Μετάβαση στο περιεχόμενο

Μαρία των Μπριέν

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
(Ανακατεύθυνση από Μαρία της Βρυέννης)
Μαρία των Μπριέν
Γενικές πληροφορίες
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Marie de Brienne (Γαλλικά)
Γέννηση1224
Ιερουσαλήμ
Θάνατος1275
Νάπολη
Τόπος ταφήςΑσίζη
Χώρα πολιτογράφησηςΓαλλία
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςΓαλλικά
Πληροφορίες ασχολίας
Ιδιότηταπολιτικός
Οικογένεια
ΣύζυγοςΒαλδουίνος Β΄ της Κωνσταντινούπολης (από 1229)[1]
ΤέκναΦίλιππος Α΄ του Κουρτεναί
ΓονείςΙωάννης του Μπριέν και Βερεγγάρια του Λεόν
ΑδέλφιαΙσαβέλλα Β' της Ιερουσαλήμ
Ιωάννης Β΄ του Μπριέν
Αλφόνσος του Μπριέν
Λουδοβίκος του Μπριέν
ΟικογένειαΟίκος του Μπριέν
Commons page Σχετικά πολυμέσα
Η Μαρία της Βρυέννης

Η Μαρία των Μπριέν (1225 - 1275) ήταν Λατίνη Αυτοκράτειρα της Κωνσταντινούπολης, ως σύζυγος του Βαλδουίνου Β΄ τελευταίου Λατίνου Αυτοκράτορα της Κωνσταντινούπολης· ήταν αντιβασίλισσα στη διάρκεια απουσίας του συζύγου της (1237 - 1239, 1243 - 1257). Ήταν κόρη του περίφημου στρατηγού Ιωάννη του Μπριέν και της τρίτης συζύγου του Βερεγγαρίας του Λεόν, ετεροθαλούς αδελφής της Ισαβέλλας Β΄ της Ιερουσαλήμ και αδελφή του Αλφόνσου των Μπριέν μεγάλου αυλάρχη της Γαλλίας[2]

Γάμος της Μαρίας με τον Βαλδουίνο Β΄, τελευταίο Λατίνο αυτοκράτορα της Κωνσταντινούπολης

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στις 19 Απριλίου/1229 η τετράχρονη Μαρία αρραβωνιάστηκε τον Βαλδουίνο Β΄ νεαρό αυτοκράτορα της Λατινικής αυτοκρατορίας της Κωνσταντινούπολης, του οποίου ο πατέρας της ήταν συμβασιλιάς και κηδεμόνας· ο στόχος ήταν να ενωθούν στενά με συγγενικούς δεσμούς η οικογένεια του πατέρα της με την αυτοκρατορική οικογένεια. Ο γάμος έγινε το 1234, όταν η νύφη είχε φτάσει σε ηλικία 9 ετών, ενώ ο σύζυγος της ήταν 17· ο γάμος αυτός καταγράφεται στα Αλβερικά Χρονικά του Τρουά-Φονταίν. Με τον γάμο αυτόν η Μαρία έγινε συναυτοκράτειρα. Το 1236 η Κωνσταντινούπολη πολιορκήθηκε από τις συμμαχικές δυνάμεις του Ιβάν Ασέν Β΄ της Βουλγαρίας και του Ιωάννη Γ΄ Δούκα Βατάτζη Αυτοκράτορα των Ρωμαίων στη Νίκαια. Την πόλη υπερασπίστηκαν μία μικρή ομάδα από ευγενείς, στόλος από τη Βενετία και μία μικρή στρατιωτική δύναμη, η οποία απεστάλη από τον Γοδεφρείδο Β΄ Βιλλεαρδουίνο πρίγκιπα της Αχαΐας. Η πόλη σώθηκε, επειδή οι επιτιθέμενοι σύμμαχοι συγκρούστηκαν μεταξύ τους για το θέμα της διανομής, αφού ο Ιβάν Ασέν Β΄, ως ισχυρότερος, διεκδικούσε περισσότερα.[3] Την υπεράσπιση της πόλης ανέλαβε ο πατέρας της, ο έμπειρος στρατιωτικός Ιωάννης των Μπριέν. Στον αυτοκράτορα σύζυγό της ανατέθηκε η αποστολή να περιέλθει τις βασιλικές Αυλές της Ευρώπης, προκειμένου να εξασφαλίσει βοήθεια σε στρατό και χρήμα. Ο πατέρας της απεβίωσε στις 27 Μαρτίου/1237 [4] και αμέσως μετά στις 12 Απριλίου/1237 η μητριά της Βερεγγάρια του Λεόν.[5] Η 12χρονη Μαρία ανέλαβε τη διακυβέρνηση της αυτοκρατορίας μόνη της, αφού ο σύζυγός της απουσίαζε στις Ευρωπαϊκές Αυλές· εκείνος επέστρεψε τον Ιούλιο του 1239.[6]

