Έλληνες της Τσάλκας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Οι Έλληνες της Τσάλκας - Μια ιδιαίτερη ομάδα Ποντίων της Γεωργίας, ζούσαν συμπαγώς κυρίως στην περιοχή της Τσάλκας. Το όνομά τους, ουρούμ, που ετυμολογικά προκύπτει από το Ρωμιός.[1][2]

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία στην Τσάλκα

Ιστορικά, η περιοχή ονομαζόταν Τριαλέτι και αργότερα, το 1830, αναφερόταν ως Παρμακσίζ που στα Τουρκικά σημαίνει χωρίς δάκτυλα, μέχρι το 1930 όταν μετονομάστηκε σε Τσάλκα. Στη περιοχή αυτή περίπου 200 χρόνια έως και σήμερα εξακολουθούν να ζουν Έλληνες - Πόντιοι οι οποίοι προέρχονται από χωριά του Ερζερούμ, του Καρς, του Μπαϊμπούρτ, της Τραπεζούντας, της Αργυρούπολης και του Αρνταχάν. Στο παρελθόν αποτελούσαν την πλειοψηφία της πόλης και των γύρω χωριών, αλλά τώρα ο πληθυσμός τους μειώθηκε σημαντικά λόγω της μετανάστευσης κυρίως στην Ελλάδα, τη Ρωσία και την Κύπρο.

Προέλευση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η μαζική μετανάστευση των Ελλήνων στον Καύκασο ξεκίνησε από τον 18ο έως τις αρχές του 20ου αιώνα, από την Οθωμανική Αυτοκρατορία, κυρίως από την περιοχή του Πόντου λόγω του Ρωσοτουρκικού πολέμου του 1828-29 αφού η προέλαση του ρωσικού στρατού προς το Ερζερούμ, Καρς, Μπαϊμπούρτ, και την Αργυρούπολη προκάλεσε ενθουσιασμό στον ελληνικό πληθυσμό που πολέμησε στο πλευρό των Ρώσων κατά των Οθωμανών. Ο πόλεμος αυτός τερματίστηκε με τη Συνθήκη της Αδριανούπολης, ακολούθησε η αποχώρηση των ρωσικών στρατευμάτων από την περιοχή, αναγκάζοντας ταυτόχρονα ένα μεγάλο μέρος των Ελλήνων να ακολουθήσει το ρωσικό στρατό, που φοβόταν τα αντίποινα από την πλευρά των Οθωμανών. Η αυτοκρατορική κυβέρνηση και ειδικότερα ο τσάρος της Ρωσικής Αυτοκρατορίας ο Νικόλαος Α΄ με απόφασή του, μετά από εισήγηση του στρατηγού Ιβάν Πασκέβιτς, τους εγκατέστησε στην περιοχή της Τσάλκας στο οροπέδιο Τριαλέτι, όπου ίδρυσαν ελληνικά χωριά. Ίδρυσαν επίσης τρία χωριά στην περιοχή της Γκομαρέτι. Αναφέρονται κυρίως ως Τουρκόφωνοι Έλληνες του Καυκάσου, ως Τσαλκαλίδες λόγω της εγκατάστασης τους στη γεωργιανή πόλη της Τσάλκας, όπου επί της Σοβιετικής Ένωσης αποτελούσαν τη μεγαλύτερη αναγνωρισμένη ελληνική κοινότητα. Είναι Ορθόδοξοι Χριστιανοί, Σύμφωνα με τον Αντρέι Ποπόφ, κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα εκατοντάδες οικογένειες τουρκόφωνων Ελλήνων Ορθόδοξων από Ερζερούμ, Αργυρούπολη Μπαϊμπούρτ και Καρς μετανάστευσαν στο Νότιο τότε τμήμα της Ρωσικής Αυτοκρατορίας και εγκαταστάθηκαν στην περιοχή της Τσάλκας, στη σημερινή Γεωργία. Κατά τη διάρκεια της σοβιετικής εποχής κατοικούσαν σε πάνω από 20 χωριά της Τσάλκας και στις άλλες πόλεις όπως η Ντμανίσι, Τέτρι-Τσκάρο, Μαρνεούλι και της Αχαλτσίχε. Το 1926 υπήρχαν 24.000 Έλληνες που ζούσαν στην Τσάλκα από τους οποίους οι 20.000 ήταν Τουρκόφωνοι.[3][4]

