Σλάσερ ταινία
Η σλάσερ ταινία (slasher films) είναι υποείδος των ταινιών τρόμου, όπου συνήθως εμπλέκεται ένας βίαιος ψυχοπαθής, ο οποίος παραμονεύει και δολοφονεί αρκετούς ανθρώπους, συνήθως με κοφτερά εργαλεία. Αν και ο όρος "σλάσερ" μερικές φορές χρησιμοποιείται ανεπίσημα ως γενικός όρος για κάθε ταινία τρόμου, η οποία εμπεριέχει φόνο, οι αναλυτές του είδους αναφέρουν μια καθιερωμένη σειρά χαρακτηριστικών που θέτουν αυτές τις ταινίες εκτός από άλλες υποκατηγορίες τρόμου, όπως οι σπλάτερ ταινίες και οι ταινίες ψυχολογικού τρόμου.[1]
Μερικοί κριτικοί αναφέρουν το βρετανικό ψυχολογικό θρίλερ Peeping Tom (Ο Ηδονοβλεψίας, 1960) του Μάικλ Πάουελ, και του Άλφρεντ Χίτσκοκ το Psycho (Ψυχώ, 1960), ως τις πρώιμες σημαίνουσες "σλάσερ" ταινίες,[2][3] και οι περισσότεροι συμφωνούν στο ότι η κορύφωση αυτού του είδους υπήρξε στις αμερικανικές ταινίες, που κυκλοφόρησαν κατά τη δεκαετία του 1970 και του 1980. Στις κλασικές σλάσερ ταινίες εμπεριέχονται The Texas Chain Saw Massacre (Ο Σχιζοφρενής Δολοφόνος με το Πριόνι, 1974) του Τόμπι Χούπερ, Halloween (Η Νύχτα με τις Μάσκες, 1978) του Τζον Κάρπεντερ, Friday the 13th (Παρασκευή και 13, 1980) των Σον Σ. Κάνινγκχαμ και Βίκτορ Μίλερ, A Nightmare on Elm Street (Εφιάλτης στο Δρόμο με τις Λεύκες, 1984) του Γουές Κρέιβεν, και Child's Play (Η Κούκλα του Σατανά, 1988) των Ντον Μαντσίνι και Τομ Χόλαντ. Η σατιρική ταινία του Γουές Κρέιβεν Scream (1996) ξαναζωντάνεψε το δημόσιο ενδιαφέρον για το είδος, και αρκετές από τις αυθεντικές σλάσερ ταινίες επαναφέρθηκαν και έγιναν ριμέικ στα επόμενα χρόνια μετά την κυκλοφορία του Scream.
Ορισμός
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Στο βιβλίο της Games of Terror: Halloween, Friday the 13th and the Films of the Stalker Cycle, η Βέρα Ντίκα διατυπώνει τη θεωρία ότι οι σλάσερ ταινίες ακολουθούν πιστά ένα συγκεκριμένο μοτίβο: πάντα υπάρχει ένα παρελθοντικό συμβάν στο οποίο η κοινωνία της ταινίας, συχνά έφηβοι χαρακτήρες, διαπράττουν μια άδικη πράξη, ή η οποία προκαλεί σοβαρό τραύμα στον δολοφόνο. Η πλοκή περιλαμβάνει αντιτιθέμενους στόχους του δολοφόνου και του ήρωα ή της ηρωίδας. Συχνά, η ταινία ξεκινά με μία ανάμνηση ή επέτειο του παρελθοντικού συμβάντος που επαναδραστηριοποιεί ή εμπνέει εκ νέου τον δολοφόνο. Συχνά το θύμα επιβιώνει, αλλά παθαίνει πλήγμα κατά κάποιο τρόπο από την εμπειρία του ή της με τον δολοφόνο.[4] Η Ντίκα επίσης πιστεύει ότι η έφεση του είδους έχει ρίζες στα συναισθήματα του κοινού για κάθαρση, αναψυχή και εκτοπισμού, που σχετίζεται με τη σεξουαλική ευχαρίστηση.[4]
Συχνές αλληγορίες
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Μια συχνή αλληγορία που περιλαμβάνουν οι σλάσερ ταινίες είναι αυτή του χαρακτήρα της τελευταίας κοπέλας (final girl). Αυτή η αλληγορία συχνά συζητείται σε εισαγωγικά μαθήματα κινηματογράφου.[5]:85 Ο χαρακτήρας συχνά αναφέρεται για το αυθεντική final girl του είδους, τη Λόρι Στρόουντ (Τζέιμι Λι Κέρτις) στη Halloween (Νύχτα με τις Μάσκες, 1978). Οι έσχατες κοπέλες, που συνήθως ξεφεύγουν από την εισβολή του δολοφόνου στο τέλος της ταινίας, είναι συνήθως παρθένες και έχουν τουλάχιστον μία φίλη που παρουσιάζεται ως σεξουαλικά ενεργή.[6]
Άλλη αλληγορία είναι του αντιηρωικού χαρακτηρισμού του κακού της ταινίας. Τα περισσότερα σλάσερ franchises ακολουθούν τις συνεχείς προσπάθειες ενός συγκεκριμένου κακού, αντί για τα θύματα του δολοφόνου, που συχνά δεν επανεμφανίζονται στις επακόλουθες ταινίες. Αξιοσημείωτα παραδείγματα των συμβολικών αυτών δολοφόνων περιλαμβάνουν: Μάικλ Μάγιερς, Φρέντυ Κρούγκερ, Τζέισον Βόρχις, Τσάκι, Γκόστφεϊς, Λέδερφεϊς.[5]:161
Προελεύσεις
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Κάποιοι κριτικοί αναφέρουν ότι θεατρικά τρόμου που παράχθηκαν στο Γκραν Γκινιόλ στα τέλη του 19ου αιώνα έχουν εμπνεύσει το σύγχρονο σλάσερ είδος.[5]:18–19 Άλλες αναφέρουν τις σπλαχνικές εικόνες βίας σε ταινίες όπως το The Lunatics (1912) του Μορίς Τουρνέ, μια βουβή ταινία, διασκευή ενός θεατρικού του Γκραν Γκινιόλ. Η κοινωνική κατακραυγή στις Ηνωμένες Πολιτείες σχετικά με ταινίες όπως το The Lunatics οδήγησε στην εφαρμογή του Κώδικα του Χέιζ το 1930, που ήταν από τους πρώτους οδηγούς της βιομηχανίας της ψυχαγωγίας που περιορίζουν αυτό που θα μπορούσε να προβληθεί στην ταινία.[7]
Η συγγραφέας των εγκληματικών μυθιστορημάτων Μαίρη Ρόμπερτς Ράινχαρτ ήταν σημαντική επιρροή στο αναδυόμενο είδος τρόμου. Το μυθιστόρημα της The Circular Staircase (1908), αργότερα διασκευάστηκε στην ταινία The Bat (1929), που εξιστορεί την ιστορία καλεσμένων σε ένα απομακρυσμένο μέγαρο, που απειλούνται από ένα δολοφόνο με γκροτέζικη μάσκα νυχτερίδας. Η επιτυχία της ταινίας οδήγησε σε πολλές ταινίες με κύριο θέμα το "παλιό σκοτεινό σπίτι" στα τέλη του 1920, περιλαμβανομένου τις ταινίες: The Cat and the Canary (Η Γάτα και το Καναρίνι, 1927), βασισμένη στο θεατρικό του Τζον Γουίλαρντ το 1922, The Old Dark House (Το σπίτι των Μυστηρίων, 1932), που βασίζεται στο μυθιστόρημα του Τζον Μπόιντον Πρίστλεϊ. Και οι δύο ταινίες χρησιμοποίησαν το θέμα των κατοίκων των πόλεων, οι οποίοι έμειναν αντιμέτωποι με ton παράξενο λαϊκό λαό, ένα επαναλαμβανόμενο θέμα στις ταινίες τρόμου αργότερα. Όπως επίσης η πλοκή του "τρελού στο χαλαρό", αρκετά στοιχεία από αυτές τις ταινίες αργότερα θα χρησιμοποιούνταν στο είδος σλάσερ, ιδιαίτερα τις σκηνές με οπτικές γωνίας και τις "αμαρτίες του πατέρα" ως καταλύτη για το βίαιο χάος της πλοκής.[5]:20–21
Πρόωρες επιρροές ταινιών
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η ταινία Thirteen Women (Η Μοιραία Γυναίκα, 1932) του Ζωρζ Αρσενμπό, λέει την ιστορία μια κολεγιακής αδελφότητας, των οποίων τα πρώην μέλη βρίσκονται αντιμέτωπα μεταξύ τους εκδικητικά. Καθώς πεθαίνουν, ο δράστης διαγράφει τη φωτογραφία του έτους τους, μια τεχνική που χρησιμοποιείται σε μεταγενέστερες σλάσερ ταινίες όπως η Prom Night (Σφαγή στο Κολέγιο, 1980) και η Graduation Day (1981). Η κορύφωση της ταινίας λαμβάνει χώρα σε ένα τρένο, κάτι που αντανακλάται στο Terror Train (Σφαγή στο τρένο του θανάτου, 1980) και στο Terror on Tour (1980). Άλλα πρώιμα αλληγορικά παραδείγματα του "μανιακού που θέλει να πάρει εκδίκηση" περιλαμβάνονται στο The Terror (1928), βασισμένο στο θεατρικό του Έντγκαρ Ουάλας.
Ο Βαλ Λιούτον ήταν παραγωγός της ταινίας του Ζακ Τουρνέ, The Leopard Man (Ο Άνθρωπος Λεοπάρδαλη, 1943), μια ταινία για ένα δολοφόνο κρύβει τα εγκλήματά του ενάντια σε γυναίκες σε μια μικρή πόλη, διαμορφώνοντας τη δραπέτευση μιας λεοπάρδαλης. Το The Scarlet Claw (1944) του Μπέιζιλ Ράθμποουν, είναι μια Σέρλοκ Χολμς ιστορία που περιστρέφεται γύρω από τις δολοφονίες που διαπράχθηκαν με ένα σκαλιστήρι κήπου που διαθέτει πλάνα του δολοφόνου να σηκώνει το όπλο στον αέρα και να το επαναφέρει αμέσως, μια τεχνική του μοντάζ, που έγινε πολύ γνωστή στο είδος. Η ταινία The Spiral Staircase (Βουβός Πόθος, 1946) του Ρόμπερτ Σιόντμακ, βασισμένη στο μυθιστόρημα της Έθελ Γουάιτ, Some Must Watch, πρωταγωνιστεί η Έθελ Μπάριμορ, ως μια γυναίκα που φοβάται πως η βουβή της καμαριέρα θα είναι το επόμενο θύμα ενός δολοφόνου. Η αβοήθητη, αλλά συμπαθητική ηρωίδα έγινε κλισέ σε επόμενες ταινίες τρόμου, μαζί με τους δολοφόνους με τα μαύρα γάντια, τις σκηνές με οπτικές γωνίες και τα jump scares.
Ιδιαίτερη επιρροή προκάλεσε η Αγκάθα Κρίστι, της οποίας το βιβλίο Δέκα Μικροί Νέγροι, που εκδόθηκε το 1939, μεταφέρθηκε στην οθόνη το 1945 ως And Then There Were None (Οι Δέκα Μελλοθάνατοι). Η ιστορία εστιάζει σε μία ομάδα ανθρώπων, από τους οποίους ο καθένας έχει διαπράξει στο παρελθόν μυστικά ένα έγκλημα και δολοφονούνται ένας-ένας σε ένα απομονωμένο νησί. Ο κάθε δολοφόνος καθρεφτίζει από ένα στίχο από το τραγούδι Δέκα Μικροί Ινδιάνοι επιτρέποντας τη συγχώνευση των θεμάτων της παιδικής αθωότητας και της δολοφονίας, κάτι το οποίο θα γινόταν δημοφιλές αργότερα στο είδος.[5]:23–25
Ταινίες κυκλοφόρησαν στη δεκαετία του 1950, περιλαμβάνοντας αλληγορίες που χρησιμοποιήθηκαν αργότερα σε σλάσερ ταινίες συμπεριλαμβανομένου: το ριμέικ της ταινίας House of Wax (Κέρινες Μάσκες, 1953), το θρίλερ μυστηρίου The Bad Seed (Καταραμένη Σπορά, 1956), Screaming Mimi (Μίμι, η βασίλισσα του στριπτίζ, 1958), Η βρετανική ταινία Β κατηγορίας Jack the Ripper (Τζακ ο Αντεροβγάλτης, 1959), και η ταινία του Τέρι Μπίσοπ, Cover Killer Girl (1959).[5]:25–28
Ταινίες Τρόμου-Θρίλερ του 1960
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το 1960, ο Άλφρεντ Χίτσκοκ κυκλοφόρησε το Ψυχώ (Psycho), μια ταινία τρόμου που χάραξε εικονική πορεία και συχνά οι σλάσερ ταινίες μιμούνται. Το Psycho χρησιμοποίησε οπτικές εικόνες, οι οποίες μέχρι τότε κρίθηκαν απαράδεκτες από τις εταιρείες παραγωγής, συμπεριλαμβανομένου σκηνές βίας, σεξουαλικότητας και το εσωτερικό του μπάνιου.[5]:27–34
Επίσης το 1960, ο Βρετανός σκηνοθέτης Μάικλ Πάουελ κυκλοφόρησε την ταινία Peeping Tom (Ο Ηδονοβλεψίας), που προβάλει έναν νεαρό φωτογράφο, ο οποίος δολοφονεί νεαρές γυναίκες, με σκοπό να φωτογραφίσει τις πεθαμένες τους εκφράσεις. Η ταινία παρουσιάζεται από την οπτική του δολοφόνου.[5]:28–29
Η ταινία του Γούιλιαμ Κασλ, Homicidal (Έγκλημα μετά τα Μεσάνυχτα, 1961) παρουσιάζει οπτική αιματοχυσία στις σκηνές δολοφονίας,[5]:33 και η ταινία του Ρίτσαρντ Χίλαρντ, Violent Midnight (1963), περιλαμβάνει πολλά στοιχεία, κοινά στις σλάσερ ταινίες, συμπεριλαμβανομένου την οπτική γωνία του δολοφόνου, που τραβάει ένα κλαδί, για να παρακολουθήσει το θύμα του, ένας κακός φοράει μαύρα γάντια και μια φεντόρα, και μια σκηνή όπου προβάλει μπάνιο χωρίς μαγιό. Η ταινία της Crown International, Terrified (1963), προβάλει έναν μεταμφιεσμένο δολοφόνο που παραμονεύει τα θύματά του.[5]:34
Η πρώτη ταινία του Φράνσις Φορντ Κόπολα, Dementia 13 (Παραφροσύνη, 1963), ακολουθεί έναν δολοφόνο που σκοτώνει συγγενείς συγκεντρωμένους σε ένα ιρλανδικό κάστρο για να τιμήσουν έναν θάνατο στην οικογένεια. Η ταινία επηρεάστηκε από από τα ιταλικά giallo (τζάλο) θρίλερ. Η Τζόαν Κρόφορντ πρωταγωνίστησε στην ταινία του Γούιλιαμ Κασλ, Strait-Jacket (Πέντε Πτώματα Χωρίς Κεφάλι, 1964) και στην ταινία του Τζιμ Οκόνολι, Berserk (Το Τσίρκο με τα 14 Πτώματα, 1967), και οι δύο ταινίες χρησιμοποίησαν στοιχεία του είδους σλάσερ. Στην ταινία της Metro-Goldwyn-Mayer, Night Must Fall (Ο Δολοφόνος με το Μαύρο Γάντι, 1964), που είναι ριμέικ από την ταινία του 1937, ο Άλμπερτ Φίνεϊ υποδύεται ένα ψυχοπαθή, ο οποίος κρατάει ένα κομμένο κεφάλι σε ένα κουτί. Η ταινία Corruption (Το Κτήνος με το Νυστέρι, 1968), όπου πρωταγωνιστεί ο Πίτερ Κούσινγκ ως ένας ήπιος και ευγενικός κατά συρροήν δολοφόνος.[5]:34–36
Επηρεασμένες από την ταινία Psycho και τη βρετανική ταινία Taste of Fear (Μια Κραυγή μέσα στη Νύχτα, 1961), ακολούθησαν οι εξής ταινίες: Maniac (Ο Δολοφόνος δραπέτευσε τη Νύχτα, 1963), Paranoiac (Δυο Μάτια γεμάτα Τρόμο, 1963), Nightmare (Ο Εφιάλτης του 3ου Ορόφου, 1964), Fanatic (Λονδίνο, Νύχτα Θανάτου, 1965), The Nanny (Εξομολογήσεις σ' ένα πτώμα, 1965), Hysteria (1965), Crescendo (Ένα Πτώμα στην Πισίνα, 1970). Η παραγωγή ταινιών Amicus, αντίπαλος των Hammer Studios, έβαλε τον συγγραφέα του Psycho, Ρόμπερτ Μπλοχ, να γράψει το σενάριο της ταινίας Psychopath (1968). Η ισπανική ταινία The House That Screamed (1969), περιλαμβάνει βίαιες δολοφονίες που θεματικά χρησιμοποιήθηκαν και στις μετέπειτα σλάσερ ταινίες, οι οποίες είχαν ως πλοκή δολοφονίες στην πανεπιστημιούπολη.[5]:33–36
Ταινίες Σπλάτερ, Κρίμι και Τζάλο
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Άλλα βίαια είδη περιλαμβάνουν οι σπλάτερ ταινίες, οι γερμανικές κρίμι ταινίες και οι ιταλικές τζάλο ταινίες. Το καθένα από αυτά, περιλαμβάνει μερικές μορφές των ταινιών σλάσερ.
Οι σπλάτερ ταινίες συχνά παρουσιάζονται με αδύναμη πλοκή και αδύναμους χαρακτήρες, το είδος αυτό συγκεντρώνεται αντ' αυτού σε ρεαλιστική ή ανώφελη αιματοχυσία. Η ταινία του Χέρσελ Γκόρντον Λιούις, Blood Feast (Τελετή Αίματος, 1963) περιλαμβάνει υπερβολική τακτική, ήταν μεγάλη επιτυχία στα drive-in θέατρα, και συχνά προσδιορίζεται ως η πρώτη σπλάτερ ταινία. Οι επόμενες ταινίες του Λιούις, Two Thousand Maniacs! (1964), Color Me Blood Red (1965), The Gruesome Twosome (1967), The Wizard of Gore (1970), είναι όμοιες. Άλλες επιτυχημένες ταινίες σπλάτερ της δεκαετίας του 1960 είναι του Άντι Μίλιγκαν, The Ghastly Ones (1969), Twisted Merve (1968), του Λιούις Τζ. Φορς, Night After Night After Night και The Haunted House of Horror (1969).[5]:34–36
Οι κρίμι ταινίες, είναι γερμανικές διασκευές των βίαιων εγκληματικών μυθιστορημάτων του Βρετανού συγγραφέα Έντγκαρ Ουάλας, που κυκλοφόρησαν από τα τέλη του 1950 μέχρι τις αρχές του 1970. Αυτές οι ταινίες παρέχουν μια πολύ μετά του Β' Παγκοσμίου Πολέμου γερμανική οπτική γωνία για την Αγγλικότητα και παρουσιάζουν κακούς με τολμηρά κοστούμια. Οι ιστορίες δίνουν ένα σύγχρονο πλεονέκτημα και έχουν μουσική επένδυση από συνθέτες τζαζ όπως ο Μάρτιν Μπότχερ και ο Πίτερ Τόμας.
Η ταινία η οποία αύξησε τη δημοτικότητα των κρίμι ταινιών στην Αμερική ήταν Fellowship of the Frog (Η Μάσκα που Σκοτώνει, 1959), που παρουσιάζει έναν δολοφονικό κακό που τρομοκρατεί το Λονδίνο. Η επιτυχία της ταινίας οδήγησε σε παρόμοιες διασκευές και απομιμήσεις, συμπεριλαμβανομένου The Green Archer (Ο Πράσινος Τοξότης, 1961) και Dead Eyes of London (Τα Νεκρά Μάτια του Λονδίνου, 1961), Το Rialto Studio παρήγαγε 32 κρίμι ταινίες.[5]:38–43
Οι ιταλικές ταινίες τζάλο παρουσιάζουν πλοκή με διαδικαστική εγκληματικότητα, αλλά αντίθετα με τις αμερικανικές σλάσερ ταινίες, οι πρωταγωνιστές των τζάλο είναι ενήλικες που φοράνε ρούχα με την τελευταία τάση της μόδας και ταξιδεύουν σε εξωτικούς προορισμούς. Όπως και στις κρίμι ταινίες, η πλοκή των τζάλο ταινιών εξελίσσονται με εξωφρενικές και συχνά απίθανες ανατροπές, αναμειγνύοντας τα είδη τρόμου και θρίλερ μυστηρίου με ντετέκτιβ.
