Σκούδο Ιταλίας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Παπικά Κράτη: τέσσερα χρυσά σκούδα (1689), νόμισμα που απεικονίζει τον πάπα Αλέξανδρο Η΄ και στην άλλη όψη τους Αγίους Πέτρο και Παύλο.

Το σκούδο (ιταλ.: scudo, πληθ. scudi) ήταν το όνομα για έναν αριθμό νομισμάτων, που χρησιμοποιήθηκαν σε διάφορες πολιτείες της Iταλικής χερσονήσου μέχρι τον 19ο αι. Το όνομα, όπως αυτό του Γαλλικού écu και του Ισπανικού και Πορτογαλικού escudo, προήλθε από το λατινικό scutumθυρεός»), δηλ. το οικόσημο που έφεραν. Από τον 16ο αι.[1] το όνομα χρησιμοποιήθηκε στην Ιταλία για μεγάλα αργυρά νομίσματα. Τα μεγέθη διέφεραν ανάλογα με τη χώρα έκδοσης.

Το πρώτο αργυρό σκούδο (scudo d'argento) εκδόθηκε το 1551 από τον Κάρολο Ε΄ της Γερμανίας (1519–1556) στο Μιλάνο. [1]

Κάτω από τη Μαρία-Θηρεσία και τον γιό της Ιωσήφ Β΄ το αργυρό σκούδο είχε βάρος 23,10 γραμ. και περιεκτικότητα 896/1000 σε άργυρο. [2]

Στο βασίλειο της Λομβαρδο-Βενετίας (υπό τον έλεγχο της Αυστριακής Αυτοκρατορίας των Αψβούργων), το σκούδο Λομβαρδο-Βενετίας ήταν ισοδύναμο με το συμβατικό τάληρο (Conventionsthaler) και υποδιαιρέθηκε σε έξι λίρες.

Πριν από τους Ναπολεόντειους πολέμους η λίρα υποδιαιρέθηκε σε 20 σολδία (soldi), το καθένα από 12 δηνάρια (denari). Αργότερα, η λίρα διαιρέθηκε σε 100 centesimi.

Όταν η Αυστρο-Ουγγαρία έκανε δεκαδικές τις υποδιαιρέσεις το 1857, το σκούδο αντικαταστάθηκε από το φλορίνι με ισοτιμία 2 φλορίνια = 1 σκούδο. Κυκλοφόρησαν νομίσματα ½ και 1 σολδίο, ίσα με ½ και 1 κρόιτσερ, για χρήση στη Λομβαρδία και τη Βενετία.

Στa Παπικά Κράτη το σκούδο των Παπικών κρατών ήταν το νόμισμα μέχρι το 1866. Χωρίστηκε σε 100 μπαϊόκι (baiocchi, ενικός: baiocco), το καθένα από 5 κουατρίνι (quattrini). Αντικαταστάθηκε από την παπική λίρα, ίση με την ιταλική λίρα.

Ομόλογο 100 σκούδων που εκδόθηκε τον 19ο αι.

Το δουκάτο της Μόντενα και του Ρέτζιο εξέδιδε επίσης σκούδα, αξίας τεσσάρων λιρών ή του ενός τρίτου του ταλήρου (tallero).

Στη Μάλτα υπό το Τάγμα του Αγίου Ιωάννη, το μαλτέζικο σκούδο κυκλοφορούσε από τον 16ο αι., έως ότου το Τάγμα εκδιώχθηκε το 1798. Το νόμισμα παρέμεινε το επίσημο νόμισμα της Μάλτας μέχρι το 1825 και τα τελευταία νομίσματα αφαιρέθηκαν από την κυκλοφορία το 1886. Μετά το Κυρίαρχο Στρατιωτικό Τάγμα της Μάλτας έχει εκδώσει νομίσματα, που εκφράζονται σε σκούδα από το 1961. [3] [4]

Βιβλιογραφικές αναφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 Klütz: Münznamen...
  2. Montenegro: Manuale...
  3. P. Christiaan Klieger (21 Ιουλίου 2014). The Microstates of Europe: Designer Nations in a Post-Modern World. Lexington Books. σελ. 59. ISBN 978-0739197967. 
  4. «The 700-year minting history of the Order of Malta». The Malta Independent. 4 Οκτωβρίου 2018. Ανακτήθηκε στις 7 Ιουλίου 2020. 

Περαιτέρω ανάγνωση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Konrad Klütz. Münznamen und ihre Herkunft . Βιέννη, moneytrend Verlag, 2004.(ISBN 3-9501620-3-8)ISBN 3-9501620-3-8
  • Eupremio Μαυροβούνιο. Manuale del collezionista di monete italiane . XI ed. 1996, Τορίνο.