Κιλικία (Ρωμαϊκή επαρχία)
Η Κιλικία, λατιν.: Cilicia [1] ήταν μία πρώιμη ρωμαϊκή επαρχία, που βρισκόταν στη σημερινή νότια (μεσογειακή) ακτή της Μ. Ασίας. Η Κιλικία προσαρτήθηκε στη Ρωμαϊκή Δημοκρατία το 64 π.Χ. από τον Γάιο Πομπήιο Μάγνο, ως συνέπεια της στρατιωτικής της παρουσίας στα ανατολικά, μετά την επιδίωξη της νίκης στον Γ΄ Μιθριδατικό Πόλεμο. Υποδιαιρέθηκε από τον Διοκλητιανό γύρω στο 297, και παρέμεινε υπό ρωμαϊκή κυριαρχία για αρκετούς αιώνες, μέχρι να περιέλθει στις ισλαμικές κατακτήσεις.
Πρώτη επαφή και ίδρυση της επαρχίας (103–47 π.Χ.)
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η περιοχή ήταν καταφύγιο για πειρατές, που επωφελήθηκαν από το δουλεμπόριο με τους Ρωμαίους. Όταν όμως οι Κιλικιανοί πειρατές άρχισαν να επιτίθενται στη ρωμαϊκή ναυτιλία και σε πόλεις, η ρωμαϊκή Σύγκλητος αποφάσισε να στείλει διάφορους διοικητές για να αντιμετωπίσουν την απειλή. Κατά τη διάρκεια αυτών των επεμβάσεων δημιουργήθηκε η επαρχία της Κιλικίας.
Τμήματα της Πεδινής Κιλικίας έγιναν ρωμαϊκά εδάφη το 103 π.Χ., κατά την πρώτη εκστρατεία τού Μάρκου Αντώνιου τού Ρήτορα κατά των πειρατών. Ενώ ολόκληρη η περιοχή της «Κιλικίας» ήταν η «επαρχία» του, ή πιο σωστά, η περιοχή της απεριόριστης εξουσίας (imperium) που είχε κατά τη διάρκεια της διοίκησής του ως αντιπραίτωρ (propraetor), μόνο ένα μικρό τμήμα αυτής της περιοχής έγινε ρωμαϊκή επαρχία εκείνη την εποχή.
Το 96 π.Χ. ο Λεύκιος Κορνήλιος Σύλλας διορίστηκε κυβερνήτης ως αντιπραίτωρ της Κιλικίας, κατά την οποία σταμάτησε μία εισβολή του Μιθριδάτη Β΄ της Παρθίας. Το 80 π.Χ. κυβερνήτης της Κιλικίας ήταν ο Γναίος Κορνήλιος Δολαβέλα, ο οποίος αργότερα καταδικάστηκε για παράνομη λεηλασία της επαρχίας. Αντικαταστάτης του το 78 π.Χ. ήταν ο Πόπλιος Σερβήλιος Βατία Ισαυρικός. Τού δόθηκε η ευθύνη να εκκαθαρίσει τους πειρατές και η απόσπασή του κράτησε μέχρι το 74 π.Χ. [2] Από το 77 έως το 76 π.Χ., επέτυχε πολλές ναυτικές νίκες κατά των πειρατών στα ανοιχτά της Κιλικίας και μπόρεσε να καταλάβει τις ακτές της Λυκίας και της Παμφυλίας. [3] Αφού οι πειρατές κατέφυγαν στα οχυρά τους φρούρια, ο Βατία Ισαυρικός άρχισε να επιτίθεται στα παράκτια φρούριά τους. Κατέλαβε την πόλη της Ολύμπου, προτού συνεχίσει να καταλάβει τη Φασήλιδα και να υποτάξει τον Κώρυκο και μία σειρά από μικρά οχυρά πειρατών. [4]
Στη συνέχεια, το 75 π.Χ., ο Βατία Ισαυρικός προχώρησε στα βουνά τού Ταύρου (την πρώτη φορά που ο ρωμαϊκός στρατός διέσχισε αυτά τα βουνά) και επέτυχε να νικήσει τους Ισαύρους κατά μήκος των βόρειων πλαγιών. Πολιόρκησε την κύρια πόλη τους, τα ίσαυρα, και κατάφερε να την καταλάβει, αφού εξέτρεψε την πορεία ενός ποταμού, στερώντας έτσι τους υπερασπιστές στην πόλη από τη μοναδική πηγή νερού τους, μετά την οποία σύντομα παραδόθηκαν. [4] Μέχρι το 74 π.Χ. ο Βατία Ισαυρικός είχε οργανώσει την περιοχή, που είχε κατακτήσει και την ενσωμάτωσε στην επαρχία της Κιλικίας. [4] Εντούτοις, μεγάλο μέρος της Πεδινή Κιλικία εξακολουθούσε να κρατείται από τον Τιγράνη Β΄ τον Μεγάλο και ανήκε στο βασίλειο της Αρμενίας, ενώ η Τραχεία Κιλικία ήταν ακόμη υπό την κυριαρχία των πειρατών.
