Λεονάρντο Σάσα

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Λεονάρντο Σάσα
Όνομα στη
μητρική γλώσσα
Leonardo Sciascia (Ιταλικά)
Γέννηση8  Ιανουαρίου 1921[1][2][3]
Ρακαλμούτο
Θάνατος20  Νοεμβρίου 1989[1][2][3]
Παλέρμο
Αιτία θανάτουπολλαπλούν μυέλωμα
Χώρα πολιτογράφησηςΙταλία (1946–1989)
Βασίλειο της Ιταλίας (1921–1946)
Ιδιότηταπολιτικός[4], συγγραφέας[4][5], δημοσιογράφος, μυθιστοριογράφος, θεατρικός συγγραφέας, σεναριογράφος, ποιητής, δοκιμιογράφος[5] και δάσκαλος
Σημαντικά έργαEqual Danger
ΒραβεύσειςΒραβείο Μπαγκούτα
Υπογραφή
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Λεονάρντο Σάσα (Leonardo Sciascia) γεννήθηκε στο Ρακαλμούτο της Ιταλίας στις 8 Ιανουαρίου 1921 και πέθανε στο Παλέρμο στις 20 Νοεμβρίου 1989. Ήταν Ιταλός συγγραφέας, δημοσιογράφος, πολιτικός, ποιητής, σκηνοθέτης και δραματουργός.

Βιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Λεονάρντο Σάσα γεννήθηκε στις 8 Ιανουρίου 1921 στο Ρακαλμούτο, ένα χωριό στην επαρχεία του Αγκριτζέντο, πρωτότοκος γιος του Πασκουάλε Σάσα, που ήταν υπάλληλος σε ένα ορυχείο θειαφιού και της Τζενοβέφα Μαρτορέλι, νοικοκυρά. Είχε άλλα δύο αδέλφια.

Οι σπουδές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Λεονάρντο Σάσα ξεκίνησε το δημοτικό σχολείο στο Ροκαλμούτο σε ηλικία εφτά χρονών και πολύ νωρίς έδειξε το πάθος του για την ανάγνωση, την ιστορία, τη γραφή καθώς και για όλα τα είδη γραφείου [6]

Το 1935 η οικογένεια Σάσα μετακόμισε στην Καλτανισέτα και ο Λεονάρντο εγγράφηκε στην Παιδαγωγική Ακαδημία της πόλης. Εδώ είχε ως καθηγητή τον συγγραφέα Vitaliano Brancati, που σύντομα έγινε για τον Σάσα πρότυπο προς μίμηση και σημείο αναφοράς για την ανάγνωση Γάλλων συγγραφέων. Ένας άλλος καθηγητής, ο τότε νεαρός Giuseppe Granata που στη συνέχεια έγινε γερουσιαστής για το PCI, το Κομμουνιστικό Κόμμα της Ιταλίας, τον μύησε στο γαλλικό διαφωτισμό και την αμερικάνικη λογοτεχνία.

Στην πόλη της Καλτανισέτα ο Λεονάρντο Σάσα πέρασε την πιο αξέχαστη περίοδο της ζωής του, κατά την οποία έκανε τις πρώτες του εμπειρίες και τις πρώτες ανακαλύψεις που σημάδεψαν την πολιτιστική του μόρφωση, όπως ο ίδιος έγραψε στην αυτοβιογραφία του.

Το 1941 απέκτησε το απολυτήριο από τη Παιδαγωγική Ακαδημία, και την ίδια χρονιά ξεκίνησε να δουλεύει στον Αγροτικό Συνεταιρισμό στο Ροκαλμούτο όπου ασχολήθηκε με την τοπική παραγωγή σιταριού. Σε αυτή τη θέση δουλειάς έμεινε μέχρι το 1948 διατηρώντας μια στενή επαφή με το μικρόκοσμο των αγροτών.

Το 1944 παντρεύτηκε τη Μαρία Αντρόνικο, δασκάλα στο δημοτικό σχολείο του Ρακαλμούτο, από την οποία απέκτησε δυο κόρες, τη Λάουρα και την Άννα Μαρία.

