Βορράς και Νότος (μυθιστόρημα)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Βορράς και Νότος
Εξώφυλλο έκδοσης του 1867
ΣυγγραφέαςΕλίζαμπεθ Γκάσκελ
ΤίτλοςNorth and South
ΓλώσσαΑγγλικά
Ημερομηνία δημοσίευσης1855
Μορφήμυθιστόρημα
Πρώτη έκδοσηChapman and Hall
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Βορράς και Νότος (αγγλικός τίτλος: North and South) είναι μυθιστόρημα της Αγγλίδας Ελίζαμπεθ Γκάσκελ. Δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά σε συνέχειες από τον Σεπτέμβριο του 1854 και εκδόθηκε σε αναθεωρημένη έκδοση σε βιβλίο το 1855. Ο τίτλος του μυθιστορήματος αντικατοπτρίζει το κύριο θέμα του: η έντονη αντίθεση μεταξύ της ζωής σε μια αγγλική βιομηχανική πόλη στο βόρειο τμήμα της χώρας και της ειδυλλιακής ζωής στο νότο.[1]

Το μυθιστόρημα διαδραματίζεται στη φανταστική βιομηχανική πόλη Μίλτον στη βικτωριανή Αγγλία, με φόντο τη Βιομηχανική Επανάσταση. Το έργο είναι κοινωνικό μυθιστόρημα που παρουσιάζει τη ζωή σε μια βιομηχανική πόλη κατά τη διάρκεια της εκβιομηχάνισης και ταυτόχρονα ένα ρομαντικό μυθιστόρημα που περιγράφει τις συναισθηματικές περιπέτειες της ηρωίδας.[2]

Η Ελίζαμπεθ Γκάσκελ βάσισε την απεικόνιση του βιομηχανικού Μίλτον στο Μάντσεστερ, το κέντρο της βρετανικής βιομηχανίας κλωστοϋφαντουργίας εκείνη την εποχή, όπου ζούσε με τον σύζυγό της ουνιταριανό πάστορα Ουίλιαμ Γκάσκελ. Η συγγραφέας είχε αναπτύξει φιλανθρωπική δράση και γνώριζε από πρώτο χέρι τη δεινή θέση των εργατών, τις δύσκολες συνθήκες της καθημερινής ζωής και τα προβλήματα υγείας από τα οποία υπέφεραν οι εργάτες του Μάντσεστερ.[3]

Ο αρχικός τίτλος του μυθιστορήματος ήταν Μάργκαρετ Χέιλ, από τον κύριο χαρακτήρα του. Ωστόσο, ο Ντίκενς, στο περιοδικό του οποίου δημοσιεύθηκε, επέμεινε να αλλάξει ο τίτλος σε Βορράς και Νότος.

Υπόθεση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η 18χρονη Μάργκαρετ Χέιλ, μετά από 10 χρόνια που έζησε στο Λονδίνο με την πλούσια θεία της, επιστρέφει στο σπίτι της στο χωριό Χέλστοουν, στον νότο της Αγγλίας. Η ζωή της ανατρέπεται όταν ο πατέρας της πάστορας Ρίτσαρντ Χέιλ εγκαταλείπει την Αγγλικανική Εκκλησία λόγω των θρησκευτικών του αμφιβολιών και η οικογένεια χάνει σπίτι και εισόδημα. Μετακομίζουν στην αναπτυσσόμενη βιομηχανική πόλη Μίλτον στη βόρεια Αγγλία όπου ο κ. Χέιλ θα έχει την ευκαιρία να εργαστεί ως ιδιωτικός δάσκαλος χάρη στον φίλο του κ. Μπελ.

