Πολ Μιούνι
Πολ Μιούνι | |
---|---|
Γέννηση | 22 Σεπτεμβρίου 1895[1][2][3] Λβιβ[4] |
Θάνατος | 25 Αυγούστου 1967[1][2][3] Μοντεσίτο |
Αιτία θανάτου | καρδιαγγειακή νόσος |
Τόπος ταφής | Hollywood Forever Cemetery |
Χώρα πολιτογράφησης | Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής |
Ιδιότητα | ηθοποιός θεάτρου, ηθοποιός ταινιών και ηθοποιός τηλεόρασης[5] |
Βραβεύσεις | Όσκαρ Α΄ Ανδρικού Ρόλου (1937)[6], βραβείο Τόνυ καλύτερου Α' ανδρικού ρόλου σε θεατρικό έργο (1956), Volpi Cup for Best Actor (1936)[7], Αστέρι στη Λεωφόρο της Δόξας του Χόλιγουντ[8] και βραβείο Ντόναλντσον |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Πολ Μιούνι (Paul Muni, 22 Σεπτεμβρίου 1895 - 25 Αυγούστου 1967) ήταν Αμερικανός ηθοποιός του θεάτρου και του κινηματογράφου βραβευμένος με Όσκαρ Α' Ανδρικού Ρόλου για την ταινία Λουί Παστέρ (The Story Of Louis Paster) το 1936. Κατά τη δεκαετία του '30 θεωρούταν ένας από τους καλύτερους ηθοποιούς της εταιρίας Warner Bros. κι ήταν ένας από τους λίγους ηθοποιούς που είχαν το προνόμιο να επιλέγουν τους ρόλους που ήθελαν να ερμηνεύσουν.
Υποδυόταν συνήθως δυναμικούς ήρωες, όπως για παράδειγμα τον Τόνι Καμόντε στην ταινία Σκάρφεϊς (Scarface, 1933) και το υποκριτικό του εύρος ήταν αποτέλεσμα σκληρής δουλειάς και προετοιμασίας για την ερμηνεία του ρόλου που ήθελε να ερμηνεύσει. Πρωταγωνίστησε σε βιογραφικές ταινίες σημαντικών προσωπικοτήτων της παγκόσμιας ιστορίας και μελετούσε τις ιδιομορφίες του κάθε χαρακτήρα με σκοπό να τον απεικονίσει πιστά. Ήταν επίσης ικανός μακιγιέρ, ένα ταλέντο που του μετέδωσαν οι γονείς του που ήταν επίσης ηθοποιοί. Ξεκίνησε την καριέρα του ως ηθοποιός σε παιδική ηλικία, συμμετέχοντας σε παραστάσεις στο Γίντις Θέατρο της Νέας Υόρκης. Σε ηλικία 12 ετών υποδύθηκε έναν άνδρα 80 χρονών, ενώ στην ταινία Seven Faces, υποδύθηκε 7 διαφορετικούς χαρακτήρες. Έλαβε συνολικά έξι υποψηφιότητες για Όσκαρ Α' Ανδρικού Ρόλου.
Πρώτα βήματα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Πολ Μιούνι ήταν γόνος εβραϊκής οικογένειας, γεννήθηκε στο Λέμπεργκ της πρώην Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας, νυν Λβιβ της Ουκρανίας το 1895. Η οικογένειά του μετακόμισε στη Νέα Υόρκη το 1902 κι ο Μιούνι ακολούθησε τα χνάρια των γονιών του, που ήταν ηθοποιοί, συμμετέχοντας σε θεατρικές παραστάσεις στο γίντις Θέατρο της Νέας Υόρκης. Ως έφηβος ανέπτυξε τις γνώσεις του πάνω στο μακιγιάζ, ώστε να μπορεί να μεταμορφώνει τον εαυτό του και να μπορεί να υποδύεται μεγαλύτερους σε ηλικία χαρακτήρες[9]. Ο ιστορικός κινηματογράφου Ρόμπερτ Όσμπορν τόνισε ότι οι ικανότητες του στον τομέα του μακιγιάζ ήταν τόσο δημιουργικές ώστε να αλλάζει εντελώς το πρόσωπό του κι ότι γι' αυτόν το λόγο στα πρώτα του βήματα τον αποκαλούσαν ο νέος Λον Τσάνεϊ. Έκανε το ντεμπούτο του σε ηλικία 12 χρονών υποδυόμενος έναν ογδοντάχρονο.[10]. Το 1921 παντρεύτηκε την Μπέλα Φίνκελ, επίσης ηθοποιό του θεάτρου και παρέμειναν παντρεμένοι μέχρι και τον θάνατό του το 1967.
