Μαυριτανία Τιγγιτανή

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Η Μαυριτανία Τιγγιτανή, (λατινικά: Tangitana Mauretania) ήταν ρωμαϊκή επαρχία, που συμπίπτει περίπου με το βόρειο τμήμα του σημερινού Μαρόκου. [1] Η επικράτεια εκτεινόταν από τη βόρεια χερσόνησο απέναντι από το Γιβραλτάρ, μέχρι τη Sala ColoniaChellah) και τον Βολούμπιλις [Volubilis] στα νότια, [2] και ανατολικά μέχρι τον ποταμό Mulucha (ή Malva). Πρωτεύουσά του ήταν η Τιγγίς [Tingis], η οποία είναι η σύγχρονη Ταγγέρη. Άλλες μεγάλες πόλεις της επαρχίας ήταν οι: Ιουλία Βαλεντία Βανάσα, Σέπτεμμ, Ρουσάνδιρ, Λίξους και Ταμούδα. [3]

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το Aphricae Tabula I του Σεμπάστιαν Μύνστερ, που απεικονίζει τη Μαυριτανία Tιγγιτανή το 1540.

Μετά το τέλος το 40 μ.Χ. τού Πτολεμαίου της Μαυριτανίας, τού τελευταίου Πτολεμαίου ηγεμόνα τού βασιλείου της Μαυριτανίας, περί το 44 μ.Χ. ο Ρωμαίος Αυτοκράτορας Κλαύδιος προσάρτησε το βασίλειο στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και το χώρισε σε δύο ρωμαϊκές επαρχίες: Mauretania Tingitana και Mauretania Caesarisis.[1] Ο Mουλούχα (σημερινός ποταμός Moυλούγια), που βρίσκεται γύρω στα 60 χλμ δυτικά τού σύγχρονου Οράν, στην Αλγερία, έγινε το σύνορο που τους χωρίζει. [1] [4]

Η ρωμαϊκή κατοχή δεν επεκτάθηκε πολύ μακριά στην ήπειρο. Στα δυτικά, το νότιο όριο της αυτοκρατορικής κυριαρχίας ήταν το Βολούμπιλις, το οποίο ήταν περικυκλωμένο με στρατιωτικά στρατόπεδα, όπως το Tocolosida στα νοτιοανατολικά και το Ain Chkour στα βορειοδυτικά, και ένα fossatum ή αμυντική τάφρο. Στην ακτή του Ατλαντικού, η Sala Colonia προστατεύονταν από μία άλλη τάφρο και έναν προμαχώνα και μία σειρά από παρατηρητήρια.

Αυτή δεν ήταν μία συνεχής γραμμή οχυρώσεων: δεν υπάρχουν στοιχεία για ένα αμυντικό τείχος, σαν αυτό που προστάτευε τα ταραγμένα σύνορα στη Βρετανία, στο άλλο άκρο της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Μάλλον ήταν ένα δίκτυο οχυρών και αυλακιών, που φαίνεται να λειτουργούσε ως φίλτρο. Τα σύνορα (limes, πρβλ. το αγγλ.:limits, όρια) προστάτευαν τις περιοχές, που βρίσκονταν υπό άμεσο ρωμαϊκό έλεγχο, διοχετεύοντας επαφές με το εσωτερικό μέσω των μεγάλων οικισμών, ρυθμίζοντας τους δεσμούς μεταξύ των νομάδων και των μεταναστών με τις πόλεις και τα αγροκτήματά τους στις κατεχόμενες περιοχές.

Οι ίδιοι άνθρωποι ζούσαν και στις δύο πλευρές αυτών των συνόρων, αν και ο πληθυσμός ήταν αρκετά μικρός. Η πόλη Βολούμπιλις είχε ίσως το πολύ 20.000 κατοίκους τον 2ο αι. Σύμφωνα με τα στοιχεία των επιγραφών, μόνο το 10 - 20 % περίπου από αυτούς ήταν ευρωπαϊκής καταγωγής, κυρίως ισπανικής. οι υπόλοιποι ήταν ντόπιοι.