Η αυτοκτονία του αδερφού του Τζιουζέπε, το 1948, τάραξε βαθειά τον Λεονάρντο και του άφησε ανοιχτές πληγές στην ψυχή του. Το 1949 άρχισε να διδάσκει στο δημοτικό σχολείο του Ρακαλμούτο.

Τα πρώτα έργα: ποιήματα και δοκίμια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1950 δημοσίευσε το βιβλίο "Favole della dittatura" (Παραμύθια της δικτατορίας) που ο Πιέρ Πάολο Παζολίνι ξεχώρισε και επαίνεσε σε ένα κείμενο κριτικής. Το βιβλίο αποτελείται από σύντομα ποιητικά κείμενα, κλασικά αισωπικά παραμύθια με ξεκάθαρο δίδαγμα με πρωταγωνιστές τα ζώα.[7]

Το 1952, εκδόθηκε η συλλογή ποιημάτων La Sicilia, il suo cuore (Η Σικελία, η καρδιά της) με εικονογραφήσεις του γλύπτη Emilio Greco.

Το 1953 ο Σάσα βραβεύτηκε με το Premio Pirandello (Βραβείο Πιραντέλο), που του απονεμήθηκε από τη Regione Siciliana (Περιφέρεια Σικελίας) για το δοκίμιο "Pirandello e il pirandellismo" (Ο Πιραντέλο και ο Πιραντελισμός).

Το 1954 ξεκίνησε τη συνεργασία του με περιοδικά αφιερωμένα στη λογοτεχνία και στις εθνολογικές μελέτες, με την ιδιότητα του διευθυντή των πολιτιστικών επιθεωρήσεων Galleria (Στοά) και I quaderni di Galleria (Τα τετράδια της Στοάς) που εξέδιδε ο ομώνυμος εκδότης Σαλβατόρε Σάσα (Salvatore Sciascia) από την Καλτανισέτα.

Το 1956 ο Λεονάρντο Σάσα εξέδωσε το βιβλίο "Le parrocchie di Regalpetra", (Οι ενορίες της Ρεγκαλπέτρα), μια αυτοβιογραφική σύνθεση από τις εμπειρίες του ως δάσκαλος στα δημοτικά σχολεία του χωριού του. Την ίδια χρονιά μετατέθηκε σε ένα σχολικό γραφείο στη Καλτανισέτα.

Το 1961 δημοσίευε "Il giorno della civetta" (Η μέρα της κουκουβάγιας), βιβλίο επικεντρωμένο στη μαφία εκείνης της εποχής.

Στη Ρώμη: Τα διηγήματα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Οι Θείοι από τη Σικελία (Gli zii di Sicilia)[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κατά το σχολικό έτος 1957-1958 ο Σάσα μετατέθηκε στο Υπουργείο της Παιδείας στη Ρώμη και το φθινόπωρο δημοσιεύτηκαν τρία διηγήματα με γενικό τίτλο "Οι θείοι από τη Σικελία".

Αυτή η μικρή συλλογή ξεκινάει με το διήγημα "La zia d'America" (Η θεία από την Αμερική), όπου προσπάθει να βεβηλώσει το θρύλο του "Θείου Σαμ" που φέρνει δώρα και ελευθερία.

Το δεύτερο διήγημα φέρνει ως τίτλο "Ο θάνατος του Στάλιν (La morte di Stalin)", όπου πάλι πρωταγωνιστικό ρόλο παίζει ένας μύθος. Αυτή τη φορά πρόκειται για τον κομμουνισμό που στα μάτια του Σικελού Καλότζερο Σκιρό ενσαρκώνεται στον Στάλιν.

Το τρίτο διήγημα, "Το σαράντα οχτώ (Il quarantotto)", διαδραματίζεται στην περίοδο της ιταλικής Παλιγγενεσίας και συγκεκριμένα μεταξύ του 1848 και του 1860) και αναφέρεται στο θέμα της Ένωσης του Ιταλικού Βασιλείου όπως το βλέπει ένας Σικελιανός. Σε αυτό το διήγημα ο συγγραφέας ήθελε να τονίσει την αδιαφορία και τον κυνισμό της ηγεσίας, αντιμετωπίζοντας ένα θέμα που ήδη απασχόλησε τον Φεντερίκο Ντε Ρομπέρτο (1961-1927) στο βιβλίο ''Οι Αντιβασιλείς'' (1894) και τον Τζουζέππε Τομάζι ντι Λαμπεντούζα (1896-1957) στο βιβλίο ''Ο γατόπαρδος'' (1958).