Μπρόντγουέι και Χόλιγουντ
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Μιούνι ξεκίνησε τις εμφανίσεις του στο Μπρόντγουεϊ το 1926. Ο πρώτος του ρόλος ήταν εκείνος ενός ηλικιωμένου Εβραίου στο θεατρικό έργο των Μαξ Σίγκελ και Μίλτον Χέρμπερτ Γκρούπερ We Americans. Ήταν επίσης η πρώτη φορά που ερμήνευε κάποιο ρόλο στα αγγλικά. Το 1929 υπέγραψε συμβόλαιο με την εταιρία Fox και την ίδια χρονιά έλαβε την πρώτη του υποψηφιότητα για Όσκαρ Α΄ Ανδρικού Ρόλου για την πρώτη του ταινία με τίτλο The Valiant, παρά το γεγονός ότι ήταν εμπορική αποτυχία[9]. Η δεύτερή του ταινία Seven Faces ήταν επίσης εμπορικά αποτυχημένη κι ο ηθοποιός απογοητευμένος από τους ρόλους που του προσέφεραν επέστρεψε στο Μπρόντγουεϊ, όπου πρωταγωνίστησε στην παράσταση Counselor at Law που έκανε μεγάλη επιτυχία[10].
Το 1932, ο Μιούνι επέστρεψε στο Χόλιγουντ για να πρωταγωνιστήσει σε θρυλικές ταινίες (πριν από την καθιέρωση του κώδικα λογοκρισίας Χέιζ), όπως την πρώτη εκδοχή του Σημαδεμένου, με τίτλο Σκάρφεϊς (Scarface) καθώς και το Είμαι ένας δραπέτης (I Am a Fugitive from a Chain Gang) για το οποίο έλαβε τη δεύτερή του υποψηφιότητα για βραβείο Όσκαρ. Η κριτική επευφημία που έλαβε ο Μιούνι για τις ερμηνείες του εντυπωσίασε τους παραγωγούς της Warner Bros. που του προσέφεραν συμβόλαιο μακράς διάρκειας. Η εταιρία τον προώθησε παρουσιάζοντάς τον ως τον Μεγαλύτερο Ηθοποιό της Οθόνης"[10].
Η ταινία Σκάρφεϊς ήταν μια από τις πρώτες σημαντικές γκανγκστερικές παραγωγές της κινηματογραφικής βιομηχανίας του Χόλιγουντ και το σενάριο είχε γραφτεί από έναν από τους σημαντικότερους σεναριογράφους της περιόδου, τον Μπεν Χεκτ[11]:6. Ο κριτικός κινηματογράφου Ρίτσαρντ Κόρλις τόνισε ότι η ταινία πέρα από την κεντρική της θεματολογία που πραγματεύεται τη ζωή ενός γκάγκστερ, ασκεί κριτική στον τύπο και τον καθιστά υπαίτιο για την προώθηση του τρόπου ζωής του υποκόσμου[11].
Το 1935 ο ηθοποιός εμφανίστηκε στο πλευρό της Μπέτι Ντέιβις στην ταινία Όνειρα που σβήνουν (Bordertown) κι έλαβε υποψηφιότητα write-in για την ταινία Μαύρη κόλαση (Black Fury). Όταν η ακαδημία ανακοίνωσε τους υποψήφιους το όνομα του ηθοποιού δεν συγκαταλεγόταν στην λίστα των υποψηφίων, αλλά επέτρεψε στους ψηφοφόρους να επιλέξουν σε περίπτωση που δεν συμφωνούσαν με τους υποψήφιους τα ονόματα άλλων ηθοποιών. Ο Μιούνι ήρθε δεύτερος στην ψηφοφορία με μερικές ψήφους διαφορά από τον νικητή Βίκτορ ΜακΛάγκλεν. Κάτι ανάλογο είχε συμβεί και με την Μπέτι Ντέιβις, έναν χρόνο νωρίτερα με την ταινία Ανθρώπινη δουλεία (Of Human Bondage, 1934)[12].
Το 1936, ο Μιούνι έπεισε τον Τζακ Γουόρνερ να πάρει το ρίσκο κάνοντας την παραγωγή μιας ιστορικής βιογραφίας. Επρόκειτο για τη βιογραφία του Λουί Παστέρ, ρόλος που του χάρισε το Όσκαρ Α' Ανδρικού Ρόλου και αποτέλεσε την πρώτη από τις βιογραφικές ταινίες που πρωταγωνίστησε ο ηθοποιός. Μέχρι εκείνη την περίοδο, οι ταινίες που παρήγαγε η Warner Bros. αντλούσαν τη θεματολογία τους από τη σύγχρονη επικαιρότητα.
