Γέφυρα Θεσσαλονίκης
Συντεταγμένες: 40°43′55″N 22°41′37″E / 40.73194°N 22.69361°E
Γέφυρα Θεσσαλονίκης | |
---|---|
Διοίκηση | |
Χώρα | Ελλάδα |
Γεωγραφία | |
Νομός | Θεσσαλονίκης |
Υψόμετρο | 30 μέτρα |
Πληθυσμός | |
Μόνιμος | 2.782 |
Έτος απογραφής | 2021 |
Πληροφορίες | |
Παλαιά ονομασία | Τόψι, Τοψίν |
Ταχ. κώδικας | 570 11 |
Τηλ. κωδικός | 231 |
Σχετικά πολυμέσα | |
Η Γέφυρα είναι χωριό του δήμου Χαλκηδόνος, στον νομό Θεσσαλονίκης με πληθυσμό 3.059 κατοίκους.
Η Γέφυρα αποτελείται από τους συνοικισμούς της Σωζόπολης, των Νέων Μετρών και της Κάτω Γέφυρας. Οι κάτοικοι της Γέφυρας είναι στην πλειονότητα πρόσφυγες από τη Σωζόπολη της Ανατολικής Ρωμυλίας και τις Μέτρες της Ανατολικής Θράκης. Υπάρχουν επίσης πολλές οικογένειες γηγενών (Κάτω Γέφυρα) και μερικές οικογένειες Βλάχων, Σαρακατσάνων και Καστανεριωτών.
Τοποθεσία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η Γέφυρα βρίσκεται βορειοδυτικά της Θεσσαλονίκης στην ανατολική όχθη του Αξιού ποταμού. Απέχει 25 χιλιόμετρα από το κέντρο της Θεσσαλονίκης. Η πρόσβαση γίνεται οδικά μέσω της παλαιάς εθνικής οδού Θεσσαλονίκης - Έδεσσας. Τα τελευταία χρόνια συνδέεται με τη Θεσσαλονίκη μέσω της αστικής συγκοινωνίας.
Ονομασία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η Γέφυρα πήρε το όνομά της από τη γέφυρα του ποταμού Αξιού, που βρίσκεται σε κοντινή απόσταση, καθώς και από την αρχαία πολίχνη «Γέφυρα» που βρισκόταν στην ανατολική όχθη του Αξιού, κοντά στο σημερινό φράγμα του Αξιού, απέναντι από την αρχαία κωμόπολη «Ίχνες».
Οι κάτοικοι της πόλεως ακολούθησαν τον Μέγα Αλέξανδρο και ίδρυσαν ομώνυμη αποικία στη Συρία, στα ανατολικά της Αντιόχειας.
Ιστορία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Αρχαιότητα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Τα αρχαιολογικά ευρήματα μαρτυρούν την ύπαρξη ενός παραθαλάσσιου οικισμού με υψηλό πολιτιστικό επίπεδο και εμπορικές σχέσεις με τη νότια Ελλάδα και τα νησιά του Αιγαίου. Τα σημαντικότερα ευρήματα είναι ο τεχνητός γήλοφος τύπου τράπεζας στα νοτιοανατολικά του σύγχρονου οικισμού, όπου έχουν βρεθεί πολλά νομίσματα, οι τρεις σημαντικοί ταφικοί τύμβοι της περιοχής και οι παρακείμενοι 30 τάφοι που χρονολογούνται από τον 6ο π.Χ. ως τον 2ο π.Χ αιώνα. Ο καθηγητής της Κλασσικής Αρχαιολογίας Μιχάλης Τιβέριος και η αρχαιολόγος Μαρία Τσιμπίδου-Αυλωνίτη συνεκτιμούν ότι η τοποθεσία της αρχαίας Χαλάστρας βρίσκεται μάλλον στη μεγάλη «τράπεζα του Τοψίν».[1]
Ρωμαϊκή και Βυζαντινή περίοδος
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Στην περιοχή αναφέρεται η ύπαρξη της πολίχνης «Γέφυρα». Η πολίχνη αυτή αναφέρεται στο «Ιεροσολυμιτικό οδοιπορικό» (Itinerarium Hierosolymitanum ή αλλιώς Itinerarium Burdigalense). Στο διασημότερο από τα Χριστιανικά οδοιπορικά ο ανώνυμος ταξιδευτής καταγράφει το ταξίδι του από το Μπορντώ της Γαλλίας στους Αγίους Τόπους το 333-334 μ.Χ.. Η "Gephira" αναφέρεται κατά την επιστροφή του ταξιδιώτη, μεταξύ Θεσσαλονίκης - Πέλλας:
Δεν υπάρχουν στοιχεία για την ύπαρξη οικισμού κατά την Βυζαντινή περίοδο.
