Μετάβαση στο περιεχόμενο

Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα καλαθοσφαίρισης 1993-94

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ευρωλίγκα 1993–1994
ΔιοργάνωσηFIBA European League
ΆθλημαΚαλαθοσφαίριση
Final Four
Πρώτη θέση Ζουβεντούτ Μπαδαλόνα
Δεύτερη θέση Ολυμπιακός
Τρίτη θέση Παναθηναϊκός
Τέταρτη θέση Μπαρτσελόνα
Βραβεία
Final Four MVP Ζάρκο Πάσπαλι
Περίοδοι

Το Ευρωπαϊκό Πρωτάθλημα καλαθοσφαίρισης ανδρών (σήμερα Ευρωλίγκα ανδρών) της περιόδου 1993-94 διεξήχθη με το σύστημα των δυο προηγουμένων σεζόν, δηλαδή με προκριματική φάση (δυο γύρων) διπλών αναμετρήσεων, ημιτελική φάση δυο ομίλων των 8 ομάδων έκαστος (14 αγωνιστικών), φάση των Play-Off με 4 ζευγάρια αντιπάλων που αποτέλεσαν οι 4 πρώτοι κάθε ημιτελικού ομίλου και την τελική φάση (φάιναλ-φορ), η οποία ορίσθηκε να λάβει χώρα στο Στάδιο Γιαντ Ελιάου του Τελ Αβίβ του Ισραήλ, το τριήμερο 19-21 Απριλίου του 1994.[1]

Ακόμη, ήταν η πρώτη χρονιά κατά την οποία ίσχυσε ειδική βαθμολογία («point-system») της FIBA με την οποία «πριμοδοτούνταν» οι χώρες της Ευρώπης βάσει των αποτελεσμάτων των ομάδων τους (σύστημα που ίσχυσε μέχρι τη σεζόν 1995 - 1996), ενόψει και της σχεδιαζόμενης Ευρωλίγκας, με φιλοδοξία την απομίμηση του Αμερικανικού Επαγγελματικού Πρωταθλήματος (ΝΒΑ).

Από ελληνικής πλευράς, η περίοδος 1993-94 ήταν σπουδαία, αφενός επειδή κατά τη διάρκειά της γκρεμίσθηκε μια δυσμενής παράδοση με αντίπαλους Ιταλικούς και Ισπανικούς συλλόγους, τους οποίους οι Έλληνες εκπρόσωποι υπέταξαν μέσα στις έδρες τους, αφετέρου διότι και οι δυο ομάδες της χώρας μας προκρίθηκαν στο φάιναλ φορ, διεκδικώντας ισάριθμα μετάλλια.

Ο Ολυμπιακός του Γιάννη Ιωαννίδη, πρωταθλητής Ελλάδας για το 1993 και ο φιναλίστ Παναθηναϊκός με τον Κώστα Πολίτη στην τεχνική του ηγεσία (αντικατέστησε κατά τη διάρκεια της σεζόν, στις 26 Νοεμβρίου 1993, τον Ζέλικο Παβλίσεβιτς), κατάφεραν να φθάσουν στο Τελ Αβίβ, το οποίο γνώρισε έντονα Ελληνικό «κλίμα» από τις φανατικές εκδηλώσεις και τα επεισόδια των οπαδών των δυο «αιωνίων» που είχαν κατακλύσει την Ισραηλινή πρωτεύουσα. Αναγκαστικά, βάσει των τότε ισχύοντων κανονισμών, οι δυο ομάδες μας κλήθηκαν να αναμετρηθούν στον ένα από τους δυο ημιτελικούς του φάιναλ-φορ.[Σημ. 1] Ο νικητής αυτού του άτυπου «εμφυλίου», πέρα από τη νίκη γοήτρου που θα κατακτούσε (τεράστιας σημασίας για τους οπαδούς του και ιδίως για αυτούς που είχαν ταξιδέψει μαζί του), ταυτόχρονα θα αναδεικνυόταν ως η πρώτη Ελληνική ομάδα που θα περνούσε στον Τελικό της κορυφαίας διασυλλογικής διοργάνωσης της «γηραιάς ηπείρου» στο μπάσκετ.

