Σάμος

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια

Συντεταγμένες: 37°43′41.23″N 26°49′09.53″E / 37.7281194°N 26.8193139°E / 37.7281194; 26.8193139

Για άλλες χρήσεις, δείτε: Σάμος (αποσαφήνιση).
Νήσος Σάμος
Η παραλία Μεγάλο Σεϊτάνι στη δυτική πλευρά της Σάμου
Γεωγραφία
ΑρχιπέλαγοςΑιγαίο Πέλαγος
Έκταση480 km²
Υψόμετρο1.433 μ
Υψηλότερη κορυφήΚέρκης
Χώρα
Περιφέρεια Βορείου ΑιγαίουΒορείου Αιγαίου
Νομός ΣάμουΣάμου
Δημογραφικά
Πληθυσμός32.642[1] (απογραφής 2021)
Πυκνότητα68 /χλμ2
ΕθνικότητεςΕλληνική
Πρόσθετες πληροφορίες
Ιστοσελίδαwww.samos.gr
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Η Σάμος είναι ελληνικό νησί του ανατολικού Αιγαίου περί το μέσον αυτού και ανατολικά του Ικαρίου πελάγους, και ανήκει στον ομώνυμο νομό. Σύμφωνα με την απογραφή του 2021, έχει 32.642 κατοίκους[1]. Το νησί είναι σήμερα γνωστό για το γλυκό μοσχάτο κρασί του «Νέκταρ», την οργιώδη βλάστηση και τα τουριστικά αξιοθέατά του, αλλά και για τις προσωπικότητες που παρείχε στην ελληνική ιστορία, όπως τον Πυθαγόρα, τον φιλόσοφο Επίκουρο, τον αστρονόμο Αρίσταρχο που φέρεται να σχεδίασε τον πρώτο ηλιοκεντρικό χάρτη και άλλους. Επίσης εκεί παρήχθησαν τα πρώτα χάλκινα αγάλματα και τα αγγεία της Σάμου ήταν ξακουστά το 550 π.Χ. Το Ηραίο έχει ανακηρυχθεί Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO.

Γεωγραφική θέση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Δορυφορική εικόνα της Σάμου

Από την Ικαρία απέχει 10 μίλια, ενώ από τη Μικρασιατική ακτή χωρίζεται με δίαυλο πλάτους μόλις 1300 μ.(=επτά στάδια). Το μέγιστο μήκος της νήσου από Δ. προς Α. είναι 26 μίλια και το μέγιστο πλάτος της από Β. προς Ν. είναι 11 μίλια ενώ το μέγιστο υψόμετρο είναι 1443 μ. (κορυφή του όρους Κερκετεύς). Η δε περίμετρος της ακτογραμμής της φθάνει τα 86 ναυτικά μίλια και η συνολική της επιφάνεια 477 τ.χλμ. Είναι γενέτειρα του μεγάλου μαθηματικού της αρχαιότητας Πυθαγόρα, του αστρονόμου και μαθηματικού Αρίσταρχου, του φιλόσοφου Επίκουρου και κατά πολλούς του Αισώπου.

Το νησί γνωρίζει μεγάλη τουριστική κίνηση τη θερινή περίοδο. Από όλα τα νησιά της Ελλάδας είναι εκείνο που βρίσκεται κοντινότερα στην Τουρκία, από την οποία τη χωρίζει το Στενό της Μυκάλης (ή ο επταστάδιος πορθμός, στην αρχαιότητα), που στο ύψος του του Ποσειδωνίου έχει πλάτος γύρω στα 750 μέτρα (ελληνικά χωρικά ύδατα). Η Σάμος είναι από τα ομορφότερα και πιο πράσινα νησιά της Ελλάδας. Εκτός από τις κορυφές του όρους Κερκετεύς όλο το υπόλοιπο νησί καλύπτεται από οργιαστική βλάστηση. Πυκνά δάση, ελιές, αμπέλια και οπωροφόρα καλύπτουν σχεδόν όλη την έκτασή της από τα υψώματα των βουνών μέχρι τις ακτές.

Ο χάρτης της Σάμου

Το νησί, που έχει πληθυσμό 32.642 κατοίκους (απογραφή 2021) έχει πρωτεύουσα τη Σάμο ή Κάτω Βαθύ, με 5.951 κατοίκους, ενώ συμπρωτεύουσα είναι το Καρλόβασι με 7.363. Άλλοι σημαντικοί οικισμοί είναι το Βαθύ (3.767 κ.), η παλιά πρωτεύουσα του νησιού Χώρα (1.408 κ.), το Πυθαγόρειο (1.538 κ.), οι Μυτιληνιοί (1.870 κ.), ο Μαραθόκαμπος (1.690 κ.), τα Κοντακαίικα (1.076 κ.) και το Κοκκάρι (933 κάτοικοι). Ο πληθυσμός του πολεοδομικού συγκροτήματος της πρωτεύουσας (Σάμος - Βαθύ) ξεπερνά τις 9.000 κατοίκους.

Στη Σάμο βρίσκεται το Ευπαλίνειο όρυγμα, υπόγειο υδραγωγείο και σημαντικό τεχνικό έργο της αρχαιότητας, που περιγράφηκε από τον Ηρόδοτο. Η σήραγγα μήκους 1.036 μέτρων ανοίχτηκε ταυτόχρονα από τις δύο πλευρές του βουνού και οι δυο σήραγγες συναντήθηκαν περίπου στο μέσον, με ακρίβεια αξιοθαύμαστη για τα τεχνικά μέσα της εποχής. Άλλο σημαντικό αξιοθέατο της Σάμου είναι το Ηραίον. Στα αρχαία χρόνια, ο ναός της Ήρας, το Ηραίον ήταν ο μεγαλύτερος στην Ελλάδα σύμφωνα με τον Ηρόδοτο. Τα ερείπια του ναού βρίσκονται κοντά στο σύγχρονο Ηραίον, το οποίο είναι ένας παραθαλάσσιος τουριστικός οικισμός.

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στις αρχαίες πηγές η Σάμος εμφανίζεται με πολλά ονόματα: Υδρήλη, λόγω των πηγών της, Μελάμφυλλος, Μελάνθεμος, Φυλλίς και Ανθεμίς[2], για την πλούσια και ξεχωριστή χλωρίδα της, που τη χαρακτηρίζει μέχρι σήμερα, και Δόρυσσα, Δρυούσα και Κυπαρισσία για τα δέντρα της, που αποτέλεσαν την πρώτη ύλη για την ανάπτυξη της ναυπηγικής τέχνης. Πιθανότατα, τα περισσότερα από αυτά τα ονόματα να ήταν απλώς επίθετα, αφού, παράλληλα, το όνομα Σάμος εμφανίζεται σταθερά στις αρχαίες πηγές και μάλλον προέρχεται από μια αρχαία ρίζα (sama), που σημαίνει τόπο με ψηλά βουνά. Στις πηγές συναντάται και μία μεταγενέστερη παρετυμολογική αιτιολογική παράδοση, που ερμηνεύει το όνομα από τον Σάμο, γιο του Αγκαίου, του πρώτου μυθικού οικιστή του νησιού.

Προϊστορικά χρόνια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κατά την ιστορική παράδοση, το νησί κατοίκησαν διαδοχικά Φοίνικες, Πελασγοί, Κάρες και Λέλεγες. Σύμφωνα με τη μυθολογία, το νησί κατοίκησε πρώτος ο Αγκαίος από την Αρκαδία, ο οποίος είχε μάλιστα πάρει μέρος και στην Αργοναυτική εκστρατεία. Ο μύθος αυτός πιθανότατα υποδηλώνει τη μετακίνηση προς τα νησιά του ανατολικού Αιγαίου, άρα και προς τη Σάμο, πληθυσμών από την κυρίως Ελλάδα, στα τέλη της δεύτερης χιλιετίας π.Χ. Σύμφωνα με την παράδοση αυτή, οι πρώτοι άποικοι του νησιού ήταν Ίωνες από την περιοχή της Επιδαύρου, με επικεφαλής τον Τεμβρίωνα, και, κατόπιν, τον Προκλή, φέρνοντας μαζί τους και τη λατρεία της θεάς Ήρας.

Από τα ανασκαφικά δεδομένα είναι γνωστό ότι στο χώρο του Ηραίου, στη νοτιοανατολική πλευρά του νησιού, υπάρχουν εγκαταστάσεις και αλλεπάλληλες φάσεις κατοίκησης ήδη από την Πρωτοελλαδική περίοδο, στα μέσα της τρίτης χιλιετίας π.Χ., ως και τα τελευταία Υστεροελλαδικά χρόνια. Παρά το ότι η προϊστορική Σάμος δεν έχει ακόμη επαρκώς μελετηθεί, η ανθρώπινη παρουσία στο νησί μπορεί να τοποθετηθεί ήδη κατά τη Νεολιθική περίοδο, ενώ περιορισμένη άνθηση φαίνεται να υπάρχει κατά την Ύστερη Εποχή του Χαλκού. Έτσι, η λατρεία της Ήρας διαδέχεται εκείνη της προϊστορικής Μητέρας Θεάς, που υπήρχε ήδη από τα μέσα της δεύτερης προχριστιανικής χιλιετίας.

Αρχαιότητα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σαμιακού τύπου διήρης (Σάμαινα), 6ος αιώνας π.Χ., μοντέλο στο Τεχνολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης

Η Σάμος έγινε ένα από τα 12 μέλη του Κοινού των Ιώνων ή της Ιωνικής Δωδεκάπολης. Γύρω στο 650 π.Χ. ήταν ένα από τα σημαντικότερα εμπορικά κέντρα στο Αιγαίο -τη βοηθούσε και η θέση της. Το νησί ήταν γνωστό από την αρχαιότητα για τα κρασιά του αλλά και τα κεραμεικά του, που τα εξήγαγε, ενώ εισήγαγε υφάσματα από το εσωτερικό της Μικράς Ασίας και γενικά ανέπτυσσε έντονο διαμετακομιστικό εμπόριο. Οι Σάμιοι άνοιξαν εμπορικές οδούς με την Αίγυπτο, την Κυρήνη, την Κόρινθο αλλά και με τη Μαύρη Θάλασσα. Το εμπόριο έφερε και τη ρήξη με την εμπορική αντίπαλο Μίλητο.

