Αιμιλία Βασιλική

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Αιμιλία Βασιλική
Χάρτης
Είδοςπρώην κτίριο ή κατασκευή, αστική βασιλική και αρχαιολογική θέση
Γεωγραφικές συντεταγμένες41°53′34″N 12°29′5″E
Διοικητική υπαγωγήΡώμη
ΤοποθεσίαΡωμαϊκό Φόρουμ
ΧώραΙταλία[1]
Έναρξη κατασκευής179 π.Χ.
Κατεδάφιση410
Υλικάμάρμαρο και travertine
Commons page Πολυμέσα

Η Αιμιλία Βασιλική, λατιν. Basilica Aemilia, ήταν μία κρατική βασιλική στη Ρωμαϊκή Αγορά, στην Ιταλία. Σήμερα σώζονται μόνο τα θεμέλια και μερικά τμήματα που έχουν αναστυλωθεί. Το οικοδόμημα έχει διαστάσεις 100 μ. Χ 30 μ.. Είχε δύο ορόφους, από 16 αψίδες ο καθένας και τρεις εισόδους.

Η Αιμιλία Βασιλική την εποή του Αυγούστου. Τισδιάστατη ανακατασκευή από υπολογιστή.

Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η Αιμιλία Βασιλική ήταν το βόρειο άκρο της Ρωμαϊκής Αγοράς.

To προϋπάρχον κτήριο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η νέα βασιλική κτίστηκε στη θέση των κρεοπωλείων (tabernae lanienae) του 5ου αι. π.Χ. και των μετέπειτα καταστημάτων των τραπεζιτών (tabernae argentariae), που όταν κάηκαν μετονομάστηκαν σε νέα καταστήματα (tabernae novae). Στην πρόσοψη υπήρχαν δύο όροφοι καταστημάτων. Η πρώτη βασιλική είχε κτιστεί πίσω από τα καταστήματα των τραπεζιτών το διάστημα 210-193 π.Χ., οπότε και αναφέρεται από τον Πλαύτο. Αρχαιολογικές μελέτες έδειξαν, ότι αυτό το κτήριο είχε τρία κλίτη και δάπεδο από τύρφη του Μοντεβέρντε. Η πίσω όψη είχε στοά και έβλεπε προς την Αγορά των Ιχθύων (Forum Piscatorium) και τα Λαχανοπωλεία (Macellum), περιοχή που έγινε μετά η Αγορά του Νέρβα (Forum Nervae).

H Φουλβία-Αιμιλία Βασιλική[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Εγέρθηκε το 179 π.Χ. από τον τιμητή (censor) Μάρκο Φούλβιο Νομπίλιο με το όνομα Φουλβία Βασιλική. Όταν αυτός απεβίωσε, ο συνάδελφός του Μάρκος Αιμίλιος Λέπιδος ολοκλήρωσε τη βασιλική. Συχνά την επισκεύαζαν και τη διακοσμούσαν μέλη του Αιμιλίου γένους και από αυτό έλαβε το όνομά της.

Ο ύπατος του έτους 78 π.Χ. Μάρκος Αιμίλιος Λέπιδος, ομώνυμος του προηγουμένου, εξωράισε τη βασιλική με ασπίδες (clipei). Ο νεωτερισμός αυτός αποτυπώθηκε σε νόμισμα του 61 π.Χ. από τον γιο του, Μάρκο Αιμίλιο Λέπιδο, μέλος της Β΄ Τιανδρίας με τον Μάρκο Αντώνιο και τον Οκταβιανό Αύγουστο.

Ωστόσο μερικοί ερευνητές εκτιμούν, πως η Αιμιλία Βασιλική είναι διαφορετικό οικοδόμημα από τη Φουλβία Βασιλική.