Κατάταξη ημιτελικών ομίλων

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στον α΄ όμιλο, πρώτος τερμάτισε ο Ολυμπιακός με ρεκόρ 11-3 και 25 βαθμούς. Μαζί του στην επόμενη φάση προκρίθηκαν, η Ρεάλ Μαδρίτης Τέκα (9-5, 23 β.), η Λιμόζ (9-5, 23 β.) και η Μπαρτσελόνα Μπάνκα Καταλάνα (8-6, 22 β.). Αποκλείστηκαν η Μάες Πιλς (8-6, 22 β.), η Μπενετόν Τρεβίζο (7-7, 21 β.), η Μπάγερ 04 Λεβερκούζεν (4-10, 18 β.) και οι Γκίλφορντ Κινγκς (0-14, 14 β.).

Στον β' όμιλο, πρώτη τερμάτισε η Εφές Πίλσεν με ρεκόρ 10-4 και 24 βαθμούς. Δεύτερος, ισόβαθμος με τις Σεβενάπ Ζουβεντούτ Μπαδαλόνα και Μπάκλερ Μπολόνια ήταν ο Παναθηναϊκός (έκαστη ομάδα από 23 β.), ενώ εκτός προημιτελικών έμειναν η Τσιμπόνα (9-5, 23 β.), η Μπενφίκα (5-9, 19 β.), η Πω-Ορτέζ (3-11, 17 β.) και η Σαμπού Κλίαρ Καντού (2-12, 16 β.).

Τα πρώτα ματς δόθηκαν όπως και την προηγούμενη χρονιά, στις 10-3-1994 στις έδρες των ομάδων που είχαν το μειονέκτημα και ακολούθησαν μία ή δύο αναμετρήσεις (15-3 και 17-3-1994) στα γήπεδα των ομάδων που διέθεταν το πλεονέκτημα έδρας.

Ολυμπιακός και Παναθηναϊκός εισήλθαν στη φάση αυτή, έχοντας αμφότεροι το πλεονέκτημα έδρας απέναντι στην Μπάκλερ Μπολόνια και τη Λιμόζ αντίστοιχα. Το ίδιο αβαντάζ είχε τόσο η Ρεάλ Μαδρίτης κατά της Ζουβεντούτ Μπαδαλόνα στον ισπανικό «εμφύλιο», όσο και η Εφές Πίλσεν εναντίον της Μπαρτσελόνα. Ωστόσο μόνο οι δυο ελληνικές ομάδες το εκμεταλλεύτηκαν, αφού η Ζουβεντούτ Μπαδαλόνα πιο εύκολα (με 2 νίκες, αν και εντελώς αναπάντεχα, δείτε παρακάτω τον λόγο) και η Μπαρτσελόνα αρκετά πιο δύσκολα (αφού απαιτήθηκε και τρίτος αγώνας) «έσπασαν» τις έδρες των αντιπάλων τους.

Τα αποτελέσματα:

Ιδιαίτερα αναπάντεχη ήταν η πρόκριση της Σεβενάπ Ζουβεντούτ Μπαδαλόνα στο φάιναλ-φορ, καθώς εκμεταλλεύτηκε μια λευκή απεργία και μεγάλη αναστάτωση των παικτών της Ρεάλ Μαδρίτης Τέκα, που συνέβη επειδή είχαν μείνει τότε για 3 μήνες απλήρωτοι, με αποτέλεσμα να προκριθεί στο φάιναλ-φορ αυτή, αντίθετα με τα προγνωστικά. Το αποτέλεσμα ήταν να διαμορφωθεί ένα φάιναλ-φορ που έμοιαζε με αναμέτρηση Αθηνών / Πειραιώς κατά της Καταλονίας, όπως σχολιάστηκε τότε έντονα στα ελληνικά και ξένα Μέσα Ενημέρωσης της εποχής.

