Μάλκολμ Δ΄ της Σκωτίας

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Μάλκολμ Δ'
Περίοδος24 Μαΐου 11539 Δεκεμβρίου 1165
Στέψη27 Μαΐου 1153
Σκόουν, Σκωτία
ΠροκάτοχοςΔαυίδ Α΄ της Σκωτίας
ΔιάδοχοςΓουλιέλμος Α΄ της Σκωτίας
Γέννηση23 Απριλίου - 24 Μαΐου 1141
Σκωτία
Θάνατος9 Δεκεμβρίου 1165 (24 ετών)
Τζέντμπορο, Σκωτία
Τόπος ταφήςΑβαείο του Ντανφέρμλιν
ΟίκοςΟίκος του Ντάνκελντ
ΠατέραςΕρρίκος της Σκωτίας
ΜητέραΆντα ντε Βαρέν
Commons page Σχετικά πολυμέσα
δεδομένα (π  σ  ε )

Ο Μάλκολμ Δ΄ της Σκωτίας ή Μάλκολμ ο Παρθένος (Γαελική γλώσσα: Mael Coluim mac Eanric, (1141 - 9 Δεκεμβρίου 1165) βασιλιάς της Σκωτίας (1153-1165) ήταν μεγαλύτερος γιος του Ερρίκου της Νορθουμβρίας και της Άντα ντε Βαρέν. Το όνομα του σχετίζεται με τον προπάππου του Μάλκολμ Γ΄ της Σκωτίας, διαδέχθηκε τον παππού του Δαυίδ Α' της Σκωτίας με τον οποίο είχε τα ίδια Άγγλο-Νορμανδικά γούστα. Οι σύγχρονοι ιστορικοί τον ονομάζουν Παρθένο λόγω της σωματικής του αδυναμίας ή του έντονου ενδιαφέροντος που είχε για τα θρησκευτικά θέματα, είχε άσχημη υγεία από την ημέρα που γεννήθηκε και αυτό τον οδήγησε σε πρόωρο θάνατο 24 ετών.

Πρώτα χρόνια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο πατέρας του Ερρίκος γιος και διάδοχος του Δαυίδ Α΄ της Σκωτίας είχε άσχημη υγεία στην δεκαετία του 1140 και πέθανε αιφνίδια στις 12 Ιουνίου 1152. Ο θάνατος του πατέρα του στο Νιούκασλ ή στο Ρόξμπουρζ, πόλεις που ανήκαν στην Νορθουμβρία, συνδέθηκε με τις διεκδικήσεις της Σκωτίας στην περιοχή, επειδή οι Άγγλοι βρέθηκαν σε μεγάλη αδυναμία με τον εμφύλιο, που ξέσπασε μετά τον θάνατο του Ερρίκου Α΄ της Αγγλίας, γνωστό ως Αναρχία. Σε αντίθεση με τον Ερρίκο Α΄, που έμεινε χωρίς διάδοχο όταν πέθανε ο γιος του Γουλιέλμος Άντελιν στο ναυάγιο του Λευκού πλοίου, ο Δαυίδ Α΄ δεν είχε κανένα πρόβλημα διαδοχής, αφού ο γιος του Ερρίκος άφησε τρεις γιους.[1] Ο Μάλκολμ ο Παρθένος ήταν ο μεγαλύτερος από τους τρεις γιους του Ερρίκου, όταν πέθανε ο πατέρας του ο ηλικιωμένος παππούς του αναζήτησε τον μελλοντικό κηδεμόνα του. Ο Δαυίδ Α΄ έστειλε τον εγγονό του σε περιοδεία μαζί με τον Ντόνντσαντ, κυβερνήτη του Φάιφ που τον προετοίμαζε για κηδεμόνα μαζί με έναν μεγάλο στρατό. Οι προετοιμασίες ήταν σύντομες αφού ο Δαυίδ Α΄ πέθανε σε λιγότερο από έναν χρόνο μετά τον γιο του στις 27 Μαΐου 1153 στην Σκον και τον διαδέχθηκε ο μικρός εγγονός του Μάλκολμ σε ηλικία 12 ετών.[2] Ο Ντόνντσαντ βιάστηκε να ορκιστεί κηδεμόνας πριν την ταφή του ηλικιωμένου βασιλιά επειδή υπήρχαν πολλοί άλλοι μνηστήρες και φοβήθηκε ότι θα χάσει την θέση του, δεν έμεινε ωστόσο ο Ντόνντσαντ για πολύ, πέθανε την επόμενη χρονιά (1154).

