Madonna (άλμπουμ)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Madonna
Στούντιο άλμπουμ από Μαντόνα
Κυκλοφόρησε27 Ιουλίου 1983
ΗχογραφήθηκεΜάιος 1982 - Μάιος 1983
Μουσικό είδοςΝτανς ποπ, post-disco
Διάρκεια40:47
ΠαραγωγόςMadonna, John "Jellybean" Benitez, Mark Kamins, Reggie Lucas
ΔισκογραφικήWarner Bros., Sire
Δισκογραφικό χρονολόγιο
(Μαντόνα)
MadonnaLike a Virgin
Singles από Madonna
  1. "Everybody"
    Κυκλοφόρησε: 6 Οκτωβρίου 1982
  2. "Burning Up"
    Κυκλοφόρησε: 9 Μαρτίου 1983
  3. "Holiday"
    Κυκλοφόρησε: 7 Σεπτεμβρίου 1983
  4. "Lucky Star"
    Κυκλοφόρησε: 9 Σεπτεμβρίου 1983
  5. "Borderline"
    Κυκλοφόρησε: 15 Φεβρουαρίου 1984

Madonna (αργότερα Madonna: The First Album στην επανακυκλοφορία το 1985) ονομάζεται το ομότιτλο ντεμπούτο άλμπουμ της Αμερικανίδας καλλιτέχνιδας Μαντόνα, το οποίο κυκλοφόρησε στις 27 Ιουλίου του 1983 από την Sire Records. Αφού καθιερώθηκε ως τραγουδίστρια στην καρδιά της Νέας Υόρκης, η Μαντόνα υπέγραψε συμβόλαιο με τον πρόεδρο της εταιρείας Sire, Seymour Stein, λόγω της επιτυχίας του ντεμπούτου σινγκλ της, "Everybody" (1982). Τα περισσότερα κομμάτια του άλμπουμ είναι γραμμένα αποκλειστικά από την τραγουδίστρια, ενώ επέλεξε τον Reggie Lucas ως κύριο παραγωγό. Μένοντας δυσαρεστημένη με την παραγωγή του Lucas, κάλεσε τον John "Jellybean" Benitez να ολοκληρώσει το άλμπουμ, ο οποίος έκανε remix τρία κομμάτια, και παρήγαγε το "Holiday".

Το Madonna έχει έναν συνθετικό upbeat ντίσκο ήχο, χρησιμοποιώντας προηγμένη τεχνολογία της εποχής, συμπεριλαμβανομένης της μηχανής τυμπάνων Linn, του μπάσου Moog και του συνθεσάιζερ Oberheim OB-X. Τραγουδά σε χαρούμενη, νεανική χροιά, ενώ οι στίχοι μιλούν κυρίως για έρωτες και ρομαντικές σχέσεις. Για την προώθηση του άλμπουμ, η Μαντόνα έκανε μεμονωμένες συναυλίες σε κλαμπ και σόου στην τηλεόραση των Ηνωμένων Πολιτείων και του Ηνωμένου Βασίλειου το 1983 και το 1984, και ακολούθησε η περιοδεία The Virgin Tour το 1985. Κυκλοφόρησαν πέντε σινγκλ, συμπεριλαμβανομένων των διεθνών τοπ 10 επιτυχιών "Holiday", "Lucky Star" και "Borderline". Τα συνοδευτικά μουσικά τους βίντεο κυκλοφόρησαν στη συλλογή βίντεο Madonna, η οποία έγινε η βιντεοκασέτα με τις μεγαλύτερες πωλήσεις στις Ηνωμένες Πολιτείες το 1985.

Αν και την εποχή κυκλοφορίας του αρκετοί κριτικοί προσπάθησαν να απαξιώσουν τόσο τον δίσκο όσο και την τραγουδίστρια, σύγχρονοι μουσικοί κριτικοί δίνουν ευνοϊκά σχόλια, με το Rolling Stone να το συμπεριλαμβάνει στη λίστα "The 100 Best Debut Albums of All Time" το 2013, λέγοντας ότι «κατάφερε να εισαγάγει την πιο σημαντική γυναικεία φωνή στην ιστορία της σύγχρονης μουσικής». Επίσης, σημειώθηκε πως η Μαντόνα εισήγαγε ένα πιασάρικο στυλ χορευτικής μουσικής που αποδείχθηκε ελκυστικό και εκτόξευσε την καριέρα της. Έφτασε στο νούμερο οκτώ στο Billboard 200 και πιστοποιήθηκε πέντε φορές πλατινένιο από την Ένωση Βιομηχανίας Ηχογράφησης της Αμερικής (RIAA), για την πώληση πέντε εκατομμυρίων αντιτύπων στις Ηνωμένες Πολιτείες. Έφτασε τοπ 10 σε Αυστραλία, Γαλλία, Ολλανδία, Νέα Ζηλανδία και το Ηνωμένο Βασίλειο, και πούλησε πάνω από 10 εκατομμύρια αντίτυπα παγκοσμίως. Αναφέρεται ως το άλμπουμ που έθεσε τα πρότυπα της ντανς ποπ μουσικής για τις δεκαετίες που ακολούθησαν, αλλά και για το ότι έδειξε την κατεύθυνση που ακολούθησαν πολλές νέες τραγουδίστριες την δεκαετία του 1980.

