Μάρκος Αιμίλιος Λέπιδος (ύπατος το 78 π.Χ.)

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια
Μάρκος Αιμίλιος Λέπιδος (ύπατος το 78 π.Χ.)
Γενικές πληροφορίες
Γέννηση120 π.Χ.
Αρχαία Ρώμη
Θάνατος77 π.Χ.[1]
Σαρδηνία
Χώρα πολιτογράφησηςΑρχαία Ρώμη
ΘρησκείαΘρησκεία στην αρχαία Ρώμη
Εκπαίδευση και γλώσσες
Ομιλούμενες γλώσσεςλατινική γλώσσα
Πληροφορίες ασχολίας
ΙδιότηταΡωμαίος πολιτικός
Ρωμαίος στρατιωτικός
Πολιτική τοποθέτηση
Πολιτικό κόμμα/Κίνημαpopulares
Οικογένεια
ΣύζυγοςΑπουλεία[2][3]
ΤέκναΛεύκιος Κορνήλιος Σκιπίων Ασιατικός Αιμιλιανός
Μάρκος Αιμίλιος Λέπιδος[2][4]
Λεύκιος Αιμίλιος Παύλος (ύπατος το 50 π.Χ.)[2][5]
Αιμίλιος Ρέγκιλος
ΟικογένειαΑιμίλιοι Λεπίδες
Αξιώματα και βραβεύσεις
ΑξίωμαΡωμαίος έπαρχος
Πραίτορας
Ρωμαίος συγκλητικός (άγνωστη τιμή)[6]
Ύπατος στην αρχαία Ρώμη (78 π.Χ.)[6][7][8]
Commons page Σχετικά πολυμέσα

Ο Μάρκος Αιμίλιος Λέπιδος, λατιν.: Marcus Aemilius Lepidus, ( π. 121 – 77 π.Χ.) ήταν Ρωμαίος πολιτικός και στρατηγός. Μετά το τέλος τού Λεύκιου Κορνήλιου Σύλλα, συμμετείχε ή υποκίνησε μία εξέγερση εναντίον της κυβέρνησης, που ίδρυσε ο Λεύκιος Κορνήλιος Σύλλας, απαιτώντας μία συνεχόμενη θητεία ως ύπατος στα τέλη τού έτους και –όταν αρνήθηκε– βάδισε στη Ρώμη. Οι δυνάμεις τού Μ. Αι. Λέπιδου ηττήθηκαν σε μία μάχη κοντά στη Μιλβία γέφυρα και αυτός κατέφυγε στη Σαρδηνία. Ήταν ο πατέρας τού τριυμβήρου Mάρκου Αιμίλιου Λέπιδου και ενός από τους υπάτους για το έτος 50 π.Χ., άλλος ήταν ο Λεύκιος Αιμίλιος Λέπιδος Παύλος.

Πρώιμη σταδιοδρομία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Κατά τη διάρκεια του Συμμαχικού Πολέμου ο Λέπιδος πολέμησε στη βόρεια Ιταλία υπό τον Πομπήιο Στράβωνα, ο οποίος ήταν ύπατος το 89 π.Χ. Πιθανότατα ήταν αγορανόμος (aediles), ενώ ο Σύλλας βρισκόταν στην Ελλάδα πολεμώντας τον Α΄ Μιθριδατικό Πόλεμο. [9] Το 82 π.Χ., κατά τον Εμφύλιο Πόλεμο του Σύλλα, πολέμησε για τον Σύλλα. Κάποιο διάστημα, κατά τη διάρκεια της δικτατορίας τού Σύλλα, κατείχε το πραιτορείο. [10] Κατέλαβε τη Νόρμπα στο Λάτιο, η οποία είχε ταχθεί στο πλευρό των εχθρών του Σύλλα. Ο Αππιανός έγραψε ότι μετά από μακρά αντίσταση, τον άφησαν να μπει στην πόλη με προδοσία. Αυτό συνέβαινε συνήθως, όταν μία πόλη δεν μπορούσε να αντέξει άλλο μία πολιορκία. Θυμωμένοι από την προδοσία, κάποιοι κάτοικοι αυτοκτόνησαν και κάποιοι έβαλαν φωτιά στην πόλη. [11]