Ερείπια από το Ηραίο της Σάμου

Χάρη στη συμμαχία τους με την Αίγυπτο αλλά και το δικό τους σημαντικό στόλο, οι Σάμιοι αντιστάθηκαν επί πολύ στον περσικό επεκτατισμό. Σύμφωνα με μια εκδοχή, ήταν οι πρώτοι Έλληνες που έφτασαν στα στενά του Γιβραλτάρ. Το 535 η ολιγαρχία καταλύθηκε από τον Πολυκράτη που επέβαλε τυραννίδα μαζί με τα αδέλφια του, ένα από τα οποία στη συνέχεια σκότωσε και το άλλο το εξόρισε. Εντούτοις επί Πολυκράτη η Σάμος έφτασε στην ακμή της, παρότι ο στόλος της συνέχιζε να λειτουργεί και με πειρατικά κριτήρια, τα οποία την εποχή εκείνη θεωρούνταν περισσότερο πολεμικές επιχειρήσεις παρά κοινές ληστρικές.

Περσική κατοχή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Όταν ο Πολυκράτης εκτελέστηκε από έναν σατράπη των Περσών που τον παρέσυρε σε παγίδα, το νησί κατακτήθηκε από την Περσία και ο πολιτισμός του σχεδόν αφανίστηκε και γι' αυτό συμμετείχε στην Ιωνική επανάσταση το 499 π.Χ. Εντούτοις ο ανταγωνισμός των Σαμίων προς τους Μιλησίους τους οδήγησε σε σχεδόν προδοτική συμπεριφορά στην αποφασιστική ναυμαχία του 494 π.Χ. στη Λάδη. Το 479 π.Χ. πάντως οι Σάμιοι ηγήθηκαν της επανάστασης εναντίον της Περσίας.

Πελοποννησιακός Πόλεμος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σε αυτή τη διαμάχη ανάμεσα στην Πελοποννησιακή Συμμαχία και την Αθηναϊκή, οι Σάμιοι τάχθηκαν με την Αθήνα. Όταν όμως οι Αθηναίοι υποστήριξαν σε μια διαμάχη τη Μίλητο, οι Σάμιοι αποχώρησαν από την αθηναϊκή συμμαχία. Τελικά αναγκάστηκαν να επανέλθουν με τη βία, χωρίς όμως να τιμωρηθούν τόσο σκληρά όσο άλλες πόλεις και νησιά που αποστάτησαν τότε. Γενικά η Σάμος είχε θέση ισοτιμίας με την Αθήνα σε σύγκριση με άλλες πόλεις και όταν οι Πεισιστρατίδες καταδίωκαν τους δημοκρατικούς της Αθήνας, εκείνοι μετέφεραν την έδρα του δημοκρατικού κόμματος στη Σάμο. Το νησί σταδιακά έγινε δημοκρατικό κι αυτό, αλλά όταν η Αθήνα ηττήθηκε με το τέλος του Πελοποννησιακού Πολέμου, ο ναύαρχος και ηγέτης των Σπαρτιατών, επέβαλε στη Σάμο την ολιγαρχία.

Με την Ανταλκίδειο ειρήνη το νησί ξαναπέρασε στην περσική κυριαρχία και οι Αθηναίοι μπόρεσαν να το αποσπάσουν από αυτήν το 366 π.Χ.

Το νόμισμα της αρχαίας Σάμου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αρχαίο κέρμα της Σάμου. 5ος - 4ος αι. π.Χ.
Αρχαίο κέρμα της Σάμου. 2ος αι. π.Χ.

Τα κέρματα της αρχαίας Σάμου είχαν ως χαρακτηριστικό την κεφαλή του λιονταριού.

  • Ένα αργυρό τετράδραχμο της εποχής του 5ου - 4ου αι. π.Χ. απεικονίζει το κεφάλι λιονταριού, ενώ στην πίσω όψη φέρει την επιγραφή ΣΑ και απεικονίζει μέρος ενός ταύρου που κολυμπάει στο νερό, και έχει κάτω από τον ταύρο κλαδί ελιάς με δύο καρπούς. Έχει διάμετρο 24 χιλ. και ζυγίζει 13,05 γραμ..[3]
  • Ένα αργυρό τριημίδραχμο της εποχής του 2ου αι. π.Χ. που φυλάγεται στο Βρετανικό Μουσείο απεικονίζει το κεφάλι λιονταριού, ενώ στην πίσω όψη φέρει την επιγραφή ΣΑΜΙΩΝ και απεικονίζει έναν ταύρο που κολυμπάει στο νερό, και έχει κάτω από τον ταύρο ένα αγγείο που ίσως να είναι μια υδρία. Έχει διάμετρο 20,5 χιλ. και ζυγίζει 4,22 γραμ.[3]

Ελληνιστικοί και Ρωμαϊκοί χρόνοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στο διάστημα 275-270 π.Χ. το νησί αποτέλεσε βάση του Αιγυπτιακού στόλου του Πτολεμαίου. Στη συνέχεια βρέθηκε κάτω από την εξουσία των Σελευκιδών. Το 189 π.Χ. οι Ρωμαίοι παραχώρησαν το νησί στο φιλικό προς αυτούς Βασίλειο της Περγάμου. Στα τέλη των Μιθριδατικών πολέμων το νησί αντιμετώπισε επιδρομές πειρατών. Παρόλα αυτά η Σάμος παρέμεινε ανθηρή και ακμάζουσα πόλη κατά τη Ρωμαϊκή περίοδο.

Μεσαιωνική και νεότερη περίοδος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Βυζάντιο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Βυζαντινή αυτοκρατορία μεταλλάσσει δραστικά το νησί με το έντονο χριστιανικό στοιχείο του οποίου υπάρχει πλούσια κληρονομιά έως σήμερα.[4] Από τον 4ο αιώνα υπάρχουν ήδη επίσκοποι ενώ κατά τον 7ο αιώνα, η Σάμος οργανώνεται στο βυζαντινό ομώνυμο Θέμα. Μεγάλη άνθηση την περίοδο αυτή έχει ο μοναχισμός στην περιοχή του Κέρκη. Από τον 13ο αιώνα πέρασε στον έλεγχο των Γενοβέζων.

Τουρκοκρατία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η σημαία του «Στρατοπολιτικού Συστήματος» της Σάμου το 1821

Η Σάμος κατά τη διάρκεια των αιώνων που ακολούθησαν την πτώση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας έχασε τον πληθυσμό της και για μία μεγάλη περίοδο παρέμεινε σχετικά έρημη. Οικίσεις διατηρήθηκαν στις ορεινές περιοχές του Κέρκη και της Αμπέλου. Κατά τη διάρκεια της εποχής τη «ερήμωσης» στη Σάμο λειτούργησαν ναυπηγεία του τουρκικού στόλου. Το νησί ξανακατοικήθηκε από τον 16ο αιώνα χάρη σε ένα οθωμανικό πρόγραμμα εποικισμού το οποίο έφερε κατοίκους από γειτονικά νησιά και από τη Μικρά Ασία. Συγκεκριμένα, με την άδεια του Σουλτάνου Σουλεϊμάν του Μεγαλοπρεπούς, μετά το 1550 οι Τούρκοι αποφασίζουν τον εποικισμό του νησιού. Με πρωτοβουλία του ναυάρχου Κιλίτζ Αλή και με τη βοήθεια του Πάτμιου Νικολάου Σαρακίνη ξεκινά μια νέα περίοδος.[4] Η παροχή προνομίων και η απαγόρευση εγκατάστασης μουσουλμάνων στο νησί δημιουργεί ελκυστικό κλίμα για την επιστροφή μεγάλου μέρους του πληθυσμού (Σάμιοι που είχαν φύγει και άλλοι Έλληνες από διάφορες περιοχές της Ελλάδας, ενδεικτικά Εύβοια, Πήλιο, Ήπειρος). Τότε δημιουργήθηκαν σταδιακά οι περισσότεροι από τους σημερινούς οικισμούς. Κατά τον 18ο αιώνα, ένα εκτεταμένο δίκτυο χωριών απλωνόταν σε όλη την έκταση του νησιού. Πρωτεύουσα ήταν η Χώρα και το κυριότερο λιμάνι ήταν το Τηγάνι (σημερινό Πυθαγόρειο). Σταδιακά άρχισαν να αναπτύσσονται το Βαθύ και Καρλόβασι που έναν αιώνα αργότερα επρόκειτο να μετασχηματιστούν σε αστικά κέντρα.

Ένα σημαντικό ιστορικό γεγονός διαδραματίστηκε στη Σάμο προς το τέλος της περιόδου της Τουρκοκρατίας και πριν την Έναρξη της Επανάστασης του 1821. Το Κοινωνικό Κίνημα των «Καρμανιόλων».[5]

Καρμανιόλοι, ονομάζονταν τα μέλη ενός λαϊκού επαναστατικού κινήματος που εκδηλώθηκε στη Σάμο λίγο πριν και κατά τη διάρκεια της Επανάστασης του 1821.

