Μετάβαση στο περιεχόμενο

Ράντου Α΄ της Βλαχίας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ράντου Α΄ της Βλαχίας
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση1330
Θάνατος1383
Τόπος ταφήςCurtea de Argeș Monastery
Χώρα πολιτογράφησηςΒλαχία
Πληροφορίες ασχολίας
Οικογένεια
ΣύζυγοςΚαλινικία
ΤέκναΜίρτσεα Α΄ της Βλαχίας
Νταν Α΄ της Βλαχίας[1]
ΓονείςΝικολάε Αλεξάντρου και Κλάρα Ντομποκάι
ΑδέλφιαΆννα της Βλαχίας
Βλάντισλαβ Α΄ της Βλαχίας
Άννα των Βασαράβων
ΟικογένειαΟίκος των Βασαράβων
Στρατιωτική σταδιοδρομία
Βαθμός/στρατόςβοεβόδας
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΑξίωμαΚατάλογος ηγεμόνων της Βλαχίας
Θυρεός
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Ράντου Α΄ (απεβ. το 1383) ήταν πρίγκιπας (voivode, βοεβόδας) της Βλαχίας (π. 1377 – π. 1383). Το έτος γέννησής του δεν είναι επιβεβαιωμένο στις πρωτογενείς πηγές. Ήταν γιος του Nικολάε Αλεξάντρου και ετεροθαλής αδελφός και διάδοχος του Βλαντίσλαβ Α΄. Αναγνωρίζεται από πολλούς ιστορικούς ως ο θρυλικός Ράντου ο Μαύρος (Negru), ένας μυθικός βοεβόδας του πρώιμου μεσαιωνικού κράτους της Βλαχίας, ιδρυτής των θεσμών του κράτους και ηγεμόνας.

Ο Ράντου Α΄ ήταν ο μόνος γιος του Νικολάε Αλεξάντρου της Βλαχίας από τη δεύτερη σύζυγό του, Κλάρα Ντομποκάι. [2] Ήταν συγκυβερνήτης με τον ετεροθαλή αδελφό του Βλαντίσλαβ Α' τουλάχιστον από το 1372 [3] Μπορεί να ξεκίνησε τη βασιλεία του ως μοναδικός ηγεμόνας μετά τις 9 Ιουλίου 1374, όταν χρονολογείται η τελευταία καταγεγραμμένη αναφορά τού αδελφού του ως εν ζωή. Δυστυχώς, δεν υπάρχουν έγγραφα της Βλαχίας, που να επιβεβαιώνουν τη βασιλεία του. Υπάρχουν μερικές εξωτερικές αναφορές του, κυρίως έγγραφα του βασιλείου της Ουγγαρίας, ένα σύγχρονο ιταλικό χρονικό, μία ύστερη επιγραφή υπέρθυρου (pisanie), μια επιγραφή στους τοίχους του καθεδρικού ναού Curtea de Argeş και μια σημαντική ποσότητα νομισμάτων (δουκάτων, διναρίων και μπάνι), που κόπηκαν από τον βοεβόδο.

Συγκρούσεις με το βασίλειο της Ουγγαρίας

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι σχέσεις με την Ουγγαρία κατά τη διάρκεια της βασιλείας του παρέμειναν τεταμένες, με αποτέλεσμα να γίνουν ένοπλες συγκρούσεις. Οι λεπτομέρειες αυτών των αντιπαραθέσεων παραμένουν ασαφείς. Ένα ιταλικό χρονικό "Cronaca Carrarese" λέει για μια αποστολή του βασιλιά Λουδοβίκου Α΄ της Ουγγαρίας μεταξύ 5 Ιουλίου - 14 Αυγούστου 1377 με την πρόθεση να υποτάξει ένα "Radano principe di Bulgaria infedele" (:ιταλικά), που ταυτίζεται με τον Ράντου Α΄. Οι σχέσεις που προηγήθηκαν του αγώνα επιβεβαιώνονται από τα μητρώα της Δημοκρατίας της Βενετίας όπου, την ίδια χρονιά, εμφανίζεται μια μεγάλη παραγγελία εξοπλισμένων πανοπλιών από τον βοεβόδα της Βλαχίας. Αυτές οι πανοπλίες φορέθηκαν από εκείνους τους "armadura da cavali", 10.000 τον αριθμό, που ηττήθηκαν στη μάχη εναντίον του Ούγγρου βασιλιά, όπως επισημαίνεται από το ιταλικό χρονικό.