Ο Λέπιδος ήταν ο πρώτος κυβερνήτης της Σικελίας υπό το καθεστώς τού Σύλλα. Αυτό έγινε πιθανότατα το 81 π.Χ. Δεν έχουμε κάποια πληροφορία για το τι έκανε, όταν ήταν εκεί. Είχε οικογενειακούς δεσμούς με αυτή την επαρχία. Δύο μέλη της οικογένειάς του ήταν κυβερνήτες στη Σικελία το 218 π.Χ. και το 191 π.Χ. αντίστοιχα. [12] Ο Κικέρων έγραψε ότι δεν είχε διαπράξει απάτη, όσον αφορά την προμήθεια σιτηρών. [13]

Ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος σημείωσε ότι ο Λέπιδος χώρισε τη γυναίκα του Απουλεία. [14] Δεν ξέρουμε πότε συνέβη αυτό. Αυτή είχε σχέση με τον Λεύκιο Απουλήιο Σατουρνίνο. Πλούτισε τον εαυτό του κατά τις προγραφές του Σύλλα. [15] [9] Ο Πλίνιος ο Πρεσβύτερος θεωρούσε ότι ο Λέπιδος είχε το πιο όμορφο σπίτι στη Ρώμη, με μαρμάρινα κατώφλια και ασπίδες με σκηνές από τη Πολιορκία της Τροίας. [16]

Στο αξίωμα του υπάτου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο Λέπιδος εξελέγη ως πρεσβύτερος ύπατος για το 78 π.Χ., με συνάδελφο τον Κόιντο Λουτάτιο Κάτουλο. [17] Ο Σάιμ πίστευε ότι υπήρχαν μόνο δύο υποψήφιοι εκείνη τη χρονιά, αλλά είναι πιθανό ότι οι εκλογές διεξήχθησαν ελεύθερα. [18] Σύμφωνα με τον Πλούταρχο, ο Πομπήιος υποστήριξε την εκλογή του [19] και τον ενίσχυσε, ενάντια στην επιθυμία του Σύλλα, ο οποίος δεν εμπιστευόταν τον Λέπιδο. [20] Οι ισχυρισμοί του Πλούταρχου σχετικά με τη σημασία της βοήθειας του Πομπήιου δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη, λόγω της «τάσης του να υπερβάλλει τον αντίκτυπο των σημαντικών παραγόντων». Η ευγενής καταγωγή του Λέπιδου, το δημόσιο έργο στην Αιμιλία βασιλική και η πιθανή δωροδοκία (αν πιστεύσουμε τον Σαλούστιο), σίγουρα λειτούργησαν επίσης προς όφελός του, ενώπιον της εκλογικής επιτροπής. [21] Δεν είναι επίσης σαφές, εάν ο Σύλλας αντιτάχθηκε στην υποψηφιότητα του Λέπιδου. [20]

Κατά τη διάρκεια της θητείας του, ο Λέπιδος εκμεταλλεύτηκε τα παράπονα εκείνων που είχαν χάσει τον εμφύλιο πόλεμο εναντίον τού Σύλλα, εκστρατεύοντας ενάντια σε μία δημόσια (όπως είχε ζητηθεί) κηδεία τού Σύλλα εκείνη τη χρονιά, καθώς και για μία «καταδίκη μνήμης» (damnatio memoriae) για τον δικτάτορα. [17] Ωστόσο, ο υπατικός συνάδελφός του Κόιντος Λουτάτιος Κάτουλος, με την υποστήριξη τού Πομπήιου, [22] κατάφερε να εξασφαλίσει στον δικτάτορα μία πλούσια δημόσια κηδεία, [23] ίσως από το συμφέρον των -μετά τον Σύλλα- νικητών να νομιμοποιήσουν τους νόμους τού Σύλλα και τις μεταρρυθμίσεις του. [24] Ο Λέπιδος, κατά τη διάρκεια της υπατείας του, συνέχισε ωστόσο να αγωνίζεται για την αποκατάσταση της κατασχεθείσας περιουσίας, την εκ νέου απόδοση όσων έχασαν τα αστικά ή πολιτικά τους δικαιώματα υπό τον Σύλλα, την ανάκληση εξόριστων πολιτών και την κατάργηση της νομοθεσίας τού Σύλλα. [17] Πολλοί από εκείνους που είχαν επωφεληθεί ή κερδίσει με άλλο τρόπο από τις απαγορεύσεις αντιτάχθηκαν στην ανάκληση των εξόριστων, οι οποίοι πιθανότατα θα κινούσαν διώξεις εναντίον τους ή θα απαιτούσαν επιστροφή περιουσίας από αυτούς. [25]