Αντιδράσεις από διεκδικητές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Τα Σάγκας των Ορκάδων αναφέρουν ότι ο "Γουλιέλμος ο Ευγενής" γιος του Ουίλιαμ Φιτς Ντάνκαν (1090 - 1147) ήταν ο άνθρωπος που κάθε Σκωτσέζος ήθελε βασιλιά του.[3] Ο Ουίλιαμ Φιτς Ντάνκαν είχε παντρευτεί την Αλίκη του Ρούμιλλι γύρω στο 1137 συνεπώς ο Γουλιέλμος γύρω στο 1153 ήταν μικρό παιδί αλλά δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι ο μικρός Γουλιέλμος διεκδίκησε τον θρόνο αφού πέθανε πρόωρα στις αρχές της δεκαετίας του 1160 αφήνοντας τις κομητείες στις τρεις αδελφές του.[4] Από τους υπόλοιπους γιους του Ουίλιαμ Φιτς Ντάνκαν ο επίσκοπος Ουίμουντ τυφλώθηκε και φυλακίστηκε στο κάστρο του Μπαιλάντ πριν τον θάνατο του Δαυίδ Α΄ αλλά ο Ντόναλντ Μακουίλιαμ είχε ισχυρή στήριξη στην πρώην κομητεία του Μόρεϊ. Άλλος ένας σοβαρός διεκδικητής του θρόνου φυλακισμένος στο Ρόξμπουργκ από το 1130 ήταν ο Μάλκολμ μακ Αλεξάντερ νόθος γιος του Αλέξανδρου Α΄ της Σκωτίας, οι γιοι του ήταν ελεύθεροι και διεκδικητές του θρόνου το 1153, όλοι αυτοί οι ευγενείς αμφισβήτησαν την διαδοχή του μικρού Μάλκολμ Δ΄.

Ο Μάλκολμ Δ΄ σαν νέος βασιλιάς αντιμετώπισε πολλές προκλήσεις από γείτονες όπως τον Σάμερλεντ βασιλιά του Άρτζιλ, τον Φέργκους λόρδο του Γκαλογουέι και τον Ερρίκο Β΄ της Αγγλίας. Ο Ρόγκνβαλντ Καλί Κόλσσον, κόμης των Ορκάδων φαινόταν ο μόνος αδιάφορος επειδή έκανε προετοιμασίες για Σταυροφορία αλλά μετά τον θάνατο του (1158) ο φιλόδοξος νεαρός διάδοχος του Χάραλντ Μάνταντσον ήταν άλλη μια σοβαρή απειλή για τον Μάλκολμ. Η πρώτη σοβαρή κίνηση εναντίον του Μάλκολμ του Παρθένου ήρθε από τους γιους του Μάλκολμ μακ Αλεξάντερ τον Νοέμβριο του 1153, είχαν την βοήθεια του γειτονικού βασιλιά Σάμερλεντ του Άρτζιλ. Η απειλή διεκόπη σύντομα επειδή ο Σάμερλαντ είχε άλλα προβλήματα όπως ο πόλεμος που είχε ξεσπάσει ανάμεσα στον ίδιο και στον Γκούντροντ Όλαφσσον βασιλιά των νησιών που κράτησε μέχρι το 1156.[5] Η υποστήριξη στους γιους του Μάλκολμ μακ Αλεξάντερ ήρθε ωστόσο από ευγενείς στον πυρήνα του βασιλείου, δυο από τους συνωμότες πέθαναν σε μάχη τον Φεβρουάριο του 1154.[6]