Ο ιστορικός Ρόμπερτ Όσμπορν τονίζει ότι ξαφνική επιτυχία της ταινίας Λουί Παστέρ (The Story of Louis Pasteur) έδωσε στην εταιρία Warner την ώθηση για την κατάκτηση της κορυφής του Box-Office κι απεδείχθη κερδοφόρα.[10]. Κατά συνέπεια ο ηθοποιός την επόμενη χρονιά συμμετείχε στην επίσης βιογραφική ταινία Η ζωή του Εμίλ Ζολά (The Life of Emile Zola) που του χάρισε ακόμη μια υποψηφιότητα για Όσκαρ Α' Ανδρικού Ρόλου και που κέρδισε το Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας. Δυο χρόνια αργότερα ο ηθοποιός υποδύθηκε τον Μεξικανό επαναστάτη Μπενίτο Χουάρες στην ταινία Χουαρέζ (Juarez, 1939).
Το 1937, ο Μιούνι υποδύθηκε έναν Κινέζο χωρικό στην ταινία Υπό το βλέμμα του Βούδα (The Good Earth). Στο ρόλο της ταπεινής συζύγου του εμφανίστηκε η Λουίζ Ράινερ που κέρδισε Όσκαρ Α' Γυναικείου Ρόλου για την ερμηνεία της στην ταινία. Η ταινία είναι βασισμένη στο ομώνυμο μυθιστόρημα της Περλ Μπακ. Όταν ο παραγωγός της Metro-Goldwyn-Mayer Έρβιν Θάλμπεργκ τον προσέγγισε για να του προσφέρει το ρόλο, ο ηθοποιός του είπε αστειευόμενος Είμαι τόσο Κινέζος όσο κι ο Χέρμπερτ Χούβερ[10].
Όντας ανικανοποίητος από τη ζωή του στο Χόλιγουντ, ο Μιούνι αποφάσισε να μην ανανεώσει το συμβόλαιό του με την εταιρία Warner Bros. κι επέστρεψε στο θέατρο. Οι εμφανίσεις του στη μεγάλη οθόνη άρχισαν να αραιώνουν. Μια από αυτές ήταν στο ρόλο του καθηγητή του Φρεντερίκ Σοπέν στην ταινία του 1945 Σοπέν (A Song to Remember, 1945). Εμφανίστηκε επίσης στην κωμωδία Πίσω μου σ' έχω σατανά (Angel on my Soulder, 1946) στο πλευρό του Κλοντ Ρέινς και της Αν Μπάξτερ όπου υποδύθηκε έναν γκάγκστερ του οποίου ο πρόωρος θάνατος κινεί τον διάβολο να μεταφέρει την ψυχή του στο σώμα ενός δικαστή.
Την ίδια χρονιά εμφανίστηκε στο Μπρόντγουεϊ στην παράσταση A Flag is Born, στην οποία συμμετείχε ένας άσημος ακόμα Μάρλον Μπράντο και την οποία σκηνοθέτησε ο αδελφός της Στέλλας Άντλερ, καθηγήτριας του Actor's Studio. Το θεατρικό είχε ως σκοπό την προώθηση της ιδέας της ίδρυσης ενός ανεξάρτητου εβραϊκού κράτους[13]. Μερικά χρόνια αργότερα, το 1955, είχε τη μεγαλύτερή του επιτυχία στο Μπρόντγουεϊ με το ρόλο του δικηγόρου Χένρι Ντράμοντ στο θεατρικό έργο Κληρονόμησε τον άνεμο. Η ερμηνεία του του χάρισε Βραβείο Τόνυ.
Στα τέλη του Αυγούστου του 1955, ο Μιούνι αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το θεατρικό, λόγω σοβαρής ασθένειας στο αριστερό του μάτι που προκάλεσε πρόβλημα στην όρασή του. Τον ρόλο του στο θεατρικό ανέλαβε ο Μέλβιν Ντάγκλας[14]. Τον Σεπτέμβριο του 1955 του διέγνωσαν καρκίνο του αριστερού ματιού κι ο ηθοποιός υπεβλήθη σε εγχείρηση όπου του αφαιρέθηκε το μάτι.[15]. Τον Δεκέμβριο του 1955, ο Μιούνι επέστρεψε στο Μπρόντγουεϊ όπου συνέχισε τις εμφανίσεις του στο Κληρονόμησε τον άνεμο.[15].
