Κόμης του Στάβλου

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Ο κόμης τού Στάβλου (λατινικά: comes stabuli‎‎) ήταν ένα υστερο-ρωμαϊκό και βυζαντινό αξίωμα, υπεύθυνο για τα άλογα και τα ζώα για φορτία, που προορίζονταν για χρήση από τον στρατό και την αυτοκρατορική Αυλή. [1] Από το Βυζάντιο, υιοθετήθηκε από τους Φράγκους ως conestable (παλαιού Γάλλου), και είναι η προέλευση της θέσης και τού (έφιππου) constable (αστυφύλακα) στην Αγγλία [2] [3].

Ιστορία και λειτουργίες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η θέση εμφανίζεται για πρώτη φορά τον 4ο αι. ως tribunus [sacri] stabuli (τριβούνος τού [ιερού] στάβλου), αρχικά υπεύθυνος για τη λήψη αλόγων από τις επαρχίες. [1] Σύμφωνα με τον Aμιανό Μαρκελίνο, ο κάτοχος της θέσης ήταν ίσος με τον τριβούνο των ταγμάτων φρουράς Παλατιναί Σχολαί. [4] Στο Notitia Dignitatum, αναφέρεται ως praepositi gregum et stabulorum κάτω από τον comes rerum privatarum. [5] Στις αρχές του 5ου αι., όπως μαρτυρείται στον Θεοδοσιανό Κώδικα, αναβιβάστηκε σε κόμης με τον βαθμό τού vir clarissimus (ανδρός ενδοξοτάτου), αλλά ο παλαιότερος τίτλος τού τριβούνου παρέμεινε σε παράλληλη χρήση για κάποιο χρονικό διάστημα (βλ. Cod. Theod. Cod. Theod. , 6.13.1). [6] [7]

Οκτώ κάτοχοι τού αξιώματος είναι γνωστοί από τον 4ο αι., συμπεριλαμβανομένου τού Αυτοκράτορα Βάλη (βασ. 364–378) και των κουνιάδων του Σερεάλι και Κωνσταντινιανού. Προφανώς, το αξίωμα συνδέθηκε στενά με την αυτοκρατορική οικογένεια, όπως επιβεβαιώθηκε περαιτέρω, όταν ο Στιλίχων διορίστηκε σε αυτό με την ευκαιρία τού γάμου του με την υιοθετημένη ανιψιά τού Αυτοκράτορα Θεοδόσιου Α΄ (βασ. 378–395 ), Σερένα. [8] Ωστόσο, οι κάτοχοι αναφέρονται σπάνια στη συνέχεια. Ο διακεκριμένος στρατηγός Φλ. Αέτιος κατείχε τη θέση το 451, και τον 6ο αι. η παραλλαγή κόμης των αυτοκρατορικών ιπποκόμων απονεμήθηκε σε κορυφαίους στρατηγούς, όπως ο Bελισάριος και ο Κωνσταντινιανός, ενώ ο Bαδουάριος, συγγενής τού Αυτοκράτορα Ιουστίνου Β΄ (βασ. 565–578), καταγράφεται από τον χρονικογράφο τού 9ου αι. Θεοφάνη τον Ομολογητή ότι κατείχε τη θέση τού κόμη των αυτοκρατορικών Στάβλων. [1] [9] Η θέση επανεμφανίζεται στις πηγές τη δεκαετία τού 820, όταν ο πρωτοσπαθάριος και κόμης τού βασιλικού ιπποστασίου Δαμιανός ηγήθηκε μίας ανεπιτυχούς εκστρατείας κατά των Σαρακηνών στην Κρήτη. [10] [11]

Το βυζαντινό αξίωμα τού κόμη τού Στάβλου είναι περισσότερο γνωστό κατά τον 9ο και 10ο αι., όταν ταξινομήθηκε ότι ανήκε στην ομάδα των στρατιωτικών αξιωματούχων, που είναι γνωστοί ως στρατάρχαι. Μαζί με τον λογοθέτη των Αγελών, ήταν υπεύθυνος για τα αυτοκρατορικά άλογα στην πρωτεύουσα, την Κωνσταντινούπολη, και για τα αγροκτήματα αλόγων στο μεγάλο στρατόπεδο (άπληκτον) στη Μαλάγινα της Βιθυνίας. Συνήθως είχε τη διάκριση τού Πατρίκιου και καταταγόταν 51ος στη συνολική αυτοκρατορική ιεραρχία. [1] [9] Κατά τη διάρκεια των αυτοκρατορικών πομπών, καθώς και κατά τις εκστρατείες, συνόδευε τον Αυτοκράτορα μαζί με τον πρωτοστράτωρα και έπαιζε ρόλο στις δεξιώσεις ξένων πρεσβευτών. [10]

