Μετάβαση στο περιεχόμενο

Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς
Φωτογραφία του Αγίου Ιουστίνου Πόποβιτς
Όσιος, Αββάς
ΓέννησηΜπλαγκόγιε Πόποβιτς
6 Απριλίου 1894
Βράνιε, Βασίλειο της Σερβίας
Κοίμηση7 Απριλίου 1979
Μονή του Τσέλιε, Σ.Δ. της Σερβίας
Τιμάται απόΑνατολική Ορθόδοξη Εκκλησία
Αγιοκατάταξη2 Μαΐου 2010
από την Σερβική Ορθόδοξη Εκκλησία
Μείζον ιερόΜονή του Τσέλιε
Εορτασμός1 Ιουνίου (Γρηγοριανό ημερολόγιο)
14 Ιουνίου (Ιουλιανό ημερολόγιο),
Commons page Σχετικά πολυμέσα
Το πορτρέτο που βρίσκεται στο Μοναστήρι του Προχόρ Πτσίνισκι. (1976, Γεραβίσιος)

Ο Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς (σερβ. Јустин Поповић, Βράνιε Βασίλειο της Σερβίας, 6 Απριλίου 1894Μονή του Τσέλιε Σ.Δ. της Σερβίας, 7 Απριλίου 1979) ήταν Σέρβος Ορθόδοξος Χριστιανός θεολόγος, αρχιμανδρίτης στη Μονή του Τσέλιε, μελετητής του Ντοστογιέφσκι, αντικομμουνιστής συγγραφέας και επικριτής της πραγματιστικής εκκλησιαστικής ζωής. Στις 29 Απριλίου 2010, ο πατήρ Ιουστίνος αγιοκατατάχθηκε από την Ιερά Σύνοδο της Σερβικής Ορθόδοξης Εκκλησίας.

Οικογένεια και σπουδές

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Μπλαγκόγιε. όπως ήταν το όνομα με το οποίο γεννήθηκε ο άγιος, ήταν τέκνο ευσεβών γονέων, του ιερέα Σπυρίδωνος και της πρεσβυτέρας Αναστασίας Πόποβιτς. Το συνηθισμένο επώνυμο «Πόποβιτς» εξάλλου υποδηλώνει καταγωγή από παλαιότερη οικογένεια ιερέως, όντας αντίστοιχο του ελληνικού «Παπαδόπουλος», και πράγματι επτά γενεές των Πόποβιτς είχαν ως επικεφαλής τους ιερείς. Γενέτειρα τού μετέπειτα Αγίου Ιουστίνου ήταν το Βράνιε, της νότιας Σερβίας και γεννήθηκε την 25η Μαρτίου 1894 με το παλαιό ημερολόγιο, που ακολουθεί ακόμα η Εκκλησία της Σερβίας, δηλαδή ανήμερα την εορτή του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, από όπου και το βαφτιστικό του όνομα (αντίστοιχο του ελληνικού «Ευάγγελος»).

Ο Μπλαγκόγιε Πόποβιτς ολοκλήρωσε τις προπτυχιακές σπουδές του στη Θεολογική Σχολή του Αγίου Σάββα του Πανεπιστημίου του Βελιγραδίου το 1914. Στις αρχές του 20ού αιώνα η Σχολή αυτή ήταν φημισμένη στον Ορθόδοξο κόσμο για τον ασκητικό της προσανατολισμό και για το υψηλό επίπεδο σπουδών που προσέφερε. Μερικοί γνωστοί καθηγητές της ήσαν ο κοσμήτορας π. Ντομεντιάν, ο π. Δωσίθεος (αργότερα επίσκοπος), ο Αναστάσιος/Αθανάσιος Πόποβιτς και ο σημαντικός εκκλησιαστικός συνθέτης Στέβαν Μοκράνιατς. Πάντως ένας άλλος καθηγητής στεκόταν πάνω από τους άλλους: ο τότε ιερομόναχος (μετέπειτα Άγιος) Νικολάι Βελιμίροβιτς, μετέπειτα επίσκοπος Οχρίδος.

Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά την έναρξη του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου το φθινόπωρο του 1914, ο Μπλαγκόγιε υπηρέτησε ως νοσοκόμος του στρατού στη νότια κυρίως Σερβία (στη Νις και αλλού), στη Σκόδρα και στο Κοσσυφοπέδιο. Τότε μολύνθηκε από τύφο και πέρασε περισσότερο από έναν μήνα σε νοσοκομείο της Νις. Στις 8 Ιανουαρίου 1915 επέστρεψε στα καθήκοντά του, ακολουθώντας την κοινή μοίρα του σερβικού στρατού και συμμετέχοντας στην πορεία από το Ιπέκιο μέχρι τη Σκόδρα (κατά την οποία δεκάδες χιλιάδες Σέρβοι στρατιώτες πέθαναν). Εκεί, την Πρωτοχρονιά του 1916 έγινε μοναχός στον Ορθόδοξο Καθεδρικό Ναό και πήρε το όνομα του μεγάλου Χριστιανού φιλοσόφου και μάρτυρα του Β΄ αιώνα Αγίου Ιουστίνου.

Η ανέγερση του Καθεδρικού της Σκόδρας το 1867. Σε αυτόν τον ναό εκάρη μοναχός ο Ιουστίνος Πόποβιτς το 1916.

Λίγο αργότερα, ο μοναχός Ιουστίνος, μαζί με αρκετούς πρώην συμφοιτητές του, ταξίδεψε στην Αγία Πετρούπολη της Ρωσίας για μια μονοετή σπουδή στην εκεί Θεολογική Σχολή, όπου αφιερώθηκε με μεγαλύτερη πληρότητα στην Ορθοδοξία και στον μοναστικό βίο, ενώ έμαθε πολλά για τους μεγάλους Ρώσους ασκητές: τους Αντώνιο και Θεοδόσιο των Σπηλαίων του Κιέβου, τον Σεραφείμ του Σαρώφ, τον Σέργιο του Ράντονεζ, τον Ιωάννη της Κρονστάνδης και άλλους.

Μετά την επιστροφή του από τη Ρωσία, ο Ιουστίνος Πόποβιτς πήγε στην Αγγλία για μεταπτυχιακές σπουδές μετά από προτροπή του πνευματικού του πατέρα Νικολάι Βελιμίροβιτς, ώστε να έχει μία ολοκληρωμένη οπτική της θεολογίας και από την πλευρά του Δυτικού Χριστιανισμού. Σπούδασε πράγματι θεολογία στο Λονδίνο μεταξύ 1916 και 1920, αλλά η διδακτορική διατριβή του στην Οξφόρδη υπό τον τίτλο «Η φιλοσοφία και η θρησκεία του Φ.Μ. Ντοστογιέφσκι») απορρίφθηκε εξαιτίας των ανατρεπτικών επικρίσεων που περιείχε για τον δυτικό ανθρωπισμό, τον ορθολογισμό, τον Ρωμαιοκαθολικισμό και τον ανθρωποκεντρισμό.

Το 1923 ο Ιουστίνος έγινε ο αρχισυντάκτης του ορθόδοξου περιοδικού Η χριστιανική ζωή και σε αυτό δημοσιεύθηκε στη σερβική η απορριφθείσα διατριβή του («Филозофија и религија Ф. М. Достојевског»). Συνέχισε μαζί με παλαιούς συμφοιτητές του τη σύνταξη του περιοδικού για είκοσι χρόνια.

Το 1926 ο Ιουστίνος πήρε τελικώς τον τίτλο του διδάκτορα της Θεολογίας από τη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών με τίτλο της διατριβής του Το πρόβλημα του προσώπου και της γνώσεως κατά τον Άγιον Μακάριον τον Αιγύπτιον. Για το μάθημα των «Βίων των Αγίων» ο Ιουστίνος άρχισε να μεταφράζει στη σερβική γλώσσα μια σύνθεση βίων αγίων από ελληνικές, συριακές και σλαβονικές πηγές, καθώς και αρκετά ελάσσονα έργα, όπως τους λόγους των Πατέρων της Εκκλησίας Ιωάννου του Χρυσοστόμου, Μακαρίου και Ισαάκ του Σύρου. Συνέγραψε επίσης τη Θεωρία της Γνώσεως κατά τον Άγιο Ισαάκ.

