Στικταετός: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Spiros790 (συζήτηση | συνεισφορές)
Elanus (συζήτηση | συνεισφορές)
Αλλαγή ταξινομικού status, προσθήκη νέων στοιχείων
Γραμμή 3: Γραμμή 3:
| εικόνα = Great spotted Eagle I2 IMG 8358.jpg
| εικόνα = Great spotted Eagle I2 IMG 8358.jpg
| πλάτος_εικόνας = 280px
| πλάτος_εικόνας = 280px
| λεζάντα_εικόνας = Ενήλικος Στικταετός
| λεζάντα_εικόνας = Ενήλικος στικταετός
| status = VU
| status = VU
| status_system = iucn3.1
| status_system = iucn3.1
| regnum = [[Ζώα]] (''Animalia'')
| status_ref = <ref name="iucn">{{IUCN2013.2| assessors = BirdLife International| year = 2013 | title = Aquila clanga | id = 22696027 | downloaded = 19 Μαρτίου 2014}}</ref>
| regnum = [[Ζώα]] ''(Animalia)''
| phylum = [[Χορδωτά]] (''Chordata'')
| phylum = [[Χορδωτά]] ''(Chordata)''
| classis = [[Πτηνά]] (''Aves'')
| classis = [[Πτηνά]] ''(Aves)''
| ordo = [[Αετόμορφα]] (''Accipitriformes'')
| familia = [[Αετίδες]] (''Accipitridae'') Vigors, 1824
| ordo = [[Αετόμορφα]] ''(Accipitriformes)''
| subfamilia = [[Αετίνες]] (''Accipitrinae'') {{Ref_label|I|i|none}} <ref>Howard & Moore, p. 98</ref>
| familia = [[Αετίδες]] ''(Accipitridae)''
| subfamilia = [[Αετίνες]] ''(Accipitrinae)'' <ref>Thiollay, 1994</ref>
| genus = [[Κλαγγός]] (''Clanga'') Adamowitz, 1858
| species = '''''C. clanga'''''
| genus = [[Αετός]] ''(Aquila)'' (Brisson, 1760)
| species = '''''A. clanga''''' ('''''Στικταετός''''')
| binomial = ''Clanga clanga'' '''(Κλαγγός ο γνήσιος)''' {{Ref_label|I|ii|none}}
| binomial_authority = (Pallas, 1811)
| binomial = ''Aquila clanga''
| binomial_authority = Pallas, 1811
}}
}}
Ο '''Στικταετός''' είναι είδος [[αετός|αετού]] που απαντάται στον ελλαδικό χώρο. Η επιστημονική του ονομασία είναι ''Aquila clanga'' και δεν περιλαμβάνει [[υποείδος|υποείδη]].<ref>Howard and Moore, p. 112</ref>
Ο '''Στικταετός''' είναι ημερόβιο αρπακτικό πτηνό, ένας από τους [[αετός|αετούς]] που απαντούν και στον ελλαδικό χώρο. Η επιστημονική ονομασία του [[είδος|είδους]] είναι ''Clanga clanga'' και δεν περιλαμβάνει [[υποείδος|υποείδη]] (μονοτυπικό) <ref>Howard and Moore, p. 112</ref>
==Τάση παγκόσμιου πληθυσμού==

*Καθοδική ↓ <ref>http://www.iucnredlist.org/details/full/22696027/0</ref>
==Ονοματολογία==
==Ονοματολογία==
Η επιστημονική ονομασία του [[γένος (βιολογία)|γένους]], ''Clanga'', είναι εκλατινισμένη απόδοση της αρχαίας ελληνικής λέξης ''κλαγγός'' < ''κλαγγή'' «οξεία και διαπεραστική φωνή» < ''κλάγγω'' «θρηνώ, κράζω», <ref>ΠΛΜ, 34:426</ref> με αναφορά στην χαρακτηριστική φωνή του πτηνού.
Τόσο η ελληνική ονομασία του [[είδος|είδους]], όσο και η αγγλική (Great Spotted Eagle) σχετίζονται ευθέως με το χαρακτηριστικό κηλιδωτό φτέρωμα των νεαρών.


Τόσο η ελληνική ονομασία του [[είδος|είδους]], όσο και η αγγλική (Great Spotted Eagle), σχετίζονται άμεσα με το χαρακτηριστικό, έντονα κηλιδωτό πτέρωμα των νεαρών ατόμων (βλ. Μορφολογία).
==Συστηματική Ταξινομική==
==Συστηματική ταξινομική==
Ο Στικταετός έχει το [[είδος]] Αquila pomarina ([[Κραυγαετός|Κραυγαετό]]), ως τον πλησιέστερο συγγενή του. Ο κοινός τους πρόγονος φαίνεται να είχε εμφανιστεί γύρω στη μέση [[Πλειόκαινος περίοδος|Πλειόκαινο Περίοδο]], από τους προγόνους του σημερινού Aquila hastata, που ζει στο [[Ιράν]], το [[Πακιστάν]] και την [[Ινδία]]. Αυτός ο «πρωτο-Στικταετός» πιθανώς ζούσε στην ευρύτερη περιοχή του [[Αφγανιστάν]], και διασπάστηκε σε ένα βόρειο και ένα νότιο κλάδο, όταν, τόσο οι παγετώνες όσο και οι έρημοι επικράτησαν στην Κεντρική [[Ασία]] όταν άρχισε η [[Εποχή των Παγετώνων|τελευταία εποχή των παγετώνων]]. Ο βόρειος κλάδος, με τη σειρά του, διαχωρίστηκε σε ανατολικό (Aquila clanga) και δυτικό (Aquila pomarina) παρακλάδι του σήμερα, πιθανώς γύρω στην Πλειόκαινο-Πλειστόκαινο Εποχή.<ref>Väli, Ülo (2006)</ref>
Το [[είδος]] περιγράφηκε από τον Γερμανό ζωολόγο και βοτανικό Π. Πάλας (Peter Simon Pallas, 1741 – 1811), ως ''Aquila Clanga'' (Ρωσία & Σιβηρία, 1811). Εμφανίζει προβληματική ταξινομική στο επίπεδο του [[γένος (βιολογία)|γένους]], καθόσον μέχρι το 2013, κατατασόταν στο ''Aquila'', δηλαδή στους γνήσιους [[αετός|αετούς]]. Ωστόσο, μαζί με τον [[κραυγαετός|κραυγαετό]], μεταφέρθηκαν στο ''Clanga'', <ref>Howard & Moore, 4th ed.</ref><ref>Avibase</ref><ref>HBW(on line)</ref> χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η νέα κατάσταση είναι στατική, με τα διάφορα στοιχεία -κυρίως χρωμοσωμικά- να προκαλούν διαρκείς ανακατατάξεις.


Ο στικταετός έχει το είδος ''Αquila (Clanga) pomarina'' ([[Κραυγαετός|κραυγαετό]]), ως τον πλησιέστερο συγγενή του. Ο κοινός τους πρόγονος φαίνεται να είχε εμφανιστεί γύρω στη μέση Πλειόκαινο Εποχή, από τους προγόνους του σημερινού ''Aquila (Clang) hastata'', που ζει στο [[Ιράν]], το [[Πακιστάν]] και την [[Ινδία]]. Αυτός ο «πρωτο-στικταετός» πιθανώς ζούσε στην ευρύτερη περιοχή του [[Αφγανιστάν]], και διασπάστηκε σε έναν βόρειο και ένα νότιο κλάδο, όταν, τόσο οι παγετώνες όσο και οι έρημοι επικράτησαν στην Κ. [[Ασία]] όταν άρχισε η τελευταία εποχή των παγετώνων. Ο βόρειος κλάδος, με την σειρά του, διαχωρίστηκε σε ανατολικό (''Aquila clanga'') και δυτικό (''Aquila pomarina'') παρακλάδι του σήμερα, πιθανώς γύρω στην Πλειόκαινο-Πλειστόκαινο Εποχή. <ref>Väli</ref>
*Τα δύο αυτά συγγενικά είδη, ως ομάδα, είναι αρκετά διαφορετικά από τα τυπικά μέλη του [[Γένος (βιολογία)|γένους]] Aquila. Επί πλέον, νέα χρωμοσωμικά δεδομένα έχουν δείξει ότι δεν είναι αναπαραγωγικά απομονωμένα, δηλαδή μπορούν να αναπαραχθούν μεταξύ τους και να δώσουν υβριδικούς πληθυσμούς (ιδιαίτερα οι αρσενικοί [[Κραυγαετός|Κραυγαετοί]] με τους θηλυκούς Στικταετούς). Μάλιστα, τέτοιοι πληθυσμοί πρέπει να υπάρχουν ήδη στη φύση, με τα θηλυκά υβρίδια να τείνουν να ζευγαρώνουν με αρσενικούς [[Κραυγαετός|Κραυγαετούς]].<ref>Andreas J. Helbig et al</ref><ref>Väli, Ülo & Lõhmus, Asko (2004)</ref>
*Τα δύο αυτά συγγενικά είδη, ως ομάδα, είναι αρκετά διαφορετικά από τα τυπικά μέλη του [[γένος|γένους]] ''Aquila'', τους γνήσιους αετούς. Επί πλέον, νέα χρωμοσωμικά δεδομένα έχουν δείξει ότι δεν είναι αναπαραγωγικά απομονωμένα, δηλαδή μπορούν να αναπαραχθούν μεταξύ τους και να δώσουν υβριδικούς πληθυσμούς (ιδιαίτερα οι αρσενικοί [[Κραυγαετός|κραυγαετοί]] με τους θηλυκούς στικταετούς). Μάλιστα, τέτοιοι πληθυσμοί πρέπει να υπάρχουν ήδη στη φύση, με τα θηλυκά υβρίδια να τείνουν να ζευγαρώνουν με αρσενικούς [[Κραυγαετός|κραυγαετούς]]. <ref>Helbig et al</ref><ref>Väli & Lõhmus, 2004</ref>

==Γεωγραφική εξάπλωση==
Μελλοντικά, πιθανώς να ομαδοποιηθούν μαζί με τους «τροπικούς» συγγενείς τους Lophaetus και Ictinaetus, ή να δημιουργηθεί ξεχωριστό, δικό τους γένος.
[[Αρχείο: Aquila clanga area frei png.PNG|thumb|left|300px|Χάρτης εξάπλωσης του ''Clanga clanga''<br>Πορτοκαλί = Καλοκαιρινές περιοχές αναπαραγωγής<br>Μπλέ = Περιοχές διαχείμασης]]

Ο στικταετός είναι [[μετανάστευση πτηνών|πλήρως μεταναστευτικό]] είδος, που απαντά αποκλειστικά στον [[Παλαιός Κόσμος|Παλαιό Κόσμο]], ([[βιογεωγραφική περιοχή|οικοζώνες]]: [[Παλαιαρκτική]], Αφροτροπική και Ινδομαλαϊκή), ιδιαίτερα στην κεντρική και ανατολική [[Παλαιαρκτική]]. Η ζώνη αναπαραγωγής του έχει τα δυτικά της όρια, περίπου στην [[Πολωνία]] και, μέσω [[Λευκορωσία]]ς, [[Εσθονία]], [[Ρωσία]]ς και όλης της Κ. [[Σιβηρία]]ς, εκτείνεται μέχρι τις ακτές του [[Ειρηνικός Ωκεανός|Ειρηνικού]], στο [[γεωγραφικό πλάτος]] της [[Βόρεια Κορέα|Βόρειας Κορέας]], περίπου, όπου και είναι τα ανατολικά όριά της. Σε όλη αυτή τη ζώνη (μαζί με κάποιους θύλακες στο [[Καζακστάν]]), ο στικταετός έρχεται το καλοκαίρι για να αναπαραχθεί. Μερικά άτομα, ενδεχομένως, εξακολουθούν να αναπαράγονται σε [[Φινλανδία]], [[Λετονία]] και [[Λιθουανία]] (βάση δεδομένων της λιθουανικής Ορνιθολογικής Εταιρείας το 1999), αν και αυτό δεν έχει επιβεβαιωθεί πρόσφατα. <ref>http://www.iucnredlist.org/details/full/22696027/0</ref>
==Γεωγραφική κατανομή==
==Μεταναστευτική συμπεριφορά==
[[Αρχείο:Aquila clanga area frei png.PNG|thumb|left|300px| Χάρτης εξάπλωσης του Στικταετού. Πορτοκαλί: Καλοκαιρινές περιοχές αναπαραγωγής, Μπλέ: Περιοχές διαχείμασης]]
Κατά την διάρκεια του χειμώνα, ο στικταετός μεταναστεύει νότια και, ανάλογα με τις περιοχές αναπαραγωγής, διαχειμάζει σε μια ζώνη που εκτείνεται από τη νότιο Βαλκανική (προς δυσμάς) και φθάνει μέχρι την [[Θάλασσα της Κίνας]] (ανατολικά). Κυριότεροι ενδιάμεσοι σταθμοί διαχείμασης, είναι η [[Ελλάδα]], η [[Μικρά Ασία]], η [[Συρία]], ο [[Κόλπος της Αραβίας]], η Β. [[Ινδία]], και η [[Ινδοκίνα]]. Διαχειμάζοντα πουλιά έχουν αναφερθεί επίσης στο [[Χονγκ Κονγκ]] ([[Κίνα]]).Προς νότον υπάρχουν περιοχές διαχείμασης στην [[Αιθιοπία]], το [[Σουδάν]] και την [[Νιγηρία]], ενώ, ακόμη νοτιότερα εμφανίζονται άτομα στην [[Κένυα]] και την [[Τανζανία]]. <ref>planetofbirds.com</ref> Πάντως, παρά το ευρύ φάσμα κατανομής, ο στικταετός είναι πολύ περιορισμένος τοπικά, δύσκολος να παρατηρηθεί (συγχέεται εύκολα με τον [[κραυγαετό]]), με τους πληθυσμούς του να βαίνουν μειούμενοι.