Σε αυτή τη συλλογή, το 1960 προστέθηκε ένα τέταρτο διήγημα, "L'antimonio" (Το αντιμόνιο) το οποίο δέχτηκε θετική ανταπόκριση εκ μέρους της κριτικής και για το οποίο ο Πιέρ Πάολο Παζολίνι αφιέρωσε ένα άρθρο στη λογοτεχνική επιθεώρηση Officina (Εργαστήριο). Διηγείται την ιστορία ενός μεταλλωρύχου που αφού σώθηκε από μια έκρηξη αερίου (που το ονόμαζαν αντιμόνιο) αναχωρεί πρώτα ως εθελοντής για τον πόλεμο της Αβησσυνίας και έπειτα για τον Ισπανικό Εμφύλιο πόλεμο.

Στην Καλτανισέτα: τα μυθιστορήματα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Σάσα έμεινε στη Ρώμη για ένα χρόνο και επιστρέφοντας στη Σικελία εγκαταστάθηκε με την οικογένεια του στη Καλτανισέτα και εργάστηκε σε ένα γραφείο του Ιδρύματος Προστασίας Μαθητών.

Το 1961 εκδόθηκε το βιβλίο ''Η μέρα της κουκουβάγιας'' με το οποίο ο συγγραφέας εγκαινίασε μια νέα εποχή του σύγχρονου ιταλικού αστυνομικού είδους. Σε αυτό το μυθιστόρημα βασίζεται και η ομώνυμη ταινία Η μέρα της κουκουβάγιας του σκηνοθέτη Νταμιάνο Νταμιάνι, που γυρίστηκε το 1968.

Κατά τη δεκαετία του 1960 δημιουργήθηκαν μερικά από τα πιο σημαντικά μυθιστορήματα, κατά τη γνώμη του ίδιου συγγραφέα, αφιερωμένα στις ιστορικές έρευνες σχετικές με την πολιτιστική κληρονομιά και τον πολιτισμό της Σικελίας.

Το 1963 εκδόθηκε Το πρωτόκολλο της Αιγύπτου, που διαδραματίζεται κατά τον ΙΗ' αιώνα στο Παλέρμο όπου ζει και δραστηριοποιείται ένας επιδέξιος πλαστογράφος, ο αβάς Τζιουζέπε Βέλα, που επινοεί ένα δήθεν παλαιό αραβικό κώδικα που θα είχε την ικανότητα να αφαιρέσει όλα τα προνόμια και τις εξουσίες των βαρόνων της Σικελίας ευνοώντας τον αντιβασιλιά Καράτσολο και τις αντιμοναρχικές συνωμοσίες.

Η επιστροφή στο δοκίμιο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1964 εξέδωσε το σύντομο δοκίμιο ή διήγημα, όπως έγραψε ο ίδιος ο Σάσα στον πρόλογο κατά την επανέκδοση του το 1967, "Ο Θάνατος του Ιεροεξεταστή", που διαδραματίζεται στον '600 αιώνα, και βασίζεται στην ιστορία του Σικελιανού αιρετικού καλόγερου Diego La Matina, που έγινε θύμα της Ιεράς Εξέτασης και σκότωσε τον Juan Lopez De Cisneros, Ιεροεξεταστή στο Βασίλειο της Σικελίας.

Η Θεατρική Σκηνή της Κατάνης, με τη σκηνοθεσία του Turi Ferro, παρουσίασε το έργο "Η μέρα της κουκουβάγιας", κατά τη θεατρική διασκευή του Giancarlo Sbragia.

Ανέρχεται στο 1965 το δοκίμιο "Θρησκευτικές γιορτές στη Σικελία", που πλαισιώνει μια φωτογραφική συλλογή του Ferdinando Scianna, φωτογράφου από το χωριό Μπαγκερία, στο οποίο επισημαίνονται οι παραλληλισμοί μεταξύ της Σικελίας και της Ισπανιας, προπαντός όσον αφορά την αξία και τη σημασία της θρησκευτικής προκατάληψης και του μύθου και στις δυο κοινωνίες.

