Επί της Δικαιοσύνης Γραμματεία της Επικράτειας
Η Επί της Δικαιοσύνης Γραμματεία της Επικράτειας, - (το πρώτο Υπουργείο Δικαιοσύνης του νέου ελληνικού κράτους), (Απρίλιος 1833 - Ιούνιος 1846), ιδρύθηκε στις 3 / 15 Απριλίου 1833.
Πρώτος «Επί της Δικαιοσύνης Γραμματέας της Επικράτειας» χρημάτισε ο Γεώργιος Πραΐδης στην πρώτη κυβέρνηση της Αντιβασιλείας, αυτής του Σπυρίδωνα Τρικούπη.
Τη σημαντικότερη θέση για την μορφή και την κατεύθυνση του Δικαίου στην Ελλάδα, κατέχει ο Γερμανός νομομαθής και καθηγητής του Πανεπιστημίου του Μονάχου, Αντιβασιλέας, Γκέοργκ φον Μάουρερ (Georg Ludwig von Maurer), ο οποίος ανέλαβε την οργάνωση της Δικαιοσύνης (μαζί με αυτήν της Παιδείας και της Εκκλησίας). Συγκεκριμένα, υπό την καθοδήγηση του Μάουρερ σχηματίστηκε ο πρώτος νόμος «περί σχηματισμού και της αρμοδιότητας της επί της Δικαιοσύνης Γραμματείας της Επικρατείας». Επίσης, συνέταξε τον Ποινικό Κώδικα, την Ποινική Δικονομία, την Πολιτική Δικονομία και τον «Οργανισμό Δικαστηρίων και Συμβολαιογράφων».[1]Ο Μάουρερ όμως, δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει το έργο της σύνταξης Αστικού Κώδικα καθώς εγκατέλειψε την Ελλάδα τον Ιούλιο του 1834 και η νομοθεσία έμεινε ημιτελής.
Στις 3 Ιουνίου 1846 με τον νόμο «Περί Διοργανισμού των Υπουργείων», [2]καταργήθηκε ο όρος Γραμματεία της Επικράτειας, και τον αντικατέστησε ο σημερινός όρος Υπουργείο. Ο πλήρης τίτλος ήταν πλέον Υπουργείον επί της Δικαιοσύνης.
Αρμοδιότητες
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Η καθίδρυσις, διόρθωσις και επιστασία όλων των δια την διαχείρησιν της δικαιοσύνης εις πολιτικάς και εγκληματικάς υποθέσεις καταστημάτων, ο διοργανισμός των Δικαστηρίων, αι περί του προσωπικού αυτών προτάσεις, και η επ’ αυτά επαγρύπνησις, η διατήρησις των περί των Δικαστηρίων υπαρχόντων νόμων και η ανεξαρτησία του δικαστικού υπουργήματος.
- Η επιστασία όλων των δια την διαχείρησιν της δικαιοσύνης αναγκαίων πραγμάτων, προ πάντων δε των εξεταστικών ειρκτών, και η φροντίς δια την επισκευήν και διατήρησιν των δια την υπηρεσίαν της δικαιοσύνης αναγκαίων οικοδομών.
- Η επιτήρησις εις τους Επιτρόπους της Επικρατείας, η μετ’ αυτών αλληλογραφία και αι περί διορισμού ή παύσεως αυτών προτάσεις.
- Τα περί Μνημονίας, και η επιτήρησις εις τους Μνήμονας [3]
- Αι προτάσεις περί βελτιώσεως ή τροποποιήσεως των πολιτικών ή ποινικών Κωδήκων, και των περί διαδικασίας εις πολιτικάς ή ποινικάς υποθέσεις Κωδήκων, καθώς και περί της αληθούς αυτών διερμηνεύσεως.
- Η επαγρύπνησις εις την διατήρησιν της δικαστικής αρμοδιότητος, και η σύμπραξις εις την κατά τους υπάρχοντας νόμους διάλυσιν των αναφυομένων περί τούτου διενέξεων μεταξύ των Δικαστηρίων και των διοικητικών αρχών.
- Αι προτάσεις περί αφέσεως ή ελαττώσεως της ποινής εις τας παρά των ποινικών δικαστηρίων γενομένας αποφάσεις.
- Αι προτάσεις περί όλων των εξαιρέσεων και αδειών, τας οποίας οι πολιτικοί νόμοι εναποθέτουν εις τον Βασιλέα εις πολιτικάς δίκας.