*Η παρακολούθηση ενός ενήλικου ατόμου με δορυφορικό αναμεταδότη, το 1993, προκειμένου να διερευνηθεί η μεταναστευτική οδός, έδειξε 5.526 χιλιόμετρα από την περιοχή διαχείμασης στην [[Υεμένη]], μέχρι την περιοχή αναπαραγωγής στην Δ. [[Σιβηρία]]. Το πουλί ταξίδευε 150 χιλιόμετρα, κατά μέσον όρο κάθε ημέρα, αλλά αυτό αυξήθηκε σε 280 χιλιόμετρα ανά ημέρα, όταν πέταξε μέσα από τη [[Μεσοποταμία]]. <ref>Meyburg et al</ref>
Ο Στικταετός είναι ένα έντονα μεταναστευτικό [[είδος]] που απαντάται αποκλειστικά στον [[Παλαιός Κόσμος|Παλαιό Κόσμο]], ιδιαίτερα στην κεντρική και ανατολική [[Παλαιαρκτική]]. Η ζώνη αναπαραγωγής του έχει τα δυτικά της όρια, περίπου στην [[Πολωνία]] και, μέσω [[Λευκορωσία]]ς, [[Βαλτική]]ς, [[Ρωσία]]ς και όλης της Κ. [[Σιβηρία]]ς, εκτείνεται μέχρι τις ακτές του [[Ειρηνικός Ωκεανός|Ειρηνικού]], στο [[γεωγραφικό πλάτος της [[Βόρεια Κορέα|Βόρειας Κορέας]], περίπου, όπου και είναι τα ανατολικά όριά της. Σε όλη αυτή τη ζώνη (μαζί με κάποιους θύλακες στο [[Καζακστάν]]), ο Στικταετός έρχεται το καλοκαίρι για να αναπαραχθεί.
Η μετανάστευση προς νότον διαρκεί από τον Σεπτέμβριο μέχρι το Νοέμβριο, ενώ η εαρινή επιστροφή από τον Φεβρουάριο μέχρι τον Απρίλιο. Οι στικταετοί πετάνε σε πολύ μικρές ομάδες, συνήθως των 3 ατόμων, ενώ στο [[Μπουτάν]], έχουν παρατηρηθεί και ομάδες των 10 ατόμων. Οι περιοχές διέλευσης είναι ο [[Βόσπορος]] και η [[Ερυθρά Θάλασσα]]. <ref>Ferguson-Lees & Christie, p. 727</ref> Συνήθως, εγκαταλείπει τα εδάφη αναπαραγωγής μετά τον [[κραυγαετός|κραυγαετό]]. <ref>http://www.hbw.com/species/greater-spotted-eagle-clanga-clanga</ref>

Το χειμώνα μεταναστεύει νοτιότερα και, ανάλογα με τις περιοχές αναπαραγωγής, διαχειμάζει σε μία ζώνη που εκτείνεται από τη νότιο Βαλκανική (προς δυσμάς) και φθάνει μέχρι τη [[Θάλασσα της Κίνας]] (ανατολικά). Κυριότεροι ενδιάμεσοι σταθμοί διαχείμασης, είναι η [[Ελλάδα]], η [[Μικρά Ασία]], η [[Συρία]], ο [[Κόλπος της Αραβίας]], η Β. [[Ινδία]], και η [[Ινδοκίνα]]. Προς νότον υπάρχουν κάποιες περιοχές διαχείμασης στην [[Αιθιοπία]], το [[Σουδάν]] και γύρω από την περιοχή της [[Νιγηρία]]ς. Πάντως, παρά την ευρύτατη ζώνη εξάπλωσης, ο Στικταετός είναι πολύ περιορισμένος τοπικά, δύσκολος να παρατηρηθεί (συγχέεται εύκολα με τον [[Κραυγαετό]]), με τους πληθυσμούς του να βαίνουν μειούμενοι.

Η παρακολούθηση ενός ενήλικου Στικταετού με δορυφορικό αναμεταδότη, το [[1993]], προκειμένου να διερευνηθή η μεταναστευτική οδός, έδωσε 5.526 χιλιόμετρα από την περιοχή διαχείμασης στην [[Υεμένη]], μέχρι την περιοχή αναπαραγωγής στη δυτική [[Σιβηρία]]. Το πουλί μετεκινείτο 150 χιλιόμετρα, κατά μέσο όρο κάθε ημέρα, αλλά αυτό αυξήθηκε σε 280 χιλιόμετρα ανά ημέρα, όταν πέταξε μέσα από τη [[Μεσοποταμία]].<ref>Meyburg, Bernd-U et al</ref>.

Στην [[Ελλάδα]], όπως προαναφέρθηκε, έρχεται μόνο για να περάσει το χειμώνα από τις περιοχές αναπαραγωγής της ΒΑ Ευρώπης και, είναι εξαιρετικά σπάνιος σε περιοχές της κεντρικής και βόρειας χώρας.<ref name="Χανδρινός & Δημητρόπουλος, σ. 104">Χανδρινός & Δημητρόπουλος, σ. 104</ref>

==Μεταναστευτικές οδοί==
Η μετανάστευση προς νότον διαρκεί από το Σεπτέμβριο μέχρι το Νοέμβριο, ενώ η εαρινή από το Φεβρουάριο μέχρι τον Απρίλιο. Οι Στικταετοί πετάνε σε πολύ μικρές ομάδες, συνήθως των 3 ατόμων, ενώ στο [[Μπουτάν]], έχουν παρατηρηθεί και ομάδες των 10 ατόμων. Οι περιοχές διέλευσης είναι ο [[Βόσπορος]] και η [[Ερυθρά Θάλασσα]].<ref name="James Ferguson-Lees">James Ferguson-Lees</ref>


Τυχαίοι, περιπλανώμενοι επισκέπτες έχουν αναφερθεί μεταξύ άλλων από την [[Ιρλανδία]], το [[Ηνωμένο Βασίλειο]], την [[Ολλανδία]], την [[Πορτογαλία]] και την [[Κύπρος|Κύπρο]], το [[Καμερούν]], το [[Τσαντ]] και την [[Λιβύη]], το [[Μπαχρέιν]] την [[Ινδονησία]] και την [[Ιαπωνία]]. <ref>http://www.iucnredlist.org/details/full/22696027/0</ref>
*Στην [[Ελλάδα]], ο στικταετός έρχεται μόνο για να διαχειμάσει <ref>ΣΠΕΕ, σ. 254</ref> (Οκτώβριος-αρχέα Μαρτίου), <ref>RDB, p. 203</ref> ή απλώς να διαβεί από την επικράτεια, <ref>Όντρια (Ι), σ. 79</ref> από τις περιοχές αναπαραγωγής της ΒΑ. Ευρώπης, και είναι εξαιρετικά σπάνιος σε περιοχές της κεντρικής και βόρειας χώρας (βλ. και Κατάσταση στην Ελλάδα). <ref>Χανδρινός & Δημητρόπουλος, σ. 104</ref> Από την Κρήτη αναφέρεται ως διαβατικός μετανάστης επισκέπτης, <ref>Σφήκας, σ. 28</ref> ενώ από την Κύπρο ως τυχαίος, περιπλανώμενος επισκέπτης. <ref>Σφήκας, σ. 24</ref>
==Βιότοπος==
==Βιότοπος==
Στην [[Ευρασία]], ο Στικταετός ανάλογα με την περιοχή αναπαραγωγής και διαχείμασης, κινείται ανάμεσα στη ζώνη των κωνοφόρων και τη [[στέπα]]. Η ύπαρξη νερού, όμως, χαρακτηρίζει πάντα την παρουσία του, γι’αυτό συχνάζει σε δασώδεις περιοχές που γειτνιάζουν με έλη, τενάγη, βαλτώδεις και πλημμυρισμένες περιοχές, λίμνες και ποτάμια.<ref>Όντρια, σ. 79</ref> Σε ανοικτές περιοχές, παρατηρούνται μόνο κατά τη μετανάστευση.<ref name="ReferenceA">Hermann Heinzel, RSR Fitter & John Parslow</ref> Συνήθως βρίσκονται σε υψόμετρα μέχρι 300 μέτρα, αλλά στις ασιατικές περιοχές μπορεί να κυνηγάνε μέχρι τα 1700 μέτρα, ενώ έχουν παρατηρηθεί κατά τη μετανάστευση και μέχρι τα 3800 μέτρα ([[Ιράν]], [[Νεπάλ]]).<ref name="James Ferguson-Lees"/>
Στην [[Ευρασία]], ο στικταετός είναι μη-κοινό είδος που, ανάλογα με την περιοχή αναπαραγωγής και διαχείμασης, κινείται ανάμεσα στη ζώνη των κωνοφόρων και τη [[στέπα]]. Η ύπαρξη νερού, όμως, χαρακτηρίζει πάντα την παρουσία του, γι’αυτό συχνάζει σε δασώδεις περιοχές που γειτνιάζουν με έλη, τενάγη, βαλτώδεις και πλημμυρισμένες περιοχές, λίμνες και ποτάμια. <ref>Όντρια, σ. 79</ref> Σε ανοικτές περιοχές, παρατηρείται μόνο κατά τη μετανάστευση. <ref>Heinzel et al, p.</ref>
Συνήθως, οι στικταετοί κινούνται μέχρι τα 300 μέτρα, αλλά στις ασιατικές περιοχές μπορεί να κυνηγάνε μέχρι τα 1700 μέτρα, ενώ έχουν παρατηρηθεί κατά τη μετανάστευση και μέχρι τα 3840 μέτρα ([[Ιράν]], [[Νεπάλ]]). <ref>Ferguson-Lees & Christie</ref><ref>Grimmett et al, p. 132</ref>
*Στην Ελλάδα, ο στικταετός διαχειμάζει αποκλειστικά σε παράκτιους ή ηπειρωτικούς υγροτόπους με αφθονία τροφής και συστάδες δένδρων ή δάση, απαραίτητα για να κουρνιάζει. <ref>RDB, p. 203</ref><ref>Handrinos & Akriotis, p. 139</ref> Ειδικά στην περιοχή του Έβρου, οι στικταετοί κουρνιάζουν σε πεύκα, περίπου 40 χιλιόμετρα μακριά από τις θέσεις αναζήτησης τροφής. <ref>Handrinos & Akriotis, p. 139</ref>

==Μορφολογία==
==Μορφολογία==
[[Αρχείο: Great spotted Eagle I IMG 8302.jpg|thumb|right|350px|Ενήλικος στικταετός εν πτήσει (κοιλιακή όψη)]]
Ο στικταετός είναι μεσαίου μεγέθους [[αετός]], που χαρακτηρίζεται από σχετική δυσαρμονία στις αναλογίες του, με την κοντή, στρογγυλεμένη ουρά που διαθέτει. <ref>Bruun, p. 74</ref> Σε γενικές γραμμές είναι παρόμοιος στην εμφάνιση με τον κοντινό συγγενή του [[Κραυγαετός|κραυγαετό]], με τον οποίο μάλιστα, μοιράζεται μέρος της επικράτειάς του. Το -σχετικά μικρό για έναν αετό- κεφάλι και τα [[ανατομική και φυσιολογία πτηνών|καλυπτήρια]] φτερά είναι ''πολύ σκούρα καφέ'', με κάποια πορφυρή μεταλλική ανταύγεια στην περιοχή των ώμων, <ref>Χανδρινός & Δημητρόπουλος, σ. 104</ref> ερχόμενα σε αντίθεση με τα πιο ανοικτόχρωμα ερετικά φτερά. Η κάτω επιφάνεια των ερετικών φτερών έχει πυκνές, σκούρες «μπάρες» που καθίστανται πιο αχνές στην άκρη, αλλά κάποια άτομα δεν τις διαθέτουν καν. <ref>Mullarney et al, p. 96</ref>
*Το ύψος της [[ράμφος (πτηνά)|ρινοθήκης]], μπροστά από το [[ράμφος (πτηνά)|κήρωμα]] είναι μικρότερο από 1,7 εκατοστά (μεγαλύτερο στον [[κραυγαετός|κραυγαετό]]. <ref>Όντρια (Ι), σ. 79</ref>
*Ο [[κραυγαετός]] έχει ''πιο ανοιχτόχρωμο κεφάλι και καλυπτήρια'', αλλά οι ομοιότητα με τον στικταετό, συχνά οδηγεί σε λανθασμένη αναγνώρισή τους, με αποτέλεσμα να υπάρχουν σφάλματα στην καταγραφή των πληθυσμών τους. Αυτό περιπλέκεται περαιτέρω από περιστασιακούς υβριδισμούς μεταξύ των δύο ειδών (βλ. και Συστηματική Ταξινομική).
Η άνω επιφάνεια της ουράς εμφανίζει, κάποιες φορές, λευκή απόχρωση στην περιοχή του [[ανατομική και φυσιολογία πτηνών|ουροπυγίου]], σχήματος ''V'', <ref>Heinzel et al, p. 98</ref><ref>Bruun, p. 74</ref><ref>Flegg, p. 90</ref> προσφέροντας ένα σημαντικό διαγνωστικό στοιχείο κατά την ραχιαία παρατήρηση του πτηνού. Επίσης, ένα (1) ή -σπανιότερα- δύο λευκά σημάδια, ημισεληνοειδούς σχήματος, ή κόμματος (‘comma’) μπορεί να υπάρχουν στο κάτω μέρος της πτέρυγας, στην βάση των εξωτερικών πρωτευόντων ερετικών φτερών. <ref>Mullarney et al, p. 96</ref>


Πολύ πιο σπάνια, εμφανίζεται μία ελαφρά χρωματική «παραλλαγή», που έχει πάρει την ονομασία ''fulvescens''. Σ’αυτήν, το κεφάλι και το γενικότερο παρουσιαστικό έχουν κρεμ ή ανοικτό κοκκινωπό χρώμα, εκτός από τα σκουρότερα [[ανατομική και φυσιολογία πτηνών|πρωτεύοντα]] και [[ανατομική και φυσιολογία πτηνών| δευτερεύοντα ερετικά]] φτερά. <ref>Heinzel et al, p.</ref> Απαντά κυρίως στο δυτικό τμήμα του φάσματος κατανομής. <ref>Ferguson-Lees & Christie, p. 730</ref>
[[Αρχείο:Greater Spotted Eagle.jpeg|thumb|right|200px|Ταριχευμένος νεαρός Στικταετός]]


Οι ταρσοί είναι φουντωτά πτερωμένοι (bushy ‘trousers’ <ref>Mullarney et al, p. 96</ref>), ενώ το κήρωμα και τα πόδια είναι κίτρινα. <ref>Χανδρινός & Δημητρόπουλος, σ. 104</ref> Η ίριδα είναι καφέ και το ράμφος μαύρο, εκτός από τη βάση του που έχει γκρίζο χρώμα. Τα ρουθούνια, όπως και στον [[κραυγαετός|κραυγαετό]], είναι στρογγυλά. <ref>Mullarney et al, p. 96</ref><ref>Όντρια (Ι), σ. 79</ref> Τα φύλα είναι όμοια στην μορφολογία, αλλά τα θηλυκά είναι αρκετά βαρύτερα από τα αρσενικά.
Ο Στικταετός είναι ένας μεσαίου μεγέθους [[αετός]], που χαρακτηρίζεται από μία σχετική δυσαρμονία στις αναλογίες του, με την κοντή, στρογγυλευμένη ουρά που διαθέτει.<ref>Bruun, p. 74</ref> Σε γενικές γραμμές είναι παρόμοιος στην εμφάνιση με τον κοντινό συγγενή του [[Κραυγαετός|Κραυγαετό]], με τον οποίο μάλιστα, μοιράζεται μέρος της επικράτειάς του. Το -σχετικά μικρό για έναν αετό- κεφάλι και τα [[καλυπτήρια (φτερά)|καλυπτήρια]] είναι πολύ σκούρα καφέ, ερχόμενα σε αντίθεση με το γενικότερο ανοιχτό καφέ φτέρωμα -ο [[Κραυγαετός]] έχει πιο ανοιχτόχρωμο κεφάλι και [[καλυπτήρια (φτερά)|καλυπτήρια]]-. Οι ομοιότητες μεταξύ τους, συχνά οδηγεί σε λανθασμένη αναγνώρισή τους, με αποτέλεσμα να υπάρχουν σφάλματα στην καταγραφή των πληθυσμών τους. Αυτό περιπλέκεται περαιτέρω από περιστασιακούς υβριδισμούς μεταξύ των δύο ειδών (βλ. και Συστηματική Ταξινομική).
[[Αρχείο: Aquila clanga from Tal Chapar Wildlife Sanctuary.jpg|thumb|right|350px|Νεαρός στικταετός με τα χαρακτηριστικά λευκά σημάδια στα καλυπτήρια των πτερύγων]]

