Μετάβαση στο περιεχόμενο

Αλντιμίρ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Αλντιμίρ
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση13ος αιώνας
Θάνατος14ος αιώνας
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταστρατιωτικός ηγέτης
Οικογένεια
ΣύζυγοςΜαρίνα Σμίλετς της Βουλγαρίας[1]
ΤέκναΙβάν Ντραγκουσίν
ΓονείςCартоний[2]
ΑδέλφιαΓεώργιος Τέρτερ Α΄
ΟικογένειαΔυναστεία των Τέρτερ
Αξιώματα και βραβεύσεις
Αξίωμαδεσπότης

Ο Αλντιμίρ, βουλγαρικά: Алдимир‎‎ / Aldimir) ή Ελτιμίρ [note 1] [3], βουλγ.: Елтимир (π. 1280–1305) ήταν Βούλγαρος ευγενής του 13ου–14ου αι. Ως μέλος της δυναστείας των Τέρτερ και νεότερος αδελφός του Γεωργίου Α΄ τσάρου της Βουλγαρίας, ο Αλντιμίρ ήταν ένας ισχυρός τοπικός ηγεμόνας ως δεσπότης του Κραν. Ο Aλντιμίρ ανήλθε σε αυτή τη θέση από τον αδελφό του Γεώργιο Α΄, αν και όταν ο Σμίλετς ανέλαβε τον θρόνο, ο Αλντιμίρ αναγκάστηκε να εξοριστεί. Στις αρχές του 14ου αι. ο Aλντμίρ επέστρεψε στη Βουλγαρία ως σύμμαχος της χήρας αντιβασίλισσας Σμίλτσενας. Δεν αντιτάχθηκε στην ανάρρηση τού ανιψιού του Θεοδώρου Σβετοσλάβ και τον βοήθησε ακόμη και στην εκδίωξη των διεκδικητών του. Ωστόσο, εξοντώθηκε αμέσως από τον Θεόδωρο Σβετοσλάβ, όταν τον πρόδωσε για να συμμαχήσει με τους Βυζαντινούς.

Η εκστρατεία του Θεοδώρου Σβετοσλάβ 1303-04.

Επί Γεωργίου Α΄ και Σμίλτσενας

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ακριβώς όπως ο αδελφός του Γεώργιος Α΄, ο Aλντιμίρ ήταν κουμανικής καταγωγής. Ο Βούλγαρος ιστορικός Pλάμεν Πάβλοβ είναι της άποψης, ότι οι πρόγονοι τού Αλντιμίρ και τού Γεωργίου Α΄ είχαν αναζητήσει καταφύγιο στη Βουλγαρία μετά το 1241, [4] όταν εγκατέλειψαν το βασίλειο της Ουγγαρίας εν μέσω αναταραχής. Τα δύο αδέλφια πρέπει να κατάγοντο από την Κουμανική βασιλική δυναστεία Tερτερόμπα και ο ηγεμόνας Kότεν ήταν πιθανότατα συγγενής ή και άμεσος πρόγονός τους. [5] Ο Πάβλοβ ερμηνεύει επίσης το όνομα του Aλντιμίρ, ότι προέρχεται από την κουμανική έκφραση για το "θερμό σίδερο". [4]

Ο Αλντιμίρ έγινε σημαίνων με την άνοδο τού μεγαλύτερου αδελφού του Γεωργίου Α΄ (βασ. 1280–1292) στον βουλγαρικό θρόνο το 1280. Πρέπει να τού είχε απονεμηθεί ο υψηλός, ευγενής τίτλος τού δεσπότη κατά τη διάρκεια της βασιλείας τού Γεωργίου Α΄, [4] [5] και ο Αμερικανός ιστορικός Τζον Φάιν πιστεύει, ότι στον Αλντιμίρ δόθηκε κτήση ως εισόδημα (appanage) εκείνη την εποχή. [6] Ωστόσο ο Πάλοβ εικάζει, ότι η κυριαρχία του Aλντιμίρ χρονολογείται στο 1298, πολύ μετά τη βασιλεία του Γεωργίου Α΄ . [4]

Σε αντίθεση με το γειτονικό πριγκιπάτο Σμίλετς στο Kόπσις, ο Aλντιμίρ παρέμεινε πιστός στη βουλγαρική κυβέρνηση και εξασφάλισε ότι η επικράτειά του θα διατηρήσει τους δεσμούς του με την πρωτεύουσα Tάρνοβο. Ο Φάιν περιγράφει τα εδάφη του Aλντιμίρ, ότι εκτείνοντο στην περιοχή από το σύγχρονο Σλίβεν στα ανατολικά έως το Kαζανλάκ ή το Kάρλοβo στα δυτικά, ακριβώς νότια των Βαλκανικών βουνών. [7] Πρωτεύουσά του ήταν το φρούριο Κραν στην Κοιλάδα των Ρόδων. [4] [5]

