Σαρίν

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Χημική δομή του Σαρίν

Το σαρίν είναι οργανική ένωση του φθορίου με χημικό τύπο (CH3)2CHO]CH3P(O)F. Είναι διαυγές, άχρωμο, άγευστο και άοσμο υγρό[1] που χρησιμοποιείται ως χημικό όπλο εξαιτίας της δράσης του ως νευροτοξικού παράγοντα. Έχει καταγραφεί ως όπλο μαζικής καταστροφής. Η παραγωγή και αποθήκευση σαρίν είναι παράνομη από τη Σύμβαση για την κατάργηση των χημικών όπλων του 1993.

Παραγωγή και δομή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το σαρίν είναι χειρική ένωση με τέσσερις διαφορετικούς υποκαταστάτες σε τετραεδρικό κέντρο φωσφόρου.[2] Το ισομερές SP είναι πιο ενεργό βιολογικά επειδή έχει μεγαλύτερη συγγένεια με την ακετυλχολινεστεράση.[3][4] Συνήθως παρασκευάζεται και χρησιμοποιείται ως ρακεμικό μίγμα. Παρασκευάζεται από την αντίδραση ανάμεσα στο διχλωριούχο μεθυλφωσφονύλιο και την 2-προπανόλη. Στην αντίδραση χρησιμοποιείται επίσης 2-προπαναμίνη και για την εξουδετέρωση του υδροφθορίου.

Βιολογικές επιδράσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Όπως και άλλοι νευροτοξικοί παράγοντες, το σαρίν προσβάλλει το νευρικό σύστημα. Σταματά την ενεργοποίηση των νεύρων των μυών. Ο θάνατος συνήθως προκύπτει ως αποτέλεσμα της ασφυξίας λόγω της αδυναμίας των μυών που εμπλέκονται στην αναπνοή να λειτουργήσουν.

Συγκεκριμένα, το σαρίν είναι ισχυρός αναστολέας του ενζύμου ακετυλοχολινεστεράση[5], μια πρωτεΐνη που διασπά τον νευροδιαβιβαστή ακετυλοχολίνη αφού απελευθερώνεται στη συναπτική σχισμή. Στα σπονδυλωτά η ακετυλοχολίνη είναι ο νευροδιαβιβαστής που χρησιμοποιείται στη νευρομυϊκή συμβολή, όπου τα σήματα μεταδίδονται μέσω των νευρώνων από το κεντρικό νευρικό σύστημα στις μυϊκές ίνες. Κανονικά, η ακετυλχολίνη απελευθερώνεται από τον νευρώνα για την τόνωση των μυών και μετά αποδομείται από την ακετυλχολινεστεράση, επιτρέποντας στο μυ να χαλαρώσει. Συσσώρευση ακετυλχολίνης στη συναπτική σχισμή, που οφείλεται στην αναστολή της χολινεστεράσης, σημαίνει ότι ο νευροδιαβιβαστής συνεχίζει να ενεργεί στη μυϊκή ίνα και τα νευρικά ερεθίσματα μεταδίδονται συνεχώς.

Το σαρίν δρα επί χολινεστεράσης σχηματίζοντας ένα ομοιοπολικό δεσμό με ένα συγκεκριμένο υπόλειμμα σερίνης στο ενεργό κέντρο. Το φθόριο απομακρύνεται και ο προκύπτον φωσφοεστέρας είναι σταθερός και βιολογικά αδρανής.[6][7]

Ο μηχανισμός δράσης του ομοιάζει με εκείνο ορισμένων εντομοκτόνων που χρησιμοποιούνται συνήθως, όπως το μαλαθείο.

Διάσπαση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι πιο σημαντικές χημικές αντιδράσεις των φωσφορυλαλογονίδιων είναι η υδρόλυση του δεσμού μεταξύ του φωσφόρου και του φθορίου. Αυτός ο δεσμός PF σπάει εύκολα από πυρηνόφιλους παράγοντες, όπως το νερό και το υδροξείδιο. Σε υψηλό pH, το σαρίν αποσυντίθεται γρήγορα σε μη τοξικά παράγωγα του φωσφονικού οξέος.[8]

Το σαρίν αποδομείται μετά από μια περίοδο μερικών εβδομάδων έως μερικών μηνών. Η διάρκεια ζωής μπορεί να μειωθεί από ακαθαρσίες στα πρόδρομα υλικά. Σύμφωνα με τη CIA, ορισμένο ιρακινό σαρίν είχε διάρκεια ζωής μόλις λίγων εβδομάδων, λόγω κυρίως ακάθαρτων προδρόμων.[9]

Θεραπεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το σαρίν έχει υψηλή πτητικότητα (ευκολία με την οποία ένα υγρό μπορεί να μετατραπεί σε αέριο) σε σχέση με παρόμοιους νευροτοξικούς παράγοντες, και ως εκ τούτου η εισπνοή του μπορεί να είναι πολύ επικίνδυνη, ακόμα και αν οι συγκεντρώσεις ατμών μπορεί να διαπεράσουν το δέρμα αμέσως. Τα ρούχα ενός ατόμου μπορούν να απελευθερώσουν σαρίν για περίπου 30 λεπτά μετά την επαφή με το αέριο, το οποίο μπορεί να οδηγήσει σε έκθεση των άλλων ανθρώπων.[10] Οι άνθρωποι που απορροφούν μη θανατηφόρο δόση, αλλά δεν λαμβάνουν αμέσως κατάλληλη ιατρική θεραπεία μπορεί να υποφέρουν από μόνιμες νευρολογικές βλάβες.

Ακόμη και σε πολύ χαμηλές συγκεντρώσεις, το σαρίν μπορεί να αποβεί μοιραίο. Ο θάνατος μπορεί να ακολουθήσει μέσα σε ένα λεπτό μετά την άμεση κατάποση μιας θανατηφόρου δόσης εκτός και αν χορηγηθεί γρήγορα αντίδοτο, τυπικά ατροπίνη και πραλιδοξίνη.[1] Η ατροπίνη, ένας ανταγωνιστής στους μουσκαρινικούς υποδοχείς ακετυλοχολίνης, χορηγείται για τη θεραπεία των φυσιολογικών συμπτωμάτων της δηλητηρίασης. Επειδή η μυϊκή απόκριση προς την ακετυλχολίνη πραγματοποιείται μέσω νικοτινικών υποδοχέων ακετυλχολίνης, η ατροπίνη δεν δύναται να εξουδετερώσει τα μυϊκά συμπτώματα. Η πραλιδοξίμη μπορεί να αναγεννήσει τις χολινεστεράσες εάν χορηγηθεί εντός περίπου πέντε ωρών. Η βιπεριδένη, ένας συνθετικός ανταγωνιστής της ακετυλχολίνης, έχει προταθεί ως εναλλακτική λύση στην ατροπίνη καθώς διεισδύει περισσότερο στον αιματεγκεφαλικό φραγμό και είναι πιο αποτελεσματική.[11]

Το σαρίν εκτιμάται ότι είναι πάνω από 500 φορές πιο τοξικό από το κυάνιο.[12] Η LD50 (θανατηφόρος δόση για το 50% των θυμάτων) με υποδόριο ένεση σαρίν σε ποντικούς είναι 172 μg/kg.[13]

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το σαρίν εφευρέθηκε το 1938 στο Βούπερταλ της Γερμανίας, από επιστήμονες της IG Farben σε μια προσπάθεια να κατασκευαστούν ισχυρά εντομοκτόνα. Είναι ο ισχυρότερος νευροτοξικός παράγοντας της σειράς G που παρασκευάστηκε στη Γερμανία. Η ουσία, η οποία ανακαλύφθηκε μετά το ταμπούν, πήρε το όνομά της από τους επιστήμονες που την ανακάλυψαν: Schrader, Ambros, Rüdiger και Van der Linde. Στα μέσα του 1939, παραγγέλθηκε για τη μαζική παραγωγή για τη χρήση σε πόλεμο. Κατασκευάστηκαν κάποιες πιλοτικές εγκαταστάσεις και μέχρι το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου κατασκευαζόταν μια μονάδα μεγάλης παραγωγής. Αν και το σαρίν τοποθετηθήκε σε κεφαλές πυραύλων, δεν χρησιμοποίηθηκε εναντίον των συμμάχων.

Το σαρίν ήταν ανάμεσα στους νευροτοξικούς παράγοντες που χρησιμοποιήθηκαν στην επίθεση με χημικά όπλα στην κουρδική πόλη Χαλάπτζα στο Ιράκ και λίγα χιλιόμετρα από τα σύνορα με το Ιράν τον Μάρτιο του 1988. Υπολογίζεται ότι 5.000 άτομα έχασαν τη ζωή τους.[14]

Η ιαπωνική θρησκευτική σέχτα Aum Shinrikyo χρησιμοποίησε το ακάθαρτο σαρίν δύο φορές. Το 1994 στην πόλη Ματσουμότο, με αποτέλεσμα το θάνατο 8 ανθρώπων και τις 20 Μαρτίου 1995 στο Μετρό του Τόκυο, με 13 θανάτους.

Στις 21 Αυγούστου 2013 έλαβε χώρα επίθεση με χημικά όπλα στη Συρία, πιθανόν με σαρίν[15], κατά τη διάρκεια του Συριακού Εμφυλίου Πολέμου. Οι αναφορές κάνουν λόγο για 322[16] μέχρι 1729 θύματα.

