Μετάβαση στο περιεχόμενο

Θόρος Β΄ της Αρμενίας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Θόρος Β΄
Γενικές πληροφορίες
Θάνατος6  Φεβρουαρίου 1169
Τόπος ταφήςDrazark monastery
ΘρησκείαΑρμενική Αποστολική Εκκλησία
Πληροφορίες ασχολίας
Οικογένεια
ΣύζυγοςΙζαμπέλ ντε Κουρτεναί
ΤέκναΡουπέν Β΄
d:Q45733933
ΓονείςΛέων Α΄
ΑδέλφιαΜλεχ της Αρμενίας
Ruben of Armenia
ΟικογένειαΟίκος των Ρουπενιδών

Ο Θόρος/Θεοδωρος Β΄ ο Μέγας (Αρμενικάː Թորոս Բ, απεβ. στις 6 Φεβρουαρίου 1169), ήταν 6ος Πρίγκιπας του Αρμενικού βασιλείου της Κιλικίας ή «Κύριος των βουνών του Ταύρου» (1144 - 1169), ήταν δεύτερος γιος του Λέων Α΄ της Αρμενίας και της Βεατρίκης κόρης του Ούγου Α΄ του Ρετέλ.[1][2][3][4] Ο Βυζαντινός Αυτοκράτορας Ιωάννης Β΄ Κομνηνός μετά την επιτυχή επίθεση στην Κιλικία και το Πριγκιπάτο της Αντιόχειας συνέλαβε και μετέφερε αιχμάλωτους στην Κωνσταντινούπολη τον Θόρος, τον πατέρα του και τον αδελφό του Ρουπέν (1137).[1] Η Κιλικία παρέμεινε σε Βυζαντινή κυριαρχία οκτώ χρόνια.[4] Ο Θόρος Β΄ σε αντίθεση με τον πατέρα του και τον αδελφό του επέζησε και δραπέτευσε (1143), μετέβη στην Κιλικία όπου βρήκε σε όλες τις πόλεις Ελληνικές φρουρές.[1][4] Οργάνωσε τον στρατό του με Αρμένιους από τα ανατολικά τμήματα της Κιλικίας, έκανε επιτυχή αντεπίθεση και έδιωξε όλες τις Βυζαντινές φρουρές από την Καχραμανμαράς, την Κοζάν, τα Άδανα, την Μοψουεστία και την Ταρσό.[1] Οι αποτυχίες των Μουσουλμάνων σε επιθέσεις στην Κιλικία και οι μεγάλες απώλειες των Ελλήνων και των Σταυροφόρων όπως η Έδεσσα Μεσοποταμίας βοήθησαν σημαντικά τους Αρμένιους.[1]

Ο Μανουήλ Α΄ Κομνηνός έντονα ενοχλημένος από τις επιτυχίες των Αρμενίων προσπάθησε με διπλωματικά μέσα να κλείσει ειρήνη με τον Θόρο αλλά όλες οι προσπάθειες του απέτυχαν.[1] Η κατάληψη όλων των κάστρων στην οροσειρά του Ταύρου από τον Θόρο (1150) μείωσε σημαντικά το Ελληνικό γόητρο, η κατάληψη της Μοψουεστίας (1151) και της υπόλοιπης Κιλικίας (1152) ανάγκασαν τους Βυζαντινούς να κάνουν μεγάλες εκστρατείες.[5] Τα επόμενα 20 χρόνια ακολούθησαν τρεις εκστρατείες από τους Βυζαντινούς αλλά με περιορισμένες επιτυχίες.[1] Οι μεγάλες επιτυχίες του Θόρου Β΄ έφεραν σταθερότητα στην Αρμενική Κιλικία.[1] Ο Βαχράμ της Έδεσσας στα "Βασιλικά Χρονικά της Μικρής Αρμενίας" γράφει :[6]

"Ο Θόρος ήταν ψηλός και είχε πολύ δυνατό μυαλό, έλαμπε σαν το φως του ηλίου από τα καλά έργα και την πίστη του, στάθηκε για την χώρα του ασπίδα πίστης και δικαιοσύνης. Διάβασε αναλυτικά την Αγία Γραφή και γνώριζε όλες τις προφητείες της, μπορούσε να ερμηνεύσει και όλες τις φράσεις των προφητών που ήταν ακατανόητες από τον υπόλοιπο κόσμο".

