ (Schlosshotel Kronberg). Κάτω δεξιά και κέντρο: ΦρανκφούρτηΑριστερά: Περιστέρια με ανάρτηση φωτογραφικής μηχανής.
Πάνω: Αποσπασματική κάτοψη μιας πατέντας για φωτογραφική μηχανή με δύο φακούς που την εφάρμοζαν σε περιστέρι. Κάτω: Πνευματικό σύστημα. Η κάμερα ενεργοποιείτο με την εισπνοή του θαλάμου στα δεξιά. Καθώς ο αέρας σιγά-σιγά έφευγε από τα τριχοειδή στη βάση, το πιστόνι πήγαινε πίσω προς τα αριστερά μέχρι που πυροδοτούσε την έκρηξη.
Η πατενταρισμένη φωτογραφική μηχανή με τα λουριά και το θώρακα.

Σύμφωνα με τον Νόιμπρονερ, υπήρχαν περίπου καμιά ντουζίνα διαφορετικά μοντέλα αυτής της κάμερας. Έως τα 1907 είχε επιτύχει επαρκώς για να δηλώσει για άδεια ευρεσιτεχνίας. Αρχικώς, η μέθοδος του με τίτλο «Μέθοδοι και Μέσα για μια Φωτογράφηση Τοπίων από Ψηλά» απορρίφθηκε από το γερμανικό γραφείο ευρεσιτεχνίας ως μη εφαρμόσιμη, αλλά αφού έγινε παρουσίαση πιστοποιημένων φωτογραφιών του χορηγήθηκε η άδεια το Δεκέμβριο του 1908.[11][12] Η αρχική απόρριψη βασίστηκε στη παρανόηση σχετικά με τη πτητική ικανότητα των οικόσιτων περιστεριών.[9] Η νέα τεχνολογία έγινε ευρύτερα γνωστή μέσω της συμμετοχής του Νόιμπρονερ στη Διεθνή Φωτογραφική Έκθεση της Δρέσδης του 1909[13], καθώς και στη Διεθνή Έκθεση Αεροπορίας στη Φρανκφούρτη στα 1909.  Οι θεατές που έφταναν στη Δρέσδη μπορούσαν να δουν την άφιξη των περιστεριών, καθώς και τις αεροφωτογραφίες που έφερναν πίσω μαζί τους και τις μετέτρεπαν σε καρτ-ποστάλ.[2][14] Οι φωτογραφίες του Νόιμπρονερ κέρδισαν βραβεία τόσο στη Δρέσδη όσο και στη Διεθνή Έκθεση Paris Air Show του 1910 και 1911.[15]

Μια φωτογραφία του Σλώσοτελ Κρόνμπεργκ (Schlosshotel Kronberg, που τότε το αποκαλούσαν Σλως Φρίντριχσωφ, κατά τον ιδιοκτήτη του Κάιζερ Φρίντριχ) έγινε διάσημο επειδή κατά τύχη περιλάμβανε και την άκρη των φτερών του φωτογράφου. Το έδειχναν στις γερμανικές αίθουσες του κινηματογράφου ως δείγμα παράβασης απορρήτου ως μέρος του εβδομαδιαίων Επίκαιρων του 1929.[16]

Σε ένα μικρό εγχειρίδιο που εκδόθηκε στα 1909, ο Νόιμπρονερ περιέγραφε πέντε μοντέλα φωτογραφικών μηχανών:

  • Η «διπλή κάμερα» όπως περιγράφεται στη πατέντα έχει δύο φακούς που στοχεύουν προς αντίθετες κατευθύνσεις (προς τα μπρος/προς τα πίσω), η καθεμία με εστιακό βάθος 40 χιλιοστών. Με χειρισμό για κλείστρο εστιακού επιπέδου, αυτή η φωτογραφική μηχανή μπορούσε να «τραβήξει» δύο ταυτόχρονες εκθέσεις σε γυάλινη πλάκα τη φορά, που τις καθόριζε το πνευματικό σύστημα.
  • Μία στερεοσκοπική φωτογραφική μηχανή είχε παρόμοια χαρακτηριστικά, αλλά κι οι δυο φακοί εστίαζαν προς την ίδια κατεύθυνση.
  • Ένας τύπος φωτογραφικής μηχανής ήταν σε θέση να μεταφέρει φιλμ και να «τραβάει» διάφορες λήψεις στη σειρά.
  • Ένας τύπος φωτογραφικής μηχανής είχε το φακό του στερεωμένο σταθερά σε μία σακούλα φυσητήρα. Ένας μηχανισμός με ψαλίδια συγκρατούσε τη σακούλα σε κατάσταση αναπτύγματος μέχρι να «τραβηχτεί» η φωτογραφία, αλλά τη μάζευε αμέσως μετά. Αυτό επέτρεπε μία έκθεση σε πλάκα μεσαίου φορμά 6x9 (6 εκ. X 9 εκ.), με εστιακό μήκος 85 χιλιοστών.
  • Σε μία πανοραμική μηχανή, το κλείστρο του εστιακού επιπέδου είχε αντικατασταθεί από μια περιστροφή του ίδιου του φακού κατά 180°.[8] Αυτό το μοντέλο λειτούργησε ως βάση για τη Πανοραμική Κάμερα Ντόπελ-Σπορτ (Doppel-Sport Panoramic Camera), κι αυτή εφεύρεση του Νόιμπρονερ, την οποία προσπάθησε να πλασάρει στα 1910. Είχε την ικανότητα να «τραβάει» πανοραμικές λήψεις 3x8 (3 εκ. Χ 8 εκ.). Παρόλα αυτά, δεν τα κατάφερε να βγει σε γραμμή παραγωγής.
  • [17]