Ο οικισμός Τοψίν
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η παλιά ονομασία του σημερινού οικισμού της Κάτω Γέφυρας ήταν Τοψίν (Τόψι). Το όνομα είναι τουρκικό Top Sin. Sin είναι ο τάφος, τύμβος και Top είναι το τόπι ή κάτι που είναι στρογγυλό. Top επίσης έχει και την έννοια της συστάδας. Επομένως Topsin μπορεί να είναι «στρογγυλός τύμβος» (τούμπα) ή και «συστάδα τάφων». Το όνομα αυτό αναφέρεται πρώτη φορά σε οθωμανικο έγγραφο του 15ου αιώνα. Τον 17ο-18ο αιώνα ένα μέρος του οικισμού ήταν χωριό και το υπόλοιπο τσιφλίκι. Αναφέρονται 23 Χριστιανικές οικογένειες και 5 Μουσουλμανικές. Στην απογραφή του 1905 στο Τοψίν κατοικούσαν 178 Έλληνες και 64 Τουρκοαθίγγανοι.
Η παράδοση της Θεσσαλονίκης από τους Οθωμανούς στους Έλληνες
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η σημαντικότερη ιστορική στιγμή που συνδέεται με τη Γέφυρα συνέβη στις 26 Οκτωβρίου 1912. Στο κτήριο όπου στεγάζεται σήμερα το Μουσείο Βαλκανικών Πολέμων εγκαταστάθηκε το Στρατηγείο του Ελληνικού στρατού και διεξήχθησαν οι σκληρές διαπραγματεύσεις που οδήγησαν στην υπογραφή της άνευ όρων συνθήκης παράδοσης της Θεσσαλονίκης από τους Οθωμανούς στους Έλληνες, την 27η Οκτωβρίου 1912. Η συνθήκη παράδοσης υπογράφηκε στο Διοικητήριο της Θεσσαλονίκης από τον Ηπειρώτη Χασάν Ταχσίν Πασά και τους Έλληνες αξιωματικούς.
Η ίδρυση της Γέφυρας
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Μετά το 1926 εγκαθίστανται στα βόρεια του Τοψίν οι πρόσφυγες από τις Μέτρες και τη Σωζόπολη, οι οποίοι δημιουργούν τον σύγχρονο οικισμό. Το 1927 το χωριό μετονομάστηκε σε Γέφυρα.[2]
Αξιοθέατα
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Φράγμα Αξιού ποταμού
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Δύο χιλιόμετρα δυτικά της Γέφυρας βρίσκεται η περιοχή του φράγματος του Αξιού. Το φράγμα του ποταμού έχει δημιουργήσει ένα σύμπλεγμα νησίδων, με τη μεγαλύτερη από αυτές να έχει έκταση 1.700 στρεμμάτων. Χαρακτηριστικά είναι το εντυπωσιακό παραποτάμιο δάσος που περιστοιχίζεται από πυκνές συστάδες καλαμιών, τα υδρόβια πουλιά (χουλιαρομύτες, χαλκόκοτες, ερωδιοί, πελεκάνοι, πελαργοί, λαγγόνες, κ.α.), τα άγρια άλογα που ζουν στη μεγάλη νησίδα, άλλα θηλαστικά (τσακάλια, αλεπούδες, αγριογούρουνα, σπανιότερα λύκοι, κ.α.), καθώς και τα αρπακτικά πτηνά (κυρίως γεράκια). Ο υδροβιότοπος είναι ενταγμένος στο πρόγραμμα Natura 2000 της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Μουσείο Βαλκανικών Πολέμων
