Μαυριτανία Καισαρησία

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Η Mαυριτανία Καισαρησία (λατινικά: " Mauretania Caesariensis") ήταν μία ρωμαϊκή επαρχία, που βρισκόταν στη σημερινή Αλγερία (και ένα μικρό τμήμα του Μαρόκου) στη Βόρειο Αφρική. Το πλήρες όνομα παραπέμπει στην πρωτεύουσά της Καισάρεια Μαυριτανική (σύγχρονο Chercell).

Η επαρχία ήταν μέρος τού βασιλείου της Μαυριτανίας και πήρε το όνομά της από τους Μαυριτανούς, που ζούσαν εκεί. Παλαιότερα ανεξάρτητο βασίλειο και αργότερα πελατειακό κράτος της Ρώμης, προσαρτήθηκε επίσημα στην Αυτοκρατορία κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Κλαυδίου και χωρίστηκε σε δύο επαρχίες περί το 42 μ.Χ. Μία τρίτη επαρχία, που ονομάστηκε Μαυριτανία Σιτιφησία (Mauretania Sitifensis), αποσχίστηκε αργότερα από το ανατολικό τμήμα κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Διοκλητιανού το 293 μ.Χ. Κατά τη διάρκεια και μετά την πτώση της Δυτικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας τον 5ο αι. το μεγαλύτερο μέρος της ενδοχώρας χάθηκε, πρώτα στο βασίλειο των Βανδάλων και αργότερα στο Μαυριτανο-Ρωμαϊκό βασίλειο, με τη ρωμαϊκή διοίκηση να περιορίζεται στην πρωτεύουσα της Καισάρειας. Η γη ανακατακτήθηκε από τη Ρώμη επί Ιουστινιανού Α΄. Η επαρχία αυτή αποτελούσε τμήμα της πραιτωριανής επαρχίας της Αφρικής, αργότερα εξαρχίας της Αφρικής. Η μουσουλμανική κατάκτηση του Μαγκρέμπ έδωσε τέλος στη ρωμαϊκή κυριαρχία στη Μαυριτανία, μόνιμα αυτή τη φορά, η οποία κυβερνήθηκε από το χαλιφάτο των Ομεϋαδών ως μέρος της Μεσαιωνικής Μουσουλμανικής Αλγερίας.

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία την εποχή του Αδριανού (βασ. 117–138), που δείχνει την αυτοκρατορική επαρχία Mauretania Caesariensis (περίπου η σύγχρονη Αλγερία, στη Βόρεια Αφρική).

Στα μέσα του 1ου αι. μ.Χ. ο Ρωμαίος Αυτοκράτορας Κλαύδιος διαίρεσε τη δυτικότερη ρωμαϊκή επαρχία της Αφρικής, που ονομαζόταν Μαυριτανία (γη των Μαυριτανών, εξ ου και η λέξη Μαυριτανοί), σε Mαυρητανία Καισαρησία (που πήρε το όνομά της από την πρωτεύουσά της, μία από τις πολλές πόλεις που είχε το όνομα Καισάρεια, από το αυτοκρατορικό cognomen Καίσαρ, το οποίο είχε γίνει τίτλος) και Mαυριτανία Τινγιτ.

Η Mαυριτανία Καισαρησία περιλάμβανε: οκτώ αποικίες, που ίδρυσε ο Αυτοκράτορας Αύγουστος (Cartennas, Gunugu, Igilgili, Rusguniae, Rusazu, Saldae, Zuccabar, Tubusuctu), δύο από τον αυτοκράτορα Κλαύδιο (Καισάρεια, πρώην πρωτεύουσα της Γιούμπα, που της έδωσε αυτό το όνομα προς τιμή τού προστάτη του Αυγούστου, και το Oppidum Novum), μία από τον Αυτοκράτορα Νέρβα (Σετιφίς), και 10 σε μεταγενέστερους χρόνους (Arsenaria, Bida, Siga, Aquae Calidae, Quiza Xenitana, Rusucurru, Auzia, Gilva, Icosium και Tipasa), συνολικά 21 γνωστές αποικίες, εκτός από αρκετούς δήμους (municipia) και κώμες Λατινικές (oppida Latina).