Σε ένα φυλλάδιο που κυκλοφόρησε στα 1920, ο Νόιμπρονερ περιέγραφε το τελευταίο του μοντέλο ως κάτι που ζύγιζε λίγο περισσότερο από 40 γραμμάρια (1,4 ουγγιά) και που ήταν σε θέση να «τραβήξει» έως και 12 λήψεις.[11] Στα 2007, ένας ερευνητής παρατήρησε ότι πολύ λίγες τεχνικές πληροφορίες είναι διαθέσιμες σχετικά με τους φακούς, τα κλείστρα, και τη ταχύτητα του φωτογραφικού μέσου, αλλά ανέφερε ότι ο Νόιμπρονερ απέκτησε το φιλμ για τη πανοραμική φωτογραφική μηχανή του από την εταιρεία Άντοξ (ADOX, η πρώτη κατασκευάστρια εταιρεία φωτογραφικών υλικών στο κόσμο). Για αυτή τη φωτογραφική μηχανή υπολόγισε μία ταχύτητα φιλμ με ISO 25/15° – 40/17° και μια ταχύτητα κλείστρου 1/60s–1/100s. Το φιλμ κόπηκε σε μέγεθος φορμά 3Χ6 (30χιλιοστά×60χιλιοστά) και του δόθηκε κλίση σε σχήμα κοίλου για να αποφευχθεί όποια άσκοπη παραμόρφωση εξαιτίας της ημικυκλικής κίνησης των φακών.[15]

Κατά το 1920 ο Νόιμπρονερ ανακάλυψε ότι δέκα χρόνια σκληρής εργασίας και ενός σημαντικού ποσού εξόδων είχαν τελικά αποδώσει μόνο στο να καταφέρει να δει το όνομα του σε διάφορες εγκυκλοπαίδειες και την ικανοποίηση ότι μια δευτερευούσης σημασίας τεχνολογία, ο κινητός περιστερώνας (που περιγράφεται παρακάτω), είχε αποδείξει την αξία του στο πεδίο της μάχης.[11] Η πανοραμική φωτογραφική μηχανή του Νόιμπρονερ εκτίθεται στο Γερμανικό Μουσείο Τεχνολογίας ( https://web.archive.org/web/20160918174414/http://www.sdtb.de/English.122.0.html ) στο Βερολίνο και στο Ντόιτζες Μουσέουμ (Deutsches Museum) στο Μόναχο.[18][19]

Α' Παγκόσμιος Πόλεμος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο κινητός περιστερώνας του Νόιμπρονερ και το εμφανιστήριο του στις εκθέσεις του 1909

Η ανακάλυψη του Νόιμπρονερ είχε τελειοποιηθεί μόνο εν μέρη, με τη προοπτική στρατιωτικών εφαρμογών. Εκείνη τη περίοδο η αναγνώριση μέσω φωτογραφικών εναέριων μέσων ήταν εφικτή μεν αλλά δυσκίνητη, καθώς περιλάμβανε μπαλόνια, χαρταετούς ή πυραύλους.[11] Οι Αδελφοί Ράιτ είχαν καταφέρει μια επιτυχή πτήση στα 1903, παρουσιάζοντας νέες δυνατότητες, και αεροσκάφη επιτήρησης είχαν παρουσιαστεί και τελειοποιηθεί κατά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο. Η φωτογράφηση που βασιζόταν όμως σε περιστέρια, παρόλες τις δυσκολίες πρακτικής εφαρμογής, υποσχόταν να παρέχει συμπληρωματικές, λεπτομερής φωτογραφίες από χαμηλά ύψη.[11]

