Χάακον Δ΄ της Νορβηγίας
Χάακον Δ΄ της Νορβηγίας | |
---|---|
Γενικές πληροφορίες | |
Όνομα στη μητρική γλώσσα | Hákon Hákonarson (Παλαιά Νορβηγικά) |
Γέννηση | 1204[1][2][3] ή Μάρτιος 1204 ή Απριλίου 1204 Folkenborg |
Θάνατος | 16 Δεκεμβρίου 1263 Bishop's Palace |
Τόπος ταφής | St Magnus Cathedral, Kirkwall |
Χώρα πολιτογράφησης | Βασίλειο της Νορβηγίας (872-1397) |
Θρησκεία | Χριστιανισμός |
Εκπαίδευση και γλώσσες | |
Ομιλούμενες γλώσσες | Νορβηγική γλώσσα[4] |
Σπουδές | Trondheim Cathedral School Bergen Cathedral School |
Πληροφορίες ασχολίας | |
Οικογένεια | |
Σύζυγος | Μαργαρίτα Σκούλεσνταττερ (από 1225)[5] Kanaga[5] |
Τέκνα | Χάακον ο Νέος Χριστίνα της Νορβηγίας (1234-1262) Μάγκνους ΣΤ΄ της Νορβηγίας Sigurd Haakonsson[6] Cecily Haakonsdottir[6] Olav Haakonsson[6] |
Γονείς | Χάακον Γ΄ της Νορβηγίας και Ίνγκα του Βάρταϊγκ |
Οικογένεια | Οίκος του Σβέρε |
Αξιώματα και βραβεύσεις | |
Αξίωμα | Μονάρχης της Νορβηγίας (1217–1263) |
Θυρεός | |
Σχετικά πολυμέσα | |
Ο Χάακον Δ΄ της Νορβηγίας ή Χάακον Χάακονσον (Håkon Håkonsson, 1204 - 16 Δεκεμβρίου 1263) βασιλιάς της Νορβηγίας (1217 - 1263) ήταν γιος του Χάακον Γ΄ της Νορβηγίας και της Ίνγκα του Βαρτέγ. Ο Χάακον Δ΄ ονομάζεται μερικές φορές Χάακον ο Γηραιός για να διακρίνεται από τον γιο του με τον οποίο είχε το ίδιο όνομα, η βασιλεία του διήρκεσε 46 χρόνια, ήταν ο μακροβιότερος βασιλιάς της Νορβηγίας από την εποχή του Χάραλντ Χορφάγκρε.[7] Ανέλαβε την εξουσία σε εποχή εμφύλιων ταραχών αλλά κατόρθωσε σύντομα να φέρει στη Νορβηγία εσωτερική ειρήνη. Την εποχή που ήταν ακόμα ανήλικος ο μετέπειτα αντίπαλος του Έρικ Σκάλ Μπάρντσσον ήταν αντιβασιλιάς, όταν ενηλικιώθηκε νίκησε τον διεκδικητή του θρόνου Σίγκουρντ Ρίμπουνγκ (1227). Έβαλε τέλος στον εμφύλιο πόλεμο όταν σκότωσε τον Σκάλ Μπάρντσσον (1240) έναν χρόνο μετά τη χρονιά που αυτοανακηρύχτηκε σφετεριστής βασιλιάς, ο Χάακον Δ΄ όρισε στη συνέχεια συμβασιλιά τον γιο του. Την εποχή της βασιλείας του Χάακον Δ΄ η Νορβηγία έφτασε στο μέγιστο σημείο της μεσαιωνικής δόξας της, η φήμη του και ο ισχυρός στόλος του τον οδήγησαν σε συνεργασία με τον Ρωμαίο αυτοκράτορα και τον πάπα παρά τις εχθρικές σχέσεις τους. Δέχτηκε πολλές φορές το αυτοκρατορικό στέμμα από τον πάπα, το υψηλό βασίλειο της Ιρλανδίας από τους Ιρλανδούς βασιλείς και την αρχηγία του Γαλλικού βασιλικού ναυτικού από τους Γάλλους βασιλείς. Έφερε στη Νορβηγία τον Ευρωπαϊκό πολιτισμό μεταφράζοντας πολλά Ευρωπαϊκά λογοτεχνικά κείμενα στα αρχαία Νορβηγικά και κατασκευάζοντας πολλά μνημεία Ευρωπαϊκού τύπου. Πρόσθεσε την Ισλανδία στη Νορβηγική σφαίρα επιρροής φτάνοντας τη Νορβηγία στη μέγιστη εδαφική έκταση. Την εποχή που προσπαθούσε να ελέγξει τα νησιά στα δυτικά και νότια της Νορβηγίας αρρώστησε και πέθανε ενώ βρισκόταν στο Όρκνει μετά από κάποιες στρατιωτικές επιχειρήσεις εναντίον του βασιλείου της Σκωτίας το οποίο βρισκόταν εκείνη την εποχή σε συνεχή επέκταση.