Η ταινία του Σέρτζιο Μαρτίνο, The Strange Vice of Mrs. Wardh (Επικίνδυνοι Άνθρωποι, 1971), περιλαμβάνει μια σκηνή όπου η ηρωίδα απειλείται από τον δολοφόνο σε ένα υπόγειο πάρκινγκ, μια τεχνική που χρησιμοποιήθηκε σε πολλές αμερικανικές ταινίες σλάσερ. Στην ταινία του Μαρτίνο, Torso (1973), ένας μεταμφιεσμένος δολοφόνος, συχνά παρουσιάζεται με οπτική γωνία, επιδιώκει να τιμωρήσει για ένα παρελθοντικό έγκλημα. Και όπως οι έφηβοι στις σλάσερ ταινίες, τα νεαρά θύματα κάνουν ναρκωτικά, απολαμβάνουν το προγαμιαίο σεξ, και χλευάζουν τις αρχές. Η διάκριση του "final girl" έκανε τους σκηνοθέτες να μελετήσουν την κλιμακωτή σκηνή δεκαετίες αργότερα, με την ακραία γαλλική σπλάτερ ταινία του Αλεξάντρε Αζά, High Tension (Υπερένταση, 2003) πληρώνοντας το φόρο τιμής στο τέλος της καταδίωξης. Επίσης σημαντική ταινία ήταν του Μάριο Μπάβα, A Bay of Blood (Κραυγή Τρόμου, 1971), που παρουσιάζει τολμηρές δολοφονικές σκηνές και δημιουργική αλληλουχία θανάτων, που έχουν μιμηθεί άμεσα οι αμερικανικές σλάσερ ταινίες συμπεριλαμβανομένου την ταινία Friday the 13th Part 2 (Παρασκευή και 13 μέρος 2, 1981). Το σκηνικό δίπλα στη λίμνη και το μυστήριο για το ποιος το έκανε (whodunit), επίσης ενέπνευσε τον Σον Κάνινγκχαμ και το Βίκτορ Μίλερ, για να δημιουργήσουν το αυθεντικό Friday the 13th (1980).[5]:51–54
Πολλές τζάλο ταινίες παίχθηκαν στους αμερικανικούς κινηματογράφους και στα drive-in θέατρα. Ισπανοί και Τούρκοι σκηνοθέτες έκαναν ταινίες όπως A Dragonfly for Each Corpse (1974), που πήρε την ονομασία τζάλο. Πολλές ταινίες τζάλο κυκλοφόρησαν στους βρετανικούς κινηματογράφους με διαφημίσεις που προωθούσαν το σεξ και τη γύμνια των ταινιών σε αντίθεση με τις θρίλερ και τις ταινίες μυστηρίου. Η βρετανική ταινία Assault (1971) μοιράζεται πολλά χαρακτηριστικά με με το είδος τζάλο. Ακόμη και ο Άλφρεντ Χίτσκοκ με την ταινία Frenzy (Φρενίτις) παρουσιάζει τζάλο επιρροές. Η οικειότητα του είδους και η σύμβαση επίσης ενέπνευσαν παρωδίες όπως την ταινία Death Steps in the Dark (1977).
Ακόμη και με επιτυχίες όπως Deep Red (Βαθύ κόκκινο, 1975), Tenebre (Ο Παρανοϊκός Δολοφόνος, 1982), ή The Bloodstained Shadow (1978). Oι τζάλο ταινίες σταδιακά έφυγαν από το προσκήνιο στα μέσα της δεκαετίας του 1970. Οι προϋπολογισμοί και οι τιμές παραγωγής άρχισαν να πέφτουν. Μερικές ταινίες, όπως το Play Motel (1979) και Giallo a Venezia (1979), προσπάθησαν να τραβήξουν το κοινό με το προσθέσουν στις ταινίες σκληρές πορνογραφικές σκηνές.[5]:54–55
Ταινίες Exploitation
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ενώ το τζάλο κυριαρχούσε στην ευρωπαϊκή αγορά, στη Βρετανία και στις Ηνωμένες Πολιτείες υπήρχε μια αύξηση στις ταινίες exploitation, οι οποίες εκμεταλλεύονταν το σεξ και τη βία για να δελεάσει το κοινό. Πολλές από αυτές τις ταινίες προβάλλονταν σε Grindhouse και σε drive-in θέατρα, που ειδικεύονταν σε ταινίες Β κατηγορίας. Υπήρχαν λίγες τεχνικές στην πλοκή, και περισσότερο οι φρενοβλαβείς κακοί λάμβαναν απότομα κίνητρα για τις αποτρόπαιες πράξεις τους. Το κυρίως εφηβικό ακροατήριο οδήγησε στο να προστεθούν στην πλοκή αυτών των ταινιών έφηβοι πρωταγωνιστές.
Η χαμηλού προϋπολογισμού ταινία του Βρετανού σκηνοθέτη Ρόμπερτ Φουέστ, And Soon the Darkness (Όταν έπεσε το σκοτάδι, 1970) ξεκίνησε το κύμα exploitation της δεκαετίας του 1970: η ταινία απομακρύνθηκε από τη γοτθική αίσθηση τρόμου της δεκαετίας του 1960 ξετυλίγοντας την απειλητική δράση κατά τη διάρκεια της ημέρας. Ομοίως, η ταινία Fright (Νύχτα τρόμου, 1971), βασισμένη στον αστικό θρύλο: "Η νταντά και ο άντρας στον επάνω όροφο". Η ταινία αυτή παρουσιάζει την πρωταγωνίστρια που όχι μόνο καταδιώκεται, αλλά και ταπεινώνεται από τον δολοφόνο. Η ταινία Tower of Evil (Ο πύργος του κακού, 1972), παρουσιάζει εφηβικές δολοφονίες σε ένα απομακρυσμένο νησί με φάρο, ενισχύοντας την παράδοση των εφήβων να διασκεδάζουν και να βρίσκονται σε κίνδυνο.[5]:56–60
Γνωστός στο exploitation είδος ήταν ο Πιτ Γούοκερ, ο Άγγλος σκηνοθέτης της ταινίας με σεξ και αίμα, The Flesh and Blood Show (1972). Ακολούθησε με την ταινία Frightmare (1974), η οποία έσπασε πολλά ταμπού εκείνη την περίοδο δημοσίευσε τις αρνητικές κριτικές για να προσελκύσει τους θεατές. Στην ταινία House of Mortal Sin (1976), αντιμετώπισε τον καθολικισμό με έναν ιερέα-δολοφόνο χρησιμοποιώντας ιερά αντικείμενα ως όπλα δολοφονίας. Στην ταινία Schizo (1976), μια σκέιτερ πιστεύει πως κάποιος κατά συρροήν δολοφόνος την παρακολουθεί. Η τελευταία ψυχώ-θρίλερ ταινία του Γουόκερ ήταν The Comeback (1978), η οποία παρουσίαζε ένα δολοφόνο μεταμφιεσμένο σε γριά μάγισσα.[5]:57–58
Η αμερικανική ταινία Blood and Lace (1971) χρίστηκε από το βιβλίο Psychotronic Encyclopedia of Film ως "η πιο άρρωστη με γονική συναίνεση ταινία που έχει βγει ποτέ!" Η ταινία του Γουίλιαμ Γκίρντλερ, Three on a Meathook ήταν ένα πρόχειρο ριμέικ της ταινία Psycho, με μεγαλύτερο αριθμό πτωμάτων και περισσότερη γύμνια. Η ταινία Scream Bloody Murder (1973), διαφημίστηκε ως η πρώτη κινηματογραφική ταινία που να έχει ως ετικέτα "αιματο-γραφία".[5]:59–64 Υψηλού προφίλ ταινίες περιελάμβαναν μερικές φορές θέματα δημοφιλή σε παραγωγές χαμηλού προϋπολογισμού: Westworld (Ο επαναστάτης της νύχτας, 1973), ένα λούνα παρκ, στο οποίο ζωντανά ρομπότ μετατρέπονται σε θανάσιμα και ξεκινάνε να σκοτώνουν ανθρώπους, είχε αναφερθεί από τον Τζον Κάρπεντερ ότι ήταν μια από τις εμπνεύσεις του όταν δημιούργησε τον χαρακτήρα του Μάικλ Μάγιερς στο Halloween.[5]:61–63
Από το 1974, οι exploitation ταινίες έχαναν τη δημοτικότητά τους. Η ταινία The Single Girls (1974) προσπάθησε ανεπιτυχώς να διακωμωδήσει τους κανόνες του είδους του τρόμου, και ο εξαιρετικά χαμηλός προϋπολογισμός της ταινίας Have a Nice Weekend (1975) δεν εκμεταλλεύτηκε το σεξ, τη γύμνια, τα ναρκωτικά, ή τη βία όπως περίμενε το ακροατήριο. Η ταινία The Love Butcher (1975) κυκλοφόρησε στις αρχές του κινήματος των πανκ και απέτυχε στο να έλξει ένα κοινό με έλλειψη πολιτικής ορθότητας. Στην ταινία The Redeemer: Son of Satan (1976), πρώην μαθητές σε μια σχολική επανένωση καταδιώκονται από έναν εκδικητικό μανιακό, εξαιτίας των αμαρτιών που έχουν διαπράξει, συμπεριλαμβανομένου μιας γυναίκας για το γεγονός ότι ήταν λεσβία. Η χρήση των μασκών ήταν ένα κεντρικό τέχνασμα στην κακά λαμβανόμενη ταινία Savage Weekend (1976), η οποία φυλάχτηκε για αρκετά χρόνια, πριν από μια μικρή επανακυκλοφορία το 1981.[5]:64–68
Ο Σχιζοφρενής Δολοφόνος με το Πριόνι
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η ταινία χαμηλού προϋπολογισμού του Τόμπι Χούπερ The Texas Chain Saw Massacre (Ο Σχιζοφρενής Δολοφόνος με το Πριόνι, 1974) ήταν τεράστια επιτυχία και η πιο επιτυχημένη ταινία τρόμου από τότε που βγήκε η ταινία του 1973, The Exorcist (Ο Εξορκιστής). Η ιστορία αφορά μια βίαιη σύγκρουση των πολιτισμών και των ιδανικών, συμπεριλαμβανομένου του θανάτου της αντιπολίτευσης της δεκαετίας του 1960, και των σκοτεινών συντηρητικών αξιών μιας αγροτικής οικογένειας. Ο κύριος ανταγωνιστής της ταινίας είναι ο Leatherface (Λέδερφεϊς), ένας άντρας που στριγγλίζει και κρατάει ένα πριόνι, φοράει το δέρμα προηγούμενων του θυμάτων, και τρώει ανθρώπινη σάρκα.
Η επιτυχία της ταινίας, δημιούργησε αρκετούς μιμητές και οι διαφημίσεις περί "πραγματικών γεγονότων" γέννησαν ταινίας, στις οποίες το κεντρικό θέμα ήταν μια βίαιη αναπαράσταση ενός εγκλήματος που συνέβη στην πραγματική ζωή. Η ταινία The Town That Dreaded Sundown (Εκτελεστής Δίχως Πρόσωπο, 1976), βασίζεται στην αληθινή υπόθεση ενός δολοφόνου-φάντασμα και επικεντρώνεται σε ένα δολοφόνο που παραμονεύει ερωτόληπτους εφήβους φορώντας μάσκα. Σε παρόμοιο στυλ, η ταινία Another Son of Sam (1977), εξαγόρασε τη γοητεία του κοινού, με τις τότε πρόσφατες δολοφονίες του Ντέιβιντ Μπέρκοουιτζ στη Νέα Υόρκη.
Ο Γουές Κρέιβεν επέστρεψε στο είδος με την ταινία The Hills Have Eyes (Οι Κτηνάνθρωποι, 1977). Η ταινία παρουσιάζει πρωταγωνιστές των προαστίων έξω από τα νερά τους, να αντιμετωπίζουν έμφυτους κανίβαλους. Η ταινία ήταν μια οικονομική επιτυχία, και βοήθησε να επαναπροωθήσει ο Κρέιβεν την καριέρα του, την οποία είχε καταστρέψει από τη διαμάχη γύρω από τη βία στην προηγούμενη ταινία του, The Last House on the Left (Το Τελευταίο Σπίτι Αριστερά, 1972).[5]:66–68
Τρόμος στο Παρθεναγωγείο
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το Black Christmas (Τρόμος στο Παρθεναγωγείο ή Υστερία) είναι ταινία τρόμου με εορταστικό περιεχόμενο. Η τηλεοπτική ταινία του 1972 Home for the Holidays αφορά μια οικογενειακή επανένωση κατά τη διάρκεια των Χριστουγέννων, που μετατρέπεται θανάσιμη όταν ένας δολοφόνος αρχίζει να σκοτώνει τους επισκέπτες με ένα δίκρανο. Το And All Through the House είναι τμήμα της ανθολογικής ταινίας Tales from the Crypt, που κυκλοφόρησε την ίδια χρονιά και παρουσιάζει την Τζόαν Κόλινς που δολοφονεί τον σύζυγό της την Παραμονή των Χριστουγέννων και εξαιτίας αυτού του εγκλήματος, δεν μπορεί να καλέσει την αστυνομία όταν ένας δραπέτης ψυχοπαθής ντυμένος με στολή Άι Βασίλη την τρομοκρατεί. Στη χαμηλού προϋπολογισμού ταινία Silent Night Bloody Night (Ήσυχη αλλά Ματωμένη Νύχτα, 1972), μια σειρά φόνων προκύπτουν στην περιοχή ενός παλαιού ασύλου.
Η ταινία του Μπομπ Κλαρκ Black Christmas (1974), εφαρμόζει το Χριστουγεννιάτικο σκηνικό και τα τρομακτικά τηλεφωνήματα, τα οποία έγιναν αργότερα γνωστά στις ταινίες When a Stranger Calls (Κραυγές Αγωνίας, 1979) και Scream (1996). Η ταινία εγκωμιάστηκε για την ένταση και το σασπένς της, και παίζει σε κοινωνικά ταμπού της εποχής, συμπεριλαμβανομένου την έκτρωση και τον αλκοολισμό. Και τα δύο οπτικά και θεματικά, το Black Christmas είναι προκάτοχος της ταινίας Halloween, μιας και οι δύο ταινίες παρουσιάζουν δύο γυναίκες να τρομοκρατούνται από ένα δολοφόνο, σε ένα προηγουμένως ασφαλές περιβάλλον, κατά τη διάρκεια μιας εμβληματικής εορτής. Όπως και στη Halloween έτσι και η ταινία του Κλαρκ ανοίγει με μια εκτενή σκηνή οπτικής γωνίας. Το Black Christmas διαφέρει από τις μεταγενέστερες σλάσερ ταινίες στο ότι ο δολοφόνος δεν αποκαλύπτεται ή νικάται από το final girl.
Το Black Christmas επικρίθηκε έντονα. Το περιοδικό Variety διαμαρτυρήθηκε ότι η ταινία ήταν "αιματηρή, αναίσθητη με πολλούς σκοτωμούς" που εκμεταλλεύτηκε βία ενώ δε χρειαζόταν. Παρά το γεγονός ότι έκανε μικρή επιτυχία στην αρχική του πορεία, η ταινία από τότε απέκτησε αναγνώριση, με τους ιστορικούς ταινιών να σημειώνουν την αναμφισβήτητη σημασία της στο σύγχρονο είδος των ταινιών τρόμου. Πολλοί την ανέφεραν ως μια αυθεντική σλάσερ ταινία.[5]:60–61
Η Χρυσή Εποχή (1978-1984)
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Από την περίοδο 1978 έως 1984, όταν το είδος ήταν πιο δημοφιλές, συχνά αναφέρεται ως Η Χρυσή Εποχή των Σλάσερ ταινιών. Η ταινία που έβαλε πλώρη για εκείνη την περίοδο ήταν η του Τζον Κάρπεντερ "Halloween" (Η Νύχτα με τις Μάσκες). Η επιτυχία αυτής της ταινίας και του Σον Κάνινγκχαμ "Friday the 13th" την άνοιξη του 1980 οδήγησε σε πολλούς αντιγραφείς, και από το 1984 περισσότερες από 100 τέτοιου είδους ταινίες κυκλοφόρησαν. Παρά το γεγονός ότι κριτικές σύγκριναν αρνητικά τις ταινίες με επιδραστικές δημιουργίες όπως το Psycho (1960) και το The Texas Chain Saw Massacre (1974), πολλές από αυτές τις ταινίες συνέχισαν να εγκαθιστούν τους δικούς τους καλτ ακόλουθους.
Οι περισσότερες σλάσερ ταινίες που δημιουργήθηκαν κατά την εξαετή αυτήν περίοδο ήταν κερδοφόρες και μαζί έβγαλαν εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια στο box office, χωρίς να χρειάζονται μεγαλύτερο προϋπολογισμό ή ευρέως γνωστούς ηθοποιούς. Πολλές από αυτές τις σλάσερ ταινίες ήταν μιμητές του Halloween, επαναχρησιμοποιώντας το απλό πρότυπο των εφήβων να καταδιώκονται από μια δολοφονική φιγούρα. Μεταγενέστερες ταινίες εκμεταλλεύτηκαν και ανέπτυξαν ότι είχε πραχθεί προηγουμένως, παρουσιάζοντας περισσότερη αιματοχυσία, γυμνότητα, και μεγαλύτερο αριθμό πτωμάτων από το Halloween, το οποίο είχε επαινεθεί από τους κριτικούς για τους περιορισμούς του. Οι ταινίες συνήθως λάμβαναν χώρα σε λύκεια, κοιτώνες κολεγίων, κατασκηνώσεις, νυχτερινά σχολεία, ή προάστια.[5]:70–71
Η Νύχτα με τις Μάσκες (Halloween)
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Συμπεριλαμβανομένων των πτυχών της Γαλλικής Νουβέλ Βαγκ ταινίας, Les Yeux Sans Visage (Μάτια Χωρίς Πρόσωπο, 1960), της επιστημονικής φαντασίας ταινία Westworld (1973) και της σλάσερ ταινίας Black Christmas (1974), το Halloween έγινε μια καθοριστικού είδους ταινία με την απλή πλοκή ενός τρελού ασθενή που δραπέτευσε και παραμονεύει ανυποψίαστους εφήβους. Για να ελαχιστοποιηθεί το κόστος, το γύρισμα έγινε μόνο σε λίγες τοποθεσίες, για μια σύντομη χρονική περίοδο, μια προσέγγιση που θα αντιγραφεί από σχεδόν κάθε σλάσερ ταινία που θα ακολουθήσει.[1]
Ο Τζον Κάρπεντερ έγραψε και σκηνοθέτησε την ταινία, και συνέθεσε τη μουσική επένδυση με την τότε κοπέλα του, Ντέμπρα Χιλ, η οποία ήταν η παραγωγός της ταινίας. Ο προϋπολογισμός της ταινίας ήταν στα 300.000 δολάρια, και ο Κάρπεντερ συμφώνησε σε μία συνδρομή 10.000 δολαρίων και ένα ποσοστό των κερδών. Ο Μουσταφά Ακάντ, ένας Άραβας παραγωγός ταινιών, υποστήριξε το έργο και συνέχισε να ασκεί επιρροή στη σειρά ταινιών Halloween μέχρι τον θάνατό του το 2005.[5]:72–80 Η Τζέιμι Λι Κέρτις επιλέχθηκε να υποδυθεί την ηρωίδα Λόρι Στρόουντ: Η μητέρα της, Τζάνετ Λι, υποδύθηκε το θύμα στην εικονική σκηνή του ντους στην ταινία του Άλφρεντ Χίτσκοκ, Psycho. Ο ρόλος του Δόκτωρ Σαμ Λούμις, του ιατρού που κυνηγούσε τον δολοφόνο, πήγε στον Ντόναλντ Πλέζανς. Ο φίλος του Κάρπεντερ, Νικ Κασλ, υποδύθηκε τον απειλητικό δολοφόνο Μάικλ Μάγιερς.[5]:72–80
Το άνοιγμα της σκηνής της ταινίας, είναι από την οπτική γωνία του εξάχρονου Μάικλ Μάγιερς, που παρακολουθεί την αδελφή του και το αγόρι της, θα μιμούνταν από δεκάδες σλάσερ ταινίες. Έγινε ένας πολύ κοινός κανόνας, ο οποίος διακωμωδήθηκε σε ταινίες όπως Blow Out (Ο δολοφόνος του μεσονυκτίου, 1981). Ρωτήθηκε γιατί τα κορίτσια τα οποία είναι ενεργά σεξουαλικά δολοφονούνταν, ενώ τα αγνά "έσχατα κορίτσια" (final girl) επιβίωναν. Ο Κάρπεντερ αρνήθηκε τη συντηρητική πολιτική ατζέντα, εκφράζοντας ότι οι έμμονοι με το σεξ έφηβοι ήταν ευκολότεροι στόχοι για τον Μάγιερς, διότι έδιναν λιγότερη σημασία στο περιβάλλον τους. Πάντως, οι επακόλουθοι σκηνοθέτες αντέγραψαν το "σεξ ισούται με θάνατο".