Το Πρωσικό Υπουργείο Πολέμου έδειξε ενδιαφέρον, αλλά κάποιος αρχικός ενδοιασμός μπορούσε να αποφευχθεί με μια σειρά από επιτυχής επιδείξεις. Τα περιστέρια αποδείχθηκαν αρκετά αδιάφορα στις εκρήξεις, αλλά κατά τη διάρκεια της μάχης ένας περιστερώνας μπορεί να χρειαζόταν να μετακινηθεί, και να χρειαζόταν λίγος χρόνος για τα περιστέρια ώσπου να προσανατολιστούν στη νέα τους θέση.[11] Το πρόβλημα του να κάνεις τα οικόσιτα περιστέρια να αποδεχτούν έναν μετατοπισμένο περιστερώνα με το ελάχιστο που θα απαιτηθεί για επανεκπαίδευση είχε αντιμετωπιστεί με κάποια επιτυχία από τον ιταλικό στρατό γύρω στα 1880,[20] ο Γάλλος λοχαγός Ρεϋνώ (Reynaud) έλυσε αυτό το πρόβλημα με το να μεγαλώνει τα μικρά περιστέρια σε έναν περιοδεύοντα περιστερώνα.[21] Δεν υπάρχει κάποια ένδειξη ότι ο Νόιμπρονερ γνώριζε αυτή τη δουλειά, αλλά σίγουρα γνώριζε ότι θα μπορούσε να δοθεί κάποια λύση καθώς είχε ακούσει για έναν πλανόδιο εργάτη που απασχολούνταν σε πανηγύρια και ήταν θαυμαστής των περιστεριών κι είχε ένα περιστερώνα στο τροχόσπιτο του. Στις εκθέσεις του 1909 στη Δρέσδη και τη Φραγκφούρτη παρουσίασε ένα μικρό αμαξίδιο που συνδύαζε ένα σκοτεινό θάλαμο με ένα κινητό περιστερώνα σε φανταχτερά χρώματα. Μετά από μήνες επίπονης εργασίας εκπαίδευσε τα νεαρά περιστέρια να επιστρέφουν στον περιστερώνα ακόμα κι αν είχε μετακινηθεί.[11]

Στα 1912[14] ο Νόιμπρονερ είχε ολοκληρώσει το έργο του (που είχε ορίσει στα 1909) να φωτογραφήσει τις εργασίες κοντά στη λίμνη Τεγκέλ χρησιμοποιώντας μόνο το κινητό του περιστερώνα. Περίπου 10 χρόνια διαπραγματεύσεων είχαν προγραμματιστεί να λάβουν τέλος τον Αύγουστο του 1914 με ένα πρακτικό τεστ σε μια μανούβρα στο Στρασβούργο, που ακολουθήθηκε από μια κατάσχεση της εφεύρεσης από το κράτος. Όλα τα παραπάνω σχέδια ανατράπηκαν από το ξέσπασμα του πολέμου. Ο Νόιμπρονερ έπρεπε να παρέχει όλα του τα περιστέρια και τον εξοπλισμό στο στρατό, που τα δοκίμασε στο πεδίο των μαχών με ικανοποιητικά αποτελέσματα, αλλά χωρίς να υιοθετήσει τη τεχνική αυτή πιο ευρέως.[11][22]

Αντιθέτως, κάτω από το πρίσμα των νέων συνθηκών που προκαλούσαν οι φθορές του πολέμου, τα πολεμικά περιστέρια στο ρόλο των ταχυδρομικών περιστεριών γνώρισαν άνθιση. Ο κινητός περιστερώνας του Νόιμπρονερ βρήκε το δρόμο του ως τη Μάχη του Βερντούν, όπου αποδείχτηκε να έχει τέτοιο σημείο υπεροχής ώστε να χρησιμοποιηθεί σε μεγαλύτερη έκταση στη Μάχη του Σομμέ.[11] Μετά το πόλεμο, το Υπουργείο Πολέμου αποκρίθηκε στο αίτημα του Νόιμπρονερ ότι η χρήση περιστεριών για εναέρια φωτογράφηση δεν είχε κάποια στρατιωτική αξία και περαιτέρω πειράματα δεν μπορούσαν να δικαιολογηθούν.[14]

Το Διεθνές Μουσείο Κατασκοπίας στη Ουάσινγκτον έχει ένα μικρό δωμάτιο αφιερωμένο στα ταχυδρομικά περιστέρια και τη φωτογράφηση με περιστέρια κατά το Α' Παγκόσμιο Πόλεμο.[23]