Σχέσεις με τον Ερρίκο Β΄ της Αγγλίας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το κάστρο του Πεβερίλ στο Ντέρμπισαϊρ στο οποίο ο Μάλκολμ Δ΄ έδωσε όρκο υποτέλειας στον Ερρίκο Β΄ της Αγγλίας

Το 1157 ο Μάλκολμ ο Παρθένος συμφιλιώθηκε με τον Μίλ Κολουίν Μακχέθ και διορίστηκε στην μονμαρτεία του Ρος θέση που κατείχε ο πατέρας του.[7] Ο Μάλκολμ δεν κληρονόμησε μονάχα το βασίλειο της Σκωτίας αλλά και την κομητεία της Νορθουμβρίας την οποία είχαν κερδίσει ο πατέρας του και ο παππούς του στην διάρκεια των πολέμων με τον Στέφανο της Αγγλίας και την Αυτοκράτειρα Ματθίλδη, παραχώρησε την Νορθουμβρία στον μικρότερο αδελφό του Γουλιέλμο τον Λέοντα και κράτησε για τον εαυτό του την Κάμπρια. Η Κάμπρια, η Νορθουμβρία, το Χάντινγκτον και το Τσέστερ ήταν δώρα του Αγγλικού στέμματος. Ο Μάλκολμ Δ΄ έδωσε όρκο υποτέλειας στον Ερρίκο Β΄ για τις κτήσεις του στο Αγγλικό βασίλειο στο κάστρο του Πεβερίλ στο Ντέρμπισαϊρ (1157) και αργότερα στο Τσέστερ.[8] Ο Ερρίκος Β΄ αργότερα απαγόρευσε στον Μάλκομ να κρατήσει την Κάμπρια και στον Γουλιέλμο την Νορθουμβρία, στην θέση της παραχώρησε στον Μάλκολμ την κομητεία του Χάντινγκτον για την οποία ο Σκωτσέζος βασιλιάς θα έπρεπε να δώσει όρκο υποτέλειας.[9]

Ακολούθησε δεύτερη συνάντηση ανάμεσα στον Μάλκολμ και τον Ερρίκο Β΄ στο Καρλάιλ (1158) μετά την οποία οι βασιλείς της Αγγλίας και της Σκωτίας έγιναν εχθροί και ο βασιλιάς της Σκωτίας δεν ήταν πλέον ιππότης. Το 1159 ο Μάλκολμ συνόδευσε τον Ερρίκο Β΄ στην Αγγλία, τον βοήθησε στην πολιορκία της Τουλούζης και στέφτηκε ξανά ιππότης ωστόσο θεωρείται αμφίβολο αν ο άντρας που στέφτηκε ιππότης ήταν ο βασιλιάς της Σκωτίας ή ο κόμης του Χάντινγκτον, το βέβαιο είναι δεν δόθηκε καμιά άλλη τιμή στην Σκωτία.[10]

Καταστολή εξεγέρσεων[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Μάλκολμ επέστρεψε από την Τουλούζη (1160), ο ιστορικός Ρογήρος του Χοβέντεν αναφέρει ότι αντιμετώπισε μια εξέγερση από έξι κόμητες υπό την ηγεσία του Φέρκαρ, μορμάρου του Στράθιρν που πολιόρκησαν τον βασιλιά.[11] Με δεδομένο ότι υπήρχε στα χέρια του Φέρκαρ ο κατάλογος με τα ονόματα των κομητών δεν βρισκόταν ανάμεσα στα ονόματα των επαναστατών ο Ντόντσαντ Β΄ μορμάρος του Φάιφ.[12] Στην Γκέστα Αννάλια ο Ρογήρος του Χοβέντεν σημειώνει ότι λύθηκε ειρηνικά το θέμα και στην συνέχεια ο βασιλιάς ξεκίνησε εκστρατεία εναντίον του Φέργκους λόρδου του Γκάλογουεϊ, ο Φέργκους ηττήθηκε και ο γιος του Ούτρεντ μεταφέρθηκε αιχμάλωτος, ο ίδιος ο Φέργκους αποσύρθηκε μοναχός στο Χόλυρουντ όπου και πέθανε (1161).[13] Οι ιστορικοί δεν γνωρίζουν με βεβαιότητα αν ανήκε ο Φέργκους ανάμεσα στους κόμητες που επαναστάτησαν, το βέβαιο είναι ότι η εκστρατεία έγινε επειδή ο Φέργκους ενοχλούσε συνέχεια με επιδρομές.[14]