Όταν προβλήθηκε μια πρώιμη περικοπή της ταινίας χωρίς τη μουσική επένδυση, τα μεγαλύτερα αμερικανικά στούντιο αρνήθηκαν να τη διανέμουν, μια ακόμη παρατήρηση ήταν ότι δεν ήταν τρομακτική η ταινία. Με τη μουσική να προστίθεται, η ταινία διανεμήθηκε στο Κάνσας Σίτι μέσω των Compass International Pictures τον Οκτώβριο του 1978, και άνοιξε σε τέσσερα θέατρα. Από στόμα σε στόμα, η ταινία έγινε τεράστια επιτυχία ενώ δεν ήταν αναμενόμενο. Όταν έκανε άνοιγμα στο κινηματογραφικό φεστιβάλ του Σικάγο το 1978, η αρχική κριτική αντίδραση ήταν μικτή, αλλά οι σημαντικότεροι κριτές της χώρας σύντομα την αναγνώρισαν, και το Halloween έγινε box office επιτυχία, καθιστώντας τελικά την πιο κερδοφόρα ανεξάρτητη κυκλοφορία μέχρι σήμερα. Η ταινία απέφερε συνολικά πάνω από 70 εκατομμύρια δολάρια σε όλο τον κόσμο.[5]:72–80
1978
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η τηλεοπτική ταινία Are You in the House Alone? αρχικά προβλήθηκε λίγο πριν το Halloween. Ήταν άλλη μια ταινία με θέμα μια νταντά σε κίνδυνο, με περίεργες τηλεφωνικές κλήσεις. Κυκλοφόρησε περίπου τότε που βγήκε και η ταινία Eyes of Laura Mars, στην οποία πρωταγωνιστούσαν οι Φέι Ντάναγουεϊ και ο Τόμι Λι Τζόουνς. Με παρόμοιο στυλ με το τζάλο, που είχε αρχίσει να πέφτει από την εκτίμηση του κοινού στα τέλη της δεκαετίας του 1970, Η ταινία Eyes of Laura Mars αποτέλεσε επιτυχία στα ταμεία, συγκεντρώνοντας $20 εκατομμύρια με $7 εκατομμύρια προϋπολογισμό.
Η ταινία The Toolbox Murders μπήκε στην παραγωγή μετά την επιτυχία του The Texas Chain Saw Massacre και της ταινίας The Hills Have Eyes στις drive-in και Grindhouse πίστες. Στο πρώτο κομμάτι της ταινίας, ο διαταραγμένος διευθυντής ενός συγκροτήματος διαμερισμάτων στο Λος Άντζελες σκοτώνει πολυάριθμες γυναίκες με εργαλεία από εργαλειοθήκη. Το υπόλοιπο της ταινίας αφορά ένα σχέδιο απαγωγής. Το Killer's Delight είναι μια ιστορία ενός κατά συρροήν δολοφόνου που λαμβάνει χώρα στο Σαν Φρανσίσκο που ισχυρίζεται ότι αποτελεί έμπνευση από τα κατορθώματα των Τεντ Μπάντι και του δολοφόνου Zodiac.[5]:80
1979
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Παρόλο που πολλές ταινίες μπήκαν σε παραγωγή το 1979, οι περισσότερες δεν κυκλοφόρησαν μέχρι το 1980 και αργότερα.
Μία η οποία κυκλοφόρησε ήταν ταινία του Ντέιβιντ Σμόλερ Tourist Trap, που μιμήθηκε την πλοκή από ταινίες όπως το The Texas Chain Saw Massacre (1974) και The Hills Have Eyes (1977). Ωστόσο, ενώ οι έφηβοι καταδιώκονται από ένα μεταμφιεσμένο δολοφόνο, υπάρχει μια υπερφυσική αλλαγή του δολοφόνου, αυτή της τηλεκίνησης. Περισσότερες όμοιες του Halloween ήταν η ταινία του Φρεντ Γουόλτον Κραυγές Αγωνίας, βασισμένη στον αστικό θρύλος της "νταντάς και του άντρα στον επάνω όροφο". Η ταινία έγινε γνωστή για την έναρξή της, στην οποία η νταντά (Κάρολ Κέιν) πειράζεται από ένα δολοφόνο, που παραμονεύει μέσα στο σπίτι και συνέχεια τη ρωτάει, "Έλεγξες τα παιδιά;"[5]:82–83
Λιγότερο επιτυχής ήταν η μπουρλέσκ σλάσερ ταινία του Ρέι Ντένις Στέκλερ The Hollywood Strangler Meets the Skid Row Slasher, η οποία σχεδόν πλησίαζε το ντοκιμαντέρ στη βία εντός οθόνης ενάντια στους αστέγους. Η βία ενάντια στους αστέγους επαναλήφθηκε στην ταινία του Άμπελ Φεράρα The Driller Killer (Ο Σχιζοφρενής Δολοφόνος με το Τρυπάνι), που επικεντρώνεται στο εσωτερικό χάος του δολοφόνοι, παρά στις δολοφονικές του πράξεις. Η ταινία The Driller Killer είναι τόσο αιματηρή, που έγινε ένα από τα πιο περιβόητα video nasty στη Βρετανία. Μια άλλη σλάσερ ταινία είναι το Savage Water, που επίσης δημιουργήθηκε το 1979, αλλά απέτυχε στο να βρει διανεμητή στη Βόρεια Αμερική.[5]:82–83
1980
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το 1980 ήταν η χρονιά όπου οι σλάσερ ταινίες πυροδοτήθηκαν στη δημόσια συνείδηση, σε μεγάλο βαθμό επειδή η επιτυχία της ταινίας Friday the 13th όπως επίσης και των επιτυχιών The Silent Scream και Prom Night (Σφαγή στο κολέγιο). Με την εκλογή του Ρόναλντ Ρίγκαν ως τεσσαρακοστός Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, μια νέα εποχή συντηρητισμού εισήχθη στην Αμερική. Η αυξανόμενη ανησυχία για την αύξηση της βίας, καθώς και η συζήτηση για την απεικόνιση της βίας κατά των γυναικών στην ψυχαγωγία, που εκδηλώθηκε σε διαμαρτυρίες και μποϊκοτάζ. Η σλάσερ ταινία, στο ύψος της εμπορικής της δύναμης, επίσης ασυνείδητα βρέθηκε στο επίκεντρο ενός πολιτικού και πολιτιστικού πελατολογίου.
Μεταξύ στις πρώτες επιτυχίες ήταν το Silent Scream, το οποίο απέφερε $15,8 εκατομμύρια στο box office. Η ομάδα πίσω από το Halloween (1978), συμπεριλαμβανομένου του Τζον Κάρπεντερ, της Ντέμπρα Χιλ, της Τζέιμι Λι Κέρτις, της Νάνσι Λούμις και του Τσαρλς Σάιφερς, επέστρεψαν για την ταινία Η Ομίχλη, μια ιστορία με φαντάσματα που δεν είναι άμεσα σλάσερ, αλλά περιλαμβάνει δολοφονικά φαντάσματα, τα οποία σκοτώνουν κατοίκους μιας μικρής παραθαλάσσιας πόλης. Η ταινία ήταν ήταν επιτυχία στο box office, με θετικές κριτικές, επιβεβαιώνοντας τον Κάρπεντερ και τη Χιλ ως σημαντικούς στο Χόλιγουντ.
Δύο υψηλού προφίλ και θεματικά όμοιες με σλάσερ ταινίες άνοιξαν το 1980: η ταινία του Γουίλιαμ Φρίντκιν The Crusing (Το Ψωνιστήρι) με πρωταγωνιστή τον Αλ Πατσίνο στον ρόλο ενός αστυνομικού που ερευνά μια σειρά δολοφονιών ενάντια στους ομοφυλόφιλους άντρες σε γκέι μπαρ, και η ταινία Windows, που εξομοιώνει τον λεσβιακό έρωτα με τη ψύχωση, μιας και μία διαζευγμένη γυναίκα υποφέρει στα χέρια μιας ψυχωτικής σαπφικής γειτόνισσας. Το Ψωνιστήρι προκάλεσε διαμαρτυρίες από ομάδες ομοφυλόφιλων, που ήταν δυσαρεστημένοι με τη συγκεκριμένη απεικόνιση των ομοφυλόφιλων. Παρόλο που η ταινία προηγήθηκε της κρίσης του AIDS, θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι η αρνητική απεικόνιση της ταινίας για την ομοφυλόφιλη κοινότητα τροφοδότησε την επακόλουθη αντίδραση όταν ξέσπασε ο ιός. Η ταινία Windows παίχθηκε για μία εβδομάδα πριν αποσυρθεί από τα θέατρα λόγω της ομοφοβίας της.[5]:86–87
Η ταινία Don't Answer the Phone! (Ο στραγγαλιστής ξέρει ότι είστε μόνες!) φούντωσε των κύκλο των ταινιών με θέμα τα "Μην", παρόλο που καμία από αυτές τις ταινίες δε σχετίζονταν. Ενώ το Ο στραγγαλιστής ξέρει ότι είστε μόνες! παραπέμπει σε κάτι παρόμοιο της ταινίας When A Stranger Calls (1979), κρίθηκε για τον μισογυνισμό της και προσπαθώντας να γαλουχήσει, χρησιμοποιώντας αποκλειστικά τα βάσανα των θηλυκών. Επίσης στον κύκλο των "Μην" ήταν και το video nasty του Τζόζεφ Έλισον Don't Go in the House, η οποία επίσης αναπαριστούσε γραφικές σκηνές με θηλυκά να υποφέρουν. Η ταινία New Year's Evil προσπάθησε να μειώσει το μισογυνιστικό υπόβαθρό του με τη μουσική του New Wave και μια νέα πλοκή, παρόλο που η ταινία ήταν αποτυχημένη στις κριτικές και εμπορικά. Ο Μπράιαν Ντε Πάλμα πλήρωσε φόρο τιμής για το Psycho στην ταινία Dressed to Kill (Προετοιμασία για έγκλημα), μια ταινία η οποία μύησε ένα κύμα προστασίας για τις γυναικείες ομάδες για τον μισογυνισμό τους: ο Διεθνής Οργανισμός Γυναικών (ΔΟΓ) έκανε πλακάτ διαμαρτυρίας όταν προβλήθηκε στο Πανεπιστήμιο της Αϊόβα. Παρά την αντιπαράθεση, η ταινία ήταν επιτυχημένη και έβγαλε $32 εκατομμύρια στο box office.[5]:87–88:93
Σλάσερ ταινίες με εορταστικό θέμα επίσης παρουσιάστηκαν, συμπεριλαμβανομένου της ταινίας Christmas Evil, η οποία έλαβε περιορισμένη κυκλοφορία και ήταν ανεπαρκώς αποδεκτή από το κοινό, το οποίο περίμενε για μια πιο γρήγορη παρά αργή ψυχολογική μελέτη για τη θανατηφόρα ψύχωση ενός άντρα με τον Άι Βασίλη. Επίσης Χριστουγεννιάτικη επιλογή στόχου ήταν η πρώτη ταινία του Ντέιβιντ Χες To All a Goodnight, η οποία προδιέγραψε τη δημοτικότητα των σλάσερ ταινιών με σκηνικό πανεπιστημιουπόλεις. Ο Χες πρόσθεσε επίσης στο ενεργητικό του βιογραφικό σημείωμα την ταινία The House on the Edge of the Park, υποδυόμενος τον ρόλο ενός βιαστή/κατά συρροήν δολοφόνου, παρόμοιος με τον ρόλο του στην ταινία The Last House on ther Left. Η ροκ σλάσερ ταινία Terror on Tour, από την παραγωγή της ταινίας To All Goodnight, επίσης κυκλοφόρησε το 1980, αποδεικνύοντας ότι οι παραγωγοί προσπαθούσαν να πουλήσουν όσο το δυνατόν συντομότερα ταινίες τρόμου χαμηλού προϋπολογισμού στο συντομότερο χρονικό διάστημα, χωρίς να ανησυχούν για την ποιότητα.[5]:86–100
Οι σλάσερ ταινίες ήταν περισσότερο επιτυχημένες στα drive-in και Grindhouse θέατρα. Η ιταλική ταινία τρόμου Anthropophagous (Ο Ανθρωποφάγος) του Τζο Ντ'Αμάτο, περιλάμβανε ένα σκοτωμένο αγέννητο μωρό μιας γυναίκας να ξεσκίζεται και να τρώγεται και ο δολοφόνος να τρώει τα εντόσθια του ενώ πεθαίνει. Η ταινία τρόμου με το μεγαλοπόδαρο Night of the Demon, ήταν σπλάτερ-σλάσερ υβρίδια ταινία η οποία παρουσίαζε γραφικές σκηνές όπως έναν άντρα να μαστιγώνεται με τα έντερα του και δύο κοπέλες να αναγκάζονται να μαχαιρώσουν η μία την άλλη σε έναν τελετουργικό χορό. Ο Ντάριο Αρτζέντο συνέχισε με την ταινία του 1977 που ήταν μεγάλη εισπρακτική επιτυχία Suspiria μαζί με την ταινία Inferno, το δεύτερο μέρος στην τριλογία The Three Mothers. Σε αντίθεση με τον προκάτοχό του, το Inferno είχε περιορισμένη θεατρική κυκλοφορία και έλαβε μικτές κριτικές. Ο Γερμανός σκηνοθέτης Ούλι Λόμελ, γνωστός για την αναγνωρίσιμη ταινία του The Tenderness of Wolves (1973), σκηνοθέτησε την ταινία The Boogeyman, μία από τις πρώτες σλάσερ ταινίες που περιείχε υπερφυσικά στοιχεία. Η ταινία, έπαιξε στην πάνω στην επιτυχία των Halloween και The Amityville Horror (Η Νύχτα που Γεννήθηκε ο Τρόμος, 1979), που ήταν μεγάλη επιτυχία στο box office, κερδίζοντας $25 εκατομμύρια. Υπερφυσικά στοιχεία επίσης υπήρξαν και στην ταινία The Ghost Dance, η οποία περιλαμβάνει το πνεύμα του σαμάνου Ναχάλα να ξαναζωντανεύει και να καταλαμβάνει έναν Ινδό φαρμακοποιό. Ο Ντέιβιντ Πόλσον, σκηνοθέτης της της σπάνιας προβαλλόμενης ταινίας Savage Weekend (1976), επέστρεψε με την ταινία Schizoid. Άλλη μια χαμηλού προϋπολογισμού σλάσερ ταινία που κυκλοφόρησε το 1980 ήταν "The Unseen, η οποία ήταν αξιοσημείωτα λιγότερο εκμεταλλευτική αλλά δελέασε τους θεατές με την υπόσχεση των όμορφων γυναικών σε κίνδυνο. Η Αυστραλία, εν τω μεταξύ, είδε την κυκλοφορία της ταινίας Nightmares.[5]:86–100
Πολλοί ευρέως γνωστοί ηθοποιοί και σκηνοθέτες συμμετείχαν στο σλάσερ είδος. Ο Τζον Χιούστον, που κέρδισε βραβείο Όσκαρ, σκηνοθέτησε την ταινία Phobia, παρόλο που η ταινία είχε αποτύχει εμπορικά και στις κριτικές. Η ταινία Fade to Black παρέχει ένα κοινωνικό ντοκιμαντέρ πάνω στην κινηματογραφική βία και την επίδρασή της στη νεανική κουλτούρα. Ο Τζακ Πάλανς και ο Μάρτιν Λαντάου, που θα πρωταγωνιστούσαν στην ταινία Alone in the Dark δύο χρόνια αργότερα, έπαιξαν τους πρωταγωνιστικούς ρόλους στη σλάσερ ταινία με εξωγήινους Without Warning. Οι επιδράσεις του Halloween είναι ορατές στην ταινία He Knows You're Alone (Ο δολοφόνος με το στιλέτο), μια ταινία με παρόμοια μουσική επένδυση, τοποθεσία, χαρακτήρες και τρομακτικές σκηνές.
Τα φορολογικά κίνητρα οδήγησαν σε παραγωγές σλάσερ στον Καναδά. Η Τζέιμι Λι Κέρτις πρωταγωνίστησε στην ταινία του Πολ Λιντς Prom Night: ήταν μια αρκετά μεγάλη επιτυχία με $15 εκατομμύρια στο box office. Η Κέρτις επέστρεψε για άλλη μια Καναδική ταινία σλάσερ, Terror Train, επίσης πρωταγωνιστούσαν ο Μπεν Τζόνσον, ο Ντέιβιντ Κόπερφιλντ και ο Χαρτ Μπόχνερ. Κυκλοφόρησε από την 20th Century Fox, η ταινία ήταν μικρή επιτυχία. Επίσης από τον Καναδά, Funeral Home, μια αναβαθμισμένη ενημέρωση της ταινίας Ψυχώ επιτυχημένη στο box office στο Μεξικό.
Μία από τις πιο αμφιλεγόμενες σλάσερ ταινίες εκείνης της περιόδου ήταν του Γουίλιαμ Λάστιγκ, Maniac (Ο Μανιακός), που κυκλοφόρησε το 1980. Πρωταγωνιστούσε ο Τζο Σπίνελ ως ένας σχιζοφρενής κατά συρροήν δολοφόνος στη Νέα Υόρκη, η ταινία δέχθηκε επίθεση από τους κριτικούς: Ο Βίνσεντ Κάνμπι από το The New York Times είπε ότι βλέποντας την ταινία ήταν σα να βλέπει κάποιον άλλο να κάνει εμετό. Ο Τομ Σαβίνι, που επίσης εργάστηκε στην ταινία Dawn of the Dead (Ζόμπι, το ξύπνημα των Νεκρών, 1978) και στην ταινία Friday the 13th, πρόσθεσε γραφικά εφέ για την ταινία, που κυρίως αναπαριστούσαν βία εναντίον των γυναικών. ο Λάστιγκ κυκλοφόρησε την ταινία χωρίς να έχει λάβει χαρακτηρισμό για την καταλληλότητά της στις αμερικανικές αίθουσες, με αυτόν τον τρόπο παρακάμπτοντας τη Motion Picture Association of America. Η ταινία απέφερε $6 εκατομμύρια στο box office.[5]:100
Παρασκευή και 13
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Μετά την ταινία Hallloween (1978), το Friday the 13th (Παρασκευή και 13), είναι η πιο γνωστή σλάσερ ταινία κατά τη Χρυσή Εποχή. Η ταινία ήταν εμπορικά επιτυχημένη, αποφέροντας σχεδόν $60 εκατομμύρια στο box office. Παρά την επιτυχία της, ο διανεμητής της, Paramount Pictures, κατηγορήθηκε για το επίπεδό της, καθώς κυκλοφόρησε μια τόσο βίαιη ταινία. Ο Τζιν Σίσκελ και ο Ρότζερ Ίμπερτ μίσησαν την ταινία, με το Σίσκελ στην αξιολόγησή του στην εφημερίδα Chicago Tribune, αποκάλυψε την ταυτότητα του δολοφόνου της ταινίας επιχειρώντας να βλάψει το box office της, ακόμη και την παροχή της διεύθυνσης του προέδρου της Paramount Pictures σε περίπτωση που οι θεατές της ταινίας ήθελαν να διαμαρτυρηθούν.[8]
Στις επακόλουθες χρονιές, η Παρασκευή και 13 απέκτησαν πολλές περισσότερες θερμές κριτικές και έγινε καλτ ταινία. Είναι η ταινία που ξεκίνησε τη μόδα των σπλάτερ, που επηρέασε εκατοντάδες μιμητές να αναπτύξουν περισσότερη αιματοχυσία στις δικές τους σλάσερ ταινίες.
Η Motion Picture Association of America (MPAA) κατακρίθηκε ότι επιτρέπει να περάσει η ταινία με βαθμολογία R. Η βία της ταινίας θα αναπαράγονταν στις μεταγενέστερες σλάσερ ταινίες με την προϋπόθεση ότι θα εκμεταλλεύονταν την επιτυχία της ταινίας, μιας και επιτράπηκε να είναι ορατή η βία της. Οι κριτικές που ξεκίνησαν με την Παρασκευή και 13 θα οδηγούσαν σε ενδεχόμενη πτώση του είδους με τα χρόνια.[5]:89–90
1981
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Από το 1981, η κυκλοφορία των σλάσερ ταινιών έφτασαν σε ένα σημείο κορεσμού. Ταινίες όπως οι σε μεγάλο βαθμό διαφημισμένες My Bloody Valentine και The Burning (Ο Μανιακός με την Ψαλίδα) ήταν αποτυχημένες στο box office. Οι σλάσερ ταινίες ήταν ακόμη φθηνές για την παρασκευή τους, και η αναζήτηση για το επόμενο Halloween και Friday the 13th συνεχίζονταν, ενώ τα σίκουελ αυτών των ταινιών ξεκίνησαν να παίζουν στις αίθουσες.