Β' Παγκόσμιος Πόλεμος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παιχνίδι που απεικονίζει Γερμανό στρατιώτη να κρατάει ένα περιστέρι με φωτογραφική μηχανή
Κάτοψη σχεδίου από την ελβετική πατέντα

Παρά την επίσημη θέση του Υπουργείου Πολέμου αμέσως μετά το τέλος του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, το 1932 αναφέρθηκε ότι ο γερμανικός στρατός εκπαίδευε περιστέρια για να φωτογραφίζουν, κι ότι οι γερμανικές κάμερες των περιστεριών ήταν σε θέση για 200 λήψεις ανά πτήση.[24] Την ίδια χρονιά, οι Γάλλοι ισχυρίστηκαν ότι είχαν αναπτύξει φωτογραφικές μηχανές για περιστέρια, καθώς και μία μέθοδο για να απελευθερώνουν τα περιστέρια πίσω από τις εχθρικές γραμμές από εκπαιδευμένα σκυλιά.[25]

Παρ'όλο που πολεμικά περιστέρια και κινητοί περιστερώνες χρησιμοποιήθηκαν ευρύτατα κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, είναι ασαφές σε ποιά έκταση χρησιμοποιήθηκαν για αεροφωτογράφηση. Σύμφωνα με μία αναφορά του 1942, ο Σοβιετικός στρατός ανακάλυψε εγκαταλελειμμένα φορτηγά με κάμερες περιστεριών που μπορούσαν να «τραβήξουν» φωτογραφίες ανά πέντε λεπτά, καθώς και σκυλιά εκπαιδευμένα να μεταφέρουν περιστέρια σε καλάθια.[26] Στη πλευρά των Συμμάχων, αναφέρεται ότι μέχρι και τα τέλη του 1943 το Αμερικανικό Σώμα Σημάτων και Διακριτικών (the American Signal Corps) ήταν εν γνώση της πιθανότητας του να υιοθετήσει την τεχνική.[27]

Είναι βέβαιο, παρόλα αυτά, ότι κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου η φωτογράφηση με περιστέρια παρουσιάστηκε στους γερμανικούς παιδικούς σταθμούς με τη μορφή παιχνιδιού. Από τις αρχές του 1935 αυτές οι παιδικές μικρογραφίες παιχνίδι παρήχθησαν υπό τη γενική φίρμα Ελαστολίνη (Elastolin), ενώ κάποιες από αυτές απεικονίζουν σαν βασική ιδέα μοτίφ προ του 1918 με εκσυγχρονισμένη ομοιομορφία, σταδιακά παρουσιάζοντας ένα λοχαγό του παραπάνω Σώματος με ένα σκύλο που μεταφέρει ένα περιστέρι. Το φιγουρίνι αντιπροσωπεύει ένα στρατιώτη έτοιμο να απελευθερώσει ένα περιστέρι που μεταφέρει μία υπερμεγέθη κάμερα περιστεριού.[28]

Χάρη σε έρευνα που διεξήχθη από το Ελβετικό Μουσείο Φωτογραφικής Μηχανής (Musée suisse de l'appareil photographique) στο Βεβέ, γνωρίζουμε περισσότερα για τις φωτογραφικές μηχανές των περιστεριών που ανέπτυξε την ίδια περίοδο ο Ελβετός ωρολογοποιός Κριστιάν Αντριάν Μισέλ (Christian Adrian Michel, 1912–1980)[29]  στη Βάλδη. Είχε τοποθετηθεί στην υπηρεσία των ταχυδρομικών περιστεριών του Ελβετικού Στρατού το 1931, και το 1933 άρχισε να εργάζεται στην ιδέα του να προσαρμόσει την πανοραμική φωτογραφική μηχανή του Νόιμπρονερ στο φιλμ των 16 χιλιοστών, βελτιώνοντας το με ένα μηχανισμό που έλεγχε τη καθυστέρηση πριν τη πρώτη έκθεση και τη μετακίνηση του φιλμ από έκθεση σε έκθεση. Η φωτογραφική μηχανή του Μισέλ έλαβε δίπλωμα ευρεσιτεχνίας στα 1937,[30] ζύγιζε μόλις 70 γραμμάρια (2,5 ούγιες), κι ίσως υπήρξε και η πρώτη που διέθετε χρονόμετρο που το ενεργοποιούσε ωρολογιακός μηχανισμός.[31]