Τον 13ο αι. το λατινικής έμπνευσης αξίωμα τού κονόσταυλου φαίνεται να αντικατέστησε τον κόμη τού Στάβλου, αλλά ένας άλλος τίτλος, ο κόμης τῶν βασιλικῶν ἴππων εμφανίζεται στην πραγματεία τού 14ου αι. για τα αξιώματα τού ψευδο-Κωδινού. Πέρα από το ότι έφερνε στον Αυτοκράτορα το άλογό του και το κρατούσε ενώ ο Αυτοκράτορας το ίππευε, οι άλλες λειτουργίες αυτού τού αξιώματος είναι άγνωστες. Δεν φαίνεται να κατείχε βαθμό στην ιεραρχία της Αυλής, αλλά η γειτνίασή του με τον Αυτοκράτορα προφανώς οδήγησε σε κάποια επιρροή, όπως στην περίπτωση τού Κωνσταντίνου Χαδηνού, ο οποίος ανήλθε από αυτή τη θέση σε υψηλά πολιτικά αξιώματα υπό τον Αυτοκράτορα Μιχαήλ Η΄ (βασ. 1259–1282 ). [1] [9]

Υφιστάμενοι υπάλληλοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το προσωπικό τού κόμη τού Στάβλου δεν αναφέρεται ρητά στις βυζαντινές πηγές, αλλά η σύνθεσή του για τον 9ο και 10ο αι. μπορεί να συναχθεί, τουλάχιστον εν μέρει, από διάφορες πηγές. [6] [7] [12] Περιλάμβανε:

  • δύο χαρτουλάριους, έναν για την Κωνσταντινούπολη (ὁ ἔσω χαρτουλάριος) και ένας για τη Μαλαγίνα (ὁ χαρτουλάριος τῶν Μαλαγίνων ή ὁ ἔξω χαρτουλάριος, δηλ. ο εξωτερικός, επαρχιακός). [6] [7] [12]
  • Ο επείκτης, σε σφραγίδες συχνά επίκτης (ἐπ[ε]ίκτης, σύμφωνα με τον Τζον-Μπάγκνελ Μπιούρυ ένας επιθεωρητής "που πιέζει τη σφραγίδα"), υπεύθυνος για ζωοτροφές, πότισμα και άλλες σχετικές προμήθειες όπως πέταλα ή σάγματα. [6] [12] [13]
  • Ο σαφραμεντάριος, του οποίου η προέλευση του τίτλου και τα καθήκοντά του είναι άγνωστα. Στις πηγές, φαίνεται ότι είναι υπεύθυνος για τον εξοπλισμό των αυτοκρατορικών ημιόνων πριν από μία αποστολή. [6] [7] [12]
  • οἱ δ′ κόμητες τῶν Μαλαγίνων (τέσσερις). [6] [7] [12]
  • Σαράντα ιπποκόμοι (οἱ μ′ σύντροφοι τῶν σελλαρίων), γνωστοί και ως ιπποκόμοι των δύο στάβλων (οἱ σύντροφοι τῶν δύο στάβλων, δηλαδή, της Κωνσταντινούπολης και της Μαλαγίνας). Αυτοί ήταν πιθανώς υποδεέστεροι αξιωματικοί, επιφορτισμένοι με την ηγεσία αποσπασμάτων από ημιόνους. [6] [7] [12]
  • ο κελλάριος ή ἀποθέτης τού αυτοκρατορικού στάβλου, υπεύθυνος για τη σιταποθήκη των στάβλων. [6] [7] [12]

Bιβλιογραφικές αναφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 1,2 1,3 1,4 ODB.
  2. Harper, Douglas (2001–2012). «constable». Online Etymology Dictionary. Ανακτήθηκε στις 13 Ιανουαρίου 2012. 
  3. «constable». Encyclopædia Britannica. Encyclopædia Britannica Incorporated. 2012. Ανακτήθηκε στις 13 Ιανουαρίου 2012. 
  4. Ammianus Marcellinus. Rerum Gestarum, 14.10.8 and 20.2.5.
  5. Notitia Dignitatum. Pars Orientalis, XIV.6.
  6. 6,0 6,1 6,2 6,3 6,4 6,5 6,6 6,7 Bury 1911, σελ. 114.
  7. 7,0 7,1 7,2 7,3 7,4 7,5 7,6 Guilland 1967, σελ. 469.
  8. Lenski 2002, σελ. 54.
  9. 9,0 9,1 9,2 Guilland 1967.
  10. 10,0 10,1 Guilland 1967, σελ. 470.
  11. Bury 1911, σελ. 113.
  12. 12,0 12,1 12,2 12,3 12,4 12,5 12,6 Oikonomides 1972, σελ. 339.
  13. ODB.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]