Μετάβαση στο περιεχόμενο

Αρσένιος Αποστόλης

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Αρσένιος Αποστόλης
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση1465[1]
Ηράκλειο[1]
Θάνατος30  Απριλίου 1535[2][1]
Βενετία[1]
Τόπος ταφήςΆγιος Γεώργιος των Ελλήνων[1]
Χώρα πολιτογράφησηςΒενετική Δημοκρατία
ΘρησκείαΕλληνική Ορθόδοξη Εκκλησία[1]
Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία[1]
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςνέα ελληνική γλώσσα
αρχαία ελληνικά[2]
λατινική γλώσσα
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταιερέας
Οικογένεια
ΓονείςΜιχαήλος Αποστόλης[1]
Αξιώματα και βραβεύσεις
Αξίωμαεπίσκοπος (από 1514, d:Q3708177)[1]

Ο Αρσένιος Αποστόλης ήταν Έλληνας λόγιος, και ένας από τους διασημότερους Ελληνιστές του 16ου αιώνα.

Βιογραφικά στοιχεία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Γεννήθηκε κατά το 1468 στο Ηράκλειο της Κρήτης. Ήταν γιος του Μιχαήλ και μιας κόρης του Θεοδοσίου, κόμη της Κορίνθου. Το βαφτιστικό του όνομα ήταν Αριστόβουλος και πήρε το όνομα Αρσένιος κατά τη χειροτονία του σε επίσκοπο.

Από τον πατέρα του έμαθε τέλεια τα αρχαία Ελληνικά. Έμεινε ορφανός νεότατος και αναγκάστηκε να αντιγράφει αρχαία ελληνικά χειρόγραφα για να βιοπορίζεται. Του αποδίδονται περίπου πενήντα, από τα οποία μόνο τα τρία χρονολογούνται, το παλαιότερο από τις 31 Μαρτίου 1489. Μονάχευσε και χειροτονήθηκε διάκονος. Το 1492, όπως λέει ο ίδιος, μετακόμισε στην Φλωρεντία[3] κατόπιν πρόσκλησης του άρχοντα της πόλης Λαυρεντίου των Μεδίκων δια μέσου του Ιωάννη Λάσκαρι. Όταν έφτασε εκεί, ο Λαυρέντιος είχε πια πεθάνει, και κυβερνούσε ο Πέτρος των Μεδίκων, ο Άτυχος. Γνώρισε τον Άλδο Μανούτιο και έγινε μέλος της «Νέας Ακαδημίας». Όταν ο Μανούτιος ξεκίνησε τις ελληνικές του εντυπώσεις το 1495, ο Αρσένιος ήταν ένας από τους πρώτους συνεργάτες του μαζί με τον άλλο Κρητικό λόγιο που γνώρισε εκεί, τον Μάρκο Μουσούρο: συνέθεσε ένα επίγραμμα τεσσάρων στίχων (που ονομάζεται Thesaurus Cornucopiæ και horti Adonis) το 1496. Την ίδια εποχή, μια έκδοση της Γαλαιομυομαχίας του Θεόδωρου Προδρόμου, που εκδόθηκε στο ίδιο τυπογραφείο, χωρίς ημερομηνία, περιέχει πρόλογο υπογεγραμμένο από τον ίδιο. Λίγο αργότερα όμως μάλωσε με τον τυπογράφο και του υπέβαλε μήνυση.

Έγινε μαθητής του Θεοδόσιου Ζυγομαλά και του Αντωνίου Καρμαλίκη. Πάμφτωχος στην Ιταλία, και αυτοαποκαλούμενος «βασιλεύς των τήδε πενήτων» έζησε από τα ελέη που του παρείχε ο φιλέλληνας Πάπας Λέων Ι'.

Το 1506, την εποχή της δεύτερης Πατριαρχίας του Παχωμίου Α', η Ρωμαϊκή Κουρία τον διόρισε Μητροπολίτη Μονεμβασίας. Ο Αρσένιος μετέβη τότε στην Ενετοκρατούμενη Μονεμβασία και, διώχνοντας μετά βίας τον νόμιμο ορθόδοξο ποιμένα, αυτοχειροτονήθηκε Μητροπολίτης Μονεμβασίας, δηλώνοντας ότι είναι σε κοινωνία παράλληλα, τόσο με τον Πάπα της Ρώμης, όσο και με το Οικουμενικό Πατριαρχείο[4]. Ο Πατριάρχης Παχώμιος Α' τον κάλεσε να παραιτηθεί, αλλά ο Αρσένιος συνέχισε χειροτονώντας αναγνώστες, υποδιακόνους, διακόνους και ιερείς, και έκανε όλα τα αρχιερατικά. Το ζήτημα συνεχίστηκε για περισσότερα από δύο χρόνια μέχρι τον Ιούνιο του 1509, οπότε ο Παχώμιος αφόρισε τον Αρσένιο.