Η Μάργκαρετ συγκλονίζεται από την αντίθεση ανάμεσα στο ειδυλλιακό αγροτικό περιβάλλον του Χέλστοουν ή το κομψό Λονδίνο και τη βρώμικη, γεμάτη ατμοσφαιρική ρύπανση βιομηχανική πόλη, αλλά επίσης και από την καλή κοινωνία του Μίλτον, που αποτελείται από πλούσιους ιδιοκτήτες κλωστοϋφαντουργείων, τους οποίους η περήφανη Μάργκαρετ δεν θεωρεί κοινωνικά ίσους της. Γι' αυτήν, ένας κατασκευαστής ανήκει στην ίδια κατηγορία με έναν έμπορο. Έχει έντονη αντιπαράθεση από την πρώτη συνάντηση με τον αυτοδημιούργητο βιομήχανο Τζον Θόρντον, φίλο του κ. Μπελ και νέο μαθητή του πατέρα της, ο οποίος γοητεύεται, αλλά επειδή γνωρίζει τη γνώμη της γι' αυτόν, δεν πιστεύει ότι έχει πιθανότητες επιτυχίας.[4]

Η Μάργκαρετ γίνεται φίλη με την εργάτρια Μπέσυ Χίγκινς, κόρη του συνδικαλιστή Νίκολας Χίγκινς, η οποία πάσχει από ανίατη πνευμονική νόσο λόγω της δουλειάς σε εργοστάσια από μικρή ηλικία. Μέσω αυτής της φιλίας αποκτά μια βαθύτερη εικόνα των συνθηκών διαβίωσης της εργατικής τάξης.

Οργανωμένοι από τον Χίγκινς, οι εργάτες της πόλης κατεβαίνουν σε απεργία ζητώντας αύξηση μισθών. Καθώς κανείς δεν είναι διατεθειμένος να υποχωρήσει, η απεργία διαρκεί για εβδομάδες και οι απεργοί λιμοκτονούν. Η Μάργκαρετ προσπαθεί να ανακουφίσει τα δεινά τους, ωστόσο αυτό την φέρνει σε αντίθεση με τον Θόρντον και τους άλλους εργοστασιάρχες, που δεν καταλαβαίνουν τη βοήθειά της.

Όταν οι πεινασμένοι εργάτες ανακαλύπτουν ότι ο Θόρντον έχει φέρει εργάτες από την Ιρλανδία, η κατάσταση κλιμακώνεται και ακολουθούν ταραχές. Και πάλι η Μάργκαρετ προσπαθεί να μεσολαβήσει και μπαίνει ανάμεσα στον Θόρντον και το εξαγριωμένο πλήθος, μια πέτρα που προοριζόταν για τον Θόρντον τη χτυπά στο κεφάλι. Το ξέσπασμα της βίας τερματίζει την εξέγερση και την απεργία. Ο Θόρντον, ενθαρρυμένος από το γεγονός ότι η Μάργκαρετ τον έσωσε, της κάνει πρόταση γάμου την επόμενη μέρα, κάτι που η αλαζονική Μάργκαρετ απορρίπτει, καθώς εξακολουθεί να πιστεύει ότι δεν είναι κύριος.

Άποψη του Μάντσεστερ, πίνακας του Ουίλιαμ Ουάιλντ (1852)

Η Μπέσυ Χίγκινς πεθαίνει και σύντομα η κατάσταση της μητέρας της Μάργκαρετ, που ήταν άρρωστη για πολύ καιρό, επιδεινώνεται ραγδαία. Ο γιος της οικογένειας, ο Φρέντερικ, ο οποίος ζει στην Ισπανία και καταζητείται στην Αγγλία για συμμετοχή σε ανταρσία σε πλοίο - γι' αυτό οι Χέιλ δεν αναφέρουν την ύπαρξή του, έρχεται κρυφά στο Μίλτον για να δει τη μητέρα του πριν πεθάνει. Καθώς η Μάργκαρετ τον συνοδεύει πίσω στο τρένο για το Λονδίνο, ο Θόρντον τους βλέπει και νομίζει ότι είναι ο εραστής της. Λίγο πριν ο Φρέντερικ επιβιβασθεί στο τρένο, τον αναγνωρίζει ο Λέοναρντς, που γνωρίζει ότι υπάρχει αμοιβή για την παράδοσή του. Ακολουθεί συμπλοκή, ο Λέοναρντς πέφτει από την πλατφόρμα, αλλά στη συνέχεια σηκώνεται και εξαφανίζεται. Ο Φρέντερικ καταφέρνει και παίρνει το τρένο για το Λονδίνο.[5]