Ονόματα και Επώνυμα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι Ουρούμ στην πλειοψηφία τους έχουν αρχαία ελληνικά ονόματα, βυζαντινά και λίγα με ξενική προέλευση, κυρίως ρωσική. Τα επώνυμα όμως, ιδίως οι καταλήξεις είχαν τροποποιηθεί με την εγκατάσταση τους σ' αυτήν την περιοχή με συνοπτικές διαδικασίες. Οι περισσότεροι Ουρούμ κράτησαν τα επώνυμα και η μόνη αλλαγή έγινε με την προσθήκη της κατάληξης -εφ και -οφ. Αυτό οφείλεται κυρίως στο γεγονός του εκρωσισμού των κάτοικων που επιχειρήθηκε στη Ρωσική Αυτοκρατορία και της ευκολότερης ενσωμάτωσης τους στην καινούργια κοινωνία. Με την εγκατάσταση των Ουρούμ στην Ελλάδα μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, το Ελληνικό Κράτος αναγνώρισε την Ελληνική καταγωγή των Ουρούμ και με διάφορα εσωτερικά νομοθετήματα όπως ο Κώδικας Ελληνικής Ιθαγένειας (για τους Έλληνες) προβλέπει την αλλαγή ονόματος και επωνύμου και έτσι οι περισσότεροι Έλληνες του Καυκάσου και όχι μόνο της Τσάλκας, προσέθεσαν την κατάληξη -ίδης στα επώνυμά τους. Πρόκειται για μια συμβολική κίνηση «επιστροφής στις ρίζες», δεδομένου ότι η κατάληξη -ίδης παραπέμπει σε ποντιακή καταγωγή των Ελλήνων αυτών και η Συνθήκη της Αγκύρας και της Λωζάνης τους απονέμει την ελληνική ιθαγένεια.

Πληθυσμός και περιοχή τοποθεσίας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το κύριο έδαφος για τους Έλληνες της Τσάλκας είναι οι νότιες περιοχές της Γεωργίας, συμπεριλαμβανομένων της Τσάλκας, Τετρίσκαρο, Ντμανήσι, Μπολνήσι, Μπορτζόμι . Μερικοί από τους Έλληνες της Τσάλκας ζουν σε γειτονικές περιοχές της Αρμενίας. [2]

Η περιοχή της Τσάλκας το 1979 αριθμούσε 30.811 Έλληνες, το 1989 περίπου 50.000, το 2005 ο αριθμός αυτός έφτασε στους 1.500, ενώ η τελευταία απογραφή που πραγματοποιήθηκε το έτος 2014 έδειξε περαιτέρω μείωση σε 1.292.

Το 1991 επετράπη στους Έλληνες της πρώην ΕΣΣΔ να ταξιδέψουν στο εξωτερικό. Άρχισε η μαζική αναχώρηση των Ελλήνων στην ιστορική τους πατρίδα Ελλάδα.[5]

Απακατάσταση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι πρώτοι Έλληνες άποικοι εμφανίστηκαν το 1813 στο χωριό Τσίντσκαρο , Περιφέρεια Τετρίσκαρου.[6] Εδώ εγκαταστάθηκαν 17 οικογένειες Ελλήνων. Το 1829-30 σχηματίζονται τα χωριά Άνω και Κάτω Τσίντσκαρο.[2] Οι πρώτοι Ελληνόφωνοι εμφανίστηκαν στην περιοχή της Τσάλκας το 1830-31, έχοντας ιδρύσει το χωριό Σάντα το 1832. Το 1854-1855, κατά τη διάρκεια και μετά τον Κριμαϊκό πόλεμο, οι Έλληνες εγκαταστάθηκαν από τις ακτές του Πόντου στην πόλη Τετρί-Τσκάρο, στο χωριό Τριαλέτι (τα χωριά Γκουμπάτι, Ταρσώνη, Νέον-Χαραμπά), καθώς και στο φαράγγι μπορτζόμι το χωριό Τσιχιστζβάρι.[2] Η ιδιαιτερότητα της επανεγκατάστασης ήταν ότι πραγματοποιήθηκε με την άδεια και υπό την επίβλεψη των ρωσικών αρχών από ολόκληρα χωριά. Για τους Έλληνες παραχωρήθηκαν τόποι εγκατάστασης, έγινε απογραφή πληθυσμού και καταγραφή.[5]