Ιστορικό[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1982, η 23χρονη Μαντόνα ζούσε στη Νέα Υόρκη και προσπαθούσε να ξεκινήσει τη μουσική της καριέρα.[1] Μαζί της ήταν ο φίλος της από το Ντιτρόιτ, Steve Bray, ο οποίος έγινε ο ντράμερ της μπάντας Breakfast Club, που έπαιζε συνήθως hard rock μουσική. Σύντομα εγκατέλειψαν αυτό το είδος μουσικής και υπέγραψαν συμβόλαιο με την εταιρεία Gotham Records, για να προχωρήσουν σε μια νέα μουσική κατεύθυνση.[2] Αποφάσισαν να ασχοληθούν με την φανκ, αλλά η δισκογραφική εταιρεία δεν έμεινε ευχαριστημένη και αποχώρησαν. Η Μαντόνα και ο Bray εγκατέλειψαν το συγκρότημα.[1] Εν τω μεταξύ, είχε γράψει και αναπτύξει κάποια τραγούδια μόνη της. Κρατούσε πρόχειρες κασέτες τριών τραγουδιών: "Everybody", "Ain't No Big Deal" και "Burning Up". Εκείνη την περίοδο σύχναζε στο νυχτερινό κέντρο Danceteria στη Νέα Υόρκη. Ήταν εκεί που η Μαντόνα έπεισε τον DJ Mark Kamins να παίξει το "Everybody".[1] Το τραγούδι έλαβε θετική αντίδραση από το πλήθος, και ο Kamins αποφάσισε ότι θα έπρεπε να κλείσει ένα δισκογραφικό συμβόλαιο για την Μαντόνα, με την προϋπόθεση ότι θα αναλάμβανε ο ίδιος την παραγωγή του σινγκλ.[1] Την πήγε στο αφεντικό του Chris Blackwell, ιδιοκτήτης της εταιρείας Island Records, αλλά την απέρριψε. Έτσι, προσέγγισαν την Sire Records.[3] Ο Michael Rosenblatt, ο οποίος εργαζόταν στο τμήμα καλλιτεχνών και ρεπερτορίου της Sire, πρόσφερε στη Μαντόνα $5.000 εκ των προτέρων, συν $1,000 σε δικαιώματα, για κάθε τραγούδι που έγραφε.[4][5]

Η Μαντόνα τελικά υπέγραψε συμβόλαιο για δύο 12" σινγκλ από τον πρόεδρο της Sire, Seymour Stein, ο οποίος εντυπωσιάστηκε από την φωνή της,[4] όταν άκουσε το "Everybody" στο νοσοκομείο στο Lenox Hill όπου εισήχθη.[5] Η 12" έκδοση του "Everybody" παρήχθη από τον Mark Kamins στα Blank Tapes Studios στη Νέα Υόρκη, αναλαμβάνοντας την παραγωγή από τον Steve Bray.[5] Η νέα ηχογράφηση διαρκούσε 5:56 στη μία πλευρά, και 9:23 η dub έκδοση στην πίσω πλευρά. Η Μαντόνα και ο Kamins έπρεπε να ηχογραφήσουν το σινγκλ με δικά τους έξοδα.[6] Ο Arthur Baker, φίλος του Kamins, τον καθοδήγησε στον ρόλο του μουσικού παραγωγού, και του παρείχε βοήθεια από τον μουσικό Fred Zarr, ο οποίος έπαιξε πλήκτρα στο κομμάτι.[7] Ο Zarr αποτέλεσε κοινό παρονομαστή του άλμπουμ, παίζοντας συνθεσάιζερ και πλήκτρα σε όλα τα κομμάτια. Λόγω του χαμηλού προϋπολογισμού, η ηχογράφηση έγινε δύσκολα και βιαστικά. Η Μαντόνα και ο Kamins είχαν ορισμένες μεγάλες διαφωνίες, και δυσκολεύτηκαν να κατανοήσουν ο ένας τις απόψεις του άλλου. Ο Rosenblatt ήθελε να κυκλοφορήσει το "Everybody" με το "Ain't No Big Deal" στην άλλη πλευρά, αλλά αργότερα άλλαξε γνώμη και έβαλε το "Everybody" και στις δύο πλευρές του δίσκου βινυλίου.[5] Το σινγκλ κυκλοφόρησε εμπορικά τον Οκτώβριο του 1982 και έγινε χορευτική επιτυχία στις Ηνωμένες Πολιτείες. Αυτό οδήγησε την Sire να υπογράψει με τη Μαντόνα άλλο ένα LP και δύο ακόμη σινγκλ.[4][8]