Λίγο αργότερα, ο Λέοναρντς βρίσκεται νεκρός. Δεδομένου ότι υπήρχαν μάρτυρες της συμπλοκής που αναγνώρισαν τη Μάργκαρετ, ανακρίνεται από έναν αστυνομικό επιθεωρητή. Η Μάργκαρετ, που δεν γνωρίζει αν ο αδερφός της έχει καταφέρει να φύγει από τη χώρα και φοβάται για την ασφάλειά του, αρνείται ότι βρέθηκε στο σταθμό. Ο αστυνομικός την απειλεί με δημόσια αντιπαράθεση με τους μάρτυρες, στην οποία πρέπει να παρουσιάσει άλλοθι. Ο Θόρντον είναι ειρηνοδίκης και ξέρει ποιος φταίει για το ατύχημα, αλλά κλείνει την υπόθεση λόγω έλλειψης αποδεικτικών στοιχείων. Η Μάργκαρετ νιώθει ότι έχει χάσει το σεβασμό και το ενδιαφέρον του, αλλά δεν μπορεί να δώσει εξηγήσεις για τις πράξεις της, καθώς καλύπτει τον αδερφό της. Μόνο τότε συνειδητοποιεί ότι είναι ερωτευμένη μαζί του.

Άνεργος μετά την απεργία, ο Νίκολας Χίγκινς ενθαρρύνεται από τη Μάργκαρετ να κάνει αίτηση στον Θόρντον που τον επαναπροσλαμβάνει. Στην περίοδο που ακολουθεί, οι δύο άντρες έρχονται πιο κοντά και κατανοούν τη θέση του άλλου.

Όταν πεθαίνει και ο πατέρας της, η Μάργκαρετ επιστρέφει στο Λονδίνο στη θεία της. Ο νονός της, ο κύριος Μπελ πεθαίνει και της κληροδοτεί την τεράστια περιουσία του. Η Μάργκαρετ νοσταλγεί το Μίλτον και σκέφτεται ότι μάλλον υπερέβαλε με τον ρομαντικό Νότο και τις υποτιθέμενες ειδυλλιακές συνθήκες διαβίωσης εκεί.

Εν τω μεταξύ, ο Θόρντον παλεύει όλο και περισσότερο με οικονομικές δυσκολίες. Επειδή δεν μπόρεσε, λόγω της απεργίας, να ανταποκριθεί στις δανειακές του υποχρεώσεις τελικά αναγκάζεται να κλείσει το εργοστάσιο. Μαθαίνει από τον Χίγκινς ότι ο άντρας με τον οποίο είδε τη Μάργκαρετ στον σιδηροδρομικό σταθμό ήταν στην πραγματικότητα ο αδερφός της.

Τα συναισθήματα της Μάργκαρετ για τον Θόρντον έχουν αλλάξει τελείως από όταν υποθέτει ότι δεν ενδιαφέρεται γι' αυτήν. Όταν ο Θόρντον βρίσκεται για δουλειές στο Λονδίνο, βλέπονται για πρώτη φορά μετά από σχεδόν ένα χρόνο. Η συνάντηση είναι λίγο στενάχωρη. Η Μάργκαρετ μαθαίνει για τις οικονομικές δυσκολίες του και προσφέρεται να του δανείσει χρήματα, κάνοντάς το να ακούγεται σαν επιχειρηματική πρόταση. Ο Θόρντον συνειδητοποιεί ότι τα αισθήματά της απέναντί ​​του έχουν αλλάξει και της προτείνει ξανά γάμο, που αυτή τη φορά η Μάργκαρετ δέχεται.[6]

Διασκευές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • 1975: North and South, σειρά τεσσάρων επεισοδίων του BBC σε σκηνοθεσία Ρόντνεϊ Μπένετ. [7]
  • 2004: North and South, σειρά τεσσάρων επεισοδίων του BBC σε σκηνοθεσία Μπράιαν Πέρσιβαλ. [8]

Μετάφραση στα ελληνικά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Βορράς και Νότος, μετάφραση: Βασιλική Κοκκίνου, εκδόσεις Μίνωας, 2018. [9]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]