Οι Καρμανιόλοι ήλθαν σε αντιπαράθεση με τους «Καλικαντζάρους», δηλ. τους προεστούς της Σάμου οι οποίοι είχαν συμμαχήσει με την τουρκική εξουσία. Λόγω της απουσίας Τούρκων γαιοκτημόνων και γενικά λόγω της ασθενούς παρουσίας Τούρκων στη Σάμο, η Σαμιακή Επανάσταση απέκτησε έναν ιδιαίτερο ελληνικό κοινωνικό και ταυτόχρονα εθνικό χαρακτήρα. Κατά μία εκτίμηση, η Επανάσταση της Σάμου συνιστά ένα επιτυχημένο υπόδειγμα επαναστατικής διαδικασίας και ολοκληρωμένης έκφρασης του ελληνικού Διαφωτισμού, όπου τα δάνεια από τη Γαλλική Επανάσταση εντάσσονται οργανικά στον ιδεολογικό καμβά του ελληνικού κόσμου.[6]

Το όνομα «Καρμανιόλοι», ήταν ήδη σε χρήση στα Επτάνησα και μάλλον το έφεραν στη Σάμο Επτανήσιοι έμποροι και ναυτικοί, οι οποίοι προς το τέλος του 18ου αιώνα σχηματίζουν αξιόλογη παροικία στη Σάμο. Σύμφωνα με τις πηγές αυτό που έδωσε το όνομα «Καρμανιόλοι» στη ριζοσπαστική αυτή ο ομάδα, ήταν «ο χορός της καρμανιόλας», τον οποίο χόρευαν και οι εξεγερμένοι Γάλλοι κατά τη λεγόμενη περίοδο της «τρομοκρατίας». Κάποιοι Σαμιώτες ναυτικοί, συνεπαρμένοι από την ιδέα της επανάστασης τον δίδαξαν στη φτωχολογιά του νησιού και από τότε έγινε σύμβολο της ρήξης των περισσότερων κατοίκων του νησιού με τους παραδοσιακούς δημογέροντες.

Οι Καρμανιόλοι διεκδίκησαν την τοπική κοινοτική ηγεσία, την πήραν το 1805 και την κράτησαν μέχρι το 1812. Οι παλαιοί πρόκριτοι, που ονομάζονταν σκωπτικά «Καλικάντζαροι» θα αντιδράσουν λυσσαλέα για να πετύχουν την εμπλοκή του Οθωμανικού παράγοντα. Οι Οθωμανοί αξιωματούχοι, αν και αρχικά κινήθηκαν εναντίον του κινήματος, αποτραβήχτηκαν γρήγορα. Κατανόησαν μάλλον ότι σκοπός του κινήματος δεν ήταν η ανατροπή της επικυριαρχίας τους, αλλά η αλλαγή των εσωτερικών συσχετισμών του «κοινού». Το τίμημα που καταβλήθηκε από τους Καρμανιόλους ήταν η φυλάκιση και εξορία του ηγέτη τους Λυκούργου Λογοθέτη με χαλκευμένες κατηγορίες και η κατατρομοκράτηση του πληθυσμού από τουρκικά στίφη, πριν ακόμα αποφασίσει ο Οθωμανικός παράγοντας να απεμπλακεί από την εσωτερική διένεξη. [5][7][8][9]

Ελληνική επανάσταση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Σάμος κήρυξε την επανάσταση το βράδυ της 17 (Κυριακή του Θωμά) προς 18 Απριλίου 1821[10] με τον οπλαρχηγό Κωνσταντή Λαχανά. Αυτός, έχοντας μαζί του τον Γρηγόριο Σβορώνο, ανιψιό του υποπρόξενου της Ρωσίας, ήλθε με άλλους ενόπλους στο Βαθύ όπου επιτέθηκαν και σκότωσαν τους 18 Οθωμανούς που βρίσκονταν εκεί. Την επομένη, 18 Απριλίου, κήρυξε την επανάσταση στο Βαθύ. Μετά από εκκλησιαστική τελετή και με πανηγυρικές εκδηλώσεις υψώθηκε η σημαία της επανάστασης που έφερε ως σύμβολο τη γλαύκα και τις λέξεις «Ελευθερία ή θάνατος».[11]

Στη συνέχεια τη διοίκηση της επανάστασης στο νησί ανέλαβε ο Λυκούργος Λογοθέτης. Κατά τη διάρκεια της επανάστασης του 1821 η Σάμος διατήρησε τοπική διοίκηση που έφερε την ονομασία Στρατοπολιτικόν Σύστημα Σάμου. Το νησί προστατεύτηκε επιτυχώς από τον ελληνικό στόλο μετά τις νίκες του στη Ναυμαχία της Σάμου και τη Ναυμαχία του Γέροντα. Αν και δεν καταλήφθηκε από τον τουρκικό στόλο δεν εντάχθηκε στο νεοσύστατο Βασίλειο της Ελλάδας. Η Σάμος έγινε αυτόνομη με την ονομασία Ηγεμονία της Σάμου.

Ηγεμονία της Σάμου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Θυρεός της Ηγεμονίας της Σάμου

Το 1835 εγκαθιδρύθηκε το ειδικό καθεστώς αυτονομίας του νησιού με το όνομα Ηγεμονία της Σάμου. Οι Σαμιώτες διατηρούσαν την υποχρέωση να καταβάλλουν ετήσιο φόρο στην Οθωμανική Αυτοκρατορία που ανερχόταν σε 2.700 λίρες. Ο ηγεμόνας διοριζόταν από τον Σουλτάνο και έφερε τον τίτλο του πρίγκηπα. Ήταν Χριστιανός Ορθόδοξος και ανώτερο στέλεχος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Πρωτεύουσα της Ηγεμονίας υπήρξε αρχικά η Χώρα και στη συνέχεια η πρωτεύουσα μεταφέρθηκε στο Βαθύ.

20ός αιώνας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ενσωμάτωση στην Ελλάδα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Σάμος ενσωματώθηκε στην Ελλάδα της 11 Νοεμβρίου του 1912[12][13].

Εγκατάσταση Μικρασιατών[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή του 1922 εγκαθίστανται στο νησί πολλές οικογένειες Μικρασιατών από τα απέναντι παράλια (από περιοχές όπως τα Σώκια, τα Δωμάτια, το Κελεμπέσι, το Τσαγκλί). Ο συνολικός αριθμός προσφύγων που πέρασε στη Σάμο μέχρι το τέλος του 1922 (σε τρεις μήνες δηλαδή) ήταν 30.000. Σε υπόμνημα της επιτροπής προσφύγων τον Φεβρουάριο του 1924 προς το αρμόδιο υπουργείο αναφέρεται ότι τον Αύγουστο του 1923 οι πρόσφυγες στη Σάμο ήταν 23.000 ενώ το 1924 είχαν απομείνει 15.270. Ο αριθμός αυτών των ανθρώπων αντιστοιχεί σε 3.700 οικογένειες εκ των οποίων οι 1880 επιθυμούσαν να μείνουν στη Σάμο. Στην πλειοψηφία τους οι Μικρασιάτες ήταν αστοί επαγγελματίες που ασχολούνταν με τον καπνό. Οι τόποι όπου εγκαταστάθηκαν μόνιμα ήταν το Παλιόκαστρο, το Τηγάνι (Πυθαγόρειο), το Βαθύ και το Καρλόβασι.[14].

Μεσοπολεμος-Κατοχή - Αντίσταση και Απελευθέρωση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στη διάρκεια της Μεταξικής Δικτατορίας το νησί επισκέφθηκε ο Γεώργιος Β΄ της Ελλάδας (Μάρτιος 1937)[15]. Κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου το νησί γνώρισε αρχικά Ιταλική κατοχή. Στο διάστημα αυτό αναπτύχθηκε ισχυρό κίνημα Εθνικής Αντίστασης. Μετά τη συνθηκολόγηση των Ιταλών η Σάμος έμεινε για δύο μήνες ελεύθερη και την εξουσία ανέλαβαν οι αντάρτες. Τον Νοέμβριο του 1943 οι Γερμανοί προχώρησαν σε σφοδρούς βομβαρδισμούς. Το νησί πέρασε κάτω από γερμανική διοίκηση μέχρι την απελευθέρωση της Ελλάδας.

Αξιοθέατα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το χωριό Κοκκάρι
Το Πυθαγόρειο της Σάμου τη νύχτα

Οι λάτρεις τις πεζοπορίας θα βρουν στη Σάμο 32 σηματοδοτημένες πεζοπορικές διαδρομές 240 χιλιομέτρων περίπου, από τη μια άκρη του νησιού στην άλλη, που συνδέουν χωριά μεταξύ τους, οδηγούν σε ερημικές παραλίες, ψηλές κορφές, πυκνά δάση, ξωκλήσια, ερείπια της αρχαιότητας.

Και πάλι από το Ποτάμι μπορεί κανείς να ξεκινήσει για να επισκεφτεί τους καταρράκτες. Οι καταρράκτες είναι νερό του ποταμιού που πέφτει από ψηλά και σχηματίζει μια μικρή λιμνούλα. Εκεί το καλοκαίρι μαζεύονται εκατοντάδες ντόπιοι και ξένοι και θαυμάζουν την άγρια ομορφιά, χωρίς βέβαια να παραλείπουν να δροσιστούν κάτω από τα νερά που πέφτουν με ορμή. Επίσης πολλά αξιοθέατα έχουν χαρακτηριστεί μνημεία της UNESCO. Σημαντικά αξιοθέατα του νησιού είναι τα εξής:

  • Ηραίον Σάμου: Το Ηραίον Σάμου βρίσκεται 3 χιλιόμετρα δυτικά από το Πυθαγόρειο και είναι αφιερωμένο στη θεά Ήρα.
  • Ευπαλίνειο Όρυγμα: Βρίσκεται δύο χιλιόμετρα από το Πυθαγόρειο στην αρχαία σήραγγα που μνημονεύεται από τον Ηρόδοτο ως το Αμφίστομο όρυγμα.
  • Σπήλαιο του Πυθαγόρα: Βρίσκεται στους πρόποδες του Κέρκη και σύμφωνα με την παράδοση εδώ κατέφυγε για να κρυφτεί ο φιλόσοφος Πυθαγόρας.
  • Πλατεία Πυθαγόρα : αποτελεί το κέντρο της κοινωνικής και εμπορικής ζωής της πόλης της Σάμου. Πήρε το όνομά της από τον ομώνυμο αρχαίο Σάμιο φιλόσοφο. Χαρακτηριστικό της είναι το άγαλμα του λιονταριού που δεσπόζει στο κέντρο της
  • Λίμνη Γλυφάδα: Τεχνητή λίμνη που βρίσκεται στον κεντρικό δρόμο, λίγο πιο έξω από το Πυθαγόρειο
  • Αρχαίο Θέατρο: Βρίσκεται μόλις 2 χιλιόμετρα από το Πυθαγόρειο, στη διαδρομή προς την Ιερά Μονή Παναγίας Σπηλιανής και προς το δρόμο που οδηγεί στο Ευπαλίνειο Όρυγμα. Η αρχική του κατασκευή έχει υποστεί πολλές φθορές και καταστροφές. Σήμερα μένουν μόνο κάποια μέρη του. Στην ίδια θέση έχει κατασκευαστεί σύγχρονη ξύλινη κατασκευή στην οποία δίνονται παραστάσεις, κυρίως τους θερινούς μήνες, στα πλαίσια πολιτιστικών φεστιβάλ (Φεστιβάλ Μανώλης Καλομοίρης).[4]
  • Αρχαιολογικό Μουσείο Σάμου: Το μουσείο στεγάζεται σε δύο κτίρια. Το παλιό μουσείο του 1912, το λεγόμενο Πασχάλειον αρχαιοφυλάκειον και το νέο Μουσείο.
  • Νέο Αρχαιολογικό Μουσείο Πυθαγορείου: Το νέο Αρχαιολογικό Μουσείο περιλαμβάνει αγάλματα, επιτύμβιες στήλες, σαρκοφάγους, μαρμάρινους ανδριάντες και κεραμικά. Σημαντικό έκθεμα αποτελεί το καθιστό άγαλμα που αφιέρωσε ο Αιάκης στην Ήρα (540 π.Χ.) και το άγαλμα του Αυτοκράτορα Τραϊανού ύψους 2,7 μέτρων.[16]
  • Αρχαιολογική Συλλογή Πυθαγορείου: Η Αρχαιολογική Συλλογή του Πυθαγορείου που στεγάζεται στο ισόγειο του δημαρχιακού κτιρίου.
  • Εκκλησιαστικό Βυζαντινό Μουσείο Ιεράς Μητροπόλεως Σάμου (28ης Οκτωβρίου 2, Σάμος): στο μουσείο εκτίθεται σημαντικός αριθμός Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών κειμηλίων. Ανάμεσα στα ιστορικά εκκλησιαστικά κειμήλια βρίσκονται και τα επιμάνικα του Αγίου Χρυσοστόμου Σμύρνης.[17]
  • Λαογραφικό Μουσείο του Πνευματικού Ιδρύματος Νικολάου Δημητρίου
  • Μουσείο Βυρσοδεψίας στο Καρλόβασι
  • Λαογραφικό Μουσείο στο Καρλόβασι[16]

Οικονομία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τουρισμός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραλίες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Mare Deus Beach. Η παραλία "Mare Deus Beach" βρίσκεται στη νότια Σάμο, μεταξύ του οικισμού Ποτοκάκι και του Ηραίου. Διαθέτει άμμο και χαλίκι και είναι πολύ καλά οργανωμένη τουριστικά, με beach bar restaurant και γήπεδο beach volley.
  • Κοκκάρι Η παραλία εκτείνεται στο βόρειο τμήμα του χωριού, έχει λευκά βότσαλα, βαθιά καταγάλανα νερά και δροσερό αεράκι. Είναι οργανωμένη με ξαπλώστρες και ομπρέλες, αλλά σε πολλά σημεία θα απλώσετε άφοβα την πετσέτα σας και θα απολαύσετε το μαγευτικό τοπίο που δημιουργεί ο συνδυασμός των κρυστάλλινων νερών και του ορεινού όγκου του Καρβούνη. Αποτελεί ιδανική επιλογή για όσους αγαπούν το κολύμπι, τα θαλάσσια σπορ και κυρίως το windsurfing και τις καταδύσεις.
  • Ποτάμι. Αυτή η μεγάλη και τουριστικά οργανωμένη παραλία έχει βότσαλα και βρίσκεται 2 χλμ. δυτικά του Καρλοβάσου, στις εκβολές του ποταμιού. Η επίσκεψη στην παραλία συνήθως συνδυάζεται με πεζοπορία στην καταπράσινη κοιλάδα του ποταμιού με τους καταρράκτες.
  • Λιβαδάκι. Αυτή η εξωτική παραλία έχει λεπτή άμμο και καταγάλανα νερά. Βρίσκεται στο βορειοανατολικό άκρο της Σάμου. Διαθέτει ρηχά νερά και είναι πολύ καλά οργανωμένη τουριστικά. Η πρόσβαση στην παραλία γίνεται μέσω χωματόδρομου.
  • Glicorisa. Βρίσκεται 2 χλμ. έξω από το Πυθαγόρειο και είναι από τις πιο οργανωμένες του νησιού, ενώ τα τελευταία χρόνια έχει τιμηθεί πολλές φορές με τη Γαλάζια Σημαία. Πρόκειται για έναν μικρό κόλπο, στην περιοχή του οποίου υπάρχουν ξενοδοχεία, cafe bar και εστιατόρια. Το έδαφος της παραλίας αποτελείται από άμμο και μικρά βότσαλα, ενώ στο εσωτερικό της υπάρχει άμμος. Ο βυθός της περιοχής προσφέρεται για καταδύσεις.
  • Μεγάλο Σεϊτάνι. Το Μεγάλο Σεϊτάνι είναι η βορειοδυτικότερη και μία από τις πιο ήσυχες παραλίες του νησιού. Η πρόσβαση σε αυτή γίνεται μόνο πεζή ή δια θαλάσσης. Χαρακτηρίζεται από εξαιρετική φυσική ομορφιά και είναι ενταγμένη στο δίκτυο προστασίας Natura 2000, γι' αυτό και δεν υπάρχουν οργανωμένες τουριστικές εγκαταστάσεις. Το έδαφος της παραλίας αποτελείται από λευκή άμμο και μικρά βότσαλα, ενώ και ο βυθός της θάλασσας είναι αμμώδης.Πρόκειται για ένα βιολογικό πάρκο, προστατευόμενο από τη Natura 2000, όπου γεννούν οι φώκιες monachus-monachus.
  • Μικρό Σεϊτάνι. Πρόκειται για μια παραλία με άμμο και μικρά βότσαλα που βρίσκεται ανάμεσα στο Μεγάλο Σεϊτάνι, από το οποίο απέχει 45 λεπτά με τα πόδια, και την παραλία «Ποτάμι» Καρλοβάσου. Η πρόσβαση σε αυτή γίνεται μόνο πεζή. Η θέα κόβει την ανάσα, σε ένα σκηνικό καταπράσινο με βραχώδεις σχηματισμούς και πανέμορφες παρθένες παραλίες.
  • Σβάλα. Βρίσκεται στη βόρεια Σάμο, στην περιοχή του Κάμπου Βουρλιωτών και μερικές εκατοντάδες μέτρα δυτικά της δημοφιλούς παραλίας Τσαμπού. Είναι ήσυχη, με κρυστάλλινα νερά και μεγάλα βότσαλα.
  • Τσαμπού. Βρίσκεται στη βόρεια Σάμο, κάτω από το χωριό Βουρλιώτες και πολύ κοντά στον οικισμό Αυλάκια. Διαθέτει μεγάλα βότσαλα και βαθιά γαλάζια νερά, ενώ συχνά είναι κυματώδης. Είναι οργανωμένη τουριστικά.
  • Μπάλος
    Μπάλος - Όρμος Κουμεΐκων. Βρίσκεται στο νότιο τμήμα του νησιού, είναι το επίνειο του γραφικού χωριού Κουμέϊκα και σε 2 χλμ απόσταση από αυτό. Ένα μέρος της παραλίας είναι με βότσαλο και το άλλο είναι αμμώδες. Κατά μήκος της παραλίες τον ίσκιο προσφέρουν τα αλμυρίκια που υπάρχουν. Υπάρχουν εστιατόρια, cafe bar, ξενοδοχεία και ενοικιαζόμενα δωμάτια. Πόλος έλξης είναι η σπηλιά στο τέλος της παραλίας. Στο μικρό μόλο που υπάρχει μπορούν να δέσουν μικρά σκάφη.
  • Pappa Beach. Βρίσκεται 900 μέτρα έξω από το λιμάνι του Ηραίον. Αποτελεί μια γραφική παραλία σε μορφή αμφιθεάτρου. Μπροστά της απλώνονται τα γαλανά νερά και απέναντι μπορεί να δει κανείς τα παράλια της Τουρκίας, το Κουσαντασι και την Έφεσο. Υπάρχει Εστιατόριο και μπαρ που εξυπηρετεί του λουόμενους.

Οινοποιία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μυθολογία, ιστορία και το χαρακτηριστικό τοπωνύμιο Άμπελος για τον έναν από τους δύο ορεινούς όγκους που δεσπόζουν στο νησί, αποτελούν στοιχεία απεικόνισης του αμπελώνα της Σάμου. Το σαμιώτικο κρασί που παράγεται από καλλιέργεια σε ορεινές και ημιορεινές αναβαθμίδες έχει υψηλή αναγνωρισιμότητα σε όλο τον κόσμο και έχει ταυτίσει απόλυτα το όνομά του με τη γεωγραφική του προέλευση, όπως ακριβώς συμβαίνει και με τους πιο εκλεκτούς διεθνείς αμπελώνες.

Αμπελώνας στη Σάμο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η ιστορία του Σαμιώτικου κρασιού ανάγεται στην πρώιμη αρχαιότητα όταν η ιστορική καταγραφή περιλαμβάνει και στοιχεία μυθολογίας. Θρυλείται πως ο ίδιος ο θεός Διόνυσος δίδαξε στους Σαμιώτες την καλλιέργεια της αμπέλου αλλά και τον τρόπο οινοποίησης, ως ανταπόδοση στη βοήθεια που του παρείχαν για να κατατροπώσει τις Αμαζόνες. Η παράδοση αναφέρει πως ο πρώτος που δίδαξε την καλλιέργεια της αμπέλου στους κατοίκους του νησιού ήταν ο ήρωας της Αργοναυτικής Εκστρατείας Αγκαίος. Ιστορικές αναφορές κατά την αρχαιότητα για τα κρασιά της Σάμου συναντάμε στον Ιπποκράτη, τον Γαληνό, τον Θεόφραστο ενώ οι διήρεις Σάμαινες αποδεδειγμένα μεταφέρουν με σαμιακούς αμφορείς κρασί από τη Σάμο σε διάφορα λιμάνια του τότε υπαρκτού κόσμου.

