Ανάκτορο του Πόρτιτσι

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια


Ανάκτορο του Πόρτιτσι
Η πρόσοψη του ανακτόρου του Πόρτιτσι.
Χάρτης
Είδοςβασιλική κατοικία
Αρχιτεκτονικήμπαρόκ
Γεωγραφικές συντεταγμένες40°48′41″N 14°20′34″E
Διοικητική υπαγωγήΠόρτιτσι
ΧώραΙταλία
Έναρξη κατασκευής1742
Όροφοι3
ΑρχιτέκτοναςGiovanni Antonio Medrano και Αντόνιο Κανεβάρι.
ΧρηματοδότηςΚάρολος Γ΄ της Ισπανίας
Ιστότοπος
Επίσημος ιστότοπος
Commons page Πολυμέσα

To Ανάκτορο του Πόρτιτσι (ιταλ. Reggia (Palazzo Reale) di Portici), είναι ένα ιστορικό βασιλικό ανάκτορο που βρίσκεται στο Πόρτιτσι, νοτιοανατολικά της Νάπολης, κατά μήκος της ακτής, στην περιοχή της Καμπανίας στην Ιταλία. Αποτελεί μία από τις τέσσερις επίσημες κατοικίες στην περιοχή της Νάπολης, όπου χρησιμοποιούνταν από τη δυναστεία των Βουρβόνων, η οποία βασίλευε στο Βασίλειο της Νεαπόλεως (1735–1816) και αργότερα στο Βασίλειο των Δύο Σικελιών (1816-1861). Οι άλλες επίσημες βασιλικές κατοικίες στην περιοχή της Νάπολης, όπου χρησιμοποιούνταν από τη δυναστεία των Βουρβόνων, βρίσκονται στο κέντρο της Νάπολης, στην Καζέρτα και στο Καποντιμόντε.

Σήμερα, ο Βοτανικός Κήπος του Πόρτιτσι έχει περιέλθει στο Πανεπιστήμιο της Νάπολης «Φρειδερίκος Β΄». Αυτοί οι κήποι ήταν κάποτε μέρος της μεγάλης βασιλικής περιουσίας που περιελάμβανε έναν «αγγλικό κήπο», έναν ζωολογικό κήπο και διαρυθμισμένα παρτέρια.

Βοτανικός Κήπος του Πόρτιτσι.

Το ανάκτορο βρίσκεται λίγα μόλις μέτρα από τον αρχαιολογικό χώρο του Ερκουλάνεουμ και φιλοξενεί την Ακαντέμια Ερκολανέζε (Accademia Ercolanese). Είναι το Μουσείο Ερκουλάνεουμ, που ίδρυσε το 1758 ο βασιλιάς Κάρολος Γ΄.

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1735 ο 18ετής Κάρολος στέφθηκε βασιλιάς, Ζ΄ της Νάπολης και Ε΄ της Σικελίας. Η κατάληψη των δύο βασιλείων έγινε με στρατό, που επιβλήθηκε στον Κάρολο ΣΤ΄ της Γερμανίας. Το 1738 ο Κάρολος και η σύζυγός του Μαρία Αμαλία της Σαξονίας (1724-1760) επισκέφθηκαν την έπαυλη του Εμμανουήλ-Μαυρικίου δούκα του Ελμπέφ και εντυπωσιάστηκαν από την περιοχή του Πόρτιτσι. Ανάθεσαν την κατασκευή του ανακτόρου, που θα ήταν για δική τους διαμονή, αλλά και για τη φιλοξενία ξένων αξιωματούχων, που θα ταξίδευαν στο βασίλειο.

Οι εργασίες ξεκίνησαν το 1738 υπό τη διεύθυνση του Αντόνιο Κανεβάρι. Ο αρχιτέκτονας είχε βοηθήσει το ζεύγος στην κατασκευή του ανακτόρου του Καποντιμόντε. Το εσωτερικό του ανακτόρου του Πόρτιτσι διακοσμήθηκε από τον Τζουζέππε Μπονίτο, ενώ οι κήποι διαμορφώθηκαν με γλυπτά του Ζόζεφ Κάναρτ.