Διαιτητές του έβδομου φάιναλ φορ της Ευρωλίγκας (αν δεν υπολογίσουμε τις δυο διοργανώσεις με το ίδιο σύστημα διεξαγωγής που έλαβαν χώρα στα μέσα της δεκαετίας του 1960) ορίστηκαν ο Γάλλος Φιλίπ Μαϊλαμπιού (Mailhabiau), ο Ιταλός Στέφανο Κατσάρο, ο Κροάτης Ντάνκο Ράντιτς και ο Ισραηλινός Ρεουβέν Βιρόβνικ.

Στον ιστορικό για την Ελλάδα ημιτελικό της 19ης Απριλίου του 1994 (επειδή ήταν η πρώτη στην ιστορία φορά που οι δύο «αιώνιοι αντίπαλοι» συναντήθηκαν σε ευρωπαϊκή διοργάνωση), ο Ολυμπιακός επικράτησε, με ένα ξέσπασμα και σερί 15-0 (από 40-41 σε 55-41) στις αρχές του β' ημιχρόνου, του Παναθηναϊκού με σκορ 77-72 (πεντάλεπτα: 7-9, 17-21, 25-27, 36-36 ημίχρονο, 44-41, 57-47, 66-60 και 77-72 τελικό) και πήρε το εισιτήριο για τον μεγάλο τελικό, παρά την εντυπωσιακή εμφάνιση του Αλεξάντερ Βολκόφ, που σημείωσε 32 πόντους. Αξιοσημείωτο ιστορικά είναι ότι ο Νίκος Γκάλης (ενώ είχε προέλθει από μια εντυπωσιακή σεζόν στην ευρωπαϊκή διοργάνωση του 1993 - 1994, καθώς είχε αναδειχθεί πρώτος σκόρερ και πρώτος πασέρ, με 23,8 πόντους και 4,7 ασίστ ανά αγώνα, και αναμενόταν να εντυπωσιάσει στο φάιναλ-φορ) μόλις 8 μέρες πριν τον ημιτελικό είχε χάσει τον πατέρα του και καταρρακώθηκε ψυχολογικά και έμεινε πολλές νύχτες άυπνος, παράγοντας που θεωρήθηκε μάλλον καθοριστικός για το ότι έκανε εμφανώς τον χειρότερο αγώνα της καριέρας του, καθώς σημείωσε μόλις 8 πόντους στον ημιτελικό και γενικώς εμφανίστηκε χωρίς καμία ενέργεια στον αγωνιστικό χώρο, κάτι που πιθανότατα απέβη καθοριστικό και για την τελική έκβαση του αγώνα.

Στον δεύτερο καταλανικό ημιτελικό, που ήταν επίσης υποχρεωτικός λόγω των τότε ισχύοντων κανονισμών που αναφέρθηκαν στην εισαγωγή, η Σεβενάπ Ζουβεντούτ αντίθετα με τα προγνωστικά (καθώς η Μπαρτσελόνα είχε θεωρηθεί ως το μεγάλο φαβορί του αγώνα), έκανε την έκπληξη, κερδίζοντας σχετικά εύκολα τη Μπαρτσελόνα Μπάνκα Καταλάνα με 79-65 λόγω ενός μοιραίου λάθους του προπονητή της Μπαρτσελόνα, Αΐτο Γκαρθία Ρενέσες, που το γύρισε σε άμυνα ζώνης, ενώ προηγουμένως η ομάδα του, όσο διατηρούσε το σύστημα «man-to-man», είχε το πάνω χέρι και φαινόταν ότι πήγαινε για εύκολη νίκη.