Η κύρια πηγή πληροφοριών για τον Χάακον ήταν τα Σάγκα του Χάακον Χάακονσον τα οποία γράφτηκαν τα αμέσως επόμενα χρόνια μετά τον θάνατο του, η ανάθεση της συγγραφής τους έγινε από τον γιο του Μάγκνους στον Ισλανδό πολιτικό και συγγραφέα Στούρλα Πόρνταρσον ανιψιό του διάσημου ιστορικού Στόρρι Στούρλουσον.[8] Έχοντας βρεθεί σε σύγκρουση με τον βασιλικό απεσταλμένο στη Νορβηγία, ο Στούρλα ήρθε στη Νορβηγία προκειμένου να συμφιλιωθεί με τον Χάακον (1263). Όταν έφτασε στη Νορβηγία ο βασιλιάς έλλειπε σε εκστρατεία εναντίον της Σκωτίας και ο γιος του Μάγκνους κυβερνούσε τη Νορβηγία στη θέση του πατέρα του. Οι μεγάλες ικανότητες του Στούρλα Πόρνταρσον γρήγορα ενθουσίασαν τον Μάγκνους και τους άντρες του.[9] Τα Σάγκα τα οποία έγραψε στη συνέχεια είναι η πιο αξιόπιστη και λεπτομερής ιστορική συγγραφή η οποία αφορούσε Νορβηγούς βασιλείς, οι πηγές του ήταν τόσο τα γραπτά κείμενα όσο και οι προφορικές παραδόσεις, τα έγραψε με τη βοήθεια του Οίκου του Σβέρε και της βασιλικής αυλής της Νορβηγίας.[10]
Άνοδος στην εξουσία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Παιδική ηλικία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Χάακον γεννήθηκε στο Φάλκενμπουργκ την άνοιξη του 1204 πιθανότατα τον Μάρτιο ή τον Απρίλιο της χρονιάς.[7] Ο πατέρας του ήταν αρχηγός της πολιτικής ομάδας των Μπιρκεμπέινερ που βρισκόταν σε εμφύλιο πόλεμο με την πολιτική ομάδα των Μπάγκλερ. Η μητέρα του Ίνγκα συνάντησε τον πατέρα του στα τέλη του 1203 στον ξενώνα της στο Μπόργκ, ο πατέρας του Χάακον Γ΄ πέθανε πρόωρα την εποχή που ο γιος του γεννιόταν, η Ίνγκα είχε πολλούς υποστηρικτές αλλά βρισκόταν σε επικίνδυνη θέση επειδή η περιοχή που ζούσε ελεγχόταν από τους Μπάγκλερ. Οι Μπάγκλερ άρχισαν την καταδίωξη του Χάακον, οι πολεμιστές των Μπιρκεμπέινερ δραπέτευσαν μαζί με το νεογέννητο παιδί τον χειμώνα του 1205 στο Τρόντχαϊμ όταν έμαθαν ότι ορκίστηκε νέος βασιλιάς ο Ίνγκε Β΄ της Νορβηγίας ο οποίος ήταν δικός τους υποστηρικτής. Η ομάδα χτυπήθηκε από μια καταιγίδα, δυο πολεμιστές των Μπιρκεμπέινερ ο Τόρστειν Σκέβλα και ο Σκζέρβαλντ Σκρούκκα μετέφεραν το παιδί μέσα από τα βουνά από το Λιλεχάμερ στο Όστερνταλεν και από εκεί στην αυλή του βασιλιά Ίνγκε.[11] Οι δραματικές περιπέτειες του Χάακον στα πρώτα χρόνια της παιδικής του ηλικίας παρομοιάζονται με τις περιπέτειες του πρώην βασιλιά Όλαφ Β΄ της Νορβηγίας ο οποίος έφερε τον χριστιανισμό στη Νορβηγία.[12] Στις Σάγκα ο Χάακον περιγράφεται ως φωτεινός, σοφός και πολύ νέος για την ηλικία του.[11] Σε ηλικία τριών ετών συνελήφθη αιχμάλωτος από τους Μπάγκλερ αλλά ο ίδιος αρνήθηκε να δηλώσει υποταγή στον αρχηγό τους και διεκδικητή του θρόνου Πέτερ Σίμονσον. Σε ηλικία οκτώ ετών όταν έμαθε ότι ο βασιλιάς Ίνγκε και ο αδελφός του κόμης Χάακον ο τρελός έκαναν συμφωνία να τον αποκλείσουν από τη διαδοχή του θρόνου ο Χάακον δήλωσε ότι η συμφωνία ήταν άκυρη επειδή απουσίαζε ο δικηγόρος του τον οποίο αποκαλούσε "Θεό και Άγιο Όλαφ".[12] Ο Χάακον ήταν ο πρώτος Νορβηγός βασιλιάς που δέχτηκε σχολική εκπαίδευση, από την εποχή του εμφυλίου πολέμου διαδόθηκε η γραπτή επικοινωνία με αποτέλεσμα να θεωρείται απαραίτητη η μόρφωση ιδιαίτερα στους βασιλείς. Ξεκίνησε την εκπαίδευση του στο Μπέργκεν σε ηλικία επτά ετών υπό την επίβλεψη του Χάακον του τρελού στο Καθεδρικό σχολείο του Μπέργκεν, συνέχισε μετά τον θάνατο του κόμη (1214) την εκπαίδευση του στο Καθεδρικό σχολείο του Τρόντχαϊμ υπό την επίβλεψη του ίδιου του βασιλιά Ίνγκε.[11][13] Η εκπαίδευση του έγινε μαζί με τον γιο του βασιλιά Ίνγκε Γκούττορμ της Νορβηγίας, όταν έφτασε σε ηλικία 11 ετών οι φίλοι του Χάακον ζήτησαν από τον Ίνγκε να του δώσει μια περιοχή να κυβερνήσει.[14] Οι φίλοι του στη συνέχεια του έκαναν προτροπές να πάρει τα όπλα εναντίον του βασιλιά Ίνγκε, ο ίδιος αρνήθηκε επειδή ήταν πολύ μικρός και επιπλέον δεν θεωρούσε σωστό να πολεμήσει τον προστάτη του, αντίθετα παρακάλεσε τον θεό να τον βοηθήσει να διεκδικήσει τα δικαιώματα του στον θρόνο.[15]
Άνοδος στον θρόνο