Ο πατέρας του Λέων Α΄ αιχμαλωτίστηκε από τον Βαλδουίνο του Καχραμανμαράς και μεταφέρθηκε στην Αντιόχεια (1136).[2] Την περίοδο της απουσίας του οι τρεις γιοι του συγκρούστηκαν μεταξύ τους, ο μεγαλύτερος Κωνσταντίνος αιχμαλωτίστηκε και τυφλώθηκε από τους αδελφούς του.[2] Ο Λέων Α΄ απέκτησε την ελευθερία του ύστερα από δυο μήνες αιχμαλωσίας με σκληρούς όρους.[4] Το καλοκαίρι του 1137 ο αυτοκράτορας Ιωάννης Β΄ Κομνηνός πέρασε από την Κιλικία στον δρόμο του για την Αντιόχεια, κατέλαβε την Σελεύκεια, την Κώρυκο, την Ταρσό, τα Άδανα και την Μοψουεστία.[1] Ο Λέων Α΄ δραπέτευσε στα βουνά του Ταύρου αλλά η κατάσταση του ήταν απελπιστική και παραδόθηκε, ο Θόρος και ο μικρότερος αδελφός του Ρουπέν μεταφέρθηκαν αιχμάλωτοι στην Κωνσταντινούπολη με τον πατέρα τους.[1][4] Ο Λέων πέθανε στην φυλακή (1141) ενώ ο Ρουπέν τυφλώθηκε και δολοφονήθηκε από τους Έλληνες.[4]

Η απελευθέρωση της Αρμενικής Κιλικίας

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Θόρος δραπέτευσε από την Κωνσταντινούπολη (1143) αρχικά στην Κύπρο που βρισκόταν υπό Βυζαντινή κατοχή και στην συνέχεια με την βοήθεια ενός Βενετικού πλοίου στην Αντιόχεια στην αυλή του ξαδέλφου του Ζοσλέν Β΄ της Έδεσσας.[1][2] Με την βοήθεια μερικών έμπιστων ανδρών και ενός Σύριου ιερέα οδηγήθηκε την νύχτα σε ένα ασφαλές καταφύγιο στον ποταμό Κειχάν. Διέσχισε την οροσειρά του Άμανος, έφτασε στα ισχυρότατα οχυρά των Αρμενίων στην οροσειρά του Ταύρου και συγκέντρωσε τους οπαδούς του.[1] Ανακατέλαβε το οικογενειακό κάστρο του Βάχκα και δυο αδελφοί του ο Στέφανος της Αρμενίας και ο Μλεχ της Αρμενίας ενώθηκαν μαζί του, απέκτησε φιλικές σχέσεις με ένα Φράγκο λόρδο τον Σιμόν του Ραμπάν και παντρεύτηκε την κόρη του.[2] Ο Βαχράμ της Έδεσσας στο έργο του "Τα βασιλικά Χρονικά της Μικρής Αρμενίας" έγραψε :[6]

