Αυτοκράτορας Μέιτζι

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
(Ανακατεύθυνση από Αυτοκράτορας Μεϊτζί)
Μέιτζι
Πορτραίτο του Αυτοκράτορα Μέιτζι το 1888
Περίοδος3 Φεβρουαρίου 1867 - 3 Ιουλίου 1912
ΠροκάτοχοςΚομέι
ΔιάδοχοςΤαϊσό
Γέννηση3 Νοεμβρίου 1852 (1852-11-03)
Κιότο, Ιαπωνία
Θάνατος13 Σεπτεμβρίου 1912 (59 ετών)
Τόκιο, Ιαπωνία
Τόπος ταφήςΦουσίμι Μομογιάμα νο Μισασάγκι (伏見桃山陵), Κιότο
ΣύζυγοςΣόκεν
ΟίκοςΓιαμάτο
ΠατέραςΚομέι
ΜητέραΝακαγιάμα Γιοσίκο
ΘρησκείαΣιντοϊστής
Υπογραφή
Commons page Σχετικά πολυμέσα
δεδομένα (π  σ  ε )

Ο Αυτοκράτορας Μέιτζι ή Μεΐτζι (ιαπωνικά: 明治天皇‎‎) Meiji-tennō) (3 Νοεμβρίου 185230 Ιουλίου 1912), αποκαλούμενος και Μέιτζι ο Μέγας (明治大帝 Meiji-taitei) ήταν ο 122ος αυτοκράτορας της Ιαπωνίας, σύμφωνα με την παραδοσιακή τάξη διαδοχής. Βασίλευσε από τις 3 Φεβρουαρίου του 1867 ως το θάνατό του, σε μια περίοδο κατά την οποία η Ιαπωνία εξελίχθηκε από ένα καθυστερημένο φεουδαρχικό κράτος σε μια εκβιομηχανισμένη υπερδύναμη.

Για πάνω από δύο αιώνες πριν τον Μέιτζι, ο ρόλος του αυτοκράτορα ήταν καθαρά συμβολικός και ουσιαστικά κατώτερος αυτού του Σογκούν. Ωστόσο, μετά από την επέμβαση ξένων δυνάμεων και τις εσωτερικές αναταραχές που ακολούθησαν, η τάξη αυτή καταρρίφθηκε. Υπό την ηγεσία ικανών πολιτικών, η Ιαπωνία έκανε θαυμαστή πρόοδο στον οικονομικό και στρατιωτικό τομέα, ενώ πραγματοποιήθηκαν βαθιές αλλαγές στο κοινωνικό πρόσωπο της χώρας. Έτσι, παρότι ο Μέιτζι δεν κατείχε πραγματικά την εξουσία, αποτέλεσε το σύμβολο για την αναγέννηση της Ιαπωνίας.

Το προσωπικό του όνομα ήταν Μουτσουχίτο και το Μέιτζι αποτελεί το μεταθανάτιο όνομα του, που υιοθετούν από αρχαιοτάτων χρόνων οι αυτοκράτορες και αυτοκράτειρες της Ιαπωνίας. Με το όνομα αυτό αναφέρονται από εκείνη τη στιγμή και έπειτα.

Η Ιαπωνία πριν τον Μέιτζι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Για περισσότερο από δύο αιώνες, την εξουσία στην Ιαπωνία κατείχε θεωρητικά ο Αυτοκράτορας, αλλά στην πραγματικότητα τα νήματα κινούσε ο Σογκούν. Η κατάσταση αυτή εδραιώθηκε από το 1600, όταν ο Τοκουγκάβα Ιεγιάσου νίκησε στη μάχη της Σεκιγκαχάρα και έγινε ο απόλυτος κυρίαρχος της Ιαπωνίας. Το 1615 ο γιος και διάδοχος του Ιεγιάσου, Τοκουγκάβα Χιντετάτα, εξέδωσε ένα κώδικα συμπεριφοράς, σύμφωνα με τον οποίο ο Αυτοκράτορας έπρεπε να αφιερώνει το χρόνο του στις τέχνες και τα γράμματα.[1] Οι μετέπειτα σογκούν, όλοι απόγονοι του Ιεγιάσου, περιόριζαν τον Αυτοκρατορικό Οίκο. Είναι χαρακτηριστικό πως ο εκάστοτε Αυτοκράτορας δεν είχε το δικαίωμα να βγει από το Παλάτι του Κιότο, παρά μόνο σε περιπτώσεις πυρκαγιάς ή απόσυρσης από το θρόνο.[2] Ταυτόχρονα όμως, ο Αυτοκράτορας αποτελούσε σύμβολο της παράδοσης και της νομιμότητας.[3]

