Μετάβαση στο περιεχόμενο

Βάκχαι (τραγωδία)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Βάκχαι
Βάκχαι
ΣυγγραφέαςΕυριπίδης
Πρωτότυπος τίτλοςΒάκχαι
Παγκόσμια πρώτη παράσταση405 π.Χ.
Τοποθεσία πρώτης παράστασηςΑρχαία Αθήνα
ΧορόςΓυναίκες από τη Λυδία
ΡόλοιΔιόνυσος, Πενθέας, Αγαύη, Μαινάδες, Τειρεσίας και Κάδμος
Γλώσσα πρωτότυπουαρχαία ελληνικά
ΕίδοςΤραγωδία
Διαδραματίζεται στο/ηΘήβα
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Οι Βάκχες είναι τραγωδία του Ευριπίδη. Γράφτηκε το 407 π.Χ., όταν ο ποιητής βρισκόταν στην Πέλλα της Μακεδονίας, στην αυλή του βασιλιά Αρχέλαου, και σκηνοθετήθηκε από το γιο του ή τον εγγονό του το 405 π.Χ. στην Αθήνα. Η τραγωδία αυτή διδάχθηκε (παίχτηκε) μετά τον θάνατο του δημιουργού της, του Ευριπίδη (406 π.Χ.). Αποτελούσε τριλογία μαζί με τα έργα "Ιφιγένεια εν Αυλίδι" και "Αλκμαίων ο δια Κορίνθου" (ελάχιστοι στίχοι από το οποίο έχουν διασωθεί). Η τριλογία αυτή κέρδισε το πρώτο βραβείο.

Το έργο Βάκχαι έχει γνήσια Διονυσιακή υπόθεση, εξιστορεί δηλαδή την έλευση του Βάκχου (Διονύσου) στη Θήβα κατά την οποία ο Πενθέας φονεύεται από την μητέρα του Αγαύη, διότι αντιστάθηκε στη λατρεία του νέου θεού.

Μερικοί στηριζόμενοι σε κάποιες εσωτερικές μαρτυρίες και αναφορές πιστεύουν πως το έργο γράφτηκε για να διδαχτεί σε δραματικούς αγώνες που οργάνωσε ο Μακεδόνας βασιλιάς προς τιμή των Μουσών και του Διονύσου.

Η Τραγωδία αυτή παίχτηκε και στην παρθική βασιλική αυλή όπως ιστορεί ο Πλούταρχος (Κράσ. 33).

Το μύθο του Θηβαίου θεομάχου είχε πραγματευτεί και ο Αισχύλος σε μια τετραλογία που περιείχε μια τραγωδία με τον τίτλο Πενθεύς. Για το δράμα αυτό δεν γνωρίζουμε τίποτε. Ο Αριστοφάνης ο Βυζάντιος αναφέρει πως είχε το ίδιο θέμα με τις Βάκχες. Μια άλλη τετραλογία του Αισχύλου, η Λυκουργεία, πραγματευόταν την ασέβεια και την τιμωρία του βασιλιά της Θράκης, Λυκούργου. Μερικοί πιστεύουν πως κάποια μοτίβα των Βακχών αντιγράφουν τη Λυκουργεία.

Η υπόθεση του έργου

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στο έργο του Ευριπίδη, συνυπάρχουν το τραγικό, το δραματικό και το θεατρικό στοιχείο. Είναι το μοναδικό έργο της αρχαιότητας, όπου ο Διόνυσος πρωταγωνιστεί ως ανθρωποποιημένος θεός, καθώς αυτό αποτελεί το δράμα του θεού, που είναι το δράμα του ανθρώπου. Δραματοποιούνται τα Θεοφάνια του Διονύσου και εξανθρωπίζεται το θείο. Μια καινούργια θρησκεία απειλεί, μια νέα δύναμη εισχωρεί που θέλει να επιβάλει τη δική της λατρεία.

Ο Διόνυσος, γιος του Δία και της κόρης του Κάδμου Σεμέλης, φτάνει στη Θήβα με μορφή ανθρώπου, για να επιβάλει τη λατρεία του. Οι κόρες του Κάδμου αμφισβητούν τη θεϊκή του καταγωγή αλλα τρελαίνονται από αυτόν και ως μαινάδες πια πηγαίνουν και παραμένουν στο Κιθαιρώνα λατρεύοντας. Ο βασιλιάς Πενθέας, εγγονός του Κάδμου και γιος της Αγαύης, αποφασίζει να στραφεί ενάντια στις μαινάδες. Συλλαμβάνει τον Διόνυσο, αλλ' αυτός ελευθερώνεται και με σεισμό καταστρέφει το παλάτι. Στη συνέχεια ο Πενθέας μεταβαίνει στο βουνό, αλλά εκεί οι μαινάδες, με πρώτη τη μητέρα του, την Αγαύη, τον διαμελίζουν. Η Αγαύη επιστρέφει θριαμβευτικά στην πόλη, αλλά ο Κάδμος την κάνει να συνειδητοποιήσει τι έπραξε. Το έργο κλείνει με την εμφάνιση του Διονύσου ως θεού και το μένος που πέφτει στην περιοχή. Δεν υπάρχει πρόσωπο στο έργο που δεν θα μεταμορφωθεί, ο ίδιος ο θεός μεταμορφώνεται από ζώο σε θνητό, ο Πενθέας από βασιλιάς γίνεται μαινάδα, ηδονοβλεψίας, αδύναμο παιδί, ελάφι σφάγιο.

Τα πρόσωπα του έργου

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
  • Διόνυσος (με τη μορφή θνητού): Ανοίγει την παράσταση. Γιος του Διός και της Σεμέλης. Κατά τη διάρκεια του έργου δεν φανερώνει την πραγματική του ταυτότητα, αλλά εμφανίζεται σαν ακόλουθος του Διονύσου.
  • Χορός: Γυναίκες από τη Λυδία. Βάκχες, ακόλουθες του Διονύσου.
  • Τειρεσίας: Μάντης. Είναι υποστηρικτής της νέα θρησκείας.
  • Κάδμος: Ο γηραιότερος από το σόι τού Πενθέα. Υποστηρίζει τη νέα θρησκεία, αν και δεν την αποδέχεται, γιατί πιστεύει ότι τιμά τη γενιά του.
  • Πενθέας: Εγγονός του Κάδμου και βασιλιάς τής Θήβας. Διώκει το Διόνυσο με σκοπό να βάλει τάξη στη Θήβα.
  • Αγαύη: Μητέρα του Πενθέα. Βακχεύει στα όρη, κάτω από την επιρροή του Διονύσου.
  • Αγγελιαφόρος Α: Βοσκός από τον Κιθαιρώνα.
  • Αγγελιαφόρος Β: Υπηρέτης του παλατιού.
  • Διόνυσος (με τη μορφή θεού): Εμφανίζεται στο τέλος του έργου με την πραγματική του μορφή, με σκοπό να εδραιώσει την κυριαρχία του.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]