"Ο Λέων έφυγε για τον Κύριο και ο βασιλιάς είδε με συμπόνοια τον Θόρος, τον έβγαλε από την φυλακή και τον τοποθέτησε στους ανακτορικούς φρουρούς, ο Θόρος διακρίθηκε στους στρατιώτες και ο αυτοκράτορας τον είδε με συμπάθεια. Στα τέλη του 1141 ο αυτοκράτορας έφυγε από την Κωνσταντινούπολη με μεγάλο στρατό για να υποστηρίξει τον πρίγκιπα της Αντιόχειας που τον πολιορκούσαν οι Τούρκοι. Σε ένα κυνήγι στην κοιλάδα του Αναζάρμπους ένα βέλος χτύπησε τον αυτοκράτορα και έπεσε νεκρός, οι τύχες του Θόρος από τότε αντιστράφηκαν, οι Έλληνες επέστρεψαν και ο Θόρος παρέμεινε στην χώρα αλλά οι πηγές ποικίλουν. O Θόρος σύμφωνα με μερικές πηγές έμεινε μόνος, έφυγε μέσω θαλάσσης από την Αντιόχεια στην Κιλικία κέρδισε στην αρχή την Αμούντα και κατόπιν πολλές άλλες πόλεις. Οι στρατιώτες του αυτοκράτορα στην επιστροφή είδαν ότι ο Θόρος δεν βρισκόταν μαζί τους, ζούσε με μια κυρία που του έδωσε ένα μεγάλο ποσό από χρήματα, δραπέτευσε στα βουνά, βρήκε έναν ιερέα και του αποκαλύφτηκε σαν γιος του βασιλιά της Αρμενίας. Ο ιερέας ήταν πολύ χαρούμενος που είδε μπροστά του τον πρίγκιπα του με την εμφάνιση του ποιμένα. Πολλοί Αρμένιοι σε εκείνη την περιοχή είχαν αντιμετωπιστεί με βαρβαρότητα από τους Έλληνες, ο ιερέας τους είπε τα ευχάριστα νέα, εκείνοι βρήκαν αμέσως τον Θόρος και τον κήρυξαν ηγεμόνα τους, κατέλαβε με την βοήθεια τους το Βάχκα και πολλά άλλα κάστρα. Οι Αρμένιοι είδαν τον βασιλιά τους σαν απεσταλμένο του θεού που τον ελευθέρωσε από την φυλακή και τον κήρυξαν αμέσως ηγεμόνα, του ζήτησαν να τους ελευθερώσει από τους Έλληνες και να διαλύσει τον στρατό τους".

Η Βυζαντινή επίθεση του Ανδρόνικου Κομνηνού

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Βυζαντινός στρατός δέχτηκε σκληρό πλήγμα από την Μουσουλμανική επίθεση στο Τυρμπυσέλ, ο Θόρος βρήκε την ευκαιρία να επιτεθεί στις πεδιάδες της Κιλικίας και σκότωσε τον Βυζαντινό διοικητή Τόμας έξω από τις πύλες της Μοψουεστίας.[2] Ο ξάδελφος του αυτοκράτορα Ανδρόνικος μετέπειτα αυτοκράτορας Ανδρόνικος Α΄ Κομνηνός ήρθε με στρατό για να αποκαταστήσει την Βυζαντινή κυριαρχία.[2] Ο Θόρος ήταν ωστόσο καλά προετοιμασμένος, όταν ήρθε ο Ανδρόνικος να τον πολιορκήσει στην Μοψουεστία ο Θόρος τον αιφνιδίασε και τον συνέτριψε, ο Βυζαντινός στρατός αποδεκατισμένος επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη.[2] Ο Οίκος των Χετουμιδών που είχε καλές σχέσεις με τους Βυζαντινούς και βρισκόταν πάντα σε διάσταση με τον αντίπαλο Οίκο των Ρουπενιδών βρήκε την ευκαιρία να υποστηρίξει τον Ανδρόνικο, πολλά μέλη του σκοτώθηκαν από τον Θόρο άλλα αιχμαλωτίστηκαν.[1] Ο Οσίν Β΄ του Λαμπρόν γιος του Οσίν του Λαμπρόν και ο γιος του Χετούμ Γ΄ του Λαμπρόν βρέθηκαν ανάμεσα στους Χετουμίδες αιχμάλωτους του Θόρου.[1] Ο Οσίν Β΄ ελευθερώθηκε με λύτρα αλλά ο γιος του κρατήθηκε αιχμάλωτος, ο Θόρος Β΄ τακτοποίησε τον γάμο ανάμεσα στον Χετούμ και την κόρη του, επέστρεψε τότε στον πατέρα του γαμπρού Οσίν Β΄ τα μισά από τα λύτρα.[1] Ο Σμπατ ο Κοντόσταυλος στα "Χρονικά" γράφει :[7]

