Μετάβαση στο περιεχόμενο

Ηλίας Χρυσοσπάθης

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ηλίας Χρυσοσπάθης
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση1789
Κοτρώνι Λεύκτρου
Θάνατος1829
Αιτία θανάτουπνευμονία
Χώρα πολιτογράφησηςΟθωμανική Αυτοκρατορία
Ελλάδα
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότητααπόστολος της Φιλικής Εταιρείας

στρατιωτικός

αγωνιστής του 1821
ΤίτλοςΜεγάλος Απόστολος

Γενικός Φροντιστής

Γενικός Διευθυντής Σύρου
Οικογένεια
ΣύζυγοςΔιαμαντία Χρυσοσπάθη
ΤέκναΔιονύσιος

Μαρία

Μπετίνα

Ο Ηλίας Χρυσοσπάθης (1789-1829) ήταν Έλληνας με καταγωγή από τη Μάνη, Φιλικός και αγωνιστής της Ελληνικής Επανάστασης. Υπηρέτησε στον αγγλικό στρατό των Επτανήσων. Διακρίθηκε ιδιαίτερα για τον ζήλο του ως απόστολος της Φιλικής Εταιρείας. Για ένα μικρό χρονικό διάστημα (1818) διηύθυνε μια δική του, ανεξάρτητη μυστική οργάνωση. Συμμετείχε σε πολλές μάχες του Αγώνα.

Η οικογένεια Χρυσοσπάθη, ήταν ιστορική οικογένεια της Μάνης, με καταγωγή από την Κωνσταντινούπολη. Οι πρόγονοι του Ηλία Χρυσοσπάθη είχαν εγκατασταθεί περίπου από το 1500 στο χωριό Κοτρώνι του Λεύκτρου. Το πρώτο γνωστό μέλος της οικογένειας είναι ο ιερομόναχος Χρυσοσπάθης (Gieromonaco Crissospathi), ο οποίος το 1576 έγραψε επιστολή παρακαλώντας τους Βενετούς να ελευθερώσουν τον Μανιάτη Νικολό Βαρυκέφαλο, ο οποίος ήταν καταδικασμένος σε θάνατο. Άλλο γνωστό μέλος της οικογένειας είναι o ιερέας παπα-Χρυσοσπάθης, ο οποίος υπέγραψε το 1582, μαζί με άλλους Μανιάτες, μια επιστολή προς τον πάπα Γρηγόριο Γ’, ζητώντας του βοήθεια για τον αγώνα κατά των Τούρκων.

Ο Ηλίας Χρυσοσπάθης γεννήθηκε στο Κοτρώνι του Λεύκτρου το 1789. Πατέρας του ήταν ο παπα-Παναγιώτης Χρυσοσπάθης[1], ο οποίος τον δίδαξε και τα πρώτα γράμματα. Ωστόσο ο Ηλίας, αν και είχε κλήση για τα γράμματα, δεν μορφώθηκε περισσότερο.

Πρώτες επιχειρήσεις

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αρκετά νέος, ο Χρυσοσπάθης επιβιβάστηκε σε μανιάτικα πλοία, τα οποία δρούσαν ενάντια στους Τούρκους και τους Αλγερινούς. Σταδιακά έγινε αρχηγός μιας ομάδας Μανιατών που σε συνεργασία με άλλους Έλληνες και ξένους πολεμούσαν τους Αλγερινούς πειρατές. Απέκτησε μάλιστα και δικό του καράβι, τη Γαλιότα.

Το 1807, ο Χρυσοσπάθης βρέθηκε στη Λευκάδα, όπου μαζί με άλλους οπλαρχηγούς και υπό την εποπτεία του Ιωάννη Καποδίστρια, βοήθησαν τους Ρώσους στην οχύρωση του νησιού[1].