Τα νεαρά άτομα, αποτελούν ξεχωριστή περίπτωση, καθόσον διαθέτουν ''έντονες ασπροκίτρινες κηλίδες'' στο πάνω μέρος του πτερώματός τους, στοιχείο που τα διαφοροποιεί έντονα από τα ενήλικα άτομα. Αυτές οι «κηλίδες», η μία δίπλα στην άλλη, σχηματίζουν σειρές-γραμμές <ref>Χανδρινός & Δημητρόπουλος, σ. 104</ref> σε όλη την επιφάνεια των καλυπτηρίων των πτερύγων, ιδιαίτερα ορατές όταν το πουλί τις έχει κλειστές. <ref>Flegg, p. 90</ref> Μερικές, μάλιστα, βρίσκονται και στην περιοχή του κεφαλιού και του τραχήλου σε κάποια άτομα. <ref>Mullarney et al, p. 96</ref> Επίσης η λευκή περιοχή στο ουροπύγιο είναι πλατύτερη από των ενηλίκων. <ref>Heinzel et al, p. 98</ref> Τα νεαρά πουλιά αποκτούν το πλήρες πτέρωμα των ενηλίκων στα τέσσερα χρόνια, περίπου. <ref>Forsman</ref>
Η άνω επιφάνεια της ουράς είναι τις περισσότερες φορές ανοιχτόχρωμη, προσφέροντας ένα διαγνωστικό στοιχείο κατά τη ραχιαία παρατήρηση του πτηνού.
==Βιομετρικά στοιχεία==

*Μήκος σώματος: (59-) 65 έως 72 (-74) εκατοστά
[[Αρχείο:Great spotted Eagle I IMG 8362.jpg|thumb|left|300px| Ενήλικος Στικταετός (ραχιαία όψη)]]
*Άνοιγμα πτερύγων: (153-) 160 έως 177 (-182) εκατοστά

*Μήκος χορδής πτέρυγας: ♂ 48 έως 52 εκατοστά, ♀ 51 έως 54 εκατοστά
Πολύ πιο σπάνια, εμφανίζεται μία ελαφρά χρωματική «παραλλαγή», που έχει πάρει την ονομασία ''fulvescens''. Σ’αυτήν, το κεφάλι και το γενικότερο παρουσιαστικό έχουν κρεμ ή ανοικτό κοκκινωπό χρώμα, εκτός από τα σκουρότερα [[πρωτεύοντα ερετικά (φτερά)|πρωτεύοντα]] και [[δευτερεύοντα ερετικά (φτερά)|δευτερεύοντα]] ερετικά φτερά.<ref name="ReferenceA"/>
*Μήκος ουράς: ♂ 23 έως 25 εκατοστά, ♀ 23,5 έως 27 εκατοστά

*Μήκος ταρσού: ♂ 9,7 έως 10,5 εκατοστά, ♀ 9,6 έως 10,9 εκατοστά
Οι ταρσοί έχουν φτερά, ενώ το κήρωμα και τα πόδια είναι κίτρινα.<ref name="Χανδρινός & Δημητρόπουλος, σ. 104"/> Η ίριδα είναι καφέ και το ράμφος μαύρο, εκτός από τη βάση του πού έχει γκρίζο χρώμα.
*Βάρος: ♂ (1.600-) 1.650-1.950 γραμμάρια, ♀ 1.750-2.500 (-3.200) γραμμάρια
Οι πτέρυγες διατηρούνται ίσιες κατά την πτήση, εκτός από τις άκρες τους, που είναι ελαφρά γερμένες προς τα κάτω όταν γυροπετάει (soaring) ή πλανάρει (gliding).<ref name="ReferenceA"/>

Τα νεαρά άτομα, έχουν έντονες ασπροκίτρινες κηλίδες στο πάνω μέρος του φτερώματός τους που, τα διαφοροποιεί άμεσα από τα ενήλικα άτομα και, δίνει το χαρακτηριστικό όνομα στο [[είδος]]. Αποκτούν το πλήρες φτέρωμα των ενηλίκων στα τέσσερα χρόνια, περίπου.<ref>D. Forsman</ref>

Τα φύλα είναι όμοια στη μορφολογία, αλλά τα θηλυκά είναι αρκετά βαρύτερα από τα αρσενικά.
*Μήκος σώματος: (62)-65 έως 72-(74) εκατοστά.
*Άνοιγμα πτερύγων: (155)-160 έως 179-(182) εκατοστά.
*Βάρος: Αρσενικό 1650-1950 γραμμάρια. Θηλυκό 1750-2500 (3200) γραμμάρια.<ref>Christopher Perrins, p. 90</ref><ref>Χανδρινός & Δημητρόπουλος, σ. 185</ref>

==Κυνήγι==
Ο Στικταετός κυνηγάει συνήθως μόνος και, προτιμάει να ερευνά το έδαφος περπατώντας και, όχι από κρυψώνα όπως ο [[Κραυγαετός]]. Όταν προτιμήσει την εναέρια έρευνα, το κάνει με εναέριους κύκλους (soaring), από σχετικά χαμηλό ύψος και, μετά τον εντοπισμό του θηράματος, κάνει κάθετη εφόρμηση. Σε περίπτωση που η λεία είναι [[καλοβατικά πτηνά]], τότε προσπαθεί να διασπάσει τον όγκο τους με διαδοχικές «βουτιές» και, κατόπιν, διαλέγει ένα απομονωμένο άτομο και του επιτίθεται.

Αν και έχει τη δυνατότητα σύλληψης γρήγορων θηραμάτων, προτιμάει (συνήθως) τα πιο αργοκίνητα, όπως λ.χ. τις [[πάπια|πάπιες]].<ref name="Χανδρινός & Δημητρόπουλος, σ. 104"/>

Στις περιοχές διαχείμασης, το είδος είναι πιο κοινωνικό. Μικρά κοπάδια μέχρι και δέκα ατόμων ποικίλης ηλικίας δημιουργούνται, και περιπολούν από κοινού το έδαφος. Μπορούν επίσης να ενωθούν με άλλα Accipitridae, όπως [[Ικτίνοι|Ικτίνους]] (Milvus sp.) ή [[αετός|αετούς]] της [[στέπα]]ς (Α. nipalensis).<ref>Bishop, K. David (1999)</ref>


Πηγές: <ref>Ferguson-Lees & Christie, p. 730</ref><ref>Grimmett et al, p. 132</ref><ref>Mullarney et al, p. 96</ref><ref>Flegg, p. 90</ref><ref>Heinzel et al, p. 98</ref><ref>Perrins, p. 90</ref><ref>Bruun, p. 74</ref><ref>Όντρια (Ι), σ. 79</ref><ref>Scott & Forrest, p. 58</ref><ref>http://www.ibercajalav.net</ref><ref>planetofbirds.com</ref> <ref>ΠΛΜ, 3:162</ref><ref>Χανδρινός & Δημητρόπουλος, σ. 104, 185</ref>
==Τροφή==
==Τροφή==
Στους τόπους αναπαραγωγής, η διατροφή αποτελείται κυρίως από μικρά έως μεσαίου μεγέθους [[θηλαστικά]] (κυρίως [[τρωκτικά]]) και [[πτηνά]], με τα [[αμφίβια]] και τα [[ερπετά]] (σαύρες και φίδια) να ακολουθούν. Σπανιότερα επιτίθεται σε μικρά ψάρια, [[έντομα]], ή στρέφεται σε θνησιμαία. Κατά την χειμερινή περίοδο, η κύρια μορφή τροφής ανάλογα με την τοποθεσία, περιλαμβάνει [[έντομα]] όπως [[ακρίδα|ακρίδες]] και [[τερμίτες]], θνησιμαία ή σε υγρότοπους και μικρά υδρόβια πτηνά. Επίσης επιτίθεται σε μεγάλα πουλιά, όταν αυτά είναι τραυματισμένα ή ασθενικά, όπως σε πάπιες και ερωδιούς. <ref>Χανδρινός & Δημητρόπουλος, σ. 104</ref>
[[Αρχείο:Water.vole.arp.jpg|thumb|right|200px| Ευρωπαϊκός Νεροποντικός (Arvicola ampibius) από τα αγαπημένα εδέσματα του Στικταετού]]


Γενικά, η διατροφή του στικταετού είναι παρόμοια με εκείνη του [[κραυγαετός|κραυγαετού]], αλλά με λίγο μεγαλύτερα θηράματα (μέχρι 250 γραμμάρια) και περισσότερα πουλιά. Στην Ρωσία, επικρατούν τα τρωκτικά των γενών ''Arvicola'' και ''Microtus'', ενώ στην Ινδία οι βάτραχοι, οι φαλαρίδες και υδρόβια πτηνά. Όπως συμβαίνει και με άλλα αετόμορφα, προσελκύεται από τις πυρκαγιές για να συλλαμβάνει τα σμήνη ακριδών που πετάνε για να σωθούν. <ref>Ferguson-Lees & Christie, p. 730</ref>
Στους τόπους αναπαραγωγής, η διατροφή αποτελείται κυρίως από μικρά έως μεσαίου μεγέθους [[θηλαστικά]], (κυρίως [[τρωκτικά]]) και [[πτηνά]], με τα [[αμφίβια]] και τα [[ερπετά]] να ακολουθούν. Σπανιότερα επιτίθεται σε μικρά ψάρια, [[έντομα]], αλλά και θνησιμαία. Κατά τη χειμερινή περίοδο, η κύρια μορφή τροφής ανάλογα με την τοποθεσία, περιλαμβάνει [[έντομα]] όπως [[ακρίδες]] και [[τερμίτες]], θνησιμαία ή, σε υγροτόπους, κυρίως υδρόβια πτηνά. Επίσης επιτίθεται σε μεγάλα πουλιά, όταν αυτά είναι τραυματισμένα ή ασθενικά, όπως σε πάπιες και ερωδιούς.<ref name="Χανδρινός & Δημητρόπουλος, σ. 104"/>
*Στην Ελλάδα, ο στικταετός τρέφεται κυρίως με βατράχια, μικρά θηλαστικά, πουλιά τραυματισμένα από κυνηγούς ή νεκρά, πιο σπάνια με μεγάλα έντομα και άλλα σπονδυλόζωα, <ref>Alivizatos et al, 2004 & 2006</ref> καθώς και θνησιμαία. <ref>RDB, p. 204</ref><ref>Handrinos & Akriotis, p. 139</ref>
==Τεχνικές θήρευσης==
[[Αρχείο: Water.vole.arp.jpg|thumb|right|200px|Ο ευρωπαϊκός νεροποντικός (''Arvicola ampibius'') είναι από τα αγαπημένα εδέσματα του στικταετού]]
Ο στικταετός κυνηγάει σε βάλτους και υγρά λιβάδια, καθώς και κατά μήκος των παρακείμενων ποταμών, συνήθως μόνος. Προτιμάει να ερευνά το έδαφος περπατώντας και, όχι από κρυψώνα όπως ο [[κραυγαετός]]. Όταν κάνει εναέρια έρευνα, γυροπετάει σε κύκλους (soaring), από σχετικά χαμηλό ύψος και, μετά τον εντοπισμό του θηράματος, κάνει κάθετη εφόρμηση. Σε περίπτωση που η λεία είναι καλοβατικά πτηνά, τότε προσπαθεί να διασπάσει τον όγκο τους με διαδοχικές «βουτιές» και, κατόπιν, διαλέγει ένα απομονωμένο άτομο και τού επιτίθεται.


Αν και έχει τη δυνατότητα σύλληψης γρήγορων θηραμάτων, προτιμάει συνήθως τα πιο αργοκίνητα, όπως λ.χ. τις [[πάπια|πάπιες]]. <ref>Χανδρινός & Δημητρόπουλος, σ. 104</ref> Επίσης, κλεπτοπαρασιτεί αρκετά συχνά. <ref>Ferguson-Lees & Christie, p. 730</ref>
==Ηθολογία==
Ο στικταετός είναι, γενικά, μοναχικό πτηνό ή σχηματίζει ζευγάρια. Κατά την μετανάστευση είναι, επίσης, μοναχικός ή ταξιδεύει σε ομάδες των 2-3 ατόμων, σπανιότερα σε σμήνη. Όμως, στις περιοχές διαχείμασης είναι πιο κοινωνικός και μικρά κοπάδια μέχρι και δέκα ατόμων διαφόρων ηλικιών δημιουργούνται, και περιπολούν από κοινού το έδαφος. Έχουν αναφερθεί μεγάλες συναθροίσεις, όταν επιτίθενται σε σμήνη ακρίδων, τον Νοέμβριο στην ΒΑ. Αφρική. <ref>Ferguson-Lees & Christie, p. 730</ref> Μπορούν επίσης να ενωθούν με άλλα αετόμορφα, όπως ''Milvus sp.'' ή ''Αquila nipalensis''. <ref>Bishop</ref>
==Πτήση==
Οι πτέρυγες του στικταετού διατηρούνται ίσιες κατά την πτήση όταν γυροπετάει, αλλά οι άκρες τους είναι ελαφρά γερμένες προς τα κάτω στο ύψος των καρπικών αρθρώσεων, όταν πλανάρει (gliding). <ref>Heinzel et al, p.</ref> Τα φτεροκοπήματα είναι μάλλον ασθενικά και, από μικρή απόσταση, διακρίνονται 7 «δάκτυλα» (ακραία [[ανατομική και φυσιολογία πτηνών|πρωτεύοντα ερετικά]] φτερά), αντί για 6 στον [[κραυγαετός|κραυγαετό]]. <ref>Bruun, p. 74</ref> Το πέταγμά του είναι πιο βαρύ και «νωθρό» από του [[κραυγαετός|κραυγαετού]]. <ref>Χανδρινός & Δημητρόπουλος, σ. 104</ref>
==Φωνή==
Ο στικταετός είναι ιδιαίτερα φωνητικό είδος, κυρίως όταν αναπαράγεται και όταν σχηματίζει μικρές ομάδες. Το κάλεσμά του μοιάζει με εκείνο του [[κραυγαετός|κραυγαετού]] είναι όμως λιγότερο υψίσυχνο και μοιάζει λίγο με ''λεπτό «γάβγισμα» κουταβιού'' (sic). <ref>Flegg, p. 90</ref><ref>Ferguson-Lees & Christie, σ. 730</ref>
*[http://www.xeno-canto.org/species/Clanga-clanga Δείγματα φωνής] (εξωτερικός σύνδεσμος)
==Αναπαραγωγή==
==Αναπαραγωγή==
===Φωλιά===
Ο Στικταετός φθάνει στις περιοχές αναπαραγωγής στα μέσα της Άνοιξης, περίπου, και η αναζήτηση ταιριού αρχίζει αμέσως. Η φωλιά κατασκευάζεται με ξερόκλαδα, πάνω σε φυλλοβόλα δέντρα μέσα στο δάσος -συνήθως στα δασοόρια-, έχει διάμετρο μεταξύ 70 και 110 εκατοστών και βάθος 1 μέτρο. Οι φωλιές χρησιμοποιούνται συχνά περισσότερο από μία φορά και, στη συνέχεια, μπορεί να φτάσουν σε ύψος έως 150 εκατοστά. Συνήθως τις κατασκευάζουν οι ίδιοι οι γονείς, αλλά μπορεί να χρησιμοποιήσουν και τις φωλιές άλλων πουλιών, όπως πελαργών ή γερακιών.<ref>redbook.minpriroda.by, Kasutatud 8.04.2011.(vene)</ref> Το υλικό επίστρωσης είναι χορτάρι και πράσινα κλαδιά, που επαναπροστίθενται κατά την επώαση.
Ο στικταετός καταφθάνει στις περιοχές αναπαραγωγής στα μέσα της άνοιξης, περίπου, και η αναζήτηση ταιριού αρχίζει αμέσως. Η φωλιά που κατασκευάζεται με ξερόκλαδα, πάνω σε φυλλοβόλα δέντρα -σπάνια σε κωνοφόρα- συνήθως στα δασοόρια, έχει διάμετρο μεταξύ 70 και 110 εκατοστών και βάθος 1 μέτρο, <ref>Ferguson-Lees & Christie, p. 730</ref> είναι δηλαδή σχετικά μικρή για το μέγεθος του πτηνού. <ref>Harrison, p. 103</ref> Ωστόσο, οι φωλιές χρησιμοποιούνται, συχνά, περισσότερο από μία φορά οπότε μπορεί να φθάσουν σε ύψη έως 150 εκατοστά με την συνεχή προσθήκη υλικών. Συνήθως τις κατασκευάζουν οι ίδιοι οι γονείς, αλλά μπορεί να χρησιμοποιήσουν και τις φωλιές άλλων πουλιών, όπως πελαργών ή γερακιών. <ref>redbook.minpriroda.by, Kasutatud 8.04.2011. (vene)</ref> Το υλικό επίστρωσης είναι χορτάρι και πράσινα κλαδιά, που επαναπροστίθενται κατά την επώαση. Βρίσκονται σε ύψος 5-25 μ. (συνήθως 8-12 μ.) από το έδαφος, στην κορυφή των δένδρων ή κοντά σε αυτήν. <ref>Ferguson-Lees & Christie, p. 730</ref> Ωστόσο, ελλείψει δένδρων, τις κατασκευάζουν σε χαμηλούς θάμνους ενώ, στην Σιβηρική [[στέπα]], σε χαμηλές ιτιές. <ref>Ferguson-Lees & Christie, p. 730</ref>