Γενικότερα, η Ιαπωνία των Τοκουγκάβα ήταν πολύ περιορισμένη. Η επικράτεια είχε χωριστεί σε 300 περίπου φέουδα (藩 han), το καθένα από τα οποία διοικούνταν από έναν νταΐμιο.[4] Οι νταΐμιο όφειλαν άκρα υπακοή στο σογκούν. Το εμπόριο με τους Ευρωπαίους απαγορευόταν και μόνο Ολλανδοί έμποροι είχαν τη δυνατότητα να βρίσκονται στο Ναγκασάκι.[5] Βέβαια το Σογκουνάτο δεν επέδειξε την ίδια πολιτική και προς άλλους Ασιάτες εμπόρους, καθώς φοβόταν περισσότερο τη Δύση.[6]

Πιθανώς, οι Ιάπωνες θα μπορούσαν να συνεχίσουν τη ζωή αυτή, αλλά οι Δυτικοί είχαν αντίθετη γνώμη: τους ενοχλούσε η απομόνωση της Ιαπωνίας και κυρίως τους έλκυαν οι ανεκμετάλλευτες εμπορικές της δυνατότητες.[4]

Γέννηση και το "Άνοιγμα της Ιαπωνίας"[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Μέιτζι γεννήθηκε στις 3 Νοεμβρίου του 1852. Πατέρας του ήταν ο Αυτοκράτορας Κομέι, ο οποίος βασίλευε από το 1846, και μητέρα του μια παλλακίδα, ονόματι Νακαγιάμα Γιοσίκο. Πατέρας της Γιοσίκο ήταν ο Νακαγιάμα Τανταγιάσου, ενός σημαντικός σύμβουλος της Αυλής.[7] Τα νέα της γέννησης χαροποίησαν ιδιαίτερα τον Αυτοκράτορα, ο οποίος ήπιε μια αρκετά μεγάλη ποσότητα σάκε.[7] Στο νεαρό πρίγκιπα χαρίστηκαν πολλά δώρα. Ακολούθησαν διάφορες παραδοσιακές τελετουργίες, όπως η ταφή του πλακούντα, με αποτέλεσμα ο Αυτοκράτορας Κομέι να δει το γιο του τριάντα μέρες μετά τη γέννησή του.[8] Στο νεογέννητο δόθηκε το όνομα Σατσινομίγια, δηλαδή "Πρίγκιπας Σάτσι".[9]

Η γέννηση του μελλοντικού Αυτοκράτορα έγινε σε μια εποχή που η Ιαπωνία άλλαζε ριζικά. Οι Δυτικοί απέτυχαν να ανοίξουν τα ιαπωνικά λιμάνια με τις συμβατικές μεθόδους, αλλά δεν σταμάτησαν. Το 1852 οι Ηνωμένες Πολιτείες έστειλαν τέσσερα πολεμικά πλοία και ένα λόχο πεζοναυτών, ώστε να οδηγήσουν έναν απομονωμένο λαό στην οικογένεια των πολιτισμένων εθνών, όπως το έθεσε ο αρχηγός της αποστολής, Αντιναύαρχος Μάθιου Πέρι.[10] Ο στολίσκος έφτασε στην Άπω Ανατολή το Μάιο του επόμενου χρόνου και τον Ιούλιο αγκυροβόλησε στο λιμάνι της Ουράγκα, κοντά στο Έντο. Ο Πέρι παρέδωσε μια φιλική, αλλά έντονη επιστολή του Προέδρου των Η.Π.Α. Μίλαρντ Φίλμορ και φεύγοντας, υποσχέθηκε να ξαναγυρίσει.