Το 1959 επέστρεψε στη μεγάλη οθόνη αναλαμβάνοντας το ρόλο ενός ηλικιωμένου γιατρού στην ταινία Ο μεγάλος επαναστάτης (The Last Angry Man) για την οποία έλαβε την έκτη του υποψηφιότητα για Όσκαρ Α' Ανδρικού Ρόλου. Μετά από αυτή του την εμφάνιση ο ηθοποιός αποσύρθηκε από τα κινηματογραφικά και θεατρικά δρώμενα εφόσον η όραση στο δεξί του μάτι είχε αρχίσει να χειροτερεύει. Ο Μιούνι έλαβε 6 υποψηφιότητες για Όσκαρ Α' Ανδρικού Ρόλου, κερδίζοντας μία φορά, παρά το γεγονός ότι εμφανίστηκε σε 25 ταινίες στην καριέρα του. Τελευταία του εμφάνιση ήταν στην τηλεοπτική σειρά Saints and Sinners το 1962.
Άλλες Θεατρικές Εμφανίσεις
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Πολ Μιούνι εμφανίστηκε στο ρόλο του Γουίλι Λόμαν στην θεατρική παράσταση του Άρθουρ Μίλερ Ο θάνατος του εμποράκου. Το θεατρικό έκανε πρεμιέρα στο Λονδίνο τον Ιούλιο του 1949 σε σκηνοθεσία Ελία Καζάν. Ο ηθοποιός πήρε τη θέση του Λι Τζέι Κομπ που είχε ερμηνεύσει τον ρόλο στο Μπρόντγουεϊ.
Προσωπική Ζωή
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο ηθοποιός κατάφερνε να κρατά την προσωπική του ζωή μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας. Θεωρούταν υπερβολικά ντροπαλός κι έδειχνε νευρικότητα κάθε φορά που τον αναγνώριζαν στον δρόμο. Του άρεσε να διαβάζει και να πηγαίνει βόλτες με τη σύζυγό του σε απόμερα σημεία του Σέντραλ Παρκ, ενώ ήταν πάντα στην ακριβής στην ώρα του στο θέατρο, καθημερινά στις 7:30 μμ για να ετοιμαστεί για τη βραδινή παράσταση. Μετά την απόσυρσή του από την ηθοποιία έμεινε στο Μοντεσίτο της Καλιφόρνιας. Αποκαλούσε τη βιβλιοθήκη του το ησυχαστήριο του, όπου περνούσε τις ώρες του μελετώντας και ακούγοντας το ραδιόφωνο.
Ο ηθοποιός απεβίωσε από καρδιακή ανεπάρκεια, σε ηλικία 71 ετών. Πέθανε την ίδια χρονιά με τον συμπρωταγωνιστή του στην ταινία Πίσω μου σ' έχω σατανά (Angel on my Soulder, 1946) Κλοντ Ρέινς και τον Σπένσερ Τρέισι.
Φιλμογραφία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Έτος | Ταινία | Ρόλος | Σημειώσεις |
---|---|---|---|
1929 | The Valiant | Τζέιμς Ντάικ | Υποψηφιότητα - Όσκαρ Ανδρικής Ερμηνείας |
Seven Faces | Παπά Τσιμπού, Νταμπλέρο, Γουίλι Σμιθ, Φραντς Σούμπερτ, Δον Ζουάν, Τζο Γκανς, Ναπολέων |
||
1932 | Ο Σημαδεμένος ή Σκάρφεϊς (Scarface) | Αντόνιο Τόνι Καμόντε | |
Είμαι Ένας Δραπέτης (I Am a Fugitive from a Chain Gang) | Τζέιμς Άλεν | Υποψηφιότητα - Όσκαρ Ανδρικής Ερμηνείας | |
1933 | Ο Κόσμος Αλλάζει (The World Changes) | Οράιν Νόρντχολμ ο νεότερος | |
1934 | Ποιος τον Σκότωσε; (Hi, Nellie!) | Μπραντ Μπράντσοου | |
1935 | Όνειρα που Σβήνουν (Bordertown) | Τζόνι Ραμίρες | |
Μαύρη Κόλαση (Black Fury) | Τζο Ρέιντεκ | Υποψηφιότητα - Όσκαρ Ανδρικής Ερμηνείας | |
Απ' το Θάνατο στη Ζωή (Dr. Socrates) | δρ Λι Κάρντγουελ, δρ Σόκρατες | ||
1936 | Λουί Παστέρ (The Story of Louis Pasteur) | Λουί Παστέρ | Νίκη - Όσκαρ Α' Ανδρικού Ρόλου |
1937 | Υπό το βλέμμα του Βούδα (The Good Earth) | Γουάνγκ | |
The Woman I Love | Κλοντ Μορί | ||
Η ζωή του Εμίλ Ζολά (The Life of Emile Zola) | Εμίλ Ζολά | Νίκη - Νικητής - Βραβείο κύκλου κριτικών Νέας Υόρκης - Α' Ανδρικός Ρόλος Υποψηφιότητα - Όσκαρ Α' Ανδρικού Ρόλου | |