[[Αρχείο:Greater spotted Eagle ( Aquila clanga)10-31-2006 2-50-11 PM.JPG|thumb|left|300px| Ενήλικος Στικταετός (κοιλιακή όψη)]]
[[Αρχείο: Greater spotted Eagle ( Aquila clanga)10-31-2006 2-50-11 PM.JPG|thumb|right|350px|Ενήλικος στικταετός (κοιλιακή όψη)]]
===Ωοτοκία===

Η γέννα, σπάνια στα τέλη Απριλίου, συνήθως αρχές μέχρι τα μέσα Μαΐου, αποτελείται συνήθως από δύο αυγά, σπανίως μόνο ένα ή τρία αυγά. Η επώαση, που γίνεται μόνο από το θηλυκό, ξεκινάει από το πρώτο αυγό και διαρκεί 42 έως 45 ημέρες. Σε αντίθεση με τον [[Κραυγαετός|Κραυγαετό]], ο [[καϊνισμός]] δεν είναι υποχρεωτικός και, υπάρχει μεγάλη πιθανότητα επιβίωσης και των 2 νεοσσών. Το φτέρωμα αποκτάται περίπου στις 60 ημέρες και, το πρώτο πέταγμα γίνεται στις 63 έως 67 ημέρες, ενώ τα νεαρά πουλιά παραμένουν κοντά στη φωλιά για 3 εβδομάδες ακόμη.<ref>Harrison,p. 103</ref>
Η γέννα πραγματοποιείται συνήθως στις αρχές μέχρι τα μέσα Μαΐου, σπάνια στα τέλη Απριλίου, αν και στο Πακιστάν φωλιάζει από τον Νοέμβριο μέχρι τον Μάρτιο. Η ωοτοκία πραγματοποιείται άπαξ σε κάθε περίοδο φωλιάσματος και αποτελείται από (1-) 2 (-3) ελαφρώς υποελλειπτικά, μη-γυαλιστερά αβγά, διαστάσεων 67,5 Χ 54,0 χιλιοστών. <ref>Harrison, p. 103</ref> Η επώαση, που γίνεται μόνο από το θηλυκό, ξεκινάει από το 1ο αβγό και διαρκεί 42 έως 44 (-45) ημέρες. Σε αντίθεση με τον [[Κραυγαετός|κραυγαετό]], ο [[καϊνισμός]] δεν είναι υποχρεωτικός και, υπάρχει μεγάλη πιθανότητα επιβίωσης και των 2 νεοσσών. Οι νεοσσοί πτερώνονται στις 60 ημέρες, περίπου και, το πρώτο πέταγμα γίνεται στις 63 έως 65 (-67) ημέρες, ενώ τα νεαρά πουλιά παραμένουν κοντά στη φωλιά για 3 εβδομάδες ακόμη. <ref>Harrison, p. 103</ref> Η σεξουαλική ωριμότητα επιτυγχάνεται στα 4 χρόνια, περίπου. <ref>planetofbirds.com</ref>

==Κατάσταση πληθυσμού==
==Κατάσταση πληθυσμού==
Το [[είδος]] είναι, τουλάχιστον για την [[Ευρώπη]], σπάνιο με τον συνολικό πληθυσμό να εκτιμάται σύμφωνα με την IUCN, περίπου στα 900 αναπαραγωγικά ζευγάρια (2004). Ειδικά για το ασιατικό τμήμα της [[Ρωσία]]ς, τα μέχρι στιγμής στοιχεία είναι ελάχιστα και αναξιόπιστα. Ο πληθυσμός έχει μειωθεί εδώ και δεκαετίες, καθώς οι κύριοι λόγοι είναι η καταστροφή των ενδιαιτημάτων και το κυνήγι. Ειδικά στην [[Ιταλία]], την [[Τουρκία]], και το [[Λίβανος|Λίβανο]], είναι πολύ συχνό φαινόμενο τα πυροβολημένα πουλιά κατά τη μετανάστευσή τους.<ref>12,0 12,1 European Species Action Plan for Greater Spotted Eagle (Aquila clanga). ec.europa.eu, 1996. (PDF) Kasutatud 6.04.2011</ref> Μεγάλο πρόβλημα στη συγκέντρωση ακριβών πληθυσμιακών στοιχείων, αποτελεί η δύσκολη διαφορική παρατήρηση σε σχέση με τον [[Κραυγαετός|Κραυγαετό]] (βλ. και Μορφολογία).
Παρά το μεγάλο εύρος κατανομής, ο στικταετός είναι τόσο σπάνιος και αραιά κατανεμημένος που οι αριθμοί του δεν είναι δυνατόν να υπολογισθούν με ακρίβεια. Επί πλέον, οι μικροί πληθυσμοί του φαίνεται να υποχωρούν περαιτέρω, λόγω της εκτεταμένης απώλειας των ενδιαιτημάτων του και τις συνεχείς διώξεις που υφίσταται. Στην [[Ευρώπη]], δυτικά των Ουραλίων, ο συνολικός πληθυσμός εκτιμάται σύμφωνα με την IUCN, περίπου στα 875 αναπαραγωγικά ζευγάρια, με τα περισσότερα στοιχεία στο ασιατικό τμήμα της [[Ρωσία]]ς, μέχρι στιγμής, να είναι ελάχιστα και αναξιόπιστα. Ο πληθυσμός έχει μειωθεί εδώ και δεκαετίες, καθώς οι κύριοι λόγοι είναι η καταστροφή των ενδιαιτημάτων και το παράνομο κυνήγι. Ειδικά στην [[Ιταλία]], την [[Τουρκία]], και τον [[Λίβανος|Λίβανο]], είναι πολύ συχνό φαινόμενο τα πυροβολημένα πουλιά κατά τη μετανάστευσή τους. <ref> 12,0 12,1 European Species Action Plan for Greater Spotted Eagle (Aquila clanga). ec.europa.eu, 1996. (PDF) Kasutatud 6.04.2011</ref>
*Μεγάλο πρόβλημα στη συγκέντρωση ακριβών πληθυσμικών στοιχείων, αποτελεί η δύσκολη διαφορική παρατήρηση σε σχέση με τον [[Κραυγαετός|κραυγαετό]] (βλ. και Μορφολογία). <ref>Ferguson-Lees & Christie, p. 730</ref>
Ένα από τα σημαντικότερα κράτη, όπου καταβάλλεται συστηματική προσπάθεια διατήρησης του είδους είναι η [[Εσθονία]] . <ref>"I ja II kaitsekategooriana kaitse alla võetavate liikide loetelu". www.riigiteataja.ee, Kasutatud 7.04.2011</ref> Τα περισσότερα ζευγάρια αναπαραγωγής βρίσκονται στη [[Ρωσία]] και ακολουθούν η [[Λευκορωσία ]] και η [[Ουκρανία]] . <ref>"Greater Spotted Eagle Aquila clanga". www.birdlife.org, Kasutatud 5.04.2011. (inglise)</ref>
===Κατάσταση στην Ελλάδα===
Παρά την έλλειψη επαρκών δεδομένων, φαίνεται ότι ο στικταετός ήταν πιο διαδεδομένος κατά τον 19ο αιώνα στην χώρα. Στην δεκαετία του ’80, ο ετήσιος μέσος όρος παρατήρησης ήταν μόλις 10-15 άτομα που, στη μεγάλη τους πλειοψηφία, ήσαν νεαρά άτομα. <ref>Handrinos G., (1987)</ref> Ακόμη και σήμερα, οι παρατηρούμενοι πληθυσμοί δεν ξεπερνούν τα 70-80 άτομα που, έστω κι έτσι, αποτελούν το 50% του διαχειμάζοντος πληθυσμού των Βαλκανίων, πλην Τουρκίας. <ref>Χανδρινός Γιώργος (Ι), σ. 267</ref>


Αποτελεί χειμερινό επισκέπτη (από Οκτώβριο μέχρι Μάρτιο) που, επειδή δεν φωλιάζει, είναι δύσκολο να παρατηρηθεί και να διερευνηθεί η συμπεριφορά του. Απαντά σε μεγάλους υγροτόπους της Κ. και Α. Μακεδονίας, Θράκης, Δ. Στερεάς και Ηπείρου. <ref>ΣΠΕΕ, σ. 254</ref><ref>RDB, p. 203</ref> Μάλιστα, είναι το μόνο είδος του γένους ''Aquila'' (τώρα ''Clanga''), που συχνάζει σε υγροτόπους. <ref>Handrinos & Akriotis, p. 139</ref> Σπάνια κατεβαίνει νοτιότερα φθάνοντας μέχρι την Κρήτη. <ref>Σφήκας, σ. 28</ref><ref>ΣΠΕΕ, σ. 254</ref><ref>RDB, p. 203</ref> Τα νεαρά άτομα, διαφόρων ηλικιών, αποτελούν την πλειονότητα των παρατηρουμένων ατόμων (ποσοστό 80%).<ref>Handrinos & Akriotis, p. 139</ref>
Ένα από τα σημαντικότερα κράτη, όπου καταβάλλεται συστηματική προσπάθεια διατήρησης του είδους είναι η [[Εσθονία]].<ref>"I ja II kaitsekategooriana kaitse alla võetavate liikide loetelu". www.riigiteataja.ee, Kasutatud 7.04.2011</ref> Τα περισσότερα ζευγάρια αναπαραγωγής βρίσκονται στη [[Ρωσία]] και ακολουθούν η [[Λευκορωσία]] και η [[Ουκρανία]].<ref>"Greater Spotted Eagle Aquila clanga". www.birdlife.org, Kasutatud 5.04.2011. (inglise)</ref>


Ο συνολικός, πολύ μικρός και έντονα κυμαινόμενος, αριθμός του πληθυσμού του, έχει κατατάξει τον στικταετό, ειδικά στην Ελλάδα, στην κατηγορία '''Κινδυνεύοντα EN [D] ''' είδη. <ref>Χανδρινός Γιώργος (Ι), σ. 266, 326</ref><ref>RDB, σ. 203</ref>
Για την [[Ελλάδα]], ο Στικταετός αποτελεί χειμερινό επισκέπτη (από Οκτώβριο μέχρι Μάρτιο), που επειδή δεν φωλιάζει, είναι δύσκολο να παρατηρηθεί και να διερευνηθεί η συμπεριφορά του. Στη δεκαετία του ’80, ο ετήσιος μέσος όρος παρατήρησης ήταν μόλις 10-15 άτομα που, στη μεγάλη τους πλειοψηφία, ήσαν νεαρά άτομα.<ref>Handrinos G., (1987)</ref> Γι’αυτό, ειδικά στην [[Ελλάδα]], έχει ενταχθεί στην κατηγορία Κινδυνεύοντα (Endangered E2).<ref>«Κόκκινο Βιβλίο», σ. 203</ref>
===Απειλές και μέτρα διαχείρισης===

Οι μεγαλύτεροι κίνδυνοι που αντιμετωπίζει ο στικταετός στην [[Ελλάδα]], είναι η [[λαθροθηρία]] και οι συνεχιζόμενες επεμβάσεις στους βιοτόπους του (αποξηράνσεις, αποψιλώσεις παραποταμίων και παραλιμνίων δασών). Άλλες απειλές είναι η ανθρώπινη όχληση, η δηλητηρίαση από μόλυβδο που εμπεριέχεται στα κυνηγετικά σκάγια και, πιθανόν, τα δηλητηριασμένα δολώματα. <ref>Χανδρινός Γιώργος (Ι), σ. 267</ref>
==Μέτρα προστασίας==
Οι μεγαλύτεροι κίνδυνοι που αντιμετωπίζει ο Στικταετός στην [[Ελλάδα]], είναι η [[λαθροθηρία]] και οι συνεχιζόμενες επεμβάσεις στους βιοτόπους του (αποξηράνσεις, αποψιλώσεις παραποταμίων και παραλιμνίων δασών).
Το κυνήγι του απαγορεύεται αυστηρά (Απόφαση 414985/1985 ΥΠΓΕ).<ref>«Κόκκινο Βιβλίο», σ. 204</ref>


Είναι απαραίτητη η λήψη μέτρων για την λαθροθηρία και η αυστηρή διαφύλαξη των υδροχαρών δασών στουυς υγροτόπους όπου συχνάζει, <ref>RDB, σ. 204</ref> ιδιαίτερα στον Έβρο, καθώς και η προστασία των χώρων τροφοληψίας. Επίσης, έλεγχος της χρήσης δηλητηριασμένων δολωμάτων και απαγόρευση της χρήσης σκαγίων μολύβδου στους υγρότοπους. <ref>Χανδρινός Γιώργος (Ι), σ. 267</ref>
*Το κυνήγι του απαγορεύεται αυστηρά (Απόφαση 414985/1985 ΥΠΓΕ). <ref>RDB, p. 204</ref> Είναι προστατευόμενο είδος και ολόκληρος ο πληθυσμός που διαχειμάζει στην Ελλάδα βρίσκεται μέσα σε περιοχές του δικτύου ΖΕΠ/Natura 2000. <ref>Χανδρινός Γιώργος (Ι), σ. 267</ref>
==Άλλες ονομασίες==
==Άλλες ονομασίες==
Στον ελλαδικό χώρο, ο Σταυραετός απαντάται και με τις ονομασίες Παρδαλός αετός, Φωνακλάς, Κράχτης.<ref>Απαλοδήμος, σ. 21</ref>
Στον ελλαδικό χώρο, ο Στικταετός απαντάται και με τις ονομασίες Φωνακλάς, Κράχτης <ref>Απαλοδήμος, σ. 21</ref> και Στοκτογεράκα. <ref>http://avibase.bsc-eoc.org/</ref>
== Σημειώσεις ==
<div style="font-size:90%">
'''i.''' {{Note_label|I|i|none}} Κάποιοι ερευνητές θεωρούν ότι το [[Γένος (βιολογία)|γένος]] ''Clanga'', ανήκει στην ξεχωριστή υποοικογένεια (Buteoninae). Όμως, δεν υπάρχουν ακόμη επαρκή στοιχεία για την τεκμηρίωση αυτής της ταξινόμησης, γι’αυτό ακολουθείται η κατά Howard & Moore και ITIS άποψη, που αποτελούν τις εγκυρότερες επιστημονικές πηγές.