Η κωμωδία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1965 εκδόθηκε και η κωμωδία "Ο βουλευτής" που είναι μια ανελέητη καταγγελία της συνενοχής μεταξύ κυβέρνησης και μαφίας.

Η επιστροφή στο μυθιστόρημα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Άγαλμα του Σάσα στο Ρακαλμούτο

Το 1966 ο Λεονάρντο Σάσα επιστρέφει με το μυθιστόρημα Α ciascuno il suo (Στον καθένα αυτό που του αρμόζει). Σ' αυτό το έργο του, χρησιμοποιεί τους ίδιους κανόνες του αστυνομικού μυθιστορήματος που είχε ήδη χρησιμοποιήσει στο βιβλίο Η μέρα της κουκουβάγιας.

Η ιστορία που διηγείται αφορά έναν καθηγητή λυκείου, τον Πάολο Λαουράνα, που από περιέργεια αρχίζει τις έρευνες για τον θάνατο του φαρμακοποιού του χωριού, αλλά βρίσκεται αντιμέτωπος με τη σιωπή όλων των συγχωριανών. Η σιωπή αυτή οφείλεται στον φόβο και στη διαφθορά τους. Η τελευταία πρόταση του βιβλίου μένει ως περιεκτικό σχόλιο για το πείσμα του καθηγητή στην έρευνα και το δικό του τραγικό τέλος "Ήταν ένας ηλίθιος" είπε ο Ντον Λουίτζι

Σε αυτό το μυθιστόρημα βασίζεται η ταινία του 1967 με ομώνυμο τίτλο του σκηνοθέτη Έλιο Πέτρι.

Στο Παλέρμο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1967 ο Σάσα μετακόμισε στο Παλέρμο για να επιβλέψει τις κόρες του στις σπουδές τους και για να αφιερωθεί στη γραφή. Εν τω μεταξύ, από τον εκδότη Μούρσια δημοσιεύτηκε μια ανθολογία με τίτλο Οι λογοτέχνες στη Σικελία, με την επιμέλεια του Σάσα σε συνεργασία με τον Salvatore Guglielmino.

Το 1969 ο Σάσα ξεκίνησε τη συνεργασία με την εφημερίδα Corriere della Sera και εξέδωσε το θεατρικό έργο "Αφήγηση της φιλονικίας του νησιού Λίπαρι αφιερωμένη στον Α.Ντ.": σε αυτό το έργο, στις αρχές του αιώνα ΙΖ' ο επίσκοπος του νησιού Λίπαρι, αρνείται να πληρώσει τον φόρο για τα ρεβίθια στους φοροεισπράκτορες του βασιλιά. Ο αληθινός σκοπός του έργου όμως ήταν η καταγγελία των σχέσεων της πρώην Σοβιετικής Ένωσης με τα κράτη δορυφόρους. Τα αρχικά Α.Ντ. αναφέρονται στον Αλεξάντερ Ντούμπτσεκ, που το 1968 υπήρξε πρωταγωνιστής της Άνοιξης της Πράγας.

Η σύνταξη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1970 ο Σάσα βγήκε σε σύνταξη και δημοσίευσε τη συλλογή δοκιμιών με γενικό τίτλο "Το τρελό ελατήριο", στην οποία ο συγγραφέας ανέπτυψε τη δική του ιδέα για τη "sicilitudine" (σικελικότητα) αποδεικνύοντας μέσω των δοκιμίων του μία σπάνια καλλιτεχνική ευαισθησία. Αυτό το βιβλίο, από τον τίτλο κι'όλας, θυμίζει τον Λουίτζι Πιραντέλλο που στο βιβλίο του ''Ο Σκούφος Με Τα Κουδούνια'' υποστηρίζει ότι ο κάθε άνθρωπος είναι σαν να έχει στο κεφάλι του τρία κουρδιστήρια, το "σοβαρό", το "πολιτικό" και το "τρελό".