Το σχέδιο που είχε κατά νου ο Μισέλ, να πουλήσει τη κάμερα του στον Ελβετικό Στρατό, απέτυχε, και στάθηκε αδύνατον να βρει κατασκευαστή που να τη παρήγαγε σε ποσότητα. Τελικά μόνο 100 κομμάτια από τη φωτογραφική του μηχανή παρήχθησαν.[17] Μετά το ξέσπασμα του Β' Παγκοσμίου Πολέμου ο Μισέλ «πατένταρε» μια οβίδα και μια ιπποσκευή για τη μεταφορά αντικειμένων με ταχυδρομικά περιστέρια όπως ρολά φιλμ .[32] Ανάμεσα στο 2002 και το 2007 τρεις από τις κάμερες του δημοπρατήθηκαν από τον Οίκο Κρίστυς (Christie's) στο Λονδίνο.[29]

Το Ελβετικό Μουσείο Φωτογραφικής Μηχανής στο Βεβέ έχει στη κατοχή περίπου 1000 φωτογραφίες που «τραβήχτηκαν» για ερευνητικούς σκοπούς κατά τη περίοδο που ο Μισέλ ανέπτυσσε τη φωτογραφική του μηχανή.[33] Οι περισσότερες φωτογραφίες «τραβήχτηκαν» με ορθόπανχρωματικό Άγκφα Φιλμ (Agfa film) των 16 χιλιοστών με ταχύτητα ISO 8/10°. Το φορμά έκθεσης ήταν 10Χ34 (10 χιλιοστά επί 34 χιλιοστά). Η δέ ποιότητα ήταν επαρκής για μια δεκαπλάσια μεγέθυνση.[31] Στο κατάλογο της έκθεσης του 2007 με τίτλο Des pigeons photographes? (Τα περιστέρια φωτογράφοι;) έχουν καταγραφεί ως δοκιμαστικές φωτογραφίες από έδαφος ή από παράθυρο, ανθρώπινες προοπτικές από το έδαφος ή από υπερυψωμένα σημεία, αεροφωτογραφίες από αεροπλάνα, αεροφωτογραφίες από σχετικά υψηλό υψόμετρο που πιθανώς τραβήχτηκαν από περιστέρια που απελευθερώθηκαν από αεροπλάνα, και μόλις ένα μικρό νούμερο από τυπικές φωτογραφίες περιστεριών.[33][34]

Μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Κεντρική Υπηρεσία Πληροφοριών (CIA) των Ηνωμένων Πολιτειών ανέπτυξε μια φωτογραφική μηχανή για περιστέρια που τροφοδοτείτο από μπαταρία, που τώρα εκτίθεται στο Εικονικό Μουσείο της CIA. Σύμφωνα με την ιστοσελίδα, τα πραγματικά στοιχεία της χρήσης της κάμερας εξακολουθούν να είναι απόρρητα.[35] Υπάρχουν εκθέσεις που αναφέρουν ότι γινόταν χρήση της κάμερας μέχρι και στη δεκαετία του 1970,[36] ότι τα περιστέρια απελευθερώνονταν από αεροπλάνα, και ότι το όλο εγχείρημα ήταν μια αποτυχία.[36] Στα 1978 το Ελβετικό περιοδικό L'Illustré (Λ'ιλουστρέ) τύπωσε μια αεροφωτογραφία ενός δρόμου στη Βασιλεία που είχε τραβήξει ένα περιστέρι της Φέντω ντε Βριές-Μπάουμαν (Febo de Vries-Baumman) εξοπλισμένο με μια φωτογραφική μηχανή με υδραυλικό μηχανισμό.[17] Τη περίοδο 2002-2003 ο περφόρμερ Άμος Λάτιερ (Amos Latteier) και το περιστέρι του  πειραματίστηκαν με την αεροφωτογράφηση χρησιμοποιώντας το λεγόμενο Advanced Photo System (APS) και ψηφιακές φωτογραφικές μηχανές μετέτρεψαν το αποτέλεσμα σε μια διάλεξη με τίτλο "PowerPointillist" στο Πόρτλαντ, Όρεγκον.[37] Στα 2008, σε μια μεταφορά της Ωραίας Κοιμωμένης από τον γερμανό σκηνοθέτη Άρεντ Άγκθε (Arend Agthe) σε κινηματογραφική ταινία, ο πρίγκιπας εφευρίσκει την αεροφωτογραφία με περιστέρι και ανακαλύπτει την Ωραία Κοιμωμένη από μια φωτογραφία που «τραβάει» ένα περιστέρι του.[38]