Η κρίση που προέκυψε από την άφιξη του Πέρι, οδήγησε το σογκουνάτο να απευθυνθεί στην Αυλή του Κιότο. Για πρώτη φορά μετά από 250 χρόνια, το σογκουνάτο ζητούσε τη γνώμη του Αυτοκράτορα.[11] Οι απόψεις διίσταντο, καθώς άλλοι επέμεναν στη διατήρηση της απομόνωσης, ενώ αρκετοί υποστήριζαν το αντίθετο. Τελικά, πέντε χρόνια μετά την επιστροφή του Πέρι το Φεβρουάριο του 1853, Ευρωπαίοι και Αμερικανοί εμπορεύονταν ελεύθερα σε ορισμένα ιαπωνικά λιμάνια.[10]

Πρώτα χρόνια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι πληροφορίες για τα παιδικά χρόνια του Σατσινομίγια είναι σχετικά λίγες και συχνά αντιφατικές. Σύμφωνα με ορισμένες πηγές, ο νεαρός πρίγκιπας έχαιρε άκρας υγείας και ήταν καλός αθλητής του σούμο, ενώ άλλες τον παρουσιάζουν φιλάσθενο.[12] Πάντως, η εκπαίδευσή του ξεκίνησε το 1859, όταν άρχισε μαθήματα καλλιγραφίας, μια πολύ σημαντική ενασχόληση της ιαπωνικής αριστοκρατίας.[13] Λίγο καιρό αργότερα, άρχισε και τη μελέτη κομφουκιανιστικών κειμένων.[14] Προφανώς, ο Σατσινομίγια δεν ήταν σε θέση να κατανοήσει την κινεζική φιλοσοφία, αλλά σύντομα κατάφερε να διαβάζει με αρκετή ευκολία.[14] Σε λίγο μεγαλύτερη ηλικία, ο νεαρός πρίγκιπας ήρθε σε επαφή με την ιαπωνική και κινεζική ποίηση. Προτιμούσε τις πολεμικές ιστορίες και τις περιπέτειες ηρώων, ενώ σύμφωνα με έναν παιδικό του φίλο, θαύμαζε σαμουράι των παλαιών καιρών, όπως τον Κουσουνόκι Μασασίγκε (1294-1336) και τον Τογιοτόμι Χιντεγιόσι (1536/1537-1598).[15] Το 1860, διακηρύχθηκε ως διάδοχος του θρόνου.

Γενικά, ο Σατσινομίγια δεν ήταν ιδιαίτερα επιμελής μαθητής. Σε μια περίπτωση, για παράδειγμα, έφυγε από το μάθημα, χωρίς να δώσει καμιά εξήγηση.[15] Αλλά και η Νακαγιάμα Γιοσίκο ήταν πολύ αυστηρή μαζί του, καθώς δεν τον άφηνε να φάει το μεσημεριανό, αν δεν είχε ολοκληρώσει τα μαθήματα της ημέρας.[15] Αργότερα, ο Μέιτζι μετάνιωνε για την αδιαφορία του αυτή, συνθέτοντας ακόμη και ποιήματα πάνω στα παιδικά του χρόνια.[15]

Διαδοχή και αρχική εξουσία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η κοινωνία της Ιαπωνίας βρισκόταν ακόμη σε αναβρασμό. Η ανικανότητα του σογκούν Τοκουγκάβα Ιεμότσι να αντισταθεί στις απαιτήσεις των ξένων, υπονόμευσε την εξουσία του στα μάτια πολλών Ιαπώνων. Παράλληλα, πολλοί νταΐμιο θεωρούσαν το σογκουνάτο διεφθαρμένο και ανίκανο. Έτσι, στο πρόσωπο του Αυτοκράτορα Κομέι βρήκαν το έμβλημα για να εκφράσουν τη δυσαρέσκιά τους.[10] Αρχικά, επιδίωκαν την εκδίωξη των αποκαλούμενων "βαρβάρων", αλλά μετά το βομβαρδισμό των πόλεων Καγκοσίμα και Σιμονοσέκι το 1863, από βρετανικά, γαλλικά, ολλανδικά και αμερικανικά πλοία, έσβησε κάθε τέτοια σκέψη.[10] Αρκετοί πολιτικοί, ανάμεσά τους οι Ιτό Χιρομπούμι, Γιαμαγκάτα Αριτόμο και Ινοούγιε Καορού, πίστευαν πως, για να κερδίσουν τους Δυτικούς, έπρεπε οι Ιάπωνες να διδαχτούν από αυτούς.[16]