Η ταινία Just Before Dawn (1981), ήταν μία από τις πρώτες κυκλοφορίες της χρονιάς, γιορτάζει τη φύση μέσω της κινηματογραφίας και της ατμόσφαιρας του Σίλβερ Φολς, του Όρεγκον, και μία αξιοσημείωτη μουσική επένδυση από τον Μπραντ Φίντελ. Η αυστραλιανή ταινία Roadgames (Αντίπαλοι της Ασφάλτου), που πρωταγωνιστεί η Τζέιμι Λι Κέρτις, ήταν αποτυχημένη στο box office, κάτι για το οποίο ο σκηνοθέτης Ρίτσαρντ Φράνκλιν κατηγόρησε ότι το είδος της ταινία ήταν σλάσερ.
Μετά τη σημαντική επιτυχία της ταινίας Friday the 13th, η Paramount Pictures ανέλαβε το My Bloody Valentine, ελπίζοντας να λάβει παρόμοια επιτυχία. Η ταινία έγινε αντικείμενο έντονου ελέγχου από την MPAA στον απόηχο της δολοφονίας του Τζον Λένον, και κυκλοφόρησε με πολλά μοντάζ. Με έλλειψη αιματοχυσίας, το My Bloody Valentine έβγαλε μόνο $6 εκατομμύρια στο box office, πολύ λιγότερα απ' ότι η Paramount ευχόταν. Με παρόμοιο θέμα, η ταινία The Prowler (Η Δολοφονία της Ρόζμαρι) ήλπιζε να δελεάσει το κοινό του Friday the 13th με αγωνιώδη αλληλουχία και βίαια εφέ από τον Τομ Σαβίνι, αλλά ήταν πολύ μονταρισμένη για τη θεατρική κυκλοφορία. Αυτό συνέβαλε στην αποτυχία της να βρει έναν διανομέα και ως περιφερειακή απελευθέρωση, επηρέασε το συνολικό κέρδος της. Παρόμοια λογοκρισία δέχθηκε και η ταινία The Burning, που χρησιμοποίησαν και σε αυτή τα εφέ του Σαβίνι. Θεματικά παρόμοιες ταινίες του Friday the 13th δεν τα πήγαν καλά στο box office παρά το γεγονός ότι συμμετείχαν βαρέων βαρών παραγωγοί, όπως: Μπομπ Γουάνστιν, Χάρβι Γουάνστιν και Μπραντ Γκρέι, όπως και οι ηθοποιοί Χόλι Χάντερ, Τζέισον Αλεξάντερ, και Φίσερ Στίβενς.[5]:102–116
Το ενδιαφέρον του στούντιο για πιθανές ταινίες σλάσερ αυξήθηκε μετά την επιτυχία της ταινίας Friday the 13th. Η Warner Bros απέκτησε την ταινία Eyes of a Stranger (Ο Στραγγαλιστής του Μαϊάμι Ξαναχτυπά), και αν και δεν ήταν τόσο καλοσχηματισμένη όσο η ταινία του προηγούμενου έτους Don't Answer the Phone! (1980), ήταν όμοια βίαιη και σαδιστική, παρόλο που η πολλή αιματοχυσία κόπηκε στο μοντάζ. Η Warner Bros, επίσης διένειμε το Night School (Τα Μάτια του Τρόμου), μια ταινία που είχε πολλές επιρροές από το είδος giallo, ειδικότερα από την ταινία του Αντρέα Μπιάνκι Strip Nude for Your Killer (Γυμνά τα Θύματα... Μανιακός ο Δολοφόνος, 1975). Οι θρύλοι της οθόνης Λορίν Μπακόλ και Τζέιμς Γκάρνερ πρωταγωνίστησαν στην ταινία The Fan, η οποία ήταν ανεπιτυχής και στις αξιολογήσεις και εμπορικά για τον διανεμητή της, την Paramount Pictures. Η Universal Pictures, γνωστή για τις τερατώδεις ταινίες της τις δεκαετίες του 1930 και του 1940, κυκλοφόρησε την ταινία του Τόμπι Χούπερ The Funhouse (Το Τούνελ του Τρόμου), Η οποία σημείωσε μέτρια επιτυχία $8 εκατομμυρίων. Η Columbia Pictures πήρε την ανεξάρτητη Καναδική whodunit ταινία Happy Birthday to Me (Τα Γενέθλια του Τρόμου), σκηνοθετημένη από τον Τζ. Λι Τόμσον, τον άντρα πίσω από την ταινία Cape Fear (Δυο Γίγαντες Συγκρούονται, 1962). Προωθημένη ως "ένα ψυχολογικό μυστήριο που σοκάρει" με "έξι από τις πιο περίεργες δολοφονίες που θα δείτε ποτέ", η ταινία Happy Birthday to Me υποβλήθηκε σε περικοπές που διέταξε η MPAA, αλλά εισέπραξε $10 εκατομμύρια. Οι σλάσερ ταινίες πήγαν και στην τηλεόραση, με την CBS να κυκλοφορεί το Dark Night of the Shadow.
Ανεξάρτητες εταιρείες επίσης κυκλοφόρησαν χαμηλού προϋπολογισμού σλάσερ ταινίες με ποικίλους βαθμούς επιτυχίας. Η ταινία Bloody Birthday, αφορά ένα δολοφόνο παιδιών, ήταν αισθητικά και θεματικά παρόμοια με το Halloween, αποδεικνύοντας ότι η επιτυχία του Τζον Κάρπεντερ, δεν τελείωσε. Η Λίντα Μπλερ, πρωταγωνίστρια της ταινίας The Exorcist (Ο Εξορκιστής, 1973), συνέχισε την καριέρα της στην ταινία Hell Night (Μια Νύχτα στην Κόλαση). Ο σκηνοθέτης αυτής της ταινίας, ήταν ο Τομ ΝτεΣιμόν, γνώριζε πολύ καλά την αντίδραση της MPAA ενάντια στο είδος του σλάσερ, οπότε απέκλεισε το αιματοχυσία υπέρ της αγωνίας. Η ταινία Deadly Blessing (Βία στη Στοιχειωμένη Βίλα, 1981) σημειώθηκε ως η πρώτη ταινία του Γουές Κρέιβεν με μαχαιρώματα στο είδος, τρία χρόνια πριν φέρει την επανάσταση με την ταινία A Nightmare on Elm Street. Η πιο εκπληκτική επιτυχία του έτους ήταν η ταινία του Χερμπ Φριντ Graduation Day, μια ταινία που χαίρεται για την αδικαιολόγητη βία της, παρουσιάζοντας οτιδήποτε έχει γίνει συνώνυμο αυτού του είδους. Η ταινία ήταν επιτυχής, αποφέροντας $25 εκατομμύρια στο box office έναντι $200.000 προϋπολογισμό. Το 1981 επίσης κυκλοφόρησαν ταινίες όπως Absurd (Κόκκινο αίμα ή Ο Ανθρωποφάγος 2, Το σίκουελ της ταινία Ο Ανθρωποφάγος του Τζο Ντ'Αμάτο), η γερμανική σλάσερ ταινία Bloody Moon (Ματωμένο Φεγγάρι) του Χεσούς Φράνκο, και η ιταλική σλάσερ ταινία του Οβίντιο Τζ. Ασσονίτης, Madhouse.
Οι φτωχές πλοκές άφηναν περιθώριο για φτηνούς προϋπολογισμούς. Η ταινία Final Exam σηματοδότησε την απόλυση ως συνηθισμένη, μιας και αντιγράφηκε από το Halloween με πολλούς τρόπους, από έναν δολοφόνο χωρίς κίνητρο που κρύβεται κάτω από το παράθυρο του final girl, μέχρι την παρόμοια μουσική επένδυση. Η ταινία Home Sweet Home που λαμβάνει χώρα την Ημέρα των Ευχαριστιών βασίστηκε σε μια μικρή έως καθόλου πλοκή, μόνο παρουσιάζοντας έναν ναρκομανή ψυχοπαθή να δολοφονεί σε ένα οικογενειακό δείπνο. Κυκλοφόρησε επίσης η επαρχιακή σλάσερ ταινία Scream. Μεταξύ άλλων παραδοξοτήτων του 1981 ήταν το παραμύθι Χριστιανικής ηθικής A Day of Judgement, το "video nasty" του Ρομάνο Σκαβολίνι Nightmares in a Damaged Brain, του Μπιλ Κόντον και του Μάικλ Λάφλιν Strange Behavior, και η giallo ταινία του Ρικάρντο Φρέντα, Murder Obsession. Η πιο παράξενη ταινία ήταν Don't Go in the Woods, η οποία αγκάλιασε την ανάρμοστη πλοκή της, τα φθηνά αιματοβαμμένα εφέ, και την ενοχλητική μουσική επένδυση.[5]:102–116
Οι σλάσερ ταινίες ξεκίνησαν να χρησιμοποιούν φαντασία και άλλα υπερφυσικά στοιχεία, οδηγώντας στην ταινία A Nightmare on Elm Street (1984). Η ταινία GhostKeeper, βασισμένη στον θρύλο για το Wendigo των Ιθαγενών της Αμερικής, ήταν η Καναδική απάντηση στην ταινία του Στάνλεϊ Κιούμπρικ The Shining (Η Λάμψη, 1980). Παρά τη σχετική αφάνεια της, η ταινία έχει λάβει ανάκαμψη κατά τα επόμενα χρόνια, καθώς οι οπαδοί της έχουν θεωρήσει την ατμόσφαιρα αναζωογονητική. Η ταινία Evilspeak περιλάμβανε ένα κοινωνικά αποκλεισμένο άτομο, να χρησιμοποιεί τον υπολογιστή του για να καλέσει δαίμονες και να ξορκίσει τους βασανιστές του.
Το 1981 ήταν η αρχή για τα σίκουελ των σλάσερ ταινιών. Η ταινία του Στιβ Μάινερ Friday the 13th Part 2 (Παρασκευή και 13 μέρος 2) είναι ίσως η σλάσερ 80's ταινία της πεμπτουσίας: γρήγορη, αιματηρή, και διασκεδαστική. Παρά το γεγονός ότι ήταν πολύ μονταρισμένη με εντολή της MPAA, η ταινία ήταν μια τεράστια επιτυχία. Ακόμη πιο επιτυχημένη και από το Halloween II (Η νύχτα με τις μάσκες No 2). Ενώ οι Τζον Κάρπεντερ και Ντέμπρα Χιλ ήταν απρόθυμοι να επιστρέψουν στο είδος που ξεκίνησαν, συμφώνησαν να γράψουν το σενάριο. Έχοντας συνειδητοποιήσει ότι το τοπίο τρόμου άλλαξε από την κυκλοφορία της πρώτης ταινίας, προστέθηκε περισσότερο αιματοχυσία και αρίθμηση πτωμάτων, δείχνοντας πως η ταινία Friday the 13th είχε επηρεάσει εξίσου την υποκατηγορία του είδους του τρόμου. Το διένειμε ο Universal Pictures στις 30 Οκτωβρίου του 1981 και απέφερε περισσότερο από $25 εκατομμύρια, κάνοντάς την τη δεύτερη υψηλότερου κέρδους ταινία τρόμου για το 1981, πίσω από την ταινία An American Werewolf in London (Ένας Αμερικανός Λυκάνθρωπος στο Λονδίνο, 1981).[5]:102–116
1982
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το 1982 σημειώθηκε ως η αρχή των σλάσερ ταινιών να κυκλοφορούν κατευθείαν σε βιντεοκασέτα. Ήταν η κύρια μέθοδος κυκλοφορίας από τα μέσα του 1980 κι έπειτα.
Ο προϋπολογισμός των σλάσερ ταινιών μειώθηκε δραστικά. Μία από τις πρώτες σλάσερ ταινίες του 1982 ήταν το Madman, το οποίο ήταν στη λίστα του Variety στις κορυφαίες 10 ταινίες, από τις κυκλοφορίες της Νέας Υόρκης και τα πήγε καλά στο home video. Η ταινία Death Valley διαλέχτηκε και διανεμήθηκε πανεθνικά από τη Universal Pictures. Το Death Screams επικεντρώθηκε κυρίως στο εφηβικό δράμα σε μια μικρή πόλη παρά σε σλάσερ θανάτους, για να περιορίσει το κόστος στο ελάχιστο. Άλλη μια χαμηλού προϋπολογισμού ταινία είναι The Dorm That Dripped Blood, που δημιουργήθηκε με μόνο $90.000, και το Honeymoon Horror, το οποίο δημιουργήθηκε με $50.000. Όπως στην ταινία Madman, και οι δύο ταινίες απέκτησαν ένα ισχυρό ακροατήριο στο home video και οι πωλήσεις τους ήταν επιτυχημένες στις πρώτες μέρες των κασετών VHS.
Μερικές ανεξάρτητες παραγωγές είχαν πρόβλημα στο να βρουν διανεμητή. Η ταινία Girls Nite Out είχε πολύ περιορισμένη κυκλοφορία το 1982 μέσω της Aries International, αλλά η επανακυκλοφορία της το 1984 σε περισσότερα θέατρα, προτού λάβει μέτρια επιτυχία στο home video. Η ταινία του Πολ Λιντς Humongous κυκλοφόρησε μέσω της AVCO Embassy Pictures, αλλά η αλλαγή στη διοίκηση της εταιρείας περιόρισε σημαντικά τη θεατρική κυκλοφορία της ταινίας. Φτηνές ταινίες όπως Dark Sanity, The Forest, Unhinged, Trick or Treats, και Island of Blood γρήγορα αφανίστηκαν, μετά βίας κυκλοφόρησαν.[5]:118–130
Σκηνοθέτες αποπειράθηκαν να φτιάξουν σλάσερ με ελαφρώς αστείο περιεχόμενο στις συμβάσεις και στη διαμάχη που τους περιέβαλε. Στην ταινία Alone in the Dark, πρωταγωνιστούσε ο Ντόναλντ Πλέζανς, ο Μάρτιν Λαντάου και ο Τζακ Πάλανς, που ενεργεί ως παρωδία για την ίδια, χρησιμοποιώντας αστεία χωρίς να γίνεται γελοία. Στην ταινία The Last Horror Film, ο Τζο Σπίνελ ξανά ενώθηκε με την συμπρωταγωνίστριά του στην ταινία Maniac (1980), την Κάρολαϊν Μάνροο, σε ένα αιματηρό ντοκιμαντέρ στη φύση των ταινιών τρόμου και το κοινό που ελκύουν. Οι φεμινίστριες Έιμι Χόλντεν Τζόουνς και Ρίτα Μέι Μπράουν σκηνοθέτησαν και έγραψαν αντίστοιχα άλλη μια παρωδία του είδους, The Slumber Party Massacre. Παρόλο που παρουσιάστηκε εκμεταλλεύσιμη βία εναντίον των ανδρών, οι φεμινίστριες δεν κατάλαβαν το αστείο των συνάδελφών τους Τζόουνς και Μπράουν και κατέκριναν την ταινία.[5]:118–130
Η επιτυχία του Halloween II (1981) οδήγησε σε περισσότερες σλάσερ ταινίες με σκηνικό το νοσοκομείο. Ανάμεσά τους ήταν και η ταινία Visiting Hours (Το Επισκεπτήριο του Τρόμου), η οποία έβαλε τον φιλελεύθερο φεμινισμό εναντίον τον φανατισμό των δεξιών. Επίσης χρησιμοποίησαν το ίδιο σκηνικό και στην ταινία Hospital Massacre, στην οποία το κουνελάκι του Playboy Μπάρμπι Μπέντον και τα αιματοβαμμένα νοσοκομειακά σκηνικά ήταν οι κύριες προσεγγίσεις. Η αυστραλιανή ταινία Night of Kinεπέλεξε να χρησιμοποιήσει ένα γηροκομείο. Όπως στην ταινία Visiting Hours, τα σλάσερ επιχείρησαν να αναλάβουν πολιτικά προβλήματα στις αρχές της δεκαετίας του 1980. Η ταινία του Γουίλιαμ Άσερ. Night Warning αντιμετωπίζει την αιμομιξία και την ομοφοβία ενώ παραπέμπει στην κλασική λογοτεχνία, δανείζοντας από τον Σοφοκλή το Οιδίπους Τύραννος.