Το εσωτερικό της ορθόδοξης εκκλησίας στη Βενετία, Άγιος Γεώργιος των Ελλήνων

Οι ταραχές που προκάλεσε η εκλογή του στην Μονεμβασιά συνεχίστηκαν, οπότε οι ενετικές αρχές τον απομάκρυναν και έτσι πήγε στην Φλωρεντία, όπου το 1521 αναφέρεται ως διευθυντής της εκεί Ελληνικής Σχολής[5]. Τον Φεβρουάριο του 1525 πάντως δεν ήταν πια εκεί, καθώς τότε προλόγισε μια έκδοση του Αριστοφάνη που κυκλοφόρησε από τον Antonio Franchini από το φλωρεντινό τυπογραφείο των Giunti. Σε αυτόν αναφέρεται στην παραμονή του στην Ελληνική Σχολή της πόλης στο παρελθόν.

Κατόπιν πήγε στην Βενετία[6], όπου έγινε φίλος με τον Έρασμο και συνεργάστηκε εκ νέου με τον Άλδο Μανούτιο. Στις 30 Μαρτίου 1534 διορίστηκε, με την υποστήριξη της Αγίας Έδρας, από το Συμβούλιο των Δέκα ιεροκήρυκας της εκκλησίας του Αγίου Γεωργίου των Ελλήνων στη Βενετία, όπου έγινε μάρτυρας της αυξανόμενης εχθρότητας των συμπατριωτών του προς όλους τους καθολικούς ιερείς.

Πέθανε τέσσερα χρόνια αργότερα, και τάφηκε μέσα στον ναό, όπου ένας από τους ανιψιούς του του είχε κατασκευάσει τάφο[3].

Έγραψε αρκετούς προλόγους σε εκδόσεις αρχαίων συγγραφέων, με τους οποίους συνδέθηκε. Εξέδωσε επίσης μια συλλογή αποφθεγμάτων φιλοσόφων, στρατηγών, ρητόρων και ποιητών, την οποία δημοσίευσε στη Ρώμη το 1519, και την οποία ολοκλήρωσε ο Ζαχαρίας Καλλιέργης. Ο τόμος περιέχει επίσης έναν μικρό διάλογο που συνέθεσε ο ίδιος, μεταξύ ενός βιβλιόφιλου, ενός βιβλιοπώλη και του βιβλίου ως προσώπου.

Αρκετά κείμενά του, συμπεριλαμβανομένης μιας συλλογής επιστολών, βρίσκονται στην Ελληνική Βιβλιογραφία του Émile Legrand (Παρίσι, 1885).

  1. 1,00 1,01 1,02 1,03 1,04 1,05 1,06 1,07 1,08 1,09 1,10 1,11 «Dizionario Biografico degli Italiani». (Ιταλικά) Dizionario Biografico degli Italiani. 1961. arsenio-apostolio. Ανακτήθηκε στις 24  Ιανουαρίου 2023.
  2. 2,0 2,1 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) καθιερωμένοι όροι της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. data.bnf.fr/ark:/12148/cb121362785. Ανακτήθηκε στις 10  Οκτωβρίου 2015.
  3. 3,0 3,1 Erasmus, Desiderius (1988). Peter G. Bietenholz, επιμ. The correspondence of Erasmus: Letters 1122-1251. Vol 8 of The Correspondence of Erasmus. Toronto Buffalo: University of Toronto Press. σελ. 239. ISBN 0-8020-2607-9. 
  4. R. Janin (1956). «Costantinople, Patriarcat grec». Dictionnaire d'histoire et de géographie ecclésiastiques. 13. Paris: Letouzey et Ané, 676. 
  5. Παπαδόπουλος, Χρυσόστομος. «Σχέσεις Ὀρθοδόξων καὶ Λατίνων κατὰ τὸν ΙΣΤ´ αἰῶνα» (PDF). Περιοδικό «Θεολογία». Εκκλησία της Ελλάδος. σελ. 91. Ανακτήθηκε στις 12 Σεπτεμβρίου 2020. 
  6. Fedalto, Giorgio (2011). Le Chiese d'Oriente, vol 2. Milano: Jaca Book. σελ. 46. ISBN 978-88-16-37013-5. (in ιταλική)