Οι Ρωμαίοι ιστορικοί (όπως ο Πτολεμαίος) θεωρούσαν όλο το Μαρόκο, το βόρεια των βουνών του Άτλαντα, ως μέρος της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, επειδή την εποχή του Αυγούστου, η Μαυριτανία ήταν υποτελές κράτος και οι ηγεμόνες της (όπως ο Ιόβας Β΄) έλεγχαν όλες τις περιοχές νότια της Βολούμπιλις. Ο αποτελεσματικός έλεγχος των Ρωμαίων λεγεωνάριων, ωστόσο, ήταν μέχρι την περιοχή Sala Colonia (το στρατόπεδο [castrum] "Exploratio Ad Mercurios", νότια της Sala Colonia, είναι ο νοτιότερος ρωμαϊκός οικισμός που έχει ανακαλυφθεί μέχρι τώρα). Μερικοί ιστορικοί, όπως ο Λέων Αφρικανός, πιστεύουν ότι τα ρωμαϊκά σύνορα έφτασαν στην περιοχή της Καζαμπλάνκα, που ιδρύθηκε από τους Ρωμαίους ως λιμάνι με το όνομα "Anfa". Πράγματι, η σύγχρονη πόλη Αζεμούρ (Azemmour) στο κεντρικό Μαρόκο βρίσκεται στην αρχαία Azama, ένα εμπορικό λιμάνι φοινικικής, και αργότερα ρωμαϊκής, προέλευσης. Ακόμη και σήμερα φαίνονται τα ερείπια μίας ρωμαϊκής στέρνας για σιτηρά στις λεγόμενες «πορτογαλικές κιστέρνες». [5]

Ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος περιέγραψε με κάποιες λεπτομέρειες την περιοχή νότια των βουνών του Άτλαντα, όταν ο Γάιος Σουετώνιος Παυλίνος ανέλαβε μία στρατιωτική εκστρατεία το 41:

Suetonius Paulinus, whom we have seen Consul in our own time, was the first Roman general who advanced a distance of some miles beyond Mount Atlas. He has given us the same information as we have received from other sources with reference to the extraordinary height of this mountain, and at the same time he has stated that all the lower parts about the foot of it are covered with dense and lofty forests composed of trees of species hitherto unknown. The height of these trees, he says, is remarkable; the trunks are without knots, and of a smooth and glossy surface; the foliage is like that of the cypress, and besides sending forth a powerful odour, they are covered with a flossy down, from which, by the aid of art, a fine cloth might easily be manufactured, similar to the textures made from the produce of the silk-worm. He informs us that the summit of this mountain is covered with snow even in summer, and says that having arrived there after a march of ten days, he proceeded some distance beyond it as far as a river which bears the name of Ger (a northern affluent of the Niger river?); the road being through deserts covered with a black sand, from which rocks that bore the appearance of having been exposed to the action of fire, projected every here and there; localities rendered quite uninhabitable by the intensity of the heat, as he himself experienced, although it was in the winter season that he visited them.[6]

Ρωμαϊκή επαρχία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Νουμίδη βασιλιά Ιόβα Β΄, ο Αυτοκράτορας Αύγουστος είχε ήδη ιδρύσει τρεις αποικίες (με Ρωμαίους πολίτες) στη Μαυριτανία κοντά στις ακτές του Ατλαντικού: Iulia Constantia Zilil, Iulia Valentia Banasa και Iulia Campestris Babba.

Αυτό το δυτικό τμήμα της Μαυριτανίας επρόκειτο να γίνει η επαρχία που ονομαζόταν Mauretania Tingitana λίγο αργότερα. Η περιοχή παρέμεινε μέρος της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας μέχρι το 429, όταν οι Βάνδαλοι κατέλαβαν την περιοχή και η ρωμαϊκή διοικητική παρουσία έλαβε τέλος.

Η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία την εποχή του Αδριανού (βασ. 117–138 μ.Χ.), που δείχνει, στη βορειοδυτική Αφρική, την αυτοκρατορική επαρχία της Μαυριτανίας Tιγγιτανής (Μαρόκου).