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Μετά τον θάνατο του Ίνγκε Β΄ της Νορβηγίας (1217) ο Χάακον ήταν ο πιθανότερος διάδοχος του, τον υποστήριζε ολόκληρη η αριστοκρατία των Μπιρκεμπέινερ μαζί με τους βετεράνους οι οποίοι είχαν πολεμήσει στο πλευρό του πατέρα του και του παππού του. Ο Γκούττορμ νόθος γιος του Ίνγκε που τον είχε ορίσει ο ίδιος ο Ίνγκε διάδοχο του στο νεκροκρέβατο του ήταν άλλος ένας υποψήφιος μνηστήρας του θρόνου αλλά είχε λίγους υποστηρικτές από τους Μπιρκεμπέινερ όπως τον επίσκοπο του Νιδάρος τον κόμη Σκαλ Μπάρντσον ετεροθαλή αδελφό του βασιλιά Ίνγκε και τον γιο του Χάακον του τρελού Κνούτο Χάακονσον.[10][16][17] Τον Ιούνιο του 1217 ο Χάακον ανακηρύχτηκε βασιλιάς στο Όιρατινγκ και στη συνέχεια ορκίστηκε, ο Σκάλ Μπάρντσον με τους λίγους οπαδούς του αναγκάστηκε να υποχωρήσει και να δεχτεί τον Χάακον Δ΄ ως βασιλιά προκειμένου να μην προκαλέσει εμφύλιο πόλεμο στους Μπιρκεμπέινερ.[10] Η μητέρα του Χάακον Ίνγκα υποχρεώθηκε να υποβληθεί σε δοκιμαστική διαδικασία προκειμένου να επιβεβαιώσει τα δικαιώματα του γιου της στον θρόνο (1218). Τα αποτελέσματα της δοκιμής ήταν επιτυχημένα βοηθώντας σημαντικά τον Χάακον να βελτιώσει τις σχέσεις του με την εκκλησία. Οι αναφορές των Σάγκα ότι ο Χάακον έγινε αποδεκτός ως βασιλιάς έχουν αμφισβητηθεί από σύγχρονους ιστορικούς ιστορικούς όπως ο Σβέρε Μπάτζε.[18] Ο Σκαλ Μπάρντσον δέχτηκε σαν αποζημίωση προκειμένου να αναγνωρίσει τον Χάακον τη διακυβέρνηση του ενός τρίτου από το βασίλειο της Νορβηγίας, το 1220 κυβερνούσε σχεδόν ολόκληρη την Ανατολική Νορβηγία.[19] Την περίοδο 1221-1223 ο Χάακον και ο Σκαλ άρχισαν να αναφέρονται σαν ξεχωριστοί βασιλείς ιδιαίτερα στις εξωτερικές σχέσεις της χώρας. Συγκλήθηκε συνέλευση των ευγενών στο Μπέργκεν (1223) προκειμένου να επικυρώσει οριστικά τα δικαιώματα του Χάακον Δ΄ ως βασιλιά της Νορβηγίας.[20]
Εμφύλιες συγκρούσεις
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο τελευταίος διεκδικητής του θρόνου της Νορβηγίας από την ομάδα των Μπάγκλερ Φίλιπ Σίμονσον πέθανε (1217) και ο Σκαλ με επιδέξιους χειρισμούς κατάφερε να συμφιλιώσει τους Μπάγκλερ με τους Μπιρκεμπέινερ φέρνοντας την ενότητα στο βασίλειο.[21] Υπήρχαν όμως ακόμα εστίες αντίστασης από την ομάδα των Μπάγκλερ οι οποίες προκάλεσαν νέα εξέγερση με αρχηγό τον Σίγκουρντ Ρίμπουνγκ (1219), είχε όμως την υποστήριξη μονάχα σε λίγα τμήματα της Ανατολικής Νορβηγίας χωρίς να καταφέρει να κερδίσει τον έλεγχο του Βίκεν και του Οπλαντέν.[22] Το καλοκαίρι του 1223 ο Σκαλ επιδέξια πάλι κατόρθωσε να πετύχει την υποταγή του Σίγκουρντ Ρίμπουνγκ, σε νέα συνάντηση συμφωνήθηκε ο Σκάλ να αναλάβει τη διοίκηση του ενός τρίτου του βορείου τμήματος αντί για το ανατολικό, αυτό θεωρήθηκε διπλωματική του αποτυχία. Ο Ρίμπουνγκ που είχε μπει στην υπηρεσία του Σκαλ δραπέτευσε (1224) και ο Χάακον ήταν έτοιμος να τον αντιμετωπίσει μόνος του στην Ανατολική Νορβηγία, η υποστήριξη του Σκαλ ήταν πάντοτε υποτονική και χλιαρή.[23] Ο Χάακον Δ΄ τα επόμενα χρόνια κατόρθωσε να νικήσει και να υποτάξει τον Ρίμπουνγκ και τους οπαδούς του. Στη συνέχεια συγκρότησε μεγάλο στρατό προκειμένου να τιμωρήσει τους οπαδούς του Ρίμπουνγκ στο Βερμλάνδς, ο Ρίμπουνγκ πέθανε (1226) και στη συνέχεια παραδόθηκαν όλοι οι οπαδοί του, η παράδοση και του Κνουτ Χάακορσον στη συνέχεια έσβησε κάθε εστία αντίστασης.[20] Ο Χάακον Δ΄ της Νορβηγίας παρέμεινε από τότε ο μοναδικός αναμφισβήτητος μονάρχης.[22] Οι σύμβουλοι του Χάακον επιχείρησαν να τον συμφιλιώσουν με τον Σκαλ προτείνοντας γάμο του Χάακον με την κόρη του Σκαλ Μαργαρίτα (1219), ο Χάακον Δ΄ δέχτηκε την πρόταση αλλά ο γάμος δεν πραγματοποιήθηκε πριν το 1225 λόγω της σύγκρουσης με τον Ρίμπουνγκ.[19] Οι σχέσεις του Χάακον Δ΄ με τον Σκαλ επιδεινώθηκαν περισσότερο στα μέσα της δεκαετίας του 1230, διάφορες συναντήσεις που πραγματοποιήθηκαν μεταξύ τους (1233, 1236) δεν έφεραν κανένα αποτέλεσμα.[24] Ο Σκαλ ήταν το πρώτο πρόσωπο στην ιστορία της Νορβηγίας που πήρε τον τίτλο του δούκα (1237) ο βασιλιάς Χάακον περιορίζοντας τα έσοδα του προσπάθησε να μειώσει τις εξουσίες του. Η σύγκρουση ανάμεσα στον βασιλιά και στον Σκαλ οδήγησε σε ανοιχτό πόλεμο (1239) αλλά ο Σκαλ είχε ελάχιστη υποστήριξη για να κερδίσει τις βασιλικές δυνάμεις, η εξέγερση είχε κατάληξη τη δολοφονία του Σκαλ (1240) αφήνοντας ξανά τον Χάακον σαν τον μοναδικό αναμφισβήτητο μονάρχη.[11] Αυτό ήταν το τέλος όλων των μακροχρόνιων εμφύλιων συγκρούσεων στη Νορβηγία.[22]
Ο Χάακον Δ΄ ως βασιλιάς