Λίγο πριν τον Ιούλιο του 1163 και ενώ έδινε όρκο υποτέλειας στον Ερρίκο Β΄ ο Μάλκολμ αρρώστησε βαριά στο Ντόνκαστερ.[15] Σκωτσέζικες πηγές αναφέρουν μια εξέγερση στο Μόρεϊ την οποία ο Μάλκολμ τιμώρησε σκληρά :

Όλοι οι κάτοικοι του Μόρεϊ έφυγαν από την πατρίδα τους και διασκορπίστηκαν σε ολόκληρη την Σκωτία, ο Μάλκολμ έγινε ο νέος Σκωτσέζος Ναβουχοδονόσωρ Β΄ απέναντι στους κατοίκους του Μόρεϊ που με παρόμοιο τρόπο είχε διασκορπίσει τους Ιουδαίους δυο χιλιετίες πριν

Έκλεισε ειρήνη με τον Ερρίκο Β΄ και αντικατέστησε τον Φέργκους του Γκάλογουεϊ με τους γιους του, το Μόρεϊ οικίστηκε με νέους κατοίκους, από τους παλιούς εχθρούς του Μάλκολμ έμεινε μονάχα ο Σάμερλεντ ο οποίος από το 1160 ήταν βασιλιάς των νησιών και του Άρτζιλ. Ο Σάμερλαντ επικεφαλής μεγάλου στρατού νησιωτών και Ιρλανδών, επιτέθηκε στην Γλασκώβη και στο Ρένφριου όπου ο Βάλτερ Φίτζαλαν είχε ολοκληρώσει ένα κάστρο. Ο Σάμερλαντ και ο γιος του ηττήθηκαν και σκοτώθηκαν από τον στρατό του Χέρμπερτ επισκόπου της Γλασκώβης, οι χρονικογράφοι αποδίδουν την νίκη σε θεία επέμβαση του Αγίου Κεντιγκέρν.[16]

Θάνατος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Δαυίδ Α΄ της Σκωτίας με τον νεαρό εγγονό και διάδοχο του Μάλκολμ Δ΄

Το 1160 συμφωνήθηκε ο γάμος του Μάλκολμ του Παρθένου με την Κωνσταντία του Παντιέβρ, την αδελφή του Κόναν Δ΄ της Βρετάνης που την ίδια χρονιά είχε παντρευτεί την αδελφή του Μάλκολμ Μαργαρίτα του Χάντιγκτον. Η Κωνσταντία αρνήθηκε επειδή είχε στόχο να παντρευτεί στον τρίτο του γάμο τον Λουδοβίκο Ζ΄ της Γαλλίας, ο γάμος δεν έγινε επειδή ο Λουδοβίκος παντρεύτηκε την Αδέλα της Καμπανίας.

Ο Μάλκολμ Δ΄ της Σκωτίας πέθανε στις 9 Δεκεμβρίου 1165 στο Ζέντμπουργκ σε ηλικία 24 ετών, η άσχημη υγεία που είχε από μικρός χειροτέρευσε όταν προσβλήθηκε από την Νόσο του Πάτζετ μια ασθένεια που προκαλεί παραμόρφωση των οστών.[17] Οι σύγχρονοι με την εποχή του ιστορικοί έγραψαν ότι δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι ήταν μεγάλος βασιλιάς αλλά οι ιστορικοί αργότερα έχουν άλλη γνώμη. Τα Χρονικά του Ούλστερ καταγράφουν τον θάνατο του (1165) :