Επιστρέφοντας στη Μάνη, ο Χρυσοσπάθης σχημάτισε σώμα 30 αντρών με τους οποίους πήγε στη Ζάκυνθο, όπου κατατάχθηκαν στον αγγλικό στρατό. Όταν το 1816 οι Άγγλοι δημιούργησαν τάγμα Ελλήνων στρατιωτών υπό την αρχηγία του στρατηγού Ριχάρδου Τσωρτς (Richard Church), ο Χρυσοσπάθης πήρε το βαθμό του λοχαγού[2]. Διοικητής του τάγματος ήταν ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης.

Πίνακας του Δ. Τσόκου με θέμα την ορκωμοσία Φιλικού

Περί το 1817, αφότου διαλύθηκε από τους Άγγλους το τάγμα των Ελλήνων, ο Χρυσοσπάθης μαζί με άλλους δύο Μανιάτες, τον Αναγνωσταρά και τον Παναγιώτη Δημητρόπουλο, έφτασαν στην Οδησσό, κατευθυνόμενοι προς την Αγία Πετρούπολη. Σκόπευαν να ζητήσουν από τον τσάρο Αλέξανδρο, με τη μεσολάβηση του Καποδίστρια, να τους αποζημιώσει για τις υπηρεσίες που προσέφεραν στη Ρωσική Διοίκηση των Επτανήσων το 1806.

Στην Οδησσό τους προσεταιρίστηκε ο Παναγιώτης Αναγνωστόπουλος θέλοντας να τους μυήσει στη Φιλική Εταιρεία, καθώς διέκρινε τα αρνητικά συναισθήματα που έτρεφαν για τους Τούρκους. Λίγο μετά την έναρξη της κατήχησής τους, ο Αναγνωστόπουλος αναγκάστηκε να φύγει από την Οδησσό, οπότε την κατήχηση συνέχισε ο Νικόλαος Σκουφάς[3]. Έτσι, ο Ηλίας Χρυσοσπάθης έδωσε τον όρκο του Φιλικού στις 17 Οκτωβρίου 1817 με μυητή του τον Σκουφά. Ο αριθμός μητρώου που πήρε στα αρχεία της Φιλικής Εταιρείας ήταν το 21[4]. Οι Φιλικοί του έδωσαν το προσωνύμιο «γηραιά αλώπηξ»[1].

Μετά τη μύησή τους, οι τρεις Μανιάτες πήγαν στην Αγία Πετρούπολη και αφού έλαβαν χρηματική αποζημίωση από τον τσάρο, κατευθύνθηκαν στην Κωνσταντινούπολη, όπου συναντήθηκαν με τον Σκουφά και τον Αναγνωστόπουλο, όπως είχαν συμφωνήσει[3]. Από τότε και στο εξής, ο Χρυσοσπάθης ανέπτυξε μεγάλη δράση ταξιδεύοντας σε όλη τη Βαλκανική και κατηχώντας εκατοντάδες ανθρώπων στη Φιλική Εταιρεία.

Όταν το 1818 δημιουργήθηκε η Αρχή των Δώδεκα Αποστόλων, ο Σκουφάς όρισε ως έναν από τους δώδεκα αποστόλους τον Χρυσοσπάθη, διορίζοντάς τον υπεύθυνο για την περιφέρεια της Μεσσηνίας.