1939 | Χουαρέζ (Juarez, 1939) | Μπενίτο Χουάρες | |
Δεσμώτης του Πεπρωμένου (We Are Not Alone) | δρ Ντέιβιντ Νιούκαμ | ||
1941 | Ο Αντάρτης του Βορρά (Hudson's Bay) | Πιερ Εσπρίτ Ράντισον | |
1942 | Απόβασις την Αυγή (Commandos Strike at Dawn) | Έρικ Τόρεσεν | |
1943 | Stage Door Canteen | Ο ίδιος | |
1945 | Σοπέν (A Song to Remember, 1945) | Γιόζεφ Έλσνερ | Γυρισμένη σε τέχνικολορ |
Αντεπίθεσις (Counter-Attack) | Αλεξέι Κουλκόφ | ||
1946 | Πίσω μου σ' Έχω Σατανά (Angel on my Soulder, 1946) | Έντι Καγκλ/Δικαστής Φρέντερικ Πάρκερ | |
1952 | Ένας Αλήτης Πέρασε (Imbarco a mezzanotte) | άγνωστος με το όπλο | αγγλικός τίτλος Stranger on the Prowl |
1959 | Ο Μεγάλος Επαναστάτης (The Last Angry Man) | δρ Σαμ Έιμπελμαν | Υποψηφιότητα - Όσκαρ Α' Ανδρικού Ρόλου |
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ 1,0 1,1 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. 117182052. Ανακτήθηκε στις 15 Οκτωβρίου 2015.
- ↑ 2,0 2,1 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) καθιερωμένοι όροι της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. 14040154r. Ανακτήθηκε στις 10 Οκτωβρίου 2015.
- ↑ 3,0 3,1 «Encyclopædia Britannica» (Αγγλικά) biography/Paul-Muni. Ανακτήθηκε στις 9 Οκτωβρίου 2017.
- ↑ Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 11 Δεκεμβρίου 2014.
- ↑ Ανακτήθηκε στις 21 Μαΐου 2019.
- ↑ www
.oscars .org /oscars /ceremonies /1937. - ↑ archive
.ph /20190725080451 /http: //asac .labiennale .org /it /passpres /cinema /annali .php?m=9&c=p. - ↑ Ανακτήθηκε στις 6 Ιουνίου 2021.
- ↑ 9,0 9,1 International Dictionary of Actors and Actresses - Actors and Actresses, 3rd Ed., St. James Press (1997) pp. 858-859
- ↑ 10,0 10,1 10,2 10,3 10,4 Osborne, Robert; Miller, Frank. Leading Men: The 50 Most Unforgettable Actors of the Studio Era, Chronicle Books (2006) pp. 153-155
- ↑ 11,0 11,1 Corliss, Richard, Talking Pictures, (1974) Overlook Press
- ↑ http://awardsdatabase.oscars.org/ampas_awards/DisplayMain.jsp?curTime=1331012723634[νεκρός σύνδεσμος]
- ↑ «David S. Wyman Institute for Holocaust Studies». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 25 Μαρτίου 2015. Ανακτήθηκε στις 13 Δεκεμβρίου 2012.
- ↑ "Paul Muni Quits Broadway Play; Has Eye Ailment", Toledo Blade newspaper, August 31, 1955
- ↑ 15,0 15,1 "Paul Muni Loses Left Eye to Tumor" Αρχειοθετήθηκε 2016-05-16 στο Wayback Machine., Milwaukee Sentinel newspaper, September 7, 1955
Προτεινόμενη βιβλιογραφία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Melamed, S.M., "The Yiddish Stage", The New York Times, September 27, 1925 (X2)
- Adler, Jacob, A Life on the Stage: A Memoir, translated and with commentary by Lulla Rosenfeld, Knopf, New York, 1999, ISBN 0-679-41351-0. In a comment on p. 377, Rosenfeld mentions "Muni Weisenfreund, now Paul Muni".
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Πολ Μιούνι Αρχειοθετήθηκε 2016-03-04 στο Wayback Machine., σελίδα στον ιστότοπο Cine.gr (Ελληνικά).