Μετάβαση στο περιεχόμενο

Αγριάνες

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Παιονία
Αγριάνας πελταστής.

Οι Αγριάνες ή Αγρίανες ή Αγρίες ήταν αρχαίο φύλο που κατοικούσε στην (και γύρω από την) κοιλάδα του άνω Στρυμόνα, μεταξύ των οροσειρών Αίμου και Ροδόπης[α], δηλαδή σε εδάφη που στις μέρες μας ανήκουν στη δυτική Βουλγαρία και στη νοτιοανατολικότερη Σερβία. Κατά τη ρωμαϊκή περίοδο η περιοχή τους ανήκε στην Επαρχία Δακίας Μεσογείου (Dacia Mediterranea), οριοθετημένη βορείως των Δενθηλητών. Εγκατεστημένοι σε (σχετικά) άγονη περιοχή και ζώντας κυρίως από την κτηνοτροφία, κατατάσσονταν συχνά ως μισθοφόροι για λογαριασμό των Οδρυσών, των Αθηναίων, των Μακεδόνων και των Ρωμαίων. Ειδικότερα, ήταν εξαιρετικοί ακοντιστές και αποτέλεσαν (μεταξύ άλλων) επίλεκτη μονάδα ελαφρού πεζικού του στρατού του Μεγάλου Αλεξάνδρου, που πολέμησε υπό τις διαταγές του στρατηγού Άτταλου.

Πόλεις της χώρας των Αγριανών αναφέρονται η Ορθόπολη και η Παρορβηλία.

Ο Λάγγαρος ήταν ο διασημότερος βασιλιάς τους, καθώς και φίλος του Μ. Αλέξανδρου[β].

Ετυμολογία και εθνολογία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η ονομασία τους στα αρχαία ελληνικά ήταν Ἀγρίανες ή Ἀγριᾱνες[γ][2]. Το εθνωνύμιο αυτό είναι ινδοευρωπαϊκής προέλευσης, από το πρόθεμα «αγρο-», από το οποίο προήλθαν (μεταξύ άλλων) η ελληνική λέξη ἀγρός, η λατινική λέξη ager και η αγγλική λέξη acre[3] Ακόμη, μια πρώιμη ονομασία της Ροδόπης ήταν Αχρίδα, που ίσως και να είναι ομόρριζη λέξη.

Ο Ηρόδοτος περιγράφει τους Αγριάνες ως παιονικό φύλο[4], μαζί με τα φύλα των Οδομαντών και των Δοβηρών, στην περιοχή του Παγγαίου. Ο Θουκυδίδης τους αναφέρει ως θρακικό φύλο: «Σιτάλκης, ὁ Τηρέως, Ὀδρύσσης, Θρακῶν βασιλεὺς ἀνίστη δὲ καὶ Ἀγριᾱνες καὶ Λαϊαίους καὶ ἄλλα ὄσα ἔθνη...»).[5] Ο Θεόπομπος αναφέρει τους Αγριάνες ως παιονικό φύλο: «Ἀγρίαι, αρσενικῶς, ἔθνος Παιονίας μεταξὺ Αἵμου καὶ Ροδόπης. Λέγονται καὶ Ἀγράιοι καὶ Ἀγριεῖς».[6]

Οι Αγριάνες αναφέρονται, ακόμη, από τον Αρριανό και τον Στράβωνα (αλλά χωρίς εθνολογικό προσδιορισμό).

Οι Αγριάνες αναφέρονται για πρώτη φορά κατά την περιγραφή της εκστρατείας του Μεγάβαζου, το 511 π.Χ.[3] Το 429 π.Χ. ήταν υποτελείς του Βασιλείου των Οδρυσών.[7], ενώ μεταγενέστερα, συγκεκριμένα από το 352 π.Χ., έγιναν σύμμαχοι της Μακεδονίας.[8]

Υπό τον βασιλιά Λάγγαρο, συμπολέμησαν με τους Μακεδόνες εναντίον των Τριβαλλών το 335 π.Χ. και συνυπερασπίστηκαν επιτυχώς τα κληρονομικά κυριαρχικά δικαιώματα του Μ. Αλεξάνδρου στη Βαλκανική Χερσόνησο. Για τον λόγο αυτό ανταμείφθηκαν από τον μεγάλο στρατηλάτη με το δικαίωμα της αυτονομίας, προσφορά που με τη σειρά τους τίμησαν με μακρόβια και εξαιρετικά αξιόπιστη συμμαχία από μέρους τους.

Κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Εκστρατείας του Μ. Αλεξάνδρου, αρχικά αριθμούσαν περί τους 700 άνδρες, ενώ κατά τη μάχη των Γαυγαμήλων (331 π.Χ.) ανέρχονταν σε περίπου 1.000 άνδρες.

Κατά τη διάρκεια των πολέμων των Διαδόχων του μεγάλου στρατηλάτη υπηρέτησαν (μεταξύ άλλων) την Αυτοκρατορία των Σελευκιδών, ως επίλεκτη μονάδα μαζί με Πέρσες, στη μάχη της Ραφίας.

Αγριάνες και Πενέστες (δουλοπάροικοι από τη Θεσσαλία), που αριθμούσαν αντιστοίχως 800 και 2.000 άνδρες, αποτελούσαν μέρος της φρουράς της Κασσάνδρειας, κατά τον Γ΄ Μακεδονικό Πόλεμο.[9]

Στρατιωτικός οπλισμός και τακτικές

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι Αγριάνες ήταν πελταστές, οπλισμένοι με έναν αριθμό ακοντίων και ένα ξίφος, κρατώντας ελαφριά ασπίδα, αλλά μη φέροντας πανοπλία, εκτός από (ενίοτε) τη χρήση περικεφαλαιών. Συνήθως υιοθετούσαν τακτική αψιμάχων, καλύπτοντας τα πλευρά βαρύτερων τύπων πεζικού. Επίσης, αντιμετωπίζοντας βαρύτερο πεζικό από τους ίδιους, υιοθετούσαν (πάντα συνήθως) αραιή παράταξη.

Μπορούσαν να εξακοντίσουν τα ακόντιά τους εναντίων των εχθρών τους κατά βούληση, αποφεύγοντας την κοντινή επαφή με βαρύτερου τύπου πεζικό, όπως οι οπλίτες, που εκτόξευαν αντεπιθέσεις εναντίον τους. Ωστόσο, ήταν ευάλωτοι σε επιθέσεις ιππικού κρούσης και γι' αυτό είχαν πλεονέκτημα σε ανώμαλο έδαφος, όπου η δράση του ιππικού ήταν αδύνατη, ή έστω αναποτελεσματική, ενώ το βαρύ πεζικό δυσκολεύονταν να διατηρήσει παράταξη φάλαγγας.[10][11]

Τουλάχιστον στη μάχη του Γρανικού, χρησιμοποιήθηκαν και σε ρόλο αμίππων, δηλαδή ως πεζικό που πολέμησε ανάμεσα στους ιππείς, έχοντας ως κάλυψη τους ίππους τους.[12]

Οι πελταστές που επιστρατεύονταν από τους Αγριάνες αποτελούσαν το επίλεκτο ελαφρύ πεζικό του Μακεδονικού στρατού. Συχνά κάλυπταν το δεξί πλευρό της παράταξης κατά τη μάχη, τοποθετούμενοι ενίοτε ακόμη και στα δεξιά του ιππικού των Εταίρων, μια αξιοσημείωτα τιμητική θέση, για παράδειγμα στη μάχη της Ισσού.[12]

Αποτελούσαν, ακόμη, μέρος σχεδόν κάθε αποσπάσματος που διαχωρίζονταν για διάφορες αποστολές από τον κύριο κορμό του στρατεύματος, ιδιαίτερα όταν οι αποστολές αυτές απαιτούσαν ταχύτητα κίνησης.[13]