Η Βασιλική Πάουλλι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η βασιλική και τα γύρω κτήρια

Σε αντικατάσταση της Φουλβίας Βασιλικής, ξεκίνησε η κατασκευή ενός νέου οικοδομήματος το 55 π.Χ. από τον Λούκιο Αιμίλιο Λέπιδο Παύλο και εγκαινιάστηκε από τον γιο του το 23 π.Χ.. Το κτήριο είχε όμοια κάτοψη με το προηγούμενο· είχε ωστόσο μικρότερο μήκος και στη θέση της πίσω στοάς είχε ένα δεύτερο κλίτος.

Οι κίονες του κεντρικού κλίτους, από Αφρικανικό μάρμαρο, ήταν κορινθιακού ρυθμού και η ζωφόρος απεικόνιζε συμβάντα από τη Δημοκρατία της Ρώμης. Η δεύτερη κιονοστοιχία ήταν από μάρμαρο Καρύστου με νερά και τέλος οι εξωτερικοί κίονες ήταν ιωνικού ρυθμού.

Έπειτα από πυρκαγιά, ο Αύγουστος το 14 π.Χ. επισκεύασε δραστικά το οικοδόμημα. Τα καταστήματα (tabernae) προς την Αγορά ξαναχτίστηκαν. Η εμπρός στοά αφιερώθηκε στους εγγονούς του: ονομάστηκε porticus Gaio e Luci. Είχε δύο αψιδωτές κιονοστοιχίες, με ημιπεσσούς και ημικίονες. Ο επάνω όροφος της βασιλικής ξανακτίστηκε εξολοκλήρου. Από επάνω υπήρχε διάζωμα με παραστάσεις λαχανικών και αγάλματα βαρβάρων.

Η βασιλική επισκευάστηκε πάλι το 22 μ.Χ.. Στα 200ά γενέθλιά της ο Πλίνιος έγραψε, ότι ήταν το ωραιότερο κτήριο στη Ρώμη. Υπήρχαν μέρος για συναλλαγές στη στοά Γαΐου και Λούκιου, νέα καταστήματα (tabernae novae). Το κύριο κλίτος διαστάσεων 100 μ. Χ 30 μ βρισκόταν πίσω από τα καταστήματα.

Η ξύλινη οροφή, τα καταστήματα, όπως και η πρόσοψη της βασιλικής καταστράφηκαν ολοκληρωτικά από φωτιά, όταν η Ρώμη λεηλατήθηκε από τον Αλάριχο και τους Βησιγότθους το 410. Στα πολύχρωμα μάρμαρα του δαπέδου, μπορεί ακόμη να δει κανείς πράσινες κηλίδες από τα νομίσματα, που έλιωσαν από τη φωτιά. Η βασιλική ξανακτίστηκε έπειτα, με την προσθήκη ενός νέου ορόφου, ενώ το κεντρικό μέρος της βεράντας της πρόσοψης αντικαταστάθηκε από μία στοά περί το 420 με κίονες από ροζ γρανίτη επάνω σε βάσεις, πιο πυκνούς από τους κίονες της προηγούμενης βεράντας. Ένας σεισμός το 847 προκάλεσε την τελική πτώση της υπόλοιπης κατασκευής. Τα υπολείμματα χρησιμοποιήθηκαν ως οικοδομικά υλικά. Ευδιάκριτα ερείπια της βασιλικής μπορούσε να δει κανείς ως και την Αναγέννηση, αλλά χρησιμοποιήθηκαν στην κατασκευή του Παλάτσο Τορλόνια. Τρεις από τους γρανιτένιους κίονες βρέθηκαν στην ανασκαφή και επανατοποθετήθηκαν στην ανατολική μεριά, προς τον ναό του Αντωνίνου και της Φαυστίνας.

Πινακοθήκη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Mozzati, Luca (2001). Rome: Computerized Reconstruction of Sites and Monuments. Milano, Italy: Mondadori Electa. ISBN 88-435-7790-5.
  • "Basilica Aemilia" Penelope, University of Chicago


Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. (Γερμανικά, Αγγλικά, Γαλλικά, Ισπανικά, Ιταλικά) archINFORM. 10057. Ανακτήθηκε στις 31  Ιουλίου 2018.