"Την ίδια χρονιά (1151) ο Θόρος πήρε την Μοψουεστία και το Τελ Χαντούμ από τους Ρωμαίους και συνέλαβε τον δούκα Τόμας. Ο δούκας Ανδρόνικος που είχε εντολή από τον Βυζαντινό αυτοκράτορα να ανακαταλάβει την Κιλικία από τους Αρμένιους επιτέθηκε με 12.000 ιππείς στον Θόρο. Ο υπερφίαλος Ανδρόνικος πλησίασε τον Θόρο κρατώντας τις σιδερένιες αλυσίδες κραυγάζοντας ... δες εδώ τις αλυσίδες με αυτές είχαμε δέσει τον πατέρα σου το ίδιο θα κάνουμε και με σένα. Ο εξοργισμένος Θόρος δεν μπορούσε να δεχτεί τέτοια προσβολή, επιτέθηκε την νύχτα στα Βυζαντινά στρατεύματα και πολέμησε σαν λιοντάρι. Ο Σεμπάντ, λόρδος του Μπαρμπαρόν βρισκόταν ανάμεσα στους νεκρούς, στους αιχμάλωτους βρέθηκαν ο Οσίν λόρδος του Λαμπρόν, ο Βασίλ λόρδος του Πάρτζεπερτ, και ο Τιγράνης λόρδος του Πρακάν όλοι οπαδοί του αυτοκράτορα. Ο Θόρος αφού διέλυσε τα Βυζαντινά στρατεύματα άφησε τα υπολείμματα τους να επιστρέψουν στην Κωνσταντινούπολη".

Πόλεμοι με Σελτζούκους και Αντιόχεια

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Μανουήλ Α΄ έπεισε τον Σελτζούκο σουλτάνο του Ικονίου Μασούντ Α΄ να επιτεθεί στον Θόρος και να του ζητήσει υποταγή.[1] Η επίθεση των Σελτζούκων ωστόσο τον χειμώνα του 1154 που προκλήθηκε από μια επιδρομή των Αρμενίων στην Καππαδοκία κατέληξε σε συντριβή από τον Θόρος, τον βοήθησαν οι Ναΐτες Ιππότες.[1] Ο Σμπατ ο Κοντόσταυλος στα "Χρονικά" γράφει :[7]

"Εκείνη την χρονιά (603) ο Βυζαντινός αυτοκράτορας Μανουήλ δωροδόκησε τον σουλτάνο με το διπλάσιο ποσό για να επιτεθεί στον Θόρος και του έγραψε ... σβήστε την καρδιά μου στους Αρμενίους, καταστρέψετε όλα τα κάστρα και εξοντώστε τους. Ο σουλτάνος συγκέντρωσε τον στρατό του με αρχηγό τον Γιακούμπ αλλά δεν κατάφερε τίποτα, όταν πέρασαν τις πύλες οι Ναΐτες αδελφοί με την βοήθεια του θεού τους θανάτωσαν όλους μαζί με τον αρχηγό τους. Η οργή του θεού τους εξολόθρευσε όλους, όσοι σώθηκαν έτρεχαν τρομοκρατημένοι στα έλη. Ο Θόρος βρισκόταν μακριά από την χώρα, όταν επέστρεψε ευχαριστούσε τον θεό επειδή τον βοήθησε να νικήσει χωρίς να δώσει μάχη".

