Γιόχαν Χιερόνυμους Σρέτερ

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Γιόχαν Χιερόνυμους Σρέτερ
Γέννηση30  Αυγούστου 1745[1][2][3]
Ερφούρτη[4]
Θάνατος29  Αυγούστου 1816[1][2][3]
Λιλιεντάλ[5]
ΥπηκοότηταΕκλεκτοράτο του Μάιντζ
ΣπουδέςΠανεπιστήμιο του Γκέτινγκεν και Πανεπιστήμιο της Ερφούρτης
ΤέκναJohann Friedrich Schröter
ΒραβεύσειςΕταίρος της Βασιλικής Εταιρίας
Επιστημονική σταδιοδρομία
Ερευνητικός τομέαςδίκαιο, αστρονομία, Τηλεσκόπιο, αστρονομικά όργανα, astronomical observation, αστεροσκοπείο, Σελήνη και πλανήτης
ΑξίωμαOberamtmann (Μαΐου 1782)
Ιδιότητααστρονόμος, νομικός, χαρτογράφος και Clerical Officer
Χάρτες της Σελήνης από το έργο Selenetopographische Fragmente

Ο Γιόχαν Χιερόνυμους Σρέτερ (Johann Hieronymus Schröter, 30 Αυγούστου 174529 Αυγούστου 1816) ήταν Γερμανός αστρονόμος.

Ο Σρέτερ γεννήθηκε στην Ερφούρτη και σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο του Γκέτινγκεν από το 1762 μέχρι το 1767. Στη συνέχεια άρχισε μία δεκαετή καριέρα νομικού.

Το 1777 διορίσθηκε υπουργός του Γεωργίου Γ΄ στο Αννόβερο, όπου γνώρισε δύο από τους αδελφούς του Ουίλιαμ Χέρσελ. Το 1779 απέκτησε ένα αχρωματικό διοπτρικό τηλεσκόπιο μήκους 91 εκατοστών με αντικειμενικό φακό διαμέτρου 5 εκατοστών για να παρατηρεί τον `Ηλιο, τη Σελήνη και την Αφροδίτη. Η ανακάλυψη του πλανήτη Ουρανού από τον Χέρσελ το 1781 παρακίνησε τον Σρέτερ να ασχοληθεί σοβαρά με την αστρονομία, οπότε παραιτήθηκε από τη θέση του και έγινε τοπικός κυβερνήτης στη μικρή πόλη Λίλιενταλ στην Κάτω Σαξονία.

Το 1784 πλήρωσε 31 τάλαρα (περίπου 600 σημερινά ευρώ) για να αγοράσει ένα διοπτρικό τηλεσκόπιο του Χέρσελ με εστιακή απόσταση 122 εκατοστά και διάμετρο 12. Γρήγορα κέρδισε καλό όνομα από τις παρατηρησιακές αναφορές του σε περιοδικά, αλλά δεν ήταν ικανοποιημένος και το 1786 πλήρωσε 600 τάλαρα για ένα κατοπτρικό τηλεσκόπιο με εστιακή απόσταση 214 εκατοστά και διάμετρο 16,5, εξοπλισμένο με προσοφθάλμιο φακό που επέτρεπαν μεγεθύνσεις μέχρι 1200 φορές. Παρατήρησε τότε συστηματικά τους πλανήτες Αφροδίτη, `Αρη, Δία και Κρόνο.

Ο Σρέτερ πραγματοποίησε εκτεταμένη σχεδίαση των χαρακτηριστικών στην αρειανή επιφάνεια, αλλά παραδόξως ήταν πεπεισμένος ότι αυτά που έβλεπε ήσαν απλώς σχηματισμοί νεφών και όχι γεωγραφικά χαρακτηριστικά. Το 1791 δημοσίευσε μία σημαντική πρώιμη μελέτη της τοπογραφίας της Σελήνης υπό τον τίτλο Selenotopographische Fragmente zur genauern Kenntniss der Mondfläche. Η κλίμακα της σεληνιακής οπτικής λευκαύγειας που ανέπτυξε για το έργο αυτό διαδόθηκε αργότερα από τον Βρετανό σεληνογράφο Thomas Gwyn Elger και τώρα φέρει το δικό του όνομα. Το 1793 ο Σρέτερ υπήρξε ο πρώτος που σημείωσε την ανωμαλία στην παρατηρούμενη φάση της Αφροδίτης, γνωστή σήμερα ως φαινόμενο Σρέτερ, που συνίσταται στο ότι η φάση εμφανίζεται πιο κοίλη από όσο προβλέπει η γεωμετρία.

Οι δύο βοηθοί του αστρονόμοι, ο Καρλ Λούντβιχ Χάρντινγκ (1796–1804) και ο Φρίντριχ Βίλχελμ Μπέσελ (1806–1810), έγιναν διάσημοι.

Το 1813 ο Σρέτερ υπέφερε από τις αναστατώσεις των Ναπολεόντειων Πολέμων: το έργο του και το αστεροσκοπείο του καταστράφηκαν από τους Γάλλους του Βαντάμ και δεν συνήλθε ποτέ από την καταστροφή αυτή[6].

Τα σχέδια του `Αρη από τον Σρέτερ ανακαλύφθηκαν το 1873 από τον Βέλγο αστρονόμο Φρανσουά Τερμπύ (François J. Terby) και εκδόθηκαν μόλις το 1881 (από τον Ε.Γ. βαν ντε Σαντ Μπακχούισεν).

Τιμητικές διακρίσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ονομάσθηκαν προς τιμή του[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. 11876196X. Ανακτήθηκε στις 17  Οκτωβρίου 2015.
  2. 2,0 2,1 (Αγγλικά) SNAC. w61z78s2. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  3. 3,0 3,1 (Γερμανικά) Εγκυκλοπαίδεια Μπρόκχαους. schröter-johann-hieronymus.
  4. Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 10  Δεκεμβρίου 2014.
  5. Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. Ανακτήθηκε στις 30  Δεκεμβρίου 2014.
  6.  Chisholm, Hugh, επιμ.. (1911) «Schröter, Johann Hieronymus» Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάννικα (11η έκδοση) Cambridge University Press 
  7. «Library and Archive Catalogue». The Royal Society. Ανακτήθηκε στις 12 Οκτωβρίου 2010. [νεκρός σύνδεσμος]

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]