Ξύλο πλατυφύλλων
Το ξύλο πλατυφύλλων, ή αλλιώς ονομαζόμενο σκληρή ξυλεία (εμπορικός όρος)[1], είναι ξύλο προερχόμενο από δέντρα δικοτυλήδονων ειδών που απαντώνται κυρίως στα εύκρατα και τροπικά δάση.[2] Στα εύκρατα και βόρεια γεωγραφικά πλάτη απαντώνται ως επί το πλείστον τα φυλλοβόλα είδη και στις τροπικές και υποτροπικές περιοχές κυρίως τα αειθαλή είδη.
Η σκληρή ξυλεία, δηλαδή η ξυλεία από τα πλατύφυλλα είδη (που ανήκουν στα αγγειόσπερμα) μαζί με την λεγόμενη μαλακή ξυλεία (κωνοφόρος ξυλεία), η οποία προέρχεται αμιγώς από γυμνόσπερμα είδη),[3] αποτελούν τις δύο κύριες κατηγορίες ξύλου που αποτελούν αντικείμενο μελέτης και έρευνας της επιστήμης του ξύλου.
Χαρακτηριστικά
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η ξυλεία αυτή παράγεται από το ξύλωμα στα αγγειόσπερμα είδη, που ως γνωστό αναπαράγονται με άνθη και έχουν πλατιά φύλλα (εξ ου, πλατύφυλλα). Πολλά είδη εξ αυτών είναι φυλλοβόλα.[4] Τα πλατύφυλλα είδη των εύκρατων περιοχών χάνουν τα φύλλα τους κάθε φθινόπωρο, καθώς οι θερμοκρασίες μειώνονται, η φωτοσυνθετική διαδικασία σχεδόν παύει και παραμένουν αδρανή τον χειμώνα. Αντίθετα, τα είδη δέντρων των πλατυφύλλων των τροπικών περιοχών μπορεί να απωλέσουν τα φύλλα τους ως ανταπόκριση σε εποχιακές ή σποραδικές περιόδους ξηρασίας. Τυπικά όμως τα διατηρούν όλο το έτος. Η σκληρή ξυλεία από φυλλοβόλα είδη, όπως π.χ. οξιά, δρυς, σφενδάμι, καρυδιά, καστανιά, εμφανίζει ετήσιους ή αυξητικούς δακτυλίους, αλλά αυτοί οι δακτύλιοι μπορεί να μην φαίνονται καθαρά σε ορισμένα τροπικά ξύλα ή και να είναι πολλοί περισσότεροι (2 ή 3) μέσα σε μια χρονιά.[5]
Το ξύλο από τα πλατύφυλλα είδη έχει πιο πολύπλοκη μικροσκοπική δομή -σε σύγκριση με τα κωνοφόρα- και συχνά αναπτύσσονται πολύ πιο αργά. Το κυρίαρχο χαρακτηριστικό που διαχωρίζει τη σκληρή ξυλεία από τη μαλακή ξυλεία είναι η παρουσία των αγγείων (κν. πόρων).[6] Τα αγγεία μπορεί να παρουσιάζουν σημαντικές διακυμάνσεις στο σχήμα τους, στη συχνότητα και στο μέγεθός τους και στην όλη μορφή τους. Επίσης και στη δομή του κυτταρικού τοιχώματος, όπως π.χ. σπειροειδής πάχυνση. Επίσης η ξυλεία πλατυφύλλων φέρει άφθονα και πολυποίκιλλα αξονικά παρεγχυματικά κύτταρα με πολλούς και διαφορετικούς τύπους κυττάρων.
Όπως υποδηλώνει και η ονομασία τους, το ξύλο από τα πλατύφυλλα δέντρα είναι γενικά πιο σκληρό από αυτό των κωνοφόρων ειδών, με λίγες σημαντικές εξαιρέσεις. Και στις δύο κατηγορίες (πλατύφυλλα, κβνοφόρα) υπάρχει υψηλή διακύμανση στη σκληρότητα του ξύλου, με το εύρος της πυκνότητας στα σκληρά ξύλα να περιλαμβάνει πλήρως αυτό των μαλακών ξύλων. Κατ' εξαίρεση, μερικά πλατύφυλλα είδη (π.χ. μπάλσα, λεύκη, φλαμούρι) είναι πολύ μαλακά ξύλα.