Ο αυτοκράτορας στράφηκε για βοήθεια στην Αντιόχεια, δήλωσε στον νέο πρίγκιπα Ραϋνάλδο του Σατιγιόν ότι θα τον αναγνωρίσει και θα του δώσει μεγάλη χρηματική βοήθεια αν οι Φράγκοι εξοντώσουν τον Θόρος. Ο Ραϋνάλδος του Σατιγιόν συμφώνησε και βρήκε σαν αφορμή να επιτεθεί στους Αρμένιους όταν αυτοί προχώρησαν μέχρι την Αλεξανδρέττα, ισχυρίστηκαν ότι ανήκε στο Πριγκιπάτο της Αντιόχειας.[2] Μετά από σύντομη μάχη στην Αλεξανδρέττα ο Ραϋνάλδος έδιωξε τους Αρμένιους στην Κιλικία και παρέδωσε την κατακτημένη γη στους Ναΐτες.[2] Σύμφωνα με μια άλλη άποψη ο Ραϋνάλδος επέστρεψε στην Αντιόχεια ταπεινωμένος και ο Θόρος παρέδωσε την χώρα στους Ιππότες ύστερα από όρκο που έκαναν "να τον υποστηρίξουν σε όλες τις μάχες".[4] Οι Ιακωβίτες έκτισαν έναν νέο Καθεδρικό ναό στην Αντιόχεια αφιερωμένο στην Κωνσταντία της Αντιόχειας και τον Θόρος.[2] Ο Ραϋνάλδος ζήτησε από τον αυτοκράτορα την αμοιβή του αλλά εκείνος το αρνήθηκε με την δικαιολογία ότι το έργο του δεν είχε τελειώσει.[2] Ο Ραϋνάλδος συμμάχησε αμέσως με τον Θόρος και συμφώνησαν να επιτεθούν μαζί στην Κύπρο, οι Αρμένιοι επιτέθηκαν στα τελευταία Βυζαντινά κάστρα της Κιλικίας.[1]

Η λεηλασία της Κύπρου

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Την άνοιξη του 1156 ο Ραϋνάλδος του Σατιγιόν και ο Θόρος επιτέθηκαν στην Κύπρο και ξεκίνησαν σκληρή λεηλασία.[1][2] Οι Φράγκοι και οι Αρμένιοι λεηλάτησαν την Κύπρο, κατέστρεψαν όλες τις εκκλησίες, τα μοναστήρια και τις οικίες, τα σώματα κάηκαν και ο πληθυσμός έτρεχε πανικόβλητος στην ακτή.[2] Ο εφιάλτης κράτησε στο νησί τρία χρόνια, όταν ακούστηκε ότι φτάνει ο αυτοκρατορικός στρατός ο Ραϋνάλδος ετοιμάστηκε για νέα επιδρομή, τα πλοία του γέμισαν με λάφυρα και κάθε Κύπριος πλήρωσε πανάκριβα τον εαυτό του.[2] Ο Θόρος δημιούργησε στο μεταξύ νέες φιλικές σχέσεις με τον Σελτζούκο σουλτάνο του Ικονίου Κιλίτζ Αρσλάν Β΄ και έκλεισε μαζί του ειρήνη (1158).[1] Ο Σμπατ ο Κοντόσταυλος στα "Χρονικά" γράφει :[7]

"Εκείνη την χρονιά ο γιος του Λέων και αδελφός του Θόρος Στέφανος συγκρότησε τον στόλο του και κατέλαβε την Κόκισον και την Μπερντούς χωρίς να ζητήσει την άδεια από τον αδελφό του αφού είχε φιλικές σχέσεις με τον σουλτάνο. Ο Κιλίτζ Αρσλάν έφτασε στο Κόκισον και έκλεισε ειρήνη με τους κατοίκους ενώ ο Θόρος στον δρόμο του για την Μπερντούς εξαπάτησε τον αδελφό του παραδίδοντας την περιοχή που είχε κατακτήσει στον σουλτάνο. O Κιλίτζ Αρσλάν για να τον ευχαριστήσει ελευθέρωσε όλους τους αιχμαλώτους, ο Στέφανος ήθελε να κατακτήσει το Καχραμανμάρα στην Τουρκία αλλά δεν μπόρεσε επειδή οι φιλικές σχέσεις ανάμεσα στον αδελφό του και τον σουλτάνο είχαν γίνει ισχυρές".