'''ii.''' {{Note_label|I|ii|none}} Για την συγκεκριμένη απόδοση, βλ. Ονοματολογία.
==Παραπομπές==
==Παραπομπές==
{{Παραπομπές|2}}
{{Παραπομπές|30em}}

==Πηγές==
==Πηγές==
*Αλιβιζάτος, Χ., Γκούτνερ, Β., Ρήγας, Ι., Αθανασιάδης, Α. & Ζόγκαρης, Σ. 2006. ''Χειμερινή οικολογία του Στικταετού (Aquila clanga) στο Δέλτα Έβρου και στους υγροτόπους Αμβρακικού''. Πρακτικά 3ου Συνεδρίου Ελληνικής Οικολογικής Εταιρείας & Ελληνικής Ζωολογικής Εταιρείας, Ιωάννινα, σελ. 14-21.
{{wikispecies|Aquila clanga|Aquila clanga}}
*Alivizatos, H., Papandropoulos D., & Zogaris, S. 2004. ''Winter diet of the Greater Spotted Eagle (Aquila clanga) in the Amvrakikos wetlands, Greece''. Journal of Raptor Research 38:371-374.
{{commonscat}}
*Andreas J. Helbig, Ingrid Seibold, Annett Kocum, Dorit Liebers, Jessica Irwin, Ugis Bergmanis, Bernd U. Meyburg, Wolfgang Scheller, Michael Stubbe and Staffan Bensch: ''Genetic differentiation and hybridization between greater and lesser spotted eagles (Accipitriformes: Aquila clanga, A. pomarina''). Journal of Ornithology, Band 146, Heft 3, 2005: S. 226-234.
*Howard and Moore, ''Checklist of the Birds of the World'', 2001.
*Bishop, K. David (1999): ''Preliminary notes on some birds in Bhutan''. Forktail 15: 87-91. PDF fulltext
*Collin Harrison, ''Nests, Eggs and Nestlings Of British and European Birds'', Collins, 1988.
*Brazil, M. 2009. ''Birds of East Asia: eastern China, Taiwan, Korea, Japan, eastern Russia''. Christopher Helm, London.
*D. Forsman: ''The Raptors of Europe and the Middle East – A Handbook of Field Identification''. T & A D Poyser, London, 1999: S. 332–347
*del Hoyo, J.; Elliott, A.; Sargatal, J. 1994. ''Handbook of the Birds of the World, vol. 2: New World Vultures to Guineafowl''. Lynx Edicions, Barcelona, Spain.
*Ferguson-Lees, J. and Christie, D.A. 2001. ''Raptors of the world''. Christopher Helm, London.
*Handrinos, G. (1987): ''The significance of Greece for migrating and wintering raptors''. In “Rapaci mediterranei III”. Suppl. Ric. Biol. Selvaggina 12:99-113
*Helbig Andreas J., Ingrid Seibold, Annett Kocum, Dorit Liebers, Jessica Irwin, Ugis Bergmanis, Bernd U. Meyburg, Wolfgang Scheller, Michael Stubbe and Staffan Bensch: ''Genetic differentiation and hybridization between greater and lesser spotted eagles (Accipitriformes: Aquila clanga, A. pomarina)''. Journal of Ornithology, Band 146, Heft 3, 2005: S. 226-234.
*IUCN. 2013. IUCN Red List of Threatened Species (ver. 2013.2). Available at:http://www.iucnredlist.org. (Accessed: October 2015).
*Meyburg, Bernd-U.; Eichaker, Xavier; Meyburg, Christiane & Paillat, Patrick (1995): ''Migrations of an adult Spotted Eagle tracked by satellite''. Brit. Birds 88: 357-361. PDF fulltext
*Rich, T.D.; Beardmore, C.J.; Berlanga, H.; Blancher, P.J.; Bradstreet, M.S.W.; Butcher, G.S.; Demarest, D.W.; Dunn, E.H.; Hunter, W.C.; Inigo-Elias, E.E.; Martell, A.M.; Panjabi, A.O.; Pashley, D.N.; Rosenberg, K.V.; Rustay, C.M.; Wendt, J.S.; Will, T.C. 2004. ''Partners in flight: North American landbird conservation plan''. Cornell Lab of Ornithology, Ithaca, NY.
*Snow, D.W. and Perrins, C.M. 1998. ''The Birds of the Western Palearctic, Volume 1: Non-Passerines''. Oxford University Press, Oxford.
*Strix, 2012. ''Developing and testing the methodology for assessing and mapping the sensitivity of migratory birds to wind energy development''. BirdLife International, Cambridge.
*Väli, Ülo & Lõhmus, Asko (2000): ''The Greater Spotted Eagle and its conservation in Estonia''. Hirundo Supplement 3: 1-50. HTML abstract
*Väli, Ülo & Lõhmus, Asko (2004): ''Nestling characteristics and identification of the lesser spotted eagle Aquila pomarina, greater spotted eagle A. clanga, and their hybrids''. J. Ornithol. 145(3): 256-263. doi:10.1007/s10336-004-0028-7 PDF fulltext
*Väli, Ülo (2006): ''Mitochondrial DNA sequences support species status for the Indian Spotted Eagle Aquila hastata''. Bull. B.O.C. 126(3): 238-242. PDF fulltext
==Βιβλιογραφία==
*«Το Κόκκινο Βιβλίο των Απειλουμένων Σπονδυλοζώων της Ελλάδας» (RDB), Αθήνα 1992
*Bertel Bruun, ''Birds of Britain and Europe'', Hamlyn 1980.
*Bob Scott and Don Forrest, ''The Birdwatcher’s Key'', Frederick Warne & Co, 1979
*Christopher Perrins, ''Birds of Britain and Europe'', Collins 1987.
*Christopher Perrins, ''Birds of Britain and Europe'', Collins 1987.
*Bertel Bruun, ''Birds of Britain and Europe'', Hamlyn 1980.
*Colin Harrison & Alan Greensmith, ''Birds of the World'', Eyewitness Handbooks, London 1993
*Hermann Heinzel, RSR Fitter & John Parslow, ''Birds of Britain and Europe with North Africa and Middle East'', Collins, 1995
*Colin Harrison, ''Nests, Eggs and Nestlings Of British and European Birds'', Collins, 1988.
*Dennis Avon and Tony Tilford, ''Birds of Britain and Europe, a Guide in Photographs'', Blandford 1989
*Πάπυρος Λαρούς-Μπριτάνικα, τόμος 3 , λήμμα «Αετός»
*Detlef Singer, ''Field Guide to Birds of Britain and Northern Europe'', The Crowood Press, Swindon 1988
*Ιωάννη Όντρια, ''Πανίδα της Ελλάδας'', τόμος ''Πτηνά''.
*Enticott Jim and David Tipling: ''Photographic Handbook of the Seabirds of the World'', New Holland, 1998
*Γ. Χανδρινού-Α. Δημητρόπουλου, ''Αρπακτικά Πουλιά της Ελλάδας'', εκδόσεις Ευσταθιάδη, Αθήνα, 1982.
*Gray, Mary Taylor ''The Guide to Colorado Birds'', Westcliffe Publishers, 1998
*Handrinos, G. (1987): The significance of Greece for migrating and wintering raptors. In “Rapaci mediterranei III”. Suppl. Ric. Biol. Selvaggina 12:99-113
*Handrinos & Akriotis, ''The Birds of Greece'', Helm 1997
*Hermann Heinzel, RSR Fitter & John Parslow, Birds of Britain and Europe with North Africa and Middle East, Collins, 1995
*Howard and Moore, ''Checklist of the Birds of the World'', 2003.
*Jim Flegg, ''Field Guide to the Birds of Britain and Europe'', New Holland, London 1990
*Jobling, J. 1991. ''A dictionary of scientific bird names''. University Press, Oxford.
*Killian Mullarney, Lars Svensson, Dan Zetterström, Peter J. Grant, ''Τα Πουλιά της Ελλάδας Της Κύπρου και της Ευρώπης'', ΕΟΕ, 2007
*Killian Mullarney, Lars Svensson, Dan Zetterström, Peter J. Grant, ''Τα Πουλιά της Ελλάδας Της Κύπρου και της Ευρώπης'', Collins
*Linnaeus, Carolus (1758). ''Systema naturae per regna tria naturae, secundum classes, ordines, genera, species, cum characteribus, differentiis, synonymis, locis''. Tomus I. Editio decima, reformata (in Latin). Holmiae (Laurentii Salvii).
*Peter Colston and Philip Burton, ''Waders of Britain and Europe'', Hodder & Stoughton, 1988
*R. Grimmett, C. Inskipp, T. Inskipp, ''Birds of Nepal'', Helm 2000
*Rob Hume, RSPB ''Complete Birds of Britain and Europe'' DK, 2002
*Γ. Χανδρινός, Α. Δημητρόπουλος, ''Αρπακτικά Πουλιά της Ελλάδας'', Αθήνα 1982
*Valpy, Francis Edward Jackson, ''An Etymological Dictionary of the Latin Language''
*Βασίλη Κλεισούρα, ''Εργοφυσιολογία'', εκδ. Συμμετρία, Αθήνα 1990
*Γεωργίου Δ. Μπαμπινιώτη, ''Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας'', Αθήνα 2002
*Γιώργος Σφήκας, ''Πουλιά και Θηλαστικά της Κρήτης'', Ευσταθιάδης, 1989
*Γιώργος Σφήκας, ''Πουλιά και Θηλαστικά της Κύπρου'', Ευσταθιάδης, 1991
*Ιωάννη Όντρια (I), ''Πανίδα της Ελλάδας'', τόμος ''Πτηνά''.
*Ιωάννη Όντρια (II), ''Συστηματική Ζωολογία'', τεύχος 3.
*Ιωάννου Χατζημηνά, ''Επίτομος Φυσιολογία'', εκδ. Γρ. Παρισιάνου, Αθήνα 1979
*Ντίνου Απαλοδήμου, ''Λεξικό των ονομάτων των πουλιών της Ελλάδας'', 1988.
*Ντίνου Απαλοδήμου, ''Λεξικό των ονομάτων των πουλιών της Ελλάδας'', 1988.
*''Πάπυρος Λαρούς Μπριτάνικα'', εκδ. 1996 (ΠΛΜ)
*«Το Κόκκινο Βιβλίο των Απειλουμένων Σπονδυλοζώων της Ελλάδας, Αθήνα 1992»
*''Πάπυρος Λαρούς'', εκδ. 1963 (ΠΛ)
*Andreas J. Helbig, Ingrid Seibold, Annett Kocum, Dorit Liebers, Jessica Irwin, Ugis Bergmanis, Bernd U. Meyburg, Wolfgang Scheller, Michael Stubbe and Staffan Bensch: Genetic differentiation and hybridization between greater and lesser spotted eagles (Accipitriformes: Aquila clanga, A. pomarina). Journal of Ornithology, Band 146, Heft 3, 2005: S. 226-234.
*''Σημαντικές Περιοχές για τα Πουλιά της Ελλάδας'' (ΣΠΕΕ), ΕΟΕ 1994
*Bishop, K. David (1999): Preliminary notes on some birds in Bhutan. Forktail 15: 87-91. PDF fulltext
*Σταύρακας Λευτέρης & Σπύρος Σκαρέας: ''Τα πουλιά της Αττικής'', WildGreece Editions, 2015
*James Ferguson-Lees. "Raptors of the World", Houghton Mifflin Harcourt, 2001. ISBN 978-0618127627.
*Χανδρινός Γιώργος (Ι), «Το Κόκκινο Βιβλίο των Απειλουμένων Σπονδυλοζώων της Ελλάδας»
*D. Forsman: The Raptors of Europe and the Middle East – A Handbook of Field Identification. T & A D Poyser, London, 1999: S. 332–347

*Meyburg, Bernd-U.; Eichaker, Xavier; Meyburg, Christiane & Paillat, Patrick (1995): Migrations of an adult Spotted Eagle tracked by satellite. Brit. Birds 88: 357-361. PDF fulltext
{{Ενσωμάτωση κειμένου|de|Greater spotted eagle }}
*Väli, Ülo (2006): Mitochondrial DNA sequences support species status for the Indian Spotted Eagle Aquila hastata. Bull. B.O.C. 126(3): 238-242. PDF fulltext
*Väli, Ülo & Lõhmus, Asko (2000): The Greater Spotted Eagle and its conservation in Estonia. Hirundo Supplement 3: 1-50. HTML abstract
*Väli, Ülo & Lõhmus, Asko (2004): Nestling characteristics and identification of the lesser spotted eagle Aquila pomarina, greater spotted eagle A. clanga, and their hybrids. J. Ornithol. 145(3): 256-263. doi:10.1007/s10336-004-0028-7 PDF fulltext


{{Ενσωμάτωση κειμένου|de|Schelladler}}


[[Κατηγορία:Αετίδες]]
[[Κατηγορία:Αετίδες]]

Έκδοση από την 12:37, 1 Νοεμβρίου 2015

Στικταετός
Ενήλικος στικταετός
Ενήλικος στικταετός
Κατάσταση διατήρησης
Συστηματική ταξινόμηση
Βασίλειο: Ζώα (Animalia)
Συνομοταξία: Χορδωτά (Chordata)
Ομοταξία: Πτηνά (Aves)
Τάξη: Αετόμορφα (Accipitriformes)
Οικογένεια: Αετίδες (Accipitridae) Vigors, 1824
Υποοικογένεια: Αετίνες (Accipitrinae) [i] [1]
Γένος: Κλαγγός (Clanga) Adamowitz, 1858
Είδος: C. clanga
Διώνυμο
Clanga clanga (Κλαγγός ο γνήσιος) [ii]
(Pallas, 1811)

Ο Στικταετός είναι ημερόβιο αρπακτικό πτηνό, ένας από τους αετούς που απαντούν και στον ελλαδικό χώρο. Η επιστημονική ονομασία του είδους είναι Clanga clanga και δεν περιλαμβάνει υποείδη (μονοτυπικό) [2]

Τάση παγκόσμιου πληθυσμού

  • Καθοδική ↓ [3]

Ονοματολογία

Η επιστημονική ονομασία του γένους, Clanga, είναι εκλατινισμένη απόδοση της αρχαίας ελληνικής λέξης κλαγγός < κλαγγή «οξεία και διαπεραστική φωνή» < κλάγγω «θρηνώ, κράζω», [4] με αναφορά στην χαρακτηριστική φωνή του πτηνού.