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Σχέσεις με την εκκλησία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η εκκλησία αν και αρνήθηκε στην αρχή να αναγνωρίσει τον Χάακον Δ΄ σαν βασιλιά της Νορβηγίας αναγκάστηκε μετά από συνάντηση το 1223 να το κάνει αλλά οι διαμαρτυρίες συνεχίστηκαν.[25] Όταν έγινε ο αναμφισβήτητος βασιλιάς της Νορβηγίας χωρίς κανέναν αντίπαλο με τον θάνατο του Σκάλ (1240) δέχτηκε και την αναγνώριση από τον πάπα, παρόλα αυτά δεν αξίωσε να χαρακτηριστεί Ευρωπαίος βασιλιάς. Ύστερα από συναντήσεις που είχε με τον πάπα συμφώνησε να αναγνωρίσει διάδοχο του τον Χάακον τον Νεώτερο πρώτο γιο του με τη νόμιμη σύζυγο του Μαργαρίτα αντί για τον μεγαλύτερο νόθο γιο του.[24] Ο Χάακον Δ΄ είχε και άλλα παιδιά με την ερωμένη του Κάνγκα πριν παντρευτεί με τη Μαργαρίτα αλλά μόνο τα παιδιά με τη νόμιμη σύζυγο του είχαν την παπική αναγνώριση. Η αρχή της νομιμότητας στη διαδοχή καθιερώθηκε από τον Χάακον χωρίς αυτό να σημαίνει ότι αν δεν υπήρχαν νόμιμοι διάδοχοι δεν θα μπορούσε να κληρονομήσει κάποιος νόθος γιος του τον θρόνο. Έδωσε στην εκκλησία μεγάλες εξουσίες και πολιτική αυτονομία παρά το γεγονός ότι βρισκόταν σε ισχυρά πλεονεκτική θέση.[11][26] Ο Χάακον Δ΄ κατόρθωσε να ενισχύσει τους δεσμούς του με τον πάπα παίρνοντας όρκο για Σταυροφορία.[11] Το 1241 έδωσε όρκο να πολεμήσει τους παγανιστικούς λαούς στον βορά οι οποίοι βρίσκονταν υπό την πίεση της εισβολής των Μογγόλων στην Ευρώπη, μια ομάδα από Καρελιανούς τους επέτρεψε να παραμείνουν στο Μαλαγκέν και στη συνέχεια τους εκχριστιάνισε.[27] Ο Λουδοβίκος Θ΄ της Γαλλίας μέσω του απεσταλμένου του Ματθαίου των Παρισίων του πρότεινε να συμμετέχει στην Ζ΄ Σταυροφορία σαν αρχηγός του στόλου του αλλά ο Χάακον το αρνήθηκε. Ο Χάακον Δ΄ ενώ δεν μπορούσε να πετύχει την αναγνώριση από τον πάπα Γρηγόριο Θ΄ πέτυχε την αναγνώριση από τον πάπα Ιννοκέντιο Δ΄ ο οποίος αναζητούσε συμμάχους εναντίον του αντιπάλου Ρωμαίου αυτοκράτορα Φρειδερίκου Β΄ Χοενστάουφεν.[28] Ο Χάακον δέχτηκε παπική αναγνώριση από τον Ιννοκέντιο (1246) και ο καρδινάλιος Γουλιέλμος της Σαμπίνα στάλθηκε από τον πάπα στο Μπέργκεν προκειμένου να στέψει τον Χάακον βασιλιά (1247).[29]
Μεταφορά του Ευρωπαϊκού πολιτισμού στη Νορβηγία
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Μετά τη σταθεροποίηση του σαν βασιλιάς ο Χάακον Δ΄ (1240) ξεκίνησε τις προσπάθειες του να ενσωματώσει το βασίλειο του στον Ευρωπαϊκό πολιτισμό, ξεκίνησε την ανοικοδόμηση γιγαντιαίων μνημείων και κτηρίων Ευρωπαϊκού τύπου όπως και μεγάλα πέτρινα ανάκτορα στο Μπέργκεν. Χρησιμοποίησε έναν γιγαντιαίο ναυτικό στόλο ενώ αντάλλαξε συνέχεια επιστολές και δώρα με άλλους Ευρωπαίους βασιλείς, η πιο εντυπωσιακή καταγράφεται η αποστολή του στον σουλτάνο της Τύνιδας.[11] Στη βασιλική αυλή στο Μπέργκεν ξεκίνησαν τη μετάφραση Ευρωπαϊκών λογοτεχνικών κειμένων με προέλευση από τη Γαλλία και την Αγγλία σε ιστορίες που αναφερόντουσαν αντίστοιχα στον Καρλομάγνο και στους θρύλους του βασιλιά Αρθούρου. Η πρώτη ιστορία η οποία μεταφράστηκε στα αρχαία Νορβηγικά ήταν αυτή του Τριστάνου και της Ιζόλδης η οποία ολοκληρώθηκε το 1226 με εντολή του τότε νεαρού ακόμα Χάακον, ο σκοπός του βασιλιά ήταν η αναγέννηση των Νορβηγικών ιπποτικών Σάγκας.[30] Οι νομικές μεταρρυθμίσεις του Χάακον ήταν καθοριστικές για τη σωστή εφαρμογή της δικαιοσύνης στη Νορβηγία καταργώντας παλιούς αυστηρούς νόμους που είχαν στόχο μονάχα την εκδίκηση και την τιμωρία, έγραψε για το θέμα αυτό σε συνεργασία με τη βασιλική αυλή ένα εκπαιδευτικό κείμενο για τον γιο του Μάγκνους στα μέσα της δεκαετίας του 1250.[31] Οι σχέσεις του Χάακον ήταν από την αρχή εχθρικές τόσο με τη Δανία όσο και με τη Σουηδία, την εποχή που βρισκόταν σε εχθρότητα με τον κόμη Σκάλ ο Σκάλ προσπάθησε να έχει την υποστήριξη του Βάλντεμαρ Β΄ της Δανίας αλλά αυτό στάθηκε αδύνατο μετά την αιχμαλωσία του Βάλντεμαρ. Οι Δανοί υποστήριξαν τους συμμάχους του πάπα Γουέλφους, ο Χάακον απάντησε με υποστήριξη στον αυτοκράτορα Φρειδερίκο Β΄ ο οποίος έστειλε απεσταλμένους στην αυλή του στη Νορβηγία. Η φήμη του ισχυρού Νορβηγικού στόλου στάθηκε αιτία όλοι οι Ευρωπαίοι βασιλείς να αναζητήσουν τη συμμαχία του, ο Χάακον με τη σειρά του προσπάθησε να έχει φιλικές σχέσεις τόσο με τον πάπα όσο και με τον αυτοκράτορα, σύμφωνα με τα Αγγλικά Χρονικά ο πάπας ήθελε να ανακηρύξει τον Χάακον αυτοκράτορα. Είναι επιβεβαιωμένο όμως ότι ο Χάακον αρνήθηκε να εγκαταλείψει τη Νορβηγία λόγω της Μογγολικής απειλής.