Τον Βατία Ισαυρικό διαδέχθηκε ως ανθύπατος (proconsul) της Κιλικίας ο Λeύκιος Λικίνιος Λούκουλλος, ο οποίος χρησιμοποίησε τους βετεράνους και τον στόλο το;y Ισαυρικού για να πολεμήσει στον πόλεμο εναντίον του Μιθριδάτη Δ΄ τού Πόντου (βλ.: Γ΄ Μιθριδατικός Πόλεμος). Δεδομένου ότι ο Τιγράνης Β΄ ήταν σύμμαχος του Μιθριδάτη Δ΄, ο Λούκουλλος τελικά κινήθηκε ενάντια στις κτήσεις του στην Πεδινή Κιλικία και τις πρόσθεσε στη ρωμαϊκή επαρχία της Κιλικίας.
Όταν ο Γναίος Πομπήιος Μάγνος έλαβε την έκτακτη διοίκηση κατά των πειρατών το 67 π.Χ. και νίκησε στην αποφασιστική μάχη τού Κορακησίου (στη σύγχρονη Αλάνια), οι πειρατές τελικά εκδιώχθηκαν και υποτάχθηκαν και η Τραχεία Κιλικία τέθηκε υπό τον έλεγχο των Ρωμαίων. Αφού ο Πομπήιος έλαβε τη διοίκηση του Γ΄ Μιθριδατικού Πολέμου, ανάγκασε τον βασιλιά Τριγάνη Β΄ να παραδοθεί και προχώρησε στην απόσπαση από τον βασιλιά των τμημάτων της Πεδινής Κιλικίας, που ο Τριγάνης κατείχε ακόμη. Μέχρι το 64 π.Χ. ο Πομπήιος είχε οργανώσει τη νέα επαρχία, προσθέτοντας όλες τις πρόσφατες κατακτήσεις του στην αρχική επαρχία της Κιλικίας και έκανε την Ταρσό πρωτεύουσα της νέας επαρχίας.
Η αναδιοργανωμένη Κιλικία του Πομπήιου είχε έξι μέρη: Πεδινή Κιλικία (Cilicia Campestris), Τραχεία Κιλικία (Cilicia Aspera), Παμφυλία, Πισιδία, Iσαυρία και Λυκαονία, με το μεγαλύτερο τμήμα της Φρυγίας, συμπεριλαμβανομένων των κέντρων (conventus iuridicus) της Λαοδικείας, της Απάμειας και των Συννάδων. Στα ανατολικά της Πεδινής Κιλικίας, ο Πομπήιος άφησε έναν εντόπιο δυνάστη, τον Ταρκονδιμότο, να ελέγχει την Αναζαρβό και το όρος Αμανόν. Η δυναστεία τού Ταρκονδιμότου θα συνέχιζε να κρατά την περιοχή ως πιστός σύμμαχος της Ρώμης μέχρι τη βασιλεία του Τιβέριου. [5]
Το 58 π.Χ. προστέθηκε το νησί της Κύπρου, το οποίο είχαν πάρει οι Ρωμαίοι από τον βασιλιά της Αιγύπτου. Αυτή ήταν η έκταση της ρωμαϊκής επαρχίας της Κιλικίας, όταν ο Κικέρων ήταν ανθύπατος της Κιλικίας το 51–50 π.Χ. Οι Ρωμαίοι την είχαν χωρίσει μέχρι τώρα σε οκτώ κέντρα (conventus ή fora): το conventus της Ταρσού όπου διέμενε ο κυβερνήτης, το forum του Ικονίου για τη Λυκαονία, το forum Isauricum πιθανώς στο Φιλορνέλιον, το forum Pamphylium ο τόπος τού οποίου είναι άγνωστος, το forum Cibyraticum στη Λαοδίκεια επί τού Λύκου, το forum της Απάμειας, το forum των Συννάδων και την Κύπρο.