Τόσο η ελληνική ονομασία του είδους, όσο και η αγγλική (Great Spotted Eagle), σχετίζονται άμεσα με το χαρακτηριστικό, έντονα κηλιδωτό πτέρωμα των νεαρών ατόμων (βλ. Μορφολογία).

Συστηματική ταξινομική

Το είδος περιγράφηκε από τον Γερμανό ζωολόγο και βοτανικό Π. Πάλας (Peter Simon Pallas, 1741 – 1811), ως Aquila Clanga (Ρωσία & Σιβηρία, 1811). Εμφανίζει προβληματική ταξινομική στο επίπεδο του γένους, καθόσον μέχρι το 2013, κατατασόταν στο Aquila, δηλαδή στους γνήσιους αετούς. Ωστόσο, μαζί με τον κραυγαετό, μεταφέρθηκαν στο Clanga, [5][6][7] χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η νέα κατάσταση είναι στατική, με τα διάφορα στοιχεία -κυρίως χρωμοσωμικά- να προκαλούν διαρκείς ανακατατάξεις.

Ο στικταετός έχει το είδος Αquila (Clanga) pomarina (κραυγαετό), ως τον πλησιέστερο συγγενή του. Ο κοινός τους πρόγονος φαίνεται να είχε εμφανιστεί γύρω στη μέση Πλειόκαινο Εποχή, από τους προγόνους του σημερινού Aquila (Clang) hastata, που ζει στο Ιράν, το Πακιστάν και την Ινδία. Αυτός ο «πρωτο-στικταετός» πιθανώς ζούσε στην ευρύτερη περιοχή του Αφγανιστάν, και διασπάστηκε σε έναν βόρειο και ένα νότιο κλάδο, όταν, τόσο οι παγετώνες όσο και οι έρημοι επικράτησαν στην Κ. Ασία όταν άρχισε η τελευταία εποχή των παγετώνων. Ο βόρειος κλάδος, με την σειρά του, διαχωρίστηκε σε ανατολικό (Aquila clanga) και δυτικό (Aquila pomarina) παρακλάδι του σήμερα, πιθανώς γύρω στην Πλειόκαινο-Πλειστόκαινο Εποχή. [8]

  • Τα δύο αυτά συγγενικά είδη, ως ομάδα, είναι αρκετά διαφορετικά από τα τυπικά μέλη του γένους Aquila, τους γνήσιους αετούς. Επί πλέον, νέα χρωμοσωμικά δεδομένα έχουν δείξει ότι δεν είναι αναπαραγωγικά απομονωμένα, δηλαδή μπορούν να αναπαραχθούν μεταξύ τους και να δώσουν υβριδικούς πληθυσμούς (ιδιαίτερα οι αρσενικοί κραυγαετοί με τους θηλυκούς στικταετούς). Μάλιστα, τέτοιοι πληθυσμοί πρέπει να υπάρχουν ήδη στη φύση, με τα θηλυκά υβρίδια να τείνουν να ζευγαρώνουν με αρσενικούς κραυγαετούς. [9][10]

Γεωγραφική εξάπλωση

Χάρτης εξάπλωσης του Clanga clanga
Πορτοκαλί = Καλοκαιρινές περιοχές αναπαραγωγής
Μπλέ = Περιοχές διαχείμασης

Ο στικταετός είναι πλήρως μεταναστευτικό είδος, που απαντά αποκλειστικά στον Παλαιό Κόσμο, (οικοζώνες: Παλαιαρκτική, Αφροτροπική και Ινδομαλαϊκή), ιδιαίτερα στην κεντρική και ανατολική Παλαιαρκτική. Η ζώνη αναπαραγωγής του έχει τα δυτικά της όρια, περίπου στην Πολωνία και, μέσω Λευκορωσίας, Εσθονία, Ρωσίας και όλης της Κ. Σιβηρίας, εκτείνεται μέχρι τις ακτές του Ειρηνικού, στο γεωγραφικό πλάτος της Βόρειας Κορέας, περίπου, όπου και είναι τα ανατολικά όριά της. Σε όλη αυτή τη ζώνη (μαζί με κάποιους θύλακες στο Καζακστάν), ο στικταετός έρχεται το καλοκαίρι για να αναπαραχθεί. Μερικά άτομα, ενδεχομένως, εξακολουθούν να αναπαράγονται σε Φινλανδία, Λετονία και Λιθουανία (βάση δεδομένων της λιθουανικής Ορνιθολογικής Εταιρείας το 1999), αν και αυτό δεν έχει επιβεβαιωθεί πρόσφατα. [11]

Μεταναστευτική συμπεριφορά

Κατά την διάρκεια του χειμώνα, ο στικταετός μεταναστεύει νότια και, ανάλογα με τις περιοχές αναπαραγωγής, διαχειμάζει σε μια ζώνη που εκτείνεται από τη νότιο Βαλκανική (προς δυσμάς) και φθάνει μέχρι την Θάλασσα της Κίνας (ανατολικά). Κυριότεροι ενδιάμεσοι σταθμοί διαχείμασης, είναι η Ελλάδα, η Μικρά Ασία, η Συρία, ο Κόλπος της Αραβίας, η Β. Ινδία, και η Ινδοκίνα. Διαχειμάζοντα πουλιά έχουν αναφερθεί επίσης στο Χονγκ Κονγκ (Κίνα).Προς νότον υπάρχουν περιοχές διαχείμασης στην Αιθιοπία, το Σουδάν και την Νιγηρία, ενώ, ακόμη νοτιότερα εμφανίζονται άτομα στην Κένυα και την Τανζανία. [12] Πάντως, παρά το ευρύ φάσμα κατανομής, ο στικταετός είναι πολύ περιορισμένος τοπικά, δύσκολος να παρατηρηθεί (συγχέεται εύκολα με τον κραυγαετό), με τους πληθυσμούς του να βαίνουν μειούμενοι.

  • Η παρακολούθηση ενός ενήλικου ατόμου με δορυφορικό αναμεταδότη, το 1993, προκειμένου να διερευνηθεί η μεταναστευτική οδός, έδειξε 5.526 χιλιόμετρα από την περιοχή διαχείμασης στην Υεμένη, μέχρι την περιοχή αναπαραγωγής στην Δ. Σιβηρία. Το πουλί ταξίδευε 150 χιλιόμετρα, κατά μέσον όρο κάθε ημέρα, αλλά αυτό αυξήθηκε σε 280 χιλιόμετρα ανά ημέρα, όταν πέταξε μέσα από τη Μεσοποταμία. [13]

Η μετανάστευση προς νότον διαρκεί από τον Σεπτέμβριο μέχρι το Νοέμβριο, ενώ η εαρινή επιστροφή από τον Φεβρουάριο μέχρι τον Απρίλιο. Οι στικταετοί πετάνε σε πολύ μικρές ομάδες, συνήθως των 3 ατόμων, ενώ στο Μπουτάν, έχουν παρατηρηθεί και ομάδες των 10 ατόμων. Οι περιοχές διέλευσης είναι ο Βόσπορος και η Ερυθρά Θάλασσα. [14] Συνήθως, εγκαταλείπει τα εδάφη αναπαραγωγής μετά τον κραυγαετό. [15]

Τυχαίοι, περιπλανώμενοι επισκέπτες έχουν αναφερθεί μεταξύ άλλων από την Ιρλανδία, το Ηνωμένο Βασίλειο, την Ολλανδία, την Πορτογαλία και την Κύπρο, το Καμερούν, το Τσαντ και την Λιβύη, το Μπαχρέιν την Ινδονησία και την Ιαπωνία. [16]

  • Στην Ελλάδα, ο στικταετός έρχεται μόνο για να διαχειμάσει [17] (Οκτώβριος-αρχέα Μαρτίου), [18] ή απλώς να διαβεί από την επικράτεια, [19] από τις περιοχές αναπαραγωγής της ΒΑ. Ευρώπης, και είναι εξαιρετικά σπάνιος σε περιοχές της κεντρικής και βόρειας χώρας (βλ. και Κατάσταση στην Ελλάδα). [20] Από την Κρήτη αναφέρεται ως διαβατικός μετανάστης επισκέπτης, [21] ενώ από την Κύπρο ως τυχαίος, περιπλανώμενος επισκέπτης. [22]

Βιότοπος

Στην Ευρασία, ο στικταετός είναι μη-κοινό είδος που, ανάλογα με την περιοχή αναπαραγωγής και διαχείμασης, κινείται ανάμεσα στη ζώνη των κωνοφόρων και τη στέπα. Η ύπαρξη νερού, όμως, χαρακτηρίζει πάντα την παρουσία του, γι’αυτό συχνάζει σε δασώδεις περιοχές που γειτνιάζουν με έλη, τενάγη, βαλτώδεις και πλημμυρισμένες περιοχές, λίμνες και ποτάμια. [23] Σε ανοικτές περιοχές, παρατηρείται μόνο κατά τη μετανάστευση. [24] Συνήθως, οι στικταετοί κινούνται μέχρι τα 300 μέτρα, αλλά στις ασιατικές περιοχές μπορεί να κυνηγάνε μέχρι τα 1700 μέτρα, ενώ έχουν παρατηρηθεί κατά τη μετανάστευση και μέχρι τα 3840 μέτρα (Ιράν, Νεπάλ). [25][26]

  • Στην Ελλάδα, ο στικταετός διαχειμάζει αποκλειστικά σε παράκτιους ή ηπειρωτικούς υγροτόπους με αφθονία τροφής και συστάδες δένδρων ή δάση, απαραίτητα για να κουρνιάζει. [27][28] Ειδικά στην περιοχή του Έβρου, οι στικταετοί κουρνιάζουν σε πεύκα, περίπου 40 χιλιόμετρα μακριά από τις θέσεις αναζήτησης τροφής. [29]

Μορφολογία

Ενήλικος στικταετός εν πτήσει (κοιλιακή όψη)

Ο στικταετός είναι μεσαίου μεγέθους αετός, που χαρακτηρίζεται από σχετική δυσαρμονία στις αναλογίες του, με την κοντή, στρογγυλεμένη ουρά που διαθέτει. [30] Σε γενικές γραμμές είναι παρόμοιος στην εμφάνιση με τον κοντινό συγγενή του κραυγαετό, με τον οποίο μάλιστα, μοιράζεται μέρος της επικράτειάς του. Το -σχετικά μικρό για έναν αετό- κεφάλι και τα καλυπτήρια φτερά είναι πολύ σκούρα καφέ, με κάποια πορφυρή μεταλλική ανταύγεια στην περιοχή των ώμων, [31] ερχόμενα σε αντίθεση με τα πιο ανοικτόχρωμα ερετικά φτερά. Η κάτω επιφάνεια των ερετικών φτερών έχει πυκνές, σκούρες «μπάρες» που καθίστανται πιο αχνές στην άκρη, αλλά κάποια άτομα δεν τις διαθέτουν καν. [32]

  • Το ύψος της ρινοθήκης, μπροστά από το κήρωμα είναι μικρότερο από 1,7 εκατοστά (μεγαλύτερο στον κραυγαετό. [33]
  • Ο κραυγαετός έχει πιο ανοιχτόχρωμο κεφάλι και καλυπτήρια, αλλά οι ομοιότητα με τον στικταετό, συχνά οδηγεί σε λανθασμένη αναγνώρισή τους, με αποτέλεσμα να υπάρχουν σφάλματα στην καταγραφή των πληθυσμών τους. Αυτό περιπλέκεται περαιτέρω από περιστασιακούς υβριδισμούς μεταξύ των δύο ειδών (βλ. και Συστηματική Ταξινομική).

Η άνω επιφάνεια της ουράς εμφανίζει, κάποιες φορές, λευκή απόχρωση στην περιοχή του ουροπυγίου, σχήματος V, [34][35][36] προσφέροντας ένα σημαντικό διαγνωστικό στοιχείο κατά την ραχιαία παρατήρηση του πτηνού. Επίσης, ένα (1) ή -σπανιότερα- δύο λευκά σημάδια, ημισεληνοειδούς σχήματος, ή κόμματος (‘comma’) μπορεί να υπάρχουν στο κάτω μέρος της πτέρυγας, στην βάση των εξωτερικών πρωτευόντων ερετικών φτερών. [37]

Πολύ πιο σπάνια, εμφανίζεται μία ελαφρά χρωματική «παραλλαγή», που έχει πάρει την ονομασία fulvescens. Σ’αυτήν, το κεφάλι και το γενικότερο παρουσιαστικό έχουν κρεμ ή ανοικτό κοκκινωπό χρώμα, εκτός από τα σκουρότερα πρωτεύοντα και δευτερεύοντα ερετικά φτερά. [38] Απαντά κυρίως στο δυτικό τμήμα του φάσματος κατανομής. [39]

Οι ταρσοί είναι φουντωτά πτερωμένοι (bushy ‘trousers’ [40]), ενώ το κήρωμα και τα πόδια είναι κίτρινα. [41] Η ίριδα είναι καφέ και το ράμφος μαύρο, εκτός από τη βάση του που έχει γκρίζο χρώμα. Τα ρουθούνια, όπως και στον κραυγαετό, είναι στρογγυλά. [42][43] Τα φύλα είναι όμοια στην μορφολογία, αλλά τα θηλυκά είναι αρκετά βαρύτερα από τα αρσενικά.