Κατά τη Βυζαντινή εποχή καταγράφονται επίσης αναφορές στους σαμιακούς οίνους μεταξύ των οποίων και περιγραφές του ταξιδιώτη κληρικού Βίλλιμπαλντ που σταθμεύει στη Σάμο το 741 μ.χ. κατά το ταξίδι του προς Ιερουσαλήμ.

Η τύχη της αμπελοκαλλιέργειας ακολουθεί την ταραχώδη ιστορία του νησιού και έτσι συχνά διακόπτεται από επιδρομές και κατακτητές, με αποκορύφωμα τη σχεδόν πλήρη ερήμωση του τόπου κατά τον 15ο αιώνα, που είχε ως αποτέλεσμα και την εγκατάλειψη των αμπελώνων. Όταν ένα αιώνα αργότερα επαναποικίζεται η Σάμος, έρχονται στο νησί και νέες ποικιλίες. Σύμφωνα αυτή την εκδοχή, τότε ξεκινά και η ιστορία των μοσχάτων οίνων του νησιού.

Κατά την Οθωμανική κατοχή και μετά το 1562, οι Ευρωπαϊκές δυνάμεις αρχίζουν να ενδιαφέρονται εμπορικά για το κρασί και ιδρύουν προξενεία στη Σάμο.

Το 1700, ο Γάλλος περιηγητής Τουρνεφόρ (Tournefort) και το 1787, ο Γερμανός Φρίσεμαν καταγράφουν παραγωγή μοσχάτου που υπολογίζεται σε 3.000 βαρέλες.

Ο Γάλλος βοτανολόγος και περιηγητής J. Pitton de Tournefort, ο οποίος ανέφερε το 1700 πληροφορίες για την ποιότητα και την ποσότητα του σαμιακού κρασιού.

Από τα τέλη του 19ου αιώνα η Σάμος τροφοδοτεί με επώνυμα πλέον κρασιά τις αγορές της Ανατολής και της Δύσης, η δε Καθολική Εκκλησία παραχωρεί στη Σάμο το προνόμιο της παρασκευής οίνου με πιστοποιητικό της Καθολικής Αποστολής. Ο εκκλησιαστικός οίνος χρησιμοποιείται και από την Ορθόδοξη Εκκλησία για την παρασκευή της θείας ευχαριστίας.

Σαμία Άμπελος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η έκταση των καλλιεργούμενων αμπελώνων της Σάμου είναι περίπου 14.000 στρέμματα. Το 98% και πλέον, των αμπελώνων αυτών, αφορούν την καλλιέργεια του λευκού, μικρόρωγου, μοσχάτου σταφυλιού της Σάμου, το οποίο θεωρείται ο πιο ευγενής κλώνος της μεγάλης οικογένειας των μοσχάτων.

Από αυτό παράγονται τα φημισμένα κρασιά ΣΑΜΟΣ και μικρή ποσότητα επιτραπέζιου οίνου, εξαιρετικής ποιότητας. Σε πολύ μικρό ποσοστό καλλιεργούνται και δύο ερυθρές ποικιλίες, Φωκιανό και Ρητινό.

Οι αμπελώνες εκτείνονται σε όλη τη Σάμο ενώ οι πλαγιές του βουνού Άμπελος, σε υψόμετρο μέχρι και τα 860 μέτρα, είναι κατάφυτες. Με την έντονη ηλιοφάνεια, το γαλάζιο του ουρανού και την Αιγαιοπελαγίτικη αύρα το μοσχάτο σταφύλι καλλιεργείται σε πανάρχαιες λιθοχτισμένες αναβαθμίδες (πεζούλες) δομημένες έτσι που να συγκρατούν και να αποστραγγίζουν το πολύτιμο χώμα, δημιουργώντας επάλληλες στενές λουρίδες γης, όπου συχνά δε χωρά πάρα μόνο μία σειρά από κλήματα.

Το εξαιρετικό υπέδαφος (χαλικώδες, σχιστολιθικό και με μεγάλη ικανότητα αποστράγγισης), σε συνδυασμό με το ευνοϊκό για την αμπελοκαλλιέργεια μικροκλίμα δίνουν τη δυνατότητα στα σταφύλια να ωριμάζουν σταδιακά και με φυσικό τρόπο, όπως απαιτείται για όλα τα γλυκά κρασιά ευγενούς καταγωγής.

Η ετήσια παραγωγή ανέρχεται περίπου σε 6.000 τόνους κρασιού.

ΕΟΣΣ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο ΕΟΣΣ είναι ένας από τους παλαιότερους συνεταιρισμούς της Ελλάδας. Ιδρύθηκε το 1934 μετά από κινητοποίηση των αμπελουργών της Σάμου, με στόχο να εξασφαλιστεί η ποιότητα οινοποίησης και η διακίνηση των κρασιών.

Η ιστορική πορεία της απέδειξε ότι η Ένωση δεν ήταν απλώς μια αναγκαιότητα αλλά μια επιλογή στρατηγικής σημασίας. Το 1970, πρώτη η Σάμος αναγνωρίζεται ως ονομασία προέλευσης ελεγχόμενη (Ο.Π.Ε.) ενώ οι οίνοι ΣΑΜΟΣ αποκτούν διεθνή φήμη.

Σήμερα, στο συνεταιριστικό σχήμα συμμετέχουν 2.500 φυσικά μέλη. Ο ΕΟΣ Σάμου συγκεντρώνει, οινοποιεί και εμπορεύεται το σύνολο σχεδόν της οινικής παραγωγής του νησιού. Εκσυγχρονίζεται διαρκώς και επενδύει σε τεχνολογία και τεχνογνωσία συνδυάζοντάς τις αρμονικά με την παράδοση της αμπελοκαλλιέργειας ενώ διαθέτει πιστοποιήσεις κατά ISO και HACCP.

Διαθέτει δύο υπερσύγχρονα οινοποιεία, στο Μαλαγάρι και στο Καρλόβασι της Σάμου, συνολικής χωρητικότητας 20.000 τόνων και απασχολεί περίπου 80 άτομα.

Φιλοσοφία Στόχοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Βασικός στόχος του ΕΟΣΣ στη διαχείριση των οίνων είναι πρωτίστως η απόδοση στον παραγωγό-συνεταίρο του μεγαλύτερου δυνατού εισοδήματος. Παράλληλα, η διατήρηση και διεύρυνση της σύνδεσης του Σαμιώτη αμπελοκαλλιεργητή με τη γη και το αμπέλι αλλά και η αναβάθμιση της ποιοτικής αμπελοοινικής δραστηριότητας του νησιού σύμφωνα με τους κανόνες της σύγχρονης διεθνούς αγοράς ώστε να αποτελεί μία υγιή και ανταγωνιστική οικονομική οντότητα.

Στρατηγικοί άξονες

  • Διαρκής ποιοτική αναβάθμιση των οινικών προϊόντων της Σάμου.
  • Δημιουργία νέων προϊόντων που να ανταποκρίνονται στις σύγχρονες επιλογές του καταναλωτή.
  • Συνεχής διεύρυνση των σημείων τοποθέτησης των κρασιών της Σάμου εντός και εκτός Ελλάδος, και είσοδος σε νέες, διεθνείς αγορές.
  • Δυναμική επικοινωνιακή πολιτική και έμφαση στην ευρύτερη προώθηση των σαμιακών κρασιών (γλυκών και ξηρών).

Το Σαμιώτικο κρασί αποτελεί έναν από τους κυριότερους πρεσβευτές της Ελλάδας στο εξωτερικό, με εξαγωγές σε χώρες όπως η Γαλλία – η μεγαλύτερη εξαγωγική αγορά για τον ΕΟΣΣ-, ο Καναδάς, οι ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο, το Βέλγιο, η Γερμανία, η Ελβετία, η Ιταλία, η Ολλανδία, Σουηδία, η Κύπρος, η Αυστραλία, η Δανία, η Τσεχία, η Φινλανδία και η Κίνα, η Ουγγαρία, η Ρουμανία κ.α. Νέες αγορές διαρκώς προστίθενται, στο σύνολο των 24 χωρών.

Το ΣΑΜΟΣ είναι το πρώτο Ελληνικό κρασί που αναγνωρίστηκε σαν Ο.Π.Ε. Τα προϊόντα του ΕΟΣΣ έχουν τιμηθεί με εκατοντάδες μετάλλια διεθνών εκθέσεων ενώ κάθε έτος προστίθενται διαρκώς νέες διακρίσεις.

Προϊόντα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οίνοι Προστατευόμενης Ονομασίας Προελεύσης ΣΑΜΟΣ

  • Samos Vin Doux Οίνος Γλυκύς
  • Samos Grand Cru Οίνος Γλυκύς Φυσικός
  • Samos Nectar Οίνος Φυσικώς Γλυκύς
  • Samos Anthemis Οίνος Γλυκύς
  • Εκκλησιαστικός Οίνος Γλυκύς

Οίνοι Προστατευόμενης Γεωγραφικής Ένδειξης Αιγαίο Πέλαγος

  • Ψηλές Κορφές Οίνος Ξηρός Λευκός ΠΓΕ
  • Αγέρι του Αιγαίου Οίνος Ξηρός Λευκός ΠΓΕ
  • Αγέρι του Αιγαίου Οίνος Ημίξηρος Λευκός ΠΓΕ

Οίνοι Επιτραπέζιοι

  • Golden Samena Οίνος Ξηρός Λευκός Επιτραπέζιος
  • Οίνος Ξηρός Λευκός
  • Οίνος Ροζέ Ημίξηρος

Μουσείο Σαμιακού Οίνου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το Μουσείο Οίνου του ΕΟΣ Σάμου στεγάζεται σε ένα κτίριο του 19ου αιώνα το οποίο λειτουργούσε ως βαρελοποιείο.

Μετατράπηκε σε Μουσείο το 2005 και από τότε φιλοξενεί στοιχεία που προσδιορίζουν το σαμιώτικο κρασί: Από τους αμπελώνες και τις ορεινές αναβαθμίδες, τη χειρωνακτική εργασία, τον τρυγητό και το πατητήρι, την παλαίωση και την οινοποίηση, τα κελάρια, τις συλλεκτικές φιάλες, παλαιές φωτογραφίες και στοιχεία καταγραφής της παραγωγής, σκεύη και εργαλεία βαρελοποιίας, παλαιά μηχανήματα οινοποίησης καθώς και μια σειρά βραβεύσεων και διακρίσεων.