Δεύτερη εκστρατεία των Βυζαντινών

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το καλοκαίρι του 1158 ο Μανουήλ Α΄ Κομνηνός έκανε την δεύτερη επίθεση στον Θόρο, ο στρατός του με τον ίδιο αρχηγό βάδιζε την συνηθισμένη διαδρομή για την Σελεύκεια.[1] Ο Μανουήλ με μικρή δύναμη ιππέων και στρατιώτες από την Σελεύκεια έκανε αιφνίδια επίθεση στον Θόρος.[1] Ο Θόρος βρισκόταν στην Ταρσό ανυποψίαστος όταν στα τέλη Νοεμβρίου ένας Λατίνος προσκυνητής τον προειδοποίησε ότι ο Βυζαντινός στρατός πλησιάζει, συγκέντρωσε την οικογένεια και τους φίλους του και δραπέτευσε στα βουνά.[2] Την επόμενη μέρα ο Βυζαντινός αυτοκράτορας έφτασε στην πεδιάδα της Κιλικίας, σε ένα δεκαπενθήμερο υπέταξε όλες τις πόλεις μέχρι την Αναζάρμπους.[2] Ο Θόρος δραπέτευσε στην κορυφή του βουνού σε ένα καταφύγιο στις όχθες του ποταμού Κύδνου, μονάχα οι έμπιστοι υπηρέτες το γνώριζαν.[2] Η Κιλικία πέρασε ολόκληρη σε λίγο καιρό υπό Βυζαντινό έλεγχο, μονάχα οι ορεινές περιοχές στα βόρεια ήταν ακόμα στους Αρμένιους.[1] Ο Βαλδουίνος Γ΄ της Ιερουσαλήμ με παρέμβαση έκλεισε ειρήνη ανάμεσα στον αυτοκράτορα και τον Θόρος.[1] Ο Θόρος έπρεπε να προχωρήσει στο αυτοκρατορικό στρατόπεδο ασκεπής και ξυπόλητος, λίγο πριν αυτοκρατορική εξέδρα έπεσε στην σκόνη.[2] Δέχτηκε συγχώρεση για τις παραβιάσεις του στην Κιλικία και στην Κύπρο και μπορούσε να διατηρήσει μερικό έλεγχο στην Κιλικία.[1][2]

Ο αδελφός του Θόρος Στέφανος αγνοώντας την υποταγή του Θόρος στους Βυζαντινούς συνέχισε τις επιθέσεις, οι ενέργειες του έδωσαν την ευκαιρία στον Βυζαντινό κυβερνήτη της Ταρσού Ανδρόνικο Ευφορβικό να σαμποτάρει την συνθήκη.[1] Ο Ανδρόνικος προσκάλεσε τον Στέφανο στην οικία του σε γεύμα και όταν έφτασε τον συνέλαβε, την επόμενη μέρα βρέθηκε το πτώμα του ακρωτηριασμένο στις πύλες της Ταρσού.[1] Ο Θόρος Β΄ που είχε τους δικούς του λόγους να επιθυμεί την δολοφονία του Στέφανου το βρήκε σαν ευκαιρία να λεηλατήσει την Μοψουεστία, την Αναζάρμπους και την Βάχκα και να θανατώσει τις Ελληνικές φρουρές.[2] Με την επέμβαση του Αμωρί Α΄ της Ιερουσαλήμ έκλεισε ξανά ειρήνη ανάμεσα στον αυτοκράτορα και τον Θόρος, ο Κωνσταντίνος Δούκας Καλαμανός τοποθετήθηκε νέος διοικητής της Ταρσού στην θέση του Ανδρόνικου Ευφορβικού.[1]