- Εις την επί της Δικαιοσύνης Γραμματείαν είναι υποτεταγμένοι εντός της αρμοδιότητός της όλα τα Δικαστήρια, οι Επίτροποι της Επικρατείας, οι Μνήμονες, οι Συνήγοροι και το λοιπόν προσωπικόν, το οποίον τυχόν ήθελεν είσθαι διωρισμένον διά την υπηρεσίαν της Δικαιοσύνης».[4]
Ιστορική αναδρομή
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το 1833 πρωτο - συστάθηκαν τρία δικαστήρια (Ναύπλιο, Μεσολόγγι και Θήβα) τα οποία εξ ανάγκης δίκαζαν πολιτικές και ποινικές υποθέσεις ενώ από τις αρχές του 1834 ιδρύθηκαν Πολιτικά και Ποινικά Δικαστήρια καθώς και συμβολαιογραφεία.
Συγκεκριμένα, ιδρύθηκαν δέκα Πρωτοδικεία: Αθηνών, Σύρου, Χαλκίδας, Ναυπλίου, Τρίπολης, Σπάρτης, Πύλου, Πάτρας, Μεσολογγίου και Άμφισσας,
δύο Εμποροδικεία : Σύρου, Πάτρας, Ναυπλίου
δύο Εφετεία : Αθηνών, Τρίπολης.
Τα Ειρηνοδικεία παρέμειναν όπως είχαν, ένα σε κάθε επαρχία του κράτους. Τον Οκτώβριο του 1833 συστάθηκε το Ελεγκτικό Συνέδριο του Κράτους ενώ τον Οκτώβριο του 1834 ιδρύθηκε ο Άρειος Πάγος - πρώτος πρόεδρος του οποίου διορίστηκε ο νομικός Χριστόδουλος Κλωνάρης και πρώτος Εισαγγελέας ο Ανδρόνικος Πάικος[5]
Όσον αφορά το εφαρμοστέο δίκαιο (Αστικός Κώδικας) η Αντιβασιλεία αποφάσισε ότι: «Οἱ πολιτικοί νόμοι τῶν Βυζαντινῶν Αὐτοκρατόρων, οἱ περιεχόμενοι εἰς τήν Ἑξάβιβλον τοῦ Ἁρμενοπούλου, θέλουν ἰσχύει μεχρισοῦ δημοσιευθῇ ὁ πολιτικός κῶδιξ, τοῦ ὁποίου τήν σύνταξιν διετάξαμεν ἤδη. Τά ἔθιμα ὅμως, ὅσα πολυχρόνιος καί ἀδιάκοπος συνήθεια ἤ ἀποφάσεις δικαστικαί καθιέρωσαν, ὑπερισχύουν ὅπου ἐπεκράτησαν».
Επί της Δικαιοσύνης Γραμματείς της Επικράτειας
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Στυλιανός Μπίτος, «Ιστορική εξέλιξη του ελληνικού αστικού δικαίου. Από την επανάσταση του 1821 έως τη σύνταξη αστικού κώδικα», σελ. 42
- ↑ ΦΕΚ Α 14/ 1846
- ↑ «...οι Δημόσιοι Μνήμονες ήταν «δημόσιοι αξιωματικοί διορισμένοι να δέχωνται διαθήκας, και λοιπάς πράξεις, καί συμβόλαια, εις όσα τα μέρη οφείλουν ή θέλουν να δώσωσιν έπίσημον χαρακτήρα, να βεβαιόνουν την χρονολογίαν των, να τάς φυλάττουν ασφαλώς, καί να δίδωσιν αντίγραφα αυτών.» Γενική Εφημερίς της Ελλάδος, του έτους 1830, Εκ της Εθνικής Τυπογραφίας, Διονυσίου Νότη Καραβία, Αθήνα 1976 (Αριθ. 25, Έτους Ε΄, 26ης Μαρτίου 19830), https://ermisilias.gr/index.php/politismos/92-istoria/7753-200-3#_edn7
- ↑ «Αρχειοθετημένο αντίγραφο». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 1 Οκτωβρίου 2020. Ανακτήθηκε στις 2 Σεπτεμβρίου 2020.
- ↑ ΦΕΚ Α 38/ 1834
Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Στυλιανός Μπίτος, «Ιστορική εξέλιξη του ελληνικού αστικού δικαίου. Από την επανάσταση του 1821 έως τη σύνταξη αστικού κώδικα», διπλωματική εργασία για το Πανεπιστήμιο Μακεδονίας. https://dspace.lib.uom.gr/handle/2159/20428
- * «Το Πολιτικόν Σύνταγμα της Ελλάδος :Οι Ελληνικοί Κώδικες μετά των τροποποιούντων αυτών νεωτέρων Νόμων και Β. Διαταγμάτων οις προσετέθησαν» του Προέδρου του Αρείου Πάγου, Γεωργίου Α. Ράλλη, Αθήνα, 1856 [1]