Η ταινία Friday the 13th Part III (Παρασκευή και 13 Μέρος 3) ήταν η πρώτη σλάσερ ταινία που ήταν τρίτη σε μία σειρά. Η ταινία ήταν τεράστια οικονομική επιτυχία, αποφέροντας πάνω από $36 εκατομμύρια, $14 εκατομμύρια περισσότερα από την προκάτοχό της. Είναι επίσης η πρώτη στην οποία ο Τζέισον Βόρχις φόρεσε την εικονική μάσκα του χόκεϊ. Η ταινία Pieces (Τεμαχισμός), στην οποία πρωταγωνιστεί η Λίντα Ντέι Τζορτζ και ο Κρίστοφερ Τζορτζ, ήταν Πουερτορικανής παραγωγής, γυρισμένη στη Βοστόνη και στη Μαδρίτη, από έναν Αμερικανό παραγωγό με έδρα στην Ιταλία, και έναν Ισπανό σκηνοθέτη, με αιματηρές σκηνές, κακές ερμηνείες, αξέχαστους διαλόγους, και ντίσκο μουσική. Επίσης οι ιταλικές τζάλο ταινίες συνέχισαν να αποδίδουν το 1982, με κυκλοφορίες συμπεριλαμβανομένου του Σέρτζιο Μαρτίνο το The Scorpion with Two Tails (Αίνιγμα στον Τάφο των Ετρούσκων), του Λούτσιο Φούλτσι The New York Ripper (Ο Αντεροβγάλτης της Νέας Υόρκης) και του Ντάριο Αρτζέντο Tenebrae (Ο Παρανοϊκός Δολοφόνος).[5]:118–130
Το Χόλιγουντ συνέχισε τις παραγωγές των σλάσερ, παρόλο που καινούριες προσεγγίσεις μετακινήθηκαν σε διαφορετικές κατευθύνσεις. Η ταινία The Seduction (Η Αποπλάνηση) με μικτές ερωτικές εξάψεις, πωλείται ως θρίλερ παρά ως μια ταινία τρόμου. Ήταν επιτυχημένη κατ' έκπληξη, μαζεύοντας $11 εκατομμύρια δολάρια στην προβολή της και προγενέστερη από υπερπαραγωγές όπως το Ολέθρια Σχέση (Fatal Attraction) (1987) και Basic Instinct (Βασικό Ένστικτο, 1992). Η ταινία Deadly Games, είναι για μία δημοσιογράφο που επιστρέφει στο σπίτι της μετά από τον μυστήριο θάνατο της αδελφής της, περιείχε στοιχεία σλάσερ σε μία κατά τ' άλλα συνηθισμένη ταινία θρίλερ μόνο και μόνο επειδή ο χρηματοδότης της ταινίας υπέθεσε πως το κοινό τα ήθελε. Η ταινία Silent Rage (Οργισμένος Εκδικητής) με πρωταγωνιστή τον Τσακ Νόρις, αναδεικνύει το ταλέντο τους στις πολεμικές τέχνες.[5]:118–130
Το υπερφυσικό και η φαντασία συνέχισαν να είναι θέμα στις σλάσερ ταινίες. Η ταινία The Slayer σίγουρα επηρέασε την ταινία του Γουές Κρέιβεν στο να βρει μια γυναίκα να ονειρεύεται έναν μπαμπούλα ενώ οι φίλοι της εξαφανίζονται, θολώνοντας τα όρια μεταξύ του κόσμου των ονείρων και πραγματικότητας. Οι δαίμονες εμφανίζονται στην ταινία The Incubus, βασισμένη στο μυθιστόρημα του Ρέι Ράσελ για ένα σατανικό πλάσμα που βιάζει και δολοφονεί γυναίκες σε μια μικρή πόλη, ενώ τα υπερφυσικά θέματα ήταν η κινητήρια δύναμη πίσω από τις ταινίες Blood Song και Don't Go To Sleep. Η ταινία Superstition με κεντρικό θέμα ένα στοιχειωμένο σπίτι, παίρνει μια φόρμουλα που καθιερώθηκε στο The Amytiville Horror (1979) και προσθέτει αριθμό νεκρών με αιματοβαμμένους θανάτους. Η σειρά ταινιών Halloween επιχείρησε να χρησιμοποιήσει το υπερφυσικό στοιχείο με την κυκλοφορία Halloween III: Season of the Witch (Η νύχτα με τις μάσκες No 3), μια έντονη αποχώρηση από την πλοκή των δύο προηγούμενων ταινιών.[5]:118–130
1983
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Οι κλασικές πλοκές και σκηνικά συνέχισαν να εμφανίζονται το 1983. Η ταινία του Μαρκ Ρόσμαν House on Sorority Row (Φόνοι στο Παρθεναγωγείο) έχει παρόμοια πλοκή με το Prom Night (1980) και το Terror Train (1980), όπου οι έφηβοι πρωταγωνιστές κατά λάθος διαπράττουν ένα έγκλημα και προσπαθούν να το καλύψουν, μόνο που υπάρχει ένας μάρτυρας που ζητά εκδίκηση. Η ταινία του Λαμπέρτο Μπάβα A Blade in the Dark ακολουθεί ένα συνθέτη που πρέπει να βρει την ταυτότητα ενός δολοφόνου που παραμονεύει θύματα στη βίλα της Τοσκάνης, όπου μένει ο ίδιος. Η ταινία The Final Terror, ένα σλάσερ σε μία απομακρυσμένη περιοχή στο στυλ της ταινίας The Burning (1981), ασχολείται με καταδρομείς να τρομοκρατούνται από μια γυναίκα που κατοικεί στο δάσος. Το τηλεοπτικό θρίλερ Deadly Lessons βρίσκει μια ομάδα μαθητριών να τρομοκρατούνται από ένα δολοφόνο σε ένα ιδιωτικό σχολείο. Τα σλάσερς συνέχισαν ασχολούνται με πολιτικά προβλήματα, όπως φαίνεται στην ταινία Sweet Sixteen, όπου μια σειρά από εγκλήματα κατηγορούνται σε τοπικούς Αμερικανούς Ιθαγενείς, τονίζοντας τον ρατσισμό και την προκατάληψη στη Νοτιοδυτική Αμερική.[5]:132–144
Η πιο επιτυχημένη σλάσερ ταινία του 1983 ήταν το Psycho II (Ψυχώ 2: Η επιστροφή) μια φιλόδοξη απόπειρα στη συνέχεια του Psycho από τον Άλφρεντ Χίτσκοκ. Επανενώνοντας τα αυθεντικά μέλη Άντονι Πέρκινς και Βέρα Μάιλς, η ταινία συνέχισε την κληρονομιά του βασανισμένου Νόρμαν Μπέητς, που μπορεί ή όχι να βρίσκεται πίσω από μια νέα σειρά δολοφονιών. Τα θύματά του περιλαμβάνουν εφήβους που καπνίζουν κάνναβη σε αντίθεση με τους ενήλικες χαρακτήρες από το αυθεντικό. Έβγαλε $34.7 εκατομμύρια στο box office, μια επιτυχία που οδήγησε σε παραγωγή άλλων δυο σίκουελ: Psycho III (Ψυχώ 3: Στον Τόπο του Εγκλήματος) και Psycho IV: The Beginning.[5]:132–144
Ο Καναδάς συνέχισε την παραγωγή των σλάσερ ταινιών, με περισσότερο αξιοσημείωτη την Curtains, που παρήγαγε ο Πίτερ Σίμσον, που ήταν πίσω από το Prom Night και Humongous (1982) και του χαμηλού προϋπολογισμού θρίλερ American Nightmare το οποίο παρουσιάζει έναν άντρα που ερευνά το άθλιο αστικό υπόγειο πόρνων, ναρκομανών, και εθισμένων στην πορνογραφία.[5]:132–144
Η τελική μετάβαση του είδους από τις θεατρικές κυκλοφορίες στο home video ξεκίνησε το 1983, με την κυκλοφορία του Sledgehammer, το πρώτο σλάσερ που φτιάχτηκε για home video με παραγωγή μόνο $40.000. Το Sledgehammer παρουσιάζει την κορύφωση με μια αντιστροφή φύλου, μιας και το Playgirl μοντέλο Τεντ Πράιορ βγάζει την μπλούζα του για να αντιμετωπίσει τον δολοφόνο για κανέναν άλλο λόγο παρά για να επιδείξει τους κοιλιακούς του. Το 1983 είχε λίγες σεξουαλικές σλάσερ ταινίες σε home video, συμπεριλαμβανομένου του Blood Beat, για μια γυναίκα που φέρνει στο μυαλό της ένα σαμουράι κατά συρροήν δολοφόνο με ύψος 2.13 ενώ αυνανίζεται, και το Double Exposure, όπου η θηλυκή γυμνότητα επιδεικνύεται μιας και ο φωτογράφος Μάικλ Κάλαν, (που επίσης παράγει την ταινία) ονειρεύεται να δολοφονεί μοντέλα και σοκάρεται όταν ανακαλύπτει ότι στ' αλήθεια πεθαίνουν. O δημιουργικός σκηνοθέτης ταινιών Β κατηγορίας Φρεντ Όλεν Ρέι κυκλοφόρησε την ταινία Scalps, η οποία έγινε μία από τις πιο λογοκριμένες ταινίες στην ιστορία, που οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στη γραφική σκηνή βιασμού όπου το πνεύμα καταλαμβάνει έναν από τους μαθητές και μετά προβαίνει να βιάσει την κοπέλα του.[5]:132–144
Ίσως το πιο αξιομνημόνευτο σλάσερ του 1983 είναι του Ρόμπερτ Χίλτζικ Sleepaway Camp, ένας κλώνος του Friday the 13th και παρουσιάζει θύματα που είναι μόλις έφηβοι και επίσης διάφορα άλλα θέματα όπως παιδοφιλία, τρανσβιστισμό, ομόφυλες σκηνές, που ήταν ταμπού εκείνη την εποχή. Η καλτ ταινία, Sleepaway Camp ξεκίνησε μια σειρά ταινιών.[5]:132–144
Ορισμένες κυκλοφορίες προσπαθούσαν να αποστασιοποιηθούν από το είδος, παρά το γεγονός ότι σχεδιάστηκαν μετά από τις σλάσερ ταινίες. Η ταινία Mortuary παρουσιάζει μια αφίσα με ένα χέρι να ξεθάβεται από έναν τάφο, μια εικόνα που δεν έχει να κάνει με την ίδια την ταινία. Αυτό δείχνει ότι οι διανομείς είχαν επίγνωση της εξασθένισης του box office για την έλξη των σλάσερ και προσπαθούσαν να το αποκρύψουν από το ακροατήριο για να σκεφτούν ότι θα έβλεπαν κάτι άλλο. Ο Τζ. Λι Τόμσον, σκηνοθέτης του Happy Birthday to Me (1981), επέστρεψε στο είδος με την ταινία 10 to Midnight (10 λεπτά πριν τα μεσάνυχτα) με πρωταγωνιστή τον Τσαρλς Μπρόνσον, εμπνευσμένος από τα αληθινά εγκλήματα του Ρίτσαρντ Σπεκ. Η ταινία προώθησε τον χαρακτήρα του Μπρόνσον που είναι γνωστός για τη δικαιοσύνη για όλους πάνω από οποιαδήποτε στοιχεία σλάσερ, μιας και η καριέρα του Μπρόνσον χαρακτηρίζεται από ταινίες όπου υποδύεται αυτόκλητους τιμωρούς όπως το Death Wish (Ο Εκτελεστής της Νύχτας) και τα σίκουέλ της.[5]:132–144
Από το 1984, η κοινωνία έχασε σε μεγάλο βαθμό το ενδιαφέρον της για τα σλάσερ που είχαν κυκλοφορήσει. Οι παραγωγές των σλάσερ έπεσαν απότομα, και ένα ίχνος απελπισίας περιέβαλε τις λίγες καινούριες κυκλοφορίες. Τα σημαντικότερα στούντιο ήταν έτοιμα να εγκαταλείψουν το είδος, μόνο που λίγα χρόνια πριν ήταν κερδοφόρο. Παρόλο που ήταν σπάνιο να δει κάποιος σλάσερ ταινίες στη μεγάλη οθόνη το 1984, oι επανεκδόσεις και οι νέες παραγωγές βίντεο έφεραν το είδος σε μια εντελώς νέα γενιά.
Πολλές ταινίες είχαν πολύ σύντομες θεατρικές παραστάσεις το 1984, αλλά θα έβρισκαν διάφορους βαθμούς επιτυχίας στο home video. Αυτές περιλάμβαναν σκηνικά με πανεπιστημιουπόλεις όπως το: Splatter University, το υπερφυσικό Satan's Blade, η χαμηλού προϋπολογισμού ταινία Blood Theatre, το ροκ εντ ρολ σλάσερ Rocktober Blood, το αθλητικό σλάσερ Fatal Games. Τα The Prey και Evil Judgement είχαν γυριστεί χρόνια πριν και τελικά είχαν λίγες θεατρικές κυκλοφορίες. Με οδηγό την επιτυχία του Friday the 13th Part III (1982) και τη χρήση του 3D, ήταν η ταινία Silent Madness, η οποία χρησιμοποίησε το εφέ σε μια προσπάθεια να δελεάσει το ακροατήριο με τη σύντομη θεατρική παράστασή τη: τα 3D εφέ δε έγιναν στη VHS κυκλοφορία. Το Deadly Intruder ήταν άλλο ένα τηλεοπτικό σλάσερ, αλλά δεν ήταν τόσο επιτυχημένο όσο στις παραστάσεις στη μικρή οθόνη όπως το Halloween (1978) και το Friday the 13th (1980). Το 1984 είδε επίσης κυκλοφορίες του Λούτσιο Φούλτσι, όπως την ταινία Murder Rock, μια giallo ταινία με μια ακαδημία χορού.[5]:146–152
Αν και το box office επέστρεψε με το Friday the 13th Part III το οποίο ήταν άκρως εντυπωσιακό, οι παραγωγοί πίσω από το Friday the 13th: The Final Chapter (Παρασκευή και 13 μέρος 4) αποφάσισαν ότι ήταν η ώρα να φέρουν στο έπος του Τζέισον Βόρχις σε ένα κλείσιμο, χρησιμοποιώντας τον θάνατό του ως κύριο εργαλείο μάρκετινγκ για την ταινία. Με σκηνοθέτη τον Τζόζεφ Ζίτο, η ταινία ήταν σκοτεινότερη και περισσότερο σκληρή από τις προηγούμενες ταινίες, και παρουσίαζε περισσότερη αιματοχυσία και σκηνές θανάτου. Όταν Το Τελευταίο Κεφάλαιο της ταινίας σκόραρε $32 εκατομμύρια στο box office, ήταν ξεκάθαρο ότι η σειρά δε θα τελείωνε, όπως επίσης ο θάνατος του Τζέισον σήμαινε το τέλος μιας περιόδου που αντιπροσώπευε: τη Χρυσή Εποχή των Σλάσερ Ταινιών.
Ο θάνατος της Χρυσής Εποχής ήρθε με αντιπαράθεση και αποτυχίες του box office όπως το Silent Night, Deadly Night (Άγια νύχτα, νύχτα θανάτου, 1984). Οι διαδηλωτές έκαναν μπλόκο φράζοντας την είσοδο στα θέατρα που πρόβαλαν την ταινία με πανό που έγραφαν, "Στολίστε την αίθουσα με Ίληξ -- όχι με πτώματα!" Παρόλο που οι νεότερες κυκλοφορίες απεικονίζουν ένα ψυχοπαθή Άι Βασίλη να ταλαντεύει ένα τσεκούρι με τη λεζάντα: "Γνωρίζει πότε έχεις φερθεί άτακτα!" Κυκλοφόρησε τον Νοέμβριο του 1984, την ίδια μέρα με την ταινία A Nightmare on Elm Street (Εφιάλτης στο Δρόμο με τις Λεύκες), με διανεμητή την TriStar Pictures που διαπίστωσε πως δεν ήταν όλη η δημοσιότητα καλή, καθώς επίμονοι γονείς που τραγουδούσαν τα κάλαντα ανάγκασαν έναν κινηματογράφο στο Μπρονξ να αποσύρουν την ταινία από την πορεία της. Λίγο μετά, η διαδεδομένη αγανάκτηση από τον τύπο οδήγησε την ταινία να αποσυρθεί από άλλους κινηματογράφους σε ολόκληρη τη χώρα. Η ταινία ήταν αποτυχία στο box office, αποφέροντας μόνο $2.5 εκατομμύρια για ολόκληρη την πορεία της, σε αντίθεση με την τεράστια επιτυχία της πιο εφευρετικής ταινίας τρόμου/φαντασίας, A Nightmare on Elm Street, σηματοδοτώντας ότι τα ακροατήρια ήταν έτοιμα για κάτι λίγο πιο θεαματικό από μία χαμηλού προϋπολογισμού τρόμου ταινία.[5]:146–152
Εφιάλτης στο Δρόμο με τις Λεύκες
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ενώ το ενδιαφέρον στα σλάσερ μειώθηκε, το A Nightmare on Elm Street του Γουές Κρέιβεν αναζωογόνησε το είδος, αν και η μίξη της φαντασίας και του τρόμου απομάκρυνε χαμηλού προϋπολογισμού ταινίες που κυριαρχούσαν τη Χρυσή Εποχή. Ο Κρέιβεν φλέρταρε με το είδος πριν στην ταινία Dead Blessing (1981), ωστόσο, ήταν απογοητευμένος που το είδος που είχε βοηθήσει με τις δημιουργίες των ταινιών The Last House on the Left (1972) και The Hills Have Eyes (1977) που δεν τον ωφέλησαν οικονομικά. Έχοντας δουλέψει για να αναπτύξει την ταινία που θα γινόταν A Nightmare on Elm Street από το 1981, ο Κρέιβεν ήξερε ότι ο χρόνος τελείωνε λόγω της μείωσης των εσόδων από τις θεατρικές κυκλοφορίες των ταινιών τρόμου, και το υποείδος σλάσερ συγκεκριμένα έμοιαζε να εξασθενεί μέσα σε ένα χρόνο. Δεν είχε ιδέα ότι ο κακός της ταινίας του, Φρέντυ Κρούγκερ, που θα γίνονταν εικονικός, θα αιχμαλώτιζε τη φαντασία του κοινού παγκοσμίως και θα διαμόρφωνε μια δεκαετία ταινιών τρόμου.
Το A Nightmare on Elm Street, και ειδικά ο Φρέντυ, έγινε πολιτισμικό φαινόμενο. Με προϋπολογισμό μόνο $1.8 εκατομμυρίων, η ταινίες απέφερε $25.5 εκατομμύρια και ξεκίνησε μία από τα πιο επιτυχημένες σειρές ταινιών στην κινηματογραφική ιστορία. Βοήθησε επίσης να ιδρύσει το στούντιο της New Line Cinema, ως κινητήριο κέντρο στο Χόλιγουντ μέχρι σήμερα και αναφέρεται ως "Το Σπίτι που ο Φρέντυ Έχτισε". Εκτός από την εκτόξευση του Φρέντυ και του Κρέιβεν, η ταινία παρουσίασε επίσης σημαντικά ταλέντα, συμπεριλαμβανομένου του νεαρού Τζόνι Ντεπ. Άλλες ταινίες προσπάθησαν γρήγορα να επωφεληθούν από την επιτυχία της, συμπεριλαμβανομένου το The Initiation (1984), η οποία είχε ως υπο-πλοκή τα όνειρα και έναν φρικτά καμένο άντρα.
Η επιτυχία του A Nightmare on Elm Street έδωσε τέλος στις χαμηλού προϋπολογισμού παραγωγές της Χρυσής Εποχής, οδηγώντας σε ένα νέο κύμα ταινιών τρόμου όπου βασίζονταν περισσότερο σε ειδικά εφέ και δυνατές ερμηνείες, σχεδόν συστηματικά σιωπώντας τα απλούστερα χαρακτηριστικά χαμηλού προϋπολογισμού που διαμορφώθηκαν μετά του Τζον Κάρπεντερ το Halloween, και του Σον Σ. Κάνινγκχαμ το Friday the 13th.[5]:150–152
Video nasty
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το Video nasty (αηδιαστικά βίντεο) ήταν βρετανικός σκανδαλοθηρικός όρος που δημιουργήθηκε στις αρχές του 1980 για να περιγράψει βίαιες exploitation ταινίες. Αυτή η κατηγορία περιλάμβανε μερικές σλάσερ ταινίες, συμπεριλαμβανομένου The Burning (1981), Bloody Moon (1981), Don't Go in the House (1980), και The Dorm That Dripped Blood (1982). Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1980, η βρετανική αγορά πλημμύρισε από λογοκριτικές ταινίες, διατέθηκε δημόσια λόγω ενός προσωρινού παραθυρακίου της νομοθεσίας για home video. Αυτές οι ταινίες δημιούργησαν ηθικό πανικό, δραματοποιήθηκαν από τίτλους εφημερίδων όπως και εκστρατείες πολιτικών και θρησκευτικές ομάδες.
Τα Video nasty πήραν θέση στη λίστα Director of Public Prosecutions (DPP), που δημιουργήθηκε έπειτα από το Obscene Publications Act που έκανε την εμφάνισή του το 1983. Οι ταινίες στη λίστα ήταν αντικείμενο κατάσχεσης από την αστυνομία, και στο τέλος 39 στο σύνολο ταινίες απαγορεύτηκαν από τον βρετανικό νόμο. Το Video Recordings Act του 1984 συναρμολογήθηκε βιαστικά, ασφαλίζοντας ότι όλες τις κυκλοφορίες ταινιών στη Βρετανία θα γίνονταν σε αβάν πρεμιέρ και θα λογοκρίνονταν από το Βρετανικό Συμβούλιο Ταξινόμησης Κινηματογράφου. Η υστερία είχε ως αποτέλεσμα σε πολλές ταινίες σλάσερ, ακόμα και σε εκείνες που δεν περιλαμβάνοντας στη DPP λίστα, να κοπούν ή να καθυστερήσει η κυκλοφορία τους.
Τα τελευταία χρόνια, η Βρετανία έχει πάρει μια πιο χαλαρή στάση απέναντι στην κινηματογραφική λογοκρισία, και μερικά video nasty έχουν ληφθεί αυτούσιες κυκλοφορίες DVD.[5]:126
Πτώση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Μέχρι το 1985 η κόπωση του κοινού χτύπησε τις σλάσερ ταινίες και η δημοτικότητά τους είχε μειωθεί σημαντικά αλλά δεν είχε πεθάνει εξ ολοκλήρου. Η επανάσταση του home video, πυροδοτήθηκε από τη δημοτικότητα της κασέτας VHS, παρείχε νέες προοπτικές για παραγωγές χαμηλού κόστους. Με εξαίρεση καινούριες σειρές ταινιών και mainstream θρίλερ, η σλάσερ ταινία καταδικάστηκε σε παραγωγή που μεταφέρονταν κατευθείαν στο home video. Χωρίς την υποστήριξη μεγάλων στούντιο ή την προθυμία τους να πάρουν ανεξάρτητες ταινίες για θεατρικές κυκλοφορίες, οι σλάσερ ταινίες βασίστηκαν κατά κύριο λόγο στο home video, το οποίο έφερε καινούρια ζωή σε όλα τα είδη, και με εξαίρεση την πορνογραφία, οι ταινίες τρόμου ήταν αναμφίβολα το πιο δημοφιλές είδος. Αν και οι οικονομικές αποδόσεις ήταν χαμηλές, υπήρχε ακόμα η δυνατότητα να μετατραπεί ένα κέρδος, ειδικά στο νέο φθηνότερο μέσο του βίντεο.