Κατάφερε επίσης να εξασφαλίσει την ψήφιση ενός σιτιστικού νόμου (lex frumentaria) υπέρ των πληβείων της Ρώμης.[26] Αντιτάχθηκε, ωστόσο, στην αποκατάσταση των πολιτικών δικαιωμάτων των τριβούνων, υποστηρίζοντας –σε μία χαμένη πλέον ομιλία– ότι η αποκατάσταση δεν θα ήταν προς το δημόσιο συμφέρον. [27] Μάλωσε και με τον συνάδελφό του για διορισμό επάρχου της πόλης. [28]

Η λαϊκίστικη ρητορική τού Λέπιδου «έφερε αποτελέσματα, ίσως και απρόβλεπτα αποτελέσματα» με μία εξέγερση στις Φαίσουλες στην Ετρουρία, όπου οι κάτοικοι της πόλης επιτέθηκαν στις φρουρές και τις αποικίες των βετεράνων τού Σύλλα. [29] Στον Λέπιδο και στον συνάδελφό του Κάτουλο ανατέθηκαν από τη Σύγκλητο να αντιμετωπίσουν την έκτακτη ανάγκη. Ο Γκρουέν παρατηρεί ρητά ότι «προφανώς η Σύγκλητος δεν θεώρησε ότι οι... ανακοινώσεις του Λέπιδου τον είχαν συμβιβάσει, σε σημείο που δεν μπορούσε να σταλεί για να καταπνίξει μία εξέγερση εμπνευσμένη από τη δική του προπαγάνδα». [29] Ο Λέπιδος περίμενε να διευρύνει την πολιτική του υποστήριξη μετά το τέλος τού Σύλλα, συζητώντας με τους αντιπάλους τού δικτάτορα, ενέργειες που δεν θεωρήθηκαν από τη Σύγκλητο ως ενδεικτικές επαναστατικής εξέγερσης. [19]

Λίγο μετά την άφιξή τους στην Ετρουρία, ωστόσο, οι εξεγερθέντες ανακήρυξαν τον Λέπιδο ως αρχηγό τους, [29] μία θέση που αποδέχτηκε μπροστά στη μαζική λαϊκή υποστήριξη στην περιοχή. [28] Ακόμη και αφού ο Λέπιδος τάχθηκε στο πλευρό των επαναστατών, η Σύγκλητος δεν ενήργησε εναντίον του, παραχωρώντας του τις επαρχίες της Γαλατίας Εκείθεν και Εντεύθεν των Άλπεων (Gallia Transalpina και Cisalpina) με κανονικές διαδικασίες και δίνοντας εντολή στους δύο υπάτους να μην εμπλακούν σε σύγκρουση μεταξύ τους. [29] Αυτό υποδηλώνει ουσιαστική υποστήριξη για τον Λέπιδο από τις ανώτερες τάξεις. [30] Μόνο όταν ο Λέπιδος διατάχθηκε να επιστρέψει στην πατρίδα του για να διεξαγάγει υπατικές εκλογές, η Σύγκλητος στράφηκε εναντίον του: ζήτησε μία διαδοχική υπατεία, «μία προϋπόθεση, που πρέπει να γνώριζε ότι ήταν απαράδεκτη». [31]