Εξωτερική πολιτική
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Χάακον προσπάθησε να έχει ενεργή εξωτερική πολιτική σε όλες τις κατευθύνσεις. Στα βορειοανατολικά οι σχέσεις του με το Νόβγκοροντ ήταν τεταμένες λόγω διαφωνίας σχετικά με το θέμα της φορολόγησης των Σαάμι οι οποίοι έκαναν επιδρομές τόσο στη Νορβηγία όσο και στους Καρελιανούς.[32] Η απειλή των Μογγόλων οδήγησε τον πρίγκιπα Αλεξάντερ Νιέφσκι σε διαπραγματεύσεις με τον Χάακον ο οποίος ήθελε να επεκτείνει την κυριαρχία της Νορβηγίας στο Τρόμς και στο Φίνμαρκ.[27] Μια αντιπροσωπεία από το Νόβγκοροντ ζήτησε το χέρι της κόρης του Χάακον Μαργαρίτας για γάμο αλλά ο ίδιος ο Χάακον αρνήθηκε λόγω της απειλής των Μογγόλων.[33] Η Νορβηγία στήριξε την οικονομία της σε σιτηρά από το Λίμπεκ ωστόσο ο Νορβηγικός στόλος καταστράφηκε από πλοία προερχόμενα από το Λίμπεκ, ο Χάακον αναγκάστηκε να κλείσει ειρήνη με το Λίμπεκ πραγματοποιώντας συμφωνία σύμφωνα με την οποία παρέδωσε την πόλη του Μπέργκεν στη Χανσεατική Ένωση.[11][32] Την εποχή της σύγκρουσης ο Χάακον έκανε πρόταση να προσφέρει τον έλεγχο της πόλης στον αυτοκράτορα Φρειδερίκο Β΄.[27] Ο βασιλιάς της Νορβηγίας Χάακον Δ΄ σε κάθε περίπτωση προσπάθησε να εκμεταλλευτεί τις ταραχές που ξέσπασαν στη Δανία μετά τον θάνατο του βασιλιά Βάλντεμαρ Β΄ (1241).[32]
Στη Σκανδιναβία ο Χάακον συναντήθηκε συχνά με γειτονικούς βασιλείς στα σύνορα γύρω από το Ελβέν τη δεκαετία του 1240, χρησιμοποιούσε ως απεσταλμένους μεγάλους στόλους με περισσότερα από 300 πλοία.[32] Ο Χάακον είχε στόχο να επεκτείνει τα σύνορα του βασιλείου του νοτιότερα από το Ελβέν στη Δανική επαρχία του Χάλλαντ, αναζητούσε συμμαχίες τόσο με τους Σουηδούς όσο και με αντιπάλους της βασιλικής δυναστείας της Δανίας. Ήρθε σε επαφή με τον κυβερνήτη των Σουηδών Μπίργιερ Γιαρλ (1249) προκειμένου να συνεργαστούν για να δημιουργήσουν μια οργανωμένη Σουηδο-Νορβηγική επίθεση στο Χάλλαντ και στη Σκανία αλλά οι Σουηδοί αδιαφόρησαν για την πρόταση με τη Συνθήκη του Λοντόζ. Ο Χάακον διεκδίκησε το Χάλλαντ (1253) και τελικά επιτέθηκε σε αυτό μόνος του (1256) προκειμένου να το προσαρτήσει ως αποζημίωση για την απώλεια Νορβηγικών πλοίων σε θάλασσες της Δανίας. Πιέστηκε ωστόσο να αποκηρύξει τα δικαιώματα του ύστερα από ειρήνη που έκλεισε με τον Χριστόφορο Α΄ της Δανίας (1257), στη συνέχεια διαπραγματεύτηκε τον γάμο του γιου του Μάγκνους με την Ίνγκεμποργκ κόρη του πρώην βασιλιά Ερρίκος Δ΄ της Δανίας.[34] Ο Χάακον συμφιλιώθηκε με τους Σουηδούς όταν ο γιος του Χάακον ο Νεώτερος παντρεύτηκε μια κόρη του Μπίργιερ.[35] Οι πολιτικές του Χάακον προσανατολίστηκαν στις ενώσεις οι οποίες ονομάστηκαν Ένωση του Καλμάρ και είχαν οδυνηρές συνέπειες για τη Νορβηγία επειδή δεν είχε τους οικονομικούς και στρατιωτικούς πόρους για να συντηρήσει τις επιθετικές πολιτικές του Χάακον.[11]
Συμμαχία με την Καστίλη
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Χάακον έβαλε στη συνέχεια στόχο να πραγματοποιήσει συμμαχία με τον Αλφόνσο Α΄ της Καστίλης ο οποίος πιθανότατα ήταν ο επόμενος Ρωμαίος αυτοκράτορας προκειμένου να αποκτήσει νέες προμήθειες με σιτάρι και να έχει κέρδη μέσω του τελωνειακού ελέγχου στο Λίμπεκ. Ο σκοπός του ήταν να επεκτείνει την επιρροή της Νορβηγίας στη βόρεια Ευρώπη προκειμένου να έχει υποστήριξη για τη Σταυροφορία την οποία είχε προτείνει στο Μαρόκο.[36][37] Ο Χάακον ήθελε να εκπληρώσει περισσότερο τον όρκο τον οποίο είχε δώσει στον πάπα για Σταυροφορία αν και από μόνος του δεν ενδιαφερόταν και τόσο να την πραγματοποιήσει.[36] Έστειλε απεσταλμένους στην Καστίλη και συμφώνησε ύστερα από αίτημα του Αλφόνσο να παντρέψει την κόρη του Χριστίνα με έναν από τους αδελφούς του Αλφόνσο. Ο θάνατος της Χριστίνας ωστόσο τέσσερα χρόνια αργότερα έφερε τέλος στη σύντομη συμμαχία και η Σταυροφορία δεν πραγματοποιήθηκε.[36][38]