Στη Γιουγκοσλαβία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ο Ιουστίνος ως καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Βελιγραδίου

Από το 1930 έως το 1932, μετά από ένα σύντομο διάστημα διδασκαλίας στη Θεολογική Ακαδημία των Αγίων Κυρίλλου και Μεθοδίου στο Πρίζρεν, ο Ιουστίνος έγινε βοηθός του μητροπολίτη Μοναστηρίου Ιωσήφ. Τότε του ανατέθηκε η αποστολή να αναδιοργανώσει την Εκκλησία των Καρπαθορώσων στην Τσεχοσλοβακία. Σε αυτή την περιοχή (σήμερα στη Σλοβακία) κοινότητες Ορθοδόξων, που είχαν αποκηρύξει την Ουνία, έπρεπε να βοηθηθούν. Το έργο του εκεί υπήρξε μεγάλο και γι’ αυτό εξελέγη Επίσκοπος της νεοσυσταθείσας Επισκοπής Καρπαθίας, αξίωμα που δεν αποδέχθηκε λόγω ταπεινώσεως. Επιστρέφοντας στο Μοναστήριο, η μοίρα έφερε εκεί δύο γνωστούς του: τον Νικολάι Βελιμίροβιτς και τον Ιωάννη Μαξίμοβιτς, Επίσκοπο Σαγκάης και Σαν Φρανσίσκο. Ο νεαρός Ιωάννης Μαξίμοβιτς (Ρώσος με Σέρβους προγόνους) έγινε βοηθός του Ιουστίνου στην εκεί εκκλησιαστική σχολή, ενώ ο Νικολάι Βελιμίροβιτς έγινε μητροπολίτης Οχρίδος.

Ο δρ. Ιουστίνος Πόποβιτς επιλέχθηκε το 1934 για τη θέση του καθηγητή της Δογματικής στη Θεολογική Σχολή του Αγίου Σάββα του Πανεπιστημίου του Βελιγραδίου. Κατά τη διάρκεια της εκεί θητείας του, το 1938, ο Ιουστίνος έγινε ένας από τους ιδρυτές της Σερβικής Φιλοσοφικής Εταιρείας, μαζί με μερικούς αξιόλογους διανοούμενους του Βελιγραδίου, όπως οι Μπράνισλαβ Πετρονίγιεβιτς, Βλαντίμιρ Ντβορνίκοβιτς και άλλοι.

Στη θέση του καθηγητή στο Βελιγράδι παρέμεινε και σε όλη τη διάρκεια του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου.

Υπό το κομμουνιστικό καθεστώς

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ο λιτός τάφος του Ιουστίνου στη Μονή Τσέλιε

Ως άνθρωπος της Εκκλησίας και με εκφρασμένες αντικομμουνιστικές θέσεις, ο Ιουστίνος εκδιώχθηκε από τη θέση του στο πανεπιστήμιο από το νέο καθεστώς της Γιουγκοσλαβίας το 1945. Για όλη σχεδόν την υπόλοιπη ζωή του μόνασε στη Μονή του Τσέλιε, κοντά στο Βάλιεβο, υπό την παρακολούθηση της μυστικής αστυνομίας. Το καθεστώς περιόρισε τις δημόσιες εμφανίσεις του στην περιοχή της μονής. Ο φίλος του επίσκοπος Νικολάι Βελιμίροβιτς επέζησε από το Στρατόπεδο συγκέντρωσης Νταχάου, αλλά το καθεστώς του απαγόρευσε να επιστρέψει στη χώρα του και δεν ξαναγύρισε ποτέ.