Κάτω από τη μεταρρύθμιση της Τετραρχίας του Διοκλητιανού, το ανατολικότερο τμήμα αποκόπηκε από τη Mαυριτανία Καισαρισία ως ξεχωριστή μικρή επαρχία, τη Mαυρητανία Σιτιφησία (auretania Sitifensis), που ονομάζεται από την πρωτεύουσα της ενδοχώρας Σιτιφίς (Sitifis) (τώρα Sétif) με σημαντικό λιμάνι στο Saldae (σήμερα Μπετζάγια [Béjaïa]). [1]

Την εποχή του Διοκλητιανού και του Κωνσταντίνου Α΄, τόσο η Σιτιφησία όσο και ο Καισαρησία ανατέθηκαν στη δοίκηση Αφρικής, υπό την Υπαρχία της Ιταλίας, ενώ η Tινγιτάνα ανήκε στη διοίκηση της Ισπανίας υπό την Υπαρχία της Γαλατίας, επομένως ήταν θύλακας, χωριστά από την ευρωπαϊκή επικράτεια της διοίκησης και της επαρχίας, που ανήκε.

Μετά την πτώση της Δυτικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, ιδρύθηκε ένα Γερμανικό βασίλειο Βανδάλων, αλλά η εναπομείνασα Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία (τώρα γνωστή στους ιστορικούς ως Βυζαντινή Αυτοκρατορία) ανακατέλαβε την περιοχή γύρω στο 533, αλλά το μεγαλύτερο μέρος της Μαυριτανίας Καισαρησίας παρέμεινε υπό τον έλεγχο των τοπικών μαυριτανών ηγεμόνων, όπως ο Μαστίγας, και μόλις τις δεκαετίες 560 και 570 ο Ρωμαϊκός (Βυζαντινός) έλεγχος εδραιώθηκε στην ενδοχώρα.

Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Μαυρίκιου, η Αυτοκρατορία αναδιοργανώθηκε και ιδρύθηκε μία σειρά εξαρχάτων, ανάμεσά τους η Εξαρχάτο της Αφρικής που περιλάμβανε τη Μαυριτανία, μεταξύ άλλων εδαφών. Το Mαυριτανία Σιτιφησία συγχωνεύτηκε εκ νέου σε αυτήν την επαρχία, και έλαβε το όνομα "Μαυριτανία Πρώτη" (Mauretania Prima).

Η μουσουλμανική κατάκτηση του Μαγκρέμπ για το χαλιφάτο υπό τη δυναστεία των Ομεϋαδών σήμαινε το τέλος της Βυζαντινής Εξαρχίας της Αφρικής και τού Ύστερο-ρωμαϊκού πολιτισμού εκεί, και η Mαυριτανία Καισαρησία έγινε μέρος της δυτικότερης ισλαμικής επαρχίας, που ονομάζεται Μαγκρέμπ

Οικονομία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι κύριες εξαγωγές από την Καισαρησία ήταν μωβ βαφές και πολύτιμα ξύλα και οι Βέρβεροι ή Mαυριτανοί εκτιμώντο ιδιαίτερα από τους Ρωμαίους, ως στρατιώτες, ιδιαίτερα ελαφρύ ιππικό. Έδωσαν έναν από τους καλύτερους στρατηγούς του Τραϊανού, τον Λούσιο Κουίετο, και τον αυτοκράτορα Mακρίνο.

Θρησκεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Καισάρεια ήταν σημαντικό κέντρο του Ιουδαϊσμού πριν από το 330, και η Σιτιφίς ήταν ένα από τα κέντρα της λατρείας των στρατιωτών των Μιθραϊκών μυστηρίων . Ο Χριστιανισμός εξαπλώθηκε τον 4ο και 5ο αι.

Μεταξύ της άρχουσας τάξης, ο Ορθόδοξος Χριστιανισμός αντικαταστάθηκε από τον Αρειανισμό υπό το γερμανικό βασίλειο των Βανδάλων, το οποίο ιδρύθηκε το 430, όταν οι Βάνδαλοι διέσχισαν τις Ηράκλειες Στήλες (μετέπειτα Γιβραλτάρ.

Επισκοπικές έδρες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Βιβλιογραφικές αναφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Westermann, Großer Atlas zur Weltgschichte (στα Γερμανικά)

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]