"Ο Μέιλ Κολουίμ Κενν Μορρ, γιος του Ερρίκου, υψηλός βασιλιάς της Σκωτίας, ο καλύτερος χριστιανός βασιλιάς, πολύ φιλάνθρωπος και ευσεβής πέθανε".[18]

Ιστορικές απόψεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Γουλιέλμος του Νιούμπεργκ περιγράφει τον Μάλκολμ σαν τον πιο χριστιανό βασιλιά που πέρασε από την Σκωτία

Οι γνώμες ωστόσο για τον ίδιο δεν ήταν πάντα οι καλύτερες τα Γκέστα Αννάλια" σημειώνουν :

"Παραμέλησε σε μεγάλο βαθμό το βασίλειο του, εξόργισε τον λαό του και τον μίσησε. Ο μεγαλύτερος από τους αδελφούς του Γουλιέλμος που βρισκόταν σε πόλεμο με τους Άγγλους ανέλαβε αυτόνομα την υπεράσπιση της Νορθουμβρίας παρά την θέληση του βασιλιά".[19]

Σύμφωνα με τον θρύλο είχε μια κόρη που την αρραβώνιασε με τον Ερρίκο, πρίγκιπα της Κάπουα αλλά πιθανότατα αυτό είναι εσφαλμένο επειδή δεν είχε παιδιά, η μητέρα του σχεδίαζε να τον παντρέψει με την κόρη του Κόναν Γ΄ της Βρετάνης Κωνσταντία αλλά πέθανε πριν πραγματοποιηθεί ο γάμος.[20] Είναι δύσκολο με τις ελάχιστες πηγές που υπάρχουν να αναγνωρίσουμε αν ο Μάλκολμ συνέχισε τις μεταρρυθμίσεις του παππού του αλλά φαίνεται ότι οι σερίφηδες του Κράιλ, του Ντανφέρμλιν, του Εδιμβούργου, του Φόρφαρ, του Λανάρκ, του Λινλιθγκόου και ο δικαστής του Λόθιαν χρονολογούνται από την εποχή του.[21] Ο Μάγκνους ίδρυσε μοναστήρι Κιστερκιανών στο Κουπάρ Άνγκους και οι θρησκευτικές προτιμήσεις του επεκτάθηκαν και στους ευγενείς σε περιοχές όπως το Γκαλογουέι.[22]

Φιλμογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • "Ο άρχοντας των νησιών" του Νάιτζελ Τράντερ (1909 - 2000) με πρωταγωνιστή τον Σάμερλαντ, λόρδο των νησιών. Αναφέρεται στην άνοδο του, ορκίζεται πίστη στον Δαυίδ Α΄ της Σκωτίας και υποστηρίζει εξέγερση εναντίον του Μάλκολμ Δ΄, καταλήγει στον φόνο του Σάμερλαντ.[23][24]
  • "Ταπετσαρί του κάπρου" του Νάιτζελ Τράντερ (1909 - 2000) με βασικό χαρακτήρα τον Ούγο ντε Σουίντον έναν κυνηγό στην αυλή του Μάλκολμ Δ΄ που είχε αναλάβει να σκοτώσει ανθρώπους, πρόβατα και βοοειδή στην ύπαιθρο της Σκωτίας. Στην συνέχεια εργάστηκε ως ανιχνευτής στον βασιλικό στρατό στην σύγκρουση με τον Φέργκους του Γκαλογουέι. Ο Μάλκολμ Δ΄ αναθέτει στον Ούγο την ίδρυση του πρώτου νοσοκομείου για τους φτωχούς και τους ασθενείς στην Σκωτία.[25][26]