Η σημαντικότερη πόλη της Μαυριτανίας Tιγγιτανής ήταν η Βολούμπιλις. Αυτή η πόλη ήταν το διοικητικό και οικονομικό κέντρο της επαρχίας στη δυτική ρωμαϊκή Αφρική. Τα εύφορα εδάφη της επαρχίας παρήγαγαν πολλά εμπορεύματα, όπως σιτηρά και ελαιόλαδο, τα οποία εξάγονταν στη Ρώμη, συμβάλλοντας στον πλούτο και την ευημερία της επαρχίας. Η αρχαιολογία έχει τεκμηριώσει την παρουσία μίας εβραϊκής κοινότητας στη ρωμαϊκή περίοδο. [7]

Οι κύριες εξαγωγές από τη Mαυριτανία Τιγγιτανή ήταν μωβ βαφές και πολύτιμη ξυλεία. Η Τιγγιτανή προμήθευε επίσης τη Ρώμη με γεωργικά αγαθά και ζώα, όπως λιοντάρια και λεοπαρδάλεις. Οι γηγενείς Μαυριτανοί (Mauri) είχαν μεγάλη εκτίμηση και στρατολογούνταν από τους Ρωμαίους ως στρατιώτες, ειδικά ως ελαφρύ ιππικό. Ο Κλημέντιος Βαλέριος Μαρκελίνος καταγράφεται ως κυβερνήτης (praeses) μεταξύ 24 Οκτωβρίου 277 και 13 Απριλίου 280 [8]

Σύμφωνα με την παράδοση, το μαρτύριο του Αγίου Μάρκελλου έγινε στις 28 Ιουλίου 298 στην Tιγγίδα (Ταγγέρη). Κατά τη διάρκεια της Τετραρχίας (μεταρρύθμιση των ρωμαϊκών κυβερνητικών δομών από τον Αυτοκράτορα Διοκλητιανό το 297), η Μαυριτανία Tιγγιτανή έγινε μέρος της διοίκησης της Hispania, δηλ. της Ιβηρικής, και, κατ' επέκταση, τμήμα της πραιτωριανής επαρχίας της Γαλατίας, επομένως βρισκόταν σε όλη την θάλασσα από την ευρωπαϊκή επικράτεια της διοίκησης και της επαρχίας, που ανήκε. Η Mauretania Caesariensis βρισκόταν στη διοίκηση Αφρικής. Ο Λουκίλιος Κωνστάντιος καταγράφεται ως κυβερνήτης (praeses) στα τέλη του 4ου αι.

Το Notitia Dignitatum δείχνει επίσης, στη στρατιωτική του οργάνωση, έναν κόμη Τιγγιτανίας (comes Tingitaniae) με ένα πεζικό, που αποτελείται από δύο λεγεώνες, τρεις vexillation και δύο auxilia palatina. Ο Φλάβιος Μεμόριος κατείχε αυτό το αξίωμα (τού κόμη) κάποια στιγμή στα μέσα του 4ου αι. Ωστόσο, υπονοείται στο υλικό πηγής, ότι υπήρχε μία ενιαία στρατιωτική διοίκηση και για τις δύο επαρχίες της Μαυριτανίας, με έναν δούκα ΜΑυριτανίας (dux Mauretaniae) (κατώτερη βαθμίδα) να ελέγχει επτά κοόρτες και μία πτέρυγα (ala).

Οι Γερμανοί Βάνδαλοι εγκαταστάθηκαν στην επαρχία Βαιτική (Baetica) το 422 υπό τον βασιλιά τους, Γουνδέριχ, και, από εκεί, πραγματοποίησαν επιδρομές στη Mαυριτανία Τιγγιτανή. Το 427 ο comes Africae Bονιφάκιος απέρριψε εντολή ανάκλησής του από τον Αυτοκράτορα Βαλεντινιανό Γ', και νίκησε έναν στρατό, που στάλθηκε εναντίον του. Ήταν λιγότερο τυχερός, όταν στάλθηκε δεύτερη δύναμη το 428 Εκείνο το έτος, τον Γουνδέριχ διαδέχθηκε ο Γιζέριχ και ο Βονιφάκιος κάλεσε τον Γιζέριχ στην Αφρική, παρέχοντάς του έναν στόλο, για να επιτρέψει το πέρασμα των Βανδάλων στην Τιγγίδα και το Σέπτεμ (Ceuta, Θέουτα). Ο Βονιφάκιος σκόπευε να περιορίσει τους Βανδάλους στη Μαυριτανία, αλλά, αφού πέρασαν τα στενά, απέρριψαν κάθε έλεγχο και βάδισαν στην Καρχηδόνα.