Η προσοχή του Σάσα, με το βιβλίο αυτό, παρέμεινε στο "τρελό κουρδιστήρι" που, κατά τον ίδιο, εξηγεί τις αντιφάσεις και τις αμφιλογίες καθώς και την ορθολογιστική δύναμη της Σικελίας που είναι κεντρικό θέμα της μελέτης του.

Η επιστροφή στο αστυνομικό βιβλίο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το 1971 είναι η χρονιά του βιβλίου "Πολιτικές δολοφονίες" και με αυτό ο Σάσα επέστρεψε στο αστυνομικό είδος. Η πλοκή εξελίσσεται γύρω από τον επιθεωρητή Ρόγκας που καλείται να εξιχνιάσει μια περίπλοκη υπόθεση συνεπεία ενός δικαστικού λάθους και μια σειρά δολοφονιών δικαστών. Το μυθιστόρημα διαδραματίζεται σε μια φανταστική χώρα, ωστόσο ο αναγνώστης εύκολα αναγνωρίζει τη σύγχρονη Ιταλία. Εξ αιτίας του βιβλίου δημιουργήθηκαν πολλές πολιτικές συγκρούσεις τόσο που ο Σάσα για να μη εμπλακεί σε αυτές απέσυρε το βιβλίο του από την υποψηφιότητα για το γνωστό λογοτεχνικό βραβείο premio Campiello.

Σε αυτό το μυθιστόρημα βασίζεται η ταινία του Φραντσέσκο Ρόζι, που βγήκε το 1976 με τίτλο Δολοφονίες διακεκριμένων.

Με το βιβλίο "Atti relativi alla morte di Raymond Roussel" (Έγγραφα σχετικά με το θάνατο του Ρέιμοντ Ράσελ) του 1971, είναι εμφανές ότι γίνεται πιο έντονη στον Σάσα η τάση να ενσωματώνει την κοινωνική καταγγελία όταν αφηγείται αληθινά εγκληματικά επεισόδια. Και αυτά τα κριτήρια ακολουθούν και τα επόμενα έργα του "I pugnalatori" (Οι μαχαιροβγάλτες) του 1976 και "Η υπόθεση Μόρο" του 1978.

Το 1973 δημοσίευσε το βιβλίο "Il mare colore del vino" (Η θάλασσα με το χρώμα του κρασιού) και έγραψε την εισαγωγή για μια καινούρια έκδοση του ιστορικού βιβλίου του Αλεσάντρο Μαντσόνι "Storia della colonna infame".

Το 1974 έγραψε τον πρόλογο σε μια επανέκδοση των Διαλόγων του αρχαίου Έλληνα συγγραφέα Λουκιανού Σαμοσατέως με τίτλο "Ο Λουκιανός και τα πιστεύω".

Εν τω μεταξύ δημοσιεύτηκε Προσευχή και έγκλημα, ένα βιβλίο αφιερωμένο στους "καθολικούς που εμπλέκονται με την πολιτική", βιβλίο που κατακρίνεται αυστηρά από τις εκκλησιαστικές ιεραρχίες. Το διήγημα, που ανήκει στο αστυνομικό είδος, διαδραματίζεται μέσα σε ένα έρημο ξενοδοχείο, καταφύγιο για πνευματικές ασκήσεις. Εδώ, κατά τη διάρκεια της ετήσιας συγκέντρωσης μιας ομάδας "ισχυρών", μεταξύ των οποίων καρδινάλιοι, πολιτικοί και βιομήχανοι, γίνεται μια σειρά τρομερών εγκλημάτων.

Αυτό το βιβλίο επίσης διασκευάστηκε σε ταινία το 1976 με τίτλο Todo modo σε σκηνοθεσία του Ιταλού σκηνοθέτη Έλιο Πέτρι.

Η πολιτική καριέρα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Στις δημοτικές εκλογές του Παλέρμο το Ιούνιο του 1975, ο συγγραφέας έβαλε την υποψηφιότητά του ως ανεξάρτητος στις λίστες του PCI. Εκλέχτηκε με μεγάλο αριθμό ψήφων, δεύτερος μετά από τον Ακίλε Οτσέτο, και πριν από άλλον διακεκριμένο υποψήφιο, τον ζωγράφο Ρενάτο Γκουτούσο.[8]

Κατά την ίδια χρονιά δημοσίευσε το "Η εξαφάνιση του Μαγιοράνα", μια έρευνα για την εξαφάνιση του φυσικού Έττορε Μαγιοράνα που έγινε το 1938.