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. Oram, David I, p. 200.
  2. Duncan, p. 71.
  3. Duncan, p. 70; Orkneyinga Saga, c. 33.
  4. Oram, David I, pp. 93 & 182–186; Duncan, p. 102.
  5. Duncan, p.71; McDonald, Kingdom of the Isles, pp. 51–54.
  6. McDonald, Outlaws, pp. 28–29.
  7. Duncan, pp. 71–72; McDonald, Outlaws, p. 29.
  8. W. W. Scott, "Malcolm IV (1141–1165)".
  9. Duncan, p.72; Barrow, p. 47; William of Newburgh in SAEC, p. 239.
  10. Roger of Hoveden in SAEC, p. 240.
  11. Gesta Annalia, iii; SAEC, pp. 241–242; Duncan, pp. 72–73.
  12. Duncan, pp. 72–73.
  13. Gesta Annalia, iii.
  14. Brooke, pp. 91–95; McDonald, Outlaws, pp. 89–91.
  15. SAEC, p. 242.
  16. McDonald, Kingdom of the Isles, pp. 61–67.
  17. Duncan, pp. 74–75.
  18. Annals of Ulster, s.a. 1165.
  19. Gesta Annalia, iv; Duncan, p. 74, doubts Fordun's account.
  20. Oram, The Canmores, p. 51.
  21. McNeill & MacQueen, p. 192; Barrow ?
  22. McNeill & MacQueen, p. 340.
  23. http://cunninghamh.tripod.com/books/synopses90/lordofisles.htm
  24. https://www.amazon.com/Isles-Coronet-Books-Nigel-Tranter/dp/0340368365
  25. http://cunninghamh.tripod.com/books/9105.htm
  26. «Αρχειοθετημένο αντίγραφο». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 7 Μαρτίου 2016. Ανακτήθηκε στις 28 Φεβρουαρίου 2018. 

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Anderson, Alan Orr, Scottish Annals from English Chroniclers A.D. 500–1286. D. Nutt, London, 1908.
  • Anon., A Medieval Chronicle of Scotland: The Chronicle of Melrose, ed. & tr. Joseph Stevenson. Reprinted, Llanerch Press, Lampeter, 1991.
  • Anon., Orkneyinga Saga: The History of the Earls of Orkney, tr. Hermann Pálsson and Paul Edwards. Penguin, London, 1978.
  • Barrell, A.D.M. Medieval Scotland. Cambridge University Press, Cambridge, 2000.
  • Barrow, G.W.S., The Kingdom of the Scots. Edinburgh University Press, Edinburgh, 2003.
  • Brooke, Daphne, Wild Men and Holy Places: St Ninian, Whithorn and the Medieval Realm of Galloway. Canongate, Edinburgh, 1994.
  • Duncan, A.A.M., The Kingship of the Scots 842–1292: Succession and Independence. Edinburgh University Press, Edinburgh, 2002.
  • John of Fordun, Chronicle of the Scottish Nation, ed. William Forbes Skene, tr. Felix J.H. Skene, 2 vols. Reprinted, Llanerch Press, Lampeter, 1993.
  • McDonald, R. Andrew, The Kingdom of the Isles: Scotland's Western Seaboard, c. 1100–c.1336. Tuckwell Press, East Linton, 1997.
  • McDonald, R. Andrew, Outlaws of Medieval Scotland: Challenges to the Canmore Kings, 1058–1266. Tuckwell Press, East Linton, 2003.
  • Oram, Richard, David I: The King Who Made Scotland. Tempus, Stroud, 2004.
  • Oram, Richard, The Canmores: Kings & Queens of the Scots 1040–1290. Tempus, Stroud, 2002.
  • Scott, W. W., "Malcolm IV (1141–1165)", Oxford Dictionary of National Biography, Oxford University Press, 2004 , accessed 27 May 2007

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]


Μάλκολμ Δ΄ της Σκωτίας
Γέννηση: 1141 Θάνατος: 9 Δεκεμβρίου 1165
Βασιλικοί τίτλοι
Προκάτοχος
Δαυίδ Α΄ της Σκωτίας
Βασιλιάς της Σκωτίας

1153 - 1265
Διάδοχος
Γουλιέλμος ο Λέοντας