Οι Ρωμαίοι της Ανατολής (Βυζαντινοί)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 533 ο Βυζαντινός στρατηγός Βελισάριος ανακατέλαβε την πρώην διοίκηση της Αφρικής από τους Βανδάλους για λογαριασμό τού Αυτοκράτορα Ιουστινιανού Α'. Όλη η επικράτεια δυτικά της Καισάρειας είχε ήδη χαθεί από τους Βάνδαλους από τους Βέρβερους «Μαυριτανούς», αλλά ένας ανασυσταθείς dux Mauretaniae διατήρησε μία στρατιωτική μονάδα στο Σέπτεμ. Αυτό ήταν το τελευταίο βυζαντινό φυλάκιο στη Μαυριτανία Tιγγιτανή. Η υπόλοιπη ρωμαϊκή επαρχία ενώθηκε με το βυζαντινό τμήμα της Ανδαλουσίας με την ονομασία Υπαρχία της Αφρικής, με διοικητική πρωτεύουσα το Σέπτεμ.

Το μεγαλύτερο μέρος της ακτής του Μαγκρέμπ οργανώθηκε αργότερα ως Εξαρχάτο της Αφρικής, ένα ειδικό καθεστώς ενόψει των αμυντικών αναγκών του φυλακίου.

Όταν το χαλιφάτο των Ομμεϋαδών κατέκτησε όλη τη Βόρεια Αφρική, έφερε το Ισλάμ στους ντόπιους οπαδούς της παραδοσιακής θρησκείας των Βερβερίνων και του Χριστιανισμού. Οι δύο επαρχίες της Μαυριτανίας ενοποιήθηκαν ως το έδαφος του αλ-Μαγκρέμπ (αραβικά σημαίνει «Δυτικά» (της Αιγύπτου) και εξακολουθεί να είναι η επίσημη ονομασία του βασιλείου των Σαρίφ τού Μαρόκου). Αυτή η μεγαλύτερη επαρχία περιλάμβανε επίσης περισσότερο από το ήμισυ της σύγχρονης Αλγερίας.

Πέτρινα ερείπια που χρονολογούνται από τη ρωμαϊκή εποχή, υπάρχουν σε διάφορους αρχαιολογικούς χώρους, όπως ο ναός του Καπιτωλίου στο Βολούμπιλις, το παλάτι του Γορδίου, η Sala Colonia, η Τιγγίς [Tingis] και η Iulia Constantia Zilil.

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 1,2  Chisholm, Hugh, επιμ.. (1911) «Mauretania» Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάννικα 17 (11η έκδοση) Cambridge University Press, σελ. 908 
  2. C. Michael Hogan, Chellah, The Megalithic Portal, ed. Andy Burnham
  3. University of Granada: Mauretania Tingitana (in Spanish)
  4. Richard J.A. Talberts, Barrington Atlas of the Greek and Roman World - p. 457
  5. Roman Azama
  6. Pliny the Elder, Natural History 5.1
  7. Two Thousand Years of Jewish Life in Morocco, Haim Zafrani, Ktav, 2005, p. 2
  8. J.E.H. Spaul, "Governors of Tingitana", Antiquités africaines 30 (1994), p. 253

Περαιτέρω ανάγνωση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • JB Bury, History of the Later Roman Empire ( σε απευθείας σύνδεση )
  • Fentress, «Φυλή και φατρία: η περίπτωση των Gaetuli», MEFRA, 94 (1982), σσ. 325-34.
  • AHM Jones, The Later Roman Empire, Blackwell, Οξφόρδη 1964.(ISBN 0-631-15076-5)ISBN 0-631-15076-5
  • 978-88-7140-853-8
  • Pauly-Wissowa (στα γερμανικά).
  • MC Sigman, «The Romans and the indigenous tribes of Mauretania Tingitana», Historia, 26 (1977), σσ. 415-439.
  • Westermann, Großer Atlass zur Weltgeschichte (in γερμανική) .

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]