Γλώσσα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων της Τσάλκας δεν μιλούσε ελληνικά. Μετά την κατάκτηση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας από τους Τούρκους, μεταπήδησαν στην Τουρκική. Ένα ενδιαφέρον στοιχείο είναι ότι στα χωριά της Τσάλκας κατά τις περιόδους εγκατάστασης της, πολλοί Έλληνες ήταν γηγενείς ομιλητές της ποντιακής διαλέκτου της ελληνικής γλώσσας. Ωστόσο, η πρακτική απαίτηση για την τουρκική γλώσσα (οι γύρω περιοχές της Τσάλκας κατοικούνταν από Αρμένιους του Καρς και του Ερζερούμ, Αζέρους και Τούρκους Μεσκέτιους, χρησιμοποιώντας τα τουρκικά ως κοινή γλώσσα) ανάγκασε πολλούς να στραφούν στα τουρκικά. Για παράδειγμα, οι κάτοικοι των χωριών Ίμερα, Γκούνια-Κάλα, μετά από εκατό χρόνια έπαψαν να μιλούν εντελώς ελληνικά. Το αυτοόνομα των Ελλήνων της Τσάλκας "Ουρούμ" προέρχεται από το ελληνικό "Ρωμιός" (μεταφρασμένο Έλληνας κάτοικος της Ρωμαϊκής/Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.[2]

Η πιο σημαντική, αλλά όχι η μόνη διαφορά μεταξύ των ενδοανατολιακών ομάδων Ελλήνων είναι η γλώσσα τους - οι διάλεκτοι της ανατολικής ανατολίας της τουρκικής γλώσσας.[7]

Ο Γεωργιανός ιστορικός Nikoloz Janashia σημείωσε επίσης ότι ο ελληνικός πληθυσμός της περιοχής της Τσάλκας μιλά κυρίως τις ανατολικές ανατολικές διαλέκτους της τουρκικής γλώσσας.

Σύμφωνα με τον Πασάγιεβα, η διάλεκτος των κατοίκων της Τσάλκας επηρεάστηκε σημαντικά από τρεις γλώσσες: αφενός, το Αζερμπαϊτζάν, αφετέρου, τη γεωργιανή και τη ρωσική. Οι Έλληνες της Τσάλκας επικοινωνούν στην τουρκική διάλεκτο, η οποία χωρίζεται σε μια σειρά από διαλέκτους που διαφέρουν ελάχιστα μεταξύ τους.

Τουρκόφωνοι Έλληνες και Αρμένιοι μιλούν μια ιδιαίτερη ανατολική διάλεκτο της τουρκικής, η οποία διαφέρει σημαντικά από τη σύγχρονη τουρκική. Η μελέτη του θα μπορούσε να δώσει κάποιες πληροφορίες για το περιβάλλον και σε ποια βάση διαμορφώθηκε και τροποποιήθηκε, κάτι που έχει αναμφισβήτητα ενδιαφέρον για την ιστορία των Ελλήνων της Τσάλκας.[5]

Οι Έλληνες της Τσάλκας χωρίζονται σε τουρκόφωνους και ελληνόφωνους. Εκείνο το τμήμα των Ελλήνων που ζούσε στα βορειοανατολικά βιλαέτια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τη μητρική του γλώσσα και να υιοθετήσει την τουρκική διάλεκτο της Ανατολίας. Οι απόγονοι αυτού του τμήματος των Ελλήνων αποτελούν την πλειοψηφία των Ελλήνων της Τσάλκας. Οι πρόγονοι του ελληνόφωνου τμήματος του πληθυσμού της Τσάλκας (τα χωριά Σάντα, Γκουμπάτι, Ταρσώνη και Νεο-Χαραμπά), για διάφορους λόγους, για παράδειγμα, λόγω διαβίωσης σε ορεινές δυσπρόσιτες περιοχές, διατήρησαν την ποντιακή διάλεκτο του Ελληνική γλώσσα. Ο ελληνόφωνος πληθυσμός της περιοχής της Τσάλκας δεν υπερβαίνει το 20% του συνολικού αριθμού των Ελλήνων της Τσάλκας [5]

Στα τουρκόφωνα ελληνικά χωριά είναι διαδεδομένη η τουρκορωσική διγλωσσία. Παράλληλα, η τουρκική γλώσσα χρησιμοποιείται κυρίως στην καθημερινή ζωή. Η ρωσική γλώσσα είναι αποδεκτή στα κρατικά ιδρύματα, στην πολιτιστική ζωή.