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το Μουσείο Βαλκανικών Πολέμων στεγάζεται σε μία ιστορική έπαυλη στη νοτιοανατολική πλευρά της Γέφυρας. Το 1999 το Υπουργείο Άμυνας αγόρασε την έπαυλη αυτή για να την αξιοποιήσει ως Μουσείο. Στο κτήριο αυτό εγκαταστάθηκε το Γενικό Στρατηγείο των Ελληνικών δυνάμεων στις 24 Οκτωβρίου του 1912 και παρέμεινε έως τα χαράματα της 27ης Οκτωβρίου. Οι μέρες αυτές υπήρξαν καθοριστικές για την τύχη της Θεσσαλονίκης και γενικότερα της Μακεδονίας. Σ' αυτή την έπαυλη διεξήχθησαν έντονες διαπραγματεύσεις μεταξύ της τούρκικης αντιπροσωπείας, με επικεφαλής τον διοικητή της πόλης Χασάν Ταχσίν Πασά και του επικεφαλής των ελληνικών δυνάμεων Αρχιστράτηγου Κωνσταντίνου. Μετά από δύο αποτυχημένες προσπάθειες επίτευξης συμφωνίας, οι Τούρκοι επέστρεψαν στο κτήριο το μεσημέρι της 26ης Οκτωβρίου 1912, ημέρας του πολιούχου της Θεσσαλονίκης Αγίου Δημητρίου, γνωστοποιώντας ότι ο Ταχσίν Πασάς είχε δεχτεί την άνευ όρων παράδοση της πόλης. Κάθε χρόνο, την ίδια μέρα, διοργανώνεται λαμπαδιοδρομία από το Μουσείο στο Τρίτο Σώμα Στρατού, προς ανάμνηση των ιστορικών αυτών γεγονότων.
Στις αίθουσες του κτηρίου παρουσιάζονται εκθέματα όπως όπλα, ξίφη, στρατιωτικές στολές, μετάλλια, πίνακες, διάφορα κειμήλια από τους Βαλκανικούς Πολέμους, μια ιδιόχειρη κάρτα του τότε πρωθυπουργού της Ελλάδας Ελευθερίου Βενιζέλου, όπως επίσης και αντίγραφο του πρωτοκόλλου παράδοσης της Θεσσαλονίκης. Ο τάφος του Χασάν Ταχσίν Πασά βρίσκεται στον αύλειο χώρο του μουσείου.
Ιερός Ναός Παναγίας Ρευματοκρατούσσας και Αποστόλου Θωμά
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Τον Ναό της Παναγίας Ρευματοκρατούσας κοσμούν το ιερό εικόνισμα της Παναγίας και το περίτεχνο ξυλόγλυπτο τέμπλο που έφεραν από την πατρίδα τους οι πρόσφυγες Μετρινοί. Εκτός από αυτά, μετέφεραν όλο τον εξοπλισμό της εκκλησίας τους που περιλάμβανε εικόνες και βιβλία της μητρόπολης, καντήλες, κρυστάλλινους πολυελαίους και μανουάλια. Όλα αυτά τα κειμήλια κοσμούν τον ναό της Παναγίας καθώς και το Εκκλησιαστικό μουσείο της Γέφυρας.
Ιερός Ναός Αγίου Γεωργίου
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Στην Κάτω Γέφυρα βρίσκεται ο ναός του Αγίου Γεωργίου, χτισμένος γύρω στο 1854. Είναι τρίκλιτη βασιλική χωρίς τρούλο, χτισμένη από Φλωρινιώτες μαστόρους με ακανόνιστη πέτρα, με ξύλινο ζωγραφισμένο τέμπλο και ξύλινη οροφή. Το 1986 η τότε υπουργός Πολιτισμού Μελίνα Μερκούρη ανακήρυξε τον ναό ιστορικό διατηρητέο μνημείο. Το εσωτερικό του ναού και οι εικόνες αναπαλαιώθηκαν στη δεκαετία του 1990.
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Μαρία Τσιμπίδου-Αυλωνίτη. Οι ταφικοί τύμβοι της περιοχής Αγίου Αθανασίου Θεσσαλονίκης (1992-97). «Δέκα χρόνια αρχαιολογικό έργο στη Μακεδονία και Θράκη», Αρχαιολογική συνάντηση 1997, σελ.78
- ↑ Πανδέκτης, μετονομασίες