Περιγράφει μέσω εκθεμάτων όλη την ιστορική και κοινωνικοπολιτιστική διαδρομή του σαμιώτικου κρασιού. Είναι επισκέψιμο στο κοινό μαζί με οινογευστικές δοκιμές.

Πληθυσμός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ιστορική εξέλιξη πληθυσμού
Έτος Πληθ.   ±%  
1913 54.182 —    
1920 50.860 −6.1%
1928 58.584 +15.2%
1940 56.284 −3.9%
1951 47.877 −14.9%
1961 41.128 −14.1%
1971 32.671 −20.6%
1981 31.634 −3.2%
1991 33.276 +5.2%
2001 34.000 +2.2%
2011 32.977 −3.0%
2021 32.642 −1.0%
Πηγή: Απογραφές Πληθυσμού ΕΛΣΤΑΤ 1870 - 2021

Ο πληθυσμός της Σάμου μειώθηκε σε μεγάλο βαθμό μετά την ενσωμάτωση της στην Ελλάδα ωστόσο τις τελευταίες δεκαετίας έχει παρουσιάσει μία σχετική σταθεροποίηση. Το 2021 ο πληθυσμός της ήταν 32.642 άτομα.

Μουσική παράδοση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η πρώτη καταγραφή παραδοσιακών τραγουδιών της Σάμου, φαίνεται να είναι αυτή που υπάρχει στον Ε' τόμο των Σαμιακών του Επαμεινώνδα Σταματιάδη που εκδόθηκε από το Ηγεμονικό Τυπογραφείο της Σάμου το 1887. Στον τόμο αυτό ο Ε. Σταματιάδης περιγράφει τα ήθη και έθιμα των Σαμίων της εποχής και καταγράφει με τα σημαδόφωνα της βυζαντινής σημειογραφίας τα τραγούδια τους. Επίσης, μας δίνει πληροφορίες για τους χορούς και τα όργανα που χρησιμοποιούνται στην εποχή του. Στο άλλο μεγάλο έργο της σαμιακής λαογραφίας, ο Νικόλαος Δημητρίου δίνει πληροφορίες για τα μουσικά δρώμενα, για τα όργανα και εν γένει για τη μουσική παράδοση της Σάμου. Με βάση κυρίως τις δημοσιευμένες καταγραφές του Σταματιάδη, η έρευνα για το παραδοσιακό σαμιώτικο τραγούδι συνεχίστηκε, αλλά όχι συστηματικά. Κατά τον 20ο αιώνα διάφορες δημοσιεύσεις σαμιακών τραγουδιών εμφανίστηκαν σε περιοδικά. Το Πνευματικό Ίδρυμα Σάμου «Νικόλαος Δημητρίου» αναγνωρίζοντας τη σημασία της μουσικής παράδοσης της Σάμου συνεχίζει την έρευνα, προχωρώντας πρόσφατα στην έκδοση του μουσικού CD: «Σάμος», Παιχνίδια και παιχνιδιάτορες. Τα κείμενα καθώς και τα μουσικά αποσπάσματα αυτής της ενότητας προέρχονται από την έρευνα του Σαμιώτη Μουσικολόγου Δημήτρη Ζαχαρίου, που περιλαμβάνονται στο μουσικό CD.

1834-1912[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Από το 1834 μέχρι το 1912 πολιτικά η Σάμος χαρακτηρίζεται από το καθεστώς της ημιαυτόνομης Ηγεμονίας. Ειδικότερο, μετά το 1860 η Σάμος εισέρχεται σε μια περίοδο αστικής ανάπτυξης. Τα χαρακτηριστικά αυτής της περιόδου είναι η μεγάλη εμπορική και οικονομική πρόοδος και η διαμόρφωση μιας πλούσιας και καλλιεργημένης πνευματικά αστικής τάξης, στα δύο εμπορικά κέντρα του νησιού, το Βαθύ και το Καρλόβασι, που είχε άμεση σχέση με την αστική τάξη της Σμύρνης. Την εποχή αυτή έζησε στη Σάμο ο εξέχων τοπικός λόγιος ο Επαμεινώνδας Σταματιάδης. Το 1887 εξέδωσε στο Ηγεμονικό Τυπογραφείο το πεντάτομο έργο 'Σαμιακά'. Στους τέσσερις πρώτους τόμους αναφέρεται στην ιστορία του νησιού, ενώ ο πέμπτος αναφέρεται στη λαογραφία. Ο Σταματιάδης, εκτός από την καταγραφή συγκεκριμένων τραγουδιών και εθίμων και τις αναφορές του σε όργανα μας πληροφορεί και για το ρεπερτόριο των χορών της εποχής. Αυτοί ήταν: ο Σαμιώτικος, ο Πλατανιώτικος, ο Σμυρνιός, ο Συρτός ή Πολιτικός, η Σούστα ή Νησιώτικος, ο Μπαλός, ο Καλαματιανός, ο Καρπάθιος, ο Κρητικός, ο Τσάμικος, ο Αράπικος, ο Χασάπικος, ο Τούρκικος, ο Μπράφος ή Βλάχικος, ο Αρκουδιάρικος. Επίσης με την ίδρυση της Ιερατικής Σχολής Μαλαγαρίου, το 1875 καλλιεργήθηκε συστηματικά στη Σάμο η εκκλησιαστική μουσική, ενώ στα πλαίσια της αστικής ανάκαμψης του νησιού ιδρύονται προς το τέλος του 19ου αιώνα δύο φιλαρμονικές, στο Βαθύ και το Καρλόβασι.

1912- Δεκαετία 1950[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η δεύτερη περίοδος ξεκινά από το 1912 μέχρι τη δεκαετία του 1950. Το 1912 με την ενσωμάτωση της Σάμου στο Ελληνικό κράτος, άλλαξε το σημείο αναφοράς των Σαμίων από τη Σμύρνη, στην Αθήνα. Αυτό βέβαια οριστικοποιήθηκε μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, το 1922. Από τώρα και στο εξής οι Σαμιώτες μέσα από τα γραμμόφωνα, τα πικ άπ και το ραδιόφωνο παρακολουθούν όλη την πορεία του ελληνικού τραγουδιού (ρεμπέτικου, δημοτικού, ελαφρού, λαϊκού) αλλά και του ξένου και προσαρμόζουν ανάλογα το ρεπερτόριο τους.

Έτσι, φτάνουμε στη δεκαετία τρυ 1950 που στα πανηγύρια παιζόταν: ευρωπαϊκά, βαλς, ταγκό, μαρς, ελαφρά τραγούδια και καντάδες, συρτά, καλαματιανά, μπάλοι, τσάμικα, κλέφτικα, απτάλικα, ζεϊμπέκικο, σμυρναίικα, ρεμπέτικα, μινόρια και αμανέδες κατά τις πρώτες πρωινές ώρες. Ο τρόπος πληρωμής των 'οργάνων' ήταν η λεγόμενη 'χαρτούρα' ή αλλιώς τα 'κολλήματα'. Παράλληλα, κατά την περίοδο αυτή η χρήση της τσαμπούνας ολοένα και περιορίζεται μόνο κατά την περίοδο των απόκρεω, ενώ οι 'τραγουδιστοί' χοροί στα χωριά, περιορίζονται μόνο στους γάμους και με το πέρασμα του χρόνου εγκαταλείπονται. Μια ιδιαίτερη πτυχή της μουσικής κατάστασης στη Σάμο κατά τη δεύτερη αυτή περίοδο αποτελεί η ίδρυση συλλόγων όπως ο 'Φιλοτεχνικός Όμιλος Νέων' και ο 'Μουσικός Σύλλογος Σάμου' με σημαντική δράση στον χώρο της μουσικής. Σημαντικό ρόλο στην καλλιτεχνική αυτή κίνηση της εποχής, έπαιξαν και οι Καλτάκηδες, Μικρασιάτες μουσικοί εγκατεστημένοι μόνιμα στη Σάμο, άριστοι γνώστες της ευρωπαϊκής μουσικής. Μάλιστα, δημιούργησαν το 'Σαμιώτικο Κουαρτέτο' και το 1939 έκαναν περιοδεία με συναυλίες σε πόλεις της Μακεδονίας.

Δεκαετία 1960-Σήμερα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Από τη δεκαετία του 1960 άρχισε σιγά-σιγά να αλλάζει ο τρόπος διασκέδασης των Σαμιωτών. Τα πανηγύρια με το πέρασμα του χρόνου χάνουν την αίγλη τους. Επίσης, στις αρχές της δεκαετίας του 1960 άνοιξαν τα πρώτα νυχτερινά κέντρα διασκεδάσεως στο Κοκκάρι, το Λιμάνι Καρλοβάσου, το Βαθύ και τη Βλαμαρή και τα οποία έφερναν λαϊκές τραγουδίστριες από την Αθήνα. Παράλληλα, δημιουργήθηκαν ορχήστρες όπως η 'Παντσίτο' και αργότερα τα 'Δειλινά' που έπαιζαν κυρίως σε χορούς και συνεστιάσεις που οργάνωναν οι διάφοροι σύλλογοι. Κατά τις δεκαετίες 1980 και 1990 ήταν ελάχιστοι οι παλαιοί παραδοσιακοί οργανοπαίχτες που είχαν απομείνει. Ενδεικτικό είναι ότι δεν υπήρχαν βιολιά και σαντούρια. Ωστόσο, ήδη από τη δεκαετία του 1970 δεσπόζουν στα πανηγύρια, τους γάμους, τους χορούς και στα νυχτερινά κέντρα, συμμετέχοντας οε διάφορες ορχήστρες, ο Κώστας Σεβαστάκης (στο κλαρίνο και το σαξόφωνο), ο Γρηγόρης Μάρκου ή Τσαμπαλάς (στο κλαρίνο) και ο Νίκος Σαράντου (στο τραγούδι και το αρμόνιο).

