Μίχνεα Β΄ της Βλαχίας
Μίχνεα Β΄ της Βλαχίας | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Γέννηση | Ιουλίου 1564[1] Μπέγιογλου |
Θάνατος | Οκτώβριος 1601 Κωνσταντινούπολη |
Χώρα πολιτογράφησης | Βλαχία |
Θρησκεία | Ισλάμ |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Ιδιότητα | ηγεμόνας |
Οικογένεια | |
Τέκνα | Ράντου Θ΄ της Βλαχίας |
Γονείς | Αλέξανδρος Β΄ Μίρτσεα και Αικατερίνη Σαλβαρέσο |
Οικογένεια | Οίκος των Ντρακουλέστι |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Αξίωμα | Κατάλογος ηγεμόνων της Βλαχίας (1577–1583) Κατάλογος ηγεμόνων της Βλαχίας (1585–1591) |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Μίχνεα/Μιχαήλ Β΄ ο Εκτουρκισμένος, ρουμαν.: Mihnea II Turcitul (Ιούλιος 1564 – Οκτώβριος 1601) ήταν πρίγκιπας (voivode, βοεβόδας) της Βλαχίας μεταξύ Σεπτεμβρίου 1577 και Ιουλίου 1583 και ξανά από τον Απρίλιο του 1585 έως τον Μάιο του 1591.
Μονογενής γιος του Aλεξάνδρου Β΄ Μίρτσεα και της Αικατερίνης Σαλβαρέσo, ανέβηκε στο θρόνο μετά από γεγονότα χαρακτηριστικά για την πτώση τού κύρους των τοπικών εθίμων και της πριγκιπικής εξουσίας, υπό την πίεση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας (η επικυρίαρχη της Βλαχίας): Ο Mίχνεα Β΄ έπρεπε να ανταγωνιστεί με έναν ξένο διεκδικητή, τον Λομβαρδό ιατρός Ρόσo, ο οποίος ισχυριζόταν ότι καταγόταν από έναν ηγεμόνα της Βλαχίας, [2] και τελικά επέτυχε, αφού ζήτησε τη βοήθεια της γιαγιάς του, της σημαίνουσας κυράς Σιαγίνας. [3]
Αυτός, η Αικατερίνα Σαλβαρέσo και η Σιαγίνα στη συνέχεια καθιέρωσαν αυτό, που θα γινόταν ένας εξαιρετικά αντιδημοφιλής κανόνας, ο οποίος ακολούθησε τις πολιτικές κατευθυντήριες γραμμές που επιβλήθηκαν από τον Aλέξανδρο Β΄ και είδε μια σημαντική αύξηση στους φόρους: γύρω στο 1583, η πίεση οδήγησε τους αγρότες να εγκαταλείψουν τα κτήματά τους και να καταφύγουν στην Τρανσυλβανία σε μεγάλους αριθμούς. [4]
Οι εντόπιοι βογιάροι ζήτησαν ανεπιτυχώς από την Πύλη να επέμβη, επικαλούμενοι τη νεότητα του Μίχνεα Β΄, και άρχισαν συνομιλίες με κάποιον Πατράσκου ή Ραντούλ Πόπα (που ισχυριζόταν ότι ήταν γιος του Πατράσκου σελ Μπουν) και τελικά επαναστάτησαν στην Ολτένια (υπό την ηγεσία της οικογένειας Κραϊοβέστι). [5] Πιο ισχυρός υποκριτής ήταν ο πραγματικός γιος του Πατράσκου σελ Μπουν, Πέτρος Β΄ με το Ενώτιο, ο οποίος κράτησε τον θρόνο από το 1583 έως το 1585, προκαλώντας την εξορία του Μίχνεα Β΄ στην Τρίπολη της Λιβύης (όπου έμεινε υπό κράτηση από τις οθωμανικές αρχές). [6]
Η οικογένεια της πλούσιας μητέρας του έδωσε δώρα στους αξιωματούχους του σουλτάνου, προκειμένου να αγοράσει ξανά τον θρόνο. Οι υποχρεώσεις που υπέγραψε προκειμένου να απομακρυνθεί ο Πέτρος Β΄ (περίπου 700.000 σκούδα) ανάγκασαν τον Mίχνεα Β΄ να αυξήσει τη δημοσιονομική επιβάρυνση, και ειδικά το ενοίκιο μη συμμετοχής, σε ακόμη υψηλότερα επίπεδα κατά την επιστροφή του στο Βουκουρέστι. [7] Επιπλέον ο Mίχνεα Γ΄ φέρεται να υποσχέθηκε στον μεγάλο βεζίρη Kοκά Σινάν Πασά τόσα χρυσά νομίσματα, όσα μπορούσαν να φέρουν 600 άλογα, προκειμένου να σκοτώσει τον Πέτρο Β΄. [8] Τον Μάρτιο του 1590 το αίτημά του έγινε δεκτό από τον σουλτάνο Μουράτ Γ΄, ο οποίος διέταξε την εκτέλεση τού Πέτρου Β΄, με αντάλλαγμα 70.000 χρυσά νομίσματα. [8]
Ένα χρόνο μετά το τέλος της μητέρας του Αικατερίνας, οι Τούρκοι απομάκρυναν τον Μίχνεα Β΄ για δεύτερη φορά. Παρά τις εδραιωμένες επαφές, οι Οθωμανοί καθαίρεσαν τον Mίχνεα Β΄, υπέρ του Στεφάν Σουρντούλ (ο οποίος φέρεται να ήταν κόπτης δερμάτων και κατασκευαστής λουριών στο εμπόριο). [9] Αφού μετακόμισε στη Μ. Ασία, ανέλαβε χωρίς επιτυχία τον θρόνο στη Μολδαβία. [9]
Σε μια απέλπιδα προσπάθεια να ανακτήσοει τον θρόνο, ο Μίχνεα Β΄ και ο μεγαλύτερος γιος του ασπάστηκαν το Ισλάμ. Γι' αυτό είναι γνωστός ως "Turcitul" ή "ο Εξισλαμισμένος". Η κίνηση αυτή τον έκανε υποψήφιο για οθωμανικό διοικητικό αξίωμα: του απονεμήθηκε το σαντζάκι της Νικόπολης (στη σημερινή Βουλγαρία), με το όνομα Μεχμέντ (ή Μεχμέτ) Μπέη . [10] Αυτές οι μη παραδοσιακές ενέργειες δεν εμπόδισαν τον μικρότερο γιο του, Ράντου Θ΄ Μίχνεα, να γίνει πρίγκιπας το 1601.
Απεβίωσε στην Κωνσταντινούπολη το 1601 και τάφηκε σε έναν ασήμαντο τάφο.
Σημειώσεις
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Βιβλιογραφικές αναφορές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Letopisețul Cantacuzinesc
- Ștefan Ștefănescu, Istoria medie a României, Bucharest, Vol. I, 1991
- A. D. Xenopol, Istoria romînilor din Dacia Traiană, Vol. V, cap. 3, Iași, 1896