Νεαρός στικταετός με τα χαρακτηριστικά λευκά σημάδια στα καλυπτήρια των πτερύγων

Τα νεαρά άτομα, αποτελούν ξεχωριστή περίπτωση, καθόσον διαθέτουν έντονες ασπροκίτρινες κηλίδες στο πάνω μέρος του πτερώματός τους, στοιχείο που τα διαφοροποιεί έντονα από τα ενήλικα άτομα. Αυτές οι «κηλίδες», η μία δίπλα στην άλλη, σχηματίζουν σειρές-γραμμές [44] σε όλη την επιφάνεια των καλυπτηρίων των πτερύγων, ιδιαίτερα ορατές όταν το πουλί τις έχει κλειστές. [45] Μερικές, μάλιστα, βρίσκονται και στην περιοχή του κεφαλιού και του τραχήλου σε κάποια άτομα. [46] Επίσης η λευκή περιοχή στο ουροπύγιο είναι πλατύτερη από των ενηλίκων. [47] Τα νεαρά πουλιά αποκτούν το πλήρες πτέρωμα των ενηλίκων στα τέσσερα χρόνια, περίπου. [48]

Βιομετρικά στοιχεία

  • Μήκος σώματος: (59-) 65 έως 72 (-74) εκατοστά
  • Άνοιγμα πτερύγων: (153-) 160 έως 177 (-182) εκατοστά
  • Μήκος χορδής πτέρυγας: ♂ 48 έως 52 εκατοστά, ♀ 51 έως 54 εκατοστά
  • Μήκος ουράς: ♂ 23 έως 25 εκατοστά, ♀ 23,5 έως 27 εκατοστά
  • Μήκος ταρσού: ♂ 9,7 έως 10,5 εκατοστά, ♀ 9,6 έως 10,9 εκατοστά
  • Βάρος: ♂ (1.600-) 1.650-1.950 γραμμάρια, ♀ 1.750-2.500 (-3.200) γραμμάρια

Πηγές: [49][50][51][52][53][54][55][56][57][58][59] [60][61]

Τροφή

Στους τόπους αναπαραγωγής, η διατροφή αποτελείται κυρίως από μικρά έως μεσαίου μεγέθους θηλαστικά (κυρίως τρωκτικά) και πτηνά, με τα αμφίβια και τα ερπετά (σαύρες και φίδια) να ακολουθούν. Σπανιότερα επιτίθεται σε μικρά ψάρια, έντομα, ή στρέφεται σε θνησιμαία. Κατά την χειμερινή περίοδο, η κύρια μορφή τροφής ανάλογα με την τοποθεσία, περιλαμβάνει έντομα όπως ακρίδες και τερμίτες, θνησιμαία ή σε υγρότοπους και μικρά υδρόβια πτηνά. Επίσης επιτίθεται σε μεγάλα πουλιά, όταν αυτά είναι τραυματισμένα ή ασθενικά, όπως σε πάπιες και ερωδιούς. [62]

Γενικά, η διατροφή του στικταετού είναι παρόμοια με εκείνη του κραυγαετού, αλλά με λίγο μεγαλύτερα θηράματα (μέχρι 250 γραμμάρια) και περισσότερα πουλιά. Στην Ρωσία, επικρατούν τα τρωκτικά των γενών Arvicola και Microtus, ενώ στην Ινδία οι βάτραχοι, οι φαλαρίδες και υδρόβια πτηνά. Όπως συμβαίνει και με άλλα αετόμορφα, προσελκύεται από τις πυρκαγιές για να συλλαμβάνει τα σμήνη ακριδών που πετάνε για να σωθούν. [63]

  • Στην Ελλάδα, ο στικταετός τρέφεται κυρίως με βατράχια, μικρά θηλαστικά, πουλιά τραυματισμένα από κυνηγούς ή νεκρά, πιο σπάνια με μεγάλα έντομα και άλλα σπονδυλόζωα, [64] καθώς και θνησιμαία. [65][66]

Τεχνικές θήρευσης

Ο ευρωπαϊκός νεροποντικός (Arvicola ampibius) είναι από τα αγαπημένα εδέσματα του στικταετού

Ο στικταετός κυνηγάει σε βάλτους και υγρά λιβάδια, καθώς και κατά μήκος των παρακείμενων ποταμών, συνήθως μόνος. Προτιμάει να ερευνά το έδαφος περπατώντας και, όχι από κρυψώνα όπως ο κραυγαετός. Όταν κάνει εναέρια έρευνα, γυροπετάει σε κύκλους (soaring), από σχετικά χαμηλό ύψος και, μετά τον εντοπισμό του θηράματος, κάνει κάθετη εφόρμηση. Σε περίπτωση που η λεία είναι καλοβατικά πτηνά, τότε προσπαθεί να διασπάσει τον όγκο τους με διαδοχικές «βουτιές» και, κατόπιν, διαλέγει ένα απομονωμένο άτομο και τού επιτίθεται.

Αν και έχει τη δυνατότητα σύλληψης γρήγορων θηραμάτων, προτιμάει συνήθως τα πιο αργοκίνητα, όπως λ.χ. τις πάπιες. [67] Επίσης, κλεπτοπαρασιτεί αρκετά συχνά. [68]

Ηθολογία

Ο στικταετός είναι, γενικά, μοναχικό πτηνό ή σχηματίζει ζευγάρια. Κατά την μετανάστευση είναι, επίσης, μοναχικός ή ταξιδεύει σε ομάδες των 2-3 ατόμων, σπανιότερα σε σμήνη. Όμως, στις περιοχές διαχείμασης είναι πιο κοινωνικός και μικρά κοπάδια μέχρι και δέκα ατόμων διαφόρων ηλικιών δημιουργούνται, και περιπολούν από κοινού το έδαφος. Έχουν αναφερθεί μεγάλες συναθροίσεις, όταν επιτίθενται σε σμήνη ακρίδων, τον Νοέμβριο στην ΒΑ. Αφρική. [69] Μπορούν επίσης να ενωθούν με άλλα αετόμορφα, όπως Milvus sp. ή Αquila nipalensis. [70]

Πτήση

Οι πτέρυγες του στικταετού διατηρούνται ίσιες κατά την πτήση όταν γυροπετάει, αλλά οι άκρες τους είναι ελαφρά γερμένες προς τα κάτω στο ύψος των καρπικών αρθρώσεων, όταν πλανάρει (gliding). [71] Τα φτεροκοπήματα είναι μάλλον ασθενικά και, από μικρή απόσταση, διακρίνονται 7 «δάκτυλα» (ακραία πρωτεύοντα ερετικά φτερά), αντί για 6 στον κραυγαετό. [72] Το πέταγμά του είναι πιο βαρύ και «νωθρό» από του κραυγαετού. [73]

Φωνή

Ο στικταετός είναι ιδιαίτερα φωνητικό είδος, κυρίως όταν αναπαράγεται και όταν σχηματίζει μικρές ομάδες. Το κάλεσμά του μοιάζει με εκείνο του κραυγαετού είναι όμως λιγότερο υψίσυχνο και μοιάζει λίγο με λεπτό «γάβγισμα» κουταβιού (sic). [74][75]

Αναπαραγωγή

Φωλιά

Ο στικταετός καταφθάνει στις περιοχές αναπαραγωγής στα μέσα της άνοιξης, περίπου, και η αναζήτηση ταιριού αρχίζει αμέσως. Η φωλιά που κατασκευάζεται με ξερόκλαδα, πάνω σε φυλλοβόλα δέντρα -σπάνια σε κωνοφόρα- συνήθως στα δασοόρια, έχει διάμετρο μεταξύ 70 και 110 εκατοστών και βάθος 1 μέτρο, [76] είναι δηλαδή σχετικά μικρή για το μέγεθος του πτηνού. [77] Ωστόσο, οι φωλιές χρησιμοποιούνται, συχνά, περισσότερο από μία φορά οπότε μπορεί να φθάσουν σε ύψη έως 150 εκατοστά με την συνεχή προσθήκη υλικών. Συνήθως τις κατασκευάζουν οι ίδιοι οι γονείς, αλλά μπορεί να χρησιμοποιήσουν και τις φωλιές άλλων πουλιών, όπως πελαργών ή γερακιών. [78] Το υλικό επίστρωσης είναι χορτάρι και πράσινα κλαδιά, που επαναπροστίθενται κατά την επώαση. Βρίσκονται σε ύψος 5-25 μ. (συνήθως 8-12 μ.) από το έδαφος, στην κορυφή των δένδρων ή κοντά σε αυτήν. [79] Ωστόσο, ελλείψει δένδρων, τις κατασκευάζουν σε χαμηλούς θάμνους ενώ, στην Σιβηρική στέπα, σε χαμηλές ιτιές. [80]

Ενήλικος στικταετός (κοιλιακή όψη)

Ωοτοκία

Η γέννα πραγματοποιείται συνήθως στις αρχές μέχρι τα μέσα Μαΐου, σπάνια στα τέλη Απριλίου, αν και στο Πακιστάν φωλιάζει από τον Νοέμβριο μέχρι τον Μάρτιο. Η ωοτοκία πραγματοποιείται άπαξ σε κάθε περίοδο φωλιάσματος και αποτελείται από (1-) 2 (-3) ελαφρώς υποελλειπτικά, μη-γυαλιστερά αβγά, διαστάσεων 67,5 Χ 54,0 χιλιοστών. [81] Η επώαση, που γίνεται μόνο από το θηλυκό, ξεκινάει από το 1ο αβγό και διαρκεί 42 έως 44 (-45) ημέρες. Σε αντίθεση με τον κραυγαετό, ο καϊνισμός δεν είναι υποχρεωτικός και, υπάρχει μεγάλη πιθανότητα επιβίωσης και των 2 νεοσσών. Οι νεοσσοί πτερώνονται στις 60 ημέρες, περίπου και, το πρώτο πέταγμα γίνεται στις 63 έως 65 (-67) ημέρες, ενώ τα νεαρά πουλιά παραμένουν κοντά στη φωλιά για 3 εβδομάδες ακόμη. [82] Η σεξουαλική ωριμότητα επιτυγχάνεται στα 4 χρόνια, περίπου. [83]

Κατάσταση πληθυσμού

Παρά το μεγάλο εύρος κατανομής, ο στικταετός είναι τόσο σπάνιος και αραιά κατανεμημένος που οι αριθμοί του δεν είναι δυνατόν να υπολογισθούν με ακρίβεια. Επί πλέον, οι μικροί πληθυσμοί του φαίνεται να υποχωρούν περαιτέρω, λόγω της εκτεταμένης απώλειας των ενδιαιτημάτων του και τις συνεχείς διώξεις που υφίσταται. Στην Ευρώπη, δυτικά των Ουραλίων, ο συνολικός πληθυσμός εκτιμάται σύμφωνα με την IUCN, περίπου στα 875 αναπαραγωγικά ζευγάρια, με τα περισσότερα στοιχεία στο ασιατικό τμήμα της Ρωσίας, μέχρι στιγμής, να είναι ελάχιστα και αναξιόπιστα. Ο πληθυσμός έχει μειωθεί εδώ και δεκαετίες, καθώς οι κύριοι λόγοι είναι η καταστροφή των ενδιαιτημάτων και το παράνομο κυνήγι. Ειδικά στην Ιταλία, την Τουρκία, και τον Λίβανο, είναι πολύ συχνό φαινόμενο τα πυροβολημένα πουλιά κατά τη μετανάστευσή τους. [84]

  • Μεγάλο πρόβλημα στη συγκέντρωση ακριβών πληθυσμικών στοιχείων, αποτελεί η δύσκολη διαφορική παρατήρηση σε σχέση με τον κραυγαετό (βλ. και Μορφολογία). [85]

Ένα από τα σημαντικότερα κράτη, όπου καταβάλλεται συστηματική προσπάθεια διατήρησης του είδους είναι η Εσθονία . [86] Τα περισσότερα ζευγάρια αναπαραγωγής βρίσκονται στη Ρωσία και ακολουθούν η Λευκορωσία και η Ουκρανία . [87]

Κατάσταση στην Ελλάδα

Παρά την έλλειψη επαρκών δεδομένων, φαίνεται ότι ο στικταετός ήταν πιο διαδεδομένος κατά τον 19ο αιώνα στην χώρα. Στην δεκαετία του ’80, ο ετήσιος μέσος όρος παρατήρησης ήταν μόλις 10-15 άτομα που, στη μεγάλη τους πλειοψηφία, ήσαν νεαρά άτομα. [88] Ακόμη και σήμερα, οι παρατηρούμενοι πληθυσμοί δεν ξεπερνούν τα 70-80 άτομα που, έστω κι έτσι, αποτελούν το 50% του διαχειμάζοντος πληθυσμού των Βαλκανίων, πλην Τουρκίας. [89]

Αποτελεί χειμερινό επισκέπτη (από Οκτώβριο μέχρι Μάρτιο) που, επειδή δεν φωλιάζει, είναι δύσκολο να παρατηρηθεί και να διερευνηθεί η συμπεριφορά του. Απαντά σε μεγάλους υγροτόπους της Κ. και Α. Μακεδονίας, Θράκης, Δ. Στερεάς και Ηπείρου. [90][91] Μάλιστα, είναι το μόνο είδος του γένους Aquila (τώρα Clanga), που συχνάζει σε υγροτόπους. [92] Σπάνια κατεβαίνει νοτιότερα φθάνοντας μέχρι την Κρήτη. [93][94][95] Τα νεαρά άτομα, διαφόρων ηλικιών, αποτελούν την πλειονότητα των παρατηρουμένων ατόμων (ποσοστό 80%).[96]

Ο συνολικός, πολύ μικρός και έντονα κυμαινόμενος, αριθμός του πληθυσμού του, έχει κατατάξει τον στικταετό, ειδικά στην Ελλάδα, στην κατηγορία Κινδυνεύοντα EN [D] είδη. [97][98]

Απειλές και μέτρα διαχείρισης

Οι μεγαλύτεροι κίνδυνοι που αντιμετωπίζει ο στικταετός στην Ελλάδα, είναι η λαθροθηρία και οι συνεχιζόμενες επεμβάσεις στους βιοτόπους του (αποξηράνσεις, αποψιλώσεις παραποταμίων και παραλιμνίων δασών). Άλλες απειλές είναι η ανθρώπινη όχληση, η δηλητηρίαση από μόλυβδο που εμπεριέχεται στα κυνηγετικά σκάγια και, πιθανόν, τα δηλητηριασμένα δολώματα. [99]

Είναι απαραίτητη η λήψη μέτρων για την λαθροθηρία και η αυστηρή διαφύλαξη των υδροχαρών δασών στουυς υγροτόπους όπου συχνάζει, [100] ιδιαίτερα στον Έβρο, καθώς και η προστασία των χώρων τροφοληψίας. Επίσης, έλεγχος της χρήσης δηλητηριασμένων δολωμάτων και απαγόρευση της χρήσης σκαγίων μολύβδου στους υγρότοπους. [101]

  • Το κυνήγι του απαγορεύεται αυστηρά (Απόφαση 414985/1985 ΥΠΓΕ). [102] Είναι προστατευόμενο είδος και ολόκληρος ο πληθυσμός που διαχειμάζει στην Ελλάδα βρίσκεται μέσα σε περιοχές του δικτύου ΖΕΠ/Natura 2000. [103]

Άλλες ονομασίες

Στον ελλαδικό χώρο, ο Στικταετός απαντάται και με τις ονομασίες Φωνακλάς, Κράχτης [104] και Στοκτογεράκα. [105]

Σημειώσεις

i. ^ Κάποιοι ερευνητές θεωρούν ότι το γένος Clanga, ανήκει στην ξεχωριστή υποοικογένεια (Buteoninae). Όμως, δεν υπάρχουν ακόμη επαρκή στοιχεία για την τεκμηρίωση αυτής της ταξινόμησης, γι’αυτό ακολουθείται η κατά Howard & Moore και ITIS άποψη, που αποτελούν τις εγκυρότερες επιστημονικές πηγές.

ii. ^ Για την συγκεκριμένη απόδοση, βλ. Ονοματολογία.