Όργανα της μουσικής παράδοσης[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Σαντούρι. Το σαντούρι όργανο μικρασιατικής προέλευσης - αποτέλεσε τη βάση της σαμιώτικης κομπανίας. Είναι όργανο που με την ίδια ευχέρεια μπορεί κάποιος να παίξει τόσο τη μελωδία, όσο και τη συνοδεία. Ένα σαντούρι μπορούσε να βγάλει μόνο του ολόκληρο γλέντι, όταν δεν υπήρχε η δυνατότητα για περισσότερα όργανα. Στη Σάμο καλλιεργήθηκε σε μεγάλο βαθμό η τέχνη του σαντουριού. Καθοριστικό ρόλο για την καθιέρωση του έπαιξαν οι δύο φημισμένες κομπανίες από Μικρασιάτες μουσικούς που εγκαταστάθηκαν στο νησί, οι 'Καλτάκηδες'και οι 'Βεργωνηδες'. Ενδεικτικά, αναφέρουμε ότι το διάστημα 1930 με 1960 υπήρχαν μόνο στα χωριά της δυτικής Σάμου 18 τουλάχιστον σαντουριέρηδες! Ως πιο σπουδαίοι από αυτούς αναφέρονται οι δυο Μικρασιάτες 'δάσκαλοι' του οργάνου. Ο Δημήτρης Βεργώνης και ο ανιψιός του Κώστας Βεργώνης ή Αμπατζής. Σήμερα, σε όλο το νησί υπάρχουν μόνο τρεις παλαιοί σαντουριέρηδες.
  • Σουραύλι. Σουραύλι στη Σάμο λέγεται ένας τύπος φλογέρας. Ο Επαμεινώνδας Σταματιάδης το αναφέρει με το όνομα 'φώτιγγα'. Ο Σταύρος Καρακάσης αναφέρει ότι στη Σάμο λεγόταν 'πινιαύλι'. Το σουραύλι όπως και η τσαμπούνα είναι όργανο ποιμενικό. Πρόκειται για ένα σωλήνα (από καλάμι, χαλκό ή μπρούτζο) μήκους 30 εκατοστών περίπου, ανοιχτό και από τα δύο άκρα. Μπροστά έχει έξι οπές και από πίσω μία. Οι οπές μεταξύ τους απέχουν ένα δάχτυλο, Η πρώτη οπή απέχει από το πάνω άκρο μία παλάμη (περίπου δέκα εκατοστά), ενώ η τελευταία οπή απέχει από το κάτω άκρο τρία δάχτυλα. Κατά το παίξιμο κρατιέται πλαγίως.
  • Βιολί. Τουλάχιστον από τα μέσα του 19ου αιώνα υπήρχαν στη Σάμο βιολιτζήδες, οι οποίοι έπαιζαν στις διασκεδάσεις με τη συνοδεία λαούτων. Τα βιολιά είχαν ισχυρή παρουσία και κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα μέχρι τη δεκαετία του 1980 που 'έφυγαν' και οι τελευταίοι παλακβιολιτζήδες. Στις δεκαετίες του 1920-30 ως δεξιοτέχνης του βιολιού αναφέρεται ο Ανάστασης Βαρμαξύζης ή 'Καραγκιόζης' στους Μυτιληνιούς. Επίσης, πολύ σπουδαίοι βιολιστές και γενικότερα άριστοι μουσικοί υπήρξαν τα αδέρφια Γιάννης και Ευάγγελος Καλτάκης που 'έδρασαν' στο νησί την περίοδο 1912-70 με επίκεντρο τους Μυτιληνιούς και το Άνω Βαθύ. Μέχρι τη δεκαετία του 1970 έπαιζαν σε διάφορες κομπανίες και οι: Γιάννης ή Γιάνκος Αμυρσώνης από το Κοκκάρι, Βαγγέλης Μπελώνης από τους Σταυρινήδες και Σπύρος Αερίου από τους Μυτιληνιούς. Η χρήση του βιολιού αναβίωσε στα μέσα της δεκαετίας του 1990 από νέους.
  • Κιθάρα. Η κιθάρα πρέπει να εμφανίστηκε στη Σάμο τη δεκαετία του 1910 από Μικρασιάτες μουσικούς. Υπήρξε το βασικό συνοδευτικό όργανο για κάθε κομπανία. Είχε τα χαρακτηριστικά της ρεμπέτικης κιθάρας με κύριο ρόλο τη ρυθμική συνοδεία πλαισιωμένη με μελωδικά περάσματα. Σε πολλές περιπτώσεις υπήρχαν περισσότερες της μίας κιθάρας σε μια κομπανία. Πολλές φορές τρεις η και τέσσερις κιθάρες έπαιζαν μαζί. Συνήθως οι κιθαρίστες είχαν και τον ρόλο του τραγουδιστή στις κομπανίες. Κιθαρίστες και ταυτόχρονα μεγάλοι τραγουδιστές υπήρξαν οι: Γιάννης Καλοσύνης ή Πολίτης από το Καρλόβασι, Κώστας Γερασίμου και Μανόλης Νεοκράτους από το Κοκκάρι, Μανόλης Τσελεπιδάκης και Βασίλης Ζεϊμπέκης από τους Μυτιληνιούς, Χριστόδουλος Αθανάσιου. Ιωάννης Μούτσος και Μανόλης Κοχλιός από το Βαθύ.
  • Χάλκινα. Ιδιαίτερη παρουσία στη Σάμο είχαν τα χάλκινα πνευστά. Η περίοδος χρήσης τους στις κομπανίες μπορούμε να πούμε ότι είναι από το 1890 μέχρι το 1960 περίπου»-. Στην κατηγορία αυτή ανήκουν: η κορνέτα, το τρομπόνι και η τούμπα. Εισήχθησαν στη σαμιώτικη κομπανία είτε οπό Μικρασιάτες μουσικούς που έρχονταν στο νησί είτε από τους Σαμιώτες που έμαθαν να παίζουν τα χάλκινα στις δύο φιλαρμονικές μπάντες του νησιού. Από τη δεκαετία του 1960 τα χάλκινα πέρασαν στο περιθώριο, μιας και οι κομπανίες άρχισαν να χρησιμοποιούν τα μικρόφωνα και τους ενισχυτές για να έχουν μεγαλύτερη ένταση.
  • Ακορντεόν. Το ακορντεόν υπήρξε ένα από τα σημαντικά μελωδικά όργανα στη σαμιώτικη κομπανία μετά ίο 1950. Το ακορντεόν αντικαταστάθηκε τη δεκαετία του 1970 από το αρμόνιο. Το πρώτο αρμόνιο που ήρθε στη Σάμο ήταν ένα «farfisa» και το έφερε από την Αθήνα το 1971 ο Μανόλης Βουρλιώτης.
  • Αρμόνικα. Η αρμόνικα ή φυσαρμόνικα είναι είδος πληκτροφόρου οργάνου με φυσερό συνήθως στο πάνω μέρος του που κινείται με κατεύθυνση από πάνω προς τα κάτω. Είναι ο πρόγονος του ακορντεόν και του αρμονίου. Είχε μεγάλη ένταση και συνήθως παιζόταν μόνη της χωρίς άλλα όργανα.
  • Κλαρίνο. Το κλαρίνο υπάρχει σε φωτογραφίες στη Σάμο του 1901. Εισήλθε στο νησί μάλλον από Μικρασιάτες μουσικούς που έρχονταν να παίξουν στα πανηγύρια, καθώς και από τις ιδρυθείσες στη δεκαετία του 1890 Φιλαρμονικές Εταιρείες του Βαθέως και των Καρλοβασίων. Το κλαρίνο έπαιξε καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση του σαμιώτικου μουσικού ιδιώματος καθώς υπήρξε βασικό όργανο στη σαμιώτικη κομπανία.

Εκπαίδευση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στη Σάμο υπάρχουν εκπαιδευτικές μονάδες που καλύπτουν όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης, από το δημοτικό μέχρι και μεταπτυχιακές σπουδές.

Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Σάμος διαθέτει 24 δημοτικά σχολεία, μοιρασμένα στο Βαθύ, το Καρλόβασι και 16 χωριά.

Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στη Σάμο υπάρχουν 6 γυμνάσια, 3 Γενικά λύκεια, 3 επαγγελματικά λύκεια (ΕΠΑΛ), εκ των οποίων το ένα είναι εσπερινό, μία επαγγελματική σχολή (ΕΠΑΣ) και το Εργαστήριο Ειδικής Επαγγελματικής Εκπαίδευσης Κατάρτισης Στην Σάμο από το 2019 υπάρχει και μουσικό σχολείο .

Τριτοβάθμια Εκπαίδευση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Πανεπιστημιακή Μονάδα Σάμου του Πανεπιστημίου Αιγαίου έχει έδρα την πόλη του Καρλοβασίου. Περιλαμβάνει τη Σχολή Θετικών Επιστημών, η οποία αποτελείται από τα εξής Τμήματα:

Τμήμα Μηχανικών Πληροφοριακών και Επικοινωνιακών Συστημάτων.

Το τμήμα αυτό διαθέτει και πρόγραμμα μεταπτυχιακών σπουδών, με τέσσερις κατευθύνσεις: Ασφάλεια Πληροφοριακών και Επικοινωνιακών Συστημάτων; Διοίκηση Πληροφοριακών Συστημάτων; Τεχνολογίες Διαχείρισης Πληροφορίας και Παγκόσμιου Ιστού; Τεχνολογίες Δικτύων Επικοινωνιών και Υπολογιστών

Το Τμήμα Μαθηματικών.

Το τμήμα Μαθηματικών διαθέτει και πρόγραμμα μεταπτυχιακών σπουδών, με θέμα: Μαθηματική Μοντελοποίηση στις Φυσικές Επιστήμες και στις Σύγχρονες Τεχνολογίες

Το Τμήμα Στατιστικής και Αναλογιστικών - Χρηματοοικονομικών Μαθηματικών.

Το τμήμα διαθέτει πρόγραμμα μεταπτυχιακών σπουδών, με δύο κατευθύνσεις: Στατιστική και ανάλυση δεδομένων; Αναλογιστικά - Χρηματοοικονομικά μαθηματικά.