Μερικοί τίτλοι που κρατήθηκαν κατά τη διάρκεια της Χρυσής Εποχής βρήκαν κυκλοφορίες στην αγορά βίντεο στο σπίτι, που παρείχαν διέξοδο για τη δημιουργία χαμένων χρημάτων. Αρχικά γυρισμένη το 1982, η ταινία Too Scared to Scream (1985) βρήκε διανομή από τη Vestrom Video, ενώ το The Mutilator (1985), γυρισμένο το 1982, κυκλοφόρησε από την Ocean King Releasing στα μέσα της δεκαετίας του 1980. Το Killer Party (1986), μια ταινία που γυρίστηκε μερικώς το 1978, αλλά δεν ολοκληρώθηκε μέχρι το 1984, δε κυκλοφόρησε μέχρι το 1986 όταν έλαβε περιορισμένη διανομή από τη MGM. Η κιτς ταινία Mountaintop Motel Massacre (1986) γυρίστηκε το 1983 αλλά δε πάρθηκε για διανομή από τη New World Pictures μέχρι αρκετά χρόνια αργότερα. Καθρεφτίζοντας το κίνημα των πανκ, αρχάριοι παραγωγοί ένιωσαν ότι ο καθένας θα μπορούσε να φτιάξει μια ταινία με το home video. Τα αποτελέσματα συμπεριέλαβαν την ταινία Blood Cult (1985), η οποία διαφημίστηκε λανθασμένα. Άλλη παρόμοια ταινία ήταν The Ripper (1985). Άλλες ταινίες που δημιουργήθηκαν για τα μαγαζιά με βίντεο ήταν: Spine (1986), Truth or Dare? (1986), Killer Workout (1987), και Death Spa (1989), ανάμεσα σε δεκάδες άλλες.[5]:156–157
Τα μέσα της δεκαετίας του 1980 ήταν ένα κύμα από σίκουελ. Ο Γουές Κρέιβεν σκηνοθέτησε το The Hills Have Eyes Part II (Αίμα στους λόφους 2, 1985) για μισθό, αν και επανειλημμένα αποκηρύσσει την ταινία από τότε. Το Friday the 13th: A New Beginning (Παρασκευή και 13 μέρος 5: Λουτρό αίματος, 1985) προσπάθησε να επαναφέρει τη σειρά ταινιών, η οποία υποτίθεται ότι θα τελείωνε με το Friday the 13th: The Final Chapter το 1984. Αν και κερδοφόρα, η ταινία δεν έφτασε την εμπορική επιτυχία των προηγούμενων ταινιών στη σειρά και οι υποστηρικτές αντέδρασαν άσχημα σε αυτήν, οδηγώντας τους παραγωγούς να ξανασκεφτούν ολόκληρη τη σκηνοθεσία της ταινίας και την πρωταρχική ιστορία.[5]:157 Μετά του A Nightmare on Elm Street που έγινε επιτυχία, η ταινία A Nightmare on Elm Street Part 2: Freddy's Revenge (Εφιάλτης στο Δρόμο με τις Λεύκες Νο.2: Η Εκδίκηση του Φρέντυ, 1985) μπήκε αμέσως σε παραγωγή. Η ταινία ξεχώρισε από άλλες σλάσερ ταινίες, έχοντας άντρα πρωταγωνιστή και απροκάλυπτα ομοερωτικές σκηνές. Η ταινία ήταν οικονομική επιτυχία και η υψηλότερη εισπρακτικά ταινία του 1985, βγάζοντας περισσότερα χρήματα και από το Friday the 13th: A New Beginning. Οι ταινίες A Nightmare on Elm Street ήταν τόσο επιτυχημένες που ενέπνευσαν το υποείδος σλάσερ προσθέτοντας τα όνειρα και τη φαντασία, συμπεριλαμβανομένου στις ταινίες Dreamaniac (1986), Bad Dreams (1988), Deadly Dreams (1988), και Dream Demon (1988) που είναι μόνο μια χούφτα ταινιών που προσπάθησαν να αξιοποιήσουν την υπερφυσική φανταστική τάση τρόμου.[5] Η ταινία April Fool's Day (Έγκλημα την Πρωταπριλιά, 1986) ήταν παρωδία για τις σλάσερ ταινίες με μέτρια επιτυχία για την Paramount, παρόλο που δεν ήταν η αρχή για σειρά ταινιών όπως ήλπιζε το στούντιο. Άλλη μια ταινία που διακωμωδούσε το είδος ήταν Evil Laugh (1986), παρουσιάζοντας χαρακτήρες που κάνουν αυτο-αναφορικά σχόλια για ταινίες τρόμου. Η ταινία του Τόμπι Χούπερ The Texas Chainsaw Massacre 2 (Ο σχιζοφρενής δολοφόνος με το πριόνι 2, 1986) δίνει έμφαση στο γέλιο παρά στον τρόμο, αλλά απέφερε το φτωχό σύνολο των $8 εκατομμυρίων στο box office, δείχνοντας ότι ένα franchise φημισμένο για την τρομακτική φήμη του πρωτοτύπου του 1974 δεν μετατρέπεται σε κωμωδία. Η πιο δημοφιλής ταινία ανάμεσα στις σλάσερ κωμωδίες της δεκαετίας του 1980 ήταν Friday the 13th Part VI: Jason Lives (Παρασκευή και 13 μέρος 6, 1986), η οποία υιοθέτησε μια πιο ειρωνική προσέγγιση στο αρχάριο franchise. Εμπνευσμένο από το μυθιστόρημα Φρανκενστάιν ή ο Σύγχρονος Προμηθέας της Μαίρη Σέλλεϋ, τους ρόλους του τέρατος και του Δόκτωρ Φρανκενστάιν τοποθετήθηκαν με τον Τζέισον Βόρχις και τον Τόμμυ Τζάρβις, και βοήθησαν και οι δύο για ένα απλό σίκουελ και μια μεταμοντερνιστική αναδρομή στο είδος της πρώτης ταινίας.[5]:158–159
Στο αυθεντικό A Nightmare on Elm Street πρωταγωνιστούν οι Χέδερ Λάντζενκαμπ και Τζον Σέιξον που επέστρεψαν στο A Nightmare on Elm Street 3: Dream Warriors (Εφιάλτης στο δρόμο με τις λεύκες Νο 3, 1987), το οποίο έφερε τότε ρεκόρ στο box office, 44,8 εκατομμύρια δολάρια εγχώρια. Την επόμενη χρονιά, η ταινία του Ρένι Χάρλιν, A Nightmare on Elm Street 4: The Dream Master (Εφιάλτης στο δρόμο με τις λεύκες Νο 4, 1988) τροφοδότησε τη γενιά του MTV με ένα μοντέρνο soundtrack και έγινε ακόμη πιο επιτυχημένη από ό, τι το A Nightmare on Elm Street 3: Dream Warriors, φέρνοντας σχεδόν 50 εκατομμύρια δολάρια στο εγχώριο box office. Ενώ το franchise ευδοκιμούσε στα τέλη της δεκαετίας του 1980, οι ταινίες Friday the 13th και Halloween απέτυχαν να προκαλέσουν μεγάλη επίδραση. Το Friday the 13th Part VII: The New Blood (Παρασκευή και 13 μέρος 7: Το νέο αίμα, 1988) συνέχισε την πτώση του franchise στο box office. Στη δέκατη επέτειο του αυθεντικού Haloween του Τζον Κάρπεντερ ήταν ή ταινία Halloween 4: The Return of Michael Myers (Η νύχτα με τις μάσκες 4: Η επιστροφή του Michael Myers, 1988), η οποία στηρίχθηκε από την επιστροφή του Ντόναλντ Πλέζανς. Παρά το γεγονός ότι ήταν νούμερο ένα στο box office για δύο εβδομάδες σερί, η ταινία έβγαλε το μέτριο ποσό των $17 εκατομμυρίων. Κακοί σαν τον Τζέισον, τον Φρέντυ, και τον Μάικλ, προκλήθηκαν από έναν μικρότερο διαγωνιζόμενο στην ταινία Child's Play (Η κούκλα του σατανά, 1988), η πρώτη ταινία που παρουσίαζε την κακιά κούκλα, τον Τσάκι. Αποδεικνύοντας ότι το ακροατήριο αντέδρασε θετικά στην καλοφτιαγμένη με νέες ιδέες ταινία, ήταν πετυχημένη στο box office, αποφέροντας $33.2 εκατομμύρια. Το Child's Play 2 (Η κούκλα του σατανά 2, 1990) έδειξε ότι η καλή θέληση προς την πρώτη ταινία συνέχισε, καθώς έφερε περίπου 30 εκατομμύρια δολάρια στην εγχώρια αγορά, ωστόσο η κόπωση της σειράς έπληξε σκληρά την κυκλοφορία του Child's Play 3 (Η κούκλα του Σατανά 3, 1991), μιας ταινίας που κατάφερε να αποτύχει τόσο κριτικά όσο και εμπορικά.[5]:159–161
Σε διεθνές επίπεδο, η ταινία σλάσερ παρέμεινε παραγωγική. Στο Μεξικό, ο Ρουμπέν Γκαλίντο Τζ., κυκλοφόρησε τρεις σλάσερ ταινίες στα τέλη της δεκαετίας του 1980: Zonbie Apocalypse (1985), Don't Panic (1988), και Grave Robbers (1990). Άλλη μεξικανική κυκλοφορία ήταν, Hell's Trap (1990), The Prowler (Η δολοφονία της Ρόζμαρι, 1981) όπου έφηβοι καταδιώκονται από έναν πρώην στρατιώτη. Στη Σουηδία το Blood Tracks (1985) ανακαλέστηκε The Hills Have Eyes. Το Ηνωμένο Βασίλειο είχε το έργο με τον δολοφόνο ιερέα Lucifer (1987), στην Αυστραλία κυκλοφόρησε το Symphony of Evil (1987, Houseboat Horror (1989), και Bloodmoon (1990). Παρά το γεγονός ότι οι αμερικανικές σλάσερ ταινίες ήταν δημοφιλείς στην Ιαπωνία, η χώρα κυκλοφόρησε μόνο ένα σλάσερ στα τέλη της δεκαετίας του 1980, το Evil Dead Trap (1988). Στην Ιταλία, η υβρίδια giallo-σλάσερ ταινία του Μικέλε Σοάβι StageFight (1987) συχνά αναφέρεται ως η καλύτερη ιταλική ταινία στα τέλη της δεκαετίας του 1980 στο κύμα του τρόμου, ενώ ο Ρουτζέρο Ντεοντάτο αρνήθηκε τα κλισέ σλάσερ σε απομακρυσμένες περιοχές στο BodyCount (1987). Στην Ισπανία, η σουρεαλιστική ταινία Anguish (1987) επανέλαβε ταινίες τρόμου όπως του Λαμπέρτο Μπάβα το Demons (1985) θέτοντας δύο ιστορίες - η μίας να επικεντρώνεται σε μία ταινία μέσα σε άλλη ταινία, και η άλλη με το κοινό να κοιτάζει την ταινία.[5]:166–168
Η τελευταία ταινία της δεκαετίας του 1980 τελείωσε με τη μόδα της σλάσερ ταινίας. Η ταινία Friday the 13th Part VIII: Jason Takes Manhattan (Παρασκευή και 13 μέρος 8: Ο Τζέισον κυριεύει το Μανχάταν, 1989) ήταν μια box office αποτυχία, και έδωσε ένα λόγο στην Paramount Pictures να πουλήσει τα δικαιώματα του franchise στη New Line Cinema το 1990. Η ταινία A Nightmare on Elm Street 5: The Dream Child (Εφιάλτης στο δρόμο με τις λεύκες Νο 5, 1989) έβγαλε λιγότερα από τα μισά λεφτά των δύο προηγούμενων ταινιών στο box office. Η ταινία Halloween 5: The Revenge of Michael Myers (Η Νύχτα με τις Μάσκες 5, 1989) τα πήγε χειρότερα από όλες, μόλις και μετά βίας συγκέντρωσε $11 εκατομμύρια στο box office και δεν έγινε ποτέ η θεατρική της κυκλοφορία στην Ευρώπη. Με τα τρία μεγαλύτερα σλάσερ franchise να πατώνουν στο γενικό ενδιαφέρον, το είδος απομακρύνθηκε από την προτίμηση στα τέλη της δεκαετίας του 1980, μια δεκαετία που ήταν συνώνυμη με αυτό.[5]:161 Λόγω των αποτυχιών τους στο box office το 1989, το 1990 παρήγαγε λίγες σλάσερ ταινίες. Οι ταινίες Freddy's Dead: The Final Nightmare (Εφιάλτης στο δρόμο με τις λεύκες Νο 6, 1991) και Jason Goes to Hell (Ο Τζέισον Πηγαίνει στην Κόλαση, 1993) προσπάθησαν να δώσουν νέα πνοή στα ετοιμοθάνατα franchises, αλλά απέτυχαν να δημιουργήσουν μεγάλο ενδιαφέρον. Η ταινία Halloween: The Curse of Michael Myers (Η νύχτα με τις μάσκες 6: Η κατάρα, 1995) ήταν μία από τις πρώτες διανομές του Μπομπ Γουάνστιν τη Dimension Films και έκανε μέτρια επιτυχία, αντλώντας 15 εκατομμύρια δολάρια και σηματοδοτώντας ότι όπως στα franchise των ταινιών A Nightmare on Elm Street και Friday the 13th, το franchise του Halloween είχε μεγάλη ανάγκη για αναβίωση.[5]:165
Scream και αναβίωση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η ταινία του Μπερνάρντ Ρόουζ Candyman (1992), βασίζεται στη μικρού μήκους ιστορία του Κλάιβ Μπάρκερ, που βλέπει τον επώνυμο κακό (Τόνι Τοντ) να γίνεται ο πρώτος μαύρος σαν ίνδαλμα. Ο σαν φάντασμα "Candyman" εμφανίζεται να σκοτώσει αυτούς που λένε στον καθρέπτη πέντε φορές το όνομά του, δανεισμένο από τον αστικό θρύλο Bloody Mary. Η ταινία προσδοκούσε να πάρουν και άλλες ταινίες συχνές λαογραφίες, με αξιοσημείωτο το Urban Legend (Το ξύπνημα των θρύλων, 1998). τα $25.8 εκατομμύρια της ταινίας στο box office ήταν αρκετά για να συνεχιστεί με δύο σίκουελ, καθώς αναμφισβήτητα ώθησε την αναβίωση των σλάσερ αρκετά χρόνια αργότερα στο New Nightmare (Ο νέος εφιάλτης, 1994) και στο Scream (1996).
Απροσδόκητα, ο Γουές Κρέιβεν, που αναδιαμόρφωσε το είδος σλάσερ με την ταινία του 1984 A Nightmare on Elm Street, επέστρεψε με το New Nightmare (1994), ένα παρακλάδι από τις ταινίες με τον Φρέντυ Κρούγκερ, ο Κρέιβεν αξιοποίησε χαρακτήρες από τη σειρά ταινιών, συμπεριλαμβανομένου τη Χέδερ Λάντζενκαμπ, τον Τζον Σέιξον, τον Ρόμπερτ Ίνγκλαντ, ακόμη και τον ίδιο του τον εαυτό, να παίξουν εκδοχές του αληθινού τους χαρακτήρα, που να γίνεται στόχος ενός δαίμονα που έχει πάρει τη μορφή του Φρέντυ Κρούγκερ. Η ταινία οδήγησε στην αναβίωση μεταμοντερνισμού του υποείδους κατά τα επόμενα έτη μαζί με την κυκλοφορία της ταινίας του Κρέιβεν Scream. Ενώ η επιτυχία New Nightmare ήταν φτωχή στο box office, θα βοηθούσε στη δημιουργία της μετα-αυτοαναφορικής ειρωνείας που κυριάρχησε στο είδος για την επόμενη δεκαετία.[5]:165
Μέχρι το 1996, η σλάσερ ταινία ήταν λίγο πολύ τάση της δεκαετίας του 1980 η οποία δε μεταφέρθηκε και στη δεκαετία του 1990. Το υποείδος αναστήθηκε αναπάντεχα με το Scream να είναι η απόδειξη της σλάσερ ταινίας, όπως πολλοί από τους εμβληματικούς του κακούς, αρνήθηκε να μείνει πεθαμένο. Ήταν επιτυχία του box office στα τέλη του 1996, το Scream επιδέξια έπαιξε με το μεταμοντερνιστικό χιούμορ της ταινίας ορόσημο του Κουέντιν Ταραντίνο Pulp Fiction (1994) με φρικιαστικό τρόμο. Η ταινία ασχολήθηκε με τη νοσταλγία για όσους σύχναζαν στα θέατρα για να δουν σλάσερ κατά τη διάρκεια της Χρυσής Εποχής, επίσης τράβηξε και το νεότερο ακροατήριο που είδε μοντέρνους πρωταγωνιστές να απειλούνται και να τρομοκρατούνται φονικούς μανιακούς για πρώτη φορά. Σε μία δεκαετία όπου η ποπ κουλτούρα κανιβάλισε τον εαυτό της, το Scream το εκμεταλλεύτηκε και δούλεψε ξεκάθαρα ως ένα whodunit σλάσερ.
Το Scream ήταν το πνευματικό δημιούργημα του σεναριογράφου Κέβιν Γουίλιαμσον, ενός φανατικού των σλάσερ ταινιών συμπεριλαμβανομένου του Halloween (1978), Prom Night (1980), και Friday the 13th Part VI: Jason Lives (1986). Αρχικά ονομάστηκε Scary Movie, η αλλαγή σε Scream έγινε καθώς τα θύματα είναι καλοί γνώστες της παράδοσης των ταινιών τρόμου και γνωρίζουν όλα τα κλισέ, συγκρίνοντας σκηνές για τις αγαπημένες τους ταινίες σε μια σειρά δολοφονιών στη μικρή τους πόλη. Το γεγονός ότι το ακροατήριο γνώριζε γι' αυτά τα κλισέ προστέθηκε στη διασκέδαση και βοήθησε στη προώθηση της ταινίας, για να αποφέρει περισσότερα από $103 εκατομμύρια, κάνοντάς την την πρώτη σλάσερ ταινία να συγκεντρώνει $100 εκατομμύρια στο εγχώριο box office, όπως και η πιο επιτυχημένη ταινία τρόμου μετά το The Silence of the Lambs (Η Σιωπή των Αμνών, 1991). Δεδομένου ότι η έλξη των ταινιών σλάσερ είχε εξαντληθεί μέχρι το 1996, η διαφήμιση του Scream αποστασιοποίησε την ίδια από το υποείδος. Αφίσες για την ταινία ανακοίνωσαν ότι το Scream ήταν το καινούριο θρίλερ του Κρέιβεν, και έπαιζε και η πολύ διάσημη Ντρου Μπάριμορ, όπως κι άλλα γνώριμα μέλη από τηλεοπτικές σειρές και ταινίες, μια απόφαση κάστινγκ που διέφερε από άγνωστους ηθοποιούς που χρησιμοποιήθηκε σε χαμηλού προϋπολογισμού σλάσερ στις αρχές της δεκαετίας του 1980.
Το λαμπρό box office του Γουίλιαμσον οδήγησε στην ταινία I Know What You Did Las Summer (Ξέρω τι Κάνατε Πέρυσι το Καλοκαίρι, 1997) σιωπώντας τους επικριτές που συμπέραναν ότι το Scream ήταν μια στιγμιαία επιτυχία. Βασισμένη στο μυθιστόρημα της Λόις Ντάνκαν, όπου τέσσερις έφηβοι γίνονται στόχος ενός δολοφόνου, αφότου εγκατέλειψαν το θύμα στο τροχαίο που συνέβη. Η ταινία αναγνώρισε το σκηνικό των ταινιών Prom Night και The House on Sorority Row (1983), όπου ένα ατύχημα ήταν ο καταλύτης για το μετέπειτα χαμό. Παρά την επιτυχία του Scream, I Know What You Did Last Summer που έπαιξαν εξ ολοκλήρου ως σλάσερ ταινίες με λίγη καλλιτεχνική περιποίηση. Αντίθετα από τη θετική κριτική που δέχθηκε το Scream, το I Know What You Did Last Summer έλαβε αρνητικές κριτικές, παρόλα αυτά έβγαλε πάνω από $70 εκατομμύρια στο εγχώριο box office.
Μετά από το ξύπνημα των σλάσερ ακολούθησε η ταινία Urban Legend (Το Ξύπνημα των Θρύλων, 1998), η οποία χρησιμοποίησε τη λογική ότι ο δολοφόνος στοχοποιεί μικτά θύματα, χρησιμοποιώντας μεθόδους που χαρακτηρίζονται στην αμερικανική λαογραφία. Η ταινία κρίθηκε ως ανόητη, απέφερε μόνο $38 εκατομμύρια στο box office και έδειξε ότι η αναζωπύρωση του σλάσερ έχανε τη δυναμική της. Τον επόμενο χρόνο, ο Καναδάς, που είχε παράγει ένα δίκαιο μερίδιο στη Χρυσή Εποχή, προσπάθησε να κάνει επιστροφή με την ταινία The Clown at Midnight (1999), αλλά έλαβε λίγη προσοχή και ευρέως δέχτηκε σκληρή κριτική. Η ταινία Valentine (2001), που θύμησε τις ταινίες My Bloody Valentine (1981) και Hospital Massacre (1982), παρά το γεγονός ότι πρωταγωνιστούσαν οι Ντενίζ Ρίτσαρντς και η Κάθριν Χάιγκλ, ήταν αποτυχημένη στο box office, αποφέροντας μόνο $20 εκατομμύρια, που δεν ήταν αρκετά να καλύψουν και τον προϋπολογισμό της παραγωγής.
Το Scream και το I Know What You Did Last Summer έγιναν δημοφιλή, όχι μόνο στην Αμερική, αλλά παγκοσμίως, παρόλο που η διεθνής τους επιτυχία δεν ήταν άμεση. Η ταινία του Χονγκ Κονγκ The Deadly Camp (1999) άντλησε έμπνευση από τα σλάσερ της δεκαετίας του 1980, με κύρια πλοκή τις απομακρυσμένες περιοχές, ενώ η Νότια Κορέα είχε μια σειρά από επιτυχημένες σλάσερ ταινίες όπως: Bloody Beach (2000), The Record (2001), και Nightmare (2000). Επίσης οι σλάσερ ταινίες που είχαν μίξη υπερφυσικού με γιαπωνέζικα φαντάσματα όπως το Ringu (1998). Η μεταμοντερνιστική αυστραλιανή σλάσερ ταινία Cut (2000) με τη Μόλι Ρίνγκγουολντ, σύμβολο της δεκαετίας του 1980 από τις ταινίες του Τζον Χιουζ, ως ηρωίδα. Η Ινδία παρήγαγε την πρώτη υβρίδια μιούζικαλ-σλάσερ ταινία Kucch To Hai (2003), όπως και την ταινία Dhund: The Fog (2003). Η Βρετανία κυκλοφόρησε την ταινία Lighthouse (1999), και η Ολλανδία παρήγαγε εφηβικά σλάσερ όπως: School's Out (1999) και The Pool (2001).