Αφοσιωμένος στον μοναχισμό και στη φιλοσοφία του Ορθόδοξου Χριστιανισμού, ο Ιουστίνος Πόποβιτς ήταν σφοδρός επικριτής του «οικουμενισμού, όταν αυτός έτεινε να σχετικοποιεί την Αλήθεια του Θεού» (Ιωάννης Μάγεντορφ). Μέχρι το τέλος του βίου του ο Ιουστίνος έγραφε και δεν είναι παράξενο που το έργο του θεωρείται ως «μία μεγάλη συνεισφορά στην Ορθόδοξη θεολογία» και ο ίδιος ως «κεκρυμμένη συνείδησις της Σερβικής Εκκλησίας, αλλά και της μαρτυρικής Ορθοδοξίας εν γένει» (σύμφωνα με τον ακαδημαϊκό Ιωάννη Ν. Καρμίρη).

Ο Ιουστίνος απεβίωσε σε ηλικία 85 ετών και μιας ημέρας, στις 7 Απριλίου 1979, και πάλι ανήμερα της Εορτής του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, καθώς η διαφορά μεταξύ παλαιού και νέου ημερολογίου αυξήθηκε κατά 1 ημέρα το 1900. Στις 29 Απριλίου 2010, ο Ιουστίνος αγιοποιήθηκε από την Ιερά Σύνοδο της Σερβικής Ορθόδοξης Εκκλησίας.[1] Η ανακομιδή των ιερών λειψάνων του έγινε το 2015.

(Ο τίτλος των έργων που υπάρχουν και σε άλλη γλώσσα εκτός της σερβικής έχει αποδοθεί στην ελληνική.)

  • Η φιλοσοφία και η θρησκεία του Φ.Μ. Ντοστογιέφσκι (1923)
  • Δογματική της Ορθοδόξου Εκκλησίας, τόμοι I-III (1932, 1935, 1980)
  • Η πρόοδος στον μύλο του θανάτου (1933)
  • Τα θεμέλια της Θεολογίας (1939)
  • Ο Ντοστογιέφσκι στην Ευρώπη και ο σλαβισμός (1940)
  • Φιλοσοφικές άβυσσοι (1957)
  • Άνθρωπος και Θεάνθρωπος (Α΄ ελληνική έκδ. 1969. Νέα έκδ. σε μετάφρ. Αθανασίου Γιέβτιτς: εκδ. «Αστήρ», Αθήνα 2001, ISBN 978-960-203-273-2)
  • Βίοι των Αγίων, I-XII (1972–1977)
  • Ορθόδοξος Εκκλησία και Οικουμενισμός (1974 στην ελληνική και σερβική γλώσσα, 2001 στην αγγλική από τη Lazarica Press, Ην. Βασίλειο)
  • Praznične besede
  • Pashalne besede
  • Nedeljne besede
  • Svetosavlje kao filozofija života
  • Οδός θεογνωσίας (Put Bogopoznanja), εκδ. «Γρηγόρη», Αθήνα 1992, ISBN 978-960-333-024-0
  • Setve i žetve
  • Druge besede
  • Akatisti
  • Tumačenje Svetog Jevandljeja po Mateju
  • Tumačenje Svetog Jevandjelj po Jovanu
  • Tumačenje poslanica Svetog Jovana Bogoslova
  • Tumačenje poslanica prve i druge Korinićanima Svetog apostola Pavla
  • Tumačenje poslanice Efescima
  • Tumačenje poslanice Filipljanima i Kalošanima Svetog apostola Pavla
  • Tumačenje poslanice Galatima I-II
  • Tumačenje poslanice Solunjanica Svetog apostola Pavla
  • Οσίου Σεραφείμ του Σαρώφ Βίος, μετάφρ. Βασιλική Νικολακάκη, εκδ. «Το Περιβόλι της Παναγίας», Θεσσαλονίκη 2001, ISBN 978-960-7407-10-8
  • Ερμηνεία της προς Φιλιππησίους επιστολής του Αγίου Αποστόλου Παύλου, μετάφρ. Σβετλάνα Πέτσιν & Ηλίας Σαραγούδας, εκδ. «Εν πλω», Αθήνα 2007, ISBN 978-960-88994-7-6
  • μετάφραση: Βασιλική Νικολακάκη

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]