Αθλητισμός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τάε Κβον Ντο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στο νησί υπάρχει ένας Αθλητικός Σύλλογος που είναι αναγνωρισμένος από την Ελληνική Ομοσπονδία Τάε Κβον Ντο Ελλάδος και τη Γενική Γραμματεία Αθλητισμού με την επωνυμία «Α.Π.Σ. Tae Kwon Do ΑΝΤΑΙΟΣ». Ιδρύθηκε το 2007 και αγωνίζεται σε ένα άνετο, ευχάριστο και ειδικά διαμορφωμένο χώρο στον οποίο έχουν ληφθεί όλα τα απαραίτητα μέτρα ασφαλείας στο Καρλόβασι επί της οδού Πανεπιστημίου με άδεια λειτουργίας από την Αποκεντρωμένη Διοίκηση Βορείου Αιγαίου.

Βόλεϊ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στο νησί υπάρχουν πολλές ομάδες βόλεϊ. Οι σημαντικότερες ομάδες είναι οι εξής:

  • Ρίβα
  • Ιωνικός
  • Αναγέννηση
  • Κέρκης
  • Πολυκράτης
  • Ερμής

Καλαθοσφαίριση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αθλητικά σωματεία τα οποία διατηρούν τμήματα καλαθοσφαίρισης είναι τα εξής:

Στην πόλη Καρλόβασι εδρεύει η ομάδα καλαθοσφαίρισης ανδρών της Σχολής Θετικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Αιγαίου.


Προσωπικότητες[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 «Αποτελέσματα της Απογραφής Πληθυσμού-Κατοικιών έτους 2021 που αφορούν στο Μόνιμο Πληθυσμό της Χώρας» (PDF). Ελληνική Στατιστική Αρχή. Ανακτήθηκε στις 26 Φεβρουαρίου 2024. 
  2. «Η Σάμος κατά την Αρχαιότητα - islandofsamos». www.islandofsamos.gr. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 21 Νοεμβρίου 2022. Ανακτήθηκε στις 21 Νοεμβρίου 2022. 
  3. 3,0 3,1 John Ward (1832-1912) και Sir George Francis Hill (1867-1948), επιμ. (1902). Greek coins and their parent cities (στα Αγγλικά). Λονδίνο: Murray. Ανακτήθηκε στις 12 Οκτωβρίου 2009. 
  4. 4,0 4,1 4,2 Λογοθέτης, Σταμάτης (2014). mySamos - Ο Τουριστικός Οδηγός της Σάμου. Σάμος: superguides.gr - mySamos - Σταμάτιος Λογοθέτης. σελ. 128. 
  5. 5,0 5,1 Σεβαστάκης, Αλέξης (1996). Το κίνημα των «Καρμανιόλων» στη Σάμο 1805-1812 : με ανέκδοτα έγγραφα. http://www.sudoc.abes.fr/xslt/DB=2.1//SRCH?IKT=12&TRM=156872641&COOKIE=U10178,Klecteurweb,I250,B341720009+,SY,NLECTEUR+WEBOPC,D2.1,Ecc3d56ab-305,A,H,R84.205.231.40,FY. 
  6. «Επανάσταση 1821: Σάμος, η ανεξάρτητη νήσος». Έθνος. 14 Μαρτίου 2021. Ανακτήθηκε στις 9 Ιουνίου 2021. 
  7. Σεβαστάκης, Αλέξης (). (1965). Επιδράσεις στα Σαμιακά πράγματα της Γαλλικής επανάστασης, της Φιλικής εταιρίας και του συντάγματος του Ρήγα, Περιοδικό «Σύγχρονα Θέματα» (ανάτυπο). 
  8. Σεβαστάκης, Αλέξης (1980). Οι Καρμανιόλοι στην επανάσταση της Σάμου- Ιωάννης Λεκάτης. Αθήνα. 
  9. Σταθακιός, Αλέξανδρος (2000). ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΚΑΙ ΕΚΜΟΝΤΕΡΝΙΣΜΟΣ ΣΤΗ ΣΑΜΙΑΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ. Σάμος. σελίδες 20–32. 
  10. «Επανάσταση του 1821 - islandofsamos». www.islandofsamos.gr. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 2 Ιανουαρίου 2023. Ανακτήθηκε στις 2 Ιανουαρίου 2023. 
  11. Σταματιάδης, Νικόλαος Ι., Σαμιακά, 1899, σελ. 31
  12. Μπέλσης, Κωνσταντίνος (2014). «Σάμος και Κρήτη. Δύο διαφορετικές όψεις του ανατολικού ζητήματος. Δύο παράλληλες πορείες προς την ένωση», Πρακτικά Συνεδρίου «Από την αυτονομία στο εθνικό κράτος. Η ενσωμάτωση της Σάμου» (Σάμος 2-4 Νοεμβρίου 2012). Σάμος: ΓΑΚ Σάμου. σελίδες 55–72. ISBN 978-960-87914-4-2. 
  13. «Απόπλους σαμιακών Γραμμάτων και Τεχνών περιήγησις». Κ. Μπέλσης, «Από τον Λυκούργο στον Σοφούλη», τχ. 54-56 (2012), σ.162-168. 
  14. Τα Προσφυγικά της Σάμου[νεκρός σύνδεσμος]
  15. Μιχάλης Φύλλας, «H επίσκεψη του Βασιλέως Γεωργίου β΄ στη Σάμο το 1937 μέσα από τον σαμιακό τύπο της εποχής: η περίπτωση των εφημερίδων « Σ ά μ ο ς » και « Α ι γ α ί ο ν » Δελτίον Σαμιακών Σπουδών, τομ. 5 (2019-2020), σελ.113-126 [1]
  16. 16,0 16,1 [www.mysamos.gr mySamos - Ο Τουριστικός Οδηγός της Σάμου]. 30/06/2014. www.mysamos.gr. 
  17. Εκκλησιαστικό και Βυζαντινό Μουσείο της Ιεράς Μητροπόλεως Σάμου
  18. Pfuhl, E. (1923). Malcrei und Zeichnung der Griechen II. Μόναχο. σελ. σσ. 674 και 872. 
  19. Bulle, H. (1928). Untersuchungen an Griechischen Theatern. Μόναχο. σελ. σσ. 215-219. 

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Βακιρτζής, Ι. Ιστορία της Ηγεμονίας της Σάμου, 1834-1912, Γ.Α.Κ.-Αρχεία Νομού Σάμου, Αθήνα 2005.
  • Λαΐου, Σ. Η Σάμος κατά την οθωμανική περίοδο, University Studio Press, Θεσσαλονίκη 2002.
  • Λάνδρος, Χ., Η μετεπαναστατική Σάμος σε υποτέλεια, το πρώτο πρωτόκολλο αλληλογραφίας της Ηγεμονίας, 1834-1835, Πνευματικό Ίδρυμα Σάμου «Νικόλαος Δημητρίου», Αθήνα 2001.
  • Λάνδρος Χρίστος, Καμάρα Αφροδίτη, Ντόουσον Μαρία - Δήμητρα, Σπυροπούλου Βάσω, «Σάμος», 2005.
  • Σταματιάδης, Επ., Σαμιακά, ήτοι ιστορία της νήσου Σάμου από των παναρχαίων χρόνων μέχρι των καθ΄ ημάς, Σάμος 1881-1887.
  • Καρλόβασι Σάμου, ένα νησιωτικό, εμπορικό και βιομηχανικό κέντρο στο ανατολικό Αιγαίο, Πρακτικά Συνεδρίου, Δήμος Καρλοβασίων, Γ.Α.Κ.-Αρχεία Νομού Σάμου, Αθήνα 2007.
  • Η Σάμος από βυζαντινά χρόνια μέχρι σήμερα, Πρακτικά Συνεδρίου, Τόμος Α' & Β', Πνευματικό Ίδρυμα Σάμου «Νικόλαος Δημητρίου», Αθήνα 1998.
  • Η πόλη της Σάμου, φυσιογνωμία και εξέλιξη, Πρακτικά Συνεδρίου, Δήμος Σαμίων, Γ.Α.Κ.-Αρχεία Νομού Σάμου, Αθήνα 1998.
  • Κωνσταντίνος Π. Μπέλσης, Από την οθωμανική νομιμότητα στο εθνικό κράτος. Το «άτομο» στο επίκεντρο της Ιστορίας. Λυκούργος Λογοθέτης (1772-1850), Παπαζήσης, Αθήνα 2014.
  • Φύλλας Μιχάλης, «H επίσκεψη του Βασιλέως Γεωργίου β΄ στη Σάμο το 1937 μέσα από τον σαμιακό τύπο της εποχής: η περίπτωση των εφημερίδων Σάμος και Αιγαίον», Δελτίον Σαμιακών Σπουδών, τομ. 5 (2019-2020), σελ.113-126 [2]

Προτεινόμενη βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Ιωάννης Κωλέττης, «Στατιστική της νήσου Σάμου (1830)», Δελτίον της Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας της Ελλάδος, τόμ.Δ, σσ. 575-578.
  • Κώστας Κόμης, «Πληθυσμιακές μετακινήσεις με αφετηρία το 1821: το παράδειγμα της Σάμου», Τα Ιστορικά, τόμ. 13, Τεύχη 24-25, Ιούνιος-Δεκέμβριος 1996, σσ. 157-176.
  • Αλέξης Σεβαστάκης, «Ποινική εξουσία των Μεγάλων Προεστών στην προεπαναστατική Σάμο», Τα Ιστορικά, τόμ.11, τ/χ.21, (Δεκέμβριος 1994), σσ. 289-310.
  • Κωνσταντίνος Π. Μπέλσης, «Σαμιακή Πολιτεία (1830-1834). Γεώργιος Λογοθέτης Λυκούργος και διπλωματική διαχείριση του Σαμιακού Ζητήματος», Σαμιακές Μελέτες, τόμ.10 (2013), Πνευματικό Ίδρυμα Σάμου Νικόλαος Δημητρίου (ΠΙΣΝΔ), σσ. 169-267.

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ψηφιακό αρχείο ΕΡΤ[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]