Στη δεκαετία του 1980 ένας μικρός αριθμός από ρέπλικες υψηλής ποιότητας κατασκευάστηκαν από τον Ρολφ Όμπερλάουντερ (Rolf Oberländer) και πήραν το όνομα Doppel-Sport cameras.[17] Ένα από αυτά τα μοντέλα προσήλθε στη κατοχή του Ελβετικού Μουσείου Φωτογραφικής Μηχανής (Swiss Camera Museum) στο Βεβέ στα 1999.[17]

Η σύγχρονη τεχνολογία επιτρέπει την επέκταση της ίδιας αρχής ως προς τη χρήση βιντεοκάμερας. Το 2004 το BBC παρουσίασε μέσα στα πλαίσια του προγράμματος Animal Camera (Κάμερα Ζώου) με παρουσιαστή τον Στιβ Λέοναρντ (Steve Leonard) θεαματικές ταινίες που λαμβάνονταν από μικροσκοπικές κάμερες τηλεόρασης που είχαν προσδεθεί σε αετούς, γεράκια και άλλα αρπακτικά, που μετέδιδαν το σήμα σε ένα κοντινό δέκτη μικροκυμάτων. Οι κάμερες έχουν βάρος 28 grams (1 oz).[39] Μικροσκοπικές ψηφιακές συσκευές αναπαραγωγής ήχου με ενσωματωμένη βιντεοκάμερα μπορούν επίσης να συνδεθούν με τα περιστέρια.[40] Το 2009 συζητήθηκε ιδιαίτερα ανάμεσα στους ερευνητές οι ανακοινώσεις που έγιναν μέσω μιας έκθεσης σε περιοδικό του κλάδου για τις γνώσεις που αποκόμισαν από την τοποθέτηση καμερών σε άλμπατρος. Οι κάμερες σε μέγεθος κραγιόν «τράβαγαν» φωτογραφία κάθε 30 δευτερόλεπτα.[39] Φωτογραφικές μηχανές έχουν επίσης τοποθετηθεί και σε άλλα ζώα, όπως γάτες και σκύλους.[41]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Hildebrandt, Alfred (1907), Die Luftschiffahrt nach ihrer geschichtlichen und gegenwärtigen Entwicklung, München: Oldenbourg, σελ. 395–397, http://www.archive.org/details/dieluftschiffah02hildgoog .
  2. 2,0 2,1 Professional Aerial Photographers Association (2007), «History of aerial photography», papainternational.org, http://www.papainternational.org/history.html, ανακτήθηκε στις 2016-09-17 
  3. Hildebrandt, Alfred (1907), Die Luftschiffahrt nach ihrer geschichtlichen und gegenwärtigen Entwicklung, München: Oldenbourg, σελ. 384–386, http://www.archive.org/details/dieluftschiffah02hildgoog 
  4. Mattison, David (2008), «Aerial photography», στο: Hannavy, John, επιμ., Encyclopedia of Nineteenth-century Photography, σελ. 12–15, ISBN 978-0-415-97235-2 
  5. Dagron, Prudent René Patrice (1870), La poste par pigeons voyageurs, Paris: Lahure, σελ. 21, http://gallica.bnf.fr/ark:/12148/bpt6k1108455 
  6. Hildebrandt, Alfred (1907), Die Luftschiffahrt nach ihrer geschichtlichen und gegenwärtigen Entwicklung, München: Oldenbourg, σελ. 406, http://www.archive.org/details/dieluftschiffah02hildgoog 
  7. 7,0 7,1 Neubronner, Julius (1910), «Die Photographie mit Brieftauben», στο: Wachsmuth, Richard, επιμ., Denkschrift der Ersten Internationalen Luftschiffahrts-Ausstellung (Ila) zu Frankfurt a.M. 1909, Berlin: Julius Springer, σελ. 77–96 
  8. 8,0 8,1 8,2 Neubronner, Julius (1908), «Die Brieftaube als Photograph», Die Umschau 12 (41): 814–818 
  9. 9,0 9,1 Gradenwitz, Alfred (1908), «Pigeons as picture-makers», Technical World Magazine 10: 485–487, http://books.google.com/books?id=FAbOAAAAMAAJ 
  10. Feldhaus, F.M. (1910), «Taubenpost», Ruhmesblätter der Technik – Von den Urerfindungen bis zur Gegenwart, Leipzig: Brandstetter, σελ. 544–553 
  11. 11,0 11,1 11,2 11,3 11,4 11,5 11,6 11,7 11,8 Neubronner, Julius (1920), 55 Jahre Liebhaberphotograph: Erinnerungen mitgeteilt bei Gelegenheit des fünfzehnjährigen Bestehens der Fabrik für Trockenklebematerial, Frankfurt am Main: Gebrüder Knauer, σελ. 23–31, OCLC 3113299 
  12. German patent DE 204721 ("Verfahren und Vorrichtung zum Photographieren von Geländeabschnitten aus der Vogelperspektive"), Neubronner, Julius, issued 1908-12-02, filed 1907-06-20.
  13. «Les pigeons photographes», Le Matin, 1909-06-12, http://cpascans.canalblog.com/archives/2009/06/11/index.html, ανακτήθηκε στις 2016-09-17 
  14. 14,0 14,1 14,2 Brons, Franziska (2006), «Faksimile: "siehe oben"», στο: Bredekamp, Horst; Bruhn, Matthias; Werner, Gabriele, επιμ., Bilder ohne Betrachter, Akademie Verlag, σελ. 58–63, ISBN 978-3-05-004286-2 
  15. 15,0 15,1 Wittenburg, Jan-Peter (2007), «Photographie aus der Vogelschau: zur Geschichte der Brieftaubenkamera», Photo deal 4 (59): 16–22 
  16. Brons, Franziska (2006), «Bilder im Fluge: Julius Neubronners Brieftaubenfotografie», Fotogeschichte 26 (100): 17–36 
  17. 17,0 17,1 17,2 17,3 17,4 Des pigeons photographes?, Vevey: Musée suisse de l'appareil photographique, 2007, σελ. 4–11, http://www.cameramuseum.ch/upload/press/pigeons%20catalogue.pdf, ανακτήθηκε στις 16 April 2013 
  18. Deutsches Museum München (2007), «New Exhibition: Photo + Film», deutsches-museum.de, http://www.deutsches-museum.de/en/exhibitions/kommunikation/foto-film/, ανακτήθηκε στις 2016-09-17 