Ο δεκαεξάχρονος Μέιτζι ταξιδεύει από το Κιότο στο Τόκιο

Το 1866, ο Τοκουγκάβα Γιοσινόμπου ανακηρύχτηκε ο νέος σογκούν, ενώ δημιουργήθηκε μια αντισογκουνική ομάδα, η λεγόμενη Συμμαχία Σατσό, με ηγέτες τους Σάιγκο Τακαμόρι και Κίντο Τακαγιόσι. Στις 30 Ιανουαρίου του 1867, ο Αυτοκράτορας Κομέι απεβίωσε και ο Σατσινομίγια, που εν τω μεταξύ είχε λάβει το όνομα Μουτσουχίτο, ανέβηκε στο θρόνο στις 3 Φεβρουαρίου.[17] Οι επαναστάτες νίκησαν τις δυνάμεις του Γιοσινόμπου και το 1868 ανακοίνωσαν ότι ολόκληρη η εξουσία περιήλθε στο νέο Αυτοκράτορα. Την άνοιξη του ίδιου έτους, αδυνατώντας να αντισταθεί στους στασιαστές, ο τελευταίος σογκούν παραδόθηκε και οι υποστηρικτές του διασκορπίστηκαν. Επισήμως, πλέον, η εξουσία αποδόθηκε στον δεκατριάχρονο Μουτσουχίτο.

Μολονότι ο Γιοσινόμπου παραιτήθηκε, οι Τοκουγκάβα συνέχισαν να συμμετέχουν στα πολιτικά πράγματα της χώρας.[18] Η χώρα οδηγήθηκε το 1868 στον επονομαζόμενο Πόλεμο Μποσίν. Οι αυτοκρατορικές δυνάμεις, με ηγέτες τους Σάιγκο Τακαμόρι και Κουρόντα Κιγιοτάκα, νίκησαν ολοκληρωτικά το στρατό του πρώην σογκούν και η σύγκρουση τελείωσε το επόμενο έτος.

Τα πρώτα χρόνια της Εποχής Μέιτζι οι μεταρρυθμίσεις ήταν μονάχα επιφανειακές, καθώς η νέα κυβέρνηση υπήρχε μονάχα στα χαρτιά.[19] Στις 5 Απριλίου του 1868 ο νέος Αυτοκράτορας εξέδωσε το Χάρτη του Όρκου, τα πέντε άρθρα του οποίου καθόρισαν εν πολλοίς τη φιλοσοφία του νέου καθεστώτος. Το κείμενο αυτό, που θεωρείται από μερικούς ως το πρώτο σύνταγμα της Ιαπωνίας,[20] ήταν έργο των πολιτικών ανδρών της χώρας, αλλά φαινόταν να προέρχεται από τον Αυτοκράτορα.[10]

Το 1869 ο Μουτσουχίτο παντρεύτηκε την Ιτσίτζο Χαρούκο, η οποία μετά θάνατον έγινε γνωστή με το όνομα Σόκεν. Το Νοέμβριο, η πρωτεύουσα του κράτους μεταφέρεται από το Κιότο στο Έντο, το οποίο μετονομάζεται σε Τόκιο. Το πρώτο ταξίδι του Αυτοκράτορα στη νέα πρωτέυουσα, γνωστό ως τόκο (ανατολική πρόοδος), ενέπνευσε πολλά έργα νισίκι-ε.[21]

Περίοδος Μέιτζι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Μέιτζι με στρατιωτική στολή το 1873
Κύριο λήμμα: Περίοδος Μέιτζι

Ο Οκούμπο Τοσιμίτσι, μια από τις μεγαλύτερες μορφές της Αναστήλωσης Μέιτζι, παρότρυνε τον Μουτσουχίτο να εμφανίζεται στο λαό του, όπως άλλωστε έπρατταν και οι Ευρωπαίοι μονάρχες.[22] Πίστευε ότι αυτό ήταν απαραίτητο για την επιδιωκόμενη πολιτική μεταρρύθμιση, καθώς έτσι η μέχρι πρότινος μυστηριώδης μορφή του Αυτοκράτορα, θα γινόταν προσφιλής στους υπηκόους του.[22] Θεωρούσε πως ο Αυτοκράτορας έπρεπε να αντιμετωπίζεται από το λαό ως ένας αυστηρός, αλλά στοργικός πατέρας.[23] Πλέον, ο νέος ρόλος του αυτοκράτορα ήταν να συμβολίζει την ενότητα του ιαπωνικού έθνους.[24]