Μυήσεις Φιλικών από τον Χρυσοσπάθη

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τον Ιούλιο του 1818, ενώ ο Χρυσοσπάθης βρισκόταν στην Κωνσταντινούπολη, μύησε στη Φιλική Εταιρεία τον Γαβριήλ Κατακάζη[5], συγγενή των Υψηλάντηδων. Ακόμα, ο Χρυσοσπάθης με τον Αναγνωσταρά πήγαν στην Ύδρα όπου προέβησαν σε κατηχήσεις των νησιωτών[6]. Κατεβαίνοντας στη Μάνη, ο Χρυσοσπάθης ξεκίνησε την κατήχηση των τοπικών προεστών και οπλαρχηγών, ενώ παράλληλα προσπαθούσε να συμφιλιώσει τις μεγάλες οικογένειες της περιοχής. Μεγάλη επιτυχία του ήταν η μύηση του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη στις 2 Αυγούστου 1818 [α]. Με την είσοδό του στη Φιλική Εταιρεία, ο Μαυρομιχάλης προσέφερε σημαντικά ποσά για τον αγώνα, καθώς προσέφερε 1000 γρόσια αμέσως μετά τη μύησή του και υποσχέθηκε να δώσει άλλα 5000 γρόσια, καθώς και στρατιώτες[7]. Επίσης, ο Χρυσοσπάθης μύησε τους Νικηταρά, Νικολή Αποστόλη, καπετάν Αντώνιο Κριεζή, καπετάν Νικολάκη Χριστέα, Αναστάσιο Κορνήλιο, Γιάννη Καπετανάκη Μαυρομιχάλη, Ιάκωβο Κορνήλιο, Πανάγο Χρηστέα, Δημήτριο Χρηστέα, Ιωάννη Χρυσοσπάθη, Γιάννη Χατζάκο, Γεώργιο Αντωνόπουλο, Ιωάννη Κοκκίνη και Σωτήρχο Πατεράκη[8].

Νέα μυστική εταιρεία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Λίγο αργότερα ο Ηλίας Χρυσοσπάθης βρέθηκε στην Κωνσταντινούπολη, όπου δημιούργησε μια νέα επαναστατική οργάνωση, αποσχιζόμενος από τους κόλπους της Φιλικής Εταιρείας. Αιτία για αυτή του την κίνηση ήταν οι ριζοσπαστικές του ιδέες, οι οποίες τον οδήγησαν στη δημιουργία μιας οργάνωσης που είχε στόχους όχι μόνο απελευθερωτικούς, αλλά και κοινωνικούς. Σύμφωνα με τον Νικόλαο Υψηλάντη, αυτή η οργάνωση ήταν «κλάδος της μυστικής Εταιρείας των Καλών Εξαδέλφων» (Confrérie des Buono-Coudzinos), δηλαδή των Καρμπονάρων. Απ’ ό,τι φαίνεται η οργάνωση του Χρυσοσπάθη δεν είχε άμεση σχέση με τους Καρμπονάρους, απλώς ακολουθούσε τα πρότυπα της δικής τους οργάνωσης[9].

Τα μέλη της οργάνωσης του Χρυσοσπάθη χρησιμοποιούσαν ως συνθηματικές φράσεις ρητά αρχαίων συγγραφέων, φορούσαν όλοι σαν σημάδι έναν ξύλινο σταυρό, σύμβολό τους ήταν ένα ρόπαλο και για σύμβολο των Τούρκων χρησιμοποιούσαν το σαρίκι. Ωστόσο, η νέα οργάνωση δεν γνώρισε σημαντική ανάπτυξη και με τις έγκαιρες ενέργειες του Αθανάσιου Τσακάλωφ τα μέλη της επέστρεψαν στη Φιλική Εταιρεία, χωρίς να δοθεί συνέχεια στην υπόθεση[9].

Πίνακας με θέμα την απελευθέρωση της Καλαμάτας

Έναρξη της Επανάστασης

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στις 17 Μαρτίου 1821 οι Μανιάτες ύψωσαν στην Αρεόπολη τη σημαία της επανάστασης. Ακολούθησε η επίθεση εναντίον της Καλαμάτας και η παράδοσή της στις 23 Μαρτίου 1821, στην οποία πήρε μέρος και ο Χρυσοσπάθης[10].

Ο Χρυσοσπάθης παραβρέθηκε επίσης στην κήρυξη της επανάστασης στις Σπέτσες στις 26 Μαρτίου. Μαζί με μερικούς άλλους ηγετικούς χαρακτήρες της Φιλικής Εταιρείας, όπως τον Κορνήλιο από τη Νάξο, ξεσήκωσαν τα πλήθη και διήγειραν τον ενθουσιασμό τους[11].