Το 1976 δημοσιεύτηκε μια επανέκδοση των θεατρικών κωμωδιών "Ο βουλευτής" και "Αφήγηση για τη φιλονικία στο νησί του Λίπαρι" όπου προστέθηκε "Οι μαφιόζοι". Την ίδια χρονιά εκδόθηκε το βιβλίο "Οι μαχαιροβγάλτες", βιβλίο έρευνα για ένα περιστατικό που έγινε στο Παλέρμο το 1862 όπου μαχαιρώθηκαν 13 άτομα.

Στην αρχή του 1977 ο Σάσα παραιτήθηκε από σύμβουλος του PCI. Η διαφωνία του για το ιστορικό συμβιβασμό και η καταγγελία του για μερικές θέσεις εξτρεμισμού τον οδήγησαν σε δυνατές συγκρούσεις με την ηγεσία του κόμματος.[9]

Η έρευνα για τη σφαγή της οδού Φάνι: υπόθεση Άλντο Μόρο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Το Ιούνιο του 1979 δέχτηκε την πρόταση του Ιταλικού Ριζοσπαστικού Κόμματος και κατέβηκε ως υποψήφιος και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στη Βουλή. Εκλέχτηκε και στις δυο θεσμικές θέσεις, αλλά διάλεξε το Παλάτσο Μοντετσιτόριο. Στη θέση αυτή έμεινε μέχρι το 1983 και ασχολήθηκε σχεδόν αποκλειστικά με τις εργασίες της Ειδικής Κοινοβουλευτικής Επιτροπής που ερευνούσε για τη σφαγή της οδού Φάνι, δηλαδή την Υπόθεση Μόρο, την απαγωγή και τη δολοφονία του Άλντο Μόρο και για την τρομοκρατία στην Ιταλία.

Επαφή με τη γαλλική κουλτούρα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αυτά τα χρόνια ταξιδεύει συχνά στο Παρίσι και επομένως εντείνονται οι επαφές του με το γαλλικό πολιτισμό. Το 1978 δημοσίεψε το βιβλίο "Η υπόθεση Μόρο" για την απαγωγή και τη δίκη που η τρομοκρατική οργάνωση των Brigate Rosse οργάνωσαν στη λεγόμενη "φυλακή του λαού" κατά του Μόρο.

Το 1979 εκδόθηκε "Candido ovvero un sogno fatto in Sicilia", (Καντίντ ή ένα όνειρο στη Σικελία) όπου είναι ξεκάθαρη η αναφορά στο "Καντίντ ή η αισιοδοξία" του Βολταίρου.

Την ίδια χρονιά δημοσιεύτηκε "Nero su Nero" (Μαύρο στο μαύρο), μια συλλογή σχολίων για την προηγούμενη δεκαετία, "La Sicilia come metafora" (Η Σικελία ως μεταφορά) μια συνέντευξη της Marcelle Padovani και "Dalle parti degli infedeli" (Στο πλευρό των άπιστων), επιστολές πολιτικής καταδίωξης που η εκκλησιαστική ηγεσία έστειλε στον επίσκοπο Πάτι τα χρόνια του 1950.

Το 1980 ο Σάσα εξέδωσε "Il volto sulla maschera" (Το πρόσωπο της μάσκας) και την ιταλική μετάφραση ενός έργου του Ανατόλ Φρανς, "Le procurateur de Judée".

Το 1981 εκδόθηκε "Il teatro della memoria" (Το θέατρο της μνήμης) και, σε συνεργασία με τον Ντάβιντε Λαγιόλο, "Conversazioni in una stanza chiusa" (Συζητήσεις σε κλειστό δωμάτιο).

Το 1982 εκδόθηκαν "Kermesse" (Κερμές) και "La sentenza memorabile" (Η αξιομνημόνευτη δικαστική απόφαση), και το 1983 "Cruciverba" (Σταυρόλξο), μια συλλογή κειμένων που είχαν δημοσιευτεί ήδη σε εφημερίδες, περιοδικά και προλόγους βιβλίων.