Αυτοκράτειρα της Λατινικής Αυτοκρατορίας της Κωνσταντινούπολης

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο σύζυγός της Βαλδουίνος Β΄ επέστρεψε από τη Δυτική Ευρώπη ως επικεφαλής μεγάλου τμήματος μισθοφορικού στρατού, τον οποίο εκτιμούν από 30.000 μέχρι 60.000. Ο στρατός κατέλαβε στη Θράκη την πόλη Τυρολόη, η οποία βρισκόταν υπό την κατοχή της Αυτοκρατορίας της Νίκαιας (1240). Η επιτυχία αυτή θα είναι και η μοναδική: ο στρατός των μισθοφόρων διαλύθηκε, αφού οι περισσότεροι επέστρεψαν στις πατρίδες τους στη Δυτική Ευρώπη. Η Λατινική Αυτοκρατορία της Κωνσταντινούπολης κατάφερε όμως να επιβιώσει μερικά χρόνια ακόμα.[6] Στις 15 Απριλίου/1240 ο σύζυγός της Βαλδουίνος Β΄ στέφθηκε αυτοκράτορας στην εκκλησία της Αγίας Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη· ο μοναδικός τους γιος Φίλιππος του Κουρτεναί γεννήθηκε τρία χρόνια αργότερα (1243). Η περίοδος ειρήνης δεν κράτησε για πολύ, καθώς ο σύζυγός της αναχώρησε ξανά για τη Γαλλία στα τέλη του 1243, προκειμένου να συναντήσει τον μακρινό εξάδελφό του βασιλιά Λουδοβίκο Θ΄ της Γαλλίας. Την αντιβασιλεία στην Κωνσταντινούπολη ανέλαβε η ίδια η Μαρία των Μπριέν και ο Φίλιππος του Τουσί, γιος του Ναρζό του Τουσί και της πρώτης συζύγου του, η οποία ήταν κόρη του Θεοδώρου Βρανά και της Αγνής της Γαλλίας.[7] Ο Βαλδουίνος παρέμεινε πολλά χρόνια στη Γαλλία και ακολούθησε τον βασιλιά Λουδοβίκο Θ΄ στην Ζ΄ Σταυροφορία. Επέστρεψε στις 8 Οκτωβρίου/1248 προκειμένου να πληρώσει τα τεράστια χρέη του σε 24.000 άτομα.[8]

Ταξίδια της Μαρίας των Μπριέν στη Γαλλία και οι τελευταίες προσπάθειες να σώσει τη Λατινική Αυτοκρατορία

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μόλις σε έναν μήνα μετά την άφιξη του Βαλδουίνου Β΄, η Μαρία άφησε την Κωνσταντινούπολη για τη δυτική Ευρώπη, σύμφωνα με την επιθυμία της βασιλομήτορος της Γαλλίας και μεγάλης θείας της Λευκής της Καστίλλης, η οποία έδωσε στον σύζυγο της Μαρίας 20.000 λίβρες, υπό 2 προϋποθέσεις: να μην πουλήσει την περιουσία της στο Ναμύρ και να την επισκεφτεί σε έναν μήνα από την άφιξη του συζύγου της στην Κωνσταντινούπολη. Ο Βαλδουίνος Β΄ ετοίμασε 4 εξοπλισμένα πλοία και πήρε τη Μαρία στη συνοδεία του· η Μαρία έφτασε στην Κύπρο, όπου συνάντησε τον βασιλιά Λουδοβίκο Θ΄ και τους Σταυροφόρους. Εκεί ένας δυνατός άνεμος της πήρε τα ρούχα και οι Σταυροφόροι ανέλαβαν τη φροντίδα της. Η Μαρία έφυγε από την Κύπρο για την Εύβοια στις 30 Ιανουαρίου 1249· από εκεί έφτασε τον Μάιο του ίδιου χρόνου στη Γαλλία, όπου συνάντησε τη βασιλομήτορα Λευκή της Καστίλης (1252) έμεινε μαζί της μέχρι τον θάνατο της Λευκής και στη συνέχεια αναχώρησε για το Ναμύρ.[9] Τα επόμενα χρόνια η Μαρία προσπάθησε ανεπιτυχώς να υπερασπιστεί το Ναμύρ από τον Ερρίκο Ε΄ κόμη του Λουξεμβούργου ο οποίος ήταν εγγονός από μητέρα του Ερρίκου Δ΄ κόμη του Λουξεμβούργου. Αυτός κατέλαβε το Ναμύρ και κυβέρνησε σε αυτό ως Ερρίκος Δ΄ την περίοδο 1256-1264) αλλά το κάστρο του Ναμύρ δεν παραδόθηκε ως τις 21 Ιανουαρίου 1259.[10] Η Μαρία αναγκάστηκε να παραχωρήσει τα δικαιώματά της στο Ναμύρ στην εξαδέλφη τού συζύγου της, τη Μαργαρίτα Β΄ της Φλάνδρας. Στη συνέχεια πήγε στην Αυλή της Καστίλης, προκειμένου να πληρώσει τα λύτρα για την απελευθέρωση τού γιου της Φιλίππου, ο οποίος ήταν όμηρος Βενετών εμπόρων (1258 - 1261).[11]