Στις 6 Μαΐου 1821, ο Χρυσοσπάθης έφτασε ξανά στην Καλαμάτα, όπου συναντήθηκε με τον Κανέλλο Δεληγιάννη, τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη, τον Παναγιώτη Μούρτζινο και τον Γεωργάκη Καπετανάκη. Αυτοί αποφάσισαν ότι έπρεπε να στρατολογηθούν νέα σώματα και για τον λόγο αυτό ο Χρυσοσπάθης έφυγε για το εσωτερικό της Μάνης, σε μια προσπάθεια να συγκεντρώσει άντρες[12].

Ο Χρυσοσπάθης με σώμα Μανιατών συμμετείχε στη μάχη στα Δερβενάκια, που είχε ως αποτέλεσμα τη συντριβή του Δράμαλη, στις 26 και 27 Ιουλίου 1822. Επιπλέον, ο Χρυσοσπάθης με 150 παλληκάρια που ο ίδιος συντηρούσε, πήρε μέρος στην πολιορκία της Τρίπολης. Κατά τη διάρκεια της πολιορκίας αρρώστησε σοβαρά από χολέρα και γλίτωσε από τον θάνατο χάρη στη βοήθεια ενός εμπειρικού γιατρού και του Πολωνού γιατρού Κουτσοβέκη. Ακόμα, συμμετείχε στη μάχη της Βέργας το 1826, διευθύνοντας δικό του σώμα Μανιατών[13].

Στις 10 Μαΐου 1823, το Βουλευτικό διόρισε τον Χρυσοσπάθη έπαρχο στα Κράβαρα, όμως εκείνος δεν δέχτηκε τη θέση[10].

Ο Χρυσοσπάθης συμμετείχε στη Β’ Εθνοσυνέλευση στο Άστρος της Κυνουρίας ως μέλος της Επιτροπής Στρατιωτικών. Ο Χρυσοσπάθης διαδραμάτισε ρόλο μεσολαβητή μεταξύ του Κουντουριώτη και του Πετρόμπεη, οι οποίοι είχαν έρθει σε αντιπαράθεση για την αρχηγία του Εκτελεστικού της Προσωρινής Κυβέρνησης. Οι υποστηρικτές του Κουντουριώτη είχαν αποφασίσει την αποκήρυξη του Εκτελεστικού του Ναυπλίου, πρόεδρος του οποίου ήταν ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης και την ανακήρυξη νέου Εκτελεστικού. Ο Χρυσοσπάθης τους συνάντησε και οι συζητήσεις μεταξύ τους κατέληξαν στην παραχώρηση στον Μαυρομιχάλη θέσης στο Βουλευτικό[14].

Ο Χρυσοσπάθης υποστήριζε την άποψη ότι έπρεπε να δημιουργηθεί τακτικός στρατός. Το 1826, καθώς οι επιχειρήσεις του Ιμπραήμ εξελίσσονταν, ο Χρυσοσπάθης ενέτεινε τις εκκλήσεις για συγκρότηση τακτικού στρατού. Στις 19 Ιανουαρίου 1826 ζήτησε από την Κυβέρνηση 5.000 γρόσια που του οφείλονταν, με τα οποία σκόπευε να στρατολογήσει στρατιώτες και αξιωματικούς. Επίσης πρότεινε να τεθεί αρχηγός αυτού του στρατού κάποιος από τους Μαυρομιχαλαίους που ασκούσαν επιρροή στους Μανιάτες. Η πρόταση του Χρυσοσπάθη υποβλήθηκε στη Διοίκηση από την Επιτροπή των Πολεμικών, όμως δεν υπήρξε ανταπόκριση λόγω έλλειψης χρημάτων. Ωστόσο, ο Χρυσοσπάθης επέμεινε σε αυτό το ζήτημα και έτσι υπέβαλε στις 20 Απριλίου 1826 αίτηση στη Διοικητική Επιτροπή, με την οποία ζητούσε να του δοθούν τα μέσα για τον σχηματισμό τακτικού στρατού. Υποστήριζε ότι καθώς ο ίδιος είχε υπηρετήσει στον αγγλικό τακτικό στρατό, είχε την απαιτούμενη πείρα σε αυτό τον τομέα. Παρ’ όλα αυτά, η Διοίκηση για μια ακόμη φορά δεν ικανοποίησε το αίτημά του[2].