Είναι δύσκολο να πει κανείς αν τα στρατεύματα του βοεβόδου της Βλαχίας ηττήθηκαν πραγματικά, καθώς από τα έγγραφα του βασιλείου της Ουγγαρίας που δημοσιεύθηκαν την επόμενη περίοδο, φαίνεται ότι ο βασιλιάς της Ουγγαρίας είχε ακόμη την πρόθεση να υποτάξει τον άπιστο βοεβόδα. Έτσι στις 19 Νοεμβρίου του ίδιου έτους, ο βασιλιάς υποσχέθηκε στους Σάξονες εμπόρους της Τρανσυλβανίας από το Μπρασόβ, ότι εάν η Βλαχία γίνει ιδιοκτησία του, θα μειώσει τα τέλη. Αντίθετα, σε διαταγή που δόθηκε στον άρχοντα της Ορσόβα το 1382, με την οποία ήταν υποχρεωμένος να απαγορεύσει σε οποιονδήποτε ξένο έμπορο να εισέλθει στη Βλαχία με εμπορεύματα, και να φρουρεί τα σύνορα «ημέρα νύχτα» αναφέροντας όλα όσα συμβαίνουν, δεν υπάρχει αναφορά ότι ένας Ούγγρος μπαν του Σεβέριν και της Oρσόβα εμφανίστηκε στο συνοριακό σημείο, υποδηλώνοντας έτσι ότι το ανατολικό τμήμα του μπανάτου προσαρτήθηκε από τον βοεβόδα Ράντου Α΄ της Βλαχίας.

Ίσως με αυτό το γεγονός συνδέεται το περίεργο όνομα που δόθηκε στον βοεβόδα, αναφερόμενο στη βιογραφία τού Σιγισμούνδου του Λουξεμβούργου βασιλιά της Γερμανίας, όπου μιλώντας για τον Βλαντ Β΄ Ντράκουλ, αναφέρει ότι ήταν γιος του "Merzeweydan" (Μιρτσέα Α΄), και εγγονός του "Pankraz dem Weisen". Το όνομα Pankraz εξηγείται ως παραφθορά του ονόματος Ράντου μπαν (Ράντου μπαν του Σεβέριν, τίτλος που λήφθηκε μετά την κατάκτηση τού Σεβέριν). Ωστόσο ο βοεβόδας της Βλαχίας, σε ένα άλλο ουγγρικό έγγραφο που είναι σύγχρονο με τα γεγονότα του 1377, φέρει το όνομα «Godon», που είναι εξίσου περίεργο και ασαφές.

Ο Ράντου Α΄ και η κυρά Άννα σε μια τοιχογραφία στους τοίχους της πριγκιπικής εκκλησίας του Αγίου Νικολάου,

Ένα σημαντικό γεγονός που συνδέεται με τη βασιλεία του Ράντου Α΄ είναι η μεταφορά των λειψάνων της Αγίας Φιλοφτείας από το Tάρνοβo στο Άργκες, γεγονός που συνέβη μάλλον το 1384, όταν η σκηνή ζωγραφίστηκε στους τοίχους τού καθεδρικού ναού Κούρτεα ντε Άργκες που φύλαξε την Αγία, και του οποίου κτήτωρ ήταν ο βοεβόδας με τον αδελφό και τον πατέρα του.

