Λίεντς
Συντεταγμένες: 46°49′47″N 12°46′11″E / 46.82972°N 12.76972°E
Λίεντς | ||
---|---|---|
| ||
46°49′47″N 12°46′11″E | ||
Χώρα | Αυστρία[1] | |
Διοικητική υπαγωγή | Lienz District | |
Διοίκηση | ||
• Δήμαρχος | Johannes Hibler (2003–2011) και Elisabeth Blanik (από 2011) | |
• Μέλος του/της | Κλιματική Συμμαχία[2] | |
Έκταση | 15,94 km²[3] | |
Υψόμετρο | 673 μέτρα | |
Πληθυσμός | 11.935 (2021)[4] | |
Ταχ. κωδ. | 9900 | |
Τηλ. κωδ. | 4852 | |
Ζώνη ώρας | UTC+01:00 (επίσημη ώρα) UTC+02:00 (θερινή ώρα) | |
Ιστότοπος | Επίσημος ιστότοπος | |
Σχετικά πολυμέσα | ||
Το Λίεντς (γερμανικά: Lienz, Γερμανικά: ˈliːɛnt͡s ( ακούστε)) είναι αυστριακή πόλη στο ομόσπονδο κρατίδιο του Τιρόλου. Είναι το διοικητικό κέντρο της ομώνυμης περιφέρειας, που καλύπτει ολόκληρο το Ανατολικό Τιρόλο.
Ιστορία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η περιοχή κατοικείται από την Εποχή του Χαλκού, περίπου το 2000 π.Χ. Οι Κέλτες ζούσαν εδώ από το 300 π.Χ. περίπου και τέθηκαν υπό τον έλεγχο της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας το 15 π.Χ. Τη ρωμαϊκή περίοδο ενσωματώθηκε στο Νωρικό (λατινικά: Noricum) και ο αυτοκράτορας Κλαύδιος ίδρυσε μία ισοπολίτιδα πόλη (λατινικά: municipium) με το όνομα Αγκούντουμ (λατινικά: Aguntum) κοντά στη θέση του Λίεντς, στο σημερινό δήμο Ντέλζαχ (γερμανικά: Dölsach). Το Αγκούντουμ έγινε έδρα χριστιανού επισκόπου τον 5ο αιώνα αλλά παράκμασε την περίοδο της εγκατάστασης των Σλάβων στις Ανατολικές Άλπεις και των κατοπινών πολέμων με τους Βαβαρούς (λατινικά: Bavarii υπό τον δούκα Τασίλο Α' (περ. στο 600). Μέρος του σλαβικού πριγκιπάτου της Καραντανίας, η περιοχή πέρασε υπό βαυαρική και τελικά φραγκική επικυριαρχία κατά τον 8ο αιώνα.
Το Λίεντς αναφέρεται για πρώτη φορά ως Luenzina σε πράξη που εκδόθηκε από τον επίσκοπο του Μπρίξεν γύρω στο 1030. Ο ίδιος ο οικισμός, μαζί με το γειτονικό Patriasdorf, ανήκε τότε στους Πατριάρχες της Ακουιλείας, οι οποίοι έγιναν ιδιοκτήτες του από τον αυτοκράτορα Ερρίκο Δ΄ το 1077. Στη συνέχεια αγοράστηκε από τους απογόνους της δυναστείας των Μάινχαρτινερ (γερμανικά: Meinhardiner) που επέλεξαν το Λίεντς ως τόπο διαμονής τους. Από το 1127 περίπου αυτοαποκαλούνταν κόμητες του Γκερτς (γερμανικά: Görz, ιταλικά: Gorizia).
Ευρισκόμενο επί της σημαντικής εμπορικής οδού που συνέδεε το Βεντσόνε (ιταλικά: Venzone) στο Φριούλι με το Σάλτσμπουργκ, το Λίεντς έλαβε προνόμια πόλης στις 25 Φεβρουαρίου 1242. Το 1278 οι κόμητες ολοκλήρωσαν το Burg Bruck, ένα κάστρο που χρησιμοποίησαν μέχρι το 1500 ως τοπική έδρα τους. Όταν έκλεισε ο Οίκος των Μάινχαρτινερ, με τον θάνατο του κόμη Λεονάρδου της Γκορίτσις, τα κτήματά τους κληροδοτήθηκαν στον βασιλιά των Αψβούργων Μαξιμιλιανό Α΄ και ενσωματώθηκαν τελικά στην κομητεία του Τιρόλου. Από το καθεστώς αυτοκρατορικής έδρας, η πόλη υποβαθμίστηκε στην αφάνεια μιας άσημης επαρχιακής πόλης της μοναρχίας των Αψβούργων.