Μετά την παραίτηση του Γεωργίου Α΄ το 1292, ο Aλντιμίρ έπρεπε να καταφύγει στην εξορία. Μπορεί να ακολούθησε τον αδελφό του ως πρόσφυγας στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία, αν και σίγουρα εγκαταστάθηκε στη Χρυσή Ορδή λίγο αργότερα. Ίσως με την έγκριση των Τατάρων, ο Aλντιμίρ επέστρεψε στη Βουλγαρία το 1298, αφού η βασιλεία τού Σμίλετς (βασ. 1292–1298) τελείωσε και η αυτοκρατορία βρισκόταν στα χέρια του παιδιού Iβάν Β΄ και της μητέρας του, της χήρας τού Σμίλετς, γνωστής ως Σμίλτσενας. Ο Aλντιμίρ υποσχέθηκε την πίστη του στη Σμίλτσενα, η οποία είτε τού παραχώρησε την επικράτεια νότια των Βαλκανικών Βουνών, είτε τον αποκατέστησε στην παλαιά του κτήση εισοδήματος. Για να εδραιώσει αυτή την ένωση, ο Aλντιμίρ νυμφεύτηκε την κόρη της Σμίλτσενας, την πριγκίπισσα Μαρίνα, [4] [5] πιθανώς στα τέλη του 1298 [8]

Με τον διορισμό του Aλντιμίρ ως δεσπότη του Kραν, η Σμίλτσενα εξασφάλισε ότι τα εδάφη του προστατεύοντο καλύτερα από τους αδελφούς τού Σμίλετς, Ράντοσλαβ και Βοϋσίλ, οι οποίοι, ως διαφυγόντες στο Βυζάντιο, είχαν φιλοδοξίες για τον βουλγαρικό θρόνο ή τουλάχιστον την πρώην επικράτειά τους. Κατά τη διάρκεια της αντιβασιλείας της Σμίλτσενας, ο Aλντιμίρ ήταν ένας από τους ανθρώπους με τη μεγαλύτερη επιρροή στη Βουλγαρία. Πράγματι, ο βυζαντινός πολιτικός Θεόδωρος Μετοχίτης αναφέρεται στον «Σκύθιο [δηλ. Κουμάνο] τολμητία», όπως αποκαλεί τον Aλντιμίρ, ως δεξί χέρι της βασίλισσας. Η ηγετική θέση του Aλντιμίρ δεν αφήνει καμία αμφιβολία, ότι συμμετείχε στις άκαρπες αντιβυζαντινές διαπραγματεύσεις μεταξύ Βουλγαρίας και Σερβίας το 1299. Ο Πάβλο φτάνει στο σημείο να προτείνει, ότι η προτεινόμενη αντιβυζαντινή ένωση ήταν το πνευματικό τέκνο του Aλντιμίρ. [4]

Υπό τον Θεόδωρο Σβετοσλάβ

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1299 ο γιος του Γεωργίου Α΄ (και ο ανιψιός του Αλντιμίρ) Θεόδωρος Σβετοσλάβ (βασ. 1300–1322), νόμιμος διάδοχος του βουλγαρικού θρόνου, εισέβαλε στη Βουλγαρία μαζί με ταταρικά στρατεύματα. Η είδηση εκείνης της εισβολής ήταν αρκετή, για να αναγκάσει τη Σμίλτσενα και τον Ιβάν να καταφύγουν στο δεσποτάτο του Κραν , ακόμη και πριν τα στρατεύματα τού Θεοδώρου Σβετοσλάβ φτάσουν στην πρωτεύουσα. Ο Aλντιμίρ έδωσε καταφύγιο στη Σμίλτσενα και τον Iβάν Β΄, [8] αν και σαφώς δεν ήταν αντίθετος με τον πρόσφατα εστεμμένο ανιψιό του. Το 1300 ο αδελφός του Σμίλετς σεβαστοκράτορας Ραντοσλάβ ηγήθηκε μίας εκστρατείας, υποστηριζόμενης από το Βυζάντιο εναντίον του Αλντιμίρ, και προήλαυνε προς την πρωτεύουσα. Ωστόσο, η επίθεση είχε καταστροφικές συνέπειες για τον Ραντοσλάβ. Συνελήφθη από τον Aλντιμίρ, τυφλώθηκε [9] [10] και αναγκάστηκε να επιστρέψει στη Θεσσαλονίκη, ενώ οι Βυζαντινοί στρατηγοί του στάλθηκαν αιχμάλωτοι στον Θεόδωρο Σβετοσλάβ. Με αυτή την πράξη, ο Aλντιμίρ έδειξε την πίστη του στον Θεόδωρο Σβετοσλάβ, ο οποίος τον αντάμειψε με μία επέκταση στην κτήση εισοδήματός του. [4] Το δεσποτάτο του Κραν διευρύνθηκε προς τα ανατολικά, για να συμπεριλάβει τα φρούρια Γιαμπόλ και Λαρντέα κοντά στο σημερινό Καρνομπάτ. [5]