Η δραστηριότητά του ως δημιουργός θρησκευτικών ιδρυμάτων, τον καθιστά έναν από τους πιο δραστήριους ηγεμόνες της Βλαχίας, κτίζοντας μεγάλο αριθμό εκκλησιών με την Tισμάνα, την Κοζία και την Κοτμεάνα να είναι οι πιο σημαντικές. Επίσης, κατά τη διάρκεια της βασιλείας του κτίζονται οι δύο καθολικοί καθεδρικοί ναοί στο Σεβέριν (π. 1380) και το Άργκες (9 Μαΐου 1381) και ακολουθώντας την παράδοση, ένα καθολικό μοναστήρι στο Ταργκοβίστε.

Μια άλλη σημαντική και αμφιλεγόμενη στιγμή της βασιλείας του αντιπροσωπεύεται από τη δική του, που δεν υποστηρίζεται καλά από στοιχεία, εξουσία στο μικρότερο από τα δύο βουλγαρικά κράτη εκείνη τη στιγμή: το βασίλειο του Βιντίν. Στη βάση αυτής της θεωρίας βρίσκεται μια δυσανάγνωστη επιγραφή στους τοίχους τού καθεδρικού ναού Κούρτεα ντε Άργκες, στην οποία, ορισμένοι ερευνητές, προσδιόρισαν τον τίτλο «domn singur stăpânitor al Ungrovlahiei, al Vidinului și al oblastiei Vidinului» («μοναδικός κυβερνήτης της Ουγγροβλαχίας, τού Βιντίν, και της περιφέρειας του Βιντίν»). Είναι αλήθεια ότι οι σχέσεις μεταξύ των Βλάχων ηγεμόνων Βλαντίσλαβ Α΄ και Ράντου Α΄ και των Βουλγάρων τσάρων από το Tάρνοβo και το Βιντίν, Σισμάν και Iβάν Στρασιμίρ ήταν πολύ τεταμένες, με τους δύο τελευταίους να βρίσκονται σε σύγκρουση μεταξύ τους για τη διαδοχή του πατρικού θρόνου. Κάποτε, ο Βλαντίσλαβ Α' κατάφερε να προσαρτήσει το Βιντίν, αλλά αργότερα το έδωσε στον νόμιμο ηγεμόνα. Είναι πιθανό ότι το ίδιο έκανε και ο Ράντου Α΄, αν και οι αποδείξεις που υποστηρίζουν αυτή τη θεωρία, είναι ανεπαρκείς.

Το τέλος και ο τάφος του

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η ακριβής ημερομηνία του τέλους του, καθώς και ο τάφος του, παραμένουν άγνωστα. Οι αρχαιολογικές ανασκαφές που πραγματοποιήθηκαν το 1920 γύρω από το βοεβοδικό κοιμητήριο (στον χώρο του καθεδρικού ναού Κούρτεα ντε Άργκες), αποκάλυψαν έναν πλούσιο τάφο, που χρονολογείται από τα τέλη του 14ου αι., που υποτίθεται ότι είναι του Ράντου Α΄. Η ενδυμασία, τα κοσμήματα και όλα τα συμπαρομαρτούντα που δείχνουν έναν ισχυρό φεουδάρχη με όλη τη μεγαλοπρέπεια της Αυλής της Βλαχίας, βεβαιώνουν ότι είναι ο (χαμένος) τάφος του Ράντου Α'.

Βιβλιογραφικές αναφορές

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
  1. Leo van de Pas: (Αγγλικά) Genealogics. 2003.
  2. Hasan, Mihai Florin (2013). «Aspecte ale relaţiilor matrimoniale munteano-maghiare din secolele XIV-XV [Aspects of the Hungarian-Wallachian matrimonial relations of the fourteenth and fifteenth centuries»] (στα ro). Revista Bistriţei (Cumplexul Muzeal Bistrița-Năsăud) XXVII: 128–159. ISSN 1222-5096. https://www.academia.edu/6733752. Ανακτήθηκε στις 4 January 2016. 
  3. Czamańska, Ilona (1996). Mołdawia i Wołoszczyzna wobec Polski, Węgier i Turcji w XIV i XV wieku. Poznań: Wydawnictwo Naukowe UAM. σελ. 202. ISBN 83-232-0733-X.