Επαρχιακές αλλαγές (47 π.Χ. – 14 μ.Χ.)
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η επαρχία αναδιοργανώθηκε από τον Ιούλιο Καίσαρα το 47 π.Χ. Το forum (ή conventus) των Κιβύρων ήταν προσαρτημένο στην επαρχία της Ασίας, μαζί με το μεγαλύτερο μέρος της Πισιδίας, την Παμφυλία, καθώς και πιθανώς το conventus της Απάμειας και των Συννάδων. Περαιτέρω αλλαγές έγιναν από τον Μάρκο Αντώνιο το 36 π.Χ., όταν έδωσε την Κύπρο και την Τραχεία Κιλικία στην Κλεοπάτρα Ζ΄ και την ανατολική Φρυγία με τη Λυκαονία, την Ισαυρία και την Πισιδία, στον βασιλιά Αμύντα της Γαλατίας.
Το 27 π.Χ., ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Αύγουστος έκανε περαιτέρω αλλαγές, περιορίζοντας ακόμη περισσότερο την επαρχία της Κιλικίας. Η Κύπρος έγινε ξεχωριστή επαρχία και η Παμφυλία με την Ισαυρία και την Πισιδία, μετά το τέλος του Αμύντα το 25 π.Χ., έγινε επίσης ξεχωριστή επαρχία (επαρχία Γαλατίας), στην οποία προσαρτήθηκε και η Λυκαονία. Το αποτέλεσμα ήταν ότι η Κιλικία περιορίστηκε στην αρχική της διαίρεση Πεδινής και Τραχείας (Campestris και Aspera) και μετονομάστηκε σε Κιλικία-Συρία-Φοινίκη. Υπό τον Αύγουστο, η Κιλικία ήταν μία αυτοκρατορική επαρχία, που διοικούνταν από έναν ύπατο ως απεσταλμένος τού Αυτοκράτορα στον πραίτωρα (legatus Augusti pro praetore).
Σύμφωνα με τις όψιμες Δημοκρατικές και τις πρώιμες Αυτοκρατορικές μεθόδους επαρχιακής κυριαρχίας, τα δυτικά ορεινά μέρη της Κιλικίας, τα οποία δεν ήταν εύκολο να διαχειριστεί ένας κυβερνήτης, αφέθηκαν στους γηγενείς πρίγκιπες. Υπήρχαν συνολικά τρεις από αυτές τις ανεξάρτητες αυτόχθονες δυναστείες. Η μία ήταν αυτή της Όλβας, στα βουνά μεταξύ Σόλι και Κυίνδα, που διοικούνταν από ιερείς-δυνάστες. Μία δεύτερη ήταν η Τραχεία Κιλικία, την οποία ο M. Αντώνιος είχε αρχικά δώσει στην Κλεοπάτρα. Ο Αύγουστος έθεσε αυτή την περιοχή υπό την κυριαρχία τού βασιλιά Αρχέλαου της Καππαδοκίας το 25 π.Χ. Ο γιος του Ταρκονδιμότου στην ανατολική Κιλικία είχε χάσει τον θρόνο του το 30 π.Χ. λόγω της ακλόνητης υποστήριξης τού πατέρα του στον Μ. Αντώνιο, αλλά το βασίλειο αποκαταστάθηκε το 20 π.Χ. και επρόκειτο να διαρκέσει άλλα 37 χρόνια, πριν ο Τιβέριος καταργήσει τελικά αυτό το πελατειακό βασίλειο και το μετατρέψει σε πλήρη επαρχία.
Υπό το Πριγκιπάτο (14–297 μ.Χ.)