Υποσημειώσεις και παραπομπές

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
  1. Τα όρια των φύλων της εποχής, ιδιαίτερα των ποιμενικών όπως οι Αγριάνες, ήταν πολύ ασαφή.
  2. [...] Λάγγαρος δὲ ὁ τῶν Ἀγριάνων βασιλεὺς ἤδη μὲν καὶ Φιλίππου ζῶντος ἀσπαζόμενος Ἀλέξανδρον δῆλος ἦν καὶ ἰδίᾳ ἐπρέσβευσε παρ' αὐτόν, τότε δὲ παρῆν αὐτῷ μετὰ τῶν ὑπασπιστῶν, ὅσους τε καλλίστους καὶ εὐοπλοτάτους ἀμφ' αὑτὸν εἶχε. καὶ ἐπειδὴ ἔμαθεν ὑπὲρ τῶν Αὐταριατῶν πυνθανόμενον Ἀλέξανδρον, οἵτινές τε καὶ ὁπόσοι εἶεν, οὐκ ἔφη χρῆναι ἐν λόγῳ τίθεσθαι Αὐταριάτας. εἶναι γὰρ ἀπολεμωτάτους τῶν ταύτῃ. καὶ αὐτὸς ἐμβαλεῖν ἐς τὴν χώραν αὐτῶν, ὡς ἀμφὶ τὰ σφέτερα μᾶλλόν τι ἔχοιεν. καὶ κελεύσαντος Ἀλεξάνδρου ἐσβάλλει ἐς αὐτούς. καὶ ἐμβαλὼν ἦγε καὶ ἔφερε τὴν χώραν αὐτῶν. Αὐταριᾶται μὲν δὴ ἀμφὶ τὰ αὑτῶν εἶχον. Λάγγαρος δὲ τά τε ἄλλα ἐτιμήθη μεγάλως πρὸς Ἀλεξάνδρου καὶ δῶρα ἔλαβεν, ὅσα μέγιστα παρὰ βασιλεῖ τῷ Μακεδόνων νομίζεται. καὶ τὴν ἀδελφὴν τὴν Ἀλεξάνδρου Κύναν καὶ ταύτην ὡμολόγησε δώσειν αὐτῷ ἐς Πέλλαν ἀφικομένῳ Ἀλέξανδρος. Ἀλλὰ Λάγγαρος μὲν ἐπανελθὼν οἴκαδε νόσῳ ἐτελεύτησεν. [...][1]
  3. Τα αρχαία ελληνικά κείμενα ήταν σε άτονα κεφαλαία και έτσι είναι ασαφές το πώς τονίζονταν η ονομασία ΑΓΡΙΑΝΕΣ.
  1. Αρριανός, Αλεξάνδρου Ανάβασις Βιβλίο Α'
  2. «Agrianes: Greece (Paeonia)». Trismegistos. Ανακτήθηκε στις 23 Νοεμβρίου 2016. 
  3. 3,0 3,1 Shea, John (1 Ιανουαρίου 1997). Macedonia and Greece: The Struggle to Define a New Balkan Nation. σελ. 52. ISBN 9780786402281. 
  4. Wheeler, James Talboys (1854). The Geography of Herodotus ...: Illustrated from Modern Researches and Discoveries. σελ. 130. 
  5. Θουκ. 3,96,3
  6. Fragm. Hist Graec Τόμ. Γ', Θεοπομπ. Φιλιππ. βιβλ. Ι, απόσπ. 44.
  7. Herodotus· Macan, Reginald Walter (1908). Herodotus, the Seventh, Eighth, & Ninth Books: Pt. I. Introduction. Book VII. (text and commentaries). 
  8. Chatzopoulos, Miltiadēs V· Loukopoulou, Louïza D (1980). Philip of Macedon. 
  9. Livy (8 Νοεμβρίου 2007). Rome's Mediterranean Empire: Books 41-45 and the Periochae. ISBN 9780192833402. 
  10. Connolly, pp. 48-49.
  11. Sidnell, pp. 57-59
  12. 12,0 12,1 «Ιστορία του Ελληνικού Έθνους», Εκδοτική Αθηνών, τόμος Δ΄.
  13. Ashley, p. 45-46.