Χημεία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Τα δομικά πολυμερή του ξύλου πλατυφύλλων είναι η κυτταρίνη, οι ημικυτταρίνες και η λιγνίνη.[7] Τα χημικά συστατικά της λιγνίνης στα πλατύφυλλα διαφέρουν σημαντικά από αυτά που περιλαμβάνονται στη λιγνίνη των κωνοφόρων ειδών. Η σιναπυλική αλκοόλη και η κωνιφερυλική αλκοόλη είναι τα κύρια μονομερή της λιγνίνης του ξύλου πλατυφύλλων.[8]
Τα ξύλα από πλατύφυλλα είδη περιέχουν λιγότερη ποσότητα μη δομικών συστατικών, τα οποία είναι γνωστά ως, εκχυλίσματα, σε σύγκριση με την κωνοφόρο ξυλεία που συνήθως περιέχει άφθονα ρητινώδη και λιπαρά συστατικά.[9] Τα εκχυλίσματα κατηγοριοποιούνται σε τρεις μεγάλες ομάδες: αλειφατικές ενώσεις, τερπένια και φαινολικές ενώσεις. Οι αλειφατικές ενώσεις που βρίσκονται στο ξύλο των πλατυφύλλων ειδών συμπεριλαμβάνουν λιπαρά οξέα, λιπαρές αλκοόλες και τους εστέρες τους με γλυκερίνη, λιπαρές αλκοόλες (κηροί) και στερόλες, και επίσης υδρογονάνθρακες, όπως π.χ. αλκάνια, στερόλες, λ.χ. σιτοστερόλη, σιτοστανόλη και καμπεστερόλη.[10] Στα πλατύφυλλα, η περιεκτικότητα ξύλου σε τερπένια διαφέρει πολύ σημαντικά σε σχέση με το ξύλο κωνοφόρων και αποτελείται κυρίως από τριτερπενοειδή, πολυπρενόλες και άλλα ανώτερα τερπένια. Τα τριτερπενοειδή περιλαμβάνουν την κυκλοαρτενόλη, τη μπετουλίνη και το σκουαλένιο. Τα πολυτερπένια στα πλατύφυλλα είδη, μεταξύ άλλων, είναι το καουτσούκ, η γουταπέρκα και οι μπετουλαπρενόλες.[9] [10] Αν και σε μικρές ποσότητες, τα ξύλα των πλατυφύλλων περιέχουν επίσης μονο-, σεσκι- και διτερπένια, όπως α-πινένιο και β-πινένιο, 3-καρένιο, β-μυρένιο, λιμονένιο, ινοκιτιόλη, δ-καδινένιο, α- και δ-καδινόλες και βορνεόλη. Στα πλατύφυλλα είδη το ξύλωμα είναι πλούσιο σε φαινολικές ενώσεις, όπως π.χ. στιλβένια, λιγνάνες, ταννίνες και τα φλαβονοειδή.[10]
Εφαρμογές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Τα σκληρά ξύλα χρησιμοποιούνται σε ένα μεγάλο εύρος εφαρμογών, συμπεριλαμβανομένων των καυσίμων, εργαλείων, κατασκευών, κατασκευής σκαφών, επίπλων, μουσικών οργάνων, δαπέδων, μαγειρέματος, βαρελιών και κατασκευής ξυλάνθρακα . Τα κουφώματα από μασίφ σκληρό ξύλο τείνουν να είναι ακριβά σε σύγκριση με το μαλακό ξύλο. Στο παρελθόν, τα τροπικά σκληρά ξύλα ήταν εύκολα διαθέσιμα, αλλά η προσφορά ορισμένων ειδών, όπως το τικ και το μαόνι της Βιρμανίας, γίνεται πλέον σπάνια λόγω της υπερεκμετάλλευσης. Οι φθηνότερες πόρτες "σκληρού ξύλου", για παράδειγμα, αποτελούνται τώρα από ένα λεπτό καπλαμά κολλημένο σε έναν πυρήνα από μαλακό ξύλο, κόντρα πλακέ ή ινοσανίδες μέσης πυκνότητας (MDF). Τα σκληρά ξύλα μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε μια ποικιλία αντικειμένων, αλλά εμφανίζονται πιο συχνά σε έπιπλα ή μουσικά όργανα λόγω της πυκνότητάς τους που προσθέτει αντοχή, εμφάνιση και απόδοση. Διαφορετικά είδη σκληρού ξύλου προσφέρονται για διαφορετικές τελικές χρήσεις ή διαδικασίες κατασκευής. Αυτό οφείλεται στην ποικιλία των χαρακτηριστικών που είναι εμφανή σε διαφορετικά ξύλα, συμπεριλαμβανομένης της πυκνότητας, των κόκκων, του μεγέθους των πόρων, της ανάπτυξης και του σχεδίου ινών, της ευελιξίας και της ικανότητας κάμψης με ατμό. Για παράδειγμα, ο συμπλεγμένος κόκκος από ξύλο φτελιάς ( Ulmus spp.) το καθιστά κατάλληλο για την κατασκευή καθισμάτων καρέκλας όπου η οδήγηση ποδιών και άλλων εξαρτημάτων μπορεί να προκαλέσει σχίσιμο σε άλλα ξύλα.
