Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου
Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου (συντομογραφία: Ν.Π.Δ.Δ.) ονομάζεται κάθε αυτοδιοικούμενος, δημόσιος οργανισμός, που διαθέτει ίδια νομική προσωπικότητα, άλλη από αυτήν του Κράτους, και ασκεί δημόσια εξουσία με σκοπό την επίτευξη συγκεκριμένου δημοσίου συμφέροντος. Τα Ν.Π.Δ.Δ. διαφέρουν τόσο από τους κρατικούς φορείς, που ανήκουν στο νομικό πρόσωπο του Κράτους, όσο και από τα Νομικά Πρόσωπα Ιδιωτικού Δικαίου (Ν.Π.Ι.Δ.), που έχουν ως σκοπό την προαγωγή ιδιωτικών συμφερόντων.[Ακριβοπούλου 1]
Χαρακτηριστικά, τα Ν.Π.Δ.Δ. ιδρύονται και καταργούνται με νόμο τυπικό ή ουσιαστικό (κανονιστικό προεδρικό διάταγμα) και ασκούν όσες αρμοδιότητες τους εκχωρεί το κράτος, μαζί με τους ανάλογους οικονομικούς πόρους, καθώς και ορισμένα φορολογικά προνόμια. Έτσι, απολαμβάνουν δημοσιονομική αλλά και διοικητική αυτοτέλεια, αφού αυτοδιοικούνται -συνήθως- από πολυμελή διοικητικά συμβούλια, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις προβλέπεται να υπάρχει και ένα δεύτερο συλλογικό όργανο με εκτελεστικό χαρακτήρα (π.χ. εκτελεστική ή διοικούσα επιτροπή). Γι' αυτό, οι πράξεις, που εκδίδουν κατόπιν ειδική νομοθετικής εξουσιοδότησης, υπόκειται μόνο σε έλεγχο νομιμότητας -εκφεύγοντας του ιεραρχικού έλεγχου (σκοπιμότητας)- από το εποπτεύον υπουργείο. Επιπλέον, μπορούν να ιδρύσουν νέα Ν.Π.Δ. ή Ι.Δ. υπό την εποπτεία τους[Ακριβοπούλου 1].
Σύμφωνα με το Διοικητικό δίκαιο, τα Ν.Π.Δ.Δ. του Κράτους αποτελούν τη διοικητική αυτοδιοίκηση, η οποία διακρίνεται στην τοπική (ή κατά τόπον) και την λειτουργική (ή καθ' ύλην) αυτοδιοίκηση[Ακριβοπούλου 1]. Στην πρώτη κατηγορία ανήκουν οι Ο.Τ.Α., που συνίστανται με σκοπό τη διοίκηση των τοπικών ζητημάτων μιας συγκεκριμένης εδαφικής περιφέρειας, εποπτεύονται από το Υπουργείο Εσωτερικών, τα δε όργανά τους εκλέγονται με καθολική ψηφοφορία από τους δημότες αυτής της περιφέρειας (Κοινότητα, Δήμος, Νομαρχία ή Περιφέρεια). Στη δεύτερη κατηγορία ανήκουν επαγγελματικοί (Εμπορικά και Τεχνικά Επιμελητήρια, Δικηγορικοί, Ιατρικοί και Φαρμακευτικοί Σύλλογοι, επαγγελματικά σωματεία), εκπαιδευτικοί και ερευνητικοί οργανισμοί (ΑΕΙ, ΑΤΕΙ, Ερευνητικά Κέντρα, Ανώτερες και Ανώτατες Σχολές δημόσιου χαρακτήρα, Δημόσιες Βιβλιοθήκες) και γενικά δημόσιοι φορείς, που ασκούν δημόσια υπηρεσία (Δημόσια Νοσοκομεία, Ασφαλιστικά Ταμεία) ή εξυπηρετούν ειδικότερο σκοπό δημοσίου χαρακτήρα (Εκκλησία της Ελλάδος) και μια σειρά άλλων, που υπάγονται σε όλο το εύρος της Δημόσιας Διοίκησης, εποπτεύονται από το αρμόδιο ή τα συναρμόδια υπουργεία ή επιμέρους Γενικές Γραμματείες αυτών (π.χ. ΝΠΔΔ των Υπουργείων Γεωργίας, Βιομηχανίας, Ναυτιλίας, Μεταφορών, Οικονομίας, Παιδείας, Πολιτισμού, Τουρισμού κ.ά.), ενώ τα διοικητικά τους όργανα, είτε εκλέγονται μεταξύ των μελών τους, είτε επιλέγονται από την κεντρική διοίκηση, σύμφωνα με τους ισχύοντες νόμους.