Τελευταία χρόνια
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Συγκρούσεις με τη Σκωτία για τον έλεγχο των δυτικών νησιών
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Ο Χάακον πραγματοποίησε μια ενεργή εξωτερική πολιτική με στόχο να ενισχύσει τους δεσμούς της Νορβηγίας με τη δύση.[39] Ο κυριότερος στόχος στις συμμαχίες του ήταν ο Άγγλος βασιλιάς, η φιλία του με τον Ερρίκο Γ΄ της Αγγλίας την περίοδο 1217 - 1223 ήταν ο βασικός στόχος του στην εξωτερική του πολιτική.[40][41] Όταν έγιναν βασιλιάδες την ίδια σχεδόν περίοδο ο Χάακον έστειλε γράμμα στον Ερρίκο Γ΄ στο οποίο τόνιζε τη φιλία που υπήρχε μεταξύ των πατεράδων τους.[42] Ο Χάακον είχε βασικό στόχο να υπερασπιστεί την κυριαρχία της Νορβηγίας στα δυτικότερα νησιά όπως οι Εβρίδες, η Νήσος του Μαν, η Σέτλαντ, οι Ορκάδες και οι Νήσοι Φερόες. Η Νορβηγική κοινότητα της Γροιλανδίας συμφώνησε να δηλώσει υποταγή στον Νορβηγό βασιλιά (1261), την επόμενη χρονιά (1262) ο Χάακον πραγματοποίησε τη μεγαλύτερη φιλοδοξία του να ενσωματώσει την Ισλανδία στο βασίλειο του,[43] την εποχή που πέθανε ο Χάακον το βασίλειο της Νορβηγίας βρισκόταν στο μέγιστο της ισχύος του.[11] Ο έλεγχος της Νορβηγίας στις Νήσους Φερόες και στη Σέτλαντ ήταν ισχυρή λόγω της μεγάλης εμπορικής σημασίας του Μπέργκεν, στις Ορκάδες, τις Εβρίδες και τη Νήσο του Μαν αντίστοιχα τον έλεγχο είχε περισσότερο το μητροπολιτικό τους βασίλειο της Σκωτίας. Οι αποικίες της Νορβηγίας στη βόρεια Σκωτία ήταν ισχυρές, παρόλα αυτά οι Σκωτσέζοι βασιλείς απαίτησαν την κυριαρχία τους σε ολόκληρη την περιοχή.[44] Ο Χάακον την ίδια εποχή κέρδισαν τον έλεγχο στις Εβρίδες και στη νήσο του Μαν περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο βασιλιά από την εποχή του Μάγκνους του Γυμνοπόδη.[45] Ο Αλέξανδρος Β΄ της Σκωτίας διεκδίκησε τα νησιά και ζήτησε να τα αγοράσει από τη Νορβηγία αλλά ο Χάακον Δ΄ δεν δέχτηκε την παραμικρή συζήτηση, μετά τον θάνατο του Αλεξάνδρου Β΄ ο γιος του Αλέξανδρος Γ΄ της Σκωτίας συνέχισε την πολιτική του πατέρα του στέλνοντας αποστολή στη Νορβηγία (1261) και στη συνέχεια επιτέθηκε στις Εβρίδες.[46]
Θάνατος
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Η διαμάχη που ξέσπασε με τη Σκωτία για την κυριαρχία των Εβρίδων προκάλεσε τον Χάακον να στείλει αποστολή στο νησί (1263), μαθαίνοντας ότι Σκωτσέζοι ευγενείς έκαναν επιδρομή στα νησιά (1262) και ο βασιλιάς Αλέξανδρος Β΄ σχεδίαζε να τα κατακτήσει έστειλε τον ισχυρότερο στόλο του με 120 πλοία.[45] Ο στόλος απέπλευσε από το Μπέργκεν τον Ιούλιο έφτασε στο Σέτλαντ και στο Όρκνει τον Αύγουστο όπου εκεί ενώθηκε με οπλαρχηγούς από τις Εβρίδες και τη νήσο του Μαν, προσπάθησαν να ξεκινήσουν διαπραγματεύσεις με τον Αλέξανδρο αλλά καθυστέρησαν σκόπιμα από τους Σκωτσέζους.[45] Τον χειμώνα ο στόλος των Νορβηγών καταστράφηκε από την κακοκαιρία, η μάχη του Λάργκς που ακολούθησε στη συνέχεια δεν έφερε κανένα σημαντικό αποτέλεσμα και ο Χάακον Δ΄ αναγκάστηκε να οπισθοχωρήσει στο Όρκνει.[45][47] Μια αντιπροσωπεία Ιρλανδών βασιλέων στο όνομα του μεγάλου βασιλιά της Ιρλανδίας ζήτησε από τον Χάακον να τους βοηθήσει να διώξουν τους Άγγλους εποίκους από το νησί αλλά εκείνος το αρνήθηκε επειδή δεν ήταν στα ενδιαφέροντα του.[48][49][50] Ο Χάακον εξοργισμένος πέρασε τον χειμώνα στο Όρκνει έτοιμος να πραγματοποιήσει νέες εκστρατείες την επόμενη χρονιά.