Το αυτοκρατορικό ζευγάρι δεν κράτησε πολύ ακόμη την πρωτεύουσα: τον Ιούλιο του 1261 ο στρατηγός Αλέξιος Στρατηγόπουλος από τη Νίκαια απεστάλη με μια πολύ μικρή δύναμη 8000 στρατιωτών, πολλοί από τους οποίους ήταν Κουμάνοι.[12] o αρχικός τους στόχος ήταν να παρακολουθήσουν τις κινήσεις των Βουλγάρων και των Λατίνων.[13] Όταν οι Βυζαντινοί έφτασαν έξω άπω τη Σηλυβρία, έμαθαν από διάφορους διάσπαρτους αγρότες, ότι ο Λατινικός στρατός και ο Βενετικός στόλος απουσίαζαν σε επίθεση εναντίον της Δαφνουσίας, ενός νησιού το οποίο κατείχε η Αυτοκρατορία της Νίκαιας. Ο Στρατηγόπουλος, αν και γνώριζε την ανικανότητα του Λατινικού στρατού, ήταν στην αρχή πολύ διστακτικός, λόγω της πολύ μικρής στρατιωτικής δύναμης που είχε ο ίδιος, αλλά τελικά αποφάσισε να προχωρήσει στο τόλμημα και να καταλάβει την Πόλη.[13]

Η πτώση της Λατινικής Αυτοκρατορίας της Κωνσταντινούπολης

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τη νύχτα της 25ης Ιουλίου/1261 ο Αλέξιος και οι άντρες του πλησίασαν τα τείχη της πόλης και κρύφτηκαν σε ένα μοναστήρι δίπλα από την Πύλη της Πηγής.[12] Έστειλε στη συνέχεια μερικούς άντρες του σε αποστολή στο εσωτερικό της πόλης, προκειμένου να διερευνήσουν την περιοχή για μυστικά περάσματα. Οι φρουροί βρέθηκαν σε μεγάλη έκπληξη και έφυγαν πανικόβλητοι· με αυτό τον τρόπο ο Ρωμαϊκός στρατός άνοιξε τις πύλες της πόλης, οι Λατίνοι κάτοικοι και ο ίδιος ο αυτοκράτορας Βαλδουίνος Β΄ με την αυτοκράτειρα Μαρία τρομοκρατήθηκαν και αποφάσισαν να μην επιστρέψουν. Ο Βενετικός στόλος έφτασε έγκαιρα όταν κλήθηκε, αλλά ήταν αργά: η πόλη είχε καταληφθεί από τους Ρωμαίους. Οι Λατίνοι και το αυτοκρατορικό ζεύγος, το μόνο που κατάφεραν ήταν να δραπετεύσουν με ασφάλεια.[13] Ένα Βενετικό πλοίο μετέφερε με ασφάλεια τον Βαλδουίνο Β΄, τη Μαρία και τον γιο τους Φίλιππο στην Εύβοια και από εκεί μέσω Αθήνας, Απουλίας έφτασαν στη Γαλλία. Στις 26 Μαρτίου/1263 πώλησαν τα δικαιώματα που είχαν στο Ναμύρ στον Γκυ του Νταμπιέρ.[14] Το Ναμύρ το κατείχε ο Ερρίκος Ε΄ του Λουξεμβούργου και ο Γκυ κατάφερε να το καταλάβει από αυτόν με άνεση το 1268. Τον Ιανουάριο του 1266 τα δικαιώματά τους στο βασίλειο της Θεσσαλονίκης μεταβιβάστηκαν στον Ούγο Δ΄ δούκα της Βουργουνδίας αντί 13.000 λιβρών.[15] Η Κωνσταντινούπολη βρισκόταν υπό τον έλεγχο του Μιχαήλ Παλαιολόγου, ενώ κάποια δικαιώματά του πέρασαν στον Γουλιέλμο Ζ΄ μαρκήσιο του Μομφερράτου.