  19. Deutsches Technikmuseum Berlin (2007), Faszination des Augenblicks: Eine Technikgeschichte der Fotografie, σελ. 4–13, http://www.sdtb.de/fileadmin/user_upload/_tem/07_Foerderverein/05_Zeitschrift/DTMB-Zeitschrift-2007-2-Ausschnitt.pdf, ανακτήθηκε στις 2016-09-17 
  20. Etat-Major Des Armées, France (1886), «Les colombiers militaires en Italie», Revue militaire de l'étranger, 30, σελ. 481–490, http://books.google.com/books?id=q_UIAAAAIAAJ&pg=RA2-PA481 
  21. Reynaud, G. (1898), «Les lois de l'orientation chez les animaux», Revue des deux mondes: 380–402, http://books.google.com/books?id=oqUoAAAAYAAJ&pg=PA380 
  22. «The pigeon spy and his work in war», Popular Science Monthly 88 (1): 30–31, 1916, http://books.google.com/?id=gCYDAAAAMBAJ&lpg=PA30&pg=PA30 
  23. Lui, Claire (2006), «Travel: The museum of spies», americanheritage.com, http://www.americanheritage.com/travel/articles/web/20060127-spy-espionage-international-spy-museum-washington-dc-national-security-agency-rosenberg-alger-hiss-pearl-harbor-pumpkin-papers-timothy-garton-ash.shtml, ανακτήθηκε στις 2016-09-17 
  24. «Carrier pigeons take photos automatically», Popular Mechanics 57 (2): 216, February 1932, ISSN 0032-4558, http://books.google.com/books?id=4-EDAAAAMBAJ&lpg=PA216&pg=PA216#v=onepage 
    «Carrier pigeons with cameras», The Canberra Times: 2, 1932-04-13, http://trove.nla.gov.au/ndp/del/article/2273768 
  25. «Le pigeon espion», Lectures pour tous: 55, February 1932, http://gallica.bnf.fr/ark:/12148/bpt6k5421290x.image.r=pigeons+photographes.f59.langEN 
  26. «Pigeons carry cameras to spy for Nazi army», Popular Mechanics: 33, September 1942, http://books.google.com/?id=xNYDAAAAMBAJ&lpg=PA33&pg=PA33#v=onepage 
  27. «Pigeons as birds of war», Flight: the Aircraft and Engineer, Official Organ of the Royal Aero Club: 455–457, 1943-10-21, http://www.flightglobal.com/pdfarchive/view/1943/1943%20-%202543.html 
  28. Schnug, Ernst (1988), «Die Fototaube», Figuren-Magazin (1): 17–19 
  29. 29,0 29,1 Christie's auctions: Pigeon camera model A no. 948.
  30. Swiss patent CH 192864 ("Photographieapparat mit schwenkbarem, mit selbsttätiger Auslösung versehenem Objektiv, insbesondere für Brieftauben"), published 1937-12-01, issued 1937-09-15, filed 1936-02-03.
  31. 31,0 31,1 70 grams (2,5 oz)
  32. Swiss patents CH 214355 ("Traggerät für Brieftauben") and CH 214356 ("Depeschenhülse für Brieftaube"), Michel, Christian Adrian, published 1941-07-16, issued 1941-04-30, filed 1940-06-22.
  33. 33,0 33,1 Des pigeons photographes?, Vevey: Musée suisse de l'appareil photographique, 2007, σελ. 16–29, http://www.cameramuseum.ch/upload/press/pigeons%20catalogue.pdf, ανακτήθηκε στις 16 April 2013 
  34. Berger, Olivier (2008), Rapport concernant le traitement de conservation-restauration d'une série de petits appareils photographiques pour pigeons, σελ. 4, http://www.artmetalconservation.com/pdf/dos_apphoto.pdf, ανακτήθηκε στις 2016-09-17 
  35. Bridis, Ted (2003-12-26), «CIA gadgets: robot fish, pigeon camera, jungle microphones», USA Today, http://www.usatoday.com/tech/news/2003-12-26-spy-gear_x.htm, ανακτήθηκε στις 2016-09-17 
  36. 36,0 36,1 Eisler, Peter (2008-07-14), «True to form, CIA keeps its spy museum hush-hush», USA Today, http://www.usatoday.com/tech/news/techinnovations/2008-07-13-cia-museum_N.htm, ανακτήθηκε στις 2016-09-17 
  37. Latteier, Amos, «A report on pigeon aerial photography», Homepage, http://www.latteier.com/pigeoncam/pigeoncam.pdf, ανακτήθηκε στις 2016-09-17 
  38. Goldener Spatz 2009 (Katalog), Deutsche Kindermedienstiftung Goldener Spatz, σελ. 78 
  39. 39,0 39,1 Sakamoto, Kentaro Q.; Takahashi, Akinori; Iwata, Takashi; Trathan, Philip N. (2009), Earley, Ryan L., επιμ., «From the Eye of the Albatrosses: A Bird-Borne Camera Shows an Association between Albatrosses and a Killer Whale in the Southern Ocean», PLoS ONE 4 (10): e7322, doi:10.1371/journal.pone.0007322, PMID 19809497 
  40. Petre, Jonathan (2008-11-01), «Caught on CatCam: What moggies get up to is no longer a mystery», Mail Online, http://www.dailymail.co.uk/sciencetech/article-1082353/Caught-CatCam-What-moggies-longer-mystery.html, ανακτήθηκε στις 2016-09-17 , retrieved on 2011-04-09.
  41. Petre, Jonathan (2008-11-01), «Caught on CatCam: What moggies get up to is no longer a mystery», Mail Online, http://www.dailymail.co.uk/sciencetech/article-1082353/Caught-CatCam-What-moggies-longer-mystery.html, ανακτήθηκε στις 2016-09-17 

