Ιουλία Βασιλική

Από τη Βικιπαίδεια, την ελεύθερη εγκυκλοπαίδεια


Ιουλία Βασιλική
Χάρτης
Είδοςπρώην κτίριο ή κατασκευή, αρχαιολογική θέση και αστική βασιλική
Γεωγραφικές συντεταγμένες41°53′34″N 12°29′5″E
Διοικητική υπαγωγήΡωμαϊκό Φόρουμ[1]
ΤοποθεσίαΡωμαϊκό Φόρουμ
ΧώραΙταλία[1]
Commons page Πολυμέσα

Η Ιουλία Βασιλική, λατιν. Basilica Julia, ήταν μία κατασκευή, που κάποτε ορθωνόταν στη Ρωμαϊκή Αγορά. Ήταν ένα μεγάλο, διακοσμημένο, δημόσιο κτήριο, που εχρησιμοποιείτο για συσκέψεις και άλλες κρατικές λειτουργίες κατά την πρώιμη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Τα ερείπιά της έχουν ανασκαφεί: ό,τι έμεινε από την κλασική περίοδο είναι πιο πολύ θεμελιώσεις, δάπεδα, οι τοίχοι μίας γωνίας με μερικές αψίδες (που είναι μέρος του παλαιού κτηρίου και των μετέπειτα αυτοκρατορικών ανακατασκευών) και ένας κίονας από την πρώτη φάση οικοδόμησης.

Η Ιουλία Βασιλική στην εποχή του Αυγούστου. Τρισδιάστατη αναπαραγωγή από υπολογιστή.

Η Ιουλία Βασιλική κτίστηκε σε τοποθεσία της προηγούμενης, πολύ μικρότερης Σεμπρονίας Βασιλικής του 170 π.Χ. κατά μήκος της νότιας πλευράς της Αγοράς (Forum), έναντι της Αιμιλίας Βασιλικής. Αρχικά αφιερώθηκε (ιδρύθηκε) το 46 π.Χ. από τον Ιούλιο Καίσαρα και το κόστος της καλύφθηκε με λάφυρα από τον Γαλατικό Πόλεμο. Ολοκληρώθηκε από τον Αύγουστο, που έδωσε στο κτήριο το όνομα του Ιουλίου Καίσαρα, ο οποίος είχε υιοθετήσει τον Αύγουστο.

Η Ιουλία Βασιλική αποτελεί το νότιο όριο της Αγοράς.

Ιστορία και χρήση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Ο ανακατασκευασμένος από τα υπολείμματα ημικίονας με τον υποστηρικτικό πεσσό πίσω του. Τα πλαϊνά κιονόκρανα είναι οι βάσεις των αψίδων του πρώτου επιπέδου.

Το κτήριο κάηκε λίγο μετά τη ολοκλήρωσή του, αλλά επισκευάστηκε και αποκαταστάθηκε το 12 μ.Χ. Έπειτα από την πυρκαγιά του 283 μ.Χ., η βασιλική κατασκευάστηκε εκ νέου από τον Διοκλητιανό.

Το κτήριο στέγαζε αστικά δικαστήρια και καταστήματα (tabernae) και παρείχε χώρο για κρατικές λειτουργίες και τραπεζικές συναλλαγές. Τον 1ο αι. χρησιμοποιήθηκε επίσης για τις συνεδρίες της Βουλής των Εκατό Ανδρών (Centumviri), που προήδρευε για θέματα κληρονομίας. Ο Πλίνιος ο Νεότερος στις Επιστολές του, περιγράφει μία υπόθεση που είχε αναλάβει εδώ, όπου ένας ογδοηκονταετής συγκλητικός είχε αποκληρώσει την κόρη του, δέκα ημέρες μετά από τον νέο του γάμο.

