Θεοφανώ, ηγουμένη του Έσσεν

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Θεοφανώ, ηγουμένη του Έσσεν
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση10ος αιώνας
Θάνατος5  Μαρτίου 1058
Έσσεν
Θρησκευτικό τάγμαΤάγμα του Αγίου Βενέδικτου
Πληροφορίες ασχολίας
ΙδιότηταΗγουμένη
Οικογένεια
ΓονείςΈτσο της Λοθαριγγίας και Ματθίλδη της Σαξονίας
ΑδέλφιαΡίχετσα της Λοθαριγγίας
Ίντα της Έσσης
Λιούντολφ της Λοθαριγγίας
Όθων Β΄ της Σουαβίας
Χέρμαν Β΄ της Κολωνίας
Commons page Σχετικά πολυμέσα
Ο Άγιος Ματθαίος από το Ευαγγέλιο της Θεοφανούς.
Το εξώφυλλο των ευαγγελίων που αφιέρωσε η ηγουμένη.

Η Θεοφανώ (περί το 997 - 5 Μαρτίου 1058 στο Έσσεν) από τον Οίκο των Ετσονιδών ήταν ηγουμένη της Μονής Έσσεν από το 1039 μέχρι το θάνατό της, καθώς επίσης και της Μονής Γκέρεσχαϊμ. Μετά τη Ματθίλδη, θεωρείται η σημαντικότερη ηγουμένη στην ιστορία του Έσσεν. Η Θεοφανώ πρόσθεσε πολλά σημαντικά έργα τέχνης στον θησαυρό της Μονής Έσσεν, επέκτεινε τον καθεδρικό ναό του Έσσεν και προώθησε την ανάπτυξη του μοναστικού οικισμού στην πόλη χάρη σε άδεια που της παραχώρησε ο αυτοκράτορας Ερρίκος Γ΄.

Βιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Θεοφανώ ήταν (πιθανώς η δεύτερη μεγαλύτερη) κόρη του Έτσο, παλατινού κόμη της Λοθαριγγίας, και της συζύγου του, Ματθίλδης των Οθωνιδών. Αυτή με τη σειρά της ήταν κόρη του αυτοκράτορα Όθωνα Β΄ και της Θεοφανούς των Σκληρών, πριγκίπισσας του Βυζαντίου, της οποίας πήρε και το όνομα. Η γιαγιά της η Θεοφανώ ήταν ανιψιά του Ιωάννη Α΄ Τσιμισκή και μικρανιψιά του Νικηφόρου Β΄ Φωκά.

Η Θεοφανώ έδινε μεγάλη αξία στην καταγωγή της από τις οικογένειες των Ετσονιδών (από την πλευρά του πατέρα της) και των Οθωνιδών (από την πλευρά της μητέρας της). Δεν είναι γνωστό το πού μεγάλωσε η Θεοφανώ, το πιο πιθανό είναι στο Έσσεν. Πιθανότατα τότε γνώρισε την Ηγουμένη Ματθίλδη, η οποία πέθανε το 1011. Ωστόσο, όταν πέθανε η Ματθίλδη, η Θεοφανώ ήταν πολύ μικρή για να μπορέσει να αναλάβει.

Λόγω των πολιτικών εντάσεων μεταξύ των Ετσονιδών και του αυτοκράτορα Ερρίκου Β', οι οποίες πυροδοτήθηκαν από τη διαμάχη για την κληρονομιά της οθωνικής γραμμής από την οποία καταγόταν η μητέρα της Θεοφανούς, είναι απίθανο να ανέλαβε σημαντικά καθήκοντα υπό την ηγουμένη Σοφία (θεία της) στο μοναστήρι του Έσσεν πριν το 1024, έτος θανάτου του Ερρίκου. Η Σοφία ήταν φανατική υποστηρίκτρια του Ερρίκου. Δύο από τις αδερφές της Θεοφανούς, οι οποίες ζούσαν στο Γκάντερσχαϊμ υπό την ηγουμενία της θείας τους, Σοφίας, έφυγαν από το μοναστήρι με δική τους πρωτοβουλία λίγο μετά το θάνατο του Ερρίκου, επειδή λέγεται ότι η Σοφία τους φέρθηκε άσχημα. Μετά το θάνατο της Σοφίας (30 Ιανουαρίου 1039), η Θεοφανώ έγινε ηγουμένη στο Έσσεν σε ηλικία 44 ετών.

Αν και η Θεοφανώ τόνιζε τη συγγένειά της με τους Οθωνίδες, εντούτοις φρόντιζε επίσης και για τις υποθέσεις των Ετσονιδών, στο βαθμό που ήταν απαραίτητο. Η εμπλοκή της στην αναδιοργάνωση της ιδιοκτησίας των Ετσονιδών στον Κάτω Ρήνο τεκμηριώνεται από ένα έγγραφο της 17ης Ιουλίου 1051, στο οποίο η Θεοφανώ, ο αδελφός της, Χέρμαν, και η αδελφή της, Ρίχετσα, μετέφεραν τη Μονή Μπράουβαϊλερ των Ετσονιδών στην Αρχιεπισκοπή Κολωνίας. Είχε προηγηθεί μια δικαστική διαμάχη ενώπιον του αυτοκράτορα, καθώς αυτή η μεταφορά φέρεται να είχε ήδη γίνει υπό τον ίδιο τον Έτσο. Τα τρία εν ζωή παιδιά του όμως το είχαν αμφισβητήσει και δικαιώθηκαν. Ο λόγος της μεταφοράς ήταν πιθανώς ότι το μέλλον των Ετσονιδών στον Κάτω Ρήνο δεν ήταν πλέον ασφαλές: από τα δέκα παιδιά του Έτσο, μόνο η Ρίχετσα και ο Όθωνας, που πέθανε το 1047, είχαν παιδιά, αλλά δεν ζούσαν στον Κάτω Ρήνο.

Ηγουμενία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Θεοφανώ άφησε σημαντικά ίχνη στο Έσσεν. Δεν αποδεικνύεται ότι είχε επιρροή στην αυτοκρατορική πολιτική όπως οι δύο προκάτοχοί της και, δεδομένης της απουσίας οικογενειακών δεσμών με αυτούς που ήταν στην εξουσία, είναι μάλλον απίθανο. Η σημασία της για το Έσσεν έγκειται στην καλλιτεχνική της κληρονομιά, στις κατασκευές της στον καθεδρικό ναό και στην γενικότερη επιρροή της στην ανάπτυξη της πόλης του Έσσεν.

Κατά τη διάρκεια της ηγουμενίας της, η Θεοφανώ ήταν υπεύθυνη για μία σειρά από καλλιτεχνικές και αρχιτεκτονικές παραγγελίες, συμπεριλαμβανομένης της ανακαίνισης του δυτικού άκρου της εκκλησίας του Mύνστερ, για να αντικατοπτρίζει το σχέδιο του περίφημου οκταγωνικού παρεκκλησίου του Άαχεν. Δώρισε πολλά πλούσια εικονογραφημένα χειρόγραφα, συμπεριλαμβανομένων των «Ευαγγελίων της Θεοφανούς» (σήμερα στο Θησαυροφυλάκιο του Καθεδρικού του Έσσεν ) και του Σταυρού της Θεοφανούς.[1]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Falk, Birgitta, et al. Der Essener Domschatz. Essen: Klartext, 2009.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]