Συμμαχία με τους Σταυροφόρους

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Αμωρί Α΄ της Ιερουσαλήμ έφυγε για την Αίγυπτο (1164), ο εμίρης του Χαλεπιού Νουρεντίν βρήκε την ευκαιρία να επιτεθεί στο πριγκιπάτο της Αντιόχειας πολιορκώντας το φρούριο του Χαρίμ.[2] Ο Βοημούνδος Γ΄ της Αντιόχειας κάλεσε σε βοήθεια τον Ραϋμόνδο Γ΄ της Τρίπολης, τον Θόρος και τον Κωνσταντίνο Καλαμανό, ο Νουρεντίν υποχώρησε αλλά ο Βοημούνδος συνέχισε να τον καταδιώκει.[2] Οι δυο στρατοί συναντήθηκαν στο Χαρίμ και έκλεισαν ειρήνη (10 Αυγούστου 1164). Ο Βοημούνδος Γ΄ αγνοώντας τις προειδοποιήσεις του Θόρου επιτέθηκε στους μουσουλμάνους αλλά εκείνοι καλά προετοιμασμένοι τους έριξαν στην παγίδα και τους συνέτριψαν.[2] Ο Βοημούνδος Γ΄ και ο Ραϋμόνδος Γ΄ συνελήφθησαν αιχμάλωτοι, ο Θόρος και ο αδελφός του Μλεχ δραπέτευσαν.[2] Την ίδια εποχή ο Θόρος Β΄ επισκέφτηκε την Ιερουσαλήμ και ζήτησε τον εποικισμό της πόλης με μεγάλο αριθμό Αρμενίων αλλά οι Λατίνοι ιερείς ζήτησαν από τον Αμωρί Α΄ να αρνηθεί την προσφορά και να τους ζητήσει να πληρώσουν ειδικό φόρο.[2][5]

Τρίτη εκστρατεία των Βυζαντινών

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι συγκρούσεις με τους Έλληνες ξέσπασαν ξανά στην Κιλικία, ο αυτοκράτορας Μανουήλ Α΄ διέταξε τον στρατό του στην Κιλικία υπό την ηγεσία του Κωνσταντίνου Καλαμανού να υποτάξει οριστικά τους Αρμένιους (1168).[1] Ο Κωνσταντίνος Καλαμανός είχε ωστόσο περιορισμένες επιτυχίες και πρότεινε στον αυτοκράτορα να παραχωρήσουν τμήμα της Κιλικίας στους Αρμένιους αφού οι ίδιοι είχαν πρόσβαση σε λιμάνια του κόλπου της Αλεξανδρέττα.[1] Ο Μανουήλ Α΄ απέρριψε την πρόταση απαιτώντας η οποιαδήποτε εξουσία του Θόρος στην Κιλικία να βρίσκεται πάντοτε υπό Βυζαντινή υποτέλεια.[1]

Ο Θόρος Β΄ την ίδια εποχή συγκρούστηκε με τον αδελφό του Μλεχ που είχε κάνει απόπειρα να τον δολοφονήσει, ο Μλεχ δραπέτευσε στον Νουρεντίν και ασπάστηκε το Ισλάμ.[2] Ο Σμπατ ο Κοντόσταυλος στα "Χρονικά" γράφει :[7]

"Ο αδελφός του Θόρου Μλεχ άνθρωπος ύπουλος και κακόβουλος σχεδίαζε μαζί με τους συνεργάτες του να σκοτώσει τον αδελφό του στην διάρκεια ενός κυνηγιού ανάμεσα στην Μοψουεστία και τα Άδανα. Ο Θόρος είχε ειδοποιηθεί, τον συνέλαβε, τον ανέκρινε και του δήλωσε ότι γνωρίζει τα σχέδια του, έκανε κατάσχεση ολόκληρης της περιουσίας του Μλεχ και εκδιώχτηκε από το βασίλειο, ο Μλεχ κατέφυγε στον εμίρη του Χαλεπιού Νουρεντίν και μπήκε στην υπηρεσία του".