Δείτε επίσης
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ «Τεχνολογία Ξύλου του Δρ. Ιωάννη Α. Κακαρά». ΕΚΔΟΤΙΚΟΣ ΟΜΙΛΟΣ ΙΩΝ. Ανακτήθηκε στις 2 Δεκεμβρίου 2023.
- ↑ John N. Owens· H. Gyde Lund (2009). Forests And Forest Plants – Volume II. EOLSS Publications. σελ. 134. ISBN 978-1-905839-39-1. Extract of page 134
- ↑ «"Δομή Ξύλου"» (PDF). καθ. Γεωργίου Μαντάνη, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας (Εργαστήριο Επιστήμης και Τεχνολογίας Ξύλου). Ανακτήθηκε στις 02 December 2023. Ελέγξτε τις τιμές ημερομηνίας στο:
|access-date=
(βοήθεια) σελ. 11-12 - ↑ Nix, Steve (22 Απριλίου 2021). «Identification of the Most Common Hardwoods». Treehugger. Ανακτήθηκε στις 28 Ιουλίου 2021.
- ↑ MinuteEarth (9 Οκτωβρίου 2020). «Why Hardwoods Are The Softest Woods». YouTube. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 16 Αυγούστου 2023. Ανακτήθηκε στις 2 Δεκεμβρίου 2023.
- ↑ CRC Handbook of Materials Science, Vol IV, pg 15
- ↑ Ansell, Martin P. (2015). «Chapter 11: Preservation, Protection and Modification of Wood Composites». Woodhead Publishing Series in Composites Science and Engineering: Number 54. Wood Composites. Cambridge, UK: Woodhead Publishing. ISBN 978-1-78242-454-3.
- ↑ Boerjan, Wout; Ralph, John; Baucher, Marie (June 2003). «Ligninbiosynthesis». Annual Review of Plant Biology 54 (1): 519–546. doi: . PMID 14503002.
- ↑ 9,0 9,1 Ek, Monica· Gellerstedt, Göran (2009). «Chapter 7: Wood extractives». Pulp and Paper Chemistry and Technology. Volume 1, Wood Chemistry and Wood Biotechnology. Berlin: Walter de Gruyter. ISBN 978-3-11-021339-3.
- ↑ 10,0 10,1 10,2 Sjöström, Eero (22 Οκτωβρίου 2013). «Chapter 5: Extractives». Wood Chemistry: Fundamentals and Applications (Second έκδοση). San Diego. ISBN 978-0-08-092589-9.
Περαιτέρω ανάγνωση
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Schweingruber, F.H. (1990) Anatomie europäischer Hölzer—Anatomy of European woods. Eidgenössische Forschungsanstalt für Wald, Schnee und Landscaft, Birmensdorf (Hrsg,). Haupt, Bern und Stuttgart.
- Timonen, Tuuli (2002). Introduction to Microscopic Wood Identification. Finnish Museum of Natural History, University of Helsinki. Wilson, K., and D.J.B. White (1986). The Anatomy of Wood: Its Diversity and variability., Stobart & Son Ltd, London.
- Peter Niemz, Alfred Teischinger, Dick Sandberg (2023). Springer Handbook of Wood Science and Technology, Springer 2023, ISBN 978-3-030-81314-7.[1]
- George Tsoumis (2009). Science and Technology of Wood - Structure, Properties, Utilization. Publishing House Kessel, ISBN 9783941300224.[2]
- Franz F.P. Kollmann, Edward W. Kuenzi, Alfred J. Stamm (1975). Principles of Wood Science and Technology II., Springer 1975, ISBN 978-3-642-87933-3.[3]
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Κέντρο Έρευνας Ανατομίας Ξύλου Αρχειοθετήθηκε 2022-01-21 στο Wayback Machine.
- ↑ «Springer Handbook of Wood Science and Technology». Springer Handbooks. Cham: Springer International Publishing. 2023. doi:10.1007/978-3-030-81315-4. ISBN 978-3-030-81314-7. ISSN 2522-8692.
- ↑ «Science and Technology of Wood – Structure, Properties, Utilization (Tsoumis, G.) – Verlag Kessel». Verlag Kessel – Wir machen Bücher. (στα Γερμανικά). Ανακτήθηκε στις 27 Οκτωβρίου 2023.
- ↑ Kollmann, Franz F. P.· Kuenzi, Edward W.· Stamm, Alfred J. (1975). Principles of Wood Science and Technology. Berlin, Heidelberg: Springer Berlin Heidelberg. doi:10.1007/978-3-642-87931-9. ISBN 978-3-642-87933-3.