Ανάπτυξη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η ηχογράφηση του άλμπουμ πραγματοποιήθηκε κυρίως στα Sigma Sound Studios στη Νέα Υόρκη, μεταξύ Μάϊο 1982 και Απρίλιο 1983.[9][10] Η Μαντόνα επέλεξε να μην συνεργαστεί ούτε με τον Kamins ούτε με τον Bray, προτίμησε τον Reggie Lucas, έναν παραγωγό της Warner Bros. Ο Bray αποφάσισε να την ωθήσει στη ποπ μουσική, και ηχογράφησε μαζί της το κομμάτι "Burning Up". Ωστόσο, η τραγουδίστρια δεν είχε ακόμα αρκετό υλικό για να δημιουργήσει ένα πλήρες άλμπουμ. Τα διαθέσιμα τραγούδια ήταν: "Lucky Star", μια νέα εκδοχή του "Ain't No Big Deal", "Think of Me" και "I Know It". Συναντήθηκε με τον Lucas στο διαμέρισμα του τότε δεσμού της, Ζαν Μισέλ Μπασκιά, ο οποίος έφερε άλλα δύο τραγούδια στο πρότζεκτ τους, τα "Physical Attraction" και "Borderline".[11][12] Τα κομμάτια που ηχογράφησε απόκλιναν σημαντικά από τις αρχικές εκδοχές των ντέμο τους. Ένα αρκετά τροποποιημένο τραγούδι ήταν το "Lucky Star". Το τραγούδι γράφτηκε από την Μαντόνα για τον Kamins, ο οποίος υποσχέθηκε προηγουμένως να παίξει το κομμάτι στο κλαμπ Danceteria.[5] Ωστόσο, το κομμάτι συμπεριλήφθηκε στο άλμπουμ της, το οποίο σχεδίαζε να ονομάσει επίσης Lucky Star,[13] αλλά αργότερα επέλεξε το όνομα της, καθώς πίστευε πως ένας μοναδικός τίτλος θα ήταν πιο ισχυρός.[5] Πίστευε ότι το "Lucky Star" μαζί με το "Borderline" αποτελούσαν το τέλειο θεμέλιο για το άλμπουμ.[5][14]

Προβλήματα προέκυψαν μεταξύ της τραγουδίστριας και του Lucas κατά την διάρκεια ηχογράφησης των τραγουδιών. Η Μαντόνα ήταν δυσαρεστημένη με την τελική μορφή των τραγουδιών. Σύμφωνα με την ίδια, ο Lucas χρησιμοποίησε πάρα πολλά μουσικά όργανα, και δεν έλαβε καθόλου υπόψη τις ιδέες της για τα τραγούδια. Αυτό οδήγησε σε μια διαμάχη μεταξύ των δύο και, αφού τελείωσε το άλμπουμ, ο Lucas άφησε το άλμπουμ χωρίς να προσαρμόσει τα τραγούδια στις προδιαγραφές που επιθυμούσε η Μαντόνα.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 1,2 1,3 Rooksby 2004, σελ. 4
  2. Cross 2007, σελ. 27
  3. Morton 2002, σελ. 142
  4. 4,0 4,1 4,2 Rooksby 2004, σελ. 5
  5. 5,0 5,1 5,2 5,3 5,4 5,5 5,6 Cross 2007, σελίδες 25–26
  6. Morton 2002, σελ. 143
  7. Morton 2002, σελ. 145
  8. Morton 2002, σελ. 146
  9. Madonna (Compact disc liner notes). Madonna. Sire Records. 1983. σελ. 9. 923 867-2. 
  10. «El día que nació Madonna, reina del pop». El Universal (στα Ισπανικά). Ανακτήθηκε στις 28 Φεβρουαρίου 2022. 
  11. Rooksby 2004, σελ. 10
  12. Howe, Sean (29 Ιουλίου 2013). «How Madonna Became Madonna: An Oral History». Rolling Stone (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 28 Φεβρουαρίου 2022. 
  13. «The Quietus | Features | Anniversary | Lucky Star: Madonna's Debut Album, 35 Years On». The Quietus (στα Αγγλικά). Ανακτήθηκε στις 15 Μαρτίου 2022. 
  14. «Madonna, 30 años como la Reina del Pop». web.archive.org. 31 Ιουλίου 2013. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 31 Ιουλίου 2013. Ανακτήθηκε στις 15 Μαρτίου 2022. CS1 maint: Unfit url (link)

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]