Για αυτόν ακριβώς το λόγο, στις 28 Ιουνίου 1872 ξεκίνησε μια θριαμβευτική περιήγηση του Μουτσουχίτο σε ολόκληρη την Ιαπωνία, η οποία διήρκεσε μέχρι τις 15 Αυγούστου. Σκοπός ήταν να δει τη χώρα όπως πραγματικά ήταν: οι κοινοί άνθρωποι πήγαιναν κανονικά στις δουλείες τους, η κυκλοφορία δε σταματούσε για χάρη του, οι όποιες ακαθαρσίες δεν κρύβονταν και οι λακκούβες των δρόμων δεν επισκευάστηκαν προηγουμένως.[23] Έκτοτε, ο Μουτσουχίτο περιόδευε συχνά στο Τόκιο και επισκεπτόταν τα πιο μακρινά μέρη της χώρας. Το ίδιο έτος, ο Μουτσουχίτο έκοψε τον παραδοσιακό κότσο στο κεφάλι και φόρεσε για πρώτη φορά ρούχα δυτικού τύπου,[25] μια πράξη που δεν ξέφυγε κριτικής από συντηρητικούς κύκλους.[23] Στη μακρόχρονη βασιλεία του, ο Μουτσουχίτο τέθηκε συχνά επικεφαλής για την υιοθέτηση ευρωπαϊκών εθίμων.

Το 1871 συστάθηκε μια ομάδα διανοούμενων, ώστε να διδάξει στον αυτοκράτορα τις αρχές της πολιτειακής οργάνωσης, και ο νεαρός Μουτσουχίτο διδάχθηκε από κουμφουκιανικά βιβλία. Οι δάσκαλοι στόχευαν να κάνουν τον Μέιτζι έναν ισχυρό ηγεμόνα, ενώ και η επιρροή τους πάνω του ήταν εμφανείς.[26] Όλο αυτό δεν άρεσε στον Ιβακούρα Τομόμι και τον Ιτό Χιρομπούμι, οι οποίοι ήθελαν να δημιουργήσουν ένα μοντέρνο κράτος. Τελικά, η εκπαίδευση του Μουτσουχίτο σταμάτησε το 1880.[26]

Κοινωνικές και πολιτικές μεταρρυθμίσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στην Ιαπωνία, δεν κατείχε την εξουσία ο Μουτσουχίτο, αλλά οι γκενρό, άτομα που είχαν αναδειχθεί από τα πρώτα βήματα της αναστήλωσης. Η ολιγαρχία Μέιτζι, όπως ήταν γνωστοί αυτοί οι πολιτικοί, συμβουλευόταν τον Αυτοκράτορα σε σπουδαία ζητήματα και λάμβαναν σοβαρά υπόψη τη γνώμη του.[27] Ταυτόχρονα όμως, δεν ένιωθαν υποχρεωμένοι να δρουν σύμφωνα με τις απόψεις του.[28]

« Οι αποφάσεις της Αυτού Μεγαλειότητος εκφράζουν σχεδόν πάντοτε φιλελεύθερες και προοδευτικές ιδέες. »

Ιτό Χιρομπούμι[29]

Για τη νέα κυβέρνηση, κυριότεροι στόχοι ήταν η καθιέρωση φόρων, η απαγόρευση της αυστηρής κοινωνικής διαστρωμάτωσης και η δημιουργία ενός ισχυρού στρατού. Απαγορεύτηκε η τότε πολιτική διαίρεση της χώρας σε φέουδα των νταΐμιο και η χώρα χωρίστηκε σε 72 νομαρχίες. Η φορολόγηση της αγροτιάς, που αποτελούσε την πλειονότητα του πληθυσμού, αποτέλεσε τη σημαντικότερη πηγή εσόδων για το κράτος.[30] Η βαριά φορολογία, οδήγησε μερικές φορές σε εξεγέρσεις των χωρικών, που όμως σε γενικές γραμμές υπέφεραν σιωπηλά.[30]

Το μεγαλύτερο πρόβλημα είχε να κάνει με την τάξη των σαμουράι, αν και το 1868 αποτελούσαν το 7% του συνολικού πληθυσμού.[31] Εκτός του ότι δε συμμετείχαν στην παραγωγική διαδικασία, δημιουργούσαν και προβλήματα κοινωνικής φύσης.[31] Επιπλέον, ο τρόπος με τον οποίο πολεμούσαν ήταν ξεπερασμένος και ασυμβίβαστος με τη δημιουργία ενός μοντέρνου στρατού.[32] Τελικά, ο αφανισμός της τάξης των σαμουράι πραγματοποιήθηκε με δυσκολία.