Πορτραίτο του Ριχάρδου Τσωρτς

Αρχιστράτηγος των ελληνικών σωμάτων είχε διοριστεί από τον Απρίλιο του 1827 ο Άγγλος στρατηγός Ριχάρδος Τσωρτς (Richard Church), ο οποίος αποφάσισε να εκστρατεύσει στη Στερεά Ελλάδα. Έτσι συγκέντρωσε περίπου 800 άνδρες στη βορειοδυτική Πελοπόννησο και στις 18-19 Νοεμβρίου 1826 πέρασε στην απέναντι πλευρά, στο Δραγαμέστο της Στερεάς Ελλάδας, και στρατοπέδευσε εκεί. Ο Χρυσοσπάθης ήταν βοηθός του Τσωρτς σ’ αυτή την εκστρατεία, καθώς γνωρίζονταν από τα χρόνια που υπηρετούσαν και οι δύο στον αγγλικό στρατό. Στον Χρυσοσπάθη δόθηκε η θέση του Γενικού Φροντιστή του στρατοπέδου. Ο Τσωρτς -υπό την αρχηγία του οποίου είχε υπηρετήσει στη Ζάκυνθο- τον εκτιμούσε ιδιαίτερα και σε επιστολή του προς τον Καποδίστρια στις 8 Φεβρουαρίου 1826 τον εκθείαζε με τα καλύτερα λόγια[15].

Ο Χρυσοσπάθης συμμετείχε σε πολλές επιχειρήσεις στη Στερεά Ελλάδα έχοντας υπό την αρχηγία του ένα σώμα Μανιατών. Έδρα τους ήταν το Δραγάμεστο (Αστακός)[16]. Είχε αναλάβει τη διακοπή της επικοινωνίας των Τούρκων που βρίσκονταν στο Μεσολόγγι από αυτούς που βρίσκονταν στις γύρω περιοχές. Επίσης, συμμετείχε σε μάχες για την αποκοπή των Τούρκων του Ανατολικού (Αιτωλικού) από αυτούς του Καρβασαρά (σημερινή Αμφιλοχία). Εκείνο το διάστημα, ο Χρυσοσπάθης είχε παραιτηθεί από Γενικός Φροντιστής του στρατοπέδου και διηύθυνε το σώμα των Μανιατών[15].

Στα χρόνια του Καποδίστρια

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Όταν έφτασε ο Καποδίστριας στην Ελλάδα, αν και αρχικά ήταν διατεθειμένος να δώσει μισθό στους Μανιάτες πολεμιστές, δεν το κατάφερε λόγω οικονομικών δυσχερειών. Όμως ο Χρυσοσπάθης είχε υποσχεθεί στους στρατιώτες του μισθό για να τους στρατολογήσει, υπόσχεση που τώρα δεν μπορούσε να εκπληρώσει. Έτσι αυτοί αντιμετώπισαν τελικά πολλές οικονομικές δυσκολίες[17].

Ο Καποδίστριας, αναγνωρίζοντας την προσφορά του Χρυσοσπάθη, τον διόρισε Γενικό Διευθυντή στη Σύρο, θέση που όμως δεν πρόλαβε να αναλάβει, γιατί στο μεταξύ πέθανε.

Ο Χρυσοσπάθης ήταν παντρεμένος με τη Διαμαντία[18], με την οποία είχε τη Μαρία, τον Διονύσιο, και τη Μπετίνα[19].