Το εσωτερικό του παλατιού. Η οροφή είναι τοιχογραφημένη με την τεχνική της quadratura (κουαντρατούρα, αρχιτεκτονική προοπτική).

Κατά την ανασκαφή των θεμελίων ανακαλύφθηκαν τμήματα ρωμαϊκών επαύλεων (villae) και οικιών ευγενών, καθώς και πολλά έργα τέχνης. Μεταξύ αυτών ήταν ένας ναός με 24 μαρμάρινους κίονες. Τα ευρήματα τέθηκαν στο Μουσείο του Πόρτιτσι, που κτίστηκε για τον σκοπό αυτόν και προσαρτήθηκε στην Ακαντέμια Ερκολανέζε. Το Μουσείο ιδρύθηκε από τον Κάρολο το 1755 για να στεγάσει επίσης τα αντικείμενα από τις ανασκαφές στο Ερκουλάνεουμ.

Καθώς το νέο βασιλικό ανάκτορο δεν ήταν αρκετά μεγάλο ώστε να στεγάσει όλους τους αυλικούς, οικοδομήθηκαν άλλες επαύλεις στη γειτονική περιοχή, 122 από τις οποίες είναι γνωστές ως βίλες του Βεζουβίου. Επίσης επεκτάθηκε και το ανάκτορο του Καποντιμόντε. Ο Κάρολος και η σύζυγός του κράτησαν το ανάκτορο του Πόρτιτσι ως θερινή διαμονή· εδώ γεννήθηκαν 7 από τα 12 τέκνα τους.

Το Ανάκτορο του Πόρτιτσι (δεξιά) το 1745.

Το 1759 ο Κάρολος έγινε βασιλιάς της Ισπανίας ως Κάρολος Γ΄ και άφησε τη Νάπολη και τη Σικελία στον τρίτο γιο του Φερδινάνδο Α΄, ο οποίος έκανε επίσημη έδρα της Αυλής το ανάκτορο της Καζέρτα από το ίδιο έτος. Το ανάκτορο του Πόρτιτσι δόθηκε στον πρώτο γιο του Καρόλου, τον Φίλιππο, που είχε διανοητική υστέρηση· απεβίωσε εκεί το 1777. Έτσι το ανάκτορο του Πόρτιτσι επισκιάστηκε από το πολύ μεγαλύτερο της Καζέρτα.

Το 1769 το ανάκτορο φιλοξένησε τον Ιωσήφ Β΄ αρχιδούκα της Αυστρίας και βασιλιά της Ουγγαρίας, Βοημίας και Γερμανίας. Το 1770 ο 14ετής Βόλφγκανγκ Αμαντέους Μότσαρτ έμεινε εδώ. Το 1799 Ο Φερδινάνδος Α΄ πρόσθεσε το κτήριο μίας όπερας. Κατά την κατάληψη από τον Ναπολέοντα Α΄, ο Ζοακίμ Μυρά άλλαξε την επίπλωση σε γαλλικό στυλ. Ο Φερδινάνδος Α΄ απεβίωσε το 1825 και τον διαδέχθηκε ο γιος του Φραγκίσκος Α΄ των Δύο Σικελιών. Το 1804 η Μαρία Ισαβέλλα της Ισπανίας, σύζυγος του Φραγκίσκου Α΄, γέννησε εδώ το πρώτο τέκνο τους, τη Λουίζα-Καρλόττα, η οποία θα παντρευτεί τον θείο της Φραγκίσκο δε Πάουλα δούκα του Κάδιθ. Το 1848 η Μαρία-Ισαβέλλα απεβίωσε εδώ σε ηλικία 59 ετών.