Το 1872, ο Μουτσουχίτο διακήρυξε τη δημιουργία ενός νέου εκπαιδευτικού συστήματος, το οποίο θα βασιζόταν στο αντίστοιχο αμερικανικό[25] και δρομολόγησε την ίδρυση 54.000 περίπου σχολείων.[33] Στην πραγματικότητα, τα σχολεία έγιναν χώροι προπαγάνδας των νέων αξιών και ιδεολογιών. Η προσωπολατρεία του Αυτοκράτορα έλαβε μεγάλη έκταση. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι δάσκαλοι και μαθητές ήταν υποχρεωμένοι να σκύβουν καθημερινά μπροστά από την προσωπογραφία του.[25] Ο Μουτσουχίτο δεν αναμείχθηκε ενεργά με το έργο αυτό, όπως άλλωστε και με πολλά άλλα.[34]

Ο Αυτοκράτορας Μουτσουχίτο σε ουκίγιο-ε της εποχής

Το 1885 διακηρύχθηκε πως το πολιτικό σύστημα θα διαμορφωνόταν σύμφωνα με τα δυτικά πρότυπα και το 1889 μπήκε σε ισχύ το νέο σύνταγμα της αυτοκρατορίας, έργο κυρίως του Ιτό Χιρομπούμι. Το σύνταγμα προέβλεπε ένα κοινοβούλιο με δύο Βουλές. Η Άνω Βουλή απαρτιζόταν από την ιαπωνική αριστοκρατία, ενώ η Κάτω Βουλή προέκυπτε από το λαό. Τον Ιούλιο του 1890 πραγματοποιήθηκαν οι πρώτες εθνικές εκλογές, αλλά το νέο κοινοβούλιο ασκούσε ελάχιστη εξουσία: οι υπουργοί διορίζονταν από τον Αυτοκράτορα και οι γκενρό συνέχιζαν να κρατούν το πηδάλιο.[28] Επιπλέον, οι φατριές Τσόσου και Σατσούμα, που έπαιξαν το σημαντικότερο ρόλο στον Πόλεμο Μποσίν, αναμειγνύονταν διαρκώς στα πολιτικά πράγματα.[35] Πολλοί πρωθυπουργοί προέρχονταν από τις τάξεις τους, ενώ οι ίδιες οι οικογένειες αγνοούσαν επιδεικτικά το κοινοβούλιο.[35]

Οικονομικές αλλαγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι ριζοσπαστικές μεταρρυθμίσεις στον οικονομικό τομέα μετέτρεψαν την Ιαπωνία από ένα υπανάπτυκτο φεουδαρχικό κράτος σε μια πλήρως εκβιομηχανισμένη χώρα, η οποία δεν είχε σχεδόν τίποτε να ζηλέψει από τις δυτικές υπερδυνάμεις. Μέσα σε πενήντα χρόνια από την Μεταρρύθμιση Μέιτζι, η Ιαπωνία ήταν το ισχυρότερο έθνος στην Άπω Ανατολή.

Αρχικά, οι ξένοι σύμβουλοι είχαν διεισδύσει παντού. Σύντομα, όμως, η Ιαπωνία πραγματοποίησε θεαματική επιτυχία στην απεξάρτησή της από τη Δύση. Το 1878, μόλις δέκα χρόνια μετά την Αναστήλωση, καθελκύστηκαν δύο ατμόπλοια από τα ναυπηγεία του Ναγκασάκι και το 1892 κατασκευάστηκε η πρώτη ατμομηχανή σιδηροδρόμου.[25] Οι σημαντικές αλλαγές στη γεωργία αύξησαν κατά πολύ την αγροτική απόδοση, ενώ τα ατμοκίνητα κλωστοϋφαντουργικά μηχανήματα έφεραν επανάσταση στην παραδοσιακή οικοτεχνία.[25] Όλες οι απαραίτητες για ένα σύγχρονο κράτος βιομηχανίες –επικοινωνίες, εξόρυξη, εξοπλισμοί– χρηματοδοτήθηκαν στα πρώτα τους στάδια από το κράτος, μέχρι να εξασφαλίσουν οι ιδιώτες τα απαιτούμενα κεφάλαια.[25]

Μερικοί από τους σπουδαιότερους πολιτικούς της εποχής, όπως οι Ινοούγιε Καορού και Ματσουκάτα Μασαγιόσι, ασχολούνταν με τα οικονομικά θέματα του κράτους. Το γεγονός ότι στο Υπουργείο Οικονομικών εργάζονταν τα κατάλληλα άτομα είχε προφανώς θετικά αποτελέσματα. Δόθηκε έμφαση στους έγγειους φόρους, αλλά οι νέες επιχειρήσεις δε φορτώθηκαν με υπέρογκη φορολογία.[36] Οι πλούσιοι Ιάπωνες εμπιστεύονταν την κρατική οικονομία, κρατώντας έτσι τα κεφάλαιά τους στις τράπεζες. Το 1890 το 60% των εσόδων προερχόταν από τη φορολόγηση των αγροτών, αλλά το 1900 το 50% προερχόταν από έμμεσους φόρους, τελωνειακά τέλη και φόρους σε επιχειρήσεις.[37]