Το 1984 εκδόθηκε το "Stendhal e la Sicilia" (Ο Σταντάλ και η Σικελία), ένα δοκίμιο για την επέτειο της γέννησης του Γάλλου συγγραφέα.

Τα τελευταία χρόνια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ενθύμιο του Σάσα στο Ρακαλμούτο

Την ίδια περίοδο, ο Σάσα ανακάλυψε ότι είχε καρκίνο στο μυελό των οστών. Όλο πιο συχνά αναγκαζόταν να αφήνει τη Σικελία για να πάει στο Μιλάνο για τις θεραπείες αλλά παρόλο αυτό συνέχισε τη δραστηριότητά του ως συγγραφέας.

Το 1985 δημοσίεψε "Cronachette" (Ασήμαντες ανασκοπήσεις) και "Occhio di capra" (Το μάτι της κατσίκας), μια συλλογή παροιμιών και λαϊκών αποφθεγμάτων της Σικελίας και το 1986 δημοσίευσε το βιβλιο "La strega e il capitano" (Η στρίγκλα και ο καπετάνιος) ένα δοκίμιο για την επέτειο της γέννησης του Αλασάντρο Μαντσόνι.

Τα μυθιστορήματα που ακολούθησαν είναι γεμάτα από στενάχωρα αυτοβιογραφικά στοιχεία "Ανοιχτές πόρτες" του 1987, "Il cavaliere e la morte" (Ο ιππότης και ο θάνατος) του 1988 και "Una storia semplice" (Μια απλή ιστορία) εμπνευσμένο από την κλοπή του πίνακα του Καραβάτζιο Natività con i santi Lorenzo e Francesco d'Assisi. Το βιβλίο αυτό βγήκε στα βιβλιοπωλεία την ίδια ημέρα του θανάτου του συγγραφέα.

Το 1986 ο Σάσα έγραψε στον Μπετίνο Κράξι, και του ανακοίνωσε ότι είχε δώσει την ψήφο του στο PSI στις τοπικές εκλογές εκείνης της χρονιάς και παρακαλούσε τον σοσιαλιστή ηγέτη να ευνοήσει την ανανέωση της τοπικής ηγεσίας του κόμματος.

Λίγους μήνες πριν από το θάνατό του, έγραψε το "Alfabeto pirandelliano" (Αλφάβητο του Πιραντέλο), "A futura memoria (se la memoria ha un futuro)" (Σε μελλοντική ανάμνηση - εάν η ανάμνηση έχει μέλλον) που εκδόθηκε μετά το θάνατό του, και "Fatti diversi di storia letteraria e civile" (Διάφορα γεγονότα λογοτεχνικής και πολιτικής ιστορίας).

Ο θάνατος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο τάφος του Λεονάρντο Σάσα κοντά σε αυτό της γυναίκας του στο νεκροταφείο του Ρακαλμούτο.

Ο Λεονάρντο Σάσα πέθανε στο Παλέρμο στις 20 Νοεμβρίου 1989 και ζήτησε να του γίνει θρησκευτική κηδεία.[10] Μαζί του στον τάφο, πήρε και έναν ασημένιο σταυρό, σύμφωνα με την επιθυμία του. Στην κηδεία του όλοι εξέρφασαν μεγάλη εκτίμηση, μεταξύ των ομιλητών υπήρχε και ο καλός του φίλος και συγγραφέας Τζεζουάλντο Μπουφαλίνο.

Ετάφη στο νεκροταφείο του Ρακαλμούτο, όπου είχε γεννηθεί. Στην άσπρη ταφόπετρα μόνο μια πρόταση, ένα απόσπασμα από τον Γάλλο συγγραφέα Auguste de Villiers de L'Isle-Adam: "Θα το θυμόμαστε αυτό τον πλανήτη"