Στην εποχή μας το ανάκτορο στεγάζει τη Γεωπονική Σχολή του "Πανεπιστημίου της Νάπολης Φρειδερίκος Β΄". Το 1834 η Γεωγραφία της Νάπολης περιέγραφε το οικοδόμημα του Καρόλου ως εξής: "το ανάκτορο κτίστηκε με αίγλη ως θερινή διαμονή. Περί το 1750 στέγασε τα πολύτιμα ευρήματα από τις ανασκαφές του Ερκουλάνεουμ και της Πομπηίας. Το κτήριο είναι ορθογώνιο διαστάσεων 122 μ. Χ 110 μ. και έχει τρία επίπεδα. Η πρόσοψη είναι προς τη θάλασσα· από την εσωτερική αυλή περνά κύρια οδός της πόλης, που οδηγεί προς Σαλέρνο, Σάννιο, Απουλία, Καλαβρία. Στο εσωτερικό του βρίσκονται τα βασιλικά διαμερίσματα και οι πολυτελείς στοές, οι οποίες περιέχουν το μουσείο, μοναδικό για τα εκθέματά του: αγάλματα, χάλκινα αντικείμενα, ανάγλυφα, αγγεία, κηροπήγια και εργαλεία κάθε είδους, που βρέθηκαν στις ανασκαφές των δύο πόλεων και τώρα αποτελούν το Μουσείο των Βουρβόνων, μαζί με Ελληνικά και Ρωμαϊκά ψηφιδωτά. Υπάρχουν στοές με πίνακες της Ιταλικής, Γαλλικής και Φλαμανδικής σχολής. Οι κήποι είναι προς στα ανατολικά, στις πλαγιές του Βεζούβιου. Είναι αχανείς, με λίγη διακόσμηση, αλλά με πολλά δένδρα, όπως αγριοκυδωνιές και άρβουτους, γεμάτα τσίχλες και άλλα πουλιά".

Αρχιτεκτονική[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η νότιοδυτική πρόσοψη βλέπει στη θάλασσα. Πριν την είσοδο υπάρχει μία μεγάλη αυλή, περιφραγμένη με ατρακτοειδείς κιονίσκους (μπαλούστρα). Στο κέντρο του ορθογώνιου κτηρίου υπάρχει ορθογώνια αυλή, κατά μήκος της οποίας περνά η κεντρική οδός προς την Καλαβρία (στράντα ντελε Καλάμπριε). Σήμερα καλείται οδός του Πανεπιστημίου. Υπάρχουν δύο πάρκα: το νοτιοδυτικό εκτείνεται προς τη θάλασσα και το βορεοανατολικό προς τον Βεζούβιο.

Στα αριστερά της Αυλής των ευγενών είναι η βασιλική φρουρά και το ανακτορικό παρεκκλήσιο του 1749. Ένα μεγαλόπρεπο σαλόνι του 1741 οδηγεί προς την ιματιοθήκη και τον πρώτο όροφο, όπου βρίσκεται το διαμέρισμα της Καρολίνα Βοναπάρτη, συζύγου του Ζοακίμ Μυρά. Το σαλόνι του ορόφου είναι πλούσια διακοσμημένο σε ρυθμό Λουδοβίκου ΙΔ΄. Ακολουθεί το διαμέρισμα της Μαρίας-Αμαλίας, της οποίας το ιδιαίτερο δωμάτιο (μπουντουάρ) διακοσμήθηκε με πορσελάνη από το Εργοστάσιο Πορσελάνης Καποντιμόντε, που είχε ιδρύσει η ίδια το 1743.

Το πάρκο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το πάρκο, που φέρει το όνομα Κήπος της βασίλισσας, αρχικά εκτεινόταν από το Πουλιάνο προς τον Βεζούβιο και από το Γκρανατέλλο ως τη θάλασσα. Διαιρείται σε δύο μέρη· το χαμηλότερο έχει Αγγλικούς κήπους και έργα τέχνης, όπως το αναβρυτήριο των Σειρήνων (φοντάνα ντελλε Σιρένε), το κιόσκι του βασιλέως Καρόλου, το αναβρυτήριο των κύκνων (φοντάνα ντέι τσίνι) και ένα αμφιθέατρο. Το σε υψηλότερο επίπεδο πάρκο έχει τον ιδιωτικό ζωολογικό κήπο του Καρόλου με καγκουρό, έναν ελέφαντα, δύο λιοντάρια, δύο πάνθηρες, τέσσερις αντιλόπες, μία αφρικανική λέαινα, ένα πούμα, δύο αμερικανικούς ταπίρους και έναν ακανθόχοιρο. Ο νεωτερισμός αυτός διατηρήθηκε από τον Φερδινάνδο Α΄ και επιδεικνυόταν στους ξένους αξιωματούχους.