Εξωτερική πολιτική και στρατιωτικά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η επαφή των Ιαπώνων με τον έξω κόσμο ήταν αναμφίβολα ζωτικής σημασίας. Όπως άλλωστε συνόψιζε το τελευταίο άρθρο του Χάρτη του Όρκου, η γνώση πρέπει να αναζητηθεί σε όλο τον κόσμο, για να ενισχυθούν τα βάθρα της αυτοκρατορικής εξουσίας.[25] Από πολύ νωρίς, είχε σταλεί στο εξωτερικό μια πρεσβεία, με στόχους της να κάνει γνωστή την αλλαγή πολιτικού συστήματος στην Ιαπωνία, να βελτιώσει τις συνθήκες που είχαν μέχρι τότε υπογραφεί με τις ξένες δυνάμεις και να παρατηρήσει από κοντά πώς λειτουργούσε η Δύση.[38] Γνωστή ως αποστολή Ιβακούρα, η ομάδα των πρεσβευτών εντυπωσιάστηκε από το στρατιωτικό, πολιτικό και νομικό σύστημα των Η.Π.Α. και της Ευρώπης, αλλά κυρίως από τον οικονομικό τομέα.[38] Οι πρώτοι Ιάπωνες πρεσβευτές στο εξωτερικό έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της νέας Ιαπωνίας. Πολλοί Ιάπωνες ευγενείς στάλθηκαν στο εξωτερικό, ανάμεσά τους ο Γιαμαγκάτα Αριτόμο, ο Σαϊγκό Τσουγκουμίτι, ο Ιτό Χιρομπούμι και ο Ινοούγιε Καορού. Κάποιοι από αυτούς σπούδασαν, ενώ άλλοι απλώς παρατηρούσαν τη λειτουργία των ανεπτυγμένων κρατών.

Αυτό, όμως, που ώθησε την Ιαπωνία σε μια πιο δυναμική προσέγγιση των εξωτερικών υποθέσεων, ήταν η δύναμη του στρατού της.[28] Πράγματι, μετά την Αναστήλωση ο στρατός και ο στόλος της Ιαπωνίας είχαν αναπτυχθεί σημαντικά. Είχε χρησιμοποιηθεί ολόκληρο το σύγχρονο οπλοστάσιο, ενώ το 1873 καθιερώθηκε η υποχρεωτική στρατιωτική θητεία.[33] Το 1894 ξέσπασε ο Α' Σινοϊαπωνικός Πόλεμος, ο οποίος έληξε με την εύκολη νίκη των Ιαπώνων. Ακολούθησε ο Ρωσοϊαπωνικός Πόλεμος, στον οποίο οι Ρώσοι κατατροπώθηκαν. Ο Αυτοκράτορας Μουτσουχίτο διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στη συνέχιση και των δύο πολέμων,[34] αν και δεν ενθουσιάστηκε με κανέναν από τους δύο.[39]

Τελευταία χρόνια και θάνατος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η κηδεία του Αυτοκράτορα Μέιτζι.

Από τη δεκαετία του 1890 και έπειτα, η φυσική υγεία του Αυτοκράτορα χειροτέρευε φανερά. Το 1899 οι γιατροί τον προειδοποίησαν για την άυξηση του βάρους του, ενώ το 1904 βρέθηκε ότι έπασχε από διαβήτη και μια χρόνια ασθένεια των νεφρών.[40] Αρνήθηκε επανειλημμένως να αποσυρθεί για κάποιο διάστημα στο Κιότο και αντιθέτως συνέχισε να ασχολείται με τις υποχρεώσεις του στο Τόκιο. Στις 19 Ιουλίου του 1912 ο Μουτσουχίτο ένιωσε ζαλάδα και λίγο αργότερα έχασε τις αισθήσεις του.[40] Απεβίωσε δέκα μέρες μετά, αν και η επίσημη ημερομηνία θανάτου ήταν οι 30 Ιουλίου.[41][40] Ο νεκρός αυτοκράτορας είχε επιλέξει το όνομα Μέιτζι (Φωτισμένος ηγέτης), με το οποίο από εδώ και έπειτα να αναφερόταν.