Όσο ο Χρυσοσπάθης βρισκόταν στο στρατόπεδο της Δυτικής Ελλάδας, η οικογένειά του βρισκόταν στο φρούριο της Μονεμβασιάς. Φρούραρχος εκεί ήταν ο Ιωάννης-Κατσής Μαυρομιχάλης. Αυτός, όταν η οικογένεια του Χρυσοσπάθη θέλησε να φύγει από εκεί, δεν της το επέτρεψε. Ακόμα και όταν ο Χρυσοσπάθης έστειλε τους αδερφούς του να την πάρουν, ο Μαυρομιχάλης φάνηκε αδιάλλακτος. Για να ταπεινώσει τον Χρυσοσπάθη, ο Μαυρομιχάλης επέδειξε εξαιρετικά αυθαίρετη συμπεριφορά. Πάντρεψε με τη βία με άνθρωπο της δικής του εκλογής, μια κόρη του Χρυσοσπάθη, η οποία ήταν ήδη αρραβωνιασμένη με τον Αλέξανδρο Βενετσανάκη[20]. Ο Χρυσοσπάθης ζήτησε στις 6 Φεβρουαρίου 1826 να επιστρέψει από το στρατόπεδο της Δυτικής Στερεάς στην πατρίδα του, όπου κατήγγειλε την πράξη αυτή του Μαυρομιχάλη. Η καταγγελία αυτή έφτασε και στον ίδιο τον Καποδίστρια, αυξάνοντας τη δυσαρέσκειά του για τους Μαυρομιχαλαίους[21].

Ο Χρυσοσπάθης αρρώστησε από πνευμονία και πέθανε το 1829, αφήνοντας την οικογένειά του σε οικτρή οικονομική κατάσταση, καθώς είχε ξοδέψει όλα του τα χρήματα για την Επανάσταση. Η χήρα του έλαβε ως βοήθεια από τον Καποδίστρια μόνο 300 γρόσια[18]. Ο γιος του Διονύσιος, με μεσολάβηση του Καποδίστρια, εισήχθη στο Ορφανοτροφείο της Αίγινας και μεγαλώνοντας φοίτησε στη Σχολή Ευελπίδων[22]. Μετά θάνατον, ο Χρυσοσπάθης έλαβε τον τίτλο του αντισυνταγματάρχη (οπλαρχηγού τρίτης τάξεως)[19].

  1. Άλλοι υποστηρίζουν ότι τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη μύησε ο Καμαρινός Κυριακός, όμως όπως αναφέρει ο Φωτάκος στα Απομνημονεύματα περί της Ελληνικής Επαναστάσεως, Έκδ. Φιλολογικά Χρονικά, Αθήναι 1960, είναι πολύ πιθανό η μύηση να πραγματοποιήθηκε από τον Χρυσοσπάθη.
  1. 1,0 1,1 1,2 Μακφαίηλ και Καπετανάκης. 8: Βιογραφικό Λεξικό Μανιατών, σελ. 1162-1163.
  2. 2,0 2,1 Καπετανάκης (2015), σελ. 626.
  3. 3,0 3,1 Φιλήμων (1834), σελ. 185.
  4. Καπετανάκης (2015), σελ. 22.
  5. Μέξας (1937), σελ. 10.
  6. Φιλήμων (1834), σελ. 202.
  7. Μέξας (1937), σελ. 12.
  8. Μέξας (1937), σελ. 7-59.
  9. 9,0 9,1 Βακαλόπουλος (1980), σελ. 79.
  10. 10,0 10,1 Μακφαίηλ και Καπετανάκης. 8: Βιογραφικό λεξικό Μανιατών, σελ. 1164.
  11. Βακαλόπουλος (1980), σελ. 400.
  12. Καπετανάκης (2015), σελ. 170.
  13. Καπετανάκης (2015), σελ. 661.
  14. Κόκκινος (1974), σελ. 329-330.
  15. 15,0 15,1 Καπετανάκης (2015), σελ. 779.
  16. Τετράδια Ιστορίας της Μάνης, σελ. 7.
  17. Καπετανάκης (2015), σελ. 781.
  18. 18,0 18,1 Καπετανάκης (2015), σελ. 796.
  19. 19,0 19,1 Μακφαίηλ και Καπετανάκης. 5: Αξιώματα-αριστεία, σελ. 269.
  20. Καπετανάκης (2015), σελ. 795.
  21. Καπετανάκης (2015), σελ. 788.
  22. Μακφαίηλ και Καπετανάκης. 8: Βιογραφικό Λεξικό Μανιατών, σελ. 1166.