Επανάσταση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αντί να συναινέσει, ορίστηκε ένα μεσοδιάστημα (interrex) με σκοπό τη διεξαγωγή εκλογών, στις οποίες εξελέγησαν ύπατοι οι Mαμέρκος Αιμίλιος Λέπιδος Λιβιανός και Δέκιμος Ιούνιος Βρούτος. Το εκλογικό αποτέλεσμα παραποιήθηκε, με έναν ανταγωνιστή τού Μαμέρκου Λέπιδου να αναγκάζεται να αποσύρει την υποψηφιότητά του. Τούτου λεχθέντος, το ίδιο το αποτέλεσμα εξασφάλισε μία σαφή δημόσια δήλωση, ωστόσο, ότι οι Aιμίλιοι Λέπιδοι και οι Ιούνιοι Βρούτοι «θα επιζούσαν από την εξάλειψη δύο αδίστακτων μεμονωμένων μελών». [32]

Στις αρχές τού 77 π.Χ. και τη νέα υπατική θητεία, εγκρίθηκε «έσχατο ψήφισμα της Συγκλήτου» (senatus consultum ultimum) εναντίον αυτού τού Λέπιδου μετά από παρότρυνση τού Λεύκιου Μάρκιου Φιλίππου (υπάτου το 91 και πρώην τιμητή), δίνοντας οδηγίες στον ανθύπατο Κάτουλο, τον interrex Άππιο Κλαύδιο Πούλχερ και άλλους αξιωματούχους να υπερασπίσουν το κράτος. [31] Στην εξέγερσή του προστέθηκαν ο Λεύκιος Κορνήλιος Κίννας ο Νεότερος (γιος τού Κίννα τού Πρεσβύτερου κατά τη διάρκεια τού εμφυλίου πολέμου), ο Mάρκος Ιούνιος Βρούτος (πατέρας τού τυρρανοκτόνου), ένας M. Περπέρνα και ένας Σκιπίων. Ζητήθηκε η υποστήριξη ενός νεαρού Ιούλιου Καίσαρα, αλλά εκείνος αρνήθηκε. [31]

Καθώς «η στρατιωτική ικανότητα τού Κάτουλου δεν ενέπνεε εμπιστοσύνη», η Σύγκλητος κάλεσε επίσης τον Πομπήιο να συμμετάσχει στην υπόθεση, δίνοντάς του μία εξαιρετική εντολή εναντίον των επαναστατών. [28] Ο Πομπήιος, που επένδυσε ως λεγάτος με αντιπραιτορικές εξουσίες, στρατολόγησε γρήγορα έναν στρατό από τους βετεράνους του και απείλησε τον Λέπιδο, ο οποίος είχε βαδίσει με τον στρατό του στη Ρώμη, από τον Βορρά. Ο Κάτουλος, ο οποίος είχε στρατολογήσει στρατό στη Ρώμη, αντιμετώπισε τώρα τον Λέπιδο, νικώντας τον απευθείας σε μία μάχη βόρεια της Ρώμης. Εν τω μεταξύ, ο Πομπήιος είχε στείλει τον Μάρκο Ιούνιο Βρούτο, έναν από τους διοικητές του Λέπιδου, στη Μουτίνα. Στη συνέχεια, ο Πομπήιος βάδισε κατά της οπισθοφυλακής τού Λέπιδου πιάνοντάς τον κοντά στην Κόζα, αλλά παρόλο που τον νίκησε, ο Λέπιδος κατάφερε να επιβιβάσει μέρος τού στρατού του και να υποχωρήσει στη Σαρδηνία. [33]

Βιβλιογραφικές αναφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Υποσημειώσεις