[51] Στη διάρκεια παραμονής του στο Κέρκγουολ αρρώστησε και πέθανε στις 16 Δεκεμβρίου 1263.[52][53] Ο Χάακον Δ΄ ετάφη στον Καθεδρικό ναό του Αγίου Μάγκνους στο Κέρκγουολ αλλά την άνοιξη έγινε εκταφή του, το σώμα του μεταφέρθηκε στη Νορβηγία και ετάφη στον παλιό Καθεδρικό ναό του Μπέργκεν.[11] Αιώνες αργότερα (1531) o ναός κατεδαφίστηκε από τον Δανό διπλωμάτη Έσκε Μπίλ για στρατιωτικούς σκοπούς.[55][56] Στη διάρκεια της Προτεσταντικής μεταρρύθμισης οι τάφοι του Χάακον Δ΄ και των υπόλοιπων Νορβηγών βασιλέων καταστράφηκαν. [57]
Απόψεις ιστορικών
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Οι Νορβηγοί ιστορικοί βλέπουν διαχρονικά την περίοδο βασιλείας του Χάακον Δ΄ με διαφορετική οπτική γωνία. Τον 19ο αιώνα ο ιστορικός Πέτρος Ανδρέας Μουνκ (1810 - 1863) παρουσιάζει τον Χάακον σαν φωτισμένο και ισχυρό ηγέτη, βασισμένος στον Μουνκ θα γράψει ο Ερρίκος Ίψεν το έργο του "Οι μνηστήρες του θρόνου" (1863). Τον 20ο αιώνα ο ποιητής Χάνς Κινκ (1865 - 1926) παρουσίασε τον Χάακον σαν ανίκανο βασιλιά που δεν μπορούσε να ασκήσει έλεγχο στη Νορβηγία κάτι που επηρέασε στη γνώμη τους ιστορικούς Χάλφνταν Κότ (1873 - 1965) και Έντβαρντ Μπούλλ (1914 - 1986).[11][54] Οι ιστορικοί συγκρίνουν τον Χάακον Δ΄ με βάση τη σύγκρουση του με τον Σκαλ. Ο Μουνκ αναφέρει τον Σκαλ σαν σφετεριστή και προδότη, ο Κινκ αντίστοιχα έβλεπε τον Σκαλ σαν τον φορείς των ιστορικών Νορβηγικών παραδόσεων αντίθετα ο βασιλιάς Χάακον ήθελε να αλλοιώσει την εθνική ταυτότητα των Νορβηγών με τον εξευρωπαϊσμό τους.[54] Από το 1960 ιστορικοί όπως ο Νάρβε Μπζόργκο (1936), Περ Σβέαας Άντερσεν (1921 - 1914), Νουτ Χελ (1930 - 2015), Κάρε Λούντεν (1930 - 2013) στράφηκαν εναντίον του Κότ παρουσιάζοντας τον Σκαλ σαν μια τελευταία προσπάθεια των αντιπάλων του Χάακον να τον εμποδίσουν να εδραιώσει την εξουσία του.[55] Ο Νουτ Χελ συγγραφέας του Νορβηγικού Βιογραφικού Λεξικού παρουσιάζει τον Σκαλ σαν ισχυρό πολεμιστή και πολιτικό αλλά κατώτερο των καταστάσεων απέναντι στον βασιλιά Χάακον Δ΄. Χωρίς να δίνει σαφή εικόνα για τον Χάακον τον παρουσιάζει έναν ικανό ηγέτη που κατάφερε έντονα να τα βγάλει πέρα απέναντι στις δυσκολίες που συνάντησε τα πρώτα χρόνια της βασιλείας του. Κατόρθωσε να εκσυγχρονίσει το βασίλειο του, να το εντάξει στον Ευρωπαϊκό πολιτισμό αποκτώντας ισχυρές συμμαχίες στην εξωτερική του πολιτική.[54]
Οικογένεια
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Με την ερωμένη του Κάνγκα τη Νεώτερη πριν τον γάμο του απέκτησε:[56]
- Σίγκουρντ (απεβ. 1252)[56]
- Σεσίλια (απεβ. 1248), παντρεύτηκε πρώτα τον Γκρεγκόριους Άντερσον ακόλουθο του βασιλιά (ανιψιό του Φίλιπ Σίμονσον βασ. της Νορβηγίας) και έπειτα τον Χάραλντ Όλαφσον των Κρόβαν, βασιλιά του Μαν και των νήσων.
- Κόνε (γενν. π. 1225), παντρεύτηκε τον Τόραλντε Γκούναρσον Χβίτε.
Με τη νόμιμη σύζυγο του Μαργαρίτα Σκούλεσντατερ (25 Μαΐου 1225), κόρη του αντιπάλου του Σκούλε Μπόρντσον, απέκτησε:[56]
- Χάακον ο Νέος (1232 - 1257), διάδοχος και συμβασιλιάς της Νορβηγίας, απεβ. 25 ετών.[57]
- Χριστίνα (1234 - 1262), παντρεύτηκε τον Φίλιππο των Ιβρέα πρίγκιπα της Καστίλης, αδελφό του Αλφόνσου Ι΄ της Καστίλης (1258) και απεβίωσε άτεκνη.[58]
- Μάγκνους ΣΤ΄ 1238-1280, βασιλιάς της Νορβηγίας.
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ 1,0 1,1 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γερμανίας: (Γερμανικά) Gemeinsame Normdatei. 1038329442. Ανακτήθηκε στις 17 Οκτωβρίου 2015.
- ↑ 2,0 2,1 Faceted Application of Subject Terminology. 242308. Ανακτήθηκε στις 9 Οκτωβρίου 2017.