Η λαχτάρα για την αναβίωση της μητρικής ελληνικής γλώσσας αυξάνεται ολοένα και περισσότερο.[5] Η γλωσσική νοσταλγία είναι ιδιαίτερα χαρακτηριστική στους τουρκόφωνους Έλληνες. Η εθνική τους αυτογνωσία είναι τόσο οξυμένη που πολλοί, μη γνωρίζοντας την ελληνική γλώσσα, εξακολουθούν να την αναγνωρίζουν ως μητρική τους, ενώ η τουρκική γλώσσα εκλαμβάνεται από αυτούς ως ξένη, επιβεβλημένη.[5]

Διάλεκτος και μετανάστευση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κύριο λήμμα: Γλώσσα Ουρούμ

Η διάλεκτος που ομιλείται από τους Έλληνες της Τσάλκας διάλεκτος των Ουρούμ σημαίνει Ρωμιός και με τη λέξη αυτή οι κάτοικοι προσδιόριζαν τους εαυτούς τους. Σε αυτή εντοπίζονται λίγα κατάλοιπα της ελληνικής γλώσσας. Μεγάλη επίδραση υπάρχει από τη ρωσική γλώσσα, με εισαγωγή λέξεων που σχετίζονται με τον σύγχρονο τρόπο ζωής. Σήμερα η διάλεκτος αυτή σβήνει, καθώς αντικαθίσταται πρωτίστως από τη νεοελληνική γλώσσα και δευτερευόντως από τη ρωσική. Είναι παρόμοια με τη διάλεκτο των Μεσκέτιανων - Αχισκα Τούρκων της Ανατολικής Τουρκίας, η οποία προέρχεται από τις περιοχές Καρς, Αρντάχαν και Αρτβίν. Η τουρκική διάλεκτος των Μεσκέτιανων - Αχισκα έχει επίσης δανειστεί από άλλες γλώσσες (συμπεριλαμβανομένων των Αζερμπαϊτζάν, της Γεωργίας, Καζακστάν, Κιργιζικά, Ρωσικά και Ουζμπεκιστάν) με τους οποίους οι Τούρκοι της Μεσκέτης - Αχισκα ήλθαν σε επαφή κατά τη Ρωσική και Σοβιετική κυριαρχία.[8] Ωστόσο, ορισμένοι γλωσσολόγοι όπως ο Νικολάι Μπασκάκοφ την κατατάσσουν ως μια ξεχωριστή γλώσσα λόγω διαφορών στη φωνητική, το λεξιλόγιο και τη γραμματική. Οι Έλληνες της Τσάλκας ονομάζουν τη γλώσσα τους ως Bizim dilja (Η γλώσσα μας). Η γλώσσα αυτή επηρεάστηκε και από τη ρώσικη γλώσσα με αποτέλεσμα πολλές λέξεις που χρησιμοποιούνται να είναι ρωσικές. Η έρευνα που έγινε από τον ιστορικό Αϊράτ Αλκάεφ στα χρόνια της Σοβιετικής Ένωσης, έδειξε ότι το 36% των ερωτηθέντων θεωρούσαν την ελληνική γλώσσα ως μητρική τους γλώσσα, παρά την έλλειψη γνώσης της Ελληνικής γλώσσας και το 96% των ερωτηθέντων εξέφρασαν την επιθυμία τους να μάθουν τα Ελληνικά. Οι Ουρούμ δεν είναι πλέον η μεγαλύτερη εθνική ομάδα στην Τσάλκα. Ο πληθυσμός τους που το έτος 1979 αριθμούσε 30.811 χιλιάδες μειώθηκε μόλις σε 1.292 χιλιάδες το έτος 2014. Πολλοί μετανάστευσαν στην Ελλάδα και στο Κρασνοντάρ της Ρωσίας, Άμπινσκ, Σότσι, Γκελέντζικ και επίσης στην περιοχή της Σταυρούπολης της Ρωσίας.

Ελληνικά χωριά της Τσάλκας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εκεί, από τα μέσα του 19ου αιώνα ιδρύθηκαν τα ελληνικά χωριά: Αβρανλό, Αχαλίκ, Γκιουμπέτ, Γιεντί Κιλσά, Γκουνιά Καλά, Ιμέρα, Καρακόμ, Καράκ, Λιβάντ, Σαφάρ Χαραμπά, Μπασκόβ, Μπεντιάνι, Μπεστασέν, Νέον Χαραμπά, Τζινίς, Ολανκ, Σαναμέρ, Σάντα, Σιπάκ, Ταρσόν, Τεκ Κιλσά, Μπαρμακσίζ, Τσαπάεβκα, Τριαλέτι, Τσιντσκαρό, Χαντίκ, Χαντό, Χραμ Γκες.[9]

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]