  1. «Digital Prosopography of the Roman Republic» (Αγγλικά) 1993. Ανακτήθηκε στις 29  Ιουνίου 2021.
  2. 2,0 2,1 2,2 «Digital Prosopography of the Roman Republic» (Αγγλικά) 1993. Ανακτήθηκε στις 10  Ιουνίου 2021.
  3. «Digital Prosopography of the Roman Republic» (Αγγλικά) 4242. Ανακτήθηκε στις 10  Ιουνίου 2021.
  4. «Digital Prosopography of the Roman Republic» (Αγγλικά) 2341. Ανακτήθηκε στις 10  Ιουνίου 2021.
  5. «Digital Prosopography of the Roman Republic» (Αγγλικά) 2350. Ανακτήθηκε στις 10  Ιουνίου 2021.
  6. 6,0 6,1 Thomas Robert Shannon Broughton: «The Magistrates of the Roman Republic» (Αγγλικά) Αμερικανική Φιλολογική Εταιρεία. 1951. ISBN-10 0-89130-812-1.
  7. «Aemilii» (Ρωσικά)
  8. Νικολάι Ομπνόρσκι: «Эмилии» (Ρωσικά)
  9. 9,0 9,1 Oxford Classical Dictionary, 2012
  10. Rosenblitt 2014, σελ. 437.
  11. Appian, the Civil Wars, 1.94
  12. Brennan, T.C., The Praetorship in the Roman Republic, p. 507
  13. Cicero, Against Verres, 2.3.212
  14. Pliny the Elder, Natural History. 7.122
  15. Gruen 1995, σελ. 12.
  16. Pliny the Elder, Natural History, 35.12; 36.49,109
  17. 17,0 17,1 17,2 Gruen 1995, σελ. 13.
  18. Rosenblitt 2014, σελ. 427.
  19. 19,0 19,1 Gruen 1995, σελ. 16.
  20. 20,0 20,1 Rosenblitt 2014.
  21. Rosenblitt 2014, σελ. 431.
  22. John Leach, Pompey the Great, p. 41; Plutarch, Life of Pompey, 15.3.
  23. Flower 2010, σελ. 140.
  24. Rosenblitt 2014, σελ. 436.
  25. Rosenblitt 2014, σελ. 426.
  26. Mouritsen, Henrik (2 Μαρτίου 2017). Politics in the Roman Republic (στα Αγγλικά). Cambridge University Press. σελ. 113. ISBN 978-1-107-03188-3. in 78 Lepidus' lex frumentaria was apparently passed 'nullo resistente' 
  27. Millar, Fergus (1998). The crowd in Rome in the late Republic. Ann Arbor: University of Michigan Press. σελ. 58. ISBN 0-472-10892-1. 
  28. 28,0 28,1 28,2 Gruen 1995.
  29. 29,0 29,1 29,2 29,3 Gruen 1995, σελ. 14.
  30. Rosenblitt 2014, σελ. 438.
  31. 31,0 31,1 31,2 Gruen 1995, σελ. 15.
  32. Rosenblitt 2014, σελ. 439.
  33. John Leach, Pompey the Great, pp 41-43; Philip Matyszak, Sertorius, pp 88-90; Sallust, Historiae, I, 55.

Βιβλιογραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Αρχαίες πηγές

  • Appian, The Civil Wars, Book 1, Kessinger Publishing, 2009;(ISBN 978-1104035792)
  • Asconius, Commentaries on Speeches of Cicero (Clarendon Ancient History), Oxford University Press, USA, 1993;(ISBN 978-0199290536)
  • Florus, Epitome of Roman History (Loeb Classical Library), Loeb, 1929; ASIN: B01A6506H0
  • Granius Licinianus, Grani Liciniani Quae Supersunt (Κλασική ανατύπωση) (στα Λατινικά), Ξεχασμένα βιβλία, 2018:(ISBN 978-0428903992)
  • Plutarch, Parallel Lives, Pompey (Loeb Classical Library), Loeb, 1989:(ISBN 978-0674990975)
  • Sallust, Catiline's War, The Jugurthine War, Histories: WITH The Jugurthine War, Penguin Classics, 2007;(ISBN 978-0140449488)

Σύγχρονες πηγές

Εξωτερικοί σύνδεσμοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]