Το ζευγάρι του μεγάλου τελικού της 21ης Απριλίου του 1994 αποτέλεσαν η Σεβενάπ Ζουβεντούτ Μπανταλόνα του Ζέλικο Ομπράντοβιτς (ο οποίος, παρότι νεόκοπος τεχνικός, διεκδικούσε τον κορυφαίο ευρωπαϊκό τίτλο σε φάιναλ φορ για δεύτερη φορά τα τελευταία τρία χρόνια, μετά την κατάκτησή του το 1992 στην Κωνσταντινούπολη με την Παρτίζαν Βελιγραδίου) και ο Ολυμπιακός του Γιάννη Ιωαννίδη, που διψούσε για έναν τίτλο όσο ποτέ άλλοτε, καθώς μάλιστα ο Ιωαννίδης είχε προηγουμένως προκριθεί σε 3 συνεχόμενα φάιναλ φορ (του 1988, του 1989 και του 1990) με τον Άρη και δεν είχε φτάσει σε κανένα από αυτά στον τελικό. Όλα τα προγνωστικά έδιναν ως μεγάλο φαβορί ή ακόμα και εντελώς βέβαιο φαβορί τον Ολυμπιακό, καθώς η Σεβενάπ Ζουβεντούτ είχε ένα σύνολο παικτών εμφανώς υποδεέστερο του Ολυμπιακού, όπως είχαν συμφωνήσει όλοι οι αναλυτές ομόφωνα.

Η ελληνική ομάδα πράγματι άγγιξε το στόχο της, αφού κατόρθωσε να βρίσκεται μπροστά στη μεγαλύτερη διάρκεια της αναμέτρησης. Αν μάλιστα κάποιος δεν είχε δει τα τελευταίο πεντάλεπτο του αγώνα, θα έμενε με την εντύπωση πως ο Ολυμπιακός είχε πραγματοποιήσει έως τότε την ιδανική για τις συνθήκες εμφάνιση (πεντάλεπτα 4-7, 15-14, 28-23, 39-39 ημίχρονο, 47-45, 51-44, 57-52 στο 35', 57-59 τελικό).

Ωστόσο, ένα ακραίο και αδικαιολόγητο «άγχος του φαβορί» που διακατείχε τους παίκτες, προκάλεσε ξαφνικά μια άνευ προηγουμένου αστοχία στα τελευταία 6 λεπτά και 40 δευτερόλεπτα (ο τελευταίος πόντος του Ολυμπιακού προήλθε από 1 στις 2 βολές του Μίλαν Τόμιτς). Οι Έλληνες, παρά τις διαρκείς επιθέσεις τους, δεν μπόρεσαν να σημειώσουν ούτε έναν πόντο σε αυτό το διάστημα και οι Καταλανοί, σχεδόν ασθμαίνοντας, πλησίασαν επικίνδυνα. Στα 19 δευτερόλεπτα πριν τη λήξη, ο ήρωας για την ομάδα του, Αμερικανός Κορνήλιους Τόμπσον, σε μια φάση που έμεινε στα high lights του θεσμού των φάιναλ-φορ, ευστόχησε σε τρίποντο απελπισίας στη λήξη του χρόνου της επίθεσης (το πρώτο τρίποντο που δοκίμασε στον αγώνα!) και χάρισε την (ανέλπιστη) νίκη στην ομάδα του.

Μεγάλο μερίδιο ευθύνης για την αναπάντεχη εκείνη ήττα - σοκ, χρεώθηκε τόσο στον Ιωαννίδη που δεν διατήρησε στο παιχνίδι τους έμπειρους σουτέρ Μπακατσιά και Σταμάτη (παραδόξως χρησιμοποιήθηκαν μόλις επί 8 λεπτά και 1 λεπτό αντίστοιχα) για να ξεκουράσει τους βασικούς παίκτες στα «ενδιάμεσα» λεπτά (ώστε να έχουν αναλάβει δυνάμεις στο κρίσιμο τελευταίο δεκάλεπτο), και έπεσε εμφανώς στις παγίδες τακτικής του Ομπράντοβιτς,[Σημ. 2] όσο και στον Ζάρκο Πάσπαλι, που παρότι δεινός τότε σκόρερ (και ενώ είχε βάλει ήδη 15 πόντους στο πρώτο ημίχρονο του τελικού και φαινόταν ότι πήγαινε για 30άρα), έμεινε άποντος σε ολόκληρο το β' ημίχρονο, ενώ επίσης αστόχησε στις 7 από τις 10 ελεύθερες βολές που εκτέλεσε στον αγώνα, ενδεικτικό της μεγάλης νευρικότητας που χαρακτήριζε τις ενέργειες των παικτών. Από την επόμενη ημέρα του τελικού μάλιστα, κυκλοφόρησε μια έντονη φήμη σε όλα τα ελληνικά Μέσα Ενημέρωσης ότι ο Πάσπαλι μόλις λίγες μέρες πριν την έναρξη του φάιναλ-φορ άλλαξε τον τρόπο εκτέλεσης των ελεύθερων βολών του και πειραματίστηκε με έναν εντελώς διαφορετικό, με συνεπακόλουθο καταστροφικό αποτέλεσμα στην ευστοχία του, κάτι που παραδέχτηκε και ο ίδιος ο Πάσπαλι αρκετό καιρό μετά, σε ανύποπτο χρόνο. Επίσης, όλοι οι δημοσιογράφοι και οι αναλυτές συμφώνησαν, τόσο από το ίδιο βράδυ σε έκτακτες τηλεοπτικές εκπομπές που ξεκίνησαν μετά τη λήξη του τελικού, όσο και διαχρονικά μετά, ότι και γενικότερα οι παίκτες του Ολυμπιακού έδειξαν ότι δεν μπόρεσαν να διαχειριστούν το ψυχολογικό βάρος ενός τελικού μιας διεθνούς διοργάνωσης, με αποτέλεσμα «ένα αδικαιολόγητο άγχος του φαβορί» και «μια απίστευτη αυτοκτονία» και ότι, ως αποτέλεσμα, «πούλησε το κύπελλο», όπως σχολιάστηκε έντονα.

  • Σεβενάπ Ζουβεντούτ: Ραφαέλ Γιοφρέσα 4, Τομάς Γιοφρέσα 5, Τζόρντι Βιγιακάμπα 16 (1), Ντανιέλ Πέρεθ, Μάικλ Σμιθ 6 (1), Κόρνι Τόμσον 9 (1), Φεράν Μαρτίνεθ 17 (1), Χουάν Αντόνιο Μοράλες 2, Αλφόνσο Αλμπέρτ, Ιβάν Κοράλες.
  • Ολυμπιακός: Θύμιος Μπακατσιάς 2, Γιώργος Σιγάλας 14 (2), Αντώνης Σταμάτης, Ζάρκο Πάσπαλι 15, Παναγιώτης Φασούλας 2 (10 ριμπ.), Μίλαν Τόμιτς 10 (1), Ντράγκαν Τάρλατς 2, Ρόι Τάρπλεϊ 12 (14 ριμπ.)

Στον μικρό τελικό, λίγες ώρες νωρίτερα πριν τον τελικό, ο Παναθηναϊκός νίκησε εύκολα με 17 πόντους διαφορά και σκορ 100-83 την εμφανώς απογοητευμένη Μπαρτσελόνα Μπάνκα Καταλάνα και αναδείχθηκε 3ος στην Ευρώπη για το 1994. Μια προσπάθεια επιστροφής στον αγώνα που έκαναν οι Καταλανοί στις αρχές του β' ημιχρόνου δεν έφερε κάποιο θετικό αποτέλεσμα για την ομάδα του Αΐτο Γκαρθία Ρενέσες.

Πεντάλεπτα: 8-15, 26-25, 43-36, 54-49 ημίχρονο, 64-59, 73-69, 85-77, 100-83 τελικό.

  • Παναθηναϊκός: Αλβέρτης 9 (2), Γκάλης 30, Παταβούκας, Οικονόμου 2, Βολκόφ 29 (10 ριμπ.), Βράνκοβιτς 14 (19 ρ.-3 ασ.-3 κοψ.), Μηριούνης 8, Γεωργικόπουλος 6, Χρυσανθόπουλος 2, Παπαγιάννης.
  • Μπαρτσελόνα Μπάνκα Καταλάνα: Χοσέ Λουίς Γκαλιλέα 2, Φρέντερικ Ρόμπερτς 19 (1), Ενρίκε Αντρέου 10, Τόνι Μάσεμπουργκ 18, Χοσέ Αντόνιο Μοντέρο 11 (1), Σαλβαδόρ Ντίεθ, Σαβιέρ Κρέσπο 7 (1), Βίκτορ Αλεμάνι, Χουάν Αντόνιο Σαν Επιφάνιο 16, Αντρές Χιμένεθ.
Θέση Ομάδα
1 Ζουβεντούτ Μπαδαλόνα
2 Ολυμπιακός
3 Παναθηναϊκός
4 Μπαρτσελόνα
Πρωταθλητής Ευρώπης 1994

Ζουβεντούτ Μπαδαλόνα
1ος τίτλος

Ειδική βαθμολογία της FIBA

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
  1. Συγκεκριμένα, από την έναρξη του θεσμού των φάιναλ-φορ, τη σεζόν του 1987 - 1988, και για σχεδόν 1 δεκαετία υπήρχε ένας (κατά γενική ομολογία των δημοσιογράφων και των παικτών, σκανδαλώδης) κανονισμός που όριζε ότι αν προκρίνονταν σε φάιναλ-φορ 2 ομάδες από την ίδια χώρα, τότε τις έβαζαν υποχρεωτικά να παίξουν μεταξύ τους στον έναν ημιτελικό, ώστε μόνο η μία να μπορέσει να φτάσει στον τελικό. Αυτό είχε θεσπιστεί, επειδή η τότε διοργανώτρια αρχή, η FIBA Europe, ήθελε να αποκλείσει την στατιστική πιθανότητα να υπάρξει ποτέ τελικός φάιναλ-φορ με 2 ομάδες από την ίδια χώρα, διότι είχε επικρατήσει τότε στα ανώτατα στελέχη της μια νοοτροπία ότι ένας τέτοιος τελικός δεν θα είχε κανένα τηλεοπτικό ενδιαφέρον, άρα και τηλεοπτικά έσοδα, λόγω του ότι θα ήταν εκ των προτέρων γνωστό το ποιας χώρας ομάδα θα κέρδιζε το τρόπαιο. Από το 1997 όμως, ο κανονισμός αυτός καταργήθηκε, ενώ και στα μετέπειτα χρόνια που ανέλαβε ως διοργανώτρια αρχή η Euroleague Basketball από το 2000 και ξεκινώντας τη διοργάνωση από τη σεζόν 2000 - 2001, ουδέποτε επανήλθε κάτι τέτοιο.
  2. Όπως φάνηκε από την εκ των υστέρων ανάλυση του αγώνα, ο Ιωαννίδης παγιδεύτηκε στον αργό ρυθμό του αγώνα που σχεδίασε και εφήρμοσε ο Ομπράντοβιτς (όπως παραδέχτηκαν αρκετά χρόνια ή ακόμα και δεκαετίες μετά και οι ίδιοι οι παίκτες της Μπανταλόνα, τον σχεδίασε με σκοπό να εξουδετερώσει τη δυναμική του Ολυμπιακού στην επίθεση, να κρατήσει το συνολικό σκορ σε χαμηλά επίπεδα και στο φινάλε να «τσιμπήσει» τον αγώνα στον πόντο, και τελικώς το πέτυχε), και επίσης δεν αντιλήφθηκε ποτέ κατά τη διάρκεια του αγώνα ότι ο Ομπράντοβιτς, με την τακτική του, παρέσυρε τους ψηλότερους παίκτες του Ολυμπιακού μακριά από το καλάθι, μειώνοντας έτσι τα ποσοστά ευστοχίας τους. Αξιοσημείωτο ιστορικά είναι και ότι ο Ομπράντοβιτς λίγο μετά τους δύο ημιτελικούς του φάιναλ-φορ του 1994 δήλωσε ότι «έχουμε εντοπίσει ποια είναι τα αδύνατα σημεία του Ολυμπιακού και θα τα εκμεταλλευτούμε», μια δήλωση που τότε δεν τράβηξε την προσοχή κανενός, αλλά όπως φάνηκε από την μελέτη των όσων έγιναν στον τελικό, εκ των υστέρων δικαιώθηκε.