Χασάν Ταχσίν Πασάς

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Χασάν Ταχσίν Πασάς
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση1845
Μόλιστα Ιωαννίνων
Θάνατος1918
Λωζάνη
Χώρα πολιτογράφησηςΟθωμανική Αυτοκρατορία
Εκπαίδευση και γλώσσες
ΣπουδέςΖωσιμαία Σχολή
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότητααξιωματικός
πολιτικός[1]
Περίοδος ακμής1870
Στρατιωτική σταδιοδρομία
Βαθμός/στρατόςαντιστράτηγος/πεζικό
Πόλεμοι/μάχεςΕλληνοτουρκικός Πόλεμος (1897) και Α΄ Βαλκανικός Πόλεμος
Αξιώματα και βραβεύσεις
Αξίωμαμπεηλέρμπεης της Υεμένης (1908–1910)
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Χασάν Ταχσίν Πασάς (1845-1918) ήταν Οθωμανός ανώτερος στρατιωτικός αξιωματούχος αλβανικής καταγωγής.

Βιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Γεννήθηκε στο χωριό Μεσαρέ της Αλβανίας (κοντά στη σημερινή Ερσέκα) και ήταν γόνος της ευγενούς αλβανικής οικογενείας των Μεσαρέ.[2] Σπούδασε στη Ζωσιμαία Σχολή των Ιωαννίνων[3] και μιλούσε άπταιστα ελληνικά.

Ως αξιωματικός του οθωμανικού στρατού υπηρέτησε για σαράντα χρόνια στην Κρήτη, τη Θεσσαλία, την Κωνσταντινούπολη, την Ήπειρο, την Αλβανία, τη Συρία και την Υεμένη.[4]

Τον καιρό του Πρώτου Βαλκανικού Πολέμου ήταν διοικητής της 8ης Στρατιάς του Αυτοκρατορικού Οθωμανικού Στρατού της Μακεδονίας. Μετά την εκβίαση των Στενών του Σαρανταπόρου από τον ελληνικό στρατό, ο τουρκικός στρατός συμπτύχθηκε στην τοποθεσία των Γιαννιτσών, όπου έδωσε αμυντική μάχη με σκοπό να ανακόψει την πορεία του ελληνικού στρατού προς τη Θεσσαλονίκη. Η ελληνική νίκη όμως ήταν αποφασιστική και αυτό ώθησε τον Χασάν Ταχσίν Πασά να συνθηκολογήσει άνευ όρων και να παραδώσει την πόλη της Θεσσαλονίκης και 25.000 αιχμαλώτους στον ελληνικό στρατό.[5], ενέργεια για την οποία καταδικάστηκε ερήμην σε θάνατο ως προδότης.[4] Η παράδοση στον ελληνικό στρατό της Θεσσαλονίκης, που αποτελούσε μήλο της έριδος των βαλκανικών κρατών, κατέστησε την Ελλάδα το μεγάλο κερδισμένο του πολέμου.[6]

Το πρωτόκολλο της παράδοσης έχει χαθεί από τα αρχεία του Γενικού Επιτελείου Στρατού, αλλά σώζεται ανυπόγραφο αντίγραφο στα γαλλικά. [7]

Μετά το πέρας των πολέμων έζησε στη Γαλλία και κατόπιν στην Ελβετία, όπου στάλθηκε από την κυβέρνηση Βενιζέλου για λόγους ασφάλειας και υγείας. Πέθανε στη Λωζάννη το 1918. [4]

Τα οστά του μεταφέρθηκαν το 1937 στον οικογενειακό τάφο των Μεσαρέ στο αλβανικό νεκροταφείο της Τριανδρίας στη Θεσσαλονίκη και, όταν το νεκροταφείο καταπατήθηκε, το 1983, στο οστεοφυλάκιο της Μαλακοπής. Από το 2002 βρίσκονται θαμμένα στο Στρατιωτικό Νεκροταφείο των Βαλκανικών Πολέμων στη Γέφυρα κοντά στη βίλα Μοδιάνο, που σήμερα λειτουργεί ως Μουσείο Βαλκανικών Πολέμων.[4]

Είχε νυμφευτεί εξισλαμισμένη Ελληνίδα και γιος του ήταν ο ζωγράφος Κενάν Μεσαρέ.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Ανακτήθηκε στις 20  Ιουνίου 2019.
  2. «Πέθανε ο Ίνης Μεσαρέ». 15 Οκτωβρίου 2017. Ανακτήθηκε στις 25 Σεπτεμβρίου 2018. 
  3. Χριστοδούλου, Χρίστος (2007-10-27). «Οι τρεις ταφές του Χασάν Ταχσίν Πασά». Μακεδονία. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2013-02-17. https://archive.today/20130217152518/http://www.makthes.gr/news/arts/8072/. Ανακτήθηκε στις 2012-10-26. 
  4. 4,0 4,1 4,2 4,3 Μαρίνος, Κώστας (2012-10-14). «Χασάν Ταχσίν Πασάς: Ένα άγνωστο -τραγικό- πρόσωπο». Μακεδονία. https://www.makthes.gr/chasan-tachsin-pasas-ena-agnosto-tragiko-prosopo-77025. Ανακτήθηκε στις 2012-10-26. 
  5. Οικονόμου, Νικόλαος (1977). «Ο Α' Βαλκανικός Πόλεμος». Νεώτερος Ελληνισμός: από το 1881 έως το 1913. Ιστορία του Ελληνικού Έθνους. 14. Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών. σελίδες 296–8. 
  6. Μαργαρίτης, Γιώργος (2003). «Η εμπόλεμη Ελλάδα: Βαλκανικοί Πόλεμοι, Μακεδονικό Μέτωπο, Ουκρανία». Στο: Παναγιωτόπουλος, Βασίλης. Η εθνική ολοκλήρωση (1909-1923). Από το κίνημα στο Γουδί ως τη Μικρασιατική Καταστροφή. Ιστορία του Νέου Ελληνισμού, 1770-2000. 7. Ελληνικά γράμματα. σελ. 65. 
  7. Σταύρος, Τζίμας (2012-10-24). «Το εκατονταετές μυστήριο του χαμένου πρωτοκόλλου». Καθημερινή. http://www.kathimerini.gr/471515/article/epikairothta/ellada/to-ekatontaetes-mysthrio-toy-xamenoy-prwtokolloy. Ανακτήθηκε στις 2012-10-26. 

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Πολυμέσα σχετικά με το θέμα Hasan Tahsin Pasha στο Wikimedia Commons