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το 72 μ.Χ., κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Βεσπασιανού, και τα τρία εναπομείναντα πελατειακά βασίλεια, που είχαν ιδρυθεί από τον Αύγουστο, διαλύθηκαν και συγχωνεύθηκαν με την αυτοκρατορική επαρχία της Κιλικίας. [6] Κατά τη βασιλεία τού Καρακάλλα, ο πριν ανθύπατος κυβερνήτης έγινε ύπατος και η επαρχία περιείχε 47 γνωστές πόλεις. [7]
Υπό την ύστερη Αυτοκρατορία (297 – π. 700)
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Κάποια στιγμή κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης τού Διοκλητιανού και της Τετραρχίας (πιθανότατα γύρω στο 297 μ.Χ.), η Κιλικία χωρίστηκε σε τρία μέρη: την Κιλικία Πρώτη (Cilicia Prima) υπό έναν ύπατο με πρωτεύουσα την Ταρσό, την Κιλικία Δευτέρα (Cilicia Secunda) κάτω από έναν επόπτη (praeses) με πρωτεύουσα την Aναζαρβό και την Ισαυρία (αρχικά η Τραχεία Κιλικία) κάτω από έναν επόπτη, με πρωτεύουσα τη Σελεύκεια. Αυτές οι 3 επαρχίες της Κιλικίας, συν τις επαρχίες της Συρίας, της Μεσοποταμίας, της Αιγύπτου και της Λιβύης, σχημάτισαν την επισκοπή της Ανατολής (στα τέλη του 4ου αι. το αφρικανικό τμήμα αποσπάστηκε ως επισκοπή της Αιγύπτου), μέρος του πραιτοριανού νομού της Ανατολής, τού πλούσιου μέρος της ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.
Η ίδια η Κιλικία παρέμεινε υπό τον έλεγχο της Ανατολικής Ρωμαϊκής (Βυζαντινής) Αυτοκρατορίας μέχρι τις αρχές του 8ου αι., όταν κατακτήθηκε από το χαλιφάτο των Ομεϋαδών και έγινε μέρος των ισλαμικών συνόρων (thughur) με τους Ρωμαίους. Ωστόσο η περιοχή είχε σχεδόν ολοκληρωτικά ερημωθεί ήδη από τα μέσα του 7ου αι. και αποτελούσε μία γη του κανενός μεταξύ των Ρωμαίων και του χαλιφάτου. Τα δυτικά τμήματα της παλαιάς επαρχίας της Κιλικίας παρέμειναν στα χέρια των Ρωμαίων και έγιναν μέρος του Θέματος τωμ Κιβυρραιωτών. Το status quo θα παρέμενε αμετάβλητο για περισσότερα από 260 χρόνια, προτού η Κιλικία τελικά ανακτηθεί από τους Ρωμαίους στις δεκαετίες του 950 και του 960 από τον Νικηφόρο Β΄ Φωκά και τον Ιωάννη Α΄ Τσιμισκή.
Δείτε επίσης
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Βιβλιογραφικές αναφορές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ «Cilicia». Cilicia. http://dictionary.reference.com/browse/cilicia. Ανακτήθηκε στις 27 April 2018.
- ↑ Broughton, pg. 87
- ↑ Broughton, pg. 90
- ↑ 4,0 4,1 4,2 Smith, pg. 1233
- ↑ WRIGHT, N.L. 2012: "The house of Tarkondimotos: a late Hellenistic dynasty between Rome and the East", Anatolian Studies 62: 69-88.
- ↑ A Dictionary of the Roman Empire; by Matthew Bunson. (ISBN 0-19-510233-9). See page 90.
- ↑ For a full list of ancient cities see Asia Minor Coins - Killikia
Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Pilhofer, Philipp. 2018. Das frühe Christentum im kilikisch-isaurischen Bergland. Die Christen der Kalykadnos-Region in den ersten fünf Jahrhunderten (Texte und Untersuchungen zur Geschichte der altchristlichen Literatur, τ. 184). Βερολίνο/Βοστώνη: De Gruyter ((ISBN 978-3-11-057381-7) ), σελ. 25–49.
- Broughton, T. Robert S., The Magistrates of the Roman Republic, Vol. Ι (1951)
- Smith, William, Dictionary of Greek and Roman Biography and Mythology, Vol III (1867)
- Smith, William, Dictionary of Greek and Roman Geography (1854)