Στις 5 Απριλίου 2017 η πόλη Ιντλίμπ της Συρίας έχει πληγεί με ψεκασμούς του θανατηφόρου αερίου Σαρίν. Μέσα σε μία βδομάδα αυτού του είδους οι επιθέσεις σκότωσαν 58 ανθρώπους, από τους οποίους 11 ήταν μικρά παιδιά.


Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 Sarin (GB). Emergency Response Safety and Health Database. National Institute for Occupational Safety and Health. Ανακτήθηκε την 20 Απριλίου 2009.
  2. D. E. C. Corbridge "Phosphorus: An Outline of its Chemistry, Biochemistry, and Technology" 5th Edition Elsevier: Amsterdam 1995. ISBN 0-444-89307-5.
  3. Kovarik, Zrinka (March 2003). «Acetylcholinesterase active centre and gorge conformations analysed by combinatorial mutations and enantiomeric phosphonates». Biochem. J. 373: 33–40. doi:10.1042/BJ20021862. 
  4. Benschop, H. P.; De Jong, L. P. A. (1988). «Nerve agent stereoisomers: analysis, isolation and toxicology». Acc. Chem. Res. 21 (10): 368–374. doi:10.1021/ar00154a003. 
  5. Abu-Qare AW, Abou-Donia MB (October 2002). «Sarin: health effects, metabolism, and methods of analysis». Food Chem. Toxicol. 40 (10): 1327–33. doi:10.1016/S0278-6915(02)00079-0. PMID 12387297. https://archive.org/details/sim_food-and-chemical-toxicology_2002-10_40_10/page/1327. 
  6. Millard CB, Kryger G, Ordentlich A, et al. (June 1999). «Crystal structures of aged phosphonylated acetylcholinesterase: nerve agent reaction products at the atomic level». Biochemistry 38 (22): 7032–9. doi:10.1021/bi982678l. PMID 10353814. 
  7. Hörnberg, Andreas; Tunemalm, Anna-Karin; Ekström, Fredrik (2007). «Crystal Structures of Acetylcholinesterase in Complex with Organophosphorus Compounds Suggest that the Acyl Pocket Modulates the Aging Reaction by Precluding the Formation of the Trigonal Bipyramidal Transition State†,‡». Biochemistry 46 (16): 4815–4825. doi:10.1021/bi0621361. PMID 17402711. 
  8. «Nerve agents». 
  9. «Stability of Iraq's Chemical Weapon Stockpile». United States Central Intelligence Agency. 15 Ιουλίου 1996. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 28 Απριλίου 2011. Ανακτήθηκε στις 3 Αυγούστου 2007. 
  10. «Facts About Sarin». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 14 Απριλίου 2003. Ανακτήθηκε στις 30 Αυγούστου 2013. Centers for Disease Control and Prevention, 17 Μαΐου 2004. Ανακτήθηκε τις 23 Δεκεμβρίου 2012.
  11. Shim, TM; McDonough JH (May 2000). «Efficacy of biperiden and atropine as anticonvulsant treatment for organophosphorus nerve agent intoxication.». Archives of Toxicology 74 (3): 165–172. doi:10.1007/s002040050670. 
  12. «Council on Foreign Relations — Sarin». Ανακτήθηκε στις 13 Αυγούστου 2007. 
  13. Inns, RH; NJ Tuckwell, JE Bright, TC Marrs (July 1990). «Histochemical Demonstration of Calcium Accumulation in Muscle Fibres after Experimental Organophosphate Poisoning». Hum Exp Toxicol 9 (4): 245–250. doi:10.1177/096032719000900407. https://archive.org/details/sim_human-and-experimental-toxicology_1990-07_9_4/page/245. 
  14. «1988: Thousands die in Halabja gas attack». BBC News. 1988-03-16. http://news.bbc.co.uk/onthisday/hi/dates/stories/march/16/newsid_4304000/4304853.stm. Ανακτήθηκε στις 2011-10-31. 
  15. Borenstein, Seth (2013-08-27). «Chemical Weapons in Syria: What You Should Know About Nerve Agents Like Sarin». Time magazine/AP. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2013-08-30. https://web.archive.org/web/20130830063652/http://healthland.time.com/2013/08/27/chemical-weapons-in-syria-what-you-should-know-about-nerve-agents-like-sarin/. Ανακτήθηκε στις 2013-08-29. 
  16. «NGO says 322 died in Syria 'toxic gas' attacks». AFP. 25 August 2013. http://www.ndtv.com/article/world/322-died-in-syria-toxic-gas-attacks-ngo-410028. Ανακτήθηκε στις 24 August 2013.