Η επιστροφή των σίκουελ
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Μετά την επιτυχία των πρώτων λίγων Halloween και Friday the 13th στα τέλη της δεκαετίας του 1970 και 1980, η σλάσερ ταινία βασίστηκε στο στήσιμο ενός γνωστού μοτίβου, με σίκουελ φτιαγμένα από τις πιο επιτυχημένες ταινίες. Το Scream 2 (1997) ακολούθησε μετά από ένα χρόνο, έπειτα από το Scream, και πήγε πολύ καλά στο box office. Η ταινία είχε κάνει το μεγαλύτερο άνοιγμα από οποιαδήποτε άλλη βαθμολογημένη R ταινία εκείνη την εποχή, και απέφερε πάνω από $101 εκατομμύρια στο εγχώριο box office. Επανασύνδεσαν πάλι το μεγαλύτερο κομμάτι του επιζώντος καστ από την πρωτότυπη ταινία, όπως και φέρνοντας τους δημιουργούς Γουίλιαμσον και Κρέιβεν, το Scream 2 συνδυάζοντας επιτυχημένα τον τρόμο με μεταμοντερνιστικές ατάκες μέσα στη φύση των σίκουελ. Το Scream 2 ασχολήθηκε με τα σλάσερ σε πανεπιστημιουπόλεις, όπως και στις αρχές της δεκαετίας του 1980, όπως το Final Exam (1981) και Graduation Day (1981), ως έμπνευση. Μαζί με το εξαιρετικό box office, το σίκουελ έλαβε πολύ καλές κριτικές. Το Scream 3 τελείωσε την τριλογία με μια ξεχωριστή περίπτωση φθίνουσας απόδοσης. Με άλλο αυτοαναφερόμενο τρόπο, οι δολοφονίες μαστίζουν την παραγωγή μιας Χολιγουντιανής ταινίας. Η ταινία σημειώθηκε ως η πρώτη στη σειρά ταινιών Scream που δε γράφτηκε από τον Γουίλιαμσον, και η πρώτη ταινία στο franchise που δεν κατάφερε να φτάσει τα $100 εκατομμύρια στο box office, πάντως έφερε $89 εκατομμύρια και αποτέλεσε οικονομική επιτυχία. Κυκλοφόρησε ένα χρόνο μετά τον προκάτοχό του I Still Know What You Did Last Summer (Δεν Έχω Ξεχάσει το Περσινό Καλοκαίρι, 1998), που μισήθηκε από τους κριτικούς και τους οπαδούς και έκανε μέτρια επιτυχία με $40 εκατομμύρια στο εγχώριο box office. Τα κέρδη συνέχισαν να συρρικνώνονται με την ταινία Urban Legends: Final Cut (Το ξύπνημα των θρύλων: Η επιστροφή, 2000), στην οποία φοιτητές κινηματογραφίας δέχονται επίθεση από ένα δολοφόνο με μάσκα ξιφομάχου - άλλη μεταμοντερνιστική αναφορά στην ταινία Graduation Day. Στην ταινία πρωταγωνιστούσε ο Χαρτ Μπόχνερ από το Terror Train (1981), και έβγαλε το φτωχό κέρδος των $21 εκατομμυρίων. Και οι δύο ταινίες, I Know What You Did Last Summer και Urban Legend θα ζωντάνευαν ξανά στην αγορά του απευθείας βίντεο μετά από χρόνια.
Ο Μάικλ Μάγιερς επέστρεψε στο Halloween H20: 20 Years Later (Halloween H20: Είκοσι χρόνια μετά, 1998), με κίνητρο την επιτυχία των Scream και Scream 2. Ο Στιβ Μάινερ, που σκηνοθέτησε τα Friday the 13th Part 2 και Friday the 13th Part III, σκηνοθέτησε την ταινία με ιστορία του Γουίλιαμσον. Ήταν ένα απευθείας σίκουελ του Halloween II, αγνοώντας τα υπόλοιπα σίκουελ ενδιάμεσα, για την ενόχληση πολλών οπαδών. Αυτό επέτρεψε στη Λόρι Στρόουντ, ακόμη μια φορά ενσαρκωμένη από την Τζέιμι Λι Κέρτις, να αντιμετωπίσει τον Μάγιερς. Εκτός του ότι ο Τζον Κάρπεντερ αρνήθηκε να επιστρέψει, αποτέλεσε σημαντική επιτυχία, φέρνοντας πάνω από $55 εκατομμύρια στο box office και λαμβάνοντας θετικές κριτικές. Η Κέρτις θα επέστρεφε σε κάμεο ρόλο στο σίκουελ, Halloween: Resurrection (Ο δαίμονας, 2002), εμπνευσμένο από τηλεοπτικό ριάλιτι, καθώς οι κάμερες τοποθετημένες γύρω από το περίφημο σπίτι των παιδικών χρόνων του Μάγιερς καταγράφουν τις δολοφονικές του πράξεις. Πρωταγωνιστούσε ο ράπερ Μπάστα Ράιμς και το σούπερμοντελ Τάιρα Μπανκς, ελπίζοντας να προσεγγίσουν το μαύρο δημογραφικό. Ενώ δεν ήταν τόσο επιτυχημένη όσο το Halloween H20, το Halloween: Ressurection έβγαλε το σεβαστό κέδρος των $30.3 εκατομμυρίων στο εγχώριο box office, ακόμη κι αν αντιμετώπισε καυστικές κριτικές από κριτές και θαυμαστές.
Ο Τσάκι επίσης έκανε την επιστροφή του στη μαύρη κωμωδία Bride of Chucky (Η νύφη του Τσάκυ, 1998), συμμετέχοντας ο Τζένιφερ Τίλι, ως η νύφη του τίτλου, με βοηθητικούς ρόλους όπως του Μπραντ Ντούριφ, Τζον Ρίτερ, και Κάθριν Χάιγκλ. Η ταινία περιλαμβάνει τον τρόμο του αυθεντικού Child's Play μαζί με αυτοαναφερόμενο χιούμορ από ταινίες όπως το Scream που ήταν επιτυχημένο, έβγαλε το σεβαστό κέρδος των $33 εκατομμυρίων στο εγχώριο box office, αρκετό για να δικαιολογήσει την ταινία Seed of Chucky (2004). Η ταινία αυτή σκηνοθετήθηκε από τον δημιουργό της σειράς, Ντον Μαντσίνι, και ήταν κωμωδία με λίγη έμφαση στον τρόμο, συγκριτικά με τον προκάτοχό της δεν ήταν επιτυχημένη στο box office και ήταν ο λόγος που το franchise έμεινε σε αναμονή για περίπου μια δεκαετία.
Η ταινία Jason X (2002) δεν έκανε τίποτα για να ενισχύσει τη φευγαλέα έκκληση της αναβιώσεως των σλάσερ ταινιών. Σημειωμένο ως η δέκατη ταινία στο Friday the 13th franchise, η ταινία προωθούσε τον Τζέισον Βόρχις (Κέιν Χόντερ) στο μακρινό μέλλον να σκοτώνει εφήβους σε ένα διαστημόπλοιο. Η ταινία ήταν αποτυχημένη, φέρνοντας μόνο $13 εκατομμύρια, κάνοντάς την τη λιγότερο επικερδής σε ολόκληρο το franchise. Πάντως, τον επόμενο χρόνο, η ταινία Freddy vs. Jason (2003) θα αποδείκνυε μια εντελώς διαφορετική υπόθεση. Μια ιδέα γύρω στο 1986, η μάχη του Φρέντυ Κρούγκερ και του Τζέισον Βόρχις υλοποιήθηκε από τον Ρόνι Γιου, που είχε σκηνοθετήσει το Bride of Chucky. Στην ταινία συμμετείχαν ο Φρέντυ (Ρόμπερτ Ίνγκλαντ) και ο Τζέισον (Κεν Κίρζινγκερ) να μάχονται μεταξύ τους με μια άτυχη παρέα εφήβων να πιάνονται στα διασταυρούμενα πυρά. Όπως έκανε το Scream, η ταινία τοποθέτησε τη νοσταλγία όπως και το ενδιαφέρον των καινούριων θαυμαστών. Η ταινία ήταν πολύ κερδοφόρα, με $86.6 εκατομμύρια στο εγχώριο box office, πάντως ήταν ανήμπορη στο να αναζωογονήσει το είδος σλάσερ, και αντ' αυτού ενήργησε ως αποστολή στη δεύτερη αναζωπύρωση με το ξαφνικό του φως στη Χρυσή Εποχή.
Ριμέικ
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Μέχρι το 2002, η σλάσερ ταινία είχε εξαφανιστεί εντελώς από Χολιγουντιανό mainstream κινηματογράφο, κυρίως λόγω προϋπολογιστικών μειώσεων και κυρίως, αλλαγή θέματος. Το Make a Wish (2002) διακρίθηκε ως η πρώτη λεσβιακή σλάσερ ταινία. Επειδή το είδος συνήθως σκόπευε να δελεάσει τους άνδρες με την υπόσχεση της θηλυκής γυμνότητας, ο τρόμος και η ομοφυλοφιλία φάνηκαν να μην έχουν καμία σύνδεση, ωστόσο, οι οπαδοί του συγκεκριμένου είδους ήταν πιθανότατα γκέι. Το Make a Wish ήταν μια από τις ταινίες τρόμου που εμφανίστηκαν κυρίως για το ομοφυλοφιλικό κοινό στις αρχές της δεκαετίας του 2000. Ακολούθησε η ταινία HellBent (2004), η πρώτη γκέι σλάσερ ταινία που παρουσίαζε τις απόκριες του Δυτικού Χόλιγουντ ως σκηνικό. Υπήρχε ακόμη και ομοφυλοφιλική ερωτική ταινία ως εκδοχή του Scream, ονόματι Moan(1999). Κάποιες σλάσερ ταινίες ήταν ειδικά φτιαγμένες για το μαύρο ακροατήριο, όπως: Killjoy (2000), Holla If I Kill You (2003), Holla (2006), και Somebody Help Me (2007).
Παρόλο που η σλάσερ ταινία φαίνονταν πως είχε πεθάνει μέχρι το 2002, αναπήδησε ξανά με την επιτυχία της ταινίας The Texas Chainsaw Massacre (Ο σχιζοφρενής δολοφόνος με το πριόνι, 2003), ένα χαλαρό ριμέικ της ταινίας του Τόουμπ Χούπερ The Texas Chain Saw Massacre (1974). Με παραγωγό τον Μάικλ Μπέι και γνωστούς πρωταγωνιστές όπως η Τζέσικα Μπίελ και ο Ρ. Λι Έρμεϊ, το ριμέικ ήταν επιτυχημένο αποφέροντας πάνω από $100 εκατομμύρια σηματοδοτώντας μια σημαντική αλλαγή από τις μέρες των σίκουελ των franchise της δεκαετίας του 1980 και του 1990 των σλάσερ ταινιών. Η επιτυχία του The Texas Chainsaw Massacre εκτόξευσε μια σειρά ριμέικ και εκ νέου φαντασιώσεις των κλασικών ταινιών τρόμου που προσπάθησαν να δελεάσουν το ακροατήριο μέσα από την εξοικείωση. Όπως στο ριμέικ The Texas Chainsaw Massacre, αυτές οι ταινίες πρόσθεσαν περισσότερο σλάσερ και αιματοχυσία από τις πρωτότυπες ταινίες και επέστρεψαν μόνο κάποια "κλειδιά" από τις αυθεντικές ταινίες, Όπως ο κύριος κακοποιός που εμφανίζεται εμφανώς ή, σε ορισμένες περιπτώσεις, μόνο ο τίτλος είναι πολύ βασική προϋπόθεση. Το περιθώριο του κέρδους πίσω από την παραγωγή σχετικά φθηνότερων ριμέικ που είχε ήδη ένα ενσωματωμένο ακροατήριο εξασφάλισε ότι η τάση θα είναι μακράς διαρκείας. Όπως στα περισσότερα ριμέικ, συμπεριλαμβανομένου και το Psycho (Ψυχώ, 1998), oι ταινίες αυτές εξασθένιζαν τις πιο αμφιλεγόμενες πτυχές του πρωτότυπου για μέγιστη εμπορική έλξη. Η επιτυχία του ριμέικ The Texas Chainsaw Massacre, οδήγησε σε ένα πρίκουελ, το The Texas Chainsaw Massacre: The Beginning (Ο σχιζοφρενής δολοφόνος με το πριόνι: Η αρχή, 2006), με πρωταγωνιστές τον Ματ Μπόμερ και την Τζορντάνα Μπρούστερ. Παρόλο που το πρίκουελ δεν έκανε την επιτυχία που έκανε το ριμέικ, κατάφερε να βγάλει το σεβαστό κέρδος των $39.5 εκατομμυρίων στο εγχώριο box office.
Ανάμεσα στις νεότερες ταινίες που προσπάθησαν να εκμεταλλευτούν την επιτυχία του ριμέικ The Texas Chainsaw Massacre ήταν το House of Wax (Το Σπίτι του Θανάτου, 2005), μια ταινία που σημειώθηκε ως το ριμέικ της ταινίας House of Wax (1953), που με τη σειρά του ήταν ριμέικ της ταινίας Mystery of the Wax Museum (1933), παρόλο που παρουσιάζει πολύ λίγες ομοιότητες με τις προηγούμενες ταινίες. Χαρακτηριστικό της τάσης των ριμέικ, η ταινία ήταν περισσότερο μια φαντασίωση που βασιζόταν στην κεντρική ιδέα του πρωτότυπου, καθώς το ριμέικ του House of Wax μοιράστηκε περισσότερες ομοιότητες με άλλες ταινίες, όπως το Tourist Trap (1979). Η ταινία είχε στο κάστινγκ τους τηλεοπτικούς αστέρες Τσαντ Μάικλ Μάρεϊ, Τζάρεντ Πανταλέκι, Ελίσα Κάθμπερτ, και Πάρις Χίλτον, και κυκλοφόρησε στην αγορά λόγω τους θανάτου του χαρακτήρα που υποδύθηκε η Χίλτον. Ο Γκλεν Μόργκαν, ο σεναριογράφος και παραγωγός της ταινίας Final Destination (Βλέπω το Θάνατό σου, 2000), επιφορτίστηκε με το γράψιμο και τη σκηνοθεσία της ταινίας Black Christmas (2006), ριμέικ της ταινίας του 1974 του Μπομπ Κλαρκ. Ο Μόργκαν άλλαξε την ιστορία σε μαύρη κωμωδία, εστιάζοντας στην αιματοχυσία περισσότερο από τη γοτθική απεικόνιση και την αγωνία του πρωτότυπου.
Ένα ριμέικ από τις οικονομικές επιτυχίες ήταν το When a Stranger Calls (Κραυγές Αγωνίας, 2006). Η επέκταση των πρώτων είκοσι λεπτών της αρχικής ταινίας σε μία ενενηντάλεπτη παρουσίαση που βασίστηκε αποκλειστικά στην ιστορία της νταντάς και του άνδρα στον πάνω όροφο, η ταινία ήταν επιτυχημένη κυρίως στο νεανικό ακροατήριο που μπορούσε να τη δει λόγω της βαθμολογίας της σε PG-13, αποφέροντας συνολικά κοντά στα $50 εκατομμύρια στο box office. Δεν ήταν ούτε η πρώτη, ούτε η τελευταία ταινία σλάσερ που προσπάθησε βαθμολογηθεί με PG-13, για να δελεάσει το νεανικό ακροατήριο. Το 2005 δύο PG-13 σλάσερ ταινίες κυκλοφόρησαν, παρόλο που ήταν αποτυχημένες κριτικά και εμπορικά. Η ταινία Cry_Wolf (2005), που πρωταγωνιστεί ο Τζων Μπον Τζόβι και η Λίντι Μπουθ, αναμφισβήτητα δεν είχε το είχε το κατάλληλο στούντιο για να προωθηθεί εμπορικά και για να γίνει τόσο μεγάλη επιτυχία όσο το When a Stranger Calls, αλλά η ταινία The Fog (Η Ομίχλη), ριμέικ της ταινίας του 1980 του Τζον Κάρπεντερ, πάρθηκε από τη Sony Pictures και χρησιμοποίησε τη δημοτικότητα των τηλεοπτικών αστέρων: Τομ Γουέλινγκ και της Μάγκι Γκρέις για να την προωθήσει. Μετά την επιτυχία του When a Stranger Calls, η μανία με PG-13 σλάσερ ταινίες συνεχίστηκε με την ταινία Prom Night (Η Νύχτα των Απόφοιτων, 2008), που ήταν παρόμοια με την πρωτότυπη του 1980 μόνο στον τίτλο. Είχε περισσότερο αριθμό νεκρών και ήταν περισσότερο σλάσερ από το When a Stranger Calls, η PG-13 βαθμολογία της οδήγησε στην αρνητική κριτική από οπαδούς, που δεν τη βρήκαν αρκετά τρομακτική ώστε να θεωρείται σλάσερ. Και πάλι, ήταν επιτυχημένη βγάζοντας περίπου $44 εκατομμύρια στο box office.
Στο αντίθετο άκρο του φάσματος, αρκετά ριμέικ εκμεταλλεύτηκαν τη φήμη του αυθεντικού ομόλογού τους, προωθώντας εξτρά βία. Η ταινία του Ρομπ Ζόμπι Halloween πήρε την απλότητα της ταινίας του 1978 και πρόσθεσε μια πολύ έντονη όψη, που σύμφωνα με τους κριτικούς, αντικατέστησε συστηματικά όλα αυτά που έκαναν επιτυχημένη την πρώτη ταινία. Παρά τις κριτικές, το ριμέικ του Ζόμπι αποτέλεσε οικονομική επιτυχία, με $58 εκατομμύρια και δικαιολογώντας ένα σίκουελ. Το Halloween II (Halloween II: Η νύχτα με τις μάσκες, 2009) περιείχε περισσότερη από την ίδια υπέρ-βία μόνο που τώρα σε σουρεαλιστικό επίπεδο. Η αρνητική αντίδραση στο ριμέικ του 2007 συνεχίστηκε και στο δικό του σίκουελ, μιας και έβγαλε λιγότερα από τα μισά χρήματα που έβγαλε η προκάτοχός της στο box office. Αντίθετα ο Αλεξάντρε Αζά χρησιμοποίησε εκμοντερνισμένη βία για να βελτιώσει το The Hills Have Eyes (Αίμα στους λόφους, 2006), μια ενημέρωση της ταινίας του 1977. Ακολούθησε προσεκτικά την πλοκή της πρωτότυπης ταινίας, προσθέτοντας μια σειρά βίας και επίθεσης που δε θα περνούσε τις λογοκρισίες στη δεκαετία του 1970. Η ταινία αποτέλεσε επιτυχία, βγάζοντας παραπάνω από $44 εκατομμύρια στο box office και παίρνοντας το δικό της σίκουελ το επόμενο έτος. Το σίκουελ αύξησε τη βία, την αιματοχυσία και τη σεξουαλική κακοποίηση, έλαβε σκληρή κριτική από τους οπαδούς του που βρήκαν την ανώφελη βία της υπερβολική, μέχρι το σημείο παραλογισμού.[5]:179–185
Η μάστιγα των σλάσερ που έφτασε μέχρι το 2009, όταν αρκετές ενημερώσεις είχαν κυκλοφορήσει, με ποικίλους βαθμούς επιτυχίας. Από τη Lionsgate, την εταιρεία που ευθύνονταν για το franchise του Saw (Σε βλέπω), γύρισε με το My Bloody Valentine (2009), ριμέικ της καλτ ταινίας του 1981. Η ταινία δεν ήταν πολύ κοντά στην πλοκή της αυθεντικής, αλλά είχε πολλά αφιερώματα προς εκείνην. Για την πρόσθεση του τρένου, την καρνιβαλίστικη αίσηση της ταινίας, είχε εντυπωσιακά ειδικά τρισδιάστατα εφέ. Επίσης η ταινία παρήγαγε αρκετό ενδιαφέρον για την εξασφάλιση της επανακυκλοφορίας της αυθεντικής ταινίας σε DVD, αυτή τη φορά τελείως αυτούσια. Η ταινία έβγαλε πάνω από $100 εκατομμύρια. Ένα μήνα αργότερα την κυκλοφορία της, ήρθε η ταινία Friday the 13th (Παρασκευή και 13, 2009), δημιουργημένη από την ίδια ομάδα πίσω από το ριμέικ The Texas Chainsaw Massacre. Ένα ριμέικ από τις τρεις πρώτες ταινίες του franchise, αυτό το ριμέικ εκμεταλλεύτηκε τη φήμη του σλάσερ για φρικτές σκηνές θανάτου, διασκέδαση χωρίς να αντιλαμβάνονται τι συμβαίνει γύρω τους, και ανώφελο σεξ. Η ταινία ήταν άλλο ένα επιτυχημένο ριμέικ, κερδίζοντας πάνω από $90 εκατομμύρια στο box office.