Αποκεντρωμένη διοίκηση και Τοπική αυτοδιοίκηση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Σύμφωνα με το άρθρο 101 του Συντάγματος της Ελλάδος "η διοίκηση του Κράτους οργανώνεται κατά το αποκεντρωτικό σύστημα" κι επομένως η οργάνωση του Κράτους περιλαμβάνει τόσο κεντρικά όσο και αποκεντρωτικά όργανα. Ως κεντρικά όργανα μπορούμε να αναφέρουμε την Κυβέρνηση, τον Πρωθυπουργό ως μονομελές όργανο του Κράτους, τα Υπουργεία με τους υπουργούς τους και τέλος τα μεγάλα σώματα της Διοίκησης όπως το Συμβούλιο της Επικρατείας, το Ελεγκτικό Συνέδριο και το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους[Ακριβοπούλου 2], καθώς και οι Ανεξάρτητες Διοικητικές Αρχές[Σπηλιωτόπουλος 1]. Αντίστοιχα ως αποκεντρωτικά όργανα σήμερα μπορούμε να θεωρήσουμε τις Αποκεντρωμένες Διοικήσεις (και κατά το παρελθόν τις μη αιρετές Περιφέρειες και Νομαρχίες καθώς και τις επιμέρους Επαρχίες του κράτους), οι οποίες ανήκουν στο Νομικό Πρόσωπο του Κράτους, διοικούνται από διοικητές διορισμένους από την εκάστοτε κυβέρνηση, που ασκούν κρατική εξουσία και υπόκεινται σε ιεραρχικό έλεγχο, σε αντιδιαστολή με τις αιρετές Περιφέρειες (ή παλιότερα Νομαρχίες), τους Δήμους (ή παλιότερα τις Κοινότητες), οι οποίες αναγνωρίζονται με διάταγμα, που εκδίδεται με πρόταση του Υπουργού Εσωτερικών Δημόσιας Διοίκησης και Αποκέντρωσης, διοικούνται πάντα από αιρετά όργανα, που ασκούν δημόσια εξουσία και υπόκεινται απλώς σε εποπτεία).
Σύμφωνα με το άρθρο 103 του Συντάγματος "Η διοίκηση των τοπικών υποθέσεων ανήκει στους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης πρώτου και δεύτερου βαθμού" κι επομένως προβλέπονται -εκτός της αποκεντρωμένης, κρατικής διοίκησης- δύο επίπεδα τοπικής αυτοδιοίκησης για κάθε τμήμα της επικράτειας: α' βαθμού το Δήμο (ή παλιότερα τη Κοινότητα)) και β' βαθμού την Περιφέρεια (ή παλιότερα τη Νομαρχία).
Με την ευρεία έννοια οι οργανισμοί που έχουν εκλεγμένες διοικήσεις από τον λαό μπορούν να θεωρηθούν ΝΠΔΔ, καθώς αν κι αυτές είναι κατοχυρωμένες από το Σύνταγμα, δεν προβλέπεται η αυτονομία των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης, δηλαδή η νομοθετική εξουσία των οργάνων τους (να θεσπίζουν δηλαδή αυτοτελείς κανόνες δικαίου)[Σπηλιωτόπουλος 2]. Με την σειρά τους οι νέοι ΟΤΑ, σύμφωνα και με τις προβλέψεις την πρόσφατης διοικητικής μεταρρύθμισης του προγράμματος "Καλλικράτης", διατηρούν το δικαίωμα να έχουν δικά τους ΝΠΔΔ και Επιχειρήσεις (ΝΠΙΔ) με αρκετούς, όμως, περιορισμούς σε σχέση με το παρελθόν, καθώς ένας από τους στόχους του προγράμματος "Καλλικράτης" ήταν η μείωσή τους από 6000 σε 2000 από τις αρχές του 2011.
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ 1,0 1,1 1,2 Χριστίνα Ακριβοπούλου, Χαράλαμπος Ανθόπουλος (2015). Εισαγωγή στο Διοικητικό Δίκαιο. Αθήνα: Ελληνικά Ακαδημαϊκά Ηλεκτρονικά Συγγράμματα και Βοηθήματα - Κάλλιππος. σελ. 66.
- ↑ Χριστίνα Ακριβοπούλου, Χαράλαμπος Ανθόπουλος (2015). Εισαγωγή στο Διοικητικό Δίκαιο. Αθήνα: Ελληνικά Ακαδημαϊκά Ηλεκτρονικά Συγγράμματα και Βοηθήματα - Κάλλιππος. σελίδες 56–57.
Αυτό το νομικό λήμμα χρειάζεται επέκταση. Μπορείτε να βοηθήσετε την Βικιπαίδεια επεκτείνοντάς το. |