Ενώ ο Aλνιτιμίρ ήταν ονομαστικά πιστός στον Θεόδωρο Σβετοσλάβ, η παρουσία της Σμίλτσενας και του Iβάν Β΄ στην Αυλή του θα είχε θεωρηθεί από τον Βούλγαρο αυτοκράτορα ως απειλή. Επιπλέον, ο Aλντιμίρ έτρεφε ίσως την επιθυμία να ανέβει ο ίδιος στο θρόνο. [4] [5] Μετά τη νίκη του Θεόδωρου Σβετοσλάβ επί του Βυζαντίου στη Σκαφίδα το 1304, οι Βυζαντινοί πλησίασαν τον Αλντιμίρ με πρόταση για αντιβουλγαρική συμμαχία. Ο Aλντιμίρ αρχικά παρέμεινε ανένδοτος [11] και ήταν εχθρικός προς τις Βυζαντινές δυνάμεις, που εισήλθαν στην επικράτειά του το 1305. Ωστόσο, μέχρι το τέλος εκείνου τού έτους ο Αλντιμίρ είχε αλλάξει πλευρό και πήγε με τους Βυζαντινούς, όταν ο Θεόδωρος Σβετοσλάβ πήρε πίσω τα φρούρια που είχε παραχωρήσει στον Αλντιμίρ. [12] Λίγο αργότερα ο Θεόδωρος Σβετοσλάβ αποκατέστησε την άμεση εξουσία του επί του Κραν κατακτώντας εκ νέου και προσαρτώντας την κτήση εισοδήματος. [12] [13]

Ο Aλντιμίρ μπορεί να δολοφονήθηκε κατά τη διάρκεια αυτής της εκστρατείας, καθώς καμία δραστηριότητα του δεν αναφέρεται σε μεταγενέστερες πηγές. [5] [14] Η χήρα του Μαρίνα και ο γιος του Ιβάν Ντραγκουσίν [3] κατάφεραν να διαφύγουν στη Σερβία, όπου η αδελφή της Μαρίνας, Τεοντίρα Σμίλετς, παντρεύτηκε τον πρίγκιπα Στέφαν-Ούρο Γ΄ Ντετσάνσκι. Έχοντας γίνει Σέρβος υπήκοος, ο Iβάν Ντραγκουσίν τοποθετήθηκε από τον πρώτο του εξάδελφο βασιλιά Στέφαν-Ούρο Δ΄ Ντουσάν ως τοπικός άρχοντας στην περιοχή της Μακεδονίας. Τα πορτρέτα του δωρητή της Μαρίνας και του Ιβάν Ντραγκουσίν υπάρχουν στο μοναστήρι Poλόσκo κοντά στο Kαβαντάρτσι, όπου ο Iβάν Ντραγκουσίν τάφηκε πριν από το 1340. [15]

Νυμφεύτηκε το 1298 τη Μαρίνα, κόρη του Σμίλετς τσάρου της Βουλγαρίας και είχε τέκνο:

  • Ιβάν Ντραγκουσίν απεβ. πριν το 1355.
  1. While Aldimir is mentioned in Medieval Greek sources solely as Ἐλτιμηρῆς, Eltimiris, his original name Aldimir has been established thanks to the discovery of his son Ivan Dragushin's epitaph.

Βιβλιογραφικές αναφορές

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
  1. p22003.htm#i220021. Ανακτήθηκε στις 7  Αυγούστου 2020.
  2. 2,0 2,1 Darryl Roger Lundy: (Αγγλικά) The Peerage.
  3. 3,0 3,1 Андреев (1999), p. 149
  4. 4,0 4,1 4,2 4,3 4,4 4,5 4,6 4,7 4,8 Андреев (1999), p. 9
  5. 5,0 5,1 5,2 5,3 5,4 5,5 5,6 Павлов
  6. Fine, p. 225
  7. Fine, pp. 225–226
  8. 8,0 8,1 Fine, p. 227
  9. Fine, p. 228
  10. Андреев (2004), p. 247
  11. Fine, p. 229
  12. 12,0 12,1 Fine, p. 30
  13. Андреев (2004), p. 249
  14. Андреев (1999), p. 10
  15. Андреев (1999), pp. 149, 259