Περαιτέρω πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σχετικά με τον Νόιμπρονερ

Brons, Franziska (2006), "Bilder im Fluge: Julius Neubronners Brieftaubenfotografie", Fotogeschichte (in German) 26 (100): 17–36. Gradenwitz, Alfred (1908), "Les pigeons photographes", L'illustration (in French) (3429): 322ff. Neubronner, Julius (1909), Die Brieftaubenphotographie und ihre Bedeutung für die Kriegskunst, als Doppelsport, für die Wissenschaft und im Dienste der Presse. Nebst einem Anhang: 'Die Kritik des Auslandes' (in German), Dresden: Wilhelm Baensch. Neubronner, Julius (1910), "Die Photographie mit Brieftauben", in Wachsmuth, Richard, Denkschrift der Ersten Internationalen Luftschiffahrts-Ausstellung (Ila) zu Frankfurt a.M. 1909 (in German), Berlin: Julius Springer, pp. 77–96, OCLC 44169647. Oelze, Friedrich Wilhelm (1910), Brieftaubensport und Brieftaubenphotographie, Miniatur-Bibliothek für Sport und Spiel (in German), 30–31, Leipzig, Berlin, Frankfurt a. M., Paris: Grethlein, OCLC 251937979. Wittenburg, Jan-Peter (2007), "Photographie aus der Vogelschau: zur Geschichte der Brieftaubenkamera", Photo deal (in German) 4 (59): 16–22.

Σχετικά με τον Μισέλ

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]