Οικογένεια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η σύζυγος του Μέιτζι από το 1869, Ιτσίτζο Χαρούκο, ήταν η αδελφή του Ιτσίτζο Σανεγιόσι, σημαντικής μορφής της Αυτοκρατορικής Αυλής. Η Χαρούκο δε χάρισε κανένα παιδί στον Μέιτζι· όλοι οι πρίγκιπες και οι πριγκίπισσες ήταν παιδιά αυτοκρατορικών παλλακίδων.[42] Συνολικά, πέντε παιδιά επιβίωσαν και ο μόνος γιος τον κληρονόμησε στο θρόνο.

Κληρονομιά[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παρότι ο Μέιτζι είχε υιοθετήσει τα δυτικά πρότυπα, οι σχέσεις του με την ιαπωνική παράδοση ήταν καλές: άφησε στις επόμενες γενιές 92.032 ποιήματα στην παραδοσιακή φόρμα ουάκα.[21]

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • (Αγγλικά) Encyclopedia Britannica: Meiji (emperor of Japan)
  • (Αγγλικά) Gordon, Andrew. A Modern History of Japan: from Tokugawa Times to the Present. Oxford University Press. 2003
  • (Αγγλικά) Keene, Donald. Emperor of Japan: Meiji and His World, 1852–1912. Columbia University Press. 2002. ISBN 0-231-12340-X
  • (Αγγλικά) Jansen, Marius B. The Making of Modern Japan. Harvard University Press. 2000
  • (Αγγλικά) Perez, Louis G. The History of Japan. Greenwood Publishing Group. 1998. ISBN 0-313-30296-0
  • (Αγγλικά) Shillony, Ben-Ami. The Emperors of Modern Japan. Brill. 2008. ISBN 978-90-04-16822-0
  • (Αγγλικά) Takashi, Fujitani. Splendid Monarchy: Power and Pageantry in Modern Japan. University of California Press. 1998. ISBN 978-0-520-21371-5.
  • (Ελληνικά) Time-Life Παγκόσμια Ιστορία. Τόμος 18. Εκδόσεις Κ. Καπόπουλος. Αθήνα 1993

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Keene, σ. 3
  2. Gordon, σσ. 4-5
  3. Jansen, σσ. 98-99
  4. 4,0 4,1 Time-Life Παγκόσμια Ιστορία, σ. 103
  5. Gordon, σ. 19
  6. Jansen, σ. 64
  7. 7,0 7,1 Keene, σ. 10
  8. Keene, σ. 13
  9. Keene, σ. 14
  10. 10,0 10,1 10,2 10,3 10,4 Time-Life Παγκόσμια Ιστορία, σ. 104
  11. Keene, σ. 18
  12. Keene, σ. xii
  13. Keene, σ. 46
  14. 14,0 14,1 Keene, σ. 47
  15. 15,0 15,1 15,2 15,3 Keene, σ. 48
  16. Perez, σ. 90
  17. Keene, σ. 98
  18. Perez, σ. 91
  19. Perez, σ. 93
  20. Keene, σ. 340
  21. 21,0 21,1 Shillony, σ. 214
  22. 22,0 22,1 Keene, σ. 211
  23. 23,0 23,1 23,2 Keene, σ. 213
  24. Shillony, σ. 216
  25. 25,0 25,1 25,2 25,3 25,4 25,5 25,6 Time-Life Παγκόσμια Ιστορία, σ. 105
  26. 26,0 26,1 Shillony, σ.217
  27. Time-Life Παγκόσμια Ιστορία, σ. 109
  28. 28,0 28,1 28,2 Time-Life Παγκόσμια Ιστορία, σ. 110
  29. Time-Life Παγκόσμια Ιστορία, σσ. 109-110
  30. 30,0 30,1 Perez, σ. 96
  31. 31,0 31,1 Perez, σ. 97
  32. Perez, σ. 98
  33. 33,0 33,1 Time-Life Παγκόσμια Ιστορία, σσ. 108
  34. 34,0 34,1 Encyclopedia Britannica
  35. 35,0 35,1 Jansen, σ. 415
  36. Perez, σ. 101
  37. Jansen, σ. 422
  38. 38,0 38,1 Perez, σ. 100
  39. Shillony, σ. 223
  40. 40,0 40,1 40,2 Shillony, σ. 224
  41. Takashi, σ. 145
  42. Shillony, σ. 213

Δείτε επίσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]