Στις 27 Μαΐου 1267 με τη Συνθήκη του Βιτέρμπο μεταφέρθηκαν τα δικαιώματα στον θρόνο της Κωνσταντινούπολης της Μαρίας και του συζύγου της στον Κάρολο Α΄ της Νάπολης, ο οποίος κατείχε την Κέρκυρα, την Αλβανία, ήταν επικυρίαρχος στο Πριγκιπάτο της Αχαΐας και είχε στην κατοχή του τα νησιά του Αιγαίου εκτός από τη Λέσβο, τη Χίο, τη Σάμο και την Αμοργό, τα οποία ήταν υπό την κατοχή της Βενετίας. [16] Η Μαρία και ο σύζυγός της Βαλδουίνος Β΄ έζησαν την υπόλοιπη ζωή τους στην Αυλή του Καρόλου Α΄. Τον Οκτώβριο του 1273 ο Βαλδουίνος Β΄ απεβίωσε στη Νάπολη· δύο χρόνια αργότερα απεβίωσε και η Μαρία· τάφηκε στην Ασίζη.

  1. p4196.htm#i41958. Ανακτήθηκε στις 7  Αυγούστου 2020.
  2. Guy Perry, John of Brienne: King of Jerusalem, Emperor of Constantinople, c.1175–1237, (Cambridge University Press, 2013), 16.
  3. John V.A. Fine, Jr., The Late Medieval Balkans (1987), p. 130
  4. Alberic of Trois-Fontaines, Chronica Albrici Monachi Trium Fontium, MGH SS XXIII
  5. Obituaires de Sens Tome I.2 of the Abbey de Maubuisson, p. 655
  6. 6,0 6,1 John V.A. Fine, Jr., The Late Medieval Balkans (1987), page 132
  7. Filip Van Tricht, The Latin Renovatio of Byzantium: The Empire of Constantinople (1204-1228), (Brill, 2011), 288-289.
  8. Robert L. Wolff, "Mortgage and Redemption of an Emperor's Son: Castile and the Latin Empire of Constantinople", Speculum, 29 (1954), p. 60
  9. Wolff, "Mortgage and Redemption", p. 61
  10. Wolff, "Mortgage and Redemption", pp. 62f
  11. Wolff, "Mortgage and Redemption", p. 64
  12. 12,0 12,1 Bartusis, Mark C. The Late Byzantine Army: Arms and Society, 1204–1453 (1997), p. 27.
  13. 13,0 13,1 13,2 Nicol, Donald M. The Last Centuries of Byzantium 1261–1453 (1993), p. 34.
  14. Kerrebrouck, Patrick van, Les Capetiens (2000), p. 462.
  15. Mihail-Dimitri Sturdza, Dictionnaire historique et Genealogique des grandes familles de Grece, d'Albanie et de Constantinople (1983), p. 489.
  16. John V.A. Fine, Jr., The Late Medieval Balkans (1987), page 170
  • Alberic of Trois-Fontaines, Chronica Albrici Monachi Trium Fontium, MGH SS XXIII
  • Bartusis, Mark C. The Late Byzantine Army: Arms and Society, 1204–1453 (1997)
  • Guy Perry, John of Brienne: King of Jerusalem, Emperor of Constantinople, c.1175–1237, (Cambridge University Press, 2013)
  • Filip Van Tricht, The Latin Renovatio of Byzantium: The Empire of Constantinople (1204-1228), (Brill, 2011)
  • John V.A. Fine, Jr., The Late Medieval Balkans (1987)
  • Mihail-Dimitri Sturdza, Dictionnaire historique et Généalogique des grandes familles de Grèce, d'Albanie et de Constantinople (1983)
  • Nicol, Donald M. The Last Centuries of Byzantium 1261–1453 (1993)
  • Robert L. Wolff, "Mortgage and Redemption of an Emperor's Son: Castile and the Latin Empire of Constantinople"

Εξωτερικοί σύνδεσμοι

[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]