Παραπομπές

  1. Howard & Moore, p. 98
  2. Howard and Moore, p. 112
  3. http://www.iucnredlist.org/details/full/22696027/0
  4. ΠΛΜ, 34:426
  5. Howard & Moore, 4th ed.
  6. Avibase
  7. HBW(on line)
  8. Väli
  9. Helbig et al
  10. Väli & Lõhmus, 2004
  11. http://www.iucnredlist.org/details/full/22696027/0
  12. planetofbirds.com
  13. Meyburg et al
  14. Ferguson-Lees & Christie, p. 727
  15. http://www.hbw.com/species/greater-spotted-eagle-clanga-clanga
  16. http://www.iucnredlist.org/details/full/22696027/0
  17. ΣΠΕΕ, σ. 254
  18. RDB, p. 203
  19. Όντρια (Ι), σ. 79
  20. Χανδρινός & Δημητρόπουλος, σ. 104
  21. Σφήκας, σ. 28
  22. Σφήκας, σ. 24
  23. Όντρια, σ. 79
  24. Heinzel et al, p.
  25. Ferguson-Lees & Christie
  26. Grimmett et al, p. 132
  27. RDB, p. 203
  28. Handrinos & Akriotis, p. 139
  29. Handrinos & Akriotis, p. 139
  30. Bruun, p. 74
  31. Χανδρινός & Δημητρόπουλος, σ. 104
  32. Mullarney et al, p. 96
  33. Όντρια (Ι), σ. 79
  34. Heinzel et al, p. 98
  35. Bruun, p. 74
  36. Flegg, p. 90
  37. Mullarney et al, p. 96
  38. Heinzel et al, p.
  39. Ferguson-Lees & Christie, p. 730
  40. Mullarney et al, p. 96
  41. Χανδρινός & Δημητρόπουλος, σ. 104
  42. Mullarney et al, p. 96
  43. Όντρια (Ι), σ. 79
  44. Χανδρινός & Δημητρόπουλος, σ. 104
  45. Flegg, p. 90
  46. Mullarney et al, p. 96
  47. Heinzel et al, p. 98
  48. Forsman
  49. Ferguson-Lees & Christie, p. 730
  50. Grimmett et al, p. 132
  51. Mullarney et al, p. 96
  52. Flegg, p. 90
  53. Heinzel et al, p. 98
  54. Perrins, p. 90
  55. Bruun, p. 74
  56. Όντρια (Ι), σ. 79
  57. Scott & Forrest, p. 58
  58. http://www.ibercajalav.net
  59. planetofbirds.com
  60. ΠΛΜ, 3:162
  61. Χανδρινός & Δημητρόπουλος, σ. 104, 185
  62. Χανδρινός & Δημητρόπουλος, σ. 104
  63. Ferguson-Lees & Christie, p. 730
  64. Alivizatos et al, 2004 & 2006
  65. RDB, p. 204
  66. Handrinos & Akriotis, p. 139
  67. Χανδρινός & Δημητρόπουλος, σ. 104
  68. Ferguson-Lees & Christie, p. 730
  69. Ferguson-Lees & Christie, p. 730
  70. Bishop
  71. Heinzel et al, p.
  72. Bruun, p. 74
  73. Χανδρινός & Δημητρόπουλος, σ. 104
  74. Flegg, p. 90
  75. Ferguson-Lees & Christie, σ. 730
  76. Ferguson-Lees & Christie, p. 730
  77. Harrison, p. 103
  78. redbook.minpriroda.by, Kasutatud 8.04.2011. (vene)
  79. Ferguson-Lees & Christie, p. 730
  80. Ferguson-Lees & Christie, p. 730
  81. Harrison, p. 103
  82. Harrison, p. 103
  83. planetofbirds.com
  84. 12,0 12,1 European Species Action Plan for Greater Spotted Eagle (Aquila clanga). ec.europa.eu, 1996. (PDF) Kasutatud 6.04.2011
  85. Ferguson-Lees & Christie, p. 730
  86. "I ja II kaitsekategooriana kaitse alla võetavate liikide loetelu". www.riigiteataja.ee, Kasutatud 7.04.2011
  87. "Greater Spotted Eagle Aquila clanga". www.birdlife.org, Kasutatud 5.04.2011. (inglise)
  88. Handrinos G., (1987)
  89. Χανδρινός Γιώργος (Ι), σ. 267
  90. ΣΠΕΕ, σ. 254
  91. RDB, p. 203
  92. Handrinos & Akriotis, p. 139
  93. Σφήκας, σ. 28
  94. ΣΠΕΕ, σ. 254
  95. RDB, p. 203
  96. Handrinos & Akriotis, p. 139
  97. Χανδρινός Γιώργος (Ι), σ. 266, 326
  98. RDB, σ. 203
  99. Χανδρινός Γιώργος (Ι), σ. 267
  100. RDB, σ. 204
  101. Χανδρινός Γιώργος (Ι), σ. 267
  102. RDB, p. 204
  103. Χανδρινός Γιώργος (Ι), σ. 267
  104. Απαλοδήμος, σ. 21
  105. http://avibase.bsc-eoc.org/

Πηγές

  • Αλιβιζάτος, Χ., Γκούτνερ, Β., Ρήγας, Ι., Αθανασιάδης, Α. & Ζόγκαρης, Σ. 2006. Χειμερινή οικολογία του Στικταετού (Aquila clanga) στο Δέλτα Έβρου και στους υγροτόπους Αμβρακικού. Πρακτικά 3ου Συνεδρίου Ελληνικής Οικολογικής Εταιρείας & Ελληνικής Ζωολογικής Εταιρείας, Ιωάννινα, σελ. 14-21.
  • Alivizatos, H., Papandropoulos D., & Zogaris, S. 2004. Winter diet of the Greater Spotted Eagle (Aquila clanga) in the Amvrakikos wetlands, Greece. Journal of Raptor Research 38:371-374.
  • Andreas J. Helbig, Ingrid Seibold, Annett Kocum, Dorit Liebers, Jessica Irwin, Ugis Bergmanis, Bernd U. Meyburg, Wolfgang Scheller, Michael Stubbe and Staffan Bensch: Genetic differentiation and hybridization between greater and lesser spotted eagles (Accipitriformes: Aquila clanga, A. pomarina). Journal of Ornithology, Band 146, Heft 3, 2005: S. 226-234.
  • Bishop, K. David (1999): Preliminary notes on some birds in Bhutan. Forktail 15: 87-91. PDF fulltext
  • Brazil, M. 2009. Birds of East Asia: eastern China, Taiwan, Korea, Japan, eastern Russia. Christopher Helm, London.
  • D. Forsman: The Raptors of Europe and the Middle East – A Handbook of Field Identification. T & A D Poyser, London, 1999: S. 332–347
  • del Hoyo, J.; Elliott, A.; Sargatal, J. 1994. Handbook of the Birds of the World, vol. 2: New World Vultures to Guineafowl. Lynx Edicions, Barcelona, Spain.
  • Ferguson-Lees, J. and Christie, D.A. 2001. Raptors of the world. Christopher Helm, London.
  • Handrinos, G. (1987): The significance of Greece for migrating and wintering raptors. In “Rapaci mediterranei III”. Suppl. Ric. Biol. Selvaggina 12:99-113
  • Helbig Andreas J., Ingrid Seibold, Annett Kocum, Dorit Liebers, Jessica Irwin, Ugis Bergmanis, Bernd U. Meyburg, Wolfgang Scheller, Michael Stubbe and Staffan Bensch: Genetic differentiation and hybridization between greater and lesser spotted eagles (Accipitriformes: Aquila clanga, A. pomarina). Journal of Ornithology, Band 146, Heft 3, 2005: S. 226-234.
  • IUCN. 2013. IUCN Red List of Threatened Species (ver. 2013.2). Available at:http://www.iucnredlist.org. (Accessed: October 2015).
  • Meyburg, Bernd-U.; Eichaker, Xavier; Meyburg, Christiane & Paillat, Patrick (1995): Migrations of an adult Spotted Eagle tracked by satellite. Brit. Birds 88: 357-361. PDF fulltext
  • Rich, T.D.; Beardmore, C.J.; Berlanga, H.; Blancher, P.J.; Bradstreet, M.S.W.; Butcher, G.S.; Demarest, D.W.; Dunn, E.H.; Hunter, W.C.; Inigo-Elias, E.E.; Martell, A.M.; Panjabi, A.O.; Pashley, D.N.; Rosenberg, K.V.; Rustay, C.M.; Wendt, J.S.; Will, T.C. 2004. Partners in flight: North American landbird conservation plan. Cornell Lab of Ornithology, Ithaca, NY.
  • Snow, D.W. and Perrins, C.M. 1998. The Birds of the Western Palearctic, Volume 1: Non-Passerines. Oxford University Press, Oxford.
  • Strix, 2012. Developing and testing the methodology for assessing and mapping the sensitivity of migratory birds to wind energy development. BirdLife International, Cambridge.
  • Väli, Ülo & Lõhmus, Asko (2000): The Greater Spotted Eagle and its conservation in Estonia. Hirundo Supplement 3: 1-50. HTML abstract
  • Väli, Ülo & Lõhmus, Asko (2004): Nestling characteristics and identification of the lesser spotted eagle Aquila pomarina, greater spotted eagle A. clanga, and their hybrids. J. Ornithol. 145(3): 256-263. doi:10.1007/s10336-004-0028-7 PDF fulltext
  • Väli, Ülo (2006): Mitochondrial DNA sequences support species status for the Indian Spotted Eagle Aquila hastata. Bull. B.O.C. 126(3): 238-242. PDF fulltext

Βιβλιογραφία

  • «Το Κόκκινο Βιβλίο των Απειλουμένων Σπονδυλοζώων της Ελλάδας» (RDB), Αθήνα 1992
  • Bertel Bruun, Birds of Britain and Europe, Hamlyn 1980.
  • Bob Scott and Don Forrest, The Birdwatcher’s Key, Frederick Warne & Co, 1979
  • Christopher Perrins, Birds of Britain and Europe, Collins 1987.
  • Colin Harrison & Alan Greensmith, Birds of the World, Eyewitness Handbooks, London 1993
  • Colin Harrison, Nests, Eggs and Nestlings Of British and European Birds, Collins, 1988.
  • Dennis Avon and Tony Tilford, Birds of Britain and Europe, a Guide in Photographs, Blandford 1989
  • Detlef Singer, Field Guide to Birds of Britain and Northern Europe, The Crowood Press, Swindon 1988
  • Enticott Jim and David Tipling: Photographic Handbook of the Seabirds of the World, New Holland, 1998
  • Gray, Mary Taylor The Guide to Colorado Birds, Westcliffe Publishers, 1998
  • Handrinos & Akriotis, The Birds of Greece, Helm 1997
  • Hermann Heinzel, RSR Fitter & John Parslow, Birds of Britain and Europe with North Africa and Middle East, Collins, 1995
  • Howard and Moore, Checklist of the Birds of the World, 2003.
  • Jim Flegg, Field Guide to the Birds of Britain and Europe, New Holland, London 1990
  • Jobling, J. 1991. A dictionary of scientific bird names. University Press, Oxford.
  • Killian Mullarney, Lars Svensson, Dan Zetterström, Peter J. Grant, Τα Πουλιά της Ελλάδας Της Κύπρου και της Ευρώπης, ΕΟΕ, 2007
  • Killian Mullarney, Lars Svensson, Dan Zetterström, Peter J. Grant, Τα Πουλιά της Ελλάδας Της Κύπρου και της Ευρώπης, Collins
  • Linnaeus, Carolus (1758). Systema naturae per regna tria naturae, secundum classes, ordines, genera, species, cum characteribus, differentiis, synonymis, locis. Tomus I. Editio decima, reformata (in Latin). Holmiae (Laurentii Salvii).
  • Peter Colston and Philip Burton, Waders of Britain and Europe, Hodder & Stoughton, 1988
  • R. Grimmett, C. Inskipp, T. Inskipp, Birds of Nepal, Helm 2000
  • Rob Hume, RSPB Complete Birds of Britain and Europe DK, 2002
  • Γ. Χανδρινός, Α. Δημητρόπουλος, Αρπακτικά Πουλιά της Ελλάδας, Αθήνα 1982
  • Valpy, Francis Edward Jackson, An Etymological Dictionary of the Latin Language
  • Βασίλη Κλεισούρα, Εργοφυσιολογία, εκδ. Συμμετρία, Αθήνα 1990
  • Γεωργίου Δ. Μπαμπινιώτη, Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας, Αθήνα 2002
  • Γιώργος Σφήκας, Πουλιά και Θηλαστικά της Κρήτης, Ευσταθιάδης, 1989
  • Γιώργος Σφήκας, Πουλιά και Θηλαστικά της Κύπρου, Ευσταθιάδης, 1991
  • Ιωάννη Όντρια (I), Πανίδα της Ελλάδας, τόμος Πτηνά.
  • Ιωάννη Όντρια (II), Συστηματική Ζωολογία, τεύχος 3.
  • Ιωάννου Χατζημηνά, Επίτομος Φυσιολογία, εκδ. Γρ. Παρισιάνου, Αθήνα 1979
  • Ντίνου Απαλοδήμου, Λεξικό των ονομάτων των πουλιών της Ελλάδας, 1988.
  • Πάπυρος Λαρούς Μπριτάνικα, εκδ. 1996 (ΠΛΜ)
  • Πάπυρος Λαρούς, εκδ. 1963 (ΠΛ)
  • Σημαντικές Περιοχές για τα Πουλιά της Ελλάδας (ΣΠΕΕ), ΕΟΕ 1994
  • Σταύρακας Λευτέρης & Σπύρος Σκαρέας: Τα πουλιά της Αττικής, WildGreece Editions, 2015
  • Χανδρινός Γιώργος (Ι), «Το Κόκκινο Βιβλίο των Απειλουμένων Σπονδυλοζώων της Ελλάδας»
CC-BY-SA
Μετάφραση
Στο λήμμα αυτό έχει ενσωματωθεί κείμενο από το λήμμα Greater spotted eagle της Γερμανικής Βικιπαίδειας, η οποία διανέμεται υπό την GNU FDL και την CC-BY-SA 4.0. (ιστορικό/συντάκτες).