Το 1797 κατελήφθη από γαλλικά στρατεύματα, στο πλαίσιο των πολέμων της Γαλλικής Επανάστασης. Το 1805, έπειτα από την ήττα των Αυστριακών στη Μάχη του Αούστερλιτς, το Λίεντς και το υπόλοιπο Τιρόλο τέθηκαν βάσει της Συνθήκης του Πρεσβούργκου υπό την κυριαρχία του Βασιλείου της Βαυαρίας. Το 1809 η πόλη έγινε το διοικητικό κέντρο επαρχίας στο πλαίσιο των βραχύβιων ναπολεόντειων Ιλλυρικών Επαρχιών, όμως το 1813 το ανακατέλαβαν τα αυστριακά στρατεύματα. Στο πλαίσιο της αυστριακής αργότερα αυστροουγγρικής αυτοκρατορίας το Λίεντς ήταν έδρα ομώνυμης επαρχίας, μίας εκ των εικοσιένα Bezirkshauptmannschaften του Τιρόλου.[5]
Τον Νοέμβριο του 1918, κατελήφθη από τον Ιταλικό Στρατό.[6] Μετά το τέλος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου οι νότιες περιοχές του Τιρόλου, συγκεκριμένα το Τρεντίνο και το Νότιο Τιρόλο, δόθηκαν στο Βασίλειο της Ιταλίας βάσει των Συνθηκών του Λονδίνου και του Αγίου Γερμανού, καθιστώντας την περιοχή του Λίεντς εξκλάβιο χωρίς εδαφική σύνδεση με το υπόλοιπο Βόρειο Τιρόλο. Έπειτα από την Προσάρτηση της Αυστρίας στη Ναζιστική Γερμανία η επαρχία του Λίεντς εντάχθηκε στο Ράιχσγκαου (γερμανικά: Reichsgau) της Καρινθίας. Στις 8 Μαΐου 1945, στο καταληκτικό στάδιο του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, κατέλαβαν την πόλη βρετανικά στρατεύματα. Η περιοχή αυτή μαζί με την Καρινθία και τη Στυρία πέρασαν στη βρετανική ζώνη κατοχής.
Γεωγραφία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η πόλη βρίσκεται στη συμβολή των ποταμών Ίζελ (γερμανικά: Isel) και Ντράβα στις Ανατολικές Άλπεις, μεταξύ της οροσειράς Χόχε Τάουερν (γερμανικά: Hohe Tauern) στα βόρεια και των Νότιων ασβεστολιθικών Άλπεων. Συνδέεται με την κωμόπολη Βίνκλκερν (γερμανικά: Winklern) στην Καρινθία μέσω του Ίζελσμπεργκ (γερμανικά: Iselsberg). Ο γειτονικός δήμος Λάιζαχ (γερμανικά: Leisach) σηματοδοτεί το ανατολικότερο σημείο της κοιλάδας της Πουστερία.
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ (Γερμανικά, Αγγλικά, Γαλλικά, Ισπανικά, Ιταλικά) archINFORM. 3969. Ανακτήθηκε στις 6 Αυγούστου 2018.
- ↑ www
.klimabuendnis .org /nc /kommunen /das-netzwerk .html. - ↑ 3,0 3,1 «Dauersiedlungsraum der Gemeinden Politischen Bezirke und Bundesländer - Gebietsstand 1.1.2018». Statistics Austria. Ανακτήθηκε στις 10 Μαρτίου 2019.
- ↑ www
.statistik .at /blickgem /blick1 /g70716 .pdf. - ↑ Klein, Wilhelm (1967). Die postalischen Abstempelungen auf den österreichischen Postwertzeichen-Ausgaben 1867, 1883 und 1890.
- ↑ «Archived copy» (PDF). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 22 Αυγούστου 2017. Ανακτήθηκε στις 23 Αυγούστου 2017.
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Πολυμέσα σχετικά με το θέμα Lienz στο Wikimedia Commons