Τα έργα του[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Μυθιστορήματα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Διηγήματα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Gli zii di Sicilia (1958) - (Οι θείοι από τη Σικελία συλλογή 3 διηγημάτων)
  • L'antimonio (1961) (Το αντιμόνιο)
  • Santo Marino. Con 10 riproduzioni (1963) - Άγιος Μαρίνος συλλογή διηγημάτων
  • Morte dell'Inquisitore (1964) (Ο Θάνατος του Ιεροεξεταστή)
  • Racconti siciliani (1966) - (Διηγήματα από τη Σικελία), συλλογή διηγημάτων
  • Atti relativi alla morte di Raymond Roussel (1971) - (Έγγραφα σχετικά με το θάνατο του Ρέιμοντ Ράσελ), συλλογή διηγημάτων
  • Il mare color del vino (1973) - (Η θάλασσα με το χρώμα του κρασιού), συλλογή διηγημάτων
  • La sentenza memorabile (1982) (Η αξιομνημόνευτη δικαστική απόφαση)
  • Cronachette (1985) (Ασήμαντες ανασκοπήσεις)
  • Per un ritratto dello scrittore da giovane (1985) (Πορτραίτο του συγγραφέα σε νεαρά ηλικία)
  • La strega e il capitano (1986) (Η στρίγκλα και ο καπετάνιος)
  • 1912 più 1 (1987) ( ΄΄1912+1΄΄, εκδ. Ζαχαρόπουλο Σ.Ι., μτφ. Θανάση Μετσιμενίδη, 1989, ISBN 960-208-049-3

Δοκίμια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ποιητικές συλλογές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Favole della dittatura (1950) (Παραμύθια της δικτατορίας)
  • La Sicilia, il suo cuore (1952) (Η Σικελία, η καρδιά της)
  • Il fiore della poesia romanesca. Belli, Pascarella, Trilussa, Dell'Arco (1952) (Τα άνθη της ποίησης της Ρώμης. Μπέλι, Πασκαρέλα, Τρικούσα, Ντελ'Άρκο)

Θεατρικά κείμενα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Σενάρια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κινηματογράφος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πολυάριθμες είναι οι ταινίες που έχουν γίνει για τις όπερες του Λεονάρντο Σάσα[11][12]:

Σημειώσεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 Εθνική Βιβλιοθήκη της Γαλλίας: (Γαλλικά) καθιερωμένοι όροι της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Γαλλίας. data.bnf.fr/ark:/12148/cb11924209w. Ανακτήθηκε στις 10  Οκτωβρίου 2015.
  2. 2,0 2,1 (Αγγλικά) Internet Movie Database. nm0778432. Ανακτήθηκε στις 15  Οκτωβρίου 2015.
  3. 3,0 3,1 «Encyclopædia Britannica» (Αγγλικά) biography/Leonardo-Sciascia. Ανακτήθηκε στις 9  Οκτωβρίου 2017.
  4. 4,0 4,1 BeWeB. 430. Ανακτήθηκε στις 4  Αυγούστου 2020.
  5. 5,0 5,1 The Fine Art Archive. cs.isabart.org/person/63673. Ανακτήθηκε στις 1  Απριλίου 2021.
  6. «Leonardo Sciascia». Ανακτήθηκε στις 7 Ιουνίου 2011. 
  7. Domenico Scarpa, «Le favole politiche di Sciascia», Il Sole-24 ORE, 25 settembre 2011
  8. «L'impegno civile». regalpetra.it. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 7 Μαΐου 2006. Ανακτήθηκε στις 27 Ιουλίου 2010. 
  9. «Sciascia e il PCI». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 1 Δεκεμβρίου 2009. Ανακτήθηκε στις 5 Ιουνίου 2012. 
  10. Matteo Collura (2007-09-05). «Sciascia, svelato l' ultimo enigma». Corriere della Sera: σελ. 41. http://archiviostorico.corriere.it/2007/settembre/05/Sciascia_svelato_ultimo_enigma_co_9_070905042.shtml. Ανακτήθηκε στις 2010}-07-28. 
  11. «Film tratti dai romanzi di Sciascia». fondazioneleonardosciascia.it. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 24 Φεβρουαρίου 2011. Ανακτήθηκε στις 9 Μαρτίου 2011. 
  12. «Film tratti dai romanzi di Sciascia». regalpetra.it. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 7 Μαΐου 2006. Ανακτήθηκε στις 27 Ιουλίου 2010. 

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]