Ενώ ένα πλήθος σλάσερ ριμέικ ήταν πολύ κερδοφόρο, η μάστιγα των ριμέικ μειώθηκε στα τέλη της δεκαετίας του 2000. Εκτός από την απογοήτευση των πιθανώς προνομιούχων franchise όπως το The Hills Have Eyes II, το Halloween II, και το ριμέικ της ταινίας Terror Train, Train (2008), που απέτυχαν να δημιουργήσουν αρκετό ενδιαφέρον, για να αποκτήσουν μια θεατρική κυκλοφορία. Η ταινία έλαβε άσχημες κριτικές, οφειλόμενη περισσότερο από το Hostel (Hostel: Η αρχή της παράνοιας) παρά από το αυθεντικό του 1980. Η ταινία Sorority Row (Αιματηρή αδελφότητα, 2009) είναι ένα χαλαρό ριμέικ της ταινίας The House on Sorority Row (1983) και παρουσιάζει τα ανερχόμενα αστέρια Οντρίνα Πάτριτζ, Ράμερ Γουίλις, και Τζέιμι Τσανγκ, δύο από αυτές ήταν υποψήφιες για Teen Choice Award, λόγω της ερμηνείας τους. Η ταινία April Fool's Day (Πρωταπριλιά Θανάτου, 2008) ήταν πιο ισορροπημένη από την τρόμου-κωμωδία του 1986, αλλά έλαβε παράπονα από οπαδούς της πρωτότυπης ταινίες, κρίνοντας την έλλειψη δημιουργικότητας και κακές υποκριτικές ικανότητες. Η χαμηλού προϋπολογισμού χριστουγεννιάτικη σλάσερ ταινία Silent Night (2012) και Silent Night, Bloody Night: The Homecoming (2013), ριμέικ των ταινιών Silent Night, Deadly Night (1984) και Silent Night, Bloody Night (1972) αντίστοιχα, πήγαν πολύ άσχημα, καθώς συγκέντρωσαν λίγο έως καθόλου ενδιαφέρον. Η κάποτε υψηλού προφίλ ταινία Mother's Day (2010), σκηνοθετημένη από τον Ντάρεν Λιν Μπάουσμαν, σκηνοθέτη του franchise Saw, πρωταγωνιστώντας η Ρεμπέκα Ντε Μορνέ, άλλαξε την πλοκή της ταινίας του 1980, αλλά η παραγωγή αργοπόρησε και αντιμετώπισε προβλήματα στη διανομή, αναγκάζοντάς την να κυκλοφορήσει απευθείας σε βίντεο και να μην έχει πολλές προβολές.
Η ταινία A Nightmare on Elm Street (Εφιάλτης στο δρόμο με τις λεύκες, 2010), ριμέικ της ταινίας του 1984, με πρωταγωνιστή τον Τζάκι Ερλ Χέιλι ως Φρέντυ Κρούγκερ, τη Ρούνι Μάρα και την Κέιτι Κάσιντι ως οι έφηβοι στόχοι του. Η ταινία επέστρεψε την ιστορία ως πιο σκοτεινή, με τρομακτικότερες ρίζες. Παρόλο που ήταν επιτυχημένη οικονομικά, η ταινία δέχτηκε σκληρή κριτική από οπαδούς και κριτικούς. Η δημοτικότητά των σλάσερ ριμέικ ξεθώριασε, καθώς συζητήσεις ή επόμενα σίκουελ και ριμέικ τέθηκαν σε απεριόριστη αναμονή.[5]:179–185
Η ταινία Wrong Turn (Λάθος Στροφή, 2003) έβγαλε πάνω από $25 εκατομμύρια παγκοσμίως και άρχισε ένα franchise με ταινίες απευθείας σε βίντεο. Την ίδια χρονιά ο Ρομπ Ζόμπι έκανε το σκηνοθετικό του ντεμπούτο με την ταινία House of 1000 Corpses (2003), που έπαιξε σε πολλά θέατρα με μέτρια επιτυχία, αν και η ταινία είχε μικτές κριτικές. Ακολούθησε ένα σίκουελ δύο χρόνια μετά, The Devil's Rejects (2005), το οποίο είχε σκληρή βία και περιείχε διάφορα είδη εκμετάλλευσης. Η ταινία αποτέλεσε μέτρια επιτυχία, φέρνοντας πάνω από $15 εκατομμύρια στο box office και κερδίζοντας μεγάλη καλτ ακολουθία.
Οι ταινίες Dark Ride (2006) και Hatchet (2006) χρησιμοποίησαν ως σκηνικό ένα θεματικό πάρκο και ένα βάλτο αντίστοιχα. Η ταινία Hatchet αποτέλεσε μικρή επιτυχία, δημιουργώντας άλλα δύο σίκουελ. Το Simon Says (2006) και το The Tripper (2006) που κυκλοφόρησαν και αυτές στα μέσα της δεκαετίας του 2000 σε DVD. Στην ταινία Simon Says, επέστρεψε στο είδος ο Κρίσπιν Γκλόβερ μετά από 22 χρόνια, ύστερα από την ταινία του 1984 Friday the 13th: The Final Chapter, και το The Tripper, σκηνοθετημένο από τον Ντέιβιντ Αρκέτ από την τετραλογία Scream, ένας δολοφόνος με τη μάσκα του Ρόναλντ Ρίγκαν σκοτώνει παιδιά σε ένα μουσικό φεστιβάλ. Η WWE Films δημιούργησε την πρώτη της ταινία με πρωταγωνιστή τον παλαιστή-φαινόμενο Κέιν, ως ένα τέρας που παίρνει ανηλίκους σε ένα εγκαταλελειμμένο ξενοδοχείο στην ταινία See No Evil (2006). Ακολούθησε σίκουελ της ταινίας το 2014. Η παρωδία Gutterballs (2008) έκανε αρκετές αναφορές στη Χρυσή Εποχή, κατά της διάρκεια της δεκαετίας του 1980, συμπεριλαμβανομένου η αφίσα της στην οποία έπαιζαν διαφημίσεις της ταινίας Maniac (1980).
Η ταινία All the Boys Love Mandy Lane (Όλοι ποθούν τη Μάντυ Λέιν, 2006) ήταν αποκλειστικά ταινία τρόμου που αναδείκνυε την τραγωδία έναντι της ανατριχίλας. Η ταινία είχε πρόβλημα στο να βρει διανεμητή, και έμεινε στο ράφι για πάνω από επτά χρόνια στις Ηνωμένες Πολιτείες: κυκλοφόρησε όταν η ηθοποιός του καστ Άμπερ Χερντ έγινε σταρ. Ένα πιο κωμικό, μεταμοντερνίστικο σλάσερ ήταν το Behind the Mask: The Rise of Leslie Vernon (2006), στην οποία ένα πλήρωμα ντοκιμαντέρ ακολουθεί έναν νεοφερμένο κατά συρροήν δολοφόνο ο οποίος υποδύεται σλάσερ σύμβολα της δεκαετίας του 1980. Ο σκηνοθέτης ανεξάρτητων ταινιών Άνταμ Γουίνγκαρντ, δημιούργησε την ταινία You're Next (Είσαι ο επόμενος, 2011) και The Guest (2014), και οι δυο τους πρόσθεσαν ανατροπές στο γνωστό είδος: στην ταινία You're Next, οι μασκοφόροι δολοφόνοι επιλέγουν εν αγνοία τους ένα στόχο σε ένα final girl (Σάρνι Βίνσον) που είναι εξπέρ στην επιβίωση και έτοιμη να πολεμήσει, ενώ στην ταινία The Guest ο ήρωας (Νταν Στίβενς) μετατρέπεται σε κακοποιό.
Διεθνώς, παραγωγοί δοκίμασαν ακραία επίπεδα έντασης και βίας μέσα από τις σλάσερ ταινίες. Στη Γαλλία, ένα νέο κύμα ακραίου τρόμου ξεκίνησε στις αρχές της δεκαετίας του 2000, συμπεριλαμβανομένου της ταινίας του Αλεξάντρε Αζά High Tension (2003), την αιματηρή ταινία Inside (2007) και της αγωνιώδης Them (2006), η οποία ήταν ριμέικ της αμερικανικής ταινίας The Strangers (Κλείδωσες;, 2008). Η αυστριακή ταινία Dead in 3 Days (2006) ήταν χαλαρό ριμέικ του I Know What You Did Last Summer, μόνο που περιείχε πολύ περισσότερο βίαια αποτελέσματα. Ανάμεσα σε πολλές βρετανικές ταινίες που αγκάλιασαν το βίαιο νέο κύμα ήταν: Long Time Dead (2002), Creep (2004), Wilderness (2008), The Children (2008), και Tormented (2009). Η Βρετανία θα κυκλοφορούσε σλάσερ τα οποία θα κατόρθωναν την παγκόσμια αναγνώριση: The Descent (2005), η μαύρη κωμωδία Severance (2006), και η αποκρουστική Eden Lake (2008), με πρωταγωνιστή τον Μάικλ Φασμπέντερ. Στη Νορβηγία, η χιονισμένη ταινία Cold Prey 3 (2011), κυκλοφόρησε με ελάχιστη επιτυχία. Η Νότια Κορέα δοκίμασε τα όρια της βίας με ταινίες όπως Bloody Reunion (2006), και το Ταϊβάν ακολούθησε με: Invitation Only' (2009), Scared (2005), και Slice (2009).
Η δεκαετία είδε ξεπερασμένα σλάσερ της δεκαετίας του 1990. Το σίκουελ I'll Always Know What You Did Last Summer (Πάντα Θα Ξέρω τι Κάνατε Πέρσι το Καλοκαίρι, 2006) παρέκαμψε τους κινηματογράφους και κυκλοφόρησε κατευθείαν σε DVD. Η ταινία είχε παρόμοια υπόθεση με του πρωτότυπου του 1997, αλλά οι χαρακτήρες, το σκηνικό, και γενικά η ιστορία είναι διαφορετικά. Η ταινία έλαβε αρνητικές κριτικές, κλείνοντας το franchise. Η ταινία Curse of Chucky (Η κατάρα του Τσάκι, 2013) έφερε τη δολοφόνο κούκλα πίσω μετά από σχεδόν μια δεκαετία, εστιάζοντας στα τρομακτικά κομμάτια, αλλά χωρίς να ξεχάσει τα κωμικά στοιχεία της σειράς. Σημειώθηκε ως η πρώτης ταινία στο franchise που ήταν απευθείας σε βίντεο, και έλαβε καλές κριτικές. Δεκαπέντε χρόνια μετά την κυκλοφορία του πρωτότυπου, το Scream 4 κυκλοφόρησε το 2011. Η ταινία, στην οποία ο δολοφόνος προσπαθεί να επαναδημιουργήσει τους αυθεντικούς φόνους, ήταν η τελευταία ταινία του Γουές Κρέιβεν, πριν πεθάνει από καρκίνο του εγκεφάλου τον Αύγουστο του 2015.[5]:179–185
Μετάβαση στην τηλεόραση και δεύτερη αναβίωση ταινίας
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Στα μέσα της δεκαετίας του 2000 η σλάσερ ταινία μεταφέρθηκε στην τηλεόραση. Η σειρά από το τηλεοπτικό δίκτυο Showtime Dexter μιλάει για την ιστορία ενός κατά συρροήν δολοφόνου που δικαιολογεί την ορμή του για φόνο, βάζοντας στο στόχαστρο άλλους δολοφόνους. Διαδραματίζεται στο Μαϊάμι, τα σκοτεινά χιουμοριστικά στοιχεία, καθρεφτίζουν του δολοφόνους της δεκαετίας του 1980. Η πρώτη σεζόν της βαμπιρικής σειράς True Blood περιστρέφεται γύρω από μια μικρή πόλη, που τρομοκρατείται από ένα μαχαιροβγάλτη που βάζει στο στόχαστρο γυναίκες που κάνουν σεξουαλικές δραστηριότητες με βρικόλακες. Η δεύτερη σεζόν της σειράς American Horror Story έχει πλοκή που εστιάζει σε ένα μαχαιροβγάλτη ονόματι Bloodyface, και η σειρά του MTV Scream με τη δεύτερη σεζόν της σειράς American Horror Story παρουσιάζουν ένα μαχαιροβγάλτη κακοποιό με την όψη ενός τρελού κλόουν ονόματι Twisty. Η ταινία Ψυχώ του Άλφρεντ Χίτσκοκ ενέπνευσε τη δραματική-θρίλερ σειρά Bates Motel, ένα πρίκουελ που περιγράφει τη ζωή του έφηβου Νόρμαν Μπέητς (Φρέντι Χάιμορ) και τη σχέση του με τη μητέρα του (Βέρα Φαρμίγκα). Το εφηβικό θρίλερ Pretty Little Liars, βασίζεται στα μυθιστορήματα της Σάρα Σέπαρντ και παίζει θέματα από ταινίες όπως Prom Night (1980), The House on Sorority Row (1983), και I Know What You Did Last Summer (1997). Το MTV προσάρμοσε τη σειρά ταινιών Scream στη σειρά Scream, το κανάλι Chiller κυκλοφόρησε τη σειρά Slasher και το κανάλι Emmet/Furla/Oasis Films αναπτύσσει το Friday the 13th για την τηλεόραση.
Ο Ράιαν Μέρφι και ο Μπραντ Φάλτσουκ εμφάνισαν το 2015 την κωμική τρόμου/σλάσερ σειρά Scream Queens που παρουσιάζει έναν κόκκινο διάβολο-μασκοφόρο δολοφόνο να δολοφονεί ανθρώπους σε μία πανεπιστημιούπολη. Παρά τον ερχομό της σλάσερ τηλεόρασης, οι σλάσερ ταινίες άρχισαν να επιστρέφουν με την κλασική ταινία τρόμου του Γουές Κρέιβεν και του Κέβιν Γουίλιαμσον.
Το 2012 ο Τζος Γουέντον και ο Ντρου Γκόνταρντ δημιούργησαν την ταινία The Cabin In The Woods (Το μικρό σπίτι στο δάσος) που παρουσίαζε τον Κρις Χέμσγουορθ, τον Ρίτσαρντ Τζένκινς, τον Μπράντλεϊ Γουίτφορντ, τη Σιγκούρνι Γουίβερ και τον Μπράιαν Τζ. Γουάιτ. Η ταινία αφορά ένα καστ από πέντε νεόφερτους μαθητές κολεγίου που χειραγωγούνται να πάνε σε μία καμπίνα στο δάσος και περικυκλώνονται από μία ζομπίστικη, δολοφονική οικογένεια καθώς η συμπεριφορά τους τροποποιείται με ναρκωτικά που αλλάζουν με φερομόνες. Οι χαρακτήρες σκοτώνονται ένας-ένας ως κομμάτι ενός παγκόσμιου τελετουργικού στον οποίο οι αρχαίοι, γιγαντιαίοι αδρανείς θεοί κάτω από τον φλοιό της γης πρέπει να καταπραΰνονται με την πολιτισμική θυσία τουλάχιστον ενός εθνικού λαού. Η ταινία έγινε εισπρακτική και κριτική επιτυχία, κερδίζοντας $66.486.080 παγκοσμίως στο box office.
Πριν το Scream 4, ο Γουές Κρέιβεν κυκλοφόρησε την ταινία My Soul To Take (Κλέφτης Ψυχών, 2010). Η ταινία αφορά μια ομάδα εφήβων σε μια μικρή πόλη και τρομοκρατούνται από ένα μασκοφόρο δολοφόνο που θέλει να πάρει εκδίκηση, καθώς είναι τα απομεινάρια των πολλαπλών ψυχών του και γεννήθηκαν το ίδιο βράδυ του υποτιθέμενου θανάτου του. Η ταινία παρουσιάστηκε τρισδιάστατη κατά τη διάρκεια που παιζόταν. Το 2014 η Blumhouse Productions κυκλοφόρησε την υπερφυσική ταινία τρόμου/σλάσερ Ouija στην οποία μια ομάδα μαθητών λυκείου δέχεται επίθεση από ένα φρικιαστικό πνεύμα, αφότου εκείνοι έπαιξαν με έναν πίνακα Ouija μετά από ένα θάνατο ενός συμμαθητή τους. Η ταινία ήταν επιτυχημένη στο box office, αλλά με κακές κριτικές.
Το 2015 η Blumhouse Productions κυκλοφόρησε μια εφηβική τρόμου/σλάσερ ταινία Unfriended, στην οποία πάλι πρωταγωνιστούσε η Σέλεϊ Χένιγκ, όπου έπαιζε και στην ταινία Ouija. Η ταινία παρουσιάζει μια ομάδα μαθητών λυκείου που δέχεται επίθεση από αθέατο φάντασμα μιας πρώην συμμαθήτριά τους που αυτοκτόνησε από το cyberbullying (διαδικτυακός εκφοβισμός) και ενός εξευτελιστικού της βίντεο. Η ταινία εμπορικά ήταν επιτυχής, και δέχθηκε μεικτές προς θετικές κριτικές και επαινέθηκε για το πρωτότυπο στυλ της. Ένα σίκουελ για την ταινία Unfriended έδωσε το πράσινο φως για το 2016 και μια γερμανική εκδοχή κυκλοφόρησε από τη Warner Bros, με τίτλο Friend Request.
Επίσης στο 2015 η Blumhouse διένειμε το σκηνοθετικό ντεμπούτο του Τράβις Κλαφ και του Κρις Λόφινγκ, The Gallows. Η ταινία ήταν επιτυχημένη στο box office, αλλά κατηγορήθηκε από τους κριτικούς. Όπως η ταινία The Cabin In The Woods έτσι και αυτή προωθήθηκε και εμπορεύθηκε στο δυτικό κοινό. Η ταινία αφορά τέσσερις μαθητές να παγιδεύονται στο γυμνάσιο τους τη νύχτα και να παρακολουθούνται από ένα δολοφονικό πνεύμα με το όνομα Τσάρλι Γκρίμιλ. Οι έφηβοι σκοτώνονται ένας-ένας που αποδίδονται με διάφορους τρόπους. Προωθητικά τρέιλερ κυκλοφόρησαν για την ταινία, διαφημίζοντας τον Τσάρλι ως το καινούριο σύμβολο τρόμου με όπλο υπογραφής όπως του Τζέισον Βόρχις από το franchise του Friday the 13th και του Φρέντυ Κρούγκερ από το franchise του A Nightmare On Elm Street.
Το 2017, η Blumhouse Productions κυκλοφόρησε την ταινία Happy Death Day (Γενέθλια Θανάτου), που αποτελεί ιδανικό παράδειγμα του ορισμού των σλάσερ ταινιών.
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ 1,0 1,1 Petridis, Sotiris (2014). «A Historical Approach to the Slasher Film». Film International 12 (1): 76-84. http://www.ingentaconnect.com/content/intellect/fint/2014/00000012/00000001/art00007.
- ↑ Mark D. Eckel (2014). "When the Lights Go Down". p. 167. WestBow Press.
- ↑ Wickham Clayton (12 Οκτωβρίου 2015). Style and Form in the Hollywood Slasher Film. Springer. σελίδες 94–. ISBN 978-1-137-49647-8.
- ↑ 4,0 4,1 Vera Dika (1990). Games of Terror: Halloween, Friday the 13th and the Films of the Stalker Cycle. Fairleigh Dickinson University Press. ISBN 0-8386-3364-1.
- ↑ 5,00 5,01 5,02 5,03 5,04 5,05 5,06 5,07 5,08 5,09 5,10 5,11 5,12 5,13 5,14 5,15 5,16 5,17 5,18 5,19 5,20 5,21 5,22 5,23 5,24 5,25 5,26 5,27 5,28 5,29 5,30 5,31 5,32 5,33 5,34 5,35 5,36 5,37 5,38 5,39 5,40 5,41 5,42 5,43 5,44 5,45 5,46 5,47 5,48 5,49 5,50 5,51 5,52 5,53 5,54 5,55 5,56 5,57 5,58 5,59 5,60 5,61 5,62 5,63 5,64 5,65 Kerswell, J.A. (2012). The Slasher Movie Book. Chicago, Ill.: Chicago Review Press. ISBN 1556520107.
- ↑ Jim Harper (2004). Legacy of Blood: A Comprehensive Guide to Slasher Movies. Critical Vision. σελ. 34. Ανακτήθηκε στις 25 Αυγούστου 2015.
- ↑ Marla Brooks (30 Μαρτίου 2005). The American Family on Television: A Chronology of 121 Shows, 1948-2004. McFarland. σελίδες 75–. ISBN 978-0-7864-2074-2.
- ↑ «Gene Siskel's Original Friday The 13th Mini Review For The Chicago Tribune». Ανακτήθηκε στις 15 Ιουνίου 2014.