- ↑ 3,0 3,1 «Encyclopædia Britannica» (Αγγλικά) biography/Haakon-IV-Haakonsson. Ανακτήθηκε στις 9 Οκτωβρίου 2017.
- ↑ (Γερμανικά) Κατάλογος της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γερμανίας. 1038329442. Ανακτήθηκε στις 17 Ιουλίου 2021.
- ↑ 5,0 5,1 p11304.htm#i113031. Ανακτήθηκε στις 7 Αυγούστου 2020.
- ↑ 6,0 6,1 6,2 Darryl Roger Lundy: (Αγγλικά) The Peerage.
- ↑ 7,0 7,1 Guhnfeldt, Cato (19 October 2011). "Da birkebeinerne skapte historie"
- ↑ Helle, 1995, p. 74.
- ↑ Bagge, 1996, p. 91.
- ↑ 10,0 10,1 10,2 Helle, 1995, p. 75.
- ↑ 11,00 11,01 11,02 11,03 11,04 11,05 11,06 11,07 11,08 11,09 11,10 11,11 https://snl.no/.nbl_biografi/H%C3%A5kon_4_H%C3%A5konsson/utdypning
- ↑ 12,0 12,1 Bagge, 1996, p. 95.
- ↑ Helle, 1995, pp. 169–170.
- ↑ Bagge, 1996, pp. 95–96.
- ↑ Bagge, 1996, p. 96.
- ↑ Keyser, 1870, p. 184.
- ↑ Bagge, 1996, pp. 96–97.
- ↑ Bagge, 1996, pp. 98–102.
- ↑ Bagge, 1996, p. 99.
- ↑ Helle, 1995, p. 76.
- ↑ Helle, 1995, pp. 75–76.
- ↑ 22,0 22,1 22,2 Helle, 1995, p. 77.
- ↑ Bagge, 1996, pp. 108–109.
- ↑ 24,0 24,1 Helle, 1995, p. 180.
- ↑ Bagge, 1996, pp. 119–120.
- ↑ Helle, 1995, pp. 181–183.
- ↑ 27,0 27,1 27,2 Helle, 1995, p. 198.
- ↑ Helle, 1995, p. 199.
- ↑ Helle, 1995, pp. 180–181.
- ↑ Helle, 1995, pp. 171–172.
- ↑ Bagge, 1996, pp. 149–150.
- ↑ 32,0 32,1 32,2 32,3 Helle, 1995, p. 197.
- ↑ Bagge, 1996, pp. 121–122.
- ↑ Helle, 1995, pp. 197–198.
- ↑ Orfield & Boyer, 2002, p. 138.
- ↑ 36,0 36,1 36,2 O'Callaghan, 2011, p. 17.
- ↑ O'Callaghan, 1993, p. 202.
- ↑ O'Callaghan, 1993, p. 203.
- ↑ Helle, 1995, p. 194.
- ↑ Helle, 1995, pp. 194–195.
- ↑ Orfield & Boyer, 2002, p. 137.
- ↑ http://www.dokpro.uio.no/perl/middelalder/diplom_vise_tekst.prl?b=16109&s=n&str=
- ↑ Helle, 1995, pp. 195–196.
- ↑ Derry, 2000, p. 48.
- ↑ 45,0 45,1 45,2 45,3 Helle, 1995, p. 196.
- ↑ Bagge, 1996, p. 126.
- ↑ Derry, 2000, p. 49.
- ↑ Barrow, 1981 p. 118.
- ↑ Lydon, 1998, p. 78.
- ↑ Fry & Fry, 1991, p. 85.
- ↑ Forte, Oram & Pedersen, 2005, p. 262.
- ↑ Helle, 1995, p. 173.
- ↑ Barrow, 1981 p. 119.
- ↑ 54,0 54,1 54,2 Helle, 1995, p. 181.
- ↑ Bagge, 1996, pp. 111–112.
- ↑ 56,0 56,1 56,2 Keyser, 1870, p. 230.
- ↑ Line, 2007, p. 589.
- ↑ https://snl.no/.nbl_biografi/Kristin_H%C3%A5konsdatter/utdypning
Πηγές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- Bagge, Sverre (1996). From Gang Leader to the Lord's Anointed: Kingship in Sverris saga and Hakonar saga Hakonarsonar. The Viking Collection: Studies in Northern civilization. 8. Odense University.
- Barrow, G. W. S. (1981). Kingship and Unity: Scotland 1000-1306. Edinburgh University.
- Derry, T. K. (2000). A history of Scandinavia: Norway, Sweden, Denmark, Finland, and Iceland. University of Minnesota.
- Forte, Angelo; Oram, Richard D.; Pedersen, Frederik (2005). Viking Empires. Cambridge University.
- Fry, Plantagenet Somerset; Fry, Fiona Somerset (1991). A History of Ireland. Routledge.
- Helle, Knut (1995). Under kirke og kongemakt: 1130-1350. Aschehougs Norgeshistorie. 3. Aschehoug.
- Keyser, Rudolf (1870). Norges historie. 2. Christiania (Oslo): P. T. Malling.
- Lewis, Suzanne (1987). The art of Matthew Paris in the Chronica majora. University of California.
- Lydon, James F. (1998). The Making of Ireland: From Ancient Times to the Present. Routledge.
- Line, Philip (2007). Kingship and state formation in Sweden, 1130-1290.
- O'Callaghan, Joseph F. (1993). "The Norwegian Alliance". The Learned King: The Reign of Alfonso X of Castile. University of Pennsylvania. pp. 202–204.
- O'Callaghan, Joseph F. (2011). The Gibraltar Crusade: Castile and the Battle for the Strait. University of Pennsylvania.
- Orfield, Lester B.; Boyer, Benjamin F. (2002) [First published 1953]. The Growth of Scandinavian Law. The Lawbook Exchange.
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Στο λήμμα αυτό έχει ενσωματωθεί κείμενο από το λήμμα Haakon IV of Norway της Αγγλικής Βικιπαίδειας, η οποία διανέμεται υπό την GNU FDL και την CC-BY-SA 4.0. (ιστορικό/συντάκτες). |