Ήταν ο προτιμώμενος τόπος συνάντησης των Ρωμαίων. Η βασιλική είχε δημόσιους χώρους συγκέντρωσης και καταστήματα στη βόρεια πλευρά της, προς την Αγορά, αν και κυρίως χρησιμοποιόταν ως δικαστήριο. Στο δάπεδο της στοάς υπάρχουν παίγνια χαραγμένα στο μάρμαρο. Ένας λίθος, στον επάνω όροφο, στην πλευρά προς την Κούρια, έχει χαραγμένα τετράγωνα 8 Χ 8 στα οποία θα μπορούσε να παιζόταν ντάμα ή σκάκι.

Η Ιουλία Βασιλική καταστράφηκε μερικά το 410, όταν οι Βησιγότθοι λεηλάτησαν τη Ρώμη και με τους αιώνες κατέρρευσε. Μέρη των ερειπίων μετατράπηκαν σε εκκλησία τον 7ο ή 8ο αι. Το κτήριο τώρα περιλαμβάνει μία ορθογώνια περιοχή, που ισιώθηκε και υπερυψώθηκε περί το 1 μ. επάνω από το έδαφος, με σκόρπιους λίθους από το οικοδόμημα. Κατά μήκος της βόρειας πλευράς υπάρχει κλίμακα από μαρμάρινες βαθμίδες, που έχουν τόσο μήκος όσο όλη η πλευρά της βασιλικής, προς στην Ιερά Οδό. Επίσης υπάρχει μία έξοδος ανατολικά, προς την πλευρά του ναού του Κάστορα και του Πολυδεύκη.

Θέση και δομή του κτηρίου[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Βρίσκεται στο νότιο μέρος της Αγοράς. Δυτικά περνάει η Οδός των Ζυγοπωλών (Vicus Iugarius) και πιο δυτικά είναι ο Ναός του Σατούρνου. Στη βορειοδυτική γωνία της ήταν η Αψίδα του Τιβέριου. Η βόρεια πλευρά της ήταν επί της Ιεράς Οδού, πιο βόρεια ήταν τα Ρόστρα και ο Κίων του Φωκά· ακόμη βορειότερα από αυτά η Αψίδα του Σεπτίμιου Σεβήρου και πιο πέρα η Ιουλία Κούρια. Μπροστά της ήταν οκτώ βάσεις τιμητικών στηλών και το κέντρο της Αγοράς· απέναντι, βορειοανατολικά ήταν η Αιμιλία Βασιλική με τα νέα καταστήματα. Το ανατολικό τμήμα της Ιουλίας Βασιλικής κτίστηκε επί της Σεμπρονίας Βασιλικής και της Κύριας Αποχέτευσης και πιο ανατολικά ήταν η Ετρουσκική Οδός (Vicus Tuscnus) και ο Ναός του Κάστορα και του Πολυδέυκη. Νότια ήταν η Νέα Οδός (Via Nova) και ο Παλατίνος λόφος.

Η βασιλική είχε πέντε κλίτη. Ήταν ένα σύνολο από 8 Χ 18 κίονες. Το μεσαίο κλίτος ήταν τριπλάσιο των πλαϊνών. Όλο το βόρειο μέρος είχε τα παλαιά καταστήματα (tabernae veteres) και κατέληγε σε κλίμακα.

Αρχαιολογικές ανασκαφές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

Η τοποθεσία ανασκάφτηκε από τον Πιέτρο Ρόζα το 1850, που ανακατασκεύασε από τα υπολείμματα έναν μόνο μαρμάρινο ημικίονα με τον υποστηρικτικό πεσσό από τραβερτίνη. Σε ανασκαφή του 1852 βρέθηκαν τμήματα από μία συμπαγή, θολωτή οροφή με γύψινα διακοσμημένα φατνώματα , αλλά τα ευρήματα καταστράφηκαν το 1872.

Πηγές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  • Claridge, Amanda; Toms, Judith; Cubberley, Tony (March 1998). Rome: an Oxford archaeological guide. Oxford University Press. pp. 89–90. ISBN 978-0-19-288003-1.

Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]

  1. 1,0 1,1 (Γερμανικά, Αγγλικά, Γαλλικά, Ισπανικά, Ιταλικά) archINFORM. 10056. Ανακτήθηκε στις 31  Ιουλίου 2018.