Ο Θόρος Β΄ ύστερα από 25 χρόνια βασιλείας με συνεχείς πολέμους παραιτήθηκε υπέρ του τετράχρονου γιου του Ρουπέν Β΄, όρισε κηδεμόνα τον πεθερό του Τόμας και μπήκε σε μοναστήρι.[1][3] Ο Θόρος πέθανε το 1169 και τάφηκε στο μοναστήρι του Ντραζάρκ.[1][3]

Με την πρώτη σύζυγο του (1149) μια ανώνυμη κόρη του Σιμών του Ραμπάν (σύμφωνα με μερικές πηγές ήταν η Ισαβέλλα, κόρη του Ζοσλέν Β΄ της Έδεσσας) απέκτησε :[1][2][3]

  • Ρίτα (περί το 1150 - μετά το 1169), σύζυγος του Χετούμ Γ΄ του Λαμπρόν.[3]
  • Ανώνυμη κόρη, παντρεύτηκε τον Ισαάκιος Κομνηνός, διοικητή της Κύπρου.[3]

Με τη δεύτερη σύζυγο του (1154) μια ανώνυμη κόρη του αντιβασιλιά Τόμας απέκτησε:[3]

  1. 1,00 1,01 1,02 1,03 1,04 1,05 1,06 1,07 1,08 1,09 1,10 1,11 1,12 1,13 1,14 1,15 1,16 1,17 1,18 1,19 1,20 1,21 1,22 1,23 1,24 1,25 1,26 1,27 1,28 1,29 1,30 1,31 1,32 1,33 Ghazarian, Jacob G. The Armenian Kingdom in Cilicia during the Crusades: The Integration of Cilician Armenians with the Latins (1080–1393).
  2. 2,00 2,01 2,02 2,03 2,04 2,05 2,06 2,07 2,08 2,09 2,10 2,11 2,12 2,13 2,14 2,15 2,16 2,17 2,18 2,19 2,20 2,21 2,22 2,23 2,24 2,25 2,26 2,27 Runciman, Steven. A History of the Crusades – Volume II.: The Kingdom of Jerusalem and the Frankish East: 1100–1187.
  3. 3,0 3,1 3,2 3,3 3,4 3,5 3,6 3,7 Cawley, Charles (2009-04-01), Lords of the Mountains, Kings of (Cilician) Armenia (Family of Rupen)
  4. 4,0 4,1 4,2 4,3 4,4 4,5 4,6 Vahan M. Kurkjian (2005-04-05). "A History of Armenia". Website. Bill Thayer. Retrieved 2009-07-19.
  5. 5,0 5,1 Baldwin, Marshall W. The Latin States under Baldwin III and Amalric I, 1143–1174.
  6. 6,0 6,1 Vahram (2008-09-10). "Chronicle"
  7. 7,0 7,1 7,2 7,3 Smbat Sparapet (Sempad the Constable) (2005). "Chronicle"
  • Baldwin, Marshall W.: The Latin States under Baldwin III and Amalric I, 1143–1174
  • Cawley, Charles (2009-04-01), Lords of the Mountains, Kings of (Cilician) Armenia (Family of Rupen)
  • Edwards, Robert W.: The Fortifications of Armenian Cilicia, Dumbarton Oaks Studies XXIII, Dumbarton Oaks: Trustees for Harvard University, 1987, Washington, D.C.
  • Ghazarian, Jacob G: The Armenian Kingdom in Cilicia during the Crusades: The Integration of Cilician Armenians with the Latins (1080–1393); RoutledgeCurzon (Taylor & Francis Group), 2000, Abingdon.
  • Runciman, Steven: A History of the Crusades – Volume II.: The Kingdom of Jerusalem and the Frankish East: 1100–1187; Cambridge University Press, 1988, Cambridge
  • Vahan M. Kurkjian (2005-04-05): "A History of Armenia"
  • Τα Χρονικά του Σεμπάντ του Κοντόσταυλου

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Θόρος Β΄ της Αρμενίας
 Θάνατος: 6 Φεβρουαρίου 1169
Βασιλικοί τίτλοι
Προκάτοχος
Λέων Α΄
Μέχρι το 1137
Πρίγκιπας του Αρμενικού βασιλείου της Κιλικίας

1144 - 1169
Διάδοχος
Ρουπέν Β΄