Μετάβαση στο περιεχόμενο

Ελίζαμπεθ Γκάσκελ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Ελίζαμπεθ Γκάσκελ
ΌνομαΕλίζαμπεθ Γκάσκελ
Γέννηση29 Σεπτεμβρίου 1810
Τσέλσι, Αγγλία
Θάνατος12 Νοεμβρίου 1865 (55 ετών)
Χόλυμπορν, Αγγλία
Επάγγελμα/
ιδιότητες
συγγραφέας[1][2], μυθιστοριογράφος[3] και βιογράφος
ΕθνικότηταΒρετανική
ΥπηκοότηταΗνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και Ιρλανδίας
ΕίδηΜυθιστορήματα, διηγήματα
Σύζυγος(οι)William Gaskell
ΤέκναFlorence Elizabeth Gaskell[4][5]
Commons page Πολυμέσα σχετικά με τoν συγγραφέα

Η Ελίζαμπεθ Κλέγκχορν Γκάσκελ (Elizabeth Cleghorn Gaskell, 29 Σεπτεμβρίου 181012 Νοεμβρίου 1865) ήταν Αγγλίδα μυθιστοριογράφος και διηγηματογράφος. Τα μυθιστορήματά της προσφέρουν ένα λεπτομερές πορτραίτο της Βικτωριανής κοινωνίας και παρουσιάζουν ενδιαφέρον τόσο για τους ιστορικούς της κοινωνιολογίας όσο και για τους λάτρεις της λογοτεχνίας. Το πρώτο της μυθιστόρημα, η Μαίρυ Μπάρτον, δημοσιεύθηκε το 1848. Το 1857 δημοσίευσε την πρώτη βιογραφία της Σάρλοτ Μπροντέ.[6] Μερικά από τα πιο γνωστά της έργα είναι: Κράνφορντ (1851-53), Βορράς και Νότος[7] (1854-55) και Σύζυγοι και θυγατέρες (1865).

Η Γκάσκελ γεννήθηκε ως Ελίζαμπεθ Κλέγκχορν Στήβενσον στις 29 Σεπτεμβρίου του 1810 στο Τσέλσι και ήταν η μικρότερη από τα οκτώ παιδιά της οικογενείας της. Ο πατέρας της, Ουίλλιαμ Στήβενσον, υπηρετούσε ως Ουνιταριανός πάστορας στην περιοχή του Μάντσεστερ, αλλά είχε παραιτηθεί για λόγους συνείδησης και είχε μετακομίσει στο Λονδίνο το 1806 με την πρόθεση να πάει στην Ινδία ως γραμματέας του μελλοντικού γενικού Κυβερνήτη της Ινδίας. Αυτό το σχέδιό του δεν υλοποιήθηκε και διορίστηκε αρχειοφύλακας στο θησαυροφυλάκιο του Λονδίνου.[8] Η γυναίκα του, Ελίζαμπεθ Χόλλαντ, καταγόταν από μια οικογένεια της κεντρικής Αγγλίας. Όταν πέθανε, 13 μήνες μετά τη γέννηση της τελευταίας της κόρης, ο πατέρας της έστειλε την Ελίζαμπεθ να ζήσει με την αδελφή της μητέρα της, τη Χάννα Λαμπ, στην πόλη Νάτσφορντ, νότια του Μάντσεστερ.

Το μέλλον της Ελίζαμπεθ ήταν αβέβαιο, καθώς δεν είχε προσωπική περιουσία ούτε καν μόνιμη κατοικία, άλλοτε ήταν φιλοξενούμενη της θεία της και άλλοτε των παππούδων της. Ο πατέρας της παντρεύτηκε την Κάθριν Τόμσον το 1814 και μαζί της απέκτησε έναν γιο, τον Ουίλλιαμ (το 1815), και μια κόρη, την Κάθριν (το 1816). Μολονότι η Ελίζαμπεθ πέρασε αρκετά χρόνια χωρίς να δει τον πατέρα της του ήταν αφοσιωμένη, ο δε μεγαλύτερος αδελφός της Τζον, ο μόνος από τα αδέλφια της που είχε επιζήσει, την επισκεπτόταν συχνά στο Νάτσφορντ. Ο Τζον στη συνέχεια πήγε να εργαστεί στο εμπορικό ναυτικό και το 1827 κατά τη διάρκεια μιας αποστολής στην Ινδία δηλώθηκε αγνοούμενος.

Μεγαλώνοντας, η Ελίζαμπεθ ήταν μια όμορφη νεαρή γυναίκα, με περιποιημένο ντύσιμο, ευγενική και διακριτική. Ήταν ψύχραιμη και νηφάλια, εύθυμη και αθώα, χαιρόταν την απλότητα της αγροτικής ζωής. Την απλή ζωή στο Νάτσφορντ απαθανάτισε στο μυθιστόρημά της Κράνφορντ. Έλαβε την παραδοσιακή εκπαίδευση στις τέχνες και στους κλασικούς, οι θείες της την προμήθευαν με τα κλασσικά αναγνώσματα, ο πατέρας της την ενθάρρυνε στις σπουδές της και στη συγγραφή, ο αδελφός της Τζον της έστελνε σύγχρονα βιβλία, και περιγραφές της ζωής του στη θάλασσα και τις εμπειρίες του στο εξωτερικό.[9] Μετά την αποφοίτησή της από το σχολείο σε ηλικία 16 ετών, η Ελίζαμπεθ ταξίδεψε στο Λονδίνο, έμεινε για κάποιο διάστημα στο Νιούκασλ και από εκεί έκανε ένα ταξίδι στο Εδιμβούργο.

Στις 30 Αυγούστου 1832 Ελισάβετ παντρεύτηκε τον Ουνιταριανό πάστορα Ουίλλιαμ Γκάσκελ και εγκαταστάθηκε στο Μάντσεστερ. Το βιομηχανικό περιβάλλον του Μάντσεστερ επηρεάζει τα γραπτά της Ελίζαμπεθ. Το πρώτο τους παιδί, μια κόρη, πέθανε στη γέννα το 1833. Ο μοναδικός τους γιος τους, ο Ουίλλιαμ, (1844-45), πέθανε σε βρεφική ηλικία, και αυτή η τραγωδία λειτούργησε καταλυτικά για την Γκάσκελ, όπως φανερώνει το πρώτο της μυθιστόρημα, η Μαίρυ Μπάρτον. Τα άλλα παιδιά τους ήταν η Μαριάν (1834), η Μάργκαρετ Έμιλυ, (1837), η Φλόρενς Ελίζαμπεθ (1842), και η Τζούλια Μπράντφορντ (1846). Τον Μάρτιο του 1835 η Γκάσκελ άρχισε ένα ημερολόγιο, καταγράφοντας την ανάπτυξη της κόρης της Μαριάν, όπου διερευνά τη μητρότητα, τις αξίες του ρόλου της ως μητέρα, την πίστη της και, αργότερα, τις σχέσεις μεταξύ της Μαριάν και της αδερφής της, Μάργκαρετ Έμιλυ.

Το 1836 είναι συν-συγγραφέας με τον σύζυγό της ενός κύκλου ποιημάτων, Σκίτσα μεταξύ των Φτωχών. Το 1840 δημοσίευσε το πρώτο της έργο που γράφτηκε αποκλειστικά από την ίδια, Επισκέψεις σε Αξιόλογα Μέρη και τον Απρίλιο του 1840 δημοσίευσε Την Αγροτική Ζωή της Αγγλίας. Τον Ιούλιο του 1841 οι Γκάσκελ ταξίδεψαν στο Βέλγιο και τη Γερμανία. Η γερμανική λογοτεχνία επηρέασε έντονα τα διηγήματά της, το πρώτο εκ των οποίων, Οι τρεις Εποχές, της Λίμπι Μαρς, δημοσιεύτηκε με ψευδώνυμο το 1847. Αλλά και άλλες επιρροές, όπως η κοινωνική πολιτική του Άνταμ Σμιθ, της επέτρεψαν μια πολύ μεγαλύτερη κατανόηση του πολιτιστικού περιβάλλοντος στο οποίο διαδραματίζονταν τα έργα της.

Λογοτεχνική αναγνώριση

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τον Οκτώβριο του 1848 δημοσίευσε το πρώτο της μυθιστόρημα, τη Μαίρυ Μπάρτον, το οποίο είχε αμέσως τεράστια επιτυχία και πούλησε χιλιάδες αντίτυπα. Στη συγγραφή του την είχε παρακινήσει ο σύζυγός της για να τη βοηθήσει να ξεπεράσει τον θάνατο του μοναχογιού τους. Το πρώτο μέρος του βιβλίου επικεντρώνεται στη σύγκριση μεταξύ των φτωχών και των πλουσίων. Το ενδιαφέρον της είναι συνεχώς επικεντρωμένο στα κοινωνικά θέματα του καιρού της. Ως σύζυγος πάστορα είχε έρθει συχνά σε επαφή με την απόλυτη ένδεια στην οποία ζούσαν οι εργάτες στο Μάντσεστερ γι' αυτό και ο κοινωνικός προβληματισμός της είναι ισχυρός. Στη χριστουγεννιάτικη νουβέλα The Moorland Cottage, που δημοσιεύει δυο χρόνια αργότερα, καταγγέλλει, όπως ο Τσαρλς Ντίκενς στη Χριστουγεννιάτικη ιστορία, τη διαβρωτική δύναμη του χρήματος και το κακό που προξενούν όσοι έχουν σαν θεό τους το χρήμα[10].

Το 1850 η οικογένεια Γκάσκελ μετακόμισε σε μια νεοκλασική βίλα στην οδό Πλύμουθ Γκρόουβ αριθμ. 84 [Σημ 1] του Μάντσεστερ. Εκεί η Ελίζαμπεθ έγραψε τα υπόλοιπα έργα της, ενώ ο σύζυγός της πραγματοποιούσε πολλά ταξίδια για λόγους εργασίας. Η Γκάσκελ παράλληλα με τα καθήκοντά της ως μητέρα και σύζυγος και μαζί με τη συνέχιση του συγγραφικού της έργου, έγινε δραστήριο μέλος διαφόρων συλλόγων, τόσο φιλανθρωπικών όσο και λογοτεχνικών. Γύρω από την οικογένεια Γκάσκελ δημιουργήθηκε μια συντροφιά που περιλάμβανε συγγραφείς, δημοσιογράφους, θρησκευτικούς και κοινωνικούς μεταρρυθμιστές όπως ο Ουίλλιαμ και η Μαίρυ Χάουιτ, η Χάρριετ Μάρτινω, ο Λόρδος Χόουτον, ο Ντίκενς, ο τεχνοκριτικός και υδατογράφος Τζον Ράσκιν, οι προραφαηλίτες ζωγράφοι Ουίλλιαμ Χόλμαν Χαντ και Ντάντε Γκέιμπριελ Ροσσέττι και οι Αμερικανοί συγγραφείς Χάρριετ Μπήτσερ Στόου και Τσαρλς Έλιοτ Νόρτον. Η Ελίζαμπεθ έγινε στενή φίλη της Σάρλοτ Μπροντέ και την φιλοξένησε σ’ αυτό το σπίτι τουλάχιστον τρεις φορές. Βάση αυτής της φιλίας τους, όταν η Μπροντέ πέθανε το 1855, ο πατέρας της Πάτρικ Μπροντέ ζήτησε από την Γκάσκελ να γράψει τη βιογραφία της κόρης του. Το έργο εκδόθηκε το 1857 και προξένησε κάποιες δυσαρέσκειες γιατί πολλά σημεία αφορούσαν πρόσωπα ακόμη εν ζωή, έτσι η συγγραφέας επέσυρε την πρώτη έκδοση και έκανε κάποιες αναθεωρήσεις[11].

Πολύ σημαντική για την Γκάσκελ στάθηκε και η φιλία της με τον Ντίκενς. Ο Ντίκενς την αποκαλούσε «αγαπητή μου Σεχραζάτ», παρομοιάζοντάς την δηλαδή με την αφηγήτρια από τις Χίλιες και μια νύχτες. Αυτή η φιλική σχέση, που βασιζόταν σε αμοιβαίο θαυμασμό και σεβασμό, επέτρεψε στην Γκάσκελ να δημοσιεύει στο λογοτεχνικό περιοδικό «Household Words» του Ντίκενς τις ιστορίες της και να γίνει γνωστή στο ευρύ κοινό. Η οικειότητα που υπήρχε μεταξύ τους κατέληγε δε συχνά και σε ομηρικούς καυγάδες γιατί ο Ντίκενς διόρθωνε το λεξιλόγιο των γραπτών της. Εκτός από τις ιστορίες με κοινωνικά θέματα, ο Ντίκενς δημοσίευσε και αρκετές ιστορίες φαντασμάτων της Γκάσκελ που γράφτηκαν στο ύφος των γοτθικών ιστοριών τρόμου.

Τον Αύγουστο του 1864 ξεκίνησε η δημοσίευση, στο περιοδικό Cornhill,[Σημ 2] αυτού που έμελλε να είναι το τελευταίο της μυθιστόρημα, Σύζυγοι και θυγατέρες. Οι εξουθενωτικοί ρυθμοί με τους οποίους εργάζεται της προξενούν συχνούς και βασανιστικούς πονοκεφάλους και σαν λύση επιλέγει τη μετακόμιση στις ακτές της νότιας Αγγλίας. Εν αγνοία του συζύγου της (ο οποίος απεχθανόταν τις αγορές επί πιστώσει) αγοράζει ένα σπίτι με υποθήκη στο Χόλυμπορν του Χάμσιρ[Σημ 3] και φροντίζει μόνη της τις λεπτομέρειες της αγοράς και της μετακόμισης, ώστε να τον φέρει προ τετελεσμένου γεγονότος. Στις 5 το απόγευμα της δωδεκάτης Νοεμβρίου 1865, ενώ έπινε τσάι με τις 3 κόρες της στη νέα τους κατοικία, σωριάζεται νεκρή από καρδιακή προσβολή. Το τέλος του μυθιστόρημά της γράφτηκε από τον Φρέντερικ Γκρήνγουντ, αρχισυντάκτη του περιοδικού Cornhill.

Αποτίμηση του έργου της

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Ελίζαμπεθ Γκάσκελ υπέγραφε τα έργα της ως κυρία Γκάσκελ και με αυτόν τον τρόπο έμεινε γνωστή. Όταν πέθανε, σε ηλικία 55 ετών, θεωρείτο μια από τις σημαντικότερες γυναικείες μορφές στο χώρο της λογοτεχνίας αλλά με το πέρασμα των χρόνων τα έργα της θεωρήθηκαν ήσσονος σημασίας, κάτι που πλέον στις ημέρες μας έχει αρχίσει να αναθεωρείται από πολλούς κριτικούς και έχει αποκτήσει ξανά τη σπουδαιότητα που της είχε αναγνωριστεί στην εποχή της. Μερικά από τα χαρακτηριστικά της είναι η εξαιρετική της ικανότητα στην περιγραφή των πιο λεπτών αποχρώσεων των χαρακτήρων και οι λεπτομερείς περιγραφές της υπαίθρου και της αγγλικής πανίδας. Η προτίμησή της για απλούς και ταπεινούς χαρακτήρες φανερώνει την πεποίθησή της ότι η ομορφιά και η ποίηση μπορούν να κρύβονται σε γεγονότα και πρόσωπα καθημερινά. Είναι φανερή η επίδραση των ρομαντικών ποιητών Σάμιουελ Τέυλορ Κόλεριτζ και Ουίλλιαμ Ουόρντσγουορθ[10] στον τρόπο σκέψης της αν και το έργο της κατατάσσεται στο χώρο του ρεαλισμού[8]. Τα καυτά κοινωνικά προβλήματα του καιρού της τα αντιμετώπισε από επαναστατική σκοπιά. Δεν ενδιαφέρθηκε για τη νέα τάξη των εξαθλιωμένων εργατών που δημιούργησε η γρήγορη εκβιομηχάνιση της χώρας και για τους κατατρεγμένους από την κοινωνία μόνο ως φιλάνθρωπος σύζυγος πάστορα αλλά τόλμησε να τους αναδείξει ως κεντρικούς χαρακτήρες των ιστοριών της, διακινδυνεύοντας έτσι να ενοχλήσει τη μεσαία αστική τάξη στην οποία ανήκαν οι αναγνώστες της. Στα γυναικεία πρόσωπα των βιβλίων της δεν αρνείται την αφοσίωσή τους στην οικογενειακή εστία αλλά τους δίνει ένα ηθικό ανάστημα και μια ξεχωριστή υπόσταση που ξεπερνούν τα στενά όρια στα οποία τις είχε τοποθετήσει η βικτωριανή κοινωνία. Τοποθετούσε τη δράση των έργων της σε μέρη με τα οποία ήταν ιδιαίτερα εξοικειωμένη, όπως το βιομηχανικό Μάντσεστερ ή η αγγλική ύπαιθρος και πολλές από τις καταστάσεις που ζουν οι ήρωες της έχουν αρκετά αυτοβιογραφικά στοιχεία. Τα κείμενά της αντανακλούν τις θεολογικές της απόψεις, που είχαν σαν άξονα έναν ορθολογικό και φιλελεύθερο Προτεσταντισμό.

Το 2010, για τα 200 χρόνια από τη γέννηση της Γκάσκελ, τοποθετήθηκε στην επονομαζόμενη «Γωνιά των ποιητών» του Αββαείου του Ουέστμινστερ ένα βιτρώ με το όνομά της, κίνηση που φανερώνει ότι συγκαταλέγεται πλέον ανάμεσα στα άλλα σπουδαία ονόματα της αγγλικής λογοτεχνίας[10].

  • Μαίρυ Μπάρτον (1848)
  • Ρουθ (1853)
  • Βορράς και Νότος (1854–55)
  • Οι εραστές της Σύλβια (1863)
  • Σύζυγοι και θυγατέρες (1865)

Νουβέλες και συλλογές

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
  • The Moorland Cottage (1850)
  • Mr. Harrison's Confessions (1851)
  • Cranford (1851–53)
  • The Old Nurse's Story (1852)
  • Lizzie Leigh (1855)
  • My Lady Ludlow (1859)
  • Round the Sofa (1859)
  • Lois the Witch (1861)
  • A Dark Night's Work (1863)
  • Cousin Phillis (1864)
  • Libbie Marsh's Three Eras (1847)
  • The Sexton's Hero (1847)
  • Christmas Storms and Sunshine (1848)
  • Hand and Heart (1849)
  • The Well of Pen-Morfa (1850)
  • The Heart of John Middleton (1850)
  • Disappearances (1851)
  • Bessy's Troubles at Home (1852)
  • The Old Nurse's Story (1852)
  • Cumberland Sheep-Shearers (1853)
  • Morton Hall (1853)
  • Traits and Stories of the Huguenots (1853)
  • My French Master (1853)
  • The Squire's Story (1853)
  • Half a Life-time Ago (1855)

  • Sketches Among the Poor (poems 1837)
  • An Accursed Race (1855)
  • The Life of Charlotte Brontë (1857)
  • French Life (1864)

Ελληνικές μεταφράσεις

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
  1. Το κτίριο ανακαινίστηκε το 2009 και λειτουργεί πλέον ως μουσείο
  2. Λογοτεχνικό περιοδικό της βικτωριανής εποχής, με το οποίο συνεργάστηκαν μεταξύ άλλων οι Άντονι Τρόλοπ, Χένρι Τζέιμς, Τζορτζ Έλιοτ, Τόμας Χάρντυ, Γουίλκι Κόλινς
  3. Περιοχή, στην οποία είχε γεννηθεί ο Ντίκενς αλλά και είχε γεννηθεί και περάσει όλη της τη ζωή η Τζέην Ώστεν.
  4. ένα κεφάλαιο του A House to Let, διήγημα σε συνεργασία με τους Κάρολο Ντίκενς, Γουίλκι Κόλινς και Α. Πρόκτερ
  5. σε συνεργασία με τους Κάρολο Ντίκενς, Γουίλκι Κόλινς, Α. Πρόκτερ, Τζορτζ Σάλα και Ίσμπα Στρέττον
  1. The Fine Art Archive. cs.isabart.org/person/107792. Ανακτήθηκε στις 1  Απριλίου 2021.
  2. «Library of the World's Best Literature». Library of the World's Best Literature. 1897.
  3. Virginia Blain, Isobel Grundy, Patricia Clements: «The Feminist Companion to Literature in English» (Αγγλικά) 1990. σελ. 412.
  4. «Kindred Britain»
  5. Darryl Roger Lundy: (Αγγλικά) The Peerage.
  6. Νίκος Βατόπουλος (10 Αυγούστου 2001). «Ελίζαμπεθ Γκάσκελ: η κυρία του βικτωριανού εκσυγχρονισμού». Καθημερινή. Ανακτήθηκε στις 1 Μαΐου 2017. 
  7. ««Βόρειοι και Νότιοι»». ΕΡΤ. 3 Ιανουαρίου 2016. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 22 Μαΐου 2017. Ανακτήθηκε στις 13 Μαΐου 2017. 
  8. 8,0 8,1 Ελίζαμπεθ Γκάσκελ (2004). «Επίμετρο: Μυρτώ Σταμιλιώτη». Ρουθ. Αθήνα: Εκδόσεις Μαΐστρος. σελίδες 627–678. ISBN 960-8252-27-X. 
  9. Ανθούλα Δανιήλ (20 Μαρτίου 2017). ««Μια ματιά στον κόσμο»». Ανακτήθηκε στις 13 Μαΐου 2017. 
  10. 10,0 10,1 10,2 Elizabeth Gaskell (2016). «Introduzione di Raffaella Antinucci». La casa nella brughiera. Roma: Edizioni Libreria Croce. σελίδες IX–XLVIII. ISBN 978-88-6402-289-5. 
  11. Ε. Γκάσκελ (2002). «Επίμετρο: Εύη Βουλγαράκη-Πισίνα». Χριστουγεννιάτικη θύελλα και λιακάδα. Αθήνα: Εκδόσεις Μαΐστρος. σελ. 